Egli V-MAX 1500

O Mad Max των μοτοσυκλετών
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

8/8/2017

Mad Max

Στη χώρα όπου ανθεί το είδος των μοτοσυκλετιστών “στρίβω σταματημένος και γκαζώνω δίχως αύριο στην ευθεία”, μια γιαπωνέζικη μοτοσυκλέτα κατάφερε να αντιμετωπίσει στα ίσια τα αμερικανικά μαστόδοντα έχοντας περάσει από το ελβετικό κέντρο θεραπείας του Fritz Egli. Με 1.500 κυβικά και 174 άλογα, το “MadV-Max που στήνει ο Egli απειλεί να εξαϋλώσει ο,τιδήποτε τολμά να σταθεί δίπλα του – αρκεί η ευθεία να μη διακόπτεται από στροφές

Ο τριαντάρης με το γκρι κουστούμι που οδηγούσε τη μαύρη Porsche Carrera με τις ιταλικές πινακίδες, μάλλον πήγαινε στη Ζυρίχη για να συζητήσει με τους Ελβετούς χρηματιστές για αγοροπωλησίες ευρώ, δολαρίων, μετοχών ή οτιδήποτε άλλο – προφανώς πάντως βιαζόταν να φτάσει γρήγορα, αν κρίνω από τον τρόπο που ξεκίνησε σπινάροντας μπροστά μου μόλις άναψε πράσινο στο φανάρι της λίμνης. Καθόλου Ελβετός, φανερά Λατίνος.

Ήταν αδύνατον να αντισταθώ, οπότε πολύ ήρεμα στάθηκα δίπλα του. Το υπόκωφο μούγκρισμα των ημιελεύθερων εξατμίσεων συνδυαζόταν περίεργα με τον ήχο από τις κουδούνες των αγελάδων που μας κοιτούσαν πάνω απ’ τον φράχτη, ενώ τα σαγόνια τους αναμασούσαν τη τροφή τους καθώς υπολόγιζαν τις πιθανότητες που έχει η μοτοσυκλέτα κόντρα στο αυτοκίνητο. Θα το ’χαν δει το έργο να επαναλαμβάνεται εκατοντάδες φορές από τον περιφραγμένο χώρο τους στο σταυροδρόμι, όμως ο τύπος με την Porsche ήταν πολύ απασχολημένος να κοιτάει το φανάρι και δεν έδωσε καμία σημασία στην επιθετική στάση του Yamaha και φυσικά ούτε στο μεγάλο υδρόψυκτο V4 μοτέρ με τις γυαλισμένες εισαγωγές στις δύο πλευρές του φιλτροκουτιού με το μεταλλικό μπλε κάλυμμα. Ή μπορεί και να πίστευε ότι το high tech γερμανικό εργαλείο του θα μπορούσε να ρίξει σε οποιοδήποτε ρετρό –18 ετών– streetrod.

Έβαλα πρώτη και από το σκληρό σύστημα μετάδοσης της Yamaha ακούστηκε ένας μεταλλικός ήχος, αλλά και πάλι εκείνος δεν κούνησε ούτε βλέφαρο. Συμπεριφορά ακριβώς όπως την περιγράφει το εγχειρίδιο του αντάρτη των πόλεων στο κεφάλαιο “Αιφνιδιαστική Επίθεση”. Αποφάσισα να μην τον δυσκολέψω. Όταν έγινε πράσινο, και επειδή δεν είχα συνηθίσει τον σκληρό συμπλέκτη, τον άφησα να πάρει κεφάλι. Αντί να ανεβάσω τον 1.500cc δεκαεξαβάλβιδο κινητήρα με 2 ΕΕΚ στο κόκκινο και να αφήσω τον συμπλέκτη απότομα, άνοιξα το γκάζι πολύ γλυκά, οπότε αισθάνθηκα στο πόδι μου τα καυσαέρια της Porsche καθώς ξεκινούσε με πολλή δύναμη. Όμως συνέχισα να ανοίγω το γκάζι μέχρι ότου η βελόνα του μικρούτσικου στροφόμετρου πάνω στο ρεζερβουάρ έφτασε τις 6.000, καθώς έμπαινε το V-Boost. Τότε μπήκαμε στη φάση εκτόξευσης. Εγώ πετάχτηκα πίσω στο τέρμα της σέλας και τα χέρια μου κόντεψαν να βγουν από τις κλειδώσεις, καθώς η μηχανή άρχιζε να σουζάρει ενώ εγώ προσπαθούσα να κρατηθώ στην ευθεία. Έβαλα δευτέρα, μετά τρίτη και η δύναμη συνέχιζε ναι έρχεται ασταμάτητη. Είχαμε μετατρέψει τον δρόμο στην ηλιόλουστη Ελβετική πλαγιά δίπλα στη λίμνη σε πίστα dragster, και ώς τα μισά της ευθείας η Porsche ήταν παρελθόν – μάλλον ούτε που θα με πήρε χαμπάρι ο τύπος μέσα από τα φιμέ τζάμια του…

Φτάνοντας στο τέλος της πίστας μας, η Carrera φαινόταν αμυδρά στους καθρέφτες μου με τους μηδενικούς κραδασμούς, μέχρι που συνειδητοποίησα πού βρισκόμουν. Στην Ελβετία, όπου σε κάθε γωνία υπάρχουν κάμερες και μπάτσοι έτοιμοι να σου κόψουν κλήση αν πας με 2 χιλιόμετρα πάνω από το όριο, εγώ πήγαινα με 200. Αφήνοντας το γκάζι, έβγαλα την Egli από την τροχιά και την έφερα πίσω στη γη. Όμως αν οδηγείς το τελευταίο μοντέλο της Porsche Carrera, αντέχεις να πληρώσεις την κλήση. Με έφτασε και παραλίγο να πέσει πάνω μου καθώς έσκυβε προς το παράθυρο του συνοδηγού για να κοιτάξει. Τότε άναψαν τα σινιάλα της αναγνώρισης και έκανε νόημα ότι παραδεχόταν την ήττα του.

Γεροδεμένος μεσήλικας

Μπορεί να φαίνεται απίστευτο, κι όμως το μυώδες ορόσημο της Yamaha, το V-Max, έγινε μεσήλιξ και ετοιμάζεται για σύνταξη. Με τον πρόσφατο θάνατο του παπιού C90, το σκήπτρο της μακροβιότερης μοτοσυκλέτας σε παραγωγή πέρασε από τα μικρά στα μεγάλα, από την οικονομία στη σπατάλη, τώρα είναι το V-Max που ξεπέρασε τους πάντες. Δεκαεννιά χρόνια έχουν περάσει από τη μέρα που παρουσιάστηκε, το 1985. Το θρυλικό maxi-rod της Yamaha συνεχίζει να είναι μαζί μας και να υπάρχει στους καταλόγους της αντιπροσωπείας σε επιλεγμένες χώρες για να ικανοποιεί τους λιγότερους αλλά πάντα σκληροπυρηνικούς πελάτες. Για μυώδη εμφάνιση που να συνοδεύεται από απροβλημάτιστες επιδόσεις στην ευθεία, δεν υπάρχει καλύτερη επιλογή από τη V-Max.

Σίγουρα είναι και το πιο επικερδές μοντέλο που έχει κατασκευάσει μέχρι σήμερα η Yamaha, έχοντας αποσβέσει το κόστος εξέλιξης και μηχανημάτων παραγωγής αρκετές φορές τα τελευταία είκοσι χρόνια – ειδικά αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι ο V4 είχε αρχικά κατασκευαστεί για να κινεί το Venture land yacht, το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο της Yamaha, μέχρι που τον μετέτρεψαν μετά από απαίτηση της Yamaha Αμερικής ώστε να αποκτήσουν ένα street dragster για να συναγωνιστεί τα αντίπαλα Honda V65 Magna και Kawasaki 900 Eliminator. Μήπως τα θυμάστε; Κανένας άλλος; Όμως, μέσα στις δύο δεκαετίες που αυτές σταδιοδρόμησαν, δεκάδες χιλιάδες V-Max κατασκευάστηκαν και πουλήθηκαν σε όλο τον κόσμο, ανάμεσά τους και η φιμωμένη έκδοση J με τα 100 άλογα που πουλήθηκε καθυστερημένα στις ελεγχόμενες από την αστυνομία αγορές, όπως η Γαλλία (όπου έγινε και ακόμα παραμένει ένα προϊόν cult), αλλά και η ελεύθερη έκδοση με τα 140 άλογα που εισαγόταν παράνομα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τη δεκαετία του ’90. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνεται και το πολύ αποδοτικό V-Boost που δεν υπάρχει στη φτηνότερη έκδοση, μια υδραυλικά υποβοηθούμενη βαλβίδα στην εισαγωγή ανοίγει στις 6.000 στροφές για να τραφεί ο κάθε κύλινδρος από δύο Μikuni 35άρια αντί για ένα στις χαμηλότερες στροφές. Θα μπορούσατε να το ονομάσετε παθητική υπερσυμπίεση. Επιπλέον, το V-Max κυριαρχεί στις μοτοσυκλέτες που εκτός από επιδόσεις προσφέρουν στον ιδιοκτήτη και τη δυνατότητα να τους δώσει το προσωπικό του στυλ. Έτσι, ελάχιστες από τις δεκάδες χιλιάδες που έχουν κατά καιρούς πουληθεί έχουν παραμείνει απείραχτες, όπως τις έφτιαξε η μάνα τους.

Η τρέλα πάει στα (ελβετικά) βουνά

Κατά ειρωνικό τρόπο, η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία παλαβών, παράνομα γρήγορων μοτοσυκλετών κατά κεφαλήν στην Ευρώπη είναι η ανιαρή και γέρικη Ελβετία, ο τόπος όπου οι οικολόγοι έχουν διαβρώσει τα πάντα, ώστε αν τολμήσεις να αφήσεις τη μηχανή αναμμένη όσο περιμένεις στο κόκκινο, θα εμφανιστεί κάποιος ενοχλητικός πεζός και θα σου τα ψάλει. Και παρ’ όλα αυτά, είναι το καταλληλότερο έδαφος για τις πιο εξωτικές μηχανές που μπορεί να φανταστεί κανείς. Θα τους έχει πειράξει το αλπικό υψόμετρο, ή θα φταίει το πολύ μούσλι που έχουν φάει για πρωινό, αλλά αυτό βοηθά στο να καταλάβουμε γιατί η ελβετική αγορά έχει αγοράσει τόσα πολλά V-Max και γιατί ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του Fritz Egli είναι το να κάνει τα Max ακόμα πιο τρελά για τους πελάτες του.

Έχουν περάσει πάνω από τριάντα χρόνια από τότε που ο Egli επινόησε τα café racer με το πρώτο Egli-Vincent V2 racer με φώτα. Από τότε έχει διατρέξει όλη τη γκάμα της δίτροχης υπερβολής, κατασκευάζοντας περίπου 3.000 χειροποίητες μοτοσυκλέτες με μια μεγάλη ποικιλία κινητήρων. Από μονοκύλινδροι μέχρι εξακύλινδροι, turbocharged, supercharged ή απλώς βελτιωμένοι χωρίς να φαίνεται, όλοι τοποθετημένοι στο δικό του χαρακτηριστικό πλαίσιο-ραχοκοκκαλιά. Αυτά κατασκευάζονται κατόπιν παραγγελίας στο εργοστάσιό του που στεγάζεται σε μια πρώην αποθήκη ξυλείας στην κορφή ενός λόφου νότια της Ζυρίχης, εκεί όπου ο κύριος όγκος της δουλειάς του τα τελευταία 26 χρόνια είναι να βελτιώνει αμερικάνικους μυώδεις V8 κινητήρες μαζί με τους αντίστοιχους για μοτοσυκλέτες, τους βελτιωμένους Egli V4 Yamaha V-Max – και να μην ξεχάσουμε τα τρίκυκλα: μερικοί πελάτες του έχουν βάλει καλάθι στα V-Max!

Tο V-Max κυριαρχεί στις μοτοσυκλέτες που εκτός από επιδόσεις προσφέρουν στον ιδιοκτήτη και τη δυνατότητα να τους δώσει το προσωπικό του στυλ

Δεν κάνει για την Ελβετία!

 “Την πρώτη φορά που άκουσα κάποιο V-Max, το 1985, μου δημιούργησε την ίδια αίσθηση με τον δικό μας Chevy V8”, λέει ο Fritz αναπολώντας τα παλιά. “Έβγαζε τον ίδιο μπάσο ήχο, είχε την ίδια σειρά ανάφλεξης και την ίδια τρομερή ροπή που τον έκανε βασιλιά των Grand Prix των φαναριών, πολύ δυνατός κινητήρας για μηχανή street, με περισσότερα άλογα απ’ ότι τα 500GP της εποχής! Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι ήθελα να ασχοληθώ μαζί του, κι όταν το κατάφερα αντιλήφθηκα ότι είναι μια πολύ καλή και ισορροπημένη μοτοσυκλέτα με εμφάνιση που ποτέ δεν θα δείχνει γερασμένη. Η Yamaha τη σχεδίασε πολύ καλά, δεν υπήρχε λόγος για ειδικά πλαίσια. Είναι ένα εξαίρετο πακέτο, που για κάποιον εξωφρενικό λόγο δεν μπορούσε στην αρχή να την πουλήσει ο επίσημος εισαγωγέας, επειδή, όπως είπε, δεν έκανε για την αγορά της Ελβετίας! Πήγαμε στην Αμερική για να τις αποκτήσουμε, και μέχρι σήμερα έχουμε φέρει πάνω από 1.200 στη δυνατή έκδοση με τα 140 άλογα. Τότε αντιλήφθηκε ο αντιπρόσωπος την επιτυχία μας και αποφάσισε να αρχίσει και αυτός να τις εισάγει, όμως τότε μπορούσε να προμηθευτεί μόνο τη γιαπωνέζικη έκδοση με τα 100 άλογα! Μας ευχαριστούσε πολύ που μπορούσαμε να τις εισάγουμε και να τις πουλάμε σε ευτυχείς πελάτες, οι οποίοι συνέχιζαν να επιστρέφουν ζητώντας μετατροπές. Είναι μια μοτοσυκλέτα που γεννήθηκε καλά, έζησε μια καλή ζωή και ακόμα χαίρει άκρας υγείας!”

Μια μοτοσυκλέτα που έδωσε τη δυνατότητα στον Fritz να ξεδιπλώσει όλο το δημιουργικό του ταλέντο, από αισθητικής αλλά και μηχανολογικής άποψης. “Οι φανατικοί των V-Max είναι ιδιαίτεροι άνθρωποι”, λέει ο Egli. “Τους αρέσει να διαμορφώνουν τη μοτοσυκλέτα τους, και παρ’ όλο που προσωπικά την προτιμώ έτσι όπως τη σχεδίασε η Yamaha, μπορέσαμε να κάνουμε πολλή δουλειά στην εμφάνισή των το V-Max. Διαθέτουμε μια πολύ καλή ομάδα στο εργαστήριο, από ανθρώπους που τους αρέσει να δουλεύει πάνω στις μοτοσυκλέτες, γνωρίζοντάς τες πολύ καλά – μπορούν να ανακαλύψουν προβλήματα και να τα διορθώσουν, όπως το να βελτιώσουν το πλαίσιο κάνοντάς το περισσότερο άκαμπτο και εξαλείφοντας τους συμβιβασμούς της μαζικής παραγωγής. Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται και η ρύθμιση του μπροστινού που μπορεί να χάνει μέχρι και 15 mm στην ευθυγράμμισή του, τοποθετώντας καλύτερης ποιότητας ρουλεμάν. Συμβαίνει το ίδιο με οτιδήποτε δουλεύεις πολύ – μαθαίνεις πώς να το βελτιώνεις”.

Αναπόφευκτα δημιουργήθηκε η ανάγκη να μεγιστοποιηθεί η απόδοση του V-Max, που έτσι κι αλλιώς είναι μεγάλη, όμως αντίθετα απ’ ό,τι συνέβαινε με πολλούς γιαπωνέζικους κινητήρες, όταν ο Egli δοκίμασε στην αρχή να βελτιώσει τον V4, έπαθε την πλάκα του. “Έχοντας δουλέψει πάνω σε τόσους πολλούς γιαπωνέζικους τετρακύλινδρους κινητήρες, στους οποίους έχουμε βγάλει πάνω από 200 άλογα για χρήση δρόμου, περιμέναμε ότι θα ήταν εύκολο να βγάλουμε κάτι παραπάνω από το V-Max. Όμως, παρόλο που θα ήθελα να σας περιγράψω τα θαυμάσια πράγματα που κάναμε στο εσωτερικό του κινητήρα, βασισμένα στην προηγούμενη πείρα μας, η αλήθεια είναι ότι, έτσι που τον έχει φτιάξει η Yamaha, είναι δύσκολο να καταφέρεις κάτι παραπάνω! Κερδίσαμε λίγο προσέχοντας τις εισαγωγές και εξαγωγές, τοποθετώντας εκκεντροφόρους Honda, αλλά αυτό γινόταν εις βάρος της απόδοσης στις μεσαίες στροφές και της ροπής. Η μόνη βελτίωση που μπορέσαμε να βρούμε ήταν να μεγαλώσουμε τις βαλβίδες κατά 1,5mm, τροποποιώντας τις έδρες των βαλβίδων για να ταιριάζουν καλύτερα με την κεφαλή. Έχοντας πειραματισθεί ακόμα και με όλα τα είδη των καρμπιρατέρ, αναγκαστήκαμε να παραδεχτούμε ότι τα στάνταρ Mikuni όταν ρυθμιστούν σωστά είναι η καλύτερη επιλογή!

Επίσης αφιερώσαμε πολύ χρόνο στο να βελτιώσουμε το σχήμα των θαλάμων καύσης, αλλά και πάλι αναγκαστήκαμε να αποδεχτούμε την ήττα μας, ενώ ακόμα και το σύστημα της εξάτμισης είναι πολύ καλό. Δοκιμάσαμε όλες τις εξατμίσεις που κυκλοφορούν στην αγορά, μέχρι που φτιάξαμε και τη δικιά μας – αλλά ενώ κερδίσαμε σε θόρυβο, χάσαμε σε απόδοση. Πολύ σπάσιμο! Στο τέλος, το μόνο που κάνουμε είναι να διατηρούμε τους αυλούς εξαγωγής και να μετατρέπουμε λίγο τα τελικά, ανοίγοντάς τα για να βγάλουμε τον έναν από τους τρεις θαλάμους και να βελτιωθεί η ροή. Όμως οι μηχανικοί της Yamaha που σχεδίασαν αυτή τη μοτοσυκλέτα ήταν πολύ έξυπνοι άνθρωποι, και το ότι το V-Max έχει τόσο μακροχρόνια ζωή το χρωστάει απλώς και μόνο στο ότι το σχεδίασαν τόσο καλά!”

Μεγάλη με τα όλα της

Έτσι, αν και ο Egli έχει φτιάξει και ένα υπερτροφοδοτούμενο V-Max με Roots κομπρέσορα που αποδίδει πάνω από 200 άλογα, αυτή ήταν μεμονωμένη περίπτωση. Αντίθετα, υπάρχουν πολλά V-Max 1500, “μεγάλα και με τα όλα τους”, που φοράνε τις μετατροπές του Egli για να κάνουν το κομμάτι τους στα φανάρια της κεντρικής Ευρώπης. Όπως αυτό με το οποίο βγήκα να κυνηγήσω Porsche κοντά στη Ζυρίχη, επίσης με ρουχαλάκια σχεδιασμένα από τον Egli.

“Οι πελάτες πολύ συχνά ζητάνε βελτιώσεις για να κάνουν το καλό καλύτερο”, λέει ο Fritz, “αλλά όταν σκεφτόμουν να φτιάξω ένα κιτ για εκκεντροφόρους ή για κεφαλές υψηλής συμπίεσης, κατέληξα ότι ήταν λάθος επιλογή: το V-Max είναι μόνο για χρήση δρόμου και όχι για πίστες, οπότε πρέπει να έχει πολλή ροπή και δύναμη στις μεσαίες στροφές, χωρίς να θυσιάζει τη δύναμη χαμηλά για να πετύχει εντυπωσιακά νούμερα ψηλά. Ο δρόμος των πολλών κυβικών ήταν η λογική επιλογή για μια τέτοια μοτοσυκλέτα δρόμου, οπότε πριν από τέσσερα χρόνια αρχίσαμε να δουλεύουμε πάνω σε ένα κιτ για να γίνει ο 1.500άρης που έχουμε τώρα σε παραγωγή. Είναι η μοναδική μετατροπή που έχει νόημα σε αυτόν τον κινητήρα”. Βέβαια, δεν ήταν εύκολο να φτάσουν μέχρι εκεί. “Η κεφαλή δεν πατάει απόλυτα σωστά στο μπλοκ των κυλίνδρων, οπότε είχαμε καμένες φλάντζες. Χρησιμοποιήσαμε ειδική φλάντζα που διαθέτει O-ring για να πιέζεται μέσα στο μπλοκ και να παραμένει σίγουρα σφραγισμένο, όμως μετά είχαμε δυσκολία να βρούμε πιστόνια μεγάλης διαμέτρου που να μην είναι τόσο βαριά και να προκαλούν πρόβλημα στις μπιέλες. Ύστερα από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες, απορρίψαμε την αύξηση της διαδρομής και καταλήξαμε να αυξήσουμε τη χωρητικότητα χρησιμοποιώντας πιστόνια Venolia με 9mm μεγαλύτερη διάμετρο και μπιέλες Carrillo, που είναι πολύ αξιόπιστα και καλοφτιαγμένα”.

Έτσι η χωρητικότητα του υδρόψυκτου V4 70 μοιρών αυξήθηκε κατά 25% και έφτασε στα 1.498cc. Τα πιστόνια χρησιμοποιούν δύο ελατήρια αντί για τρία του στοκ κινητήρα, ώστε να μειωθούν οι τριβές χωρίς όμως να παρουσιαστούν προβλήματα με το λάδι να περνάει στο θάλαμο καύσης, σύμφωνα με τον Fritz, ενώ ο στοκ στρόφαλος διατηρεί το ίδιο ζύγισμα αν και χρησιμοποιούνται βαρύτερα πιστόνια. Το εργοστασιακό κιβώτιο πέντε ταχυτήτων με τη μετάδοση με άξονα διατηρείται, αλλά με τροποποιημένο συμπλέκτη για να μπορεί να αντιμετωπίσει τη μεγάλη αύξηση της δύναμης: 174 ίπποι στις 8.200 μετρημένα στον συμπλέκτη από τα 138 στις 8.500 της εργοστασιακής μοτοσυκλέτας. Αυτό αντιστοιχεί με όχι περισσότερα από 120 στον τροχό, πράγμα που σημαίνει ότι μετά από 18 χρόνια το V-Max χωρίς μετατροπές είναι εύκολο θήραμα για ένα σωστά οδηγημένο supersport 600.

Σίγουρα τα πράγματα είναι διαφορετικά με την ενάμισι λίτρου maxi-rod του Egli, ειδικά χάρη στην πλούσια ροπή της, η οποία με 17 kg.m στις 5.000 θυμίζει μάλλον τρακτέρ αν συγκριθεί με τα έτσι κι αλλιώς εντυπωσιακά 10 kg.m στις 3.000 που βγάζει όπως έρχεται από τη Yamaha. Το ιδεώδες θα ήταν να χρησιμοποιούσε τον φυγοκεντρικό συμπλέκτη από την Αμερική που ο Fritz έχει χρησιμοποιήσει επανειλημμένα στις άλλες μοτοσυκλέτες που έχει φτιάξει, όπως το Egli-Kawasaki 1200 turbo και το GSX 1400 Egli-Suzuki. Αυτό δουλεύει καλύτερα χωρίς να βαρύνει πολύ η μανέτα, βεβαιώνει ο Fritz, αλλά επειδή δυσκολευόταν να τα προμηθευτεί, αναγκάστηκε να συμβιβαστεί και να βάλει έναν ακόμα δίσκο και σκληρότερα ελατήρια στο στοκ συμπλέκτη. “Θα προτιμούσα να είναι ελαφρύτερη η μανέτα του συμπλέκτη, αλλά και έτσι νομίζω ότι είναι αποδεκτή. Δεν είναι τόσο βαριά όσο της Ducati!”

Οδηγώντας το “Μad Max” όπως το έχει βελτιώσει ο Egli, απορείς γιατί δεν διαθέτει επιλογέα Hurst στο πεντάρι κιβώτιο κάτω από το πόδι σου, όπως είθισται στα αμερικάνικα μηχανήματα για κόντρες – αν και κυκλοφορώντας στο δρόμο με αυτή τη μοτοσυκλέτα οι αλλαγές είναι περιττές με τέτοια περίσσεια δύναμης σε όλες τις ταχύτητες. Η ρεπρίζ με πέμπτη είναι φοβερή, όμως αν δουλεύεις λίγο το κιβώτιο και πολύ περισσότερο το γκάζι, θα είσαι ευγνώμων που το V-Max έχει τόσο μακρύ μεταξόνιο για να ελαχιστοποιεί τις σούζες. Επίσης, το ότι διαθέτει άξονα σημαίνει ότι δεν θα χρειάζεται να σταματάς για να σφίγγεις την ξεχειλωμένη αλυσίδα μετά από μερικές εκτοξεύσεις. Σεβασμός.

Ο δρόμος των πολλών κυβικών ήταν η λογική επιλογή για μια τέτοια μοτοσυκλέτα δρόμου

Ακάλυπτες επιταγές

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν άξιζε να χρησιμοποιώ το κιβώτιο, από τη στιγμή μάλιστα που συνήθισα τις πολύ γλυκές αλλαγές με συμπλέκτη, οι οποίες είναι πιο προοδευτικές και με λιγότερα σκορτσαρίσματα σε σχέση με το στοκ V-Max. Χρησιμοποιήστε το κιβώτιο και θα εντυπωσιαστείτε σίγουρα από τις επιδόσεις με πέμπτη, ειδικά για κάτι που διαθέτει την αεροδυναμική ενός τούβλου. Είδα 220 στο μεγάλο άσπρο ταχύμετρο και 8.000 στο στροφόμετρο που είναι πάνω στο ρεζερβουάρ, μια “πονηριά” που ευτυχώς κανείς δεν μιμήθηκε, γιατί το να πάρεις τα μάτια σου από τον δρόμο για να κοιτάξεις το στροφόμετρο πάνω σε μια τόσο γρήγορη μοτοσυκλέτα είναι σαν να πας γυρεύοντας να στουκάρεις. Αλλά αν, αντί να ψάχνεις για τον κόφτη που μπαίνει στις 9.000, αλλάζεις χαμηλότερα στις 7.000 για να την κρατάς πάνω στη χοντρή ροπή ενώ κρατιέσαι καλά από το φαρδύ και ίσιο τιμόνι, είναι ο καλύτερος τρόπος. Λίγες είναι οι μοτοσυκλέτες που έχω οδηγήσει με τόση δύναμη στις μεσαίες στροφές, συνοδευόμενη από τόσο ωραίο μπάσο ήχο από τις κάπως ελεύθερες εξατμίσεις.

Οι τροχοί είναι 17 ιντσών για να επιτρέπουν την τοποθέτηση καλύτερων ελαστικών από αυτά που της φοράει η Yamaha. Είναι μια βελτίωση που σου επιτρέπει να στρίβεις με περισσότερη αξιοπρέπεια πάνω σ’ αυτό το ειδικό για ευθείες V-Max απ’ ότι στην έκδοση του εργοστασίου που σαφώς σε τρομοκρατεί και που ένα καλιφορνέζικο περιοδικό την έχει περιγράψει ως μια μοτοσυκλέτα με“έναν κινητήρα που εκδίδει επιταγές τις οποίες δεν μπορεί να καλύψει ο σκελετός”. Πες τα χρυσόστομε!

Αυτή είναι μία από τις πολλές βελτιώσεις του Ελβετοφινλανδού Egli, που δεν αφορούν μόνο στη βελτίωση της γεωμετρίας. Τοποθετεί επίσης μακρύτερα καλάμια στο στάνταρ πιρούνι της Yamaha με διάμετρο 43mm. Συγκεκριμένα είναι 80mm μακρύτερα, για να δώσουν μεγαλύτερη στιβαρότητα στο μπροστινό χωρίς να αλλάξει τη διαδρομή της ανάρτησης, γιατί, όπως λέει ο Fritz, “είναι εντελώς ανεπαρκείς στη στάνταρ έκδοση”. Εμένα ωστόσο εξακολουθεί να μη μ’ αρέσει το κράτημα του V-Max, το πιρούνι μοιάζει να έχει φτωχή απόσβεση, καθώς χοροπηδάει στις ανωμαλίες και βυθίζεται πολύ όταν ζορίζεις τις οκταπίστονες Spiegler δαγκάνες που ενεργούν σε δύο δίσκους 320mm. Πάλι καλά βέβαια, γιατί αντίθετα με τα ίδια ακριβώς φρένα που είχε το τευτονικό ultrabike που οδήγησα τελευταία, το πολύ βαρύτερο και με πολύ καλύτερη επιτάχυνση Munch Mammut 2000, τα φρένα του V-Max δεν ήταν τόσο δυνατά, γεγονός που σε ανάγκαζε να υπολογίζεις εγκαίρως πότε θα φρενάρεις και να βάζεις πολλή δύναμη μπρος-πίσω για να κόψεις ταχύτητα πριν τη στροφή, ώστε να μπορέσεις να βγεις όρθιος και να γκαζώσεις στην ευθεία. Όμως η ποιότητα κύλισης από τα δύο αμορτισέρ Koni ήταν πολύ καλή.

“Το V-Max είναι μια εντελώς ξεχωριστή μοτοσυκλέτα, την οποία ευχαριστιούνται να οδηγούν τόσοι πολλοί διαφορετικοί αναβάτες με τόσες πολλούς διαφορετικούς τρόπους”, λέει ο Fritz Egli. “Πάντα ήταν απόλυτα αξιόπιστη – έχουμε έναν πελάτη που αγόρασε μια μηχανή από μας και έχει κάνει πάνω από 60.000 χιλιόμετρα χωρίς κανένα πρόβλημα και χωρίς κανένα service προτού μας τη φέρει για αλλαγή λαδιών!”. Με τέτοια αξιοπιστία, το V-Max σίγουρα θα πρωταγωνιστεί στις κόντρες των φαναριών σε όλο τον κόσμο για αρκετά χρόνια ακόμη, κάνοντας το κιτ του Egli με τα μεγάλα πιστόνια μια καλή επιλογή για όποιον θέλει να κρατήσει το γιαπωνέζικο streetrod ανταγωνιστικό απέναντι στους πιο σύγχρονους αντιπάλους. Πράγματι, χάρη στους μηχανικούς της Yamaha, τους στυλίστες της GK Design και την ενθάρρυνση της Yamaha USA, είναι η μοτοσυκλέτα που αναμφίβολα επινόησε το είδος των naked.

Κι όμως είναι πολύ παράξενο που, παρά τις κατά καιρούς φήμες, η Yamaha χρειάστηκε πάνω από 18 χρόνια για να ΜΗΝ εξελίξει μια τόσο φανερά επιτυχημένη ιδέα σε ένα mega-Max του 21ου αιώνα. Οπωσδήποτε, εάν αποδειχτεί αληθινή η πιθανότητα ότι η Yamaha στα εικοστά γενέθλια του V-Max θα παρουσιάσει έναν ξανασχεδιασμένο κινητήρα με EFI και μεγαλωμένο στα 1.700cc ώστε να βγάζει πάνω από 160 άλογα στον τροχό με αρκετή ροπή για να ανελκύσει τον Τιτανικό, τότε το δημιούργημα του Egli μάς δίνει μια ιδέα πώς θα είναι να οδηγείς εκείνη τη μοτοσυκλέτα. Τώρα μου έρχεται στο μυαλό ένας Ιταλός με μια Porsche που δεν θα χαρεί με την εμφάνισή της.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Κατασκευαστής / Μοντέλο: Egli Yamaha V-Max 1500

Κινητήρας: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος V 70ο, 2ΕΕΚ, 4 Β/Κ

Ισχύς (hp/rpm): 174 / 8.200

Ροπή (kgm/rpm): 17 / 5.000

Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 85 x 66

Χωρητικότητα (cc): 1.498

Τροφοδοσία: 4 καρμπιρατέρ Mikuni 35mm

Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2

Σύστημα εκκίνησης: Μίζα

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος

Τελική μετάδοση: Κιβώτιο 5 σχέσεων, άξονας

Πλαίσιο: Ατσάλινο, διπλό, κλειστό

Γωνία κάστερ (ο): 29

Μεταξόνιο (mm): 1.590

Μήκος (mm): 2.300

Πλάτος (mm): 765

Ανάρτηση εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm): 43

Ανάρτηση πίσω: Δύο αμορτισέρ Koni

Φρένο εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνες οκτώ εμβόλων Spiegler

Φρένο πίσω: Δίσκος 320mm με δαγκάνα οκτώ εμβόλων Spiegler

 

Η Honda γιορτάζει τα 75 της χρόνια - Η καλύτερη ευκαιρία για μάθημα ιστορίας

Η δύναμη των ονείρων των Soichiro Honda & Takeo Fujisawa
Honda
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

10/10/2023

Η Honda μόλις έκλεισε 75 χρόνια ένδοξης ιστορίας, με μοναδικά επιτεύγματα στους τομείς της καινοτομίας, της τεχνολογίας, των αγώνων και φυσικά των πωλήσεων. Ένα όνομα γνωστό πλέον σε όλο τον κόσμο, με τους ιδρυτές της να έχουν ξεκινήσει από ταπεινό παρελθόν, για να δημιουργήσουν μια από τις σημαντικότερες εταιρείες του κόσμου.

Κι αν ο μύθος της Honda ξεκίνησε από το μηχανοκίνητο ποδήλατο Cub F-Type, τη δίχρονη μοτοσυκλέτα Honda Dream D Type και μετέπειτα το θρυλικό και πιο δημοφιλές δίκυκλο στην ιστορία (με περισσότερες από 100 εκατομμύρια πωλήσεις σε όλες του τις εκδόσεις), το Super Cub C100, το γνωστό σε εμάς "παπί", ένα δίκυκλο με φυγοκεντρικό ημί-αυτόματο συμπλέκτη, που επέτρεπε στους διανομείς ταχυφαγείων να κρατούν στο αριστερό χέρι τα πακέτα με τα soba noodles, η μετέπειτα πορεία υπήρξε ακόμα πιο θεαματική. Κορυφαίες τεχνολογικές λύσεις, μοτοσυκλέτες, αυτοκίντα, ιδιωτικά jet, ρομποτική και αεροδιαστημική, όλα μπήκαν στο μενού της ιαπωνικής εταιρείας. Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στις αρχές της συναρπαστικής ιστορίας της...

Honda

Πίσω στο 1926, ένας δεκαεννιάχρονος νέος που έχει αφήσει από τα δεκαπέντε του το σχολείο, εργάζεται στο μεγαλύτερο και πιο εξελιγμένο συνεργείο του Τόκιο. Το όνομά του είναι Soichiro Honda και χρόνια μετά στην αυτοβιογραφία του, θα γράψει για τον ιδιοκτήτη αυτού του συνεργείου ότι είναι ο άνθρωπος για τον οποίο τρέφει τον πιο δυνατό σεβασμό, από κάθε άλλο στον κόσμο. Ο κ.Honda δουλεύει με βάση τα εκεί πρότυπα, που διαφέρουν απείρως από τα δεδομένα που έχει ο δυτικός κόσμος. Μαζί με δεκάδες άλλους έφηβους βοηθούς, κοιμάται σε πατάρι του συνεργείου, τρώει εκεί, και αμείβεται με χαρτζιλίκι χωρίς να υπάρχει σαφές ωράριο, οπωσδήποτε όμως για περισσότερες από δώδεκα ώρες την ημέρα. Το 1926 είναι η χρονιά που ο κ.Honda, έχοντας συμπληρώσει ήδη τέσσερα χρόνια στο συνεργείο, ξεχωρίζει ανάμεσα σε όλους τους υπόλοιπους για την αφοσίωση, την επιμέλεια και την επιμονή που δείχνει στην εργασία του. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι δύο χρόνια μετά, ολοκληρώνοντας την εξαετή εκπαίδευσή του, ο κ.Honda αποκτά στο Hamamatsu την αντιπροσωπεία του συνεργείου, το γνωστό στους λάτρεις της μάρκας, Art Shokai. Αυτή ήταν μια μοναδική περίπτωση ανάμεσα στους εκπαιδευόμενους του κ. Sakakibara, απόδειξη της εμπιστοσύνης που έτρεφε για αυτόν ο ιδιοκτήτης του πρώτου Art Shokai στο Τόκιο.

Μέσα σε ελάχιστο χρόνο ο κ.Honda προσπέρασε κάθε περιγραφή εργασίας που συνήθως λαμβάνει χώρο σ’ ένα συνεργείο, κερδίζοντας τον τίτλο “ο Edison του Hamamatsu” ολοκληρώνοντας πάμπολλες ευρεσιτεχνίες. Υπάρχει φωτογραφικό υλικό, αλλά και μαρτυρίες πέρα από τις δικές του, που δείχνουν ότι το Art Shokai στο Hamamatsu είχε κατασκευάσει πυροσβεστικά οχήματα, σκουπιδιάρικα, και είχε αυξήσει τη χωρητικότητα σε αστικά λεωφορεία, αναβαθμίζοντας το συνεργείο σε τοπικό προμηθευτή κρατικών οχημάτων. Μέχρι το 1936 το συνεργείο φτάνει να έχει προσωπικό τριάντα ατόμων, μαζί με τους έφηβους που μένουν σε αυτό. Η νιόπαντρη γυναίκα του Soichiro ανέλαβε το ταμείο, καθώς και την ετοιμασία του γεύματος του προσωπικού. Ο ίδιος ο κ.Honda θέλησε να επικεντρωθεί στην αγωνιστική ενασχόληση, αλλά την εγκατέλειψε μετά από ένα ατύχημα για το οποίο δεν ευθυνόταν παρόλο που οδηγούσε. Το ατύχημα άφησε τον αδερφό του με κινητικά προβλήματα και μετά τα κλάματα και τα παρακαλετά της γυναίκας του, αποφασίζει να αποσυρθεί από την αγωνιστική δράση. Η ίδια η γυναίκα του όμως δίνει μια άλλη εκδοχή, που φαντάζει πιο κοντά στην ιαπωνική κουλτούρα, λέγοντας πώς δεν οφείλεται σε εκείνη η απόφαση του Soichiro να αποσυρθεί, αλλά στην παρέμβαση του πατέρα του και πατριάρχη της οικογένειας. Όπως και να ‘χει οι εποχές σκοτώνουν γενικά τους αγώνες στην Ιαπωνία για την οποία ξεκινά μια από τις πιο μαύρες περιόδους της ιστορίας της. Το 1937, μετά από διάσπαρτες και κλιμακούμενες εχθροπραξίες με την Κίνα, η Ιαπωνία εισβάλλει στο έδαφός της και ξεκινά ο Β΄ Σινοϊαπωνικός Πόλεμος που παύει μονάχα με το τέλος του Β΄ΠΠ. Όμως μέχρι την επίθεση της Ιαπωνίας στην αμερικανική βάση, το ’41, επικρατεί στο εσωτερικό της μια σχετική ηρεμία. Ο κ.Honda, όπως και όλοι οι Ιάπωνες, ατενίζει ένα πιο αισιόδοξο μέλλον από αυτό που πραγματικά έρχεται και αλλάζει πλήρως τα μελλοντικά του πλάνα. Αποφασίζει να εξελίξει το συνεργείο σε βαριά βιομηχανία, κατασκευάζοντας ελατήρια πιστονιών. Βρίσκει όμως αντιμέτωπους τους επενδυτές που βλέπουν ότι το συνεργείο έχει πολύ καλά κέρδη και δεν δέχονται να τον βοηθήσουν να κάνει το αμφιλεγόμενο βήμα. Ως άνθρωπος που δεν υπολογίζει τέτοια εμπόδια, χρησιμοποίησε τελικά τα προαναφερθέντα κέρδη για να ιδρύσει την Tokai Seiki Heavy Industry με συνέταιρο τον Shichiro Kato, έναν απλό γνωστό του με τον οποίο μπορεί να μην τους έδενε η στενή φιλία, αλλά υπήρχε κάτι ισχυρότερο, ένας μεγάλος αλληλοσεβασμός.

Διαβάστε τη συνέχεια στο αφιέρωμα του ΜΟΤΟ με τίτλο "Πώς ο Β' ΠΠ άλλαξε τον δρόμο της μοτοσυκλέτας, ΕΔΩ.

Ακολουθεί η επίσημη καταγραφή της ιστορίας της Honda από την ίδια την ιαπωνική εταιρεία:

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ HONDA MOTOR COMPANY

Honda

ΟΛΑ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1948. Στη συνέχεια, η Honda έγινε ευρέως γνωστή για τη συνεχή βελτίωση, την καινοτομία και την προσήλωσή της στον σκοπό. Χωρίς ενδεχομένως να το αντιλαμβάνονται τη στιγμή εκείνη, στις 24 Σεπτεμβρίου του 1948, οι 34 εργαζόμενοι της Honda Motor Company έγραψαν ιστορία στον τομέα της κινητικότητας.

Λίγους μήνες αργότερα, μετά την κυκλοφορία της Dream D-Type, της πρώτης μοτοσυκλέτας που κατασκεύασε η εταιρεία, ο Soichiro Honda συνάντησε τον ιδανικό συνεργάτη στο πρόσωπο του Takeo Fujisawa.

Ο Fujisawa έγινε Διευθύνων Σύμβουλος και μετά από μερικούς μήνες, η εταιρεία αύξησε για πρώτη φορά το κεφάλαιά της, παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που βίωνε η μεταπολεμική Ιαπωνία. Το ένα τέταρτο της νέας επένδυσης προήλθε από τον ίδιο τον Fujisawa, ο οποίος εύλογα θεωρήθηκε συνιδρυτής της Honda. Η συνεργασία επισφραγίστηκε με ένα κοινό όραμα: Να γίνει η Honda ο μεγαλύτερος κατασκευαστής μοτοσυκλετών στον κόσμο.

Cub-F

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ. Το Cub F-Type ήταν ένα ποδήλατο με δίχρονο βοηθητικό κινητήρα 50 κ.εκ. Σήμα κατατεθέν ήταν «ένας κόκκινος κινητήρας με λευκό ρεζερβουάρ καυσίμου». Η φρέσκια και κομψή αισθητική του ταίριαζε γάντι στην πλειοψηφία του ιαπωνικού κοινού. Σχεδιάζοντας την εμπορική στρατηγική του, ο Fujisawa συνειδητοποίησε ότι υπήρχε ένα ισχυρό δίκτυο διανομής που οι άλλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών δεν είχαν αξιοποιήσει μέχρι τότε: τα καταστήματα ποδηλάτων. Ήρθε σε επαφή με πάνω από 50.000 καταστήματα ποδηλάτων σε όλη τη χώρα μέσω ταχυδρομείου. Ο Fujisawa σχεδίασε το διαφημιστικό φυλλάδιο και οι προσπάθειές του απέδωσαν καρπούς. Με μια γυναίκα να φιγουράρει στο τιμόνι, το Cub F-Type προωθήθηκε ως ένα ποδήλατο που μπορούσαν να οδηγήσουν άνδρες και γυναίκες. Το μοντέλο πωλήθηκε σε περισσότερα από 15.000 καταστήματα ποδηλάτων και χρησιμοποιήθηκε ευρέως σε ολόκληρη την Ιαπωνία.

Το 1949, η δίχρονη Honda Dream D Type των 98 κ.εκ. ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής και υπήρξε προπομπός της μελλοντικής τεχνολογικής εξέλιξης της Honda: ενσωμάτωνε προηγμένα χαρακτηριστικά σε ένα στιβαρό πλαίσιο, με ημιαυτόματη μετάδοση χωρίς συμπλέκτη, που την καθιστούσε πιο αποδοτική απέναντι στον ανταγωνισμό. Επίσης, η σχεδίαση και το μπορντό χρώμα αναδείκνυαν τη μοναδικότητά της, καθώς το μαύρο κυριαρχούσε σε όλες τις μοτοσυκλέτες εκείνη την εποχή. Με την Dream D Type, η Honda έθεσε τις βάσεις για το μέλλον της μάρκας.

Super Cub

ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ ΤΟΥΣ ΠΙΟ ΩΡΑΙΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΑΝΩ ΣΕ ΜΙΑ HONDA. Δέκα χρόνια αργότερα, το αρχικό όνειρο έγινε πραγματικότητα. Παρά τα προβλήματα που αντιμετώπισαν για κάποιο χρονικό διάστημα, οι ιδρυτές της Honda δεν έχασαν ποτέ την πίστη τους και πράγματι, με το ξέσπασμα του πολέμου της Κορέας (1950-1953), οι παραγγελίες για κινητήρες εκτοξεύτηκαν στα ύψη.

Η επιτυχία ήρθε μαζί με το θρυλικό Super Cub C100, που παρουσιάστηκε τον Αύγουστο του 1958. Το Super Cub C100 συνεχίζει να κατασκευάζεται αδιάλειπτα από τότε και είναι το μηχανοκίνητο δίκυκλο με τη μεγαλύτερη παραγωγή στην ιστορία. Το διαφημιστικό σλόγκαν «Γνωρίζεις τους ωραιότερους ανθρώπους πάνω σε μία Honda», άλλαξε για πάντα τη νοοτροπία και την αντίληψη του κόσμου για τις μοτοσυκλέτες. Για πρώτη φορά, η Honda καθιέρωσε στη συνείδηση του κόσμου τη μοτοσυκλέτα ως ένα πρακτικό, καθαρό, άνετο, κοινωνικά αποδεκτό, καθημερινό μέσο μεταφοράς.

Αυτό αποτέλεσε σημείο καμπής για τη Honda, ολόκληρη τη βιομηχανία και την αστική κινητικότητα, εισάγοντας ταυτόχρονα ένα βασικό στρατηγικό δόγμα για τη μάρκα: το παγκόσμιο όραμα. Η παγκόσμια πλέον οπτική μετουσιώνεται σε ισχυρή δέσμευση για την προσφορά προϊόντων υψηλής ποιότητας σε τιμές για όλες τις τσέπες και όλες τις ανάγκες μετακίνησης των πελατών ανά τον κόσμο.

ΠΡΟΕΛΑΥΝΟΝΤΑΣ ΣΤΙΣ ΗΠΑ. Έναν χρόνο αργότερα, το 1959, με εξασφαλισμένη πλέον την επιτυχία του Super Cub, οι επεκτατικές φιλοδοξίες της Honda την οδήγησαν στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα στην ακτή της Καλιφόρνια όπου ίδρυσε την American Honda Motor Co. Inc. στο Λος Άντζελες.

ΣΥΝΩΝΥΜΟ ΤΩΝ ΑΓΩΝΩΝ. «Το μαχητικό πνεύμα που πηγάζει από μέσα μου δεν μου επιτρέπει πλέον να στρέφω αλλού το βλέμμα. Πήρα την απόφαση του χρόνου να τρέξω στο ΤΤ», τον πιο διάσημο διεθνή αγώνα όπου ο Honda σχεδίαζε να αναμετρηθεί με τους κορυφαίους κατασκευαστές της εποχής. Το 1954, ο Soichiro μοιράστηκε το όνειρό του με την ομάδα του δηλώνοντας ξεκάθαρα τις προθέσεις του. Πέντε χρόνια χρειάστηκαν για την υλοποίηση του προγράμματος. Έτσι, το 1959, στην πρώτη εμφάνιση της Honda στο διάσημο ΤΤ, οι αναβάτες της Honda τερμάτισαν στην 6η, 7η, 8η και 10η θέση με την Honda RC142.

Αυτά τα αποτελέσματα χάρισαν στη Honda το Τίτλο του Κατασκευαστή. Όμως, τα φιλόδοξα σχέδια του Soichiro Honda συμπυκνώνονταν σε έναν και μοναδικό στόχο: τη νίκη. Αυτός ο πρώτος αγώνας ήταν το πρώτο βήμα στον δρόμο προς την επιτυχία. Μόλις δύο χρόνια αργότερα, το 1961, η Honda απέσπασε τους δύο πρώτους διεθνείς τίτλους της στις κατηγορίες 125cc και 250cc. Από τότε, η Honda αγωνίζεται στο υψηλότερο, παγκόσμιο αγωνιστικό επίπεδο σε δύο τροχούς.

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΕ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΤΡΟΧΟΥΣ

Honda S 360

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ. Το 1958 η Honda αποφάσισε να κατασκευάσει αυτοκίνητα. Η νέα δεκαετία προσέφερε στη Honda την ευκαιρία να μπει στο κλαμπ των επιτυχημένων κατασκευαστών της ιαπωνικής αυτοκινητοβιομηχανίας.

Η ανάπτυξη των πρώτων πρωτοτύπων βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη όταν το 1961, το Υπουργείο Διεθνούς Εμπορίου και Βιομηχανίας της Ιαπωνίας (MITI) εισήγαγε ένα σχέδιο νόμου για την προώθηση συγκεκριμένων βιομηχανιών, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν και η αυτοκινητοβιομηχανία, και με την έγκρισή του, θα απέτρεπε την είσοδο νέων κατασκευαστών στην εγχώρια αγορά. Για να μην επηρεαστεί η δραστηριότητά της από την εφαρμογή του εν λόγω νόμου, η Honda κατασκεύασε τα μίνι σπορ αυτοκίνητα S360 και S500 και το μίνι φορτηγό T360, τα οποία παρουσιάστηκαν στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Τόκιο το 1962. Τελικά, ο νόμος MITI δεν εγκρίθηκε ποτέ, αλλά η Honda είχε ήδη κάνει ένα νέο βήμα και είχε εμπλακεί πλήρως στην παραγωγή αυτοκινήτων.

ΜΙΑ ΠΙΣΤΑ ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΕ ΙΣΤΟΡΙΑ. Επίσημα φέρει την ονομασία Suzuka International Racing Course και κατασκευάστηκε το 1962 ως πίστα δοκιμών της Honda. Σχεδιάστηκε από τον Ολλανδό John Hugenholtz, ο οποίος ήταν επίσης δημιουργός της πίστας Jarama στη Μαδρίτη. Πρόκειται για την παλαιότερη πίστα της Ιαπωνίας και μία από τις λίγες στον κόσμο με χάραξη σε σχήμα 8. Μόλις έναν χρόνο μετά την κατασκευή της, η Honda ξεκίνησε την επέλασή της στη Formula 1.

VIVA MEXICO! Το 1960, όταν ο Soichiro Honda αποφάσισε να λάβει μέρος στους αγώνες, η Honda ήταν ακόμα ο νεότερος κατασκευαστής στην Ιαπωνία και ο πρώτος που τόλμησε να εμπλακεί στον κόσμο της Formula 1. Το να κερδίσει έναν αγώνα με ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο δικής του κατασκευής ήταν ένα από τα παιδικά όνειρα του ιδρυτή. Και το πρώτο βήμα για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν το RA271. Μετά από εξαντλητική προετοιμασία στις πίστες της Suzuka (Ιαπωνία) και του Zandvoort (Ολλανδία), η ομάδα έκανε τελικά το ντεμπούτο της με το RA271 στο Γερμανικό GP του 1964 στο Nürburgring, την πιο απαιτητική πίστα του αγωνιστικού ημερολογίου της χρονιάς εκείνης. Βαμμένο σε ιβουάρ χρώμα με μια μεγάλη κόκκινη κουκκίδα, που συμβόλιζε τον ήλιο της Ιαπωνικής σημαίας, το μονοθέσιο έγραψε ιστορία. Η Honda ανταμείφθηκε πολύ γρήγορα για την απόφασή της να κατασκευάσει η ίδια τόσο το πλαίσιο του μονοθεσίου όσο και τον κινητήρα, με τον Richie Ginther να επιτυγχάνει το 1965 την πρώτη νίκη της Honda σε αγώνα της F1 στο Μεξικό. Η Honda έγινε ο πρώτος Ιάπωνας κατασκευαστής που κέρδισε ένα Grand Prix της F1 και όλα τα σημάδια ήταν ευοίωνα για μία ταχεία ανοδική πορεία. Ωστόσο, μετά τον τραγικό χαμό του Jo Schlesser το 1968 στο τιμόνι του RA302, η Honda αποσύρθηκε από την F1 μέχρι τη δεκαετία του 1980.

KEI CARS. Το 1963, η Honda ξεκίνησε μια καμπάνια ευρείας απήχησης, προσφέροντας βραβεία σε όσους μάντευαν σωστά την τιμή του νέου Honda S500. Η εταιρεία έλαβε πάνω από 5,7 εκατομμύρια απαντήσεις - ρεκόρ για καμπάνια αυτού του είδους. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, η Honda παρουσίασε το μίνι φορτηγό T360, ενώ τον Οκτώβριο ακολούθησε το S500. Το Honda N360, που κυκλοφόρησε το 1966 εν μέσω της άνθησης των μηχανοκίνητων οχημάτων στην Ιαπωνία, ήταν το πρώτο μίνι αυτοκίνητο (Kei car) της εταιρείας που παρήχθη μαζικά. Τα μίνι οχήματα ήταν ήδη δημοφιλή στην Ιαπωνία, αλλά κατά τις συνήθειές της, η Honda εισέβαλε στην αγορά προκαλώντας αίσθηση.

Το N360 ήταν επίσης το πρώτο μίνι αυτοκίνητο που προσέφερε προαιρετικά το αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων Hondamatic. Με το N360, η Honda εκμεταλλεύτηκε πλήρως τους περιορισμούς τεχνικών προδιαγραφών και μεγέθους που επέβαλλε η νομοθεσία για τα μικρά οχήματα: κυβισμός 600cc, μέγιστο μήκος 3,4 μέτρα, ύψος 2 μέτρα και πλάτος 1,48 μέτρα. Οι μηχανικοί της Honda κατάφεραν να προσφέρουν ισχύ παρόμοια με εκείνη ενός σπορ αυτοκινήτου και ένα εκπληκτικά ευρύχωρο εσωτερικό. Και όλα αυτά σε πολύ φθηνότερη τιμή από τους ανταγωνιστές του. Το N360 ενσάρκωνε τις εταιρικές αξίες που εξέφραζαν με τον καλύτερο τρόπο τη φιλοσοφία της Honda: ‘Man Maximum, Machine Minimum’.

ΕΚΚΙΝΗΣΗ ΣΤΗ ΧΑΒΑΗ.

Το 1969, λίγους μήνες πριν ο Νιλ Άρμστρονγκ πατήσει το πόδι του στη Σελήνη, το εμβληματικό Honda N600, μια πιο ισχυρή παραλλαγή του N360, έγινε το πρώτο αυτοκίνητο της εταιρείας που πωλήθηκε στην αγορά των ΗΠΑ. Ξεκινώντας την εμπορική καριέρα του από τη Χαβάη, το αυτοκίνητο άρχισε να διατίθεται από τη Honda America μέσω του δικτύου αντιπροσώπων που είχε ήδη δημιουργήσει η Honda για τις μοτοσυκλέτες της. Παράλληλα ξεκινούσε η προσπάθεια της Honda να μπει δυναμικά στην αμερικανική αγορά αυτοκινήτου διεκδικώντας το δικό της μερίδιο. Η πώληση αυτοκινήτων σε αντιπροσωπείες μοτοσυκλετών ήταν κάτι ασυνήθιστο για την εποχή, αλλά η Honda δεν μπορούσε να δημιουργήσει ένα δίκτυο ειδικά για αυτοκίνητα μέχρι την άφιξη του Civic το 1972.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΑΠΩΝΙΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΚΟΣΜΟ

ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΟΝΕΙΡΟ. Το χειμώνα του 1952, ο Soichiro έλαβε μία δραστική απόφαση που έμελε να διαμορφώσει το μέλλον της εταιρείας: την είσοδο στις ΗΠΑ. Στόχος του ήταν να επενδύσει το 100% της τελευταίας αύξησης κεφαλαίου της εταιρείας του στην εισαγωγή μηχανημάτων και εργαλείων για την παραγωγή εξαρτημάτων υψηλής ποιότητας αντάξιων των ιδεών του.

Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ. Το 1962, η Honda κατασκεύασε το πρώτο της εργοστάσιο εκτός Ιαπωνίας, στο Βέλγιο. Εγκαινιάστηκε το επόμενο έτος με τον ίδιο τον Soichiro Honda να προΐσταται της τελετής. Η Honda Motor Co. ήταν μόλις 15 ετών και ήδη μια παγκόσμια εταιρεία. Το 1969, η Honda έκανε ένα σημαντικό βήμα προόδου εμπλεκόμενη στην παραγωγή μοτοσυκλετών μεγάλου κυβισμού, με πρώτη την CB750 Four. Την εποχή εκείνη θεωρήθηκε η πιο εξελιγμένη μοτοσυκλέτα στην ιστορία. Ήταν η πρώτη που μπήκε σε μαζική παραγωγή διαθέτοντας δισκόφρενα και ηλεκτρονική ανάφλεξη. Οι ανώτερες επιδόσεις, ο εξαιρετικός χειρισμός και η υψηλή ποιότητα κατασκευής της είναι μερικά από τα στοιχεία που της χάρισαν τον τίτλο της πρώτης superbike στην ιστορία και σύντομα αναδείχτηκε σε ένα ανεπανάληπτο best-seller.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΘΡΥΛΟΥ. Στη δεκαετία του '70, υπήρξε μία αυξανόμενη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυστηροποιήθηκε η νομοθεσία για τις εκπομπές ρύπων προσβλέποντας στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα. Προς αυτή την κατεύθυνση, η Honda έκανε ένα βήμα που διαμόρφωσε τη φιλοσοφία της μάρκας.

Η Honda ήταν ακόμη μια σχετικά μικρή εταιρεία, αλλά ήταν από τις πρώτες που τοποθετήθηκε στο πλευρό δημόσιων φορέων και πολιτών στη μάχη κατά της ρύπανσης. Έχοντας τον πρώτο κινητήρα με τεχνολογία CVCC, το Civic εμφανίστηκε με μία πράσινη αποστολή: να δείξει στην αυτοκινητοβιομηχανία ότι όχι μόνο μπορούσε να ανταποκρίνεται στους αυστηρούς κανονισμούς που επέβαλε η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ, αλλά ότι ήταν επίσης άκρως απαραίτητο να ανέβουν ακόμα ψηλότερα τα πρότυπα του κλάδου.

Το Civic σημείωσε τεράστια εμπορική επιτυχία σε επίπεδο πωλήσεων και τιμήθηκε με πολλαπλά βραβεία. Στην Ιαπωνία, έγινε το πρώτο μοντέλο που απέσπασε τον τίτλο «Αυτοκίνητο της Χρονιάς» για τρεις συνεχόμενες χρονιές: 1972, 1973 και 1974. Όμως η δημοτικότητά του δεν περιορίστηκε μόνο στην πατρίδα του. Στον Καναδά, για παράδειγμα, ήταν το αυτοκίνητο με τις περισσότερες εισαγωγές για 28 συνεχόμενους μήνες μεταξύ 1976 και 1978.

ΕΝΑΣ ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΟΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ. Τον Οκτώβριο του 1973, που συνέπεσε με τα 25ά γενέθλια της Honda και τα ελπιδοφόρα μηνύματα από το Civic, οι δύο ιδρυτές, Soichiro Honda και Takeo Fujisawa, αποχώρησαν ταυτόχρονα. Με την ανάληψη των νέων ‘ισόβιων’ θέσεών τους ως ‘Ανώτατοι Σύμβουλοι’, ξεκίνησε η εφαρμογή ενός νέου μοντέλου διοίκησης που θα δοκίμαζε τις αντοχές της εταιρείας. Το βήμα αυτό σηματοδότησε το τέλος μιας στρατηγικά σημαντικής διαδικασίας που είχε ξεκινήσει τρία χρόνια νωρίτερα με τη δημιουργία της ‘συλλογικής ηγεσίας’, όπου μία ομάδα αποτελούμενη από τέσσερα ανώτατα διευθυντικά στελέχη θα ηγείτο της μετάβασης.

ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΟΝΕΙΡΟ. "Αν δεν είσαι ο Νο1 στον κόσμο, δεν μπορείς να είσαι ο Νο1 στην Ιαπωνία". Όταν ο Soichiro αποφάσισε να ρισκάρει και να εισάγει εργαλεία σε μεγάλες ποσότητες, είχε αντιληφθεί τη λογική της διεθνούς αγοράς, η οποία διένυε τη φάση της διαρκούς παγκοσμιοποίησης. Πάνω από δύο δεκαετίες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1978, ιδρύθηκε η Honda of America Manufacturing (HAM) στο Οχάιο των ΗΠΑ, με κύριο αντικείμενο την κατασκευή ενός εργοστασίου παραγωγής μοτοσυκλετών.

Μετά από ενάμιση χρόνο, η CR250R έβγαινε από τη γραμμή παραγωγής ως η πρώτη μοτοσυκλέτα της Honda που κατασκευάζονταν στις ΗΠΑ. Λίγο αργότερα, η εταιρεία ξεκίνησε την κατασκευή ενός εργοστασίου παραγωγής αυτοκινήτων και πέτυχε ένα νέο ορόσημο στο πλαίσιο της παγκόσμιας επέκτασής της το 1982 με το νέο Accord, το πρώτο ιαπωνικό αυτοκίνητο που κατασκευάστηκε στις ΗΠΑ

ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ

ΕΠΙ ΧΑΡΤΟΥ’. Μετά την επιτυχία του Civic, το κοινό απαίτησε ένα μεγαλύτερο Honda. Το 1976, αφίχθη το Honda Accord, ταράζοντας τα νερά της αυτοκινητοβιομηχανίας με μια νέα αυτοκινητιστική φιλοσοφία, όντας προσιτό, σπορ και αποδοτικό. Επιπλέον, το Accord διέθετε αυτό που θεωρείται το πρώτο ενσωματωμένο σύστημα πλοήγησης σε αυτοκίνητο. Το Electro Gyro-Cator χρησιμοποιούσε ένα γυροσκόπιο αερίου (περιείχε ήλιο σε κενό αέρος) σε συνδυασμό με ένα σερβομηχανισμό για να προσδιορίσει το σημείο στο οποίο βρισκόταν το όχημα και την ταχύτητα με την οποία είχε ταξιδέψει. Η οθόνη ήταν παρόμοια με εκείνη ενός συστήματος ραντάρ υποβρυχίου, με διαφανή χάρτη όπου εμφανίζονταν τα σημεία της διαδρομής. Αν και δεν το συνειδητοποιήσει πλήρως, το 1981 η Honda εφηύρε το πρώτο σύστημα πλοήγησης οχήματος βασισμένο σε χάρτη, πολύ πριν την εμφάνιση των δορυφορικών συστημάτων πλοήγησης GPS.

ΞΑΝΑ ΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΝΙΚΗΣ. Η πολυαναμενόμενη επιστροφή της Honda στους αγώνες πραγματοποιήθηκε το 1983, αυτή τη φορά ως προμηθευτής κινητήρων για τις ομάδες Spirit, Williams, Lotus, McLaren και Tyrrell. Ήταν μια χρυσή εποχή, με έξι συνεχόμενους τίτλους κατασκευαστών με τις Williams (1986 και 1987) και McLaren (1988 - 1991), καθώς και πέντε τίτλους οδηγών με τους Nelson Piquet (1987), Ayrton Senna (1988, 1990 και 1991) και Alain Prost (1989). Το 1988, τα μονοθέσια της McLaren-Honda κέρδισαν 15 από τους 16 αγώνες, πρωτοφανές σε μια σεζόν της F1. Η Honda κέρδισε το Πρωτάθλημα Κατασκευαστών, ο Ayrton Senna ανακηρύχθηκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής και ο ομόσταυλός του Alain Prost ήρθε δεύτερος.

Honda RC30

Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '80: ΠΡΩΤΟΦΑΝΗΣ ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ. Κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, η Honda ενίσχυσε την ηγετική της θέση ως κατασκευαστής μοτοσυκλετών μεγάλου κυβισμού. Ανάμεσα στα V4 μοντέλα που ξεχώρισαν ήταν η VF750F, που έδωσε τη θέση της στη VFR750 (1986), και η VFR750R, η θρυλική RC30 που ενσωμάτωσε τεχνολογικές καινοτομίες όπως το μονόμπρατσο ψαλίδι και οι μπιέλες τιτανίου.

Η Honda εξέπληξε τον κόσμο με την CX500 Turbo (1981), ένα υπετροφοδοτούμενο V-twin μοντέλο με ηλεκτρονικό ψεκασμό καυσίμου. Στην κατηγορία trail, η εκπληκτική XLV750R εμφανίστηκε στην αγορά το 1983, και το 1988 έδωσε τη θέση της στην XRV650, το πρώτο μοντέλο της δημοφιλούς οικογένειας Africa Twin.

Όσον αφορά τα μοντέλα με εν σειρά κινητήρα, η κληρονομιά της εμβληματικής CB750 Four και της εντυπωσιακής 6κύλινδρης CBX1000 μετουσιώθηκε στο θρυλικό ακρωνύμιο CBR, με το οποίο η Honda έφερε την επανάσταση στην γκάμα των σπορ μοτοσυκλετών των 600, 400 και 250 κ.εκ. και θα αποτελούσε από το 1992 και μετά τη βάση ενός άλλου, ιδιαίτερα σημαντικού μοντέλου: της CBR900RR. Η Honda συνέχισε επίσης να αναπτύσσει μοντέλα με boxer κινητήρες στη σειρά Gold Wing, που αρχικά ήταν τετρακύλινδρη και στα τέλη της δεκαετίας του '80 έγινε εξακύλινδρη. Παράλληλα, με όλες αυτές τις δημιουργίες και με τον αέρα μιας επιτυχημένης πορείας στους αγώνες Grand Prix, η Honda παρουσίασε δύο δίχρονα μοντέλα της σειράς NS, με χωρητικότητα κινητήρα 250κ.εκ. και 400κ.εκ., τα οποία έφεραν στο προσκήνιο την NSR250 το 1986, ένα cult μοντέλο που σημάδεψε μία ολόκληρη εποχή στην ιστορία της Μοτοσυκλέτας.

ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΟΥ ΚΑΘΟΡΙΣΕ ΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ. Με εφαλτήριο τις επιτυχίες στον μηχανοκίνητο αθλητισμό, το 1986 η Ιαπωνική εταιρεία παρουσίασε το πρώτο της πολυτελές αυτοκίνητο, το Honda Legend, και ένα brand για τις ΗΠΑ με το όνομα Acura. Ως εκ τούτου, η Honda έγινε ο πρώτος Ιάπωνας κατασκευαστής αυτοκινήτων που εγκαινίασε ένα ανεξάρτητο premium τμήμα.

Τον Φεβρουάριο του 1989, η Honda παρουσίασε το NSX - ένα υπεραυτοκίνητο που αψήφησε τον ανταγωνισμό και τάραξε συθέμελα την αυτοκινητοβιομηχανία με τη δική του τεχνολογία και σχεδίαση, τις αποκλειστικές καινοτομίες και το περίφημο αλουμινένιο μονοκόκ πλαίσιο του. Το αποτέλεσμα ήταν ένα όχημα εμπνευσμένο από τις τεχνολογικές λύσεις της F1.

Το NSX έγινε τεχνολογικό πρότυπο και ήταν το πρώτο ιαπωνικό supercar στην παγκόσμια αγορά. Μπορούσε να ολοκληρώσει το σπριντ 0 - 100 χλμ/ώρα σε 5,7 δευτερόλεπτα και η τελική του ταχύτητα έφτανε τα 259 χλμ/ώρα. Το NSX ήταν η ενσάρκωση της επιτυχίας της Honda στον μηχανοκίνητο αθλητισμό. Μάλιστα, ο θρυλικός οδηγός Ayrton Senna συμμετείχε προσωπικά στην εξέλιξή του και ήταν αυτός που το παρουσίασε μαζί με τον Alain Prost στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης το 1989.

Soichiro Honda

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΙΔΙΟΦΥΙΑ. Στις 5 Αυγούστου 1991, ο Soichiro έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 ετών. Περισσότεροι από 62.000 άνθρωποι απέτισαν φόρο τιμής στον Ιάπωνα μηχανικό σε δημόσια τελετή στο Τόκιο που διήρκεσε τρεις ημέρες χωρίς να προκαλέσει προβλήματα στην κυκλοφορία. Ο ιδρυτής της Honda είχε αστειευτεί σχετικά με αυτό: «Αφού έζησα τη ζωή μου ως κατασκευαστής αυτοκινήτων, πώς θα μπορούσα να προκαλέσω κυκλοφοριακό κομφούζιο την ημέρα της κηδείας μου;»

Το 1992, έναν χρόνο μετά το θάνατο του Soichiro Honda, η μάρκα έφερε εκ νέου την επανάσταση στον κόσμο των δύο τροχών παρουσιάζοντας τη θρυλική NR750, μία μοτοσυκλέτα με αμέτρητες προηγμένες τεχνολογικές λύσεις που δεν είχαν εφαρμοστεί ποτέ μέχρι τότε σε ένα στάνταρ μοντέλο παραγωγής. Ξεχώριζε ένας V4 κινητήρας με οβάλ έμβολα και 8 βαλβίδες ανά κύλινδρο, ο οποίος απέδιδε 125 ίππους στις 14.000 σαλ. Με την NR750, η Honda απέδειξε για άλλη μια φορά τις τεράστιες τεχνολογικές της δυνατότητες ως κατασκευαστής.

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΤΩΠΑ

THE POWER OF DREAMS. Το 1989 κυκλοφόρησε το νέο Honda Integra, εξοπλισμένο με τον πρώτο κινητήρα DOHC VTEC. Ο θρυλικός VTEC, ο οποίος έδωσε το έναυσμα για το σλόγκαν "The Power of Dreams", εκθειάστηκε ως η πρώτη τεχνολογία που εξασφάλιζε έναν μηχανισμό για τη ρύθμιση του χρόνου ανοίγματος και βύθισης και των τεσσάρων βαλβίδων. Αυτό σημαίνει ότι σε περιπτώσεις που απαιτείται υψηλή απόδοση, οι βαλβίδες ανοίγουν περισσότερο και για περισσότερη ώρα. Επί του παρόντος, όλα τα βενζινοκίνητα αυτοκίνητα της Honda, καθώς και οι μοτοσυκλέτες και οι μηχανές θαλάσσης περιέχουν μία από τις ποικίλες εκδόσεις του συστήματος VTEC.

ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ ΒΕΝΖΙΝΗΣ. Το αγωνιστικό πνεύμα της Honda οδήγησε την εταιρεία να γίνει ένας από τους πρώτους κατασκευαστές αυτοκινήτων που συμμετείχαν στο World Solar Challenge, την γνωστή αυστραλιανή διοργάνωση στην οποία συμμετέχουν αποκλειστικά αγωνιστικά αυτοκίνητα που τροφοδοτούνται με ηλιακή ενέργεια. Για τον σκοπό αυτόν, η εταιρεία σχεδίασε το Honda Dream και αργότερα το Honda Dream II, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από ελαφρύ πλαστικό ενισχυμένο με ανθρακονήματα και καλυμμένο με ηλιακές κυψέλες. Το μπλε μοντέλο σε σχήμα σφαίρας κατέρριψε πολλά ρεκόρ και σημείωσε μια σειρά από νίκες μεταξύ 1993 και 1996.

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ TYPE R. Η άφιξη της δεκαετίας του '90 συνέπεσε με την έκτη γενιά του Honda Civic. Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες, ήταν η πρώτη που εισήγαγε στην γκάμα του μοντέλου τις εκδόσεις Type R (από το Racing). Μέχρι σήμερα, μόνο τα καθαρόαιμα σπορ μοντέλα της Honda, όπως το NSX, συνοδεύονται από την ονομασία αυτή.

Για να δικαιούται αυτό το σήμα, το όχημα έπρεπε να πληροί ακριβή κριτήρια: έπρεπε να είναι γρήγορο, να προσφέρει μια συναρπαστική εμπειρία οδήγησης και ο οδηγός να νιώθει ότι συμμετέχει στην οδήγηση. Και όχι μόνο, καθώς και άλλα χαρακτηριστικά έπρεπε επίσης να είναι συναρπαστικά σε απόδοση, όπως το κιβώτιο ταχυτήτων, το σύστημα πέδησης και το σύστημα διεύθυνσης. Τα περιττά αξεσουάρ και η ηχομόνωση απορρίφθηκαν, καθώς θα μπορούσαν να αλλοιώσουν την εμπειρία οδήγησης.

HONDA ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Η θρυλική πίστα Twin Ring Motegi, που κατασκευάστηκε από τη Honda το 1997 και απέχει δύο ώρες από το Τόκιο, είναι γνωστή στους φίλους της Formula 1 και των αγώνων MotoGP. Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν ότι η πίστα της Honda δεν είναι απλά ένα ιερός τόπος για τους θιασώτες των αγώνων αυτοκινήτου, αλλά και ένα θεματικό πάρκο μέσα στη φύση με μεγάλη απήχηση σε οικογένειες. Η πίστα περιβάλλεται από δάσος που αποτελεί μέρος των εγκαταστάσεων, αλλά το κύριο χαρακτηριστικό που προσελκύει επισκέπτες από όλο τον κόσμο είναι το Honda Collection Hall: τρεις όροφοι γεμάτοι όνειρα, ιστορία και περισσότερα από 350 θρυλικά μοντέλα Honda.

ΓΙΟΡΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ 50ή ΕΠΕΤΕΙΟ. Για τον εορτασμό του μισού αιώνα από την ίδρυσή της, η Honda έκανε το δικό της δώρο γενεθλίων: το Honda S2000, ένα μοντέλο που αναβίωνε το σπορ πνεύμα του S500. Κληρονόμος της σειράς ελαφρών roadster - που ξεκίνησε με τα S500, S600 και S800 - το S2000 έκλεψε καρδιές όλων όταν παρουσιάστηκε σε μορφή πρωτοτύπου στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Τόκιο το 1995 με την ονομασία «Sports Study Model».

Οι εκδηλώσεις θαυμασμού ήταν αναμενόμενες: το εκπληκτικό μοντέλο είχε σχεδιαστεί σε συνεργασία με τον οίκο Pininfarina και διέθετε έναν υψηλόστροφο ατμοσφαιρικό κινητήρα που προσέφερε έντονη οδηγική συγκίνηση.

ΥΠΕΡΣΥΓΧΡΟΝΟ ΥΒΡΙΔΙΚΟ. Το Honda Insight, που παρουσιάστηκε το 1999, ήταν το πρώτο υβριδικό αυτοκίνητο που κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Το εξαιρετικά ελαφρύ, αεροδυναμικό αμάξωμα ήταν μια μεγάλη καινοτομία, αλλά ακόμη πιο σημαντικό ήταν το σύστημα μετάδοσης κίνησης. Στο Insight υιοθετήθηκε για πρώτη φορά το σύστημα IMA (Integrated Motor Assist), το οποίο ενσωματώθηκε σε όλα τα υβριδικά μοντέλα της μάρκας για πολλά χρόνια. Η τεχνολογία IMA βασιζόταν σε ένα παράλληλο υβριδικό σύστημα, του οποίου η μηχανική απλότητα και το χαμηλό βάρος επέτρεπαν αποδοτικότητα καυσίμου ανώτερη έναντι άλλων υβριδικών συστημάτων.

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΛΑΣΤΙΚΑ

Asimo

ΕΝΑ ΡΟΜΠΟΤ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο ASIMO γεννήθηκε τον 21ο αιώνα. Ωστόσο, οι ρίζες του χρονολογούνται από το 1986, όταν τα πρώτα ρομπότ της Honda ήταν πόδια που προσπαθούσαν να προσομοιώσουν το ανθρώπινο βάδισμα, για να μπορέσουν να αναπτυχθούν συστήματα που θα βοηθούσαν μη αυτό-εξυπηρετούμενα άτομα ή θα αντικαθιστούσαν τον άνθρωπο σε επικίνδυνες εργασίες. Στην αλλαγή του αιώνα, η Honda εξέπληξε τους πάντες με ένα ρομπότ που αποτέλεσε μια πραγματική τεχνολογική επανάσταση στον κόσμο των ανθρωποειδών ρομπότ και άνοιξε το δρόμο για τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στη ρομποτική. Για πρώτη φορά, ένα δίποδο ρομπότ σε μέγεθος και σχήμα κανονικού ανθρώπου διατηρούσε τέλεια την ισορροπία του όταν περπατούσε, ενώ μπορούσε ακόμη και να ανεβοκατεβαίνει σκάλες.

Ως τεχνολογικός πρεσβευτής, ο ASIMO επισκέφθηκε επιστημονικά και τεχνολογικά μουσεία, ιδρύματα και σχολεία σε όλο τον κόσμο, ενθαρρύνοντας τους νέους ανθρώπους να εντρυφήσουν στις θετικές επιστήμες και να οραματιστούν συγχρόνως ένα μέλλον με ρομπότ.

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ, ΣΗΜΕΡΑ. Η Honda είχε αναπτύξει ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο με κυψέλες καυσίμου υδρογόνου από τη δεκαετία του '80. Το Honda FCX, που παρουσιάστηκε το 2002, ήταν το πρώτο αυτοκίνητο με μηδενικές εκπομπές ρύπων που κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Η συνέχεια του ερευνητικού αυτού προγράμματος της Honda είναι το Clarity Fuel Cell, το οποίο μπορεί να προσφέρει την ίδια απόδοση με τα συμβατικά οχήματα. Ήταν το πρώτο αυτοκίνητο που είχε ολόκληρο το σύστημα κίνησης, συμπεριλαμβανομένης της κυψέλης καυσίμου, τοποθετημένο κάτω από το καπό.

Το 2014 σηματοδότησε ένα ορόσημο στην ιστορία της F1, με την εισαγωγή των υβριδικών κινητήρων. Ως πρωτοπόρος αυτής της τεχνολογίας, το πάθος της Honda για τους αγώνες αναζωπυρώθηκε. Μετά από τρία χρόνια χωρίς θετικά αποτελέσματα, η Honda ένωσε τις δυνάμεις της με τη Scuderia Toro Rosso και άρχισε να δοκιμάζει μαζί της τους κινητήρες STR14 και RA618H.

Το 2019, η Red Bull Racing ακολούθησε την Toro Rosso επιλέγοντας και αυτή τους κινητήρες της Honda. Μόλις δύο χρόνια αργότερα, το 2021, ο Ολλανδός οδηγός Max Verstappen ανακηρύχθηκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής στον τελευταίο αγώνα της σεζόν.

Honda Jet

ΚΑΤΑΚΤΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΙΘΕΡΕΣ. Η ενασχόληση της Honda με την αεροπλοΐα ξεκίνησε το 1986 με τη δημιουργία ενός τμήματος αφιερωμένου αποκλειστικά σε αυτόν τον τομέα. Επικεφαλής ήταν ο νεαρός αεροναυπηγός Michimasa Fujino, ο οποίος, μαζί με μία μικρή ομάδα, μετακόμισε σε ένα ερευνητικό κέντρο προηγμένης αεροναυπηγικής στο Starkville του Mississippi.

Ένα βράδυ στις αρχές του 1997, ο μελλοντικός ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Honda Aircraft είχε μια φαεινή ιδέα. Ενώ μισοκοιμόταν και μη έχοντας κάποιο πρόχειρο χαρτί, ο Fujino έσκισε ένα φύλλο από ένα ημερολόγιο και κατέγραψε την ιδέα του στο πίσω μέρος του. Το αρχικό σχέδιο του Fujino περιέχει αυτό που ίσως εξακολουθεί να είναι η πιο χαρακτηριστική καινοτομία του HondaJet: τη στήριξη του κινητήρα πάνω από το φτερό - μια λύση που απελευθέρωσε περισσότερο χώρο στην καμπίνα και μείωσε τον θόρυβο που προκαλείται από τους κραδασμούς του κινητήρα. Οι δοκιμές συνεχίστηκαν και τον Ιούλιο του 2005, το HondaJet παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ενώπιον εκατοντάδων χιλιάδων επισκεπτών στον εκθεσιακό χώρο στο Oshkosh του Wisconsin.

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ HONDA. Η Honda καθόρισε το ηλεκτρικό της μέλλον το 2021. Περισσότερο από ένας απλός στόχος, ήταν μια δέσμευση προς την κοινωνία, το περιβάλλον και τις ηθικές αξίες της εταιρείας. Το 2020, παρουσίασε το Honda e, το οποίο βοήθησε να τεθούν τα θεμέλια γι’ αυτό το νέο όραμα και άνοιξε τον δρόμο για τον εξηλεκτρισμό των mainstream ευρωπαϊκών μοντέλων της. Το πρώτο αμιγώς ηλεκτρικό Honda για τη Γηραιά Ήπειρο, ακολούθησαν σύντομα εξηλεκτρισμένες εκδόσεις όλων των υφιστάμενων μοντέλων που ολοκληρώθηκαν με την παρουσίαση του νέου Civic e:HEV το 2022.

Αλλά η δέσμευση δε σταματά εκεί. Η Honda δεσμεύτηκε ότι το 100% των πωλήσεών της θα αφορούν οχήματα μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2040 και ότι όλα τα προϊόντα και οι εταιρικές της δραστηριότητες θα είναι ουδέτερες ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050. Ως απόδειξη αυτού του στόχου, το 2023, η Honda παρουσίασε στην ευρωπαϊκή αγορά τρία ηλεκτροκίνητα μοντέλα.

ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ. Πρώτα η ξηρά, μετά η θάλασσα και ο αέρας και τέλος το διάστημα. Το 2021, ανακοινώθηκε ένα κοινό ερευνητικό πρόγραμμα μεταξύ της Ιαπωνικής Αεροδιαστημικής Υπηρεσίας (JAXA) και του τμήματος R&D της Honda, στα πλαίσια του οποίου θα διερευνηθεί η δυνατότητα δημιουργίας ενός κυκλικού συστήματος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που θα υποστηρίζει την ανθρώπινη ζωή στο διάστημα. Η ιδέα είναι ότι αυτό το σύστημα με τη σχεδιαστική υπογραφή της Honda θα παρέχει οξυγόνο, υδρογόνο, καύσιμα και ηλεκτρική ενέργεια σε διαστημικούς σταθμούς οχήματα. Πώς; Μέσω ενός συνδυασμού ηλεκτρόλυσης υψηλής διαφορικής πίεσης (που θα παράγει οξυγόνο και υδρογόνο χρησιμοποιώντας ηλιακή ενέργεια) και ενός συστήματος κυψελών υδρογόνου που θα παράγει ηλεκτρική ενέργεια και νερό.

Η HONDA ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ

ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΤΟΥ HONDA GROUP (FY 2023*)

  • εταιρείες: 313 θυγατρικές + 69 συνδεδεμένες εταιρείες

  • εργοστάσια παραγωγής σε όλο τον κόσμο

  • Ιαπωνία:    9
  • Βόρεια και Νότια Αμερική: 10
  • ΗΠΑ: 3
  • Βραζιλία: 3
  • Καναδάς: 1
  • Μεξικό: 1
  • Αργεντινή: 1
  • Περού: 1
  • Ευρώπη: 3
  • Γαλλία: 1
  • Ιταλία: 1
  • Ισπανία: 1
  • Αφρική: 4
  • Νιγηρία: 2
  • Κένυα: 1
  • Γκάνα: 1
  • Ασία - Ωκεανία: 28
  • Κίνα: 9
  • Ινδονησία: 4
  • Ταϊλάνδη: 3
  • Ινδία: 3
  • Πακιστάν: 2
  • Φιλιππίνες: 2
  • Βιετνάμ: 2
  • Ταϊβάν: 1
  • Μπαγκλαντές: 1
  • Αυστραλία: 1
  • Κέντρα R&D

  • Ιαπωνία: 2
  • ΗΠΑ: 4
  • Ευρώπη: 5
  • Ηνωμένο Βασίλειο: 2
  • Γερμανία: 2
  • Ιταλία: 1
  • Ασία - Ωκεανία: 9
  • Κίνα: 3
  • Ταϊλάνδη: 3
  • Ινδονησία: 2
  • Ινδία: 1

Συνεργάτες (FY 2023)

  • 230.000 επαγγελματίες
  • 215.508 μέτοχοι

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ (FY 2023)

28.08 δισεκατομμύρια (περίπου 108 δισ. ευρώ)

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΚΕΡΔΗ (FY 2023)

839.3 δισ. yen (περίπου. 5.747 δισ. ευρώ)

ΕΤΗΣΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ (FY 2023)

  • 18,75 εκατομμύρια μοτοσυκλέτες
  • 3,68 εκατομμύρια αυτοκίνητα
  • 5,64 εκατομμύρια προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας

ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ:

  • Μείωση στις παγκόσμιες εκπομπές CO2: FY 2020–FY 2023: -24.1%
  • Μείωση στην ένταση εκπομπών CO2 από τη χρήση προϊόντων:
  • Μοτοσυκλέτες - FY 2020–FY 2023: -30,4 %
  • Αυτοκίνητα - FY 2020–FY 2023: -27,2 %
  • Προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας - FY 2020–FY 2023: -28,2 %
  • Μείωση στην κατανάλωση ενέργειας: FY 2019–FY 2023: -14.3 %
  • Μείωση στην κατανάλωση νερού: FY 2019–FY 2023: -8.3 %
  • Μείωση στην παραγωγή αποβλήτων: FY 2019–FY 2023: -16 %
  • Επετηρίδα βιωσιμότητας της S&P Global για τις πιο βιώσιμες εταιρείες (2023): Στο top 10% στον κόσμο με 79/100 μονάδες
  • Νο 26 στην κατάταξη Interbrand Best Global Brands 2022.

ΑΓΩΝΕΣ:

Αυτοκίνητα (Formula 1) - 13 παγκόσμια πρωταθλήματα με κινητήρες Honda.

Τίτλοι οδηγών: 7

Τίτλοι κατασκευαστών: 6

Μοτοσυκλέτες - Η Honda έχει κατακτήσει 200 παγκόσμια πρωταθλήματα στις ακόλουθες κατηγορίες:

Ταχύτητας: 72 τίτλοι

MotoGP/500cc: 25

350cc: 6

250cc: 19

125cc/Moto3: 20

50cc: 2

Trial: (Montesa + Honda): 54

Outdoor: 26

Indoor: 20

Women’s: 8

Motocross: 31

MXGP/500cc: 17

MX2/250cc: 9

125cc: 3

MX3: 2

Enduro: 14

Men’s: 12

Women’s: 2

Superbike: 6

Supersport: 9

Resistance: 13

Raid Rally: 1

* FY – Οικονομικό έτος. Το οικονομικό έτος της Honda λήγει στις 31 Μαρτίου. Το οικονομικό έτος 2023 αντιστοιχεί στο οικονομικό έτος από την 1η Απριλίου 2022 έως τις 31 Μαρτίου 2023."

Ετικέτες