Δοκιμή BMW F750 GS: Όταν έγινε αλλαγή πορείας

Μεγάλωσε και σοβάρεψε
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/12/2021

Το 2018 η BMW παρουσίασε την εντελώς νέα γενιά των δικύλινδρων εν σειρά GS, ακολουθώντας την ίδια λογική ως προς τον τρόπο ονομασίας τους, δηλαδή όλες οι εκδόσεις έχουν τον ίδια κυβισμό στα 853cc αλλά το 750 είναι εκείνη με την πιο ήπια ρύθμιση απόδοσης του κινητήρα και τον πιο ασφάλτινο χαρακτήρα. Όμως ως συνολική φιλοσοφία σχεδιασμού, η νέα γενιά των “μεσαίων” GS άλλαξε ριζικά και αυτή την ριζική αλλαγή αποκρυπτογραφούμε στη δοκιμή του τεύχους 585 του περιοδικού ΜΟΤΟ που αναδημοσιεύουμε εδώ:  

 

BMW F750 GS - Μεγάλωσε και σοβάρεψε

Με την ολοκληρωτικά ανασχεδιασμένη νέα γενιά της σειράς F, η 750GS μεγάλωσε σε μέγεθος και σοβάρεψε σε χαρακτήρα, απευθυνόμενη πλέον σε ένα διαφορετικό κοινό από την προκάτοχό της

 

Η δοκιμή της νέα F750GS επί ελληνικού εδάφους και η συμβίωση μαζί της για δέκα ημέρες, επιφύλασσε μερικές εκπλήξεις για εμάς, παρά το γεγονός ότι είχαμε πάρει μια χορταστική πρώτη γεύση από την παρουσίασή της στο εξωτερικό. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι παράξενο, αφού η πολυήμερη συμβίωση με μια μοτοσυκλέτα στα πάτρια εδάφη, σε βοηθάει να δεις πράγματα που είναι δύσκολο να ανακαλύψεις σε μια μόνο ημέρα στους δρόμους μια ξένης χώρας. Οπότε όσο σημαντικό είναι να βρεθείς σε μια διεθνή δημοσιογραφική παρουσίαση και να μιλήσεις με τους ανθρώπους που σχεδίασαν την μοτοσυκλέτα, άλλο τόσο σημαντικό είναι να ζήσεις μαζί της στους δρόμους της Ελλάδας. Κι αυτό ακριβώς κάναμε με την νέα F750GS, που έρχεται να αντικαταστήσει την F700GS, μια από τις αγαπημένες μας all around μοτοσυκλέτες της ελληνικής αγοράς.

Όπως συνέβαινε και με την προκάτοχό της, ο πραγματικός κυβισμός της F750GS δεν ταυτίζεται με αυτόν που γράφει το αυτοκόλλητο στο φαίρινγκ της. Οπότε και εδώ έχουμε τον ολοκαίνουριο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα του F850GS με τα 853 κυβικά, μόνο που στην F 750 GS η BMW έχει αλλάξει την χαρτογράφηση της ηλεκτρονικής, περιορίζοντας την μέγιστη ιπποδύναμη στους 77 ονομαστικούς ίππους στις 7.500 στροφές. Τα μηχανικά μέρη είναι απολύτως ίδια με της F850GS και θεωρητικά θα μπορούσες να τον κάνεις να βγάλει 95 ίππους με απλή αλλαγή της χαρτογράφησης, αλλά η BMW έχει “τριπλοκλειδώσει” τα ηλεκτρονικά της F750GS για να μην είναι εύκολο να το κάνεις, ούτε αν αντικαταστήσεις την ηλεκτρονική. Αν ρίξετε μια ματιά στην καμπύλη της δυναμομέτρησης, φαίνεται ξεκάθαρα σε ποιο σημείο ο κινητήρας συνεχίζει να ανεβάζει στροφές χωρίς να παράγει επιπλέον δύναμη λόγω χαρτογράφησης.

Το παράξενο της υπόθεσης είναι ότι ο νέος και μεγαλύτερου κυβισμού κινητήρας βγάζει την ίδια ροπή με τον παλιό και μάλιστα σε πολύ υψηλότερο φάσμα στροφών. Δεδομένου ότι και ο παλιός κινητήρας ήταν προδιαγραφών Euro4, μας δημιουργεί απορία που η BMW επέλεξε να περιορίσει την απόδοση του καινούριου στα ίδια επίπεδα με τον προηγούμενο. Όμως εδώ σταματά και οποιαδήποτε άλλη ομοιότητα της F750GS με την παλιά F700GS. Ο ήχος του νέου κινητήρα είναι ο συμβατικός που έχουν όλοι οι δικύλινδροι με στρόφαλο 270⁰ και θυμίζει V2. Οπότε δεν έχουμε πια έναν δικύλινδρο σε σειρά που ακούγεται σαν boxer. Παρά τις αυστηρές προδιαγραφές Euro4, οι Γερμανοί έχουν κάνει φιλότιμη προσπάθεια να δώσουν λίγο χρώμα στη χροιά του νέου κινητήρα και πράγματι η εξάτμιση μπουμπουνίζει λίγο παραπάνω όταν κλείνεις το γκάζι απότομα και όταν αλλάζεις ταχύτητες πάνω/κάτω με το quick shifter.

Η νέα F750GS έχει “φουσκώσει” το σώμα της προς όλες τις διαστάσεις και αυτό φαίνεται με την πρώτη ματιά. Μόλις τη δεις από κοντά, θα καταλάβεις αμέσως γιατί στη ζυγαριά μας ήταν 17,5 κιλά πιο βαριά από την F700GS και μόλις την καβαλήσεις θα καταλάβεις αμέσως ότι τα πάντα έχουν αλλάξει πάνω της. Η σέλα έχει διαφορετικό σχήμα εμπρός, έχει ψηλώσει και έχει γεμίσει με ποιοτικό αφρώδες υλικό. Έτσι το βασικό εργονομικό μειονέκτημα του παλιού F700GS, όπου η σέλα έκανε γωνία στις άκρες και σε ενοχλούσε όποτε κατέβαζες τα πόδια στο έδαφος, δεν υπάρχει πια. Εξακολουθείς να πατάς με σιγουριά στο έδαφος, ακόμα κι αν είσαι κοντός, όμως στην F750GS αισθάνεσαι ότι κάθεσαι πιο πάνω και πιο μπροστά στη μοτοσυκλέτα.

Η συνολική εργονομία της θέσης οδήγησης είναι σαφώς πιο φιλική για τους μεγαλόσωμους αναβάτες, προσφέροντας περισσότερο χώρο για τα πόδια όταν τα έχεις πάνω στα μαρσπιέ. Από την άλλη μεριά όμως, το επιπλέον βάρος και ο επιπλέον όγκος αφαιρούν από το νέο F750GS το βασικό πλεονέκτημα που είχε το παλιό F700GS έναντι των ανταγωνιστών του, δηλαδή την φιλικότητα προς τους μικρόσωμους αναβάτες. Σε βάρος, μέγεθος και αίσθηση χειρισμών είναι πλέον πολύ κοντά στο Triumph Tiger 800 XR, κάτι που προφανώς ήταν συνειδητή επιλογή της BMW. Θα μας λείψει ο φιλικός χαρακτήρας του F700GS, αλλά αφού ο κόσμος θέλει να παίρνει όσο μεγαλύτερη (άρα και βαρύτερη… ) μοτοσυκλέτα γίνεται για τα λεφτά που δίνει, κατανοούμε την αλλαγή κατεύθυνσης της BMW, έστω κι αν διαφωνούμε με την επιλογή αυτή.

Σαν να έχεις το Adventure

Όσο περισσότερο οδηγούσαμε την F750GS, τόσο περισσότερο αρχίζαμε να πιστεύουμε ότι στόχος της BMW σε αυτό το νέο μοντέλο ήταν να δώσει στους ιδιοκτήτες της ένα είδος προλόγου ή αν θέλετε μια πρόγευση για το πώς περίπου είναι να ζεις με ένα R1200GS Adventure. Αντί δηλαδή να φτιάξει μια μοτοσυκλέτα που να είναι οδηγικά προσιτή στους νέους αναβάτες, έφτιαξε μια μοτοσυκλέτα που είναι οικονομικά προσιτή στους νέους… πελάτες. Σε αυτόν τον τομέα πραγματικά τα κατάφεραν θαυμάσια, αφού το F750GS είναι η πιο φτηνή μοτοσυκλέτα που μπορεί να εξοπλιστεί με όλα τα αξεσουάρ άνεσης που έχουν οι μεγάλες boxer και εξακύλινδρες BMW των €25.000. Ημιενεργητική ανάρτηση πίσω, αυτόματα full LED φώτα με ρυθμιζόμενη χρονοκαθυστέρηση, τεράστια TFT έγχρωμη οθόνη με Bluetooth και πλήρη συμβατότητα με το σύστημα Connectivity, cruise control, θερμαινόμενα γκριπ, θερμαινόμενη σέλα, quick shifter up/down, αισθητήρα πίεσης ελαστικών, σύστημα keyless και… της Παναγιάς τα μάτια.

Όλα αυτά βέβαια είναι έξτρα εξοπλισμός και ανεβάζουν την τελική τιμή του F750GS στο επίπεδο ενός Ducati Multistrada 950 ή ενός Honda Africa Twin, αλλά μόλις ζήσεις και τα χρησιμοποιήσεις δυο-τρεις μέρες, μετά δεν κοιτάς άλλη μοτοσυκλέτα που δεν τα έχει. Το μυστικό με τον εξοπλισμό άνεσης της BMW είναι η ευκολία και η αμεσότητα που μπορείς να τον χρησιμοποιείς και να τον χειρίζεσαι, αλλά κυρίως η πληρότητά του. Θα βρεις και σε άλλες μοτοσυκλέτες κάποια από αυτά τα στοιχεία εξοπλισμού, αλλά μέχρι στιγμής μόνο η BMW έχει καταφέρει να τα σχεδιάσει με τέτοιο τρόπο που να είναι χρήσιμα στην καθημερινότητά σου και όχι απλά για να γεμίζουν τις σελίδες των press kit ή με κουμπάκια τα χειριστήρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η οθόνη TFT των οργάνων που μόνο η BMW έχει βάλει γυαλί με επίστρωση antireflective και έτσι δεν υπάρχουν καθόλου αντανακλάσεις, όπως κι αν πέφτει ο ήλιος πάνω τους. Επίσης το περιστροφικό joystick κάνει πανεύκολη την πλοήγηση μέσα στα μενού, ενώ για τις άμεσες ρυθμίσεις εν κινήσει υπάρχουν ξεχωριστά κουμπιά για το ABS, την πίσω ανάρτηση, τα θερμαινόμενα γκριπ και την σέλα. Μέσα σε λίγα λεπτά έχεις μάθει να ρυθμίζεις τα πάντα, χωρίς να χρειάζεται να αποστηθίσεις στο μυαλό σου 500 σελίδες οδηγιών χρήσης και κυρίως χωρίς να σου αποσπάται η προσοχή από την οδήγηση όταν παίζεις με τα κουμπάκια. Οπότε με τα €14.115 που κοστίζει η F750GS αυτού του τεστ, έχεις ακριβώς τον ίδιο εξοπλισμό άνεσης, πολυτέλειας και τεχνολογίας με την R 1200 GS Adventure που είχαμε στο mega test και κόστιζε €24.717.

Όχι ακριβώς η ίδια, αλλά παρόμοια και πολύ κοντά σε αίσθηση είναι η οδήγηση της F 750 GS στην άσφαλτο. Η BMW πάντα έχει μια τάση να το παρακάνει στο τομέα της σταθερότητας (ειδικά στα μοντέλα που έχουν συμβατικό πιρούνι αντί για Telelever), όμως στην περίπτωση του νέου F750GS έχει κάνει πραγματικό overkill στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου. Το ίχνος έχει φτάσει στα 104,5mm από 93mm και η γωνία κάστερ έγινε 27⁰ από 26⁰. Μαζί με το μακρύ μεταξόνιο των 1559mm, την προσθήκη σταμπιλιζατέρ και τα επιπλέον 17,5 κιλά να την πιέζουν στο έδαφος, η F750GS είναι βράχος στις ευθείες και πρακτικά αδύνατον για οποιονδήποτε εξωγενή παράγοντα να της αλλάξει πορεία.

Επίτηδες έβαλα το cruise control στα 140km/h, έβγαλα τελείως τα χέρια από το τιμόνι στην εθνική και παρά τους ισχυρούς πλάγιους ανέμους, η F750GS δεν μετατοπίστηκε ούτε χιλιοστό. Έκανα πάνω από δύο χιλιόμετρα χωρίς να χρειαστεί να αγγίξω το τιμόνι! Προσθέστε στη συνολικά ακραία αργή γεωμετρία και την σταθερότητα που προσφέρει η πίσω ημιενεργητική ανάρτηση όταν πέφτεις σε λακκούβες και θα καταλάβεις γιατί η F750GS είναι τρένο πάνω σε ράγες όταν ταξιδεύει στην εθνική, ανεξάρτητα από τις συνθήκες. Οπότε έχεις τον ίδιο εξοπλισμό άνεσης και πολυτέλειας με την R1200GS, τους ίδιους χώρους για δύο άτομα και το ίδιο επίπεδο σταθερότητας και ασφάλειας στο ταξίδι, έχοντας πληρώσει €10.000 λιγότερα. Πραγματική ευκαιρία δηλαδή. Μόνο που με την F750GS το τίμημα αυτής της σταθερότητας δεν το πληρώνεις με χρήματα.

 

Η πίσω πλευρά του φεγγαριού

Δυστυχώς η BMW δεν βρήκε κάποια μαγική συνταγή, ώστε να εξαφανίσει τα μειονεκτήματα της αργής γεωμετρίας και του επιπλέον βάρους. Η F750GS είναι σαφώς πιο δυσκίνητη στις χαμηλές ταχύτητες της πόλης και το τιμόνι είναι μονίμως βαρύ στα χέρια σου. Ειδικά όταν κάνεις ελιγμούς στις πολύ χαμηλές ταχύτητες (π.χ. ανάμεσα σε ακινητοποιημένα αυτοκίνητα) νοιώθεις το σταμπιλιζατέρ και την μεγάλη γωνία κάστερ να “φρενάρουν” το τιμόνι να αλλάξει γρήγορα κατεύθυνση. Για να μην τα δραματοποιούμε τα πράγματα, στην άσφαλτο δεν έχεις πρόβλημα ουσίας από αυτή τη συμπεριφορά και σε κάποιους από εσάς πιθανόν να αρέσει αυτή η αίσθηση “μεγάλου κυβισμού” μοτοσυκλέτας που απέκτησε η F750GS και έλειπε από την προηγούμενη F700GS. Μάλιστα στα στροφιλίκια, η F 750 GS έχει σαφέστατα πιο σπορ συμπεριφορά από πριν και κρατά υψηλότερο ρυθμό. Μπορείς να το οδηγήσεις επιθετικά ορμώντας στις στροφές και σου δημιουργεί αίσθηση εμπιστοσύνης, ακόμα και σε δρόμους που γλιστράνε.

Εκεί που η F750GS μας απογοήτευσε πραγματικά ήταν στο χώμα. Σε καμία περίπτωση δεν είχαμε την απαίτηση από την F 750 GS να είναι οδοστρωτήρας σαν το R 1200 GS, ούτε πιστεύουμε ότι η οδήγηση στο χώμα θα έπρεπε να είναι η μεγάλη προτεραιότητα της BMW. Άλλωστε γι' αυτό στο mega test πήραμε την F850GS και όχι την F750GS.

Όμως η δυνατότητα να μπορεί ο ιδιοκτήτης της να διασχίσει ευχάριστα μερικά χιλιόμετρα χωματόδρομου στις καλοκαιρινές διακοπές του, θεωρούμε ότι είναι βασική προϋπόθεση για μια μοτοσυκλέτα που έχει τα γράμματα GS στο ρεζερβουάρ της. Δυστυχώς όμως η F750GS είναι κακή για βόλτες στο χώμα. Το τιμόνι τραβάει είτε δεξιά είτε αριστερά, όποτε ο εμπρός τροχός συναντηθεί με κάποια πέτρα, λούκι κ.τ.λ. και εσύ πρέπει να έχεις σφιγμένα τα χέρια σου πάνω του για να το επαναφέρεις στον ίσιο δρόμο. Αν πάρεις φόρα και οδηγάς όρθιος στα μαρσπιέ σαν να σε κυνηγάνε τσοπανόσκυλα να σε φάνε ζωντανό, συμπεριφέρεται με τιμιότητα, είναι προβλέψιμη στις αντιδράσεις της και γενικά είναι όσο καλή μπορεί να είναι μια on-off που ζυγίζει 240 κιλά. Όμως για αυτή τη δουλειά υπάρχει η F850GS, σωστά; Από την F750GS θέλαμε να σου δίνει το θάρρος να μπεις στο χωματόδρομο με την κοπελιά σου στην πίσω σέλα και να εξερευνήσεις όλο το νησί. Αντί όμως να σε χαλαρώνει, κάνει ακριβώς το αντίθετο και σε κρατάει στην τσίτα χωρίς να υπάρχει λόγος. Ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα απ’ όλα αυτά; Μα φυσικά ότι η νέα F750GS θα έχει σίγουρα καλύτερη εμπορική πορεία από τον προκάτοχό της!

Έχει πάνω της όλα όσα έκαναν την μεγάλη R1200GS best seller στα mega on-off και κοστίζει σχεδόν τα μισά λεφτά. Μεγάλωσε και βάρυνε, αλλά όπως λένε και οι αμερικάνοι "Bigger is Better".

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

BMW Hellas

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.255

Ύψος (mm):

1.225

Μεταξόνιο (mm):

1.559

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

770/790/815/830 (ανάλογα την επιλογή σέλας και αναρτήσεων)

Ίχνος (mm):

104,5

Γωνία κάστερ (˚):

27

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

660

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

550

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

910

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

550

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

237,5kg (χωρίς καύσιμο: 226kg)

Πίσω

49,9%

Εμπρός

50,1%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+4,9

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, χυτό με τον κινητήρα ενεργό τμήμα

Πλάτος (mm):

922

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/224

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Δικύλινδρος εν σειρά, με 2 ΕΕΚ και 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

84 x 77

Χωρητικότητα (cc):

853

Σχέση συμπίεσης:

12,7:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

77/7.500

Ροπή (kg.m/rpm):

8,5/6.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

90,2

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/ 1,821

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/2,588

 

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

 

Αλλαγή λαδιού (km):

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2,26

15,8

0-100

5,41

78,6

0-150

10,03

252,7

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

14,6

165,76

0-1.000

26,7

187,89

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

4,9

146,0

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

3,89/62

5,89/91

6,7/105,9

80-120

3,69/93

5,7/152

5,9/156

120-160

5,1/163

6,4/153

7,2/265

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,42

50,9

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

2,9

Πραγματικά

3,41

3,58

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ Sachs (ZF)

Διαδρομή (mm):

157 (προαιρετικά 131mm)

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου (προαιρετικά ημί ενεργητική)

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

4,25 x 17

Ελαστικό:

150/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος Brembo 265mm και ρυθμιζόμενο cornering ABS Bosch

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ταχύμετρο, στροφόμετρο, trip master, cornering ABS, traction control. Προαιρετικά: έγχρωμη οθόνη TFT, Connectivity, ημί ενεργητικό αμορτισέρ πίσω, led φώτα με αισθητήρα, key less

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

177 (Προαιρετικά 155) / 41

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 / 19

Ελαστικό:

120/70-19

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι Brembo 305mm με cornering ABS Bosch

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

66,2/8.800

Ροπή (kg.m/rpm):

6,45/7.100

 

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

5,3

Ελάχιστη

4,9

Μέγιστη

8

Αυτονομία (km):

283

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

56

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15/3

         


 

ΔΟΚΙΜΗ: Ducati Scrambler Icon (2015-2018)

Το Scrambler της έριδος
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

20/9/2018

 

Το 2015 η Ducati μπήκε στο χορό των neoretro, δημιουργώντας μια ολόκληρη σειρά μοντέλων υπό την ονομασία Scrambler. Μάλιστα για να τονίσει ακόμα περισσότερο πόσο σοβαρά αντιμετωπίζει αυτή την κατηγορία, παρουσίασε τα Scrambler ως ξεχωριστή μάρκα σε σχέση με την Ducati. Εμείς οδηγήσαμε πρώτα την έκδοση Scrambler κι αυτές είναι οι εντυπώσεις που μας είχε αφήσει τότε:  

Ελάχιστες είναι οι φορές που μια μοτοσυκλέτα διχάζει τόσο πολύ το κοινό. Στην προκειμένη περίπτωση του Ducati Scrambler έχουμε το εξής πεδίο διαφωνίας: πρόκειται για ένα  fashion icon ή για μια πραγματική μοτοσυκλετιστική αξία; Μην προσπαθήσετε να δώσετε την απάντηση με τη λογική του άσπρου-μαύρου. Εδώ το γκρι έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία κι από τις πενήντα αποχρώσεις του μαζί

Από τη μια μεριά, μέσα σε μια εβδομάδα ήταν δύσκολο να συντελεστεί στιλιστική μεταμόρφωση. Τα γένια δεν θα προλάβαιναν να μεγαλώσουν τόσο πολύ και η παρουσία φράντζας στη δική μου περίπτωση είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η γκαρνταρόμπα μου θα έχριζε ριζικής ανανέωσης και τα χίπστερ-στέκια μου είναι δυστυχώς άγνωστα.

Από την άλλη, γιατί θα έπρεπε κάποιος να ακολουθήσει της επιταγές του τμήματος μάρκετινγκ της Ducati για να οδηγήσει το Scrambler; Επειδή μια παρέα πέντε ατόμων συνέδεσε τη χίπστερ τάση με την αναβίωση του ιστορικού ονόματος στα διαφημιστικά φυλλάδια και στα βίντεο που συνοδεύουν την προώθηση του μοντέλου, θα πρέπει να ανήκει σ' αυτή την "κουλτούρα" για να το ευχαριστηθεί; Μήπως το Scrambler τείνει να γίνει δημοφιλές για τους λάθος λόγους κι όχι γι' αυτό που πραγματικά είναι; Και εν τέλει, τι είναι αυτό που ουσιαστικά μετράει σε μια τέτοια μοτοσυκλέτα; Το στιλ ή αυτό που προσφέρει; Αρνούμενος να φτιάξω ρεβέρ στα τζιν μου, να γεμίσω την ντουλάπα μου με καρό πουκάμισα και να μείνω αξύριστος, αποφάσισα να εξερευνήσω την δεύτερη πτυχή του προβληματισμού αναζητώντας την αλήθεια μέσα στις αερόψυκτες πιστονιές του δικύλινδρου "L", αντί στην δημιουργία ενός κατάλληλου image.

Φτιαγμένο να αρέσει

Το Scrambler είναι ένα ιστορικό όνομα για την Ducati, αντιπροσωπεύοντας μια ολόκληρη οικογένεια μοτοσυκλετών της δεκαετίας του '60 και το '70, φτιαγμένες κατόπιν ειδικής απαίτησης του τότε Αμερικανού dealer της φίρμας, προκειμένου να αντιμετωπίσει την επέλαση των αντίστοιχων βρετανικών χωματερών μοτοσυκλετών στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Σήμερα, η σχέση του σύγχρονου Scrambler με αυτήν την παράδοση είναι μόνο… το όνομα. Τώρα, έχουμε να κάνουμε με μια entry level μοτοσυκλέτα που με το άλλοθι της κληρονομιάς φιλοδοξεί να μεταφέρει μια "μυρωδιά" από Ducati στους αμύητους. Τυλιγμένο σε ένα νέο-ρετρο-χίπστερ περιτύλιγμα, προσφέρει τις βασικές αξίες που πρεσβεύει η ιταλική εταιρεία, ποντάροντας από τη μια μεριά στην απλότητα της κατασκευής και από την άλλη στην οικογενειακή ταυτότητα που φιλοδοξεί να δημιουργήσει η σειρά των Scrambler με όλη την προίκα που τη συνοδεύει.

Ο σχεδιασμός της μοτοσυκλέτας δανείζεται μεν στοιχεία από το παρελθόν, που πιο πολύ έχουν να κάνουν με την λιτότητα του εξοπλισμού, αλλά από την άλλη διαθέτει και τη σύγχρονη θεώρηση για το τι σημαίνει απλό και λιτό. Το Icon, που είναι η πιο βασική από τις τέσσερις εκδόσεις, διαθέτει και τις λιγότερες επεμβάσεις από το εργοστάσιο προσφέροντας μια αρκετά ικανοποιητική βάση για customizing. Οι χυτές αλουμινένιες ζάντες δεν είναι ίσως από τα στοιχεία που κρατούν δεσμούς με την παράδοση, ούτε και το ψαλίδι-μπανάνα που θυμίζει περισσότερο τα αντίστοιχα των Kawasaki ER-6. Το όμορφο και απλό σε σχεδιασμό ρεζερβουάρ είναι αυτό που ουσιαστικά διαμορφώνει και όλη τη μορφή του Scrambler, καθώς με την αντικατάσταση των δύο μεταλλικών καπακιών που έχει εκατέρωθεν (η Ducati προσφέρει πολλές επιλογές στο συγκεκριμένο θέμα) δίνει και διαφορετικό στιλ. Το πλαίσιο δεν είναι το κλασικό χωροδικτύωμα που γνωρίζουμε, αλλά μια πιο βασική έκφανση της συγκεκριμένης μεθόδου που χρησιμοποιεί τον αερόψυκτο V-2 ως ενεργό μέλος του. Το υπόλοιπο σύνολο ολοκληρώνεται από ένα μικροσκοπικό φτερό εμπρός, το τιμόνι, τη σέλα, την επίσης μικροσκοπική ουρά και τις αναρτήσεις. Διαθέτει δηλαδή τα απολύτως απαραίτητα δομικά στοιχεία που χρειάζεται για να χαρακτηρισθεί ως μοτοσυκλέτα. Δεν υπάρχει τίποτε περιττό επάνω του, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις –όπως αυτή του ψηφιακού οργάνου- μάλλον οι σχεδιαστές του Scrambler το έχουν παρακάνει. Μάλιστα, το συγκεκριμένο όργανο αποτελεί και μια από τις λίγες παραφωνίες, καθώς η επιλογή για μόνο ψηφιακές ενδείξεις (που οι μισές δεν είναι και ευανάγνωστες) καταγράφεται ως φάουλ, ενώ από την άλλη, o στρογγυλός προβολέας με τα led φώτα θέσης περιμετρικά δίνει έναν πόντο στην σχεδιαστική ομάδα του Scrambler.

Οι μικρές συνολικές διαστάσεις της μοτοσυκλέτας, συνηγορούν κι αυτές –όσο και αν ακούγεται παράξενο- στο να γυρίσουν τα βλέμματα πάνω της. Ήταν από τις λίγες φορές με μοτοσυκλέτα δοκιμής, που σχεδόν σε κάθε φανάρι σταματούσε κάποιος δίπλα μου να με ρωτήσει γι' αυτήν. Το Scrambler εντυπωσιάζει χωρίς να είναι εντυπωσιακό! Εμφανισιακά ξεχωρίζει γι' αυτήν ακριβώς τη απέριττη εμφάνιση που διαθέτει και ο ήχος που απελευθερώνει το κοντό τελικό που βγαίνει κάτω από τον κινητήρα στη δεξιά μεριά –άλλη μια σχεδιαστική γέφυρα… γκρεμισμένη με το παρελθόν- βοηθά στο να γυρίσουν και όσα κεφάλια αντιστέκονταν στην εικόνα του.

Μπρος στα κάλλη…

Το ποια θα είναι η αρχική εντύπωση που αποκομίζει κάποιος με το που θα βρεθεί πάνω στη σέλα του Scrambler, εξαρτάται και από το εμπειρικό υπόβαθρο που διαθέτει. Για παράδειγμα, οι μη έχοντες σημείο αναφοράς, οι αναβάτες δηλαδή της κατηγορίας "entry level-αρχάριος", θα σταθούν στην ευκολία με την οποία πατούν τα δύο πόδια σταθερά στο έδαφος και το μικρό βάρος που αντιλαμβάνεσαι αμέσως μόλις κλείσει το πλαϊνό σταντ. Οι πιο έμπειροι από την άλλη, θα ξεκινήσουν την κριτική με το πολύ ψηλό τιμόνι που ανεβάζει τους αγκώνες… στ' αυτιά. Η αλήθεια είναι ότι το χαμηλό ύψος σέλας και το φαρδύ και πολύ ψηλό τιμόνι, αρχικά ξενίζουν. Η επιλογή του χαμηλότερου τιμονιού της έκδοσης "Full Throttle" είναι σαφώς πιο ορθολογιστική και είναι απορίας άξιο γιατί δεν προτιμήθηκε σε όλες τις εκδόσεις του Scrambler.

Το μεγαλύτερο ύψος δεν συνεπάγεται και καλύτερο μοχλό, ούτε νομίζω ότι θα διευκολύνει περισσότερο όλους αυτούς που ονειρεύονται να το οδηγούν όρθιοι ντριφτάροντας στους χωματόδρομους. Ακόμη κι αν ήμασταν διατεθειμένοι να παραβλέψουμε σχεδιαστικά ατοπήματα για χάρη του στιλ, η αλήθεια είναι ότι και στιλιστικά το χαμηλότερο τιμόνι θα ήταν προτιμότερο. Σε ό,τι αφορά την υπόλοιπη διαμόρφωση της θέσης οδήγησης, τα μαρσπιέ τοποθετούν τα πόδια ψηλά και σχετικά πίσω, η σέλα σε βάζει "μέσα" στην μοτοσυκλέτα και το στενό ρεζερβουάρ επιτρέπει στα γόνατα να "εγκλωβίσουν" το Scrambler. Το αποτέλεσμα είναι ότι το δικύλινδρο της Ducati εκτελεί άμεσα τις εντολές του αναβάτη του και η παραμικρή μετατόπιση του βάρους του σημαίνει ταυτόχρονη αλλαγή της κατεύθυνσης. Το φαρδύ τιμόνι προσφέρει πολύ καλό έλεγχο, και μέσα στην κίνηση το Scrambler ελίσσεται με απίστευτη ευκολία και χάρη, ενώ και το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού βοηθά τα μάλα στο ασφυκτικό περιβάλλον της πόλης.

Ο μπροστινός τροχός των 18'' σε συνδυασμό με το ελαστικό της Pirelli MT60RS (έστω και αν κατασκευάζεται στην Κίνα), εμπνέει σιγουριά και αφήνει αρκετά περιθώρια ασφαλείας σε γλιστερούς δρόμους και σαμαράκια που ξεφυτρώνουν στην μέση του πουθενά, με τα γλιστρήματα να αποτελούν άγνωστη έννοια για το Icon. Το θέμα όμως δημιουργείται όταν κληθεί να επέμβει και η μπροστινή ανάρτηση. Η λειτουργία του πιρουνιού των 41mm είναι λάθος, καθώς οι αποσβέσεις δεν λειτουργούν σωστά, με αποτέλεσμα να είναι μεν αρκετά σκληρό σε αίσθηση, αλλά από την άλλη να βυθίζεται χωρίς προοδευτικότητα –και χωρίς, πάντως, να τερματίζει- επηρεάζοντας την ισορροπία της μοτοσυκλέτας και αφαιρώντας πόντους από την άνεση. Είναι από τις πιο εμφανείς προσπάθειες να διατηρηθεί το κόστος χαμηλά, γεγονός που έχει αντίκτυπο και στην συμπεριφορά του. Όσο δεν υπάρχει κάτι που θα απαιτήσει το φιλτράρισμα του πιρουνιού, όλα βαίνουν καλώς και υποδειγματικά. Μόλις όμως παρουσιαστεί η ανάγκη για την συνδρομή του μπροστινού, τα πράγματα γίνονται δύσκολα…

Αντίστοιχα και το αμορτισέρ πίσω, το οποίο δεν συνδυάζεται με μοχλικό αλλά εδράζεται απευθείας στο ψαλίδι, δεν καταφέρνει να σώσει την κατάσταση αν και οι αποσβέσεις του είναι λίγο πιο σφιχτές σε σχέση με του μπροστινού. Η προοδευτικότητα είναι κι εδώ λέξη άγνωστη και η άνεση πάει περίπατο. Δυστυχώς σε αυτό δεν βοηθά και η μαλακή σέλα με το λίγο αφρώδες, καθώς μετά από μισή ώρα οδήγησης αισθάνεσαι ότι τα μαλακά σου μόρια έχουν πάρει το σχήμα του υποπλαισίου.

Ζωηρή… ηρεμία

Το "καλό χαρτί" όμως του Scrambler, είναι ο αερόψυκτος V-2 90° που έχει θητεύσει σε αρκετά μοντέλα της Ducati, με πιο πρόσφατα τα Monster 796 και Hypermotard 796 και πλέον αποτελεί τον "τελευταίο των Μοϊκανών" σε ό,τι αφορά τους αερόψυκτους κινητήρες για το ιταλικό εργοστάσιο. Βέβαια, ο συγκεκριμένος κινητήρας έχει δεχθεί σημαντικές αλλαγές προκειμένου να ταιριάξει με τον χαρακτήρα του Scrambler, όπως το διαφορετικό προφίλ εκκεντροφόρων και ένα σώμα ψεκασμού διαμέτρου 50mm, αντί για τα δύο των 45mm που είχαν τα Monster και Hypermotard. Ο λόγος είναι προφανής: η πιο ήπια απόδοση και η πιο φιλική προσωπικότητα, ιδιαίτερα για τους λιγότερο έμπειρους αναβάτες. Αυτό μεταφράζεται σε 12 άλογα που απέδρασαν από τον "στάβλο" και ένα χιλιογραμμόμετρο ροπής που χάθηκε στην πορεία, αλλά σε αντιστάθμισμα έχουμε πιο γραμμική απόδοση και προοδευτική παροχή της δύναμης. Χαμηλά το σκορτσάρισμα απουσιάζει, αλλά από την άλλη δεν πρόκειται για έναν κινητήρα με αγχολυτικές πιστονιές για ράθυμα cruising στην παραλιακή. Οι ήρεμες βόλτες θέλουν έναν πιο σβέλτο ρυθμό και ο κινητήρας θέλει στροφές για να ξεδιπλώσει τις αρετές του. Στις μεσαίες και ψηλές στροφές η ροπή είναι ικανή να καταργήσει τις συχνές αλλαγές των ταχυτήτων, οι οποίες γίνονται θετικότατα χάρη στην πολύ καλή λειτουργία του κιβωτίου, αφού από τις 2.200 στροφές και πάνω υπάρχει περισσότερο από το 70% της ροπής διαθέσιμο, και το Scrambler αποκτά μια ροή που βοηθά και τις αναρτήσεις να λειτουργούν πιο ανθρώπινα. Το θετικό με το Scrambler είναι ότι αυτή την ροή, δεν χρειάζεται πολύ και ανοιχτό χώρο για να την εκμεταλλευτεί. Είτε είναι σε κάποιο στενό στροφιλίκι είτε η κίνηση μέσα στην πόλη το επιτρέπει, το δικύλινδρο της Ducati έχει τον συνδυασμό του σωστού ζυγίσματος και των γεμάτων μεσαίων στροφών –με την βοήθεια και των εξαιρετικών ελαστικών- για να προσφέρει απολαυστική οδήγηση… τουλάχιστον μέχρι να διαμαρτυρηθούν τα μαλακά μόρια.

Όταν όμως δεν υπάρχουν αυτές οι συνθήκες, τότε βρίσκουν πρόσφορο έδαφος άλλες παράμετροι που βγαίνουν στην επιφάνεια και μπορεί να προβληματίσουν τον αναβάτη. Κατ' αρχήν, η απότομη λειτουργία του συμπλέκτη στις εκκινήσεις, δεν είναι αυτό ακριβώς που θα έψαχνε ένας λιγότερο έμπειρος αναβάτης, ενώ η θέση του λεβιέ του φρένου που αναγκάζει το δεξί πόδι σε μια περίεργη στάση-διάστρεμμα για να τον πατήσει σε συνδυασμό με την αρκετή θερμότητα που βγάζει ο κινητήρας, κάνουν επιτακτική την προστασία του αστραγάλου με μποτάκι, ακόμη και το καλοκαίρι. Το σημαντικότερο όμως είναι η σχετικά υψηλή κατανάλωση, καθώς η μέση τιμή της φτάνει τα 6,9 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα, ενώ αν σας "γαργαλάει" ο δεξιός καρπός, τα 7,3lt/100km τα έχετε στο τσεπάκι. Αυτό είναι ένα θέμα που στις επερχόμενες τυχόν αλλαγές για να καλυφθούν οι προδιαγραφές Euro4 (τώρα καλύπτει τις Euro3, αλλά στο μέλλον ίσως θα πρέπει να περάσει στην υγρόψυξη), οι μηχανολόγοι της Ducati θα πρέπει να το κοιτάξουν με προσοχή.

Στιλ και άγιος ο Θεός

Παρά το lifestyle περιτύλιγμα και όλα τα ωραία που περιγράφουν τα διαφημιστικά φυλλάδια και βίντεο, το Scrambler είναι μια μοτοσυκλέτα καθαρά για αστική χρήση. Η προστασία από τον αέρα είναι ανύπαρκτη –αν και μέχρι τα 130 χιλιόμετρα την ώρα ο αέρας δεν αποτελεί πρόβλημα- για τουριστικές ανέσεις για μακρινές βόλτες και ταξίδια ούτε λόγος, ενώ η στιλιστική του άποψη δεν προσφέρει ούτε καν γαντζάκια για ιμάντες και χταπόδια για να μπορέσει να δεθεί ένας σάκος.

 

Το Scrambler είναι ταγμένο στην urban φιλοσοφία και εκεί είναι που παίζει εντός έδρας, άντε και στο κοντινό περιαστικό περιβάλλον προς αναζήτηση μιας απολαυστικής διαδρομής.

 

Μην σας μπερδέψει, επίσης, το όνομα του Scrambler, γιατί στο χώμα δεν πρόκειται να σας δώσει κανένα πλεονέκτημα απέναντι σε μια οποιαδήποτε street μοτοσυκλέτα. Τα περιθώρια που αφήνουν τα ελαστικά της Pirelli, καταργούνται από την αδυναμία των αναρτήσεων να ανταπεξέλθουν σε οτιδήποτε πιο απαιτητικό από την καλοστρωμένη άσφαλτο. Θα περάσει από παντού, αλλά μέχρι εκεί.

Από την άλλη, όταν δεν του ζητηθούν πράγματα παραπάνω από αυτά που μπορεί να προσφέρει, θα ανταμείψει τις ρεαλιστικές προσδοκίες του ιδιοκτήτη του με μια ομοιογενή συμπεριφορά. Οι λειτουργίες γίνονται απροβλημάτιστα, ο μαλακός συμπλέκτης δεν πρόκειται να δημιουργήσει πρόβλημα ποτέ, ομοίως τα χειριστήρια και οι διακόπτες δεν θα αποτελέσουν εστία κριτικής –πέρα από την ποιότητά του που θυμίζουν τους αντίστοιχους ξεπερασμένων των γιαπωνέζικων μοτοσυκλετών της δεκαετίας του '80- ενώ και τα φρένα του Scrambler αποδίδουν όπως πρέπει σε όλες τις συνθήκες. Προοδευτικό δάγκωμα και δυνατό φρενάρισμα, τα οποία μάλιστα πέτυχαν εξαιρετικές επιδόσεις στις αντίστοιχες μετρήσεις, παρά την σχετικά "άγαρμπη" λειτουργία του ABS στα οριακά φρεναρίσματα.

Το Scrambler της Ducati, λοιπόν, διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα του επιτρέψουν να αφήσει το στίγμα του, όχι για τους λάθος λόγους του lifestyle και της εικόνας, αλλά για αυτά που μπορεί να προσφέρει ως μοτοσυκλέτα.

 

Το μείζον θέμα αφορά την τιμή του, η οποία είναι τουλάχιστον 1.500 ευρώ υψηλότερη από αυτό που θα έπρεπε. Κοντά στα 9.050 ευρώ που κοστίζει η συγκεκριμένη έκδοση του Icon (το κόκκινο για κάποιο λόγο κοστίζει 150 ευρώ φθηνότερα) υπάρχουν πολλές μεγαλύτερες και με πιο ευρύ φάσμα δυνατοτήτων μοτοσυκλέτες, ενώ στην ίδια κατηγορία επιδόσεων, κυβισμού και χρήσης υπάρχουν προτάσεις κατά πολύ φθηνότερες. Στην περίπτωση του Scrambler (μάλιστα, οι υπόλοιπες εκδόσεις κοστίζουν 10.650 ευρώ) φαίνεται πως το ακριβότερό του "εξάρτημα", είναι το image…

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ        Ducati Scrambler Icon (Yellow)

Αντιπρόσωπος:

Kosmocar Α.Ε.

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2100

Ύψος (mm):

1150

Μεταξόνιο (mm):

1445

Ύψος σέλας (mm):

790

Ίχνος (mm):

112

Γωνία κάστερ (˚):

24

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

650

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

560

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

930

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

440

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

188

(χωρίς καύσιμο: 178,25)

Πίσω

51,4

Εμπρός

48,6

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

1%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, σωληνωτό, χωροδικτύωμα

Πλάτος (mm):

845

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

186

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, αερόψυκτος, δικύλινδρος L, desmo με 2Β/Κ και 2ΕΕΚ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

88 x 66

Χωρητικότητα (cc):

803

Σχέση συμπίεσης:

11:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

75 / 8250

Ροπή (kg.m/rpm):

6,9 / 5750

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

93,4

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός με σώμα 50mm

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Ξηρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / 1,850

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα / 3,066

 

Σχέσεις

1η

2,461

2α

1,666

3η

1,333

4η

1,130

5η

1,000

6η

0,923

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2,0

16

0-100

4,6

72

0-150

10,2

272

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

13,2

162,4

0-1.000

25,6

177,2

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

5,4

175

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

4,4/74

5,4/90

 

80-120

4,2/117

5,2/145

6,4/179

120-160

 

8,2/326

8,8/349

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,4

53

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

2,48

Πραγματικά

2,90

3,05

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αμορτισέρ Kayaba χωρίς μοχλικό

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17''

Ελαστικό:

180/55 R17 Pirelli MT60RS

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 245mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό όργανο με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές, ώρα, ολικό χιλιομετρητή, δύο μερικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ABS και ενδεικτικές λυχνίες για κόφτη, νεκρά, φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, ρεζέρβα

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

150 / 41

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,00 x 18''

Ελαστικό:

110/80 R18 Pirelli MT60RS

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 330mm με ακτινική δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

61,6 / 8.400

Ροπή (kg.m/rpm):

5,5 / 7.400

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης:

9.200

Μέγιστη ισχύς:

8.400

 

 

1η

78

2α

116

3η

144

4η

170

5η

193

6η

209

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

6,9

Ελάχιστη

6,3

Μέγιστη

7,5

Αυτονομία (km):

188,4

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

13 / -