Drysdale V8 Bruiser

Ένα V8 mega-monster!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/8/2017

Και οι οκτώ ήταν υπέροχοι

 

Το V8 Bruiser είναι ένα mega-Monster, ένα γυμνό roadster που έχει σκοπό να θέσει νέο όρια για την πιο ξεχωριστή, πιο μυώδη και κατά πάσα πιθανότητα την ταχύτερη custom cruiser μοτοσυκλέτα που θα μπορεί να αγοράσει κανείς

Χρειάστηκε σχεδόν τρία χρόνια για να το κατασκευάσει ο υπέρμαχος των πολυκύλινδρων κινητήρων, 44χρονος Ian Drysdale. Επιτέλους κυκλοφορεί στους δρόμους της Μελβούρνης, φορώντας τον κλασικό V8 κινητήρα με τις 32 βαλβίδες και τους 2 ΕΕΚ, εφοδιασμένο με ψεκασμό, έτοιμο για κόντρες στα φανάρια και για καβγά στους αυτοκινητοδρόμους. Τώρα όμως, σε αντίθεση με την προηγούμενη κατασκευή του 750 V8 superbike, η καινούργια υπερ-μοτοσυκλέτα είναι το δίτροχο αντίστοιχο των φουσκωτών τύπων που κάνουν πόρτα στα ξενυχτάδικα. Στ’ αλήθεια, για το μηχανάκι αυτό θα έπρεπε να καθιερωθεί ο όρος Π.Α.Μ.

Διότι το καινούργιο V8 του Drysdale είναι αναμφίβολα η απόλυτη μοτοσυκλέτα που μπορεί να κυκλοφορήσει νόμιμα για τους Πλούσιους Αστούς Μοτοσυκλετιστές. Μόνο κάποιος που μπορεί να κόψει μια επιταγή άνω των 30.000 ευρώ μπορεί να προστεθεί στην ήδη πολυπληθή λίστα αναμονής για να αγοράσει μια χειροποίητη απάντηση στο ερώτημα πώς ξεπερνά κανείς το Yamaha V-Μax. Αρκεί μια ματιά στα μοντέλα της Drysdale. Και παρόλο που τη μέρα που οδήγησα το πρωτότυπό της, αυτό ήταν εφοδιασμένο με τον 750cc V8, δίνοντάς μου μόνο μερικές ενδείξεις για το πώς θα καθαρίζει τον ανταγωνισμό στα GP των φαναριών, φαίνεται πως η εξίσωση της ισχύος θα έχει λυθεί μόλις ετοιμαστεί ο κινητήρας των 1.000cc που θα κινεί όλα τα Bruisers. Την περασμένη άνοιξη (λίγους μήνες μετά τη συγγραφή του παρόντος άρθρου) παραδόθηκε το πρώτο από τα τρία που πουλήθηκαν στις ΗΠΑ, σε έναν δικηγόρο της Νέας Αγγλίας.

Δεν υπάρχει περίπτωση να το παραδεχτεί ο Ian, αλλά ο λόγος που το πρωτότυπο που μου έδωσαν για να το δοκιμάσω στην εξοχή και να πεταχτώ μέχρι το κέντρο για να τσιμπήσω κάτι φορούσε πίσω ένα μισοφαγωμένο αγωνιστικό Michelin βροχής, ήταν ότι η κατανάλωσή του σε πίσω λάστιχα ξεπερνούσε τη δυνατότητά τους να αντικαταστήσουν το στοκ των Dunlop D208 που υπήρχε στο εργοστάσιο του Drysdale.

Μπορώ να κατασκευάσω ό,τι θέλω

Ο Ian Drysdale, ο οποίος είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα Αυστραλού που ασπάζεται το δόγμα “μπορώ να κατασκευάσω ότι θέλω”, είχε έναν απόλυτα ξεκάθαρο στόχο στο μυαλό του όταν ξεκίνησε να κατασκευάζει το V8, τον Ιανουάριο του ’94: “Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”, λέει ο μηχανικός που ζει στη Μελβούρνη.

Το βιογραφικό του, πριν αρχίσει να κατασκευάζει το Bruiser, περιλαμβάνει μια πληθώρα μυστήριων μελετών σε πολλούς διαφορετικούς τομείς, όπως να μετατρέψει τον μηχανικό κύκνο που χρησιμοποιούν τα Αυστραλιανά Μπαλέτα στη “Λίμνη των Κύκνων” έτσι ώστε να λειτουργεί με τηλεχειρισμό, ή να επιβλέψει την κατασκευή και την τοποθέτηση δυναμόμετρων με κυλιόμενο δάπεδο για τα εργοστάσια αυτοκινήτων των GM/Holden και Ford, ή την αεροδυναμική σήραγγα για το πανεπιστήμιο Monash της Μελβούρνης, ή να κατασκευάσει για την ανθούσα βιομηχανία κινηματογράφου της Αυστραλίας έναν ελαφρύ γερανό απ’ αυτούς που χειρίζονται τις κάμερες όταν βρίσκονται μακριά από τα στούντιο, ή για να μετατρέψει ATV quads έτσι ώστε να μπορούν να τα χρησιμοποιούν ανάπηροι αγρότες, και πολλά άλλα παρόμοια.

Εντούτοις ο Drysdale ήταν άρρωστος με τις μοτοσυκλέτες από πολύ παλιά, και εκτός του ότι είχε συμμετάσχει σε κάθε είδους αγώνα δίτροχων –όπως αγώνες στην έρημο, motocross, flat track, αγώνες ταχύτητας– έχει επίσης φτιάξει μια σειρά από ποικίλες πρωτοποριακές κατασκευές, μερικές συμβατικές, άλλες πρωτοποριακές, μερικές αληθινά τρελές. Εκτός από το παιδικό ποδηλατάκι που έφτιαξε στο σχολείο ως συμμετοχή σε έναν διαγωνισμό, που έστριβε ο πίσω τροχός του αλλά γενικά ήταν πλήρης αποτυχία, στις πρωτοποριακές του κατασκευές συμπεριλαμβάνεται οπωσδήποτε το Dryvtech 2Χ2Χ2, μια δίχρονη μοτοσυκλέτα enduro που είχε κίνηση και στους δύο τροχούς και που επιπλέον έστριβαν και οι δύο τροχοί της, η οποία φτιάχτηκε το 1999 και τώρα αναπαύεται στην Αγγλία. Οι επισκέπτες της πίστας Donington Park μπορούν να δουν το Dryvtech στο μουσείο της πίστας μαζί με άλλες εξωτικές F1 παλαιότερων εποχών, όπως και έναν από τους κινητήρες 750 V8 που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο Bruiser.

Όμως, όσο πρωτότυπο και να ήταν το Dryvtech, δεν ήταν παρά ένα ορεκτικό μπροστά στην επικείμενη επίδειξη τεχνολογικής δύναμης από τον Ian Drysdale, τη σχεδίαση και κατασκευή του δικού του 750 V8. Ήμουν ο πρώτος, εκτός από τους ανθρώπους της εταιρείας, που οδήγησε το σχεδόν έτοιμο οκτακύλινδρο στην πίστα δοκιμών Calder Park τον Ιούνιο του ’97. Οδηγώντας αυτή την πολύπλοκη μοτοσυκλέτα είχα την ευκαιρία να αντιληφθώ από πρώτο χέρι πώς κατάφερε η ομάδα του Drysdale να ολοκληρώσει ένα τόσο σύνθετο έργο. Όπως επίσης και τη δυνατότητα που θα έχουν για περιορισμένη παραγωγή μοντέλων με διάφορες παραλλαγές. Πέντε χρόνια μετά το ξεκίνημά τους, αφενός συμμετείχαν με ένα αγωνιστικό 750 V8 στο Australia Formula Xtreme (οι σωστοί αγώνες για μια τέτοια μοτοσυκλέτα) ώστε να το εξελίξουν στην πράξη, και αφετέρου, επειδή ο Ian χρειαζόταν χρήματα για το επόμενο στάδιο εξέλιξης, έκανε διάφορες άλλες περίεργες μηχανολογικές εργασίες – όπως π.χ. τεχνικός σύμβουλος σε μερικά κινέζικα εργοστάσια μοτοσυκλετών. Παράλληλα έψαχνε για χορηγούς για να φτιάξει το δικό του 990cc V8 MotoGP, το οποίο θα είναι το αποκορύφωμα της εξέλιξης του Drysdale V8 Bruiser.

“Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”

Ό,τι θέλει ο Λαός

Τα cruisers και τα γυμνά roadsters κυριαρχούν στις πωλήσεις παγκοσμίως, οπότε, όπως μας εξήγησε ο Ian Drysdale, ήταν αναπόφευκτο να τοποθετηθεί σε τέτοια μοτοσυκλέτα ο V8 κινητήρας του. “Υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον απ’ όλα τα μέρη του κόσμου για μια σπορ μοτοσυκλέτα V8 750cc”, είπε. “Όμως, πραγματικά δεκάδες υποψήφιοι αγοραστές, οι περισσότεροι πενηντάρηδες επαγγελματικά επιτυχημένοι στην Αμερική, την Αγγλία και την Αυστραλία, μου είπαν ότι ήθελαν να παραγγείλουν ένα Bruiser, αλλά σε πιο ήρεμη έκδοση, με λιγότερο απαιτητική θέση οδήγησης. Ένας από αυτούς οδήγησε το superbike και είπε ότι όλα είναι πολύ καλά και ότι του άρεσε το μοτέρ αλλά, στα πενήντα του, δεν θα ήθελε να επισκέπτεται τον φυσιοθεραπευτή του επί μια εβδομάδα μετά από κάθε κυριακάτικη βόλτα! Επίσης πολλοί μου είπαν ότι, αν επρόκειτο να ξοδέψουν 30.000 ευρώ για μια μοτοσυκλέτα, θα έπρεπε να έχει θέση και για δεύτερο άτομο, ώστε να μπορούν να πάρουν μαζί και τη γυναίκα τους – αλλιώς δεν θα τους έδινε την άδεια να την αγοράσουν! Οπότε, αυτό με οδήγησε να κατασκευάσω βασικά την ίδια μοτοσυκλέτα όπως το 750 V8, αλλά με χιλιάρη κινητήρα, πλαίσιο με δύο αμορτισέρ πίσω, με κάπως πιο άνετη θέση οδήγησης και, φυσικά, σέλα για δύο”.

“Θα κατασκευάζουμε δύο διαφορετικά μοντέλα, και υπεύθυνος για το styling αμφοτέρων είναι ο Duncan Harrington, ο ίδιος που μας σχεδίασε και το superbike”, συνέχισε ο Ian. “Το ένα είναι το Bruiser, το οποίο θα έχει εξάτμιση 8 σε 2, εξάρι κιβώτιο, αλουμινένιους τροχούς, ίσιο τιμόνι, ελαφρά πίσω τα μαρσπιέ και πιο επιθετικό στυλ, έτσι ώστε με τον V8 να γίνει περισσότερο Τέρας από το Ducati Monster. Το άλλο μοντέλο είναι το Cruiser, που θα έχει ζάντες με ακτίνες, 8 εξατμίσεις με 8 τελικά, πεντάρι κιβώτιο, μαρσπιέ τοποθετημένα μπροστά και τιμόνι κυρτό προς τα πίσω. Και τα δύο μοντέλα θα είναι ίδια μηχανικά, όμως επειδή θα έχουν ψεκασμό θα μπορούμε να αλλάζουμε τη χαρτογράφηση της ανάφλεξης ώστε να έχει πιο ήπια απόδοση, χωρίς ωστόσο η μοτοσυκλέτα να χάνει την ικανότητά της να ορμάει όταν της τα χώνεις. Δεν εντυπωσιαστήκαμε καθόλου που υπήρχε ενδιαφέρον γι’ αυτά τα μοντέλα από την Αμερική, την Ιαπωνία αλλά και την Αυστραλία – πήραμε τρεις παραγγελίες πριν ακόμα κατασκευάσω το πρωτότυπο, ενώ τώρα έχω σχεδόν φτάσει στο σημείο όπου θα μπορώ να αρχίσω να κατασκευάζω τις μοτοσυκλέτες σε ομάδες των έξι, πράγμα που θα μειώσει το κόστος παραγωγής ώστε να μπορέσω να τις πουλάω φτηνότερα, αν και πάντα θα είναι χειροποίητες”.

Το πρωτότυπο Bruiser, που ήμουν ο πρώτος –εκτός από τον ίδιο τον Ian Drysdale– που το οδήγησε, είναι χαμηλότερο από το 750 V8 superbike, έχει δύο αμορτισέρ, το εντελώς καινούργιο πλαίσιο είναι ατσάλινο σωληνωτό περιμετρικό χωροδικτύωμα, το ύψος της σέλας είναι 700mm, ενώ η γεωμετρία του είναι κάπως πιο “τραβηγμένη”. Το μεταξόνιο έχει μεγαλώσει στα 1.430mm και η γωνία κάστερ είναι 26 μοίρες, αν και μπορεί να αλλάξει η ρύθμιση χρησιμοποιώντας διαφορετικά aftermarket έκκεντρα ώστε να ταιριάζει σε όλα τα γούστα. Το σωληνωτό χωροδικτύωμα του πλαισίου είναι κατασκευασμένο από μαλακό ατσάλι ERW (λιγότερο επιρρεπές σε ρωγμές απ’ ό,τι το σκληρό χρωμιομολυβδαινιούχο, κατά τον Ian) και στα πλάγια σχηματίζει αντίστοιχα τρίγωνα με της Ducati, ο δε αναρτημένος από το πλαίσιο κινητήρας παίρνει μέρος μόνον του φορτίου, ενώ πίσω έχει τοποθετηθεί το αλουμινένιο ψαλίδι του Kawasaki ZZ-R1100.

Το πιρούνι, οι τροχοί και τα φρένα που χρησιμοποιήθηκαν στο πρωτότυπο είναι από Yamaha R1, αλλά καθώς το Drysdale V8 Bruiser παράγεται κατόπιν παραγγελίας, ο κάθε πελάτης μπορεί να το πάρει με τις προδιαγραφές που θέλει. Όμως, επειδή είναι πολύ ακριβό μηχανάκι και διαθέτει τόσο high-tech εξοπλισμό, ο Drysdale παροτρύνει τους αγοραστές να επιλέξουν το ανάποδο πιρούνι της Ohlins με WP ελατήρια και φρένα Brembo για να ταιριάζουν με τα δύο πολυρυθμιζόμενα Penske αμορτισέρ που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο. Παρόλο δε που το Bruiser έχει δύο ψυγεία νερού τοποθετημένα μπροστά (αντί για το ένα κάτω από τη σέλα του superbike 750) και τον ογκώδη V8 κινητήρα, ο Drysdale λέει ότι έχει πετύχει να ζυγίζει μόλις 206 κιλά στεγνό και να είναι ελαφρώς οπισθόβαρο – εντυπωσιακό για οκτακύλινδρη μοτοσυκλέτα. “Θα μπορούσαμε να μειώσουμε την επιφάνεια των ψυγείων”, λέει, “αλλά επειδή το ένα βρίσκεται χαμηλότερα πίσω από την εξάτμιση, προτίμησα μια ασφαλή λύση για όταν κάνει ζέστη”.

Ολίγη από τεχνική ανάλυση

Για όσους θέλουν μια επανάληψη του μαθήματος για να το εμπεδώσουν καλύτερα, το Drysdale είναι η μοναδική ειδικά σχεδιασμένη γι’ αυτόν τον V8 μοτοσυκλέτα παραγωγής που μπορεί κανείς να αγοράσει. Χρησιμοποιεί όμως όσο το δυνατόν περισσότερα εξαρτήματα από Yamaha, ώστε οι ιδιοκτήτες να μπορούν εύκολα να βρίσκουν ανταλλακτικά. Κάτι που αντικατοπτρίζει την ενθουσιώδη υποστήριξη που παρείχε εξαρχής στην ιδέα η Yamaha Αυστραλίας.

Έτσι, ο 750 V8 που είχε τοποθετηθεί στο πρωτότυπο χρησιμοποιούσε δύο 16βάλβιδες κεφαλές από FZR 400R. Το κάρτερ, ειδικά σχεδιασμένο από τον Ian (πεπειραμένος σχεδιαστής ο ίδιος), είχε κοπεί και ανοίξει κατά μήκος έτσι ώστε να ενσωματωθούν τα δύο μπλοκ των κυλίνδρων στο επάνω τμήμα του στροφαλοθάλαμου, για περισσότερη ακαμψία. Τα μπλοκ των κυλίνδρων τοποθετήθηκαν υπό γωνία 90 μοιρών, για την καλύτερη αντιμετώπιση των πρωτογενών κραδασμών. Ενώ κράτησε την κίνηση των εκκεντροφόρων με καδένα από το κεκλιμένο μοτέρ του FZR 400R, ο Drysdale  κατάφερε να αντιστρέψει τη φορά περιστροφής των εκκεντροφόρων στο πίσω μπλοκ κυλίνδρων. Αντίθετα, διατήρησε τη φορά των εκκεντροφόρων του μπροστινού μπλοκ, όπως και του στροφάλου, προς τα εμπρός. Τα εξαρτήματα του κινητήρα των 56 x 38mm που προέρχονται από τη Yamaha είναι οι μπιέλες και τα πιστόνια (οχτώ από το καθένα), οι 32 βαλβίδες (21mm οι εισαγωγής / 19mm οι εξαγωγής), όπως και οι τέσσερις εκκεντροφόροι οι οποίοι παίρνουν κίνηση κατ’ ευθείαν από τον στρόφαλο, ενώ το 6τάχυτο κιβώτιο και ο υγρός συμπλέκτης προέρχονται από YZF 750.

Οι βασικές αλλαγές που θα γίνουν στον 1.000cc κινητήρα που θα κινεί όλα τα Bruiser είναι να αυξηθεί η διάμετρος και η διαδρομή ώστε να γίνουν 62 x 41,4mm αντίστοιχα, χρησιμοποιώντας ένα εντελώς καινούργιο μπλοκ, ψηλότερο κατά 3mm, που θα έχει όμως ακριβώς την ίδια εμφάνιση. Θα έχει έναν νέο στρόφαλο εφοδιασμένο με μπιέλες σχεδιασμένες από τον Drysdale, ενώ θα χρησιμοποιεί πιστόνια και κεφαλές από YZF 600 Thundercat, οι οποίες θα έχουν τις βάσεις του κινητήρα ενσωματωμένες. Σύμφωνα με τον Drysdale, ο χιλιάρης θα έχει το κόκκινο στις 14.000 στροφές, τη στιγμή που του 750 ήταν στις 16.000, ενώ υπολογίζεται ότι θα αποδίδει 140 άλογα στον τροχό στις 13.500 σ.α.λ. Ο κινητήρας των 750cc που φοράει τώρα το πρωτότυπο, χωρίς να είναι ιδιαίτερα δυνατός, αποδίδει, σύμφωνα με τους κατασκευαστές, 120 άλογα στις 14.200 με την κατασκευασμένη από τον Ian εξάτμιση 8 σε 4 σε 2, η οποία χρησιμοποιεί τελικά Megacycle για να είναι πιο αθόρυβη και να κυκλοφορεί νόμιμα.

Όμως δεν είναι εντελώς αθόρυβη – ευτυχώς, σκέφτεσαι καθώς πατάς το μπουτόν και περιμένεις η μίζα από Kawasaki ZZ-R 250 να γυρίσει τους διπλάσιους κυλίνδρους απ’ ό,τι έχει συνηθίσει. Τελικά παίρνει μπρος βγάζοντας τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνουν οι V8 όταν δουλεύουν στο ρελαντί. Όμως μόλις τσιμπήσεις το γκάζι για να την κάνεις να… κελαηδήσει, αντιλαμβάνεσαι ότι η γκαζιέρα είναι πολύ πιο ελαφριά και με καλύτερη αίσθηση συγκριτικά με τα οχτώ αγωνιστικά 32άρια Keihin με επίπεδα σλάιντ που είχε τοποθετήσει ο Ian στo racing 750 V8, το οποίο που είχα οδηγήσει στην πίστα πριν από δύο χρόνια. Εκείνα αργούσαν να αντιδράσουν, εξαιτίας των σκληρών ελατηρίων που χρειάζονταν για να ξεπεράσουν την εντυπωσιακή υποπίεση που δημιουργούσαν οι οχτώ κύλινδροι –δεν υπήρχε άλλος τρόπος παρά να ανοίξουν συγχρόνως και τα οχτώ σλάιντ–, πράγμα που απαιτούσε πολλή δύναμη, έτσι ώστε να είναι απαραίτητη η τοποθέτηση ψεκασμού στις μοτοσυκλέτες παραγωγής. Τώρα τα Bruiser είναι εφοδιασμένα με MoTeC fuel injection, το οποίο έχουν σχεδιάσει από κοινού ο Drysdale μαζί με την πολύ καλή αυστραλέζικη εταιρεία της οποίας τα γραφεία βρίσκονται στη Μελβούρνη, λίγα μέτρα από το δικό του εργοστάσιο. Το αποτέλεσμα είναι επίσης μείωση των καυσαερίων και βελτιωμένη κατανάλωση, δύο βασικά στοιχεία για μια μοτοσυκλέτα με τόσους πολλούς κυλίνδρους. Η κεντρική ηλεκτρονική μονάδα που ελέγχει τον ψεκασμό διαθέτει πλήρη χαρτογράφηση για τα σώματα που προέρχονται από BMW Κ100 (εντάξει, από δύο Μπέμπες φυσικά!). Πρόκειται για οχτώ σώματα 34mm BMW/Bing στα οποία υπάρχει ένα μπεκ Bosch σε κάθε ένα ακριβώς κάτω από την πεταλούδα, εξασφαλίζοντας ελεγχόμενη ροή καυσίμου όταν ανοίγει το γκάζι.

Όμως η χαρτογράφηση του ψεκασμού δεν είχε ρυθμιστεί σωστά στο 750 V8 Bruiser που οδήγησα, καθώς αυτό ήταν ένα πρωτότυπο για να εξελίξουν το πλαίσιο, ενώ το τμήμα R&D δούλευε πάνω στον χιλιάρη κινητήρα. Έτσι η μηχανή δεν γέμιζε στρωτά από χαμηλά και ήθελε το αριστερό χέρι να “πει” γλυκόλογα και κολακείες στον συμπλέκτη, όπως ακριβώς χρειαζόταν και το racing V8 superbike στις εξόδους από αργές στροφές, γιατί ο στρόφαλος δεν είχε αδράνεια αφού τον είχαν ελαφρύνει και είχε φτάσει να ζυγίζει μόνο 5,5 κιλά, από 44 που ήταν το κομμάτι μετάλλου από το οποίο προήλθε.

 

Το τέρας βγήκε παγανιά

Οπωσδήποτε, όταν ξεπεράσεις το όριο των 4.000 στροφών όπου κάνει την εμφάνισή της η ιπποδύναμη, ο μυώδης και τραχύς V8 αρχίζει να ανεβάζει στροφές χωρίς κανένα πρόβλημα μέχρι ψηλά, όπου στρώνει και βγάζει ένα στοιχειωμένο, οξύ ουρλιαχτό. Χτυπώντας μαλακά τον λεβιέ στις 13.500 για να ανεβάσω ταχύτητα στο εξάρι κιβώτιο –αφαιρούμενη “κασέτα”–, ο κινητήρας συνέχισε να βρίσκεται στο σημείο όπου αποδίδει μαζικά τα άλογά του, δουλεύοντας μαλακά σαν μετάξι, αλλά σε πλήρη απόδοση μέχρι το κόκκινο. Παρόλο που οδήγησα το Drysdale λίγο, ίσα για να πάρω μια ιδέα πριν το πλήρες τεστ, πιστεύω ότι λίγες μοτοσυκλέτες απ’ όσες κυκλοφορούν στο εμπόριο θα μπορούν να προσφέρουν τέτοιον δυναμικό συνδυασμό ισχυρού χαρακτήρα και ευαισθησίας όπως αυτός που θα έχει το Bruiser στην τελική του μορφή, όταν θα βγάζει περισσότερα άλογα από τον πολυκύλινδρο κινητήρα 1.000cc.

Το V8 Bruiser θα έχει εντελώς διαφορετικό στήσιμο από το πιο αθλητικό superbike, ώστε να ικανοποιηθούν κάποια αιτήματα που είχαν διατυπώσει υποψήφιοι αγοραστές. Η μοτοσυκλέτα θα είναι σημαντικά χαμηλωμένη πίσω, το πιρούνι της θα βγαίνει πολύ μπροστά και, με τη βοήθεια και  της νέας εξάτμισης 8 σε 4 σε 2 που είναι χαμηλά πλάι στο μοτέρ, θα έχει σημαντικό πρόβλημα στα ανώμαλα εδάφη, ενώ η αγωνιστική μπορούσε να κινείται σε πολύ ψηλές ταχύτητες με ελαστικά slick χωρίς να βρίσκει στην άσφαλτο. Το Bruiser είναι ακριβώς το αντίθετο, πλάγιασέ το περισσότερο από 30 μοίρες και ετοιμάσου να ακούσεις τον ήχο που κάνουν τα μέταλλα όταν ξύνουν την άσφαλτο. Αυτή είναι μια μοτοσυκλέτα του τύπου “σημαδεύω και ορμάω”, δηλαδή στην ευθεία τα δίνω όλα και στις στροφές πάω σαν κότα, για να ικανοποιηθούν οι μελλοντικοί αγοραστές, όπως υποθέτω. Οπωσδήποτε, για να καλυφθούν οι απαιτήσεις τους, η θέση οδήγησης είναι λογική – και εξαιρετική, χάρη στη σοφή απόφαση του Drysdale να αντιγράψουν τις πετυχημένες αναλογίες του Ducati Monster, χρησιμοποιώντας ακόμη και το τιμόνι του. Έτσι, η μοτοσυκλέτα έχει μια σχεδόν όρθια, αλλά και δυναμική θέση οδήγησης. Και παρόλο που δεν υπάρχει περίπτωση να ξεχάσεις ότι ανάμεσα από τα πόδια σου έχεις έναν πολύ φαρδύ κινητήρα, και ότι το 16λιτρο ρεζερβουάρ είναι κάτω από τη σέλα αντί για λίγο εδώ και λίγο εκεί όπως στη superbike, το Bruiser σού δίνει την αίσθηση ότι είναι συμπαγές και σε κάνει να αισθάνεσαι ότι κάθεσαι μέσα στη μηχανή και όχι επάνω στα καπάκια των εκκεντροφόρων κάποιου μικρού V8. Ευχάριστη αίσθηση.

Επίσης, φρενάρει και στρίβει αρκετά καλά, μέσα στα όρια που θέτει η χαμηλή απόσταση από το έδαφος. Ο τρόπος που η μοτοσυκλέτα κρατά την πορεία της με το γκάζι γεμάτο ή και όταν την “κρεμάς”, σου δίνει την αίσθηση ότι ο Ian έδωσε τις σωστές αναλογίες στη γεωμετρία της. Τα αμορτισέρ Penske διαθέτουν όλες τις ρυθμίσεις, παρέχουν καλή ποιότητα κύλισης για ψαλίδι με δύο αμορτισέρ και μεταφέρουν την ιπποδύναμη στο δρόμο με προβλέψιμο τρόπο.

Η μελωδία της ευτυχίας

Βέβαια, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι το κράτημα της συγκεκριμένης μοτοσυκλέτας δεν θα ενδιαφέρει τους ιδιοκτήτες της τόσο πολύ όσο ο μελωδικός ήχος του V8 κινητήρα της, ο ήρεμος και ευκολοδήγητος χαρακτήρας της χάρη στον ψεκασμό της MoTeC και πάνω απ’ όλα βέβαια η εμφάνισή της. Κοιτώντας το Drysdale V8 Bruiser από πίσω αριστερά, καθώς ακουμπούσε στο σταντ και γυάλιζε στις ακτίνες του ήλιου που έδυε, μου έδωσε μια νέα ερμηνεία περί του τί σημαίνει μυώδης μοτοσυκλέτα. Εάν η Ducati κατασκεύαζε –κάτι που φαντάζει πιθανό στο μέλλον– ένα τετρακύλινδρο Monster εφοδιασμένο με τον V4 των ΜotoGP, το αποτέλεσμα θα ήταν μια μοτοσυκλέτα που θα έμοιαζε να έχει τον μισό κινητήρα και τη μισή δύναμη από το Drysdale V8 Bruiser. Όμως το Τέρας από το νότιο ημισφαίριο είναι ήδη εδώ περιμένοντας τους αγοραστές του, αν και αφορά μόνο αυτούς που διαθέτουν πλατινένιες πιστωτικές κάρτες και πολλά μηδενικά στο τέλος του υπόλοιπου του τραπεζικού τους λογαριασμού. Ας ελπίσουμε ότι θα τους βρει…

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 

Κατασκευαστής / Μοντέλο:    Drysdale / V8 Bruiser

Τιμή ():  30.000 (και βάλε…)

Κινητήρας:              Τετράχρονος, οκτακύλινδρος V 90o, υγρόψυκτος, 2EΕΚ, 4Β/Κ

Ισχύς (hp/rpm):       140/13.500

Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 62 x 41,4

Χωρητικότητα (cc): 999.4

Ανάφλεξη:               Ψηφιακή

Τροφοδοσία:           Ψεκασμός MoTec, με σώματα 34mm BMW/Bing και μπεκ Bosch

Σύστημα εξαγωγής: 8 σε 4 σε 2

Σύστημα λίπανσης:  Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:                Μίζα

Τύπος συμπλέκτη:   Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός

Τελική μετάδοση:    Κιβώτιο 6 σχέσεων (ή κατ’ επιλογήν 5 σχέσεων), αλυσίδα

ΠλαίσιοΑτσάλινο χωροδικτύωμα, αλουμινένιο ψαλίδι

Μεταξόνιο (mm):    1.430

Γωνία κάστερ (ο):    26

Ύψος σέλας (mm): 700

Απόσταση από έδαφος:           Απειροελάχιστη…

Βάρος κενή (kg):     206

Ρεζερβουάρ (l):       16

Ανάρτηση Εμπρός:  Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Ανάρτηση Πίσω:     Δύο αμορτισέρ Penske

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Φρένο Εμπρός:       Δύο δίσκοι 298mm, δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων

Φρένο Πίσω:           Δίσκος 220mm

Ετικέτες

Η Honda γιορτάζει τα 75 της χρόνια - Η καλύτερη ευκαιρία για μάθημα ιστορίας

Η δύναμη των ονείρων των Soichiro Honda & Takeo Fujisawa
Honda
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

10/10/2023

Η Honda μόλις έκλεισε 75 χρόνια ένδοξης ιστορίας, με μοναδικά επιτεύγματα στους τομείς της καινοτομίας, της τεχνολογίας, των αγώνων και φυσικά των πωλήσεων. Ένα όνομα γνωστό πλέον σε όλο τον κόσμο, με τους ιδρυτές της να έχουν ξεκινήσει από ταπεινό παρελθόν, για να δημιουργήσουν μια από τις σημαντικότερες εταιρείες του κόσμου.

Κι αν ο μύθος της Honda ξεκίνησε από το μηχανοκίνητο ποδήλατο Cub F-Type, τη δίχρονη μοτοσυκλέτα Honda Dream D Type και μετέπειτα το θρυλικό και πιο δημοφιλές δίκυκλο στην ιστορία (με περισσότερες από 100 εκατομμύρια πωλήσεις σε όλες του τις εκδόσεις), το Super Cub C100, το γνωστό σε εμάς "παπί", ένα δίκυκλο με φυγοκεντρικό ημί-αυτόματο συμπλέκτη, που επέτρεπε στους διανομείς ταχυφαγείων να κρατούν στο αριστερό χέρι τα πακέτα με τα soba noodles, η μετέπειτα πορεία υπήρξε ακόμα πιο θεαματική. Κορυφαίες τεχνολογικές λύσεις, μοτοσυκλέτες, αυτοκίντα, ιδιωτικά jet, ρομποτική και αεροδιαστημική, όλα μπήκαν στο μενού της ιαπωνικής εταιρείας. Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στις αρχές της συναρπαστικής ιστορίας της...

Honda

Πίσω στο 1926, ένας δεκαεννιάχρονος νέος που έχει αφήσει από τα δεκαπέντε του το σχολείο, εργάζεται στο μεγαλύτερο και πιο εξελιγμένο συνεργείο του Τόκιο. Το όνομά του είναι Soichiro Honda και χρόνια μετά στην αυτοβιογραφία του, θα γράψει για τον ιδιοκτήτη αυτού του συνεργείου ότι είναι ο άνθρωπος για τον οποίο τρέφει τον πιο δυνατό σεβασμό, από κάθε άλλο στον κόσμο. Ο κ.Honda δουλεύει με βάση τα εκεί πρότυπα, που διαφέρουν απείρως από τα δεδομένα που έχει ο δυτικός κόσμος. Μαζί με δεκάδες άλλους έφηβους βοηθούς, κοιμάται σε πατάρι του συνεργείου, τρώει εκεί, και αμείβεται με χαρτζιλίκι χωρίς να υπάρχει σαφές ωράριο, οπωσδήποτε όμως για περισσότερες από δώδεκα ώρες την ημέρα. Το 1926 είναι η χρονιά που ο κ.Honda, έχοντας συμπληρώσει ήδη τέσσερα χρόνια στο συνεργείο, ξεχωρίζει ανάμεσα σε όλους τους υπόλοιπους για την αφοσίωση, την επιμέλεια και την επιμονή που δείχνει στην εργασία του. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι δύο χρόνια μετά, ολοκληρώνοντας την εξαετή εκπαίδευσή του, ο κ.Honda αποκτά στο Hamamatsu την αντιπροσωπεία του συνεργείου, το γνωστό στους λάτρεις της μάρκας, Art Shokai. Αυτή ήταν μια μοναδική περίπτωση ανάμεσα στους εκπαιδευόμενους του κ. Sakakibara, απόδειξη της εμπιστοσύνης που έτρεφε για αυτόν ο ιδιοκτήτης του πρώτου Art Shokai στο Τόκιο.

Μέσα σε ελάχιστο χρόνο ο κ.Honda προσπέρασε κάθε περιγραφή εργασίας που συνήθως λαμβάνει χώρο σ’ ένα συνεργείο, κερδίζοντας τον τίτλο “ο Edison του Hamamatsu” ολοκληρώνοντας πάμπολλες ευρεσιτεχνίες. Υπάρχει φωτογραφικό υλικό, αλλά και μαρτυρίες πέρα από τις δικές του, που δείχνουν ότι το Art Shokai στο Hamamatsu είχε κατασκευάσει πυροσβεστικά οχήματα, σκουπιδιάρικα, και είχε αυξήσει τη χωρητικότητα σε αστικά λεωφορεία, αναβαθμίζοντας το συνεργείο σε τοπικό προμηθευτή κρατικών οχημάτων. Μέχρι το 1936 το συνεργείο φτάνει να έχει προσωπικό τριάντα ατόμων, μαζί με τους έφηβους που μένουν σε αυτό. Η νιόπαντρη γυναίκα του Soichiro ανέλαβε το ταμείο, καθώς και την ετοιμασία του γεύματος του προσωπικού. Ο ίδιος ο κ.Honda θέλησε να επικεντρωθεί στην αγωνιστική ενασχόληση, αλλά την εγκατέλειψε μετά από ένα ατύχημα για το οποίο δεν ευθυνόταν παρόλο που οδηγούσε. Το ατύχημα άφησε τον αδερφό του με κινητικά προβλήματα και μετά τα κλάματα και τα παρακαλετά της γυναίκας του, αποφασίζει να αποσυρθεί από την αγωνιστική δράση. Η ίδια η γυναίκα του όμως δίνει μια άλλη εκδοχή, που φαντάζει πιο κοντά στην ιαπωνική κουλτούρα, λέγοντας πώς δεν οφείλεται σε εκείνη η απόφαση του Soichiro να αποσυρθεί, αλλά στην παρέμβαση του πατέρα του και πατριάρχη της οικογένειας. Όπως και να ‘χει οι εποχές σκοτώνουν γενικά τους αγώνες στην Ιαπωνία για την οποία ξεκινά μια από τις πιο μαύρες περιόδους της ιστορίας της. Το 1937, μετά από διάσπαρτες και κλιμακούμενες εχθροπραξίες με την Κίνα, η Ιαπωνία εισβάλλει στο έδαφός της και ξεκινά ο Β΄ Σινοϊαπωνικός Πόλεμος που παύει μονάχα με το τέλος του Β΄ΠΠ. Όμως μέχρι την επίθεση της Ιαπωνίας στην αμερικανική βάση, το ’41, επικρατεί στο εσωτερικό της μια σχετική ηρεμία. Ο κ.Honda, όπως και όλοι οι Ιάπωνες, ατενίζει ένα πιο αισιόδοξο μέλλον από αυτό που πραγματικά έρχεται και αλλάζει πλήρως τα μελλοντικά του πλάνα. Αποφασίζει να εξελίξει το συνεργείο σε βαριά βιομηχανία, κατασκευάζοντας ελατήρια πιστονιών. Βρίσκει όμως αντιμέτωπους τους επενδυτές που βλέπουν ότι το συνεργείο έχει πολύ καλά κέρδη και δεν δέχονται να τον βοηθήσουν να κάνει το αμφιλεγόμενο βήμα. Ως άνθρωπος που δεν υπολογίζει τέτοια εμπόδια, χρησιμοποίησε τελικά τα προαναφερθέντα κέρδη για να ιδρύσει την Tokai Seiki Heavy Industry με συνέταιρο τον Shichiro Kato, έναν απλό γνωστό του με τον οποίο μπορεί να μην τους έδενε η στενή φιλία, αλλά υπήρχε κάτι ισχυρότερο, ένας μεγάλος αλληλοσεβασμός.

Διαβάστε τη συνέχεια στο αφιέρωμα του ΜΟΤΟ με τίτλο "Πώς ο Β' ΠΠ άλλαξε τον δρόμο της μοτοσυκλέτας, ΕΔΩ.

Ακολουθεί η επίσημη καταγραφή της ιστορίας της Honda από την ίδια την ιαπωνική εταιρεία:

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ HONDA MOTOR COMPANY

Honda

ΟΛΑ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1948. Στη συνέχεια, η Honda έγινε ευρέως γνωστή για τη συνεχή βελτίωση, την καινοτομία και την προσήλωσή της στον σκοπό. Χωρίς ενδεχομένως να το αντιλαμβάνονται τη στιγμή εκείνη, στις 24 Σεπτεμβρίου του 1948, οι 34 εργαζόμενοι της Honda Motor Company έγραψαν ιστορία στον τομέα της κινητικότητας.

Λίγους μήνες αργότερα, μετά την κυκλοφορία της Dream D-Type, της πρώτης μοτοσυκλέτας που κατασκεύασε η εταιρεία, ο Soichiro Honda συνάντησε τον ιδανικό συνεργάτη στο πρόσωπο του Takeo Fujisawa.

Ο Fujisawa έγινε Διευθύνων Σύμβουλος και μετά από μερικούς μήνες, η εταιρεία αύξησε για πρώτη φορά το κεφάλαιά της, παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που βίωνε η μεταπολεμική Ιαπωνία. Το ένα τέταρτο της νέας επένδυσης προήλθε από τον ίδιο τον Fujisawa, ο οποίος εύλογα θεωρήθηκε συνιδρυτής της Honda. Η συνεργασία επισφραγίστηκε με ένα κοινό όραμα: Να γίνει η Honda ο μεγαλύτερος κατασκευαστής μοτοσυκλετών στον κόσμο.

Cub-F

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ. Το Cub F-Type ήταν ένα ποδήλατο με δίχρονο βοηθητικό κινητήρα 50 κ.εκ. Σήμα κατατεθέν ήταν «ένας κόκκινος κινητήρας με λευκό ρεζερβουάρ καυσίμου». Η φρέσκια και κομψή αισθητική του ταίριαζε γάντι στην πλειοψηφία του ιαπωνικού κοινού. Σχεδιάζοντας την εμπορική στρατηγική του, ο Fujisawa συνειδητοποίησε ότι υπήρχε ένα ισχυρό δίκτυο διανομής που οι άλλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών δεν είχαν αξιοποιήσει μέχρι τότε: τα καταστήματα ποδηλάτων. Ήρθε σε επαφή με πάνω από 50.000 καταστήματα ποδηλάτων σε όλη τη χώρα μέσω ταχυδρομείου. Ο Fujisawa σχεδίασε το διαφημιστικό φυλλάδιο και οι προσπάθειές του απέδωσαν καρπούς. Με μια γυναίκα να φιγουράρει στο τιμόνι, το Cub F-Type προωθήθηκε ως ένα ποδήλατο που μπορούσαν να οδηγήσουν άνδρες και γυναίκες. Το μοντέλο πωλήθηκε σε περισσότερα από 15.000 καταστήματα ποδηλάτων και χρησιμοποιήθηκε ευρέως σε ολόκληρη την Ιαπωνία.

Το 1949, η δίχρονη Honda Dream D Type των 98 κ.εκ. ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής και υπήρξε προπομπός της μελλοντικής τεχνολογικής εξέλιξης της Honda: ενσωμάτωνε προηγμένα χαρακτηριστικά σε ένα στιβαρό πλαίσιο, με ημιαυτόματη μετάδοση χωρίς συμπλέκτη, που την καθιστούσε πιο αποδοτική απέναντι στον ανταγωνισμό. Επίσης, η σχεδίαση και το μπορντό χρώμα αναδείκνυαν τη μοναδικότητά της, καθώς το μαύρο κυριαρχούσε σε όλες τις μοτοσυκλέτες εκείνη την εποχή. Με την Dream D Type, η Honda έθεσε τις βάσεις για το μέλλον της μάρκας.

Super Cub

ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ ΤΟΥΣ ΠΙΟ ΩΡΑΙΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΑΝΩ ΣΕ ΜΙΑ HONDA. Δέκα χρόνια αργότερα, το αρχικό όνειρο έγινε πραγματικότητα. Παρά τα προβλήματα που αντιμετώπισαν για κάποιο χρονικό διάστημα, οι ιδρυτές της Honda δεν έχασαν ποτέ την πίστη τους και πράγματι, με το ξέσπασμα του πολέμου της Κορέας (1950-1953), οι παραγγελίες για κινητήρες εκτοξεύτηκαν στα ύψη.

Η επιτυχία ήρθε μαζί με το θρυλικό Super Cub C100, που παρουσιάστηκε τον Αύγουστο του 1958. Το Super Cub C100 συνεχίζει να κατασκευάζεται αδιάλειπτα από τότε και είναι το μηχανοκίνητο δίκυκλο με τη μεγαλύτερη παραγωγή στην ιστορία. Το διαφημιστικό σλόγκαν «Γνωρίζεις τους ωραιότερους ανθρώπους πάνω σε μία Honda», άλλαξε για πάντα τη νοοτροπία και την αντίληψη του κόσμου για τις μοτοσυκλέτες. Για πρώτη φορά, η Honda καθιέρωσε στη συνείδηση του κόσμου τη μοτοσυκλέτα ως ένα πρακτικό, καθαρό, άνετο, κοινωνικά αποδεκτό, καθημερινό μέσο μεταφοράς.

Αυτό αποτέλεσε σημείο καμπής για τη Honda, ολόκληρη τη βιομηχανία και την αστική κινητικότητα, εισάγοντας ταυτόχρονα ένα βασικό στρατηγικό δόγμα για τη μάρκα: το παγκόσμιο όραμα. Η παγκόσμια πλέον οπτική μετουσιώνεται σε ισχυρή δέσμευση για την προσφορά προϊόντων υψηλής ποιότητας σε τιμές για όλες τις τσέπες και όλες τις ανάγκες μετακίνησης των πελατών ανά τον κόσμο.

ΠΡΟΕΛΑΥΝΟΝΤΑΣ ΣΤΙΣ ΗΠΑ. Έναν χρόνο αργότερα, το 1959, με εξασφαλισμένη πλέον την επιτυχία του Super Cub, οι επεκτατικές φιλοδοξίες της Honda την οδήγησαν στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα στην ακτή της Καλιφόρνια όπου ίδρυσε την American Honda Motor Co. Inc. στο Λος Άντζελες.

ΣΥΝΩΝΥΜΟ ΤΩΝ ΑΓΩΝΩΝ. «Το μαχητικό πνεύμα που πηγάζει από μέσα μου δεν μου επιτρέπει πλέον να στρέφω αλλού το βλέμμα. Πήρα την απόφαση του χρόνου να τρέξω στο ΤΤ», τον πιο διάσημο διεθνή αγώνα όπου ο Honda σχεδίαζε να αναμετρηθεί με τους κορυφαίους κατασκευαστές της εποχής. Το 1954, ο Soichiro μοιράστηκε το όνειρό του με την ομάδα του δηλώνοντας ξεκάθαρα τις προθέσεις του. Πέντε χρόνια χρειάστηκαν για την υλοποίηση του προγράμματος. Έτσι, το 1959, στην πρώτη εμφάνιση της Honda στο διάσημο ΤΤ, οι αναβάτες της Honda τερμάτισαν στην 6η, 7η, 8η και 10η θέση με την Honda RC142.

Αυτά τα αποτελέσματα χάρισαν στη Honda το Τίτλο του Κατασκευαστή. Όμως, τα φιλόδοξα σχέδια του Soichiro Honda συμπυκνώνονταν σε έναν και μοναδικό στόχο: τη νίκη. Αυτός ο πρώτος αγώνας ήταν το πρώτο βήμα στον δρόμο προς την επιτυχία. Μόλις δύο χρόνια αργότερα, το 1961, η Honda απέσπασε τους δύο πρώτους διεθνείς τίτλους της στις κατηγορίες 125cc και 250cc. Από τότε, η Honda αγωνίζεται στο υψηλότερο, παγκόσμιο αγωνιστικό επίπεδο σε δύο τροχούς.

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΕ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΤΡΟΧΟΥΣ

Honda S 360

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ. Το 1958 η Honda αποφάσισε να κατασκευάσει αυτοκίνητα. Η νέα δεκαετία προσέφερε στη Honda την ευκαιρία να μπει στο κλαμπ των επιτυχημένων κατασκευαστών της ιαπωνικής αυτοκινητοβιομηχανίας.

Η ανάπτυξη των πρώτων πρωτοτύπων βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη όταν το 1961, το Υπουργείο Διεθνούς Εμπορίου και Βιομηχανίας της Ιαπωνίας (MITI) εισήγαγε ένα σχέδιο νόμου για την προώθηση συγκεκριμένων βιομηχανιών, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν και η αυτοκινητοβιομηχανία, και με την έγκρισή του, θα απέτρεπε την είσοδο νέων κατασκευαστών στην εγχώρια αγορά. Για να μην επηρεαστεί η δραστηριότητά της από την εφαρμογή του εν λόγω νόμου, η Honda κατασκεύασε τα μίνι σπορ αυτοκίνητα S360 και S500 και το μίνι φορτηγό T360, τα οποία παρουσιάστηκαν στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Τόκιο το 1962. Τελικά, ο νόμος MITI δεν εγκρίθηκε ποτέ, αλλά η Honda είχε ήδη κάνει ένα νέο βήμα και είχε εμπλακεί πλήρως στην παραγωγή αυτοκινήτων.

ΜΙΑ ΠΙΣΤΑ ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΕ ΙΣΤΟΡΙΑ. Επίσημα φέρει την ονομασία Suzuka International Racing Course και κατασκευάστηκε το 1962 ως πίστα δοκιμών της Honda. Σχεδιάστηκε από τον Ολλανδό John Hugenholtz, ο οποίος ήταν επίσης δημιουργός της πίστας Jarama στη Μαδρίτη. Πρόκειται για την παλαιότερη πίστα της Ιαπωνίας και μία από τις λίγες στον κόσμο με χάραξη σε σχήμα 8. Μόλις έναν χρόνο μετά την κατασκευή της, η Honda ξεκίνησε την επέλασή της στη Formula 1.

VIVA MEXICO! Το 1960, όταν ο Soichiro Honda αποφάσισε να λάβει μέρος στους αγώνες, η Honda ήταν ακόμα ο νεότερος κατασκευαστής στην Ιαπωνία και ο πρώτος που τόλμησε να εμπλακεί στον κόσμο της Formula 1. Το να κερδίσει έναν αγώνα με ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο δικής του κατασκευής ήταν ένα από τα παιδικά όνειρα του ιδρυτή. Και το πρώτο βήμα για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν το RA271. Μετά από εξαντλητική προετοιμασία στις πίστες της Suzuka (Ιαπωνία) και του Zandvoort (Ολλανδία), η ομάδα έκανε τελικά το ντεμπούτο της με το RA271 στο Γερμανικό GP του 1964 στο Nürburgring, την πιο απαιτητική πίστα του αγωνιστικού ημερολογίου της χρονιάς εκείνης. Βαμμένο σε ιβουάρ χρώμα με μια μεγάλη κόκκινη κουκκίδα, που συμβόλιζε τον ήλιο της Ιαπωνικής σημαίας, το μονοθέσιο έγραψε ιστορία. Η Honda ανταμείφθηκε πολύ γρήγορα για την απόφασή της να κατασκευάσει η ίδια τόσο το πλαίσιο του μονοθεσίου όσο και τον κινητήρα, με τον Richie Ginther να επιτυγχάνει το 1965 την πρώτη νίκη της Honda σε αγώνα της F1 στο Μεξικό. Η Honda έγινε ο πρώτος Ιάπωνας κατασκευαστής που κέρδισε ένα Grand Prix της F1 και όλα τα σημάδια ήταν ευοίωνα για μία ταχεία ανοδική πορεία. Ωστόσο, μετά τον τραγικό χαμό του Jo Schlesser το 1968 στο τιμόνι του RA302, η Honda αποσύρθηκε από την F1 μέχρι τη δεκαετία του 1980.

KEI CARS. Το 1963, η Honda ξεκίνησε μια καμπάνια ευρείας απήχησης, προσφέροντας βραβεία σε όσους μάντευαν σωστά την τιμή του νέου Honda S500. Η εταιρεία έλαβε πάνω από 5,7 εκατομμύρια απαντήσεις - ρεκόρ για καμπάνια αυτού του είδους. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, η Honda παρουσίασε το μίνι φορτηγό T360, ενώ τον Οκτώβριο ακολούθησε το S500. Το Honda N360, που κυκλοφόρησε το 1966 εν μέσω της άνθησης των μηχανοκίνητων οχημάτων στην Ιαπωνία, ήταν το πρώτο μίνι αυτοκίνητο (Kei car) της εταιρείας που παρήχθη μαζικά. Τα μίνι οχήματα ήταν ήδη δημοφιλή στην Ιαπωνία, αλλά κατά τις συνήθειές της, η Honda εισέβαλε στην αγορά προκαλώντας αίσθηση.

Το N360 ήταν επίσης το πρώτο μίνι αυτοκίνητο που προσέφερε προαιρετικά το αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων Hondamatic. Με το N360, η Honda εκμεταλλεύτηκε πλήρως τους περιορισμούς τεχνικών προδιαγραφών και μεγέθους που επέβαλλε η νομοθεσία για τα μικρά οχήματα: κυβισμός 600cc, μέγιστο μήκος 3,4 μέτρα, ύψος 2 μέτρα και πλάτος 1,48 μέτρα. Οι μηχανικοί της Honda κατάφεραν να προσφέρουν ισχύ παρόμοια με εκείνη ενός σπορ αυτοκινήτου και ένα εκπληκτικά ευρύχωρο εσωτερικό. Και όλα αυτά σε πολύ φθηνότερη τιμή από τους ανταγωνιστές του. Το N360 ενσάρκωνε τις εταιρικές αξίες που εξέφραζαν με τον καλύτερο τρόπο τη φιλοσοφία της Honda: ‘Man Maximum, Machine Minimum’.

ΕΚΚΙΝΗΣΗ ΣΤΗ ΧΑΒΑΗ.

Το 1969, λίγους μήνες πριν ο Νιλ Άρμστρονγκ πατήσει το πόδι του στη Σελήνη, το εμβληματικό Honda N600, μια πιο ισχυρή παραλλαγή του N360, έγινε το πρώτο αυτοκίνητο της εταιρείας που πωλήθηκε στην αγορά των ΗΠΑ. Ξεκινώντας την εμπορική καριέρα του από τη Χαβάη, το αυτοκίνητο άρχισε να διατίθεται από τη Honda America μέσω του δικτύου αντιπροσώπων που είχε ήδη δημιουργήσει η Honda για τις μοτοσυκλέτες της. Παράλληλα ξεκινούσε η προσπάθεια της Honda να μπει δυναμικά στην αμερικανική αγορά αυτοκινήτου διεκδικώντας το δικό της μερίδιο. Η πώληση αυτοκινήτων σε αντιπροσωπείες μοτοσυκλετών ήταν κάτι ασυνήθιστο για την εποχή, αλλά η Honda δεν μπορούσε να δημιουργήσει ένα δίκτυο ειδικά για αυτοκίνητα μέχρι την άφιξη του Civic το 1972.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΑΠΩΝΙΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΚΟΣΜΟ

ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΟΝΕΙΡΟ. Το χειμώνα του 1952, ο Soichiro έλαβε μία δραστική απόφαση που έμελε να διαμορφώσει το μέλλον της εταιρείας: την είσοδο στις ΗΠΑ. Στόχος του ήταν να επενδύσει το 100% της τελευταίας αύξησης κεφαλαίου της εταιρείας του στην εισαγωγή μηχανημάτων και εργαλείων για την παραγωγή εξαρτημάτων υψηλής ποιότητας αντάξιων των ιδεών του.

Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ. Το 1962, η Honda κατασκεύασε το πρώτο της εργοστάσιο εκτός Ιαπωνίας, στο Βέλγιο. Εγκαινιάστηκε το επόμενο έτος με τον ίδιο τον Soichiro Honda να προΐσταται της τελετής. Η Honda Motor Co. ήταν μόλις 15 ετών και ήδη μια παγκόσμια εταιρεία. Το 1969, η Honda έκανε ένα σημαντικό βήμα προόδου εμπλεκόμενη στην παραγωγή μοτοσυκλετών μεγάλου κυβισμού, με πρώτη την CB750 Four. Την εποχή εκείνη θεωρήθηκε η πιο εξελιγμένη μοτοσυκλέτα στην ιστορία. Ήταν η πρώτη που μπήκε σε μαζική παραγωγή διαθέτοντας δισκόφρενα και ηλεκτρονική ανάφλεξη. Οι ανώτερες επιδόσεις, ο εξαιρετικός χειρισμός και η υψηλή ποιότητα κατασκευής της είναι μερικά από τα στοιχεία που της χάρισαν τον τίτλο της πρώτης superbike στην ιστορία και σύντομα αναδείχτηκε σε ένα ανεπανάληπτο best-seller.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΘΡΥΛΟΥ. Στη δεκαετία του '70, υπήρξε μία αυξανόμενη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυστηροποιήθηκε η νομοθεσία για τις εκπομπές ρύπων προσβλέποντας στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα. Προς αυτή την κατεύθυνση, η Honda έκανε ένα βήμα που διαμόρφωσε τη φιλοσοφία της μάρκας.

Η Honda ήταν ακόμη μια σχετικά μικρή εταιρεία, αλλά ήταν από τις πρώτες που τοποθετήθηκε στο πλευρό δημόσιων φορέων και πολιτών στη μάχη κατά της ρύπανσης. Έχοντας τον πρώτο κινητήρα με τεχνολογία CVCC, το Civic εμφανίστηκε με μία πράσινη αποστολή: να δείξει στην αυτοκινητοβιομηχανία ότι όχι μόνο μπορούσε να ανταποκρίνεται στους αυστηρούς κανονισμούς που επέβαλε η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ, αλλά ότι ήταν επίσης άκρως απαραίτητο να ανέβουν ακόμα ψηλότερα τα πρότυπα του κλάδου.

Το Civic σημείωσε τεράστια εμπορική επιτυχία σε επίπεδο πωλήσεων και τιμήθηκε με πολλαπλά βραβεία. Στην Ιαπωνία, έγινε το πρώτο μοντέλο που απέσπασε τον τίτλο «Αυτοκίνητο της Χρονιάς» για τρεις συνεχόμενες χρονιές: 1972, 1973 και 1974. Όμως η δημοτικότητά του δεν περιορίστηκε μόνο στην πατρίδα του. Στον Καναδά, για παράδειγμα, ήταν το αυτοκίνητο με τις περισσότερες εισαγωγές για 28 συνεχόμενους μήνες μεταξύ 1976 και 1978.

ΕΝΑΣ ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΟΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ. Τον Οκτώβριο του 1973, που συνέπεσε με τα 25ά γενέθλια της Honda και τα ελπιδοφόρα μηνύματα από το Civic, οι δύο ιδρυτές, Soichiro Honda και Takeo Fujisawa, αποχώρησαν ταυτόχρονα. Με την ανάληψη των νέων ‘ισόβιων’ θέσεών τους ως ‘Ανώτατοι Σύμβουλοι’, ξεκίνησε η εφαρμογή ενός νέου μοντέλου διοίκησης που θα δοκίμαζε τις αντοχές της εταιρείας. Το βήμα αυτό σηματοδότησε το τέλος μιας στρατηγικά σημαντικής διαδικασίας που είχε ξεκινήσει τρία χρόνια νωρίτερα με τη δημιουργία της ‘συλλογικής ηγεσίας’, όπου μία ομάδα αποτελούμενη από τέσσερα ανώτατα διευθυντικά στελέχη θα ηγείτο της μετάβασης.

ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΟΝΕΙΡΟ. "Αν δεν είσαι ο Νο1 στον κόσμο, δεν μπορείς να είσαι ο Νο1 στην Ιαπωνία". Όταν ο Soichiro αποφάσισε να ρισκάρει και να εισάγει εργαλεία σε μεγάλες ποσότητες, είχε αντιληφθεί τη λογική της διεθνούς αγοράς, η οποία διένυε τη φάση της διαρκούς παγκοσμιοποίησης. Πάνω από δύο δεκαετίες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1978, ιδρύθηκε η Honda of America Manufacturing (HAM) στο Οχάιο των ΗΠΑ, με κύριο αντικείμενο την κατασκευή ενός εργοστασίου παραγωγής μοτοσυκλετών.

Μετά από ενάμιση χρόνο, η CR250R έβγαινε από τη γραμμή παραγωγής ως η πρώτη μοτοσυκλέτα της Honda που κατασκευάζονταν στις ΗΠΑ. Λίγο αργότερα, η εταιρεία ξεκίνησε την κατασκευή ενός εργοστασίου παραγωγής αυτοκινήτων και πέτυχε ένα νέο ορόσημο στο πλαίσιο της παγκόσμιας επέκτασής της το 1982 με το νέο Accord, το πρώτο ιαπωνικό αυτοκίνητο που κατασκευάστηκε στις ΗΠΑ

ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ

ΕΠΙ ΧΑΡΤΟΥ’. Μετά την επιτυχία του Civic, το κοινό απαίτησε ένα μεγαλύτερο Honda. Το 1976, αφίχθη το Honda Accord, ταράζοντας τα νερά της αυτοκινητοβιομηχανίας με μια νέα αυτοκινητιστική φιλοσοφία, όντας προσιτό, σπορ και αποδοτικό. Επιπλέον, το Accord διέθετε αυτό που θεωρείται το πρώτο ενσωματωμένο σύστημα πλοήγησης σε αυτοκίνητο. Το Electro Gyro-Cator χρησιμοποιούσε ένα γυροσκόπιο αερίου (περιείχε ήλιο σε κενό αέρος) σε συνδυασμό με ένα σερβομηχανισμό για να προσδιορίσει το σημείο στο οποίο βρισκόταν το όχημα και την ταχύτητα με την οποία είχε ταξιδέψει. Η οθόνη ήταν παρόμοια με εκείνη ενός συστήματος ραντάρ υποβρυχίου, με διαφανή χάρτη όπου εμφανίζονταν τα σημεία της διαδρομής. Αν και δεν το συνειδητοποιήσει πλήρως, το 1981 η Honda εφηύρε το πρώτο σύστημα πλοήγησης οχήματος βασισμένο σε χάρτη, πολύ πριν την εμφάνιση των δορυφορικών συστημάτων πλοήγησης GPS.

ΞΑΝΑ ΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΝΙΚΗΣ. Η πολυαναμενόμενη επιστροφή της Honda στους αγώνες πραγματοποιήθηκε το 1983, αυτή τη φορά ως προμηθευτής κινητήρων για τις ομάδες Spirit, Williams, Lotus, McLaren και Tyrrell. Ήταν μια χρυσή εποχή, με έξι συνεχόμενους τίτλους κατασκευαστών με τις Williams (1986 και 1987) και McLaren (1988 - 1991), καθώς και πέντε τίτλους οδηγών με τους Nelson Piquet (1987), Ayrton Senna (1988, 1990 και 1991) και Alain Prost (1989). Το 1988, τα μονοθέσια της McLaren-Honda κέρδισαν 15 από τους 16 αγώνες, πρωτοφανές σε μια σεζόν της F1. Η Honda κέρδισε το Πρωτάθλημα Κατασκευαστών, ο Ayrton Senna ανακηρύχθηκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής και ο ομόσταυλός του Alain Prost ήρθε δεύτερος.

Honda RC30

Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '80: ΠΡΩΤΟΦΑΝΗΣ ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ. Κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, η Honda ενίσχυσε την ηγετική της θέση ως κατασκευαστής μοτοσυκλετών μεγάλου κυβισμού. Ανάμεσα στα V4 μοντέλα που ξεχώρισαν ήταν η VF750F, που έδωσε τη θέση της στη VFR750 (1986), και η VFR750R, η θρυλική RC30 που ενσωμάτωσε τεχνολογικές καινοτομίες όπως το μονόμπρατσο ψαλίδι και οι μπιέλες τιτανίου.

Η Honda εξέπληξε τον κόσμο με την CX500 Turbo (1981), ένα υπετροφοδοτούμενο V-twin μοντέλο με ηλεκτρονικό ψεκασμό καυσίμου. Στην κατηγορία trail, η εκπληκτική XLV750R εμφανίστηκε στην αγορά το 1983, και το 1988 έδωσε τη θέση της στην XRV650, το πρώτο μοντέλο της δημοφιλούς οικογένειας Africa Twin.

Όσον αφορά τα μοντέλα με εν σειρά κινητήρα, η κληρονομιά της εμβληματικής CB750 Four και της εντυπωσιακής 6κύλινδρης CBX1000 μετουσιώθηκε στο θρυλικό ακρωνύμιο CBR, με το οποίο η Honda έφερε την επανάσταση στην γκάμα των σπορ μοτοσυκλετών των 600, 400 και 250 κ.εκ. και θα αποτελούσε από το 1992 και μετά τη βάση ενός άλλου, ιδιαίτερα σημαντικού μοντέλου: της CBR900RR. Η Honda συνέχισε επίσης να αναπτύσσει μοντέλα με boxer κινητήρες στη σειρά Gold Wing, που αρχικά ήταν τετρακύλινδρη και στα τέλη της δεκαετίας του '80 έγινε εξακύλινδρη. Παράλληλα, με όλες αυτές τις δημιουργίες και με τον αέρα μιας επιτυχημένης πορείας στους αγώνες Grand Prix, η Honda παρουσίασε δύο δίχρονα μοντέλα της σειράς NS, με χωρητικότητα κινητήρα 250κ.εκ. και 400κ.εκ., τα οποία έφεραν στο προσκήνιο την NSR250 το 1986, ένα cult μοντέλο που σημάδεψε μία ολόκληρη εποχή στην ιστορία της Μοτοσυκλέτας.

ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΟΥ ΚΑΘΟΡΙΣΕ ΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ. Με εφαλτήριο τις επιτυχίες στον μηχανοκίνητο αθλητισμό, το 1986 η Ιαπωνική εταιρεία παρουσίασε το πρώτο της πολυτελές αυτοκίνητο, το Honda Legend, και ένα brand για τις ΗΠΑ με το όνομα Acura. Ως εκ τούτου, η Honda έγινε ο πρώτος Ιάπωνας κατασκευαστής αυτοκινήτων που εγκαινίασε ένα ανεξάρτητο premium τμήμα.

Τον Φεβρουάριο του 1989, η Honda παρουσίασε το NSX - ένα υπεραυτοκίνητο που αψήφησε τον ανταγωνισμό και τάραξε συθέμελα την αυτοκινητοβιομηχανία με τη δική του τεχνολογία και σχεδίαση, τις αποκλειστικές καινοτομίες και το περίφημο αλουμινένιο μονοκόκ πλαίσιο του. Το αποτέλεσμα ήταν ένα όχημα εμπνευσμένο από τις τεχνολογικές λύσεις της F1.

Το NSX έγινε τεχνολογικό πρότυπο και ήταν το πρώτο ιαπωνικό supercar στην παγκόσμια αγορά. Μπορούσε να ολοκληρώσει το σπριντ 0 - 100 χλμ/ώρα σε 5,7 δευτερόλεπτα και η τελική του ταχύτητα έφτανε τα 259 χλμ/ώρα. Το NSX ήταν η ενσάρκωση της επιτυχίας της Honda στον μηχανοκίνητο αθλητισμό. Μάλιστα, ο θρυλικός οδηγός Ayrton Senna συμμετείχε προσωπικά στην εξέλιξή του και ήταν αυτός που το παρουσίασε μαζί με τον Alain Prost στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης το 1989.

Soichiro Honda

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΙΔΙΟΦΥΙΑ. Στις 5 Αυγούστου 1991, ο Soichiro έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 ετών. Περισσότεροι από 62.000 άνθρωποι απέτισαν φόρο τιμής στον Ιάπωνα μηχανικό σε δημόσια τελετή στο Τόκιο που διήρκεσε τρεις ημέρες χωρίς να προκαλέσει προβλήματα στην κυκλοφορία. Ο ιδρυτής της Honda είχε αστειευτεί σχετικά με αυτό: «Αφού έζησα τη ζωή μου ως κατασκευαστής αυτοκινήτων, πώς θα μπορούσα να προκαλέσω κυκλοφοριακό κομφούζιο την ημέρα της κηδείας μου;»

Το 1992, έναν χρόνο μετά το θάνατο του Soichiro Honda, η μάρκα έφερε εκ νέου την επανάσταση στον κόσμο των δύο τροχών παρουσιάζοντας τη θρυλική NR750, μία μοτοσυκλέτα με αμέτρητες προηγμένες τεχνολογικές λύσεις που δεν είχαν εφαρμοστεί ποτέ μέχρι τότε σε ένα στάνταρ μοντέλο παραγωγής. Ξεχώριζε ένας V4 κινητήρας με οβάλ έμβολα και 8 βαλβίδες ανά κύλινδρο, ο οποίος απέδιδε 125 ίππους στις 14.000 σαλ. Με την NR750, η Honda απέδειξε για άλλη μια φορά τις τεράστιες τεχνολογικές της δυνατότητες ως κατασκευαστής.

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΤΩΠΑ

THE POWER OF DREAMS. Το 1989 κυκλοφόρησε το νέο Honda Integra, εξοπλισμένο με τον πρώτο κινητήρα DOHC VTEC. Ο θρυλικός VTEC, ο οποίος έδωσε το έναυσμα για το σλόγκαν "The Power of Dreams", εκθειάστηκε ως η πρώτη τεχνολογία που εξασφάλιζε έναν μηχανισμό για τη ρύθμιση του χρόνου ανοίγματος και βύθισης και των τεσσάρων βαλβίδων. Αυτό σημαίνει ότι σε περιπτώσεις που απαιτείται υψηλή απόδοση, οι βαλβίδες ανοίγουν περισσότερο και για περισσότερη ώρα. Επί του παρόντος, όλα τα βενζινοκίνητα αυτοκίνητα της Honda, καθώς και οι μοτοσυκλέτες και οι μηχανές θαλάσσης περιέχουν μία από τις ποικίλες εκδόσεις του συστήματος VTEC.

ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ ΒΕΝΖΙΝΗΣ. Το αγωνιστικό πνεύμα της Honda οδήγησε την εταιρεία να γίνει ένας από τους πρώτους κατασκευαστές αυτοκινήτων που συμμετείχαν στο World Solar Challenge, την γνωστή αυστραλιανή διοργάνωση στην οποία συμμετέχουν αποκλειστικά αγωνιστικά αυτοκίνητα που τροφοδοτούνται με ηλιακή ενέργεια. Για τον σκοπό αυτόν, η εταιρεία σχεδίασε το Honda Dream και αργότερα το Honda Dream II, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από ελαφρύ πλαστικό ενισχυμένο με ανθρακονήματα και καλυμμένο με ηλιακές κυψέλες. Το μπλε μοντέλο σε σχήμα σφαίρας κατέρριψε πολλά ρεκόρ και σημείωσε μια σειρά από νίκες μεταξύ 1993 και 1996.

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ TYPE R. Η άφιξη της δεκαετίας του '90 συνέπεσε με την έκτη γενιά του Honda Civic. Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες, ήταν η πρώτη που εισήγαγε στην γκάμα του μοντέλου τις εκδόσεις Type R (από το Racing). Μέχρι σήμερα, μόνο τα καθαρόαιμα σπορ μοντέλα της Honda, όπως το NSX, συνοδεύονται από την ονομασία αυτή.

Για να δικαιούται αυτό το σήμα, το όχημα έπρεπε να πληροί ακριβή κριτήρια: έπρεπε να είναι γρήγορο, να προσφέρει μια συναρπαστική εμπειρία οδήγησης και ο οδηγός να νιώθει ότι συμμετέχει στην οδήγηση. Και όχι μόνο, καθώς και άλλα χαρακτηριστικά έπρεπε επίσης να είναι συναρπαστικά σε απόδοση, όπως το κιβώτιο ταχυτήτων, το σύστημα πέδησης και το σύστημα διεύθυνσης. Τα περιττά αξεσουάρ και η ηχομόνωση απορρίφθηκαν, καθώς θα μπορούσαν να αλλοιώσουν την εμπειρία οδήγησης.

HONDA ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Η θρυλική πίστα Twin Ring Motegi, που κατασκευάστηκε από τη Honda το 1997 και απέχει δύο ώρες από το Τόκιο, είναι γνωστή στους φίλους της Formula 1 και των αγώνων MotoGP. Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν ότι η πίστα της Honda δεν είναι απλά ένα ιερός τόπος για τους θιασώτες των αγώνων αυτοκινήτου, αλλά και ένα θεματικό πάρκο μέσα στη φύση με μεγάλη απήχηση σε οικογένειες. Η πίστα περιβάλλεται από δάσος που αποτελεί μέρος των εγκαταστάσεων, αλλά το κύριο χαρακτηριστικό που προσελκύει επισκέπτες από όλο τον κόσμο είναι το Honda Collection Hall: τρεις όροφοι γεμάτοι όνειρα, ιστορία και περισσότερα από 350 θρυλικά μοντέλα Honda.

ΓΙΟΡΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ 50ή ΕΠΕΤΕΙΟ. Για τον εορτασμό του μισού αιώνα από την ίδρυσή της, η Honda έκανε το δικό της δώρο γενεθλίων: το Honda S2000, ένα μοντέλο που αναβίωνε το σπορ πνεύμα του S500. Κληρονόμος της σειράς ελαφρών roadster - που ξεκίνησε με τα S500, S600 και S800 - το S2000 έκλεψε καρδιές όλων όταν παρουσιάστηκε σε μορφή πρωτοτύπου στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Τόκιο το 1995 με την ονομασία «Sports Study Model».

Οι εκδηλώσεις θαυμασμού ήταν αναμενόμενες: το εκπληκτικό μοντέλο είχε σχεδιαστεί σε συνεργασία με τον οίκο Pininfarina και διέθετε έναν υψηλόστροφο ατμοσφαιρικό κινητήρα που προσέφερε έντονη οδηγική συγκίνηση.

ΥΠΕΡΣΥΓΧΡΟΝΟ ΥΒΡΙΔΙΚΟ. Το Honda Insight, που παρουσιάστηκε το 1999, ήταν το πρώτο υβριδικό αυτοκίνητο που κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Το εξαιρετικά ελαφρύ, αεροδυναμικό αμάξωμα ήταν μια μεγάλη καινοτομία, αλλά ακόμη πιο σημαντικό ήταν το σύστημα μετάδοσης κίνησης. Στο Insight υιοθετήθηκε για πρώτη φορά το σύστημα IMA (Integrated Motor Assist), το οποίο ενσωματώθηκε σε όλα τα υβριδικά μοντέλα της μάρκας για πολλά χρόνια. Η τεχνολογία IMA βασιζόταν σε ένα παράλληλο υβριδικό σύστημα, του οποίου η μηχανική απλότητα και το χαμηλό βάρος επέτρεπαν αποδοτικότητα καυσίμου ανώτερη έναντι άλλων υβριδικών συστημάτων.

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΛΑΣΤΙΚΑ

Asimo

ΕΝΑ ΡΟΜΠΟΤ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο ASIMO γεννήθηκε τον 21ο αιώνα. Ωστόσο, οι ρίζες του χρονολογούνται από το 1986, όταν τα πρώτα ρομπότ της Honda ήταν πόδια που προσπαθούσαν να προσομοιώσουν το ανθρώπινο βάδισμα, για να μπορέσουν να αναπτυχθούν συστήματα που θα βοηθούσαν μη αυτό-εξυπηρετούμενα άτομα ή θα αντικαθιστούσαν τον άνθρωπο σε επικίνδυνες εργασίες. Στην αλλαγή του αιώνα, η Honda εξέπληξε τους πάντες με ένα ρομπότ που αποτέλεσε μια πραγματική τεχνολογική επανάσταση στον κόσμο των ανθρωποειδών ρομπότ και άνοιξε το δρόμο για τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στη ρομποτική. Για πρώτη φορά, ένα δίποδο ρομπότ σε μέγεθος και σχήμα κανονικού ανθρώπου διατηρούσε τέλεια την ισορροπία του όταν περπατούσε, ενώ μπορούσε ακόμη και να ανεβοκατεβαίνει σκάλες.

Ως τεχνολογικός πρεσβευτής, ο ASIMO επισκέφθηκε επιστημονικά και τεχνολογικά μουσεία, ιδρύματα και σχολεία σε όλο τον κόσμο, ενθαρρύνοντας τους νέους ανθρώπους να εντρυφήσουν στις θετικές επιστήμες και να οραματιστούν συγχρόνως ένα μέλλον με ρομπότ.

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ, ΣΗΜΕΡΑ. Η Honda είχε αναπτύξει ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο με κυψέλες καυσίμου υδρογόνου από τη δεκαετία του '80. Το Honda FCX, που παρουσιάστηκε το 2002, ήταν το πρώτο αυτοκίνητο με μηδενικές εκπομπές ρύπων που κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Η συνέχεια του ερευνητικού αυτού προγράμματος της Honda είναι το Clarity Fuel Cell, το οποίο μπορεί να προσφέρει την ίδια απόδοση με τα συμβατικά οχήματα. Ήταν το πρώτο αυτοκίνητο που είχε ολόκληρο το σύστημα κίνησης, συμπεριλαμβανομένης της κυψέλης καυσίμου, τοποθετημένο κάτω από το καπό.

Το 2014 σηματοδότησε ένα ορόσημο στην ιστορία της F1, με την εισαγωγή των υβριδικών κινητήρων. Ως πρωτοπόρος αυτής της τεχνολογίας, το πάθος της Honda για τους αγώνες αναζωπυρώθηκε. Μετά από τρία χρόνια χωρίς θετικά αποτελέσματα, η Honda ένωσε τις δυνάμεις της με τη Scuderia Toro Rosso και άρχισε να δοκιμάζει μαζί της τους κινητήρες STR14 και RA618H.

Το 2019, η Red Bull Racing ακολούθησε την Toro Rosso επιλέγοντας και αυτή τους κινητήρες της Honda. Μόλις δύο χρόνια αργότερα, το 2021, ο Ολλανδός οδηγός Max Verstappen ανακηρύχθηκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής στον τελευταίο αγώνα της σεζόν.

Honda Jet

ΚΑΤΑΚΤΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΙΘΕΡΕΣ. Η ενασχόληση της Honda με την αεροπλοΐα ξεκίνησε το 1986 με τη δημιουργία ενός τμήματος αφιερωμένου αποκλειστικά σε αυτόν τον τομέα. Επικεφαλής ήταν ο νεαρός αεροναυπηγός Michimasa Fujino, ο οποίος, μαζί με μία μικρή ομάδα, μετακόμισε σε ένα ερευνητικό κέντρο προηγμένης αεροναυπηγικής στο Starkville του Mississippi.

Ένα βράδυ στις αρχές του 1997, ο μελλοντικός ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Honda Aircraft είχε μια φαεινή ιδέα. Ενώ μισοκοιμόταν και μη έχοντας κάποιο πρόχειρο χαρτί, ο Fujino έσκισε ένα φύλλο από ένα ημερολόγιο και κατέγραψε την ιδέα του στο πίσω μέρος του. Το αρχικό σχέδιο του Fujino περιέχει αυτό που ίσως εξακολουθεί να είναι η πιο χαρακτηριστική καινοτομία του HondaJet: τη στήριξη του κινητήρα πάνω από το φτερό - μια λύση που απελευθέρωσε περισσότερο χώρο στην καμπίνα και μείωσε τον θόρυβο που προκαλείται από τους κραδασμούς του κινητήρα. Οι δοκιμές συνεχίστηκαν και τον Ιούλιο του 2005, το HondaJet παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ενώπιον εκατοντάδων χιλιάδων επισκεπτών στον εκθεσιακό χώρο στο Oshkosh του Wisconsin.

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ HONDA. Η Honda καθόρισε το ηλεκτρικό της μέλλον το 2021. Περισσότερο από ένας απλός στόχος, ήταν μια δέσμευση προς την κοινωνία, το περιβάλλον και τις ηθικές αξίες της εταιρείας. Το 2020, παρουσίασε το Honda e, το οποίο βοήθησε να τεθούν τα θεμέλια γι’ αυτό το νέο όραμα και άνοιξε τον δρόμο για τον εξηλεκτρισμό των mainstream ευρωπαϊκών μοντέλων της. Το πρώτο αμιγώς ηλεκτρικό Honda για τη Γηραιά Ήπειρο, ακολούθησαν σύντομα εξηλεκτρισμένες εκδόσεις όλων των υφιστάμενων μοντέλων που ολοκληρώθηκαν με την παρουσίαση του νέου Civic e:HEV το 2022.

Αλλά η δέσμευση δε σταματά εκεί. Η Honda δεσμεύτηκε ότι το 100% των πωλήσεών της θα αφορούν οχήματα μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2040 και ότι όλα τα προϊόντα και οι εταιρικές της δραστηριότητες θα είναι ουδέτερες ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050. Ως απόδειξη αυτού του στόχου, το 2023, η Honda παρουσίασε στην ευρωπαϊκή αγορά τρία ηλεκτροκίνητα μοντέλα.

ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ. Πρώτα η ξηρά, μετά η θάλασσα και ο αέρας και τέλος το διάστημα. Το 2021, ανακοινώθηκε ένα κοινό ερευνητικό πρόγραμμα μεταξύ της Ιαπωνικής Αεροδιαστημικής Υπηρεσίας (JAXA) και του τμήματος R&D της Honda, στα πλαίσια του οποίου θα διερευνηθεί η δυνατότητα δημιουργίας ενός κυκλικού συστήματος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που θα υποστηρίζει την ανθρώπινη ζωή στο διάστημα. Η ιδέα είναι ότι αυτό το σύστημα με τη σχεδιαστική υπογραφή της Honda θα παρέχει οξυγόνο, υδρογόνο, καύσιμα και ηλεκτρική ενέργεια σε διαστημικούς σταθμούς οχήματα. Πώς; Μέσω ενός συνδυασμού ηλεκτρόλυσης υψηλής διαφορικής πίεσης (που θα παράγει οξυγόνο και υδρογόνο χρησιμοποιώντας ηλιακή ενέργεια) και ενός συστήματος κυψελών υδρογόνου που θα παράγει ηλεκτρική ενέργεια και νερό.

Η HONDA ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ

ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΤΟΥ HONDA GROUP (FY 2023*)

  • εταιρείες: 313 θυγατρικές + 69 συνδεδεμένες εταιρείες

  • εργοστάσια παραγωγής σε όλο τον κόσμο

  • Ιαπωνία:    9
  • Βόρεια και Νότια Αμερική: 10
  • ΗΠΑ: 3
  • Βραζιλία: 3
  • Καναδάς: 1
  • Μεξικό: 1
  • Αργεντινή: 1
  • Περού: 1
  • Ευρώπη: 3
  • Γαλλία: 1
  • Ιταλία: 1
  • Ισπανία: 1
  • Αφρική: 4
  • Νιγηρία: 2
  • Κένυα: 1
  • Γκάνα: 1
  • Ασία - Ωκεανία: 28
  • Κίνα: 9
  • Ινδονησία: 4
  • Ταϊλάνδη: 3
  • Ινδία: 3
  • Πακιστάν: 2
  • Φιλιππίνες: 2
  • Βιετνάμ: 2
  • Ταϊβάν: 1
  • Μπαγκλαντές: 1
  • Αυστραλία: 1
  • Κέντρα R&D

  • Ιαπωνία: 2
  • ΗΠΑ: 4
  • Ευρώπη: 5
  • Ηνωμένο Βασίλειο: 2
  • Γερμανία: 2
  • Ιταλία: 1
  • Ασία - Ωκεανία: 9
  • Κίνα: 3
  • Ταϊλάνδη: 3
  • Ινδονησία: 2
  • Ινδία: 1

Συνεργάτες (FY 2023)

  • 230.000 επαγγελματίες
  • 215.508 μέτοχοι

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ (FY 2023)

28.08 δισεκατομμύρια (περίπου 108 δισ. ευρώ)

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΚΕΡΔΗ (FY 2023)

839.3 δισ. yen (περίπου. 5.747 δισ. ευρώ)

ΕΤΗΣΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ (FY 2023)

  • 18,75 εκατομμύρια μοτοσυκλέτες
  • 3,68 εκατομμύρια αυτοκίνητα
  • 5,64 εκατομμύρια προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας

ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ:

  • Μείωση στις παγκόσμιες εκπομπές CO2: FY 2020–FY 2023: -24.1%
  • Μείωση στην ένταση εκπομπών CO2 από τη χρήση προϊόντων:
  • Μοτοσυκλέτες - FY 2020–FY 2023: -30,4 %
  • Αυτοκίνητα - FY 2020–FY 2023: -27,2 %
  • Προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας - FY 2020–FY 2023: -28,2 %
  • Μείωση στην κατανάλωση ενέργειας: FY 2019–FY 2023: -14.3 %
  • Μείωση στην κατανάλωση νερού: FY 2019–FY 2023: -8.3 %
  • Μείωση στην παραγωγή αποβλήτων: FY 2019–FY 2023: -16 %
  • Επετηρίδα βιωσιμότητας της S&P Global για τις πιο βιώσιμες εταιρείες (2023): Στο top 10% στον κόσμο με 79/100 μονάδες
  • Νο 26 στην κατάταξη Interbrand Best Global Brands 2022.

ΑΓΩΝΕΣ:

Αυτοκίνητα (Formula 1) - 13 παγκόσμια πρωταθλήματα με κινητήρες Honda.

Τίτλοι οδηγών: 7

Τίτλοι κατασκευαστών: 6

Μοτοσυκλέτες - Η Honda έχει κατακτήσει 200 παγκόσμια πρωταθλήματα στις ακόλουθες κατηγορίες:

Ταχύτητας: 72 τίτλοι

MotoGP/500cc: 25

350cc: 6

250cc: 19

125cc/Moto3: 20

50cc: 2

Trial: (Montesa + Honda): 54

Outdoor: 26

Indoor: 20

Women’s: 8

Motocross: 31

MXGP/500cc: 17

MX2/250cc: 9

125cc: 3

MX3: 2

Enduro: 14

Men’s: 12

Women’s: 2

Superbike: 6

Supersport: 9

Resistance: 13

Raid Rally: 1

* FY – Οικονομικό έτος. Το οικονομικό έτος της Honda λήγει στις 31 Μαρτίου. Το οικονομικό έτος 2023 αντιστοιχεί στο οικονομικό έτος από την 1η Απριλίου 2022 έως τις 31 Μαρτίου 2023."

Ετικέτες