Δοκιμή Long Term Suzuki Address 110

Άθραυστο και πολυχρηστικό
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

29/11/2017

Ξεκινώ ξεκαθαρίζοντας τα πράγματα από την αρχή. Με το Address δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός. Αυτό το μικρό scooter της Suzuki για κάποιο μυστήριο λόγο μου έχει γίνει εμμονή. Ίσως γιατί και τις δύο χρονιές στα Test Rides του ΜΟΤΟ ήταν το όχημά μου ως πλοηγός μέσα στην μικρή πίστα των καρτ, και κάθε φορά που το οδηγούσα είχε βαλθεί να μου αποδείξει ότι διεκδικεί τον τίτλο του superbike των μικρών scooters.

Η αλήθεια είναι ότι με κανένα άλλο από τα σχεδόν 20 διαθέσιμα μηχανάκια δεν το ευχαριστιόμουν τόσο πολύ. Η εξάτμιση, τα πλαστικά της ποδιάς και το σταντ που άλλαξαν σχήμα κι έχασαν βάρος, επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Αντίστοιχα και τα σχόλια των συναδέλφων που το χρησιμοποίησαν, ήταν διθυραμβικά. Αυτός ο "Δαβίδ" των scooters, έκανε τους μεγαλύτερους "Γολιάθ" να παλεύουν για να το ακολουθήσουν. Η εκπληκτική ομοιογένειά του, το εξαιρετικό ζύγισμα και η ευελιξία του, είναι οι συνιστώσες που δίνουν τη δυνατότητα στο Address να προσφέρει περισσότερα απ' όσα τάζει.

Η εμμονή οδήγησε στη συμβίωση, καθώς για τους τελευταίους έξι μήνες σχεδόν, το Address ήταν το καθημερινό μου όχημα. Για πάνω από 180 ημέρες το Address κυκλοφορούσε σε όλο το λεκανοπέδιο σχεδόν, καθώς πέρα από το καθήκον της καθημερινής μεταφοράς, ήταν και η νούμερο ένα επιλογή για κάθε είδους δουλειά που προέκυπτε στο γραφείο. Η ατάκα "δωσ' μου το "αντρεσάκι" να πεταχτώ κάπου" πρέπει να είναι μακράν η πιο πολύ-ειπωμένη φράση στο χώρο της συντακτικής ομάδας, μετά το "βρείτε μου ένα τίτλο ρε…". Κι όχι άδικα καθώς στις αρετές του μικρού scooter συγκαταλέγονται η άνεση και οι χώροι! Παρά το μικρό του μέγεθος, η σχεδιαστική μελέτη έγινε πάνω σε σωστές βάσεις και το Address προσφέρει χώρους και δυνατότητα για να μεταφέρεις πράγματα, που θα έχανες στοίχημα ότι δεν μπορείς να κουβαλήσεις.

Οι δύο "τσέπες" στην ποδιά είναι μεν βολικές για μικροπράγματα, αλλά είναι ανοιχτές και εκτεθειμένες

 

Το φαρδύ και ίσιο πάτωμα, σε συνδυασμό με την απόσταση μεταξύ σέλα και ποδιάς, χωράει ένα παραφουσκωμένο σακίδιο και τρεις τσάντες super market κρεμασμένες στον γάντζο (τσεκαρισμένο), ο χώρος κάτω από τη σέλα μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος, ενώ η ίδια η σέλα φιλοξενεί άνετα δύο ενήλικες που κάθονται με σωστέ γωνίες στα άκρα τους και χωρίς τα αναδιπλούμενα μαρσπιέ του συνεπιβάτη να εμποδίζουν τα πόδια του αναβάτη χάρη στην σωστή τοποθέτησή τους.

Κάτω από τη σέλα θα χωρέσουν άνετα ένα full face κράνος κι ένα ζευγάρι γάντια

 

Αυτή την ευρυχωρία και την άνεση την εκτιμάς όλο και περισσότερο όσο ζεις μαζί του. Όταν αρχίσουν οι πρώτες βροχές που τα αδιάβροχα γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς σου, κι όταν η επιλογή του παίρνω το Address αντί του αυτοκινήτου, ή οποιασδήποτε άλλη μοτοσυκλέτας ήταν διαθέσιμη εκείνη την περίοδο, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος για παντός είδους "επικίνδυνες αποστολές".


Στη δοκιμή του μικρού scooter της Suzuki γράφαμε για την ευελιξία στην συμπεριφορά του και το πόσο "ζωηρός" είναι ο μονοκύλινδρος αερόψυκτος κινητήρας. Μετά από όλο αυτό τον καιρό που ζήσαμε μαζί του, θα προσθέταμε και την παρατήρηση ότι όσο περισσότερο εξοικειώνεσαι μαζί του, αντιλαμβάνεσαι ότι το Address είναι πράγματι το superbike της μικρής κατηγορίας των scooter. Οι τροχοί των 14'' σε συνδυασμό με την ομοιογένεια και την συνεργασία του πλαισίου με τις αναρτήσεις, του προσδίδουν μια υψηλού επιπέδου σταθερότητα που σου εμπνέει την εμπιστοσύνη να κάνεις πράγματα που δύσκολα θα έκανες με ένα οποιοδήποτε άλλο scooter.

Παρά το μέγεθός του, το Address διαθέτει μια άνετη και φαρδιά σέλα

 

Ο κινητήρας του από την άλλη εκμεταλλεύεται κάθε ρανίδα της ιπποδύναμης, ώστε να μη πάει κανένα ποσοστό ανεκμετάλλευτο. Πολύ σωστά έχει ρυθμίσει η Suzuki το φυγοκεντρικό ώστε να "αρπάζει" άμεσα και χωρίς πολύ πατινάρισμα, καθώς σε αυτά τα επίπεδα ισχύος, ακόμη και μισός ίππος χαμένος αντανακλά ένα σημαντικό ποσοστό της συνολικής απόδοσης των 9,1 ίππων.

Το Address είναι πράγματι το superbike της μικρής κατηγορίας των scooter

Μια από τις σημαντικότερες διαπιστώσεις μετά από τόσους μήνες καθημερινής, σκληρής και χωρίς οίκτο χρήσης, είναι πως τα ποιοτικά στάνταρ του Address παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο. Η συναρμογή των πλαστικών δεν απέκτησε χάσματα και τριξίματα, οι αναρτήσεις διατήρησαν την εξαιρετική λειτουργία τους που ισορροπεί άριστα ανάμεσα στην άνεση και την συμπεριφορά και η μοναδική μεταβολή προς το χειρότερο ήταν η απόδοση του εμπρός δισκόφρενου που έχει χάσει λίγη από την αρχική του δύναμη. Το ταμπούρο χρειάστηκε δύο φορές σφίξιμο, ενώ η κατανάλωση παρέμεινε σταθερή χωρίς μεγάλες διακυμάνσεις κοντά στα 2,8 lt/100km που είχαμε μετρήσει κατά τη διάρκεια της δοκιμής του.
Ο αποχωρισμός ήταν δύσκολος και οδυνηρός, καθώς δύσκολα μπορεί να ξαναβρεθούν τόσο μικρά μεγέθη να προσφέρουν τόσο μεγάλες δυνατότητες… Εις το επανειδείν!


 

Οδηγούμε Royal Enfield HNTR 350: Πρώτη γεύση επί ελληνικού εδάφους

Το νεανικό πρόσωπο της Enfield
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/12/2022

Στις μέρες μας δεν ισχύει πλέον ο γενικός διαχωρισμός μεταξύ “καλών” και “κακών” μοτοσυκλετών. Αυτό που υπάρχει στην πραγματικότητα είναι ο διαχωρισμός μεταξύ των μοτοσυκλετών που κάνουν όσα υπόσχονται και των μοτοσυκλετών που δεν καταφέρνουν να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους.

Με το ολοκαίνουριο HNTR 350 η Enfield υπόσχεται να ικανοποιήσει τις ανάγκες του νεανικού ευρωπαϊκού κοινού, κάτι που μέχρι σήμερα δεν ήταν στις προτεραιότητες των υπόλοιπων μοντέλων της.

Μετά από αυτή την πρώτη σύντομη επαφή που είχαμε με το HNTR 350 στους ελληνικούς δρόμους, μπορούμε να πούμε χωρίς δεύτερη σκέψη πως η νέα μοτοσυκλέτα της Enfield εκπληρώνει με απόλυτη επιτυχία τις υποσχέσεις της.

Το HNTR 350 βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα μηχανικά μέρη του cruiser Meteor 350 και του vintage 350 Classic. Αυτό σημαίνει πως έχει τον νέο και καταπληκτικό σε ποιότητα λειτουργίας αερόψυκτο μονοκύλινδρο των 349 κυβικών, που σε κάνει να απολαμβάνεις κάθε μέτρο της διαδρομής.

Μόνο που σε αυτή την περίπτωση η Enfield δεν πήρε έναν κουβά μαύρη ματ μπογιά και έβαψε τα χρώμια του Classic 350, για να το βαφτίσει μετά “νεανικό” και “μοντέρνο”.

Ο κινητήρας έχει αλλαγές στην διαχείριση της τροφοδοσίας και την εξάτμιση, με στόχο να δώσουν περισσότερη “τσαχπινιά” στην απόκριση του γκαζιού και πιο “παιχνιδιάρικο” ήχο.

Το πλαίσιο έχει πιο γρήγορη γεωμετρία για πιο άμεσες αντιδράσεις στις εντολές του αναβάτη και φυσικά για ευελιξία.

Οι τροχοί είναι ελαφρύτεροι και μικρότεροι σε διάμετρο, διευκολύνοντας ακόμα περισσότερου τους ελιγμούς και την αμεσότητα αντιδράσεων.

Αντίστοιχες αλλαγές υπάρχουν και στην εργονομία τις θέσης οδήγησης, όπως και στις αναρτήσεις, με στόχο φυσικά να τονίζουν ακόμα περισσότερο την πιο παιχνιδιάρικη προσωπικότητα του HNTR 350 σε σχέση με τα υπόλοιπα αδέρφια του.

Βλέπουμε δηλαδή πως η Enfield έχει κάνει σοβαρή δουλειά σε όλα τα σημαντικά μηχανικά μέρη του HNTR 350 και δεν άλλαξε απλώς κραγιόν, όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις.

Πώς μεταφράζονται όλα αυτά στην πράξη; Με λεπτομέρειες θα τα πούμε σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, όταν θα έχουμε ολοκληρώσει την πολυήμερη δοκιμή με πλήρεις μετρήσεις, ενώ στο τρέχον τεύχος θα βρείτε την αναλυτική παρουσίασή του από την διεθνή δημοσιογραφική παρουσίασή του που έγινε στην Ινδία.

Όμως εδώ μπορούμε να πούμε τώρα δυο λόγια για την συνολική αίσθηση αυτής της μοτοσυκλέτας. Το πρώτο και βασικό είναι η ποιότητα λειτουργίας όλων των μηχανικών μερών και η αίσθηση που δίνουν στον αναβάτη πως καβαλάει μια μοτοσυκλέτα πολλαπλάσιας τιμής. Αν έχεις οδηγήσεις τα Meteor 350 και Classic 350 δεν θα εκπλαγείς, όμως αν δεν είχες οδηγήσει αυτή την οικογένεια μοτοσυκλετών έως σήμερα, θα πάθεις πλάκα με τη συνολική αίσθηση ποιότητας σε ό,τι αγγίζεις και ό,τι βλέπεις.

Αν τώρα έχεις οδηγήσει τα Meteor 350 και 350 Classic θα αντιληφθείς αμέσως τις αλλαγές στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου, των τροχών και τις διαφορετικές ρυθμίσεις των αναρτήσεων, καθώς το HNTR 350 είναι σαφώς πιο ελαφρύ σε αίσθηση –ειδικά στις χαμηλές ταχύτητες, πιο σφιχτό και σπορ στις αποσβέσεις των αναρτήσεων και στις μεταφορές του βάρος στα φρεναρίσματα και φυσικά πιο ζωηρό και άμεσο στις στροφές.

Ο κινητήρας επίσης ακούγεται και είναι πιο πρόθυμος στο άνοιγμα του γκαζιού, αν και οι συνολικές επιδόσεις δεν έχουν κάποια αξιοσημείωτη διαφορά.

Το σίγουρο είναι πως η Enfield, όχι μόνο κατάφερε με απόλυτη επιτυχία να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της για τη δημιουργία μιας “νεανικής” και φτηνότερης μοτοσυκλέτας, αλλά επιπλέον το κατάφερε χωρίς επιπτώσεις στην ποιότητα. Εύγε!