Nordkapp 2017-Στο Δρόμο του Ατλαντικού!

Διασχίζοντας την ομορφότερη διαδρομή
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

28/6/2017

Καταλήγοντας στην βόρεια πλευρά της Νορβηγίας και κινούμενοι πλέον παράλληλα με τον ωκεανό, οι σαράντα Africa Twin που την πρώτη μέρα ταξίδευαν μαζί σε τρία διαδοχικά γκρουπ, έσπασαν σε μονάδες για να απολαύσουν την διαδρομή! Ήταν η ημέρα που θα περνούσαν από τον Δρόμο του Ατλαντικού, την διαδρομή των σχεδόν οκτώ χιλιομέτρων που έχει ψηφιστεί ως η ομορφότερη ταξιδιωτική διαδρομή και είναι σχεδόν βέβαιο πως θα έχετε πέσει σε τουλάχιστον μία από τις φωτογραφίες της.

Ο Γιώργος Πυρπασόπουλος μας ενημέρωσε στο τέλος της ημέρας, πως μπορεί η συνολική διαδρομή να μην είχε την εναλλαγή τοπίου που συνάντησε την πρώτη μέρα οδήγησης, αλλά η θέα του Δρόμου του Ατλαντικού και η οδήγηση στις στενές λωρίδες του, που σε κάνουν να πιστεύεις ότι σερφάρεις τα κύματα με Africa Twin, έτσι όπως ανεβοκατεβαίνουν από νησίδα σε νησίδα, με καμπυλωτές γέφυρες, ήταν ικανή να ισοφαρίσει το δέος της πρώτης μέρας!

Το ζήτημα ήταν πως η κακοκαιρία συνεχίστηκε και σήμερα. Βέβαια με την έννοια κακοκαιρία περιγράφουμε τον καιρό σύμφωνα με τα δικά μας δεδομένα, καθώς για τους υπόλοιπους κατοίκους είναι μία συνηθισμένη ημέρα του Ιουνίου, που ο ήλιος θα παρέμεινε ορατός για σχεδόν είκοσι ώρες. Είναι αδύνατο να μην σε επηρεάσει αυτή η τόσο μεγάλη διάρκεια της ημέρας, αν και σαφώς λιγότερο από το να ταξίδευες τον χειμώνα που θα.. λουζόσουν στον σκοτάδι!

Ο Γιώργος και η πλειοψηφία των υπόλοιπων συμμετεχόντων βρέθηκαν στον Δρόμο του Ατλαντικού συναντώντας εκεί την τύχη. Η κακοκαιρία θα τους έδινε ένα μικρό παράθυρο, ώστε να διασχίσουν την διαδρομή απολαμβάνοντας την θάλασσα τόσο δεξιά, όσο και αριστερά! Ενώνοντας τις μικρές νησίδες, ο Δρόμος του Ατλαντικού «κόβει» τον Βόρειο Ατλαντικό ωκεανό που στο χάρτη διαβρώνει την ξηρά κατά μήκος ολόκληρης της Νορβηγίας και εισχωρεί δημιουργώντας αναρίθμητα μικρές νησίδες και αμέτρητα φιόρδ. Σχεδιάστηκε αποκλειστικά με γνώμονα να αποτελεί τουριστική ατραξιόν και να εκμεταλλευτεί το ανάγλυφο της περιοχής ως μία από τις πιο γραφικές διαδρομές της Νορβηγίας. Για αυτό και αρχικά η σκέψη ήταν να γίνει σιδηροδρομική γραμμή, καθώς η κατασκευή του θα συνδύαζε μεταφορά του ντόπιου πληθυσμού αλλά και κυρίως τουριστών. Επικράτησε –ευτυχώς- η ιδέα του δρόμου, αλλά η κατασκευή του ξεκίνησε δεκαπέντε χρόνια αργότερα με την μορφή της παραχώρησης έργου. Τα διόδια όμως καταργήθηκαν ακριβώς εννιά χρόνια μετά, αφού είχαν αποφέρει την αρχική επένδυση με το ανάλογο κέρδος. Οποιοσδήποτε συνειρμός με την ελληνική πραγματικότητα σε αυτό το σημείο, καλό θα ήταν να μην γίνει για την διατήρηση της ψυχραιμίας…

Εξαιτίας της τοποθεσίας του, το χειμώνα ο δρόμος γίνεται μερικές φορές απροσπέλαστος καθώς ο ωκεανός προσπαθεί να υπερνικήσει το έργο του ανθρώπου, ενώ το καλοκαίρι δεν είναι σπάνιο να παρατηρεί κανείς φάλαινες ενώ οδηγεί. Ο Γιώργος δεν είχε μία τέτοια συνάντηση, αλλά ήταν αρκετά τυχερός να πετύχει το τοπίο χωρίς ομίχλη. Κι αυτό γιατί η οργάνωση έφτασε στο σημείο να χρειαστεί να ακυρώσει την εκτός δρόμου διαδρομή που ήταν κομμάτι του μενού εχθές, εξαιτίας των καιρικών φαινομένων, τόσο στον χωματόδρομο που θα ακολουθούσαν, αλλά κυρίως στο σημείο που θα κατέληγαν.

Για τον Γιώργο –δεύτερη φορά τυχερός σε αυτό το σημείο- η ακύρωση έφερε την ευκαιρία για ένα ιδιαίτερο μάθημα οδήγησης με τον Paulo Goncalves! Έχοντας γνωριστεί την προηγούμενη ημέρα, μιλώντας για τις ομοιότητες Ελλάδας και Πορτογαλίας –και την παρόμοια οικονομική κατάσταση που βιώνουν οι δύο λαοί- ο Paulo αφιέρωσε χρόνο οδηγώντας μαζί με τον Πυρπασόπουλο, δίνοντας ορισμένες σημαντικές συμβουλές!

Είναι η τελευταία μέρα για τον Paulo στο Nordkapp 2017 και δεν θα υπήρχε άλλη ευκαιρία για τον Γιώργο να δεχτεί μερικές συμβουλές οδήγησης από τον πλέον ειδικό!

Ο καιρός ήταν συνέχεια άστατος, ωστόσο η θερμοκρασία ανέβηκε γρήγορα στους 11ο Κελσίου πράγμα που έκανε τις στάσεις και την διαδικασία της φωτογράφησης πολύ πιο ανθρώπινη. Βρέθηκε επίσης χρόνος για τον Πυρπασόπουλο να γνωρίσει ακόμα περισσότερους από του συνταξιδιώτες του… αλλάζοντας και φίλους στο τέλος! Γνωρίστηκε με τους αναβάτες από Ινδονησία, Ολλανδία και Ιαπωνία, αλλά στο τέλος της ημέρας αντί για τον Τούρκο αγωνιζόμενο, τις μπύρες μοιράστηκε με έναν αναβάτη από την Γερμανική ομάδα, σε σημείο που έχασαν την ώρα. Πράγμα έτσι κι αλλιώς πανεύκολο για έναν ξένο στην περιοχή που έχει συνέχεια το ίδιο φως στον ορίζοντα, είτε το ρολόι λέει επτά το απόγευμα, είτε δέκα το βράδυ…

Με την ακύρωση της εκτός δρόμου διαδρομής, η ημέρα χθες κύλισε σε πιο τουριστικό ρυθμό για τον Πυρπασόπουλο, και είναι ακριβώς αυτό που θα έκανε ο καθένας μας, αν βρισκόταν στον Δρόμο του Ατλαντικού με παράθυρο στην ομίχλη!

Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi

Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/2/2019

Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…

Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).

Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.

Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...

Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".

Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.

Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.

Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.

Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.

Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.

Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...

Ετικέτες