Δοκιμή κράνους HJC RPHA 1

Με ομολογκασιόν FIM Racing!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

21/4/2022

Για την HJC δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, μιας και η μέχρι τώρα πορεία της και στην ελληνική αγορά αποδεικνύει ότι δεν βρίσκεται στην κορυφή της αγοράς των Η.Π.Α. καθώς και σε πολλές μεγάλες αγορές παγκοσμίως. Το δυνατό της χαρτί είναι η σχέση value for money της γκάμας της, αλλά και η υψηλή ποιότητα που χαρακτηρίζει κάθε μοντέλο της εταιρείας.

Η HJC έχει και μία πολύ δυνατή παρουσία στα παγκόσμια πρωταθλήματα μοτοσυκλέτας, σε όλες τις κατηγορίες, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ως πεδίο έρευνας και εξέλιξης για τις κορυφαίες σειρές των κρανών της. Το πιο πρόσφατο αποτέλεσμα αυτή της διαδικασίας είναι η νέα ναυαρχίδα της εταιρείας RPHA 1. Είναι το πρώτο κράνος της HJC με ομολογκασιόν FIM Racing, που σημαίνει ότι είναι πιστοποιημένο για όλα τα παγκόσμια και εθνικά πρωταθλήματα αγώνων μοτοσυκλέτας, βάσει των νέων προδιαγραφών ECE 22.06.

Το κέλυφος είναι κατασκευασμένο από εξωτικά υλικά, όπως το ανθρακόνημα και ένα υβριδικό υλικό carbon-glass (PIM+ ονομάζει την μέθοδο το εργοστάσιο), που συνδυάζει τα καλύτερα χαρακτηριστικά της επί μέρους σύστασης για την πιο ολοκληρωμένη προστασία από κρούση. Παράλληλα, ο στόχος επιτυγχάνεται διατηρώντας το βάρος χαμηλά, χάρη στις ιδιότητες των υλικών.

Η μελέτη που έχει γίνει για την εξέλιξη του RPHA 1 βασίστηκε σε ένα πολύ σημαντικό "εργαλείο" που διαθέτει η HJC, καθώς είναι από τις λίγες εταιρείες κατασκευής κρανών στον κόσμο που διαθέτει δική της αεροσήραγγα, προκειμένου να έχει τα καλύτερα δυνατά αεροδυναμικά αποτελέσματα. Όχι μόνο σε ό,τι αφορά την αντίσταση του αέρα, αλλά για τον σωστό εξαερισμό και τον θόρυβο που δημιουργείται.

Το εσωτερικό του είναι φτιαγμένο από αντιβακτηριδιακό ύφασμα Silvercool, με την ιδιότητα να απομακρύνει την υγρασία από τον ιδρώτα και να στεγνώνει γρήγορα, ένα βασικό στοιχείο ειδικά για αγωνιστική χρήση. Φυσικά η εσωτερική επένδυση είναι αφαιρούμενη, ενώ υπάρχει και πρόβλεψη για τα μπράτσα των γυαλιών στα μαξιλαράκια, ειδικά για τους… διοπτροφόρους αναβάτες.

Ένα από τα δυνατά στοιχεία γενικότερα στην γκάμα της HJC είναι ο εξαερισμός και η μελέτη των καναλιών του αέρα, με το RHPA 1 να μην αποτελεί φυσικά εξαίρεση. Η "θητεία" του εργοστασίου στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου προσέφερε ακόμη μεγαλύτερο πεδίο εξέλιξης για το σύστημα ACS (Advanced Channeling ventilation System), το οποίο, σύμφωνα με την HJC, διασφαλίζει την απρόσκοπτη ροή του αέρα χωρίς να επηρεάζονται αρνητικά τα αεροδυναμικά του χαρακτηριστικά. Φυσικά, για να εξασφαλίσει και την πιστοποίηση FIM Racing, το RPHA 1 διαθέτει το "Emergency Kit" (που υπάρχει και σε άλλες σειρές της HJC, όπως το RPHA 11) για γρήγορη και άμεση αφαίρεση της επένδυσης, διπλό δέσιμο "Double D-Ring" και γρήγορη αφαίρεση-απασφάλιση της ζελατίνας, χωρίς την χρήση εργαλείων. Επιπλέον, το RPHA 1 καλύπτεται από πενταετή εγγύηση από την ημερομηνία της αγοράς, ή επταετή από την ημερομηνία κατασκευής του, ανάλογα με το ποιο θα έρθει πρώτα.

Εμείς είμαστε οι πρώτοι στην Ελλάδα που πήραμε στα χέρια μας το RPHA 1 Senin και κάναμε τα πρώτα χιλιόμετρα με την… ναυαρχίδα της HJC στο κεφάλι μας! Φορώντας για πολλά χρόνια το κορυφαίο RPHA 11 (ακόμη και την carbon έκδοση), η πρώτη εμφανής διαφορά είναι στην εφαρμογή. Ενώ η αντίστοιχη διαφορά μεταξύ RPHA 70 και RPHA 11 δεν είναι τόσο μεγάλη, στην συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για εντελώς διαφορετικό πράγμα, με διαφορετική εφαρμογή στα μάγουλα και το πάνω μέρος του κρανίου και λίγο πιο στενή αίσθηση στα ίδια μεγέθη (το κράνος που έχουμε είναι μέγεθος medium με πάχος 35mm στα μάγουλα και 9mm στο πάνω μέρος). Το διαφορετικό, πιο αεροδυναμικό σχήμα του κελύφους έχει άμεση επιρροή και στο εσωτερικό, που "αγκαλιάζει" καλύτερα το κεφάλι αφήνοντας λίγο περισσότερο χώρο μπροστά από το πηγούνι.

Τεράστια όμως είναι και η διαφορά σε ό,τι αφορά την αεροδυναμική του, κι όχι μόνο σε αυτά που λένε τα χαρτιά, αλλά και σε αυτό που διαπίστωσα στην πράξη. Οδηγώντας το προσωπικό μου Hayabusa, ήδη η αεροδυναμική εντύπωση από το RPHA 11 ήταν εξαιρετική, ακόμη και σε νούμερα μετά την δεύτερη εκατοντάδα χιλιομέτρων, χωρίς καν να έχει τοποθετηθεί και η αεροδυναμική, διάφανη, προέκταση που συνοδεύει το κράνος και που έχετε δει να φορούν οι αναβάτες των GP (συσκευασία του επίσης περιλαμβάνει pinlock, tear off films, υποσιάγωνο).

Ανέλπιστα, ο αεροδυναμικός θόρυβος ήταν μικρότερος, καθώς σε αγωνιστικού τύπου κράνη αυτό είναι το τελευταίο μέλημα των σχεδιαστών, αλλά στη περίπτωση του RPHA 1 η HJC απέδειξε στην πράξη ότι έδωσε ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό. Το χαμηλό βάρος του λειτουργεί ευεργετικά στον αυχένα, ειδικά σε τέτοιες ταχύτητες, αν και αυτό ήταν κάτι που το είχα βιώσει και από την εμπειρία μου με το RPHA 11. Το πάχος της ζελατίνας είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερο, ελέω προδιαγραφών FIM, και ο μηχανισμός κλεισίματος αλλά και το κούμπωμά της είναι πιο "καθαρό" και σίγουρο σε σχέση με του RPHA 11.

Τα κανάλια του εξαερισμού λειτουργούν απόλυτα αποτελεσματικά, νιώθοντας την ροή του αέρα, με την πιο εμφανή διαφορά να είναι στον εξαερισμό από τους αεραγωγούς στο μπροστινό μέρος κάτω από τη ζελατίνα.

Πέρα από την έκδοση Senin που έχουμε στα χέρια μας, και που υπάρχει σε άλλους δύο χρωματικούς συνδυασμούς (άσπρο-μπλε και μαύρο-πράσινο φλούο), το RPHA 1 βγαίνει σε δύο race replica των Pol Espargaro και Albert Arenas και σε μία ιδιαίτερη έκδοση Red Bull Austin GP, ψς φόρο τιμής στο GP της Αμερικής.

Θα επανέλθουμε σύντομα με ακόμη περισσότερες εντυπώσεις και άποψη για το RPHA 1 σε βάθος χρόνου, αλλά σίγουρα είναι ένα από τα ελάχιστα κράνη που κατάφεραν να μας κερδίσουν με το… καλημέρα!

KTM 250 Adventure 2021: Πρώτες εντυπώσεις

Σύμμαχος του 390 και όχι ανταγωνιστής
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

2/2/2021

Το ΚΤΜ 250 Adventure βρίσκεται στα χέρια μας εδώ κι αρκετές ημέρες και πριν ακόμη αρχίσουμε να ζούμε μαζί του -όπως ήταν φυσιολογικό κι αναμενόμενο- το πρώτο πράγμα που είχαμε στο μυαλό μας, ήταν να δούμε σε τί διαφέρει από το 390 Adventure και αν η τιμή των 5.390€ συνοδεύεται από σοβαρές παραχωρήσεις έναντι του 390. Η έκδοση των 250 κυβικών είναι προς το παρόν ελληνικό προνόμιο, καθώς δεν πάει στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. 

Ωστόσο η συμβίωση μαζί του πολύ σύντομα μας έδωσε να καταλάβουμε πως αυτή η ενδοοικογενειακή σύγκριση αφορά μόνο όσους θέλουν να κουβεντιάζουν και να ανταλλάσσουν απόψεις και όχι εκείνους που πραγματικά θέλουν να αγοράσουν ένα από τα δύο μικρά Adventure.

Η διαφορά των 1.400€ στην τιμή που υπάρχει μεταξύ τους, δικαιολογείται απόλυτα και μάλιστα με έναν δίκαιο και αναλογικό τρόπο σε κάθε τομέα.

Για να το πούμε πιο απλά, το πραγματικό δίλλημα που μας βάζει η ΚΤΜ δεν είναι αν θα δώσεις 6.790€ για το 390 ή αν θα δώσεις 5.390€ για το 250, αλλά αν θα αγοράσεις κινέζικο μονοκύλινδρο On-Off με 4.000-4.500€ ή αν θα δώσεις “κάτι παραπάνω” για να έχεις και να οδηγείς KTM φτιαγμένο στην Ινδία από την Bajaj φυσικά, όπως όλοι γνωρίζουν.

Ένας (όχι ο μοναδικός...) από τους βασικούς λόγους που οι κινέζικες εταιρείες έχουν επιτύχει τόσο ισχυρή παρουσία στις μικρές on-off είναι και η απουσία ανταγωνισμού σε αυτό το φάσμα τιμής από τους παραδοσιακούς παίκτες, δηλαδή τα ιαπωνικά και ευρωπαϊκά εργοστάσια. Η ΚΤΜ με το 250 Adventure σηκώνει πρώτη το γάντι και απαντά με μια μοτοσυκλέτα που δεν σπάει το ψυχολογικό φράγμα των 6.000€ και ταυτόχρονα δεν είναι σπαρτιάτικη σε εξοπλισμό. Ίσα-ίσα που βάζει τα στάνταρ στην κατηγορία σε σημαντικούς τομείς. Και πολύ καλά έκανε η ΚΤΜ και έδωσε βάρος στο επίπεδο εξοπλισμού, διότι οι κινέζικες εταιρείες έχουν κάνει άλματα προόδου τα τελευταία χρόνια και δεν μπορείς να τους ανταγωνιστείς επιδεικνύοντας μόνο το όνομα χωρίς να προσφέρεις περιεχόμενο. Ο ανταγωνισμός έχει αυξηθεί πολύ κι αυτό είναι καλό κυρίως για εμάς, τους καταναλωτές!

Οι αναρτήσεις είναι της WP, το ABS της Bosch ρυθμίζεται σε ευαισθησία για οδήγηση στην άσφαλτο ή το χώμα, τα ψηφιακά όργανα έχουν υπολογιστή ταξιδιού και όλες τις απαραίτητες ενδείξεις. Έχει Led φώτα θέσης, έχει πρίζα κοντά στα όργανα για να συνδέεις συσκευές και έχει έτοιμη βάση για NAVI. Επίσης έχει σωστά σχεδιασμένες χούφτες από ανθεκτικό-εύκαμπτο πλαστικό που προστατεύουν πραγματικά τα χέρια από το κρύο αλλά και τις μανέτες σε περίπτωση πτώσης, χωρίς να σπάνε εύκολα και χωρίς να ενοχλούν στην πόλη. Το αφρώδες της σέλας δεν είναι ένα κοινό σφουγγάρι αλλά ειδικό υλικό που κρατά το σχήμα του όσες ώρες κι αν κάθεσαι πάνω του.

Η θέση οδήγησης και η συνολική εργονομία είναι ίδια με του 390, οπότε μιλάμε για μια full-size ευρωπαϊκών διαστάσεων μοτοσυκλέτα. Η στενή συγγένεια με το 390 έχει και το πλεονέκτημα πως μπορείς να βάλεις μια πληθώρα αξεσουάρ από τον κατάλογο power parts της ΚΤΜ φέρνοντας το 250 πιο κοντά στα γούστα και τις προτιμήσεις σου. 

Γι΄αυτό και αποφασίσαμε αυτή η δοκιμή να μην περιοριστεί στα “στεγανά” της hard-core προσωπικότητας των ΚΤΜ που αφορά τους παραδοσιακούς πελάτες της αυστριακής εταιρείας, αλλά να το υποβάλλουμε στις δοκιμασίες της “ταπεινής καθημερινότητας”, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός πως η κατηγορία κυβισμού μεταξύ 250-300 κυβικών είναι από τις πιο εμπορικές στην Ελληνική αγορά και αυτή τη στιγμή κυριαρχούν τα scooter και οι κινέζικες μοτοσυκλέτες με ένα εύρoς τιμής μεταξύ 3.500-5.000€, δηλαδή πολύ κοντά στο 250 Adventure.

Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο φάσμα αγοραστικού κοινού με εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες και προσωπικές ανάγκες, ενώ για κάποιους από αυτούς θα είναι παράλληλα και η πρώτη μοτοσυκλέτα που θα αγοράσουν.

Πολλά πρέπει να απαντηθούν, οπότε πολλά είναι και όσα πρέπει να κάνουμε με το 250 Adventure τις επόμενες ημέρες…  

 

Ετικέτες