Νέα συνθετικά καύσιμα από την Bosch

Υπόσχονται να αλλάξουν τα σχέδια για το μέλλον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

1/9/2017

Στην έκθεση Αυτοκινήτου της Φρανκφούρτης, υπάρχει μία είδηση που αφορά και το μέλλον της μοτοσυκλέτας. Μάλιστα θα μπορούσε να πει κανείς, ότι είναι πιο σημαντική για την μοτοσυκλέτα, απ’ ότι είναι για την πλειοψηφία των αυτοκινητιστών.

Η Bosch ανακοίνωσε έναν νέο τρόπο παρασκευής συνθετικών καυσίμων, σε όλες τις μορφές που χρησιμοποιούνται ήδη, βενζίνη, πετρέλαιο, ακόμη και αέριο, με σημαντική μείωση των εκπομπών ρύπων. Υπάρχουν πολλά γκρίζα σημεία στην τεχνολογία της Bosch, τα οποία και η ίδια άλλωστε επισημαίνει στην ανακοίνωσή της.

Η νέα μέθοδος παρασκευής απαιτεί τεράστιες ποσότητες ηλεκτρισμού και μονάχα αν συνδυαστεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μπορεί να καταστεί οικονομικά εφικτή και περιβαντολλογικά συμφέρουσα.

Η τεχνολογία αυτή της Bosch δεν έρχεται να ανατρέψει το ηλεκτροκίνητο μέλλον στο οποίο αποβλέπει η Ευρώπη, αλλά να συνυπάρξει, αρχικά ως μεταβατικό στάδιο και έπειτα ως παράπλευρη λύση για κλασσικά οχήματα, και οχήματα που η ηλεκτροκίνηση δεν θα μπορεί να δώσει λύση τις επόμενες δεκαετίες, όπως τα αεροσκάφη.

φωτογραφία από αντίστοιχη έρευνα της Audi στα συνθετικά καύσιμα...

 

Από τα πλέον βασικά χαρακτηριστικά, πάνω στο οποίο αναπτύσσει η Bosch την επιχειρηματολογία της, είναι πως τα συνθετικά καύσιμα μειωμένων ρύπων, δίνουν παράταση ζωής στην υπάρχουσα υποδομή και τις θέσεις εργασίας που αυτή προσφέρει, κι επιτρέπουν την απρόσκοπτη συνέχεια των ταξιδιών όπως τα έχουμε συνηθίσει. Ταυτόχρονα, με βάση πάντα την υπάρχουσα τεχνολογία στην ηλεκτροκίνηση, οι μεγάλες αποστάσεις κρίνονται καλύτερες αποδοτικά με τα συνθετικά καύσιμα, για την Bosch.

Έπειτα υπάρχει και το άλλο, που καθιστά την είδηση αυτή πιο ενδιαφέρουσα για τους μοτοσυκλετιστές. Σε μία πιθανότητα ενός τέτοιου παράλληλου μέλλοντος, οι μοτοσυκλέτες μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν με τον τρόπο που τις ξέρουμε!

 

Την στιγμή που τα αυτοκίνητα απομονώνουν ολοένα και περισσότερο τον οδηγό τους από τον κινητήρα και τον ίδιο τον δρόμο ακόμα, φιλτράροντας ήχους και ανωμαλίες, η μοτοσυκλέτα βασίζεται ακριβώς σε αυτά τα στοιχεία.

 

Για ένα μεγάλο ποσοστό οδηγών αυτοκινήτων, τα υβριδικά και ηλεκτροκίνητα οχήματα δεν έχουν καμία σημαντική διαφορά από όσα οδηγούσαν προηγουμένως και η μετάβαση είναι ομαλότερη.

 

Για τον αναβάτη μοτοσυκλέτας μία ηλεκτροκίνητη μοτοσυκλέτα, τουλάχιστον σε όσες έχουμε ανέβει ως τώρα, απαιτεί ένα βαθμό προσαρμογής που ακόμα δεν χαρακτηρίζεται μικρός, πόσο μάλλον μηδαμινός.

 

Με τα συνθετικά καύσιμα μπορεί να υπάρξει μία διέξοδος, σ’ ένα υποθετικό ακόμα μέλλον που στοχοποιείται οτιδήποτε καταναλώνει ορυκτά καύσιμα…

Υπάρχουν επίσης και προτερήματα έναντι των βιοκαυσίμων, που απαιτούν εξίσου μεγάλη ενέργεια για να παραχθούν, αν υπολογίσεις το κόστος καλλιέργειας.

 

Η Bosch δεν εξηγεί πολλά για την παρασκευή τους, πέρα από την τεράστια ποσότητα ηλεκτρισμού που απαιτείται. Διαχωρίζοντας το υδρογόνο από το νερό, δεσμεύει διοξείδιο από την ατμόσφαιρα και άλλες ενώσεις άνθρακα για να παραχθεί ένα υγρό καύσιμο που –σύμφωνα με τους Γερμανούς- έχεις τις ίδιες ιδιότητες με τα ορυκτά.

Επειδή το διοξείδιο που χρησιμοποιείται υπάρχει ήδη στην ατμόσφαιρα ή στην περίπτωση που προέρχεται από απόβλητα εργοστασίων, θα έφτανε έτσι κι αλλιώς στην ατμόσφαιρα, η καύση των συνθετικών καυσίμων αναγνωρίζεται ως ουδέτερη.

Εκλύοντας οριακά λιγότερο διοξείδιο από αυτό που δεσμεύεται, τα συνθετικά καύσιμα μπορούν να έχουν διαφορετική τύχη απέναντι στην ολοένα και πιο σκληρή νομοθεσία.

 

 

 

Η Bosch εκπόνησε μία σειρά από έρευνες για να διαπιστώσει την βιωσιμότητα μίας επένδυσης προς αυτό τον τομέα.

Υπολόγισε πως στην περίπτωση που η τεχνολογία στραφεί προς την παρασκευή τεράστιων ποσοτήτων, η τιμή λίτρου θα μπορούσε να κυμανθεί μεταξύ 1 Ευρώ και 1.40 Ευρώ, χωρίς φόρους και κέρδη.

Αν σε αυτή την τιμή καταφέρουν να συμπεριλάβουν τα κέρδη της μεταπώλησης και το κόστος μεταφοράς, αν δηλαδή ρίξουν κι άλλο το κόστος και τύχουν μίας διαφορετικής φορολόγησης σε σύγκριση με όσα ισχύουν τώρα για τα ορυκτά καύσιμα, τότε στα χαρτιά η λύση είναι βιώσιμη.

Μένει να συνεχίσει τις έρευνες η Bosch για να καταλήξει στον τρόπο παραγωγής και να αποδείξει πως το τελικό προϊόν είναι ασφαλές και σύννομο με τις προδιαγραφές των ορυκτών καυσίμων.

 

Έχοντας επισκεφτεί τις εγκαταστάσεις της Bosch στην Γερμανία το ‘14, μπορώ να αναγνωρίσω την τεράστια δυναμική που έχει το τμήμα Mobility Solutions. Πρόκειται για το λιγότερο γνωστό στο ευρύ κοινό τμήμα της Bosch, το οποίο όμως καλύπτει 60% των πωλήσεών της και επιφέρει περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια στα ταμεία της.

Το νέο σχέδιο, να καταστεί ένας από τους μεγαλύτερους πετρελαιοπαραγωγούς στον κόσμο, γιατί έτσι θα γίνει αν γίνει πράξη το παραπάνω σενάριο, είναι αρκετά φιλόδοξο. Ωστόσο έχει την τεχνογνωσία και τεράστιους, πρακτικά ανεξάντλητους πόρους, για να το υλοποιήσει…

 

Η Bosch δεν είναι η μόνη εταιρία, ούτε κατά διάνοια, που έχει να πει κάτι νέο για τα συνθετικά καύσιμα. Ακόμα και οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν εμπλακεί στον αγώνα αυτό. Από την Audi και την Ford, μέχρι ολόκληρες χώρες που επενδύουν κρατικά, όπως η Νορβηγία. Μία χώρα με πλούσια κοιτάσματα που κοιτά το μακρινό μέλλον, θέλοντας να συνεχίσει να πρωτοστατεί στον τομέα της ενέργειας.

Το ίδιο ισχύει και για τις αραβικές χώρες, που μάλιστα έχουν το πλεονέκτημα της δωρεάν ενέργειας από τον ήλιο.

Η είδηση από την Bosch έχει λοιπόν μεγαλύτερο νόημα αν την διαβάσουμε αλλιώς, πως πλέον είναι πιο οικονομικά εφικτό από ποτέ να έχουμε συνθετικά καύσιμα, αντίστοιχης απόδοσης με τα ορυκτά. Μέχρι να φτάσουν στην αντλία όμως οι προϋποθέσεις παύουν να είναι σχετικές με την τεχνολογία και μπαίνουν σε ένα τελείως διαφορετικό παιχνίδι…

 

Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi

Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/2/2019

Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…

Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).

Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.

Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...

Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".

Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.

Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.

Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.

Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.

Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.

Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...

Ετικέτες