Honda CRF450R (2015)

Έχει το κουμπί της
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

20/10/2017

Για την CRF450 του 2015 η Honda μπήκε για τα καλά στο σχεδιαστήριο κάνοντας πολλές αλλαγές και βελτιώσεις με γνώμονα την βελτίωση της δύναμης αλλά και του χειρισμού

Το συγκεκριμένο άρθρο γράφτηκε το 2015 και δημοσιεύθηκε στο τεύχος 544 του ΜΟΤΟ, και αφορά την πληρέστερη και πιο ολοκληρωμένη δοκιμή του Honda CRF 450R, έτσι όπως μόνο το ΜΟΤΟ έχει τη δυνατότητα να κάνει

Η πορεία της CRF450 από την παρουσίασή της για πρώτη φορά το 2002 μέχρι και σήμερα έχει να επιδείξει μια αξιοζήλευτη πορεία, αλλά και σκαμπανεβάσματα που έφεραν προβληματισμό.
Αν μπορούσαμε να οριοθετήσουμε τις περιόδους που είναι τρεις αυτά τα 13 χρόνια που υπάρχει η CRF450, θα λέγαμε ότι η πρώτη περίοδος από το 2002 έως το 2008 ήταν η ένδοξη, αφού σε αυτή την εξαετία η CRF έγινε το σημείο αναφοράς σαν η καλύτερη τετράχρονη μοτοσυκλέτα ΜΧ που υπήρχε εκείνη την εποχή, όπως και μεγάλη εμπορική επιτυχία παγκοσμίως. Η Honda είχε βρει την χρυσή τομή φτιάχνοντας μια μοτοσυκλέτα που ήταν που ήταν το ευχάριστο παιχνίδι για τον αρχάριο και αργό αναβάτη, αλλά και το σούπερ όπλο για τον γρήγορο που ήταν έτοιμος να κερδίσει αγώνες.


Από την γέννησή της το 2002 μέχρι το 2008 η CRF άλλαζε χρόνο με τον χρόνο με μικρές και όχι ανατρεπτικές αλλαγές. Έφτασε μέχρι το 2008 και στην ουσία βασιζόταν στην αρχική έκδοση του 2002, κι αυτό κάπου είχε κουράσει τον κόσμο. Έπρεπε να έρθει κάτι πραγματικά νέο, κι έτσι το 2009 η CRF μπαίνει στην δεύτερη περίοδο της ζωής της. Επανασχεδιάστηκε πλήρως, απέκτησε ψεκασμό στην τροφοδοσία και ήταν πραγματικά μια νέα μοτοσυκλέτα που ουδεμία σχέση είχε με την προηγούμενη έκδοση. Εδώ κάπου αρχίζει να χαλάει η συνταγή της επιτυχίας, αφού η μοτοσυκλέτα δεν ήταν το ίδιο καλή με το παρελθόν και έδειχνε μάλλον ημιτελής. Αυτή η έκδοση διατηρήθηκε μέχρι το 2012 και μπορούμε να πούμε ότι το 2012 είχε φτάσει σε ένα πολύ ικανοποιητικό επίπεδο, αλλά είχε έρθει η στιγμή η CRF να ανανεωθεί και πάλι ολοκληρωτικά κι έτσι για το 2013 είδαμε μια εντελώς νέα μοτοσυκλέτα που ουδεμία σχέση είχε με την προηγούμενη.
Μπαίνοντας στην τρίτη φάση της ζωής της η CRF το 2013 είχε δεχτεί και καλές αλλά και κακές κριτικές, ιδιαίτερα για τον χειρισμό που έδειχνε να έχει μια ασάφεια λόγω του πιρουνιού. Το 2014 έδειξε ότι βελτιώνεται συνολικά και για την φετινή χρονιά έρχεται με πλήθος βελτιώσεων, αλλαγών αλλά και καινοτομιών, όπως είναι ο προγραμματισμός του χάρτη της ηλεκτρονικής εύκολα από ένα κουμπί στο τιμόνι. Δείχνει αισθητά βελτιωμένη κι αν δούμε μέχρι τώρα την πορεία του Trey Canard στο Αμερικάνικο Supercross όπου έχει πετύχει δυο νίκες και διεκδικεί τον τίτλο, μάλλον η μοτοσυκλέτα έχει γίνει αρκετά καλή πλέον. Στο πρωτάθλημα ΑΜΑ Supercross αγωνίζονται μοτοσυκλέτες παραγωγής βελτιωμένες, οπότε για να είναι ανταγωνιστικό κάτι σε αυτό το υψηλό επίπεδο θα πρέπει να είναι πραγματικά καλό στην αρχική του σχεδίαση όπως βγαίνει στην παραγωγή.

Έγινε δουλειά
Η νέα CRF με την πρώτη ματιά δεν δείχνει διαφορετική από αυτή του 2014, όμως αν ρίξεις μια πιο σχολαστική ματιά θα διαπιστώσεις ότι υπάρχουν πολλές διαφορές.
Ξεκινώντας από τον κινητήρα έχουμε νέα κεφαλή, νέα εξάτμιση με μεγαλύτερη διάμετρο και νέα ρύθμιση στην διαχείριση της ανάφλεξης-καυσίμου PGM-FI, για καλύτερη απόδοση του κινητήρα, με ομαλότερη επιτάχυνση και αυξημένη δύναμη στις υψηλές στροφές.
Νέο είναι και το πιστόνι με επεξεργασία για μεγαλύτερη αντοχή και νέο είναι επίσης και το βολάν AGG με μεγαλύτερη μάζα για ομαλότερη λειτουργία και καλύτερη συμπεριφορά στις χαμηλές στροφές λειτουργίας του κινητήρα, κάτι που μειώνει την πιθανότητα σβησίματος.
Για ευκολία στον χειρισμό έχουμε νέο μαλακότερο ελατήριο στην γκαζιέρα και νέα ντίζα αμπραγιάζ για πιο μαλακή αίσθηση.


Η μεγάλη καινοτομία έρχεται από την Honda στο γεγονός ότι έχει τοποθετήσει ένα σύστημα που ενεργοποιείται από ένα κουμπί στο τιμόνι και δίνει την δυνατότητα στον αναβάτη να κάνει πολύ εύκολα επιλογή χαρτογράφησης. Έχει επιλογή τριών χαρτών ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στην πίστα, ενώ υπάρχει και διαγνωστικό για περαιτέρω ρυθμίσεις, που δίνεται ως έξτρα.


Στις αναρτήσεις έχουμε για εμπρός πιρούνι PSK της Kayaba με πέντε διαφορετικές ρυθμίσεις λειτουργίας, που έχει αργή και γρήγορη απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης και προφόρτιση, ενώ νέο είναι το cartridge με αλλαγές στο εσωτερικό του για μειωμένο βάρος.
Νέο είναι και το αμορτισέρ, επίσης της Kayaba, με νέο ρυθμιστή επαναφοράς και συμπίεσης για καλύτερη ισορροπία. Επέμβαση έχει γίνει και στο εμπρός φρένο όπου τώρα ένας μεγαλύτερος δίσκος 260mm έχει αναλάβει να σταματάει την γρήγορη CRF. Μια πινελιά αλλαγής δείχνουν τα νέα γραφικά στα πλαστικά του ρεζερβουάρ, καθώς και το μαύρο προστατευτικό του δισκοφρένου κι οι επίσης  μαύρες γρίλιες του ψυγείου.  

 

ινητήρας όλα τα λεφτά
Όταν ανεβαίνεις στην σέλα της νέας CRF δεν καταλαβαίνεις και καμιά ιδιαίτερη διαφορά από αυτή του 2014, αλλά όταν κατεβάσεις την μανιβέλα και ακούσεις τον θόρυβο από την εξάτμιση όσο παίζεις με το γκάζι για να ζεστάνεις τον κινητήρα πριν μπεις στην πίστα, σου κάνει εντύπωση η ευστροφία και ο άμεσος τρόπος που ανεβάζει στροφές στο παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού.
Μπαίνοντας στην πίστα η αρχική εντύπωση που είχες όταν τον ζέσταινες ότι πρόκειται να είναι δυνατός αυτός ο κινητήρας, παύει να είναι εντύπωση και γίνεται πραγματικότητα. Έχει πολλή δύναμη από πολύ χαμηλά, ανεβάζει γρήγορα στροφές μέχρι πολύ ψηλά με απόλυτα γραμμικό τρόπο θυμίζοντας ηλεκτρικό κινητήρα στην αμεσότητα της απόδοσης.
Οι αλλαγές που έγιναν στον κινητήρα έχουν φέρει συνολική και αισθητή βελτίωση από το προηγούμενο μοντέλο του 2014, κι αυτό το βλέπεις στις μεγάλες ευθείες ή στις ανηφόρες, όπου η πολλή δύναμη κάνει τις αποστάσεις να τελειώνουν γρήγορα. Όταν επέμβεις στην χαρτογράφηση και αλλάξεις συνολικά την απόδοση πατώντας το μαγικό κουμπάκι, επιλέγοντας να βάλεις τον άγριο χάρτη για πίστες γρήγορες ή στην άμμο όπου χρειάζεται πολλή δύναμη, ο κινητήρας γίνεται πιο επιθετικός και δίνει πολλή δύναμη χαμηλά, προσθέτοντας και υπερστροφία ψηλά. Η δεύτερη επιλογή είναι μια πιο μαλακή χαρτογράφηση και συνιστάται για πίστες που γλιστράνε. Η στάνταρ χαρτογράφηση είναι κάτι ανάμεσα στις δυο προηγούμενες χαρτογραφήσεις.
Στην πίστα που οδηγήσαμε την CRF μου άρεσε πολύ με την επιθετική χαρτογράφηση, λόγω δύναμης και ευστροφίας. Παρ’ ότι πλέον είμαι χοντρός και όχι τόσο γρήγορος, την ευχαριστήθηκα πολύ με αυτή την ρύθμιση.

Ανεβάζει γρήγορα στροφές μέχρι πολύ ψηλά με απόλυτα γραμμικό τρόπο

Το ολοκαίνουργιο πιρούνι δυστυχώς είναι πάρα πολύ σκληρό και χαλάει την υπεροχή που δείχνει να έχει η μοτοσυκλέτα σε όλους τους άλλους τομείς. Εκτός του ότι είναι κυριολεκτικά τσιμέντο, έχει μια βαριά αίσθηση και αυτή η ακαμψία που παρουσιάζει σε δυσκολεύει στις εισόδους των στροφών. Σε αντίθεση, το αμορτισέρ διαβάζει πολύ καλά, απορροφά θετικά της ανωμαλίες του εδάφους και είναι πολύ ενδοτικό. Καμία σχέση με το πιρούνι που ξαναλέω ότι έχει πολύ μεγάλη αντίσταση και όχι μόνο δεν τερματίζει ποτέ όσο μεγάλα άλματα και να κάνεις, δεν φτάνει ούτε μέχρι την μέση της διαδρομής του. Στις ευθείες με τα μικρά παρατεταμένα σαμάρια δεν δουλεύει και δεν αφήνει την CRF να βουτήξει μέσα στην στροφή στην είσοδο. Μετά την είσοδο στρίβει καλά, όπως έχουμε συνηθίσει να είναι το στρίψιμο με τις κόκκινες μοτοσυκλέτες, ακολουθώντας την τροχιά που θέλεις.
Η CRF επειδή είναι πολύ λεπτή και με γρήγορη γεωμετρία έχει καλό χειρισμό, ειδικά στα άλματα όπου παρουσιάζει πολύ προβλέψιμη συμπεριφορά. Σε συνδυασμό με τον φοβερό κινητήρα αρκεί μια δυνατή γκαζιά με μόλις πέντε μέτρα φόρα για να κάνει είκοσι μέτρα άλμα. Τα φρένα είναι άριστα, ιδιαίτερα το εμπρός που τώρα με το νέο δίσκο είναι πολύ δυνατό χωρίς να μπλοκάρει. Όσο δυνατά κι αν το πατήσεις έχει προοδευτική απόδοση και στο ίδιο επίπεδο κινείται και το πίσω φρένο.

Από αυτόν το διακόπτη μπορείς να αλλάζεις την χαρτογράφηση κατά την διάρκεια της οδήγησης χωρίς να χρειάζεται να σταματήσεις

 

Τεράστια βελτίωση
Για το 2015, τη χρονιά που ήδη διανύουμε, η CRF έχει τεράστια βελτίωση με ένα θεϊκό κινητήρα που γίνεται ακόμα καλύτερος με την ευκολία που μπορείς να αλλάζεις την χαρτογράφηση για να τον φέρεις όσο πιο κοντά γίνεται στις οδηγικές σου ικανότητες ή στις συνθήκες που επικρατούν στην πίστα που οδηγείς. Έχει ευελιξία και ελαφριά αίσθηση και ο χειρισμός παίρνει άριστα. Είναι πολύ προβλέψιμο στα άλματα, έχει κορυφαία ποιότητα κατασκευής και κορυφαία φρένα. Το μόνο που δεν μας άρεσε ήταν το πιρούνι, που θέλει άμεση επέμβαση για να συμβαδίζει με το πραγματικά κορυφαίο υπόλοιπο σύνολο.

Το νέο πιρούνι της KYB, PSF δεύτερης γενιάς, έχει μεγάλο εύρος ρυθμίσεων για αργή και γρήγορη απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης, όπως και για την προφόρτιση, όμως στις στάνταρ ρυθμίσεις είναι πολύ σκληρό και χρίζει άμεσης βελτίωσης
 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Αντιπρόσωπος:
ΑΦΟΙ ΣΑΡΑΚΑΚΗ ΑΕΒΜΕ
 
 
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2181
Μεταξόνιο (mm):
1490
Απόσταση από το έδαφος (mm):
330
Ύψος σέλας (mm):
952
Ίχνος (mm):
116
Γωνία κάστερ (˚):
27ο 04’
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
570
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
540
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
900
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Αλουμινένιο δυο δοκών με αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Πλάτος (mm):
 
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
110,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
6,2
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος μονοκύλιδρος, υγρόψυκτος με 4 βαλβίδες και 1ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
96,0 x 62,1
Χωρητικότητα (cc):
449
Σχέση συμπίεσης:
12,5:1
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός διπλού χρονισμού PGM-FI με 46mm σώμα ψεκασμού
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Ξηρό κάρτερ με δυο αντλίες λαδιού
Σύστημα εκκίνησης:
Μανιβέλα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός πολύδισκος με ντίζα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,444
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με αλυσίδα / 3,692
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ Showa με μοχλικό prolink
Διαδρομή (mm):
312
Ρυθμίσεις:
Απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης, προφόρτιση ελατηρίου
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 2,15Χ19’
Ελαστικό:
120/90-19
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 240mm με δαγκάνα ενός εμβόλου
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Αντεστραμμένο πιρούνι της Kayaba PSF
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
310/48
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση με αέρα και ρυθμίσεις επαναφοράς και συμπίεσης
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 1,60Χ21
Ελαστικό:
80/100-21
Πίεση:
 
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 260mm με δαγκάνα δυο εμβόλων

 

 

 

Ετικέτες

Συγκριτική δοκιμή Ducati Panigale V4S vs Aprilia RSV4 Factory: Μονομαχία στις πίστες και τους δρόμους της Ελλάδας

MotoGP στους δρόμους!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/12/2021

Η Ducati πήρε τελικά την απόφαση να φτιάξει μοτοσυκλέτες ευρείας παραγωγής με V4 κινητήρα (είχαν προηγηθεί στο παρελθόν τα περιορισμένης παραγωγής Desmosedici RR και ακόμα πιο παλιά τα Apollo) ξεκινώντας φυσικά από την τεχνολογική ναυαρχίδα της, το Panigale V4S. Μαζί με αυτή την ιστορική απόφαση για την ιταλική εταιρεία, είχαμε και την επιστροφή της φιλοσοφίας αποδέσμευσης του μοντέλου για το ευρύ κοινό από τους περιορισμούς των κανονισμών του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Superbike, όπως είχε κάνει το 1992 η Honda με το Fireblade 900. Για να δούμε τί διαφορετικό φέρνει στη ζωή μας η Panigale V4S των “παράνομων” 1100 κυβικών την συγκρίνουμε την Aprilia RSV4 Factory των “νόμιμων” 1000 κυβικών στις πίστες των Μεγάρων και των Σερρών:

 

 

Aprilia RSV4RF vs Ducati Panigale V4S

(Συνεργάστηκε ο πρωταθλητής Ελλάδας Κώστας Πολίτης)

 

MotoGP στους δρόμους!

 

Η παραγωγή μιας μοτοσυκλέτας εμπνευσμένης από των αγώνες των GranPrix δεν είναι καινούρια ιδέα. Έχουμε δει τα Suzuki RG500Γ και Yamaha RD500 την εποχή των δίχρονων και τα Ducati Desmosedici RR και Honda RCV213S στην πρόσφατη εποχή των τετράχρονων MotoGP. Όμως για πρώτη φορά έχουμε δύο MotoGPreplica που είναι κορυφαίες στα δυναμικά χαρακτηριστικά τους και όχι μόνο στα τεχνικά

Η πικρή αλήθεια για όλες τις GPreplicaπου έχουν βγει στην παραγωγή μέχρι σήμερα είναι ότι ήταν πανάκριβες και εξωτικές, αλλά από την πλευρά των δυναμικών χαρακτηριστικών καμία τους δεν κατάφερε να προσφέρει στους ιδιοκτήτες της τις επιδόσεις και τα δυναμικά χαρακτηριστικά μιας αγωνιστικής μοτοσυκλέτας. Ακούγεται οξύμωρο για μοτοσυκλέτες που φτιάχτηκαν χωρίς περιορισμούς στο κόστος και με τα καλύτερα υλικά της εποχής τους, όμως αν ψάξεις στις λεπτομέρειες είναι εύκολο να καταλάβεις γιατί. Τόσο τα δίχρονα GP 500,όσο και τα σύγχρονα τετράχρονα MotoGP είναι χειροποίητα πρωτότυπα που έχουν σχεδιαστεί με βάσει τους κανονισμούς της FIM που ισχύουν την συγκεκριμένη εποχή που συμμετέχουν στο πρωτάθλημα. Όταν παίρνεις αυτές τις μοτοσυκλέτες και προσπαθήσεις να τις προσαρμόσεις στις προδιαγραφές της Ε.Ε. ή των ΗΠΑ, είναι σαν να τις περνάς μέσα από την μηχανή του κιμά. Αντίθετα, μια σπορ μοτοσυκλέτα που έχει σχεδιαστεί από την αρχή για να κυκλοφορεί στους δρόμους, είναι ευκολότερο να δουλεύει σωστά στις συνθήκες που θα τη χρησιμοποιήσει ο ιδιοκτήτης τους.

Για παράδειγμα ο κινητήρας. Σε μια αγωνιστική μοτοσυκλέτα δεν σε ενδιαφέρουν τα διαστήματα και το κόστος των service, οπότε μπορείς να βάλεις ελαφρύ κάρτερ από μαγνήσιο, το οποίο φυσικά θέλει αλλαγή μετά από μερικούς αγώνες διότι πετσικάρει. Το ίδιο ισχύει για τις πνευματικές βαλβίδες, που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις και εργαλεία ή τις ακραίες συμπιέσεις στο θάλαμο καύσης που απαιτούν σταθερή ποιότητα βενζίνης. Σαν να μην έφταναν αυτά, θα πρέπει να του προσθέσεις καταλύτη, βαλβίδα ροής καυσαερίων και αισθητήρες στην εξάτμιση. Μετά πρέπει να βάλεις μεγαλύτερη μπαταρία, περίπλοκη καλωδίωση, πιο ήσυχο φιλτροκούτικαι τον υπόλοιπο εξοπλισμό δρόμου. Αυτές οι αλλαγές δεν προσθέτουν μόνο βάρος, αλλά κυρίως απαιτούν επιπλέον χώρο.

Εδώ αρχίζουν τα πραγματικά προβλήματα, διότι για να χωρέσουν όλα αυτά μέσα στο φαίρινγκ, πρέπει να αλλάξει το σχήμα του πλαισίου, να τοποθετηθεί ο βαρύτερος κινητήρας σε διαφορετική θέση και ουσιαστικά να αλλάξει εντελώς η κατανομή των μαζών. Έτσι πέρα από τις αναμενόμενα υποδεέστερες επιδόσεις, οι GPreplica έχουν επιπλέον βάρος σε εντελώς διαφορετικά σημεία από τις αγωνιστικές, οπότε συμπεριφέρονται και διαφορετικά.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Ducati. Αν έχεις οδηγήσεις την Desmosedici RR και μετά οδηγήσεις την Panigale V4S, θα καταλάβεις αμέσως ότι η μετατροπή μιας αγωνιστικής μοτοσυκλέτας των MotoGP, δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση όσο ο εξ αρχής σχεδιασμός μιας μοτοσυκλέτας για χρήση στο δρόμο. Μπορεί η Ducatiνα θέλει να συνδέσει όσο περισσότερο γίνεται την Panigale V4 με την μοτοσυκλέτα του Andrea Dovizioso,όμως το φαίρινγκ της δεν έχει σχεδιαστεί μόνο για την επίτευξη της μέγιστης τελικής ταχύτητας, ούτε ο κινητήρας της έχει “μόνο” 1000 κυβικά.Αντιθέτως η DesmosediciRR που είχε σχεδιαστεί για να μοιάζει όσο γίνεται με τη μοτοσυκλέτα του Capirossi, είχε μια θέση οδήγησης που σου έκοβε τα χέρια, τεράστιο μεταξόνιο και έναν πίσω τροχό 16 ιντσών που την έκανεδύστροπη στην οδήγηση.

Η PanigaleV4S είναι απαλλαγμένη από τα δεσμά των κανονισμών των MotoGP, οπότε και οι σχεδιαστές της ήταν απαλλαγμένοι από το άγχος να φτιάξουν μια μοτοσυκλέτα γεμάτη περιορισμούς. Τα 1100 κυβικά δίνουν ροπή στις χαμηλές και μεσαίες στροφές, που κανένα superbike ή race replica με 1.000 κυβικά δεν έχει. Για τη συμμετοχή τους στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK θα φτιάξουν την έκδοση R, με χίλια κυβικά, που πιθανότατα θα έχει μπιέλες τιτανίου όπως όλα τα R μέχρι σήμερα και θα ανεβάζει περισσότερες στροφές για να βγάζει τα ίδια ή και περισσότερα άλογα με την έκδοση των 1.100 κυβικών, αλλά σίγουρα με λιγότερη ροπή στις μεσαίες και με ένα κιβώτιο ταχυτήτων με κλιμάκωση μόνο για χρήση σε πίστα. Θα κάνει φυσικά και ένα σκασμό λεφτά, που ελάχιστοι θα μπορούν να πληρώσουν. Όχι ότι η PanigaleV4S είναι φτηνή, αλλά στα 31.700 ευρώ, παίρνεις σχεδόν 200 ίππους στον τροχό και τεχνολογία διαστημόπλοιου. Τόσο περίπου θα σου κοστίσει ένα οποιοδήποτε superbikeσήμερα, αν του βάλεις ολόκληρη εξάτμιση, power commanter, ζάντες Marchesini και ό,τι άλλο χρειαστεί για να βγάλει κοντά στα 200 άλογα στον τροχό και για να έχει το πραγματικό βάρος της PanigaleV4S. Σε αυτό το σημείο βρίσκεται η απάντηση σε όσους αναρωτιούνται αν αξίζει η διαφορά τιμής των 10.050 ευρώ που χωρίζει τις μοτοσυκλέτες αυτού του συγκριτικού τεστ. Ναι αξίζει, διότι για να φτιάξεις ένα RSV4RF (ή ένα GSX-R 1000Rκ.τ.λ.) με 200 ίππους στον τροχό θα ξεπεράσεις συνολικά τα 28.000 ευρώ. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν αξίζει να έχεις μια μοτοσυκλέτα 200 ίππων.

 

Όταν περισσεύει η δύναμη

Ναι, ναι, ξέρουμε… Το γκάζι δεν είναι ποτέ αρκετό και όσα περισσότερα άλογα έχεις τόσο το καλύτερο. Μόνο που οι νόμοι της φυσικής βάζουν τα δικά τους όρια και τα τελευταία χρόνια στο παιχνίδι έχουν μπει και τα ηλεκτρονικά. Μια επιπόλαιη ματιά στο αρχείο με τις μετρήσεις επιδόσεων του ΜΟΤΟμπορεί εύκολα να σε οδηγήσει στην… παράνοια.

Ποια μοτοσυκλέτα έχει την καλύτερη επίδοση στο φρενάρισμα από τα 120km/h έως τα 40km/h;Το BMW R1200RT των 272 κιλών (πάνω από 350 κιλά με έναν μεσαίου αναστήματος αναβάτη) με τις φτηνότερες χυτές ακτινικές δαγκάνες της Brembo χρειάστηκε μόλις 52,37 μέτρα. Το DucatiPanigaleV4S των 200,5 κιλών (270 κιλά με αντίστοιχο αναβάτη) και τα τεράστια δισκόφρενα των 330mm και τις πανάκριβες monoblock δαγκάνες Stylema χρειάστηκε 58,05 μέτρα (το BMWS1000RR είχε κάνει 63 μέτρα…). Τι στο διάβολο γίνεται εδώ πέρα! Πολύ απλά, σε αυτά τα χιλιόμετρα (120km/h) το ABS (corneringABS και στις δύο μοτοσυκλέτες) έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Το βάρος του R1200RT, το μακρύ μεταξόνιο και το teleleverπου δεν βυθίζεται, αποτρέπουν τον πίσω τροχό να σηκωθεί από το έδαφος. Έτσι το ABS δεν επεμβαίνει και αφήνει όλη την δύναμη των φρένων να φτάσει έως την άκρη του εμπρός ελαστικού. Στα superbikeόμως που ο πίσω τροχός σηκώνεται εύκολα στον αέρα αν γραπώσεις με δύναμη τα εμπρός φρένα (ακόμα και στα 200km/h…) η επέμβαση του ABS είναι αναπόφευκτη. Όση δύναμη κι αν έχουν τα δισκόφρενα δεν έχει καμία σημασία. Από την στιγμή που ο πίσω τροχός σηκωθεί απότομα από το έδαφος, αμέσως αναλαμβάνει το ABS το ποσοστό επιβράδυνσης.

Τόσο το Ducati, όσο και το Aprilia, έχουν το ολοκαίνουριο, υπερσύγχρονο cornering ABS της Bosch (με αισθητήρες επιτάχυνσης έξι κατευθύνσεων), που ελέγχει δίσκους 330mm και δαγκάνες της Brembo (monoblock M430 στο RSV4RF και Stylema στο PanigaleV4S). Ρυθμίζονται σε δύο επίπεδα ευαισθησίας και έχεις επιπλέον τη δυνατότητα να απενεργοποιήσεις το ABS στο πίσω τροχό και να ρυθμίσεις μέχρι ποιο ύψος θέλεις να σηκώνεται ο πίσω τροχόςόταν φρενάρεις δυνατά (RearWheelanti-lift). Δυστυχώς όμως, λόγω νομοθεσίας Euro4 απαγορεύεται η πλήρης απενεργοποίηση του ABS, ενώ στα προηγούμενα μοντέλα των ABS της Bosch είχες αυτή τη δυνατότητα. Ακόμα όμως κι έτσι, οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν διαφορά στον τρόπο που φρενάρουν λόγω διαφορετικής ρύθμισης του λογισμικού του ABS από τους μηχανικούς/δοκιμαστές της κάθε εταιρείας. Τα φρένα της Ducati έχουν το χαρακτηριστικό αρχικό δάγκωμα των Brembo, αλλά αμέσως μετά η κεντρική μονάδα του corneringABSαναλαμβάνει δράση. Όταν φρενάρεις φυσιολογικά και από ταχύτητες κάτω από τα 200km/h δεν είναι τόσο εμφανής αυτή η μετάβαση. Σε αυτό συμβάλει και το γεγονός ότι τα corneringABS δεν δημιουργούν ανάδραση στη μανέτα του φρένου, όπως κάνουν τα συμβατικά ABS. Όμως όταν είσαι μέσα στην πίστα ή φρενάρεις απότομα από υψηλές ταχύτητες, καταλαβαίνεις πιο εύκολα ότι τον έλεγχο του ρυθμού επιβράδυνσης τον καθορίζει η IMU όταν διαπιστώσει ότι η πίεση που βάζεις στη μανέτα είναι μεγαλύτερη από το όριο που την έχουν ρυθμίσει. Στην RSV4RF δεν υπάρχει καν το αρχικό δάγκωμα και σου δίνει την αίσθηση ότι το corneringABS είναι διαρκώς ενεργοποιημένο. Αυτό όμως το βοήθησε να κάνει 53 μέτρα αντί για τα 58 μέτρα του Panigale, στην μέτρηση φρεναρίσματος 120-40km/h, διότι η απουσία του αρχικού δαγκώματος κράτησε τον πίσω τροχό στο έδαφος στα πρώτα μέτρα. Βλέπουμε δηλαδή ότι λόγω σχεδιασμού των μοτοσυκλετών αυτών (ελαφριές πίσω και με κοντό μεταξόνιο) η επιπλέον δύναμη πέδησης των φρένων τους έρχεται αντιμέτωπη με το όριο που θέτουν οι νόμοι της φυσικής.

Ακριβώς τα ίδια συμβαίνουν και με τις μετρήσεις επιτάχυνσης από στάση. Το είχαμε γράψει και στο τεστ του BMW S1000XR (240 κιλά) που με μόλις 145,6 ίππους στον τροχό είχε κάνει 0-400 μέτρα σε 10’’, ενώ το S1000RR (203,5 κιλά) με 186,3 ίππους στον τροχό έχει κάνει 10,4’’ στα 0-400 μέτρα. Κι εδώ η απάντηση βρίσκεται στους νόμους της φυσικής. Το μόνο που κάνουν τα 40 επιπλέον άλογα είναι να σηκώνουν τον εμπρός τροχό στον αέρα και να προκαλούν την επέμβαση του wheelie control. Τόσο το Aprilia RSV4RF, όσο και το Ducati Panigale V4S, έχουν σύστημα launch control. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα κι ο πιο άσχετος αναβάτης, μπορεί να χουφτώσει τέρμα το γκάζι, να αφήσει απότομα τον συμπλέκτη χωρίς φόβο και να κάνει τα 0-400 μέτρα σε 10,4’’ βρέξει-χιονίσει. Το launch control δουλεύει φανταστικά και στις δύο μοτοσυκλέτες, κρατώντας τον εμπρός τροχό μόλις 2-3 εκατοστά πάνω από την άσφαλτο την ώρα που εσύ έχεις άφοβα τέρμα ανοιχτό το γκάζι. Τέλεια επιτάχυνση από στάση, που κανένας αναβάτης δεν μπορεί να πετύχει δεύτερη φορά με τέτοια ακρίβεια. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι μοτοσυκλέτες των MotoGP και WSBK έχουν launch control. Οπότε όποιος βιαστεί να αναθεματίσει τα ηλεκτρονικά, θα κάνει μεγάλο λάθος. Γιατί όμως κάνουν και οι δύο μοτοσυκλέτες τον ίδιο χρόνο ενώ τις χωρίζουν περίπου 19 ίπποι; Μα φυσικά για τον ίδιο λόγο που στο αρχείο μας όλα τα καινούρια superbike έχουν 0-400 ανάμεσα στο 10,37’’ και στο 10,46’’ ανεξαρτήτως αν έβγαλαν 170, 180 ή 190+ ίππους στο δυναμόμετρο.Το μεταξόνιο, το βάρος και η κατανομή του βάζουν το όριο, που εμπειρικά πλέον μπορούμε να πούμε ότι είναι τα 150 άλογα. Αν έχεις πάνω από 150 άλογα χρειάζεσαι περισσότερο βάρος εμπρός για να δεις τους χρόνους να πέφτουν κάτω από το 10,3’’ και γι’ αυτό στα dragster βάζουν μακριά ψαλίδια και χαμηλώνουν όσο μπορούν την απόσταση της μοτοσυκλέτας από το έδαφος. Οπότε γιατί λέμε ότι αξίζει τα επιπλέον 10.000 ευρώ το PanigaleV4S, αφού τα παραπάνω άλογα δεν φαίνονται στις μετρήσεις; Διότι η διαφορά βρίσκεται στις υψηλές ταχύτητες και κυρίως στις ρεπρίζ, που με τη σειρά τους έχουν μεγάλο αντίκτυπο στην ευκολία που έρχονται οι χρόνοι μέσα και έξω από την πίστα. Στην μέτρηση επιτάχυνσης 160-200km/h με 6η η RSV4RF έκανε 3,59’’, το S1000RR3,13’’ και η PanigaleV4S έκανε 2,85’’. Εδώ τα άλογα και η ροπή των κινητήρων βρίσκουν τη δικαίωσή τους, αφού τα ηλεκτρονικά δεν έχουν λόγο να επέμβουν.

Το γκάζι φαίνεται στην πίστα

Με το Panigale V4S θα βελτιώσεις τον προσωπικό σου ταχύτερο γύρο στις Σέρρες από δύο δέκατα έως και ένα δευτερόλεπτο, χωρίς να κάνεις τίποτα παραπάνω. Απλά μπες στην πίστα και κάνε ό,τι έκανες πάντα. Καθώς τα ελαστικά της Panigaleήταν ελαφρώς πιο φαγωμένα σε σχέση με της RSV4RF, είπαμε στο Κώστα Πολίτη ότι θα χρονομετρήσουμε μόνο τον τρίτο γύρο που θα κάνει με κάθε μοτοσυκλέτα. Δηλαδή ο πρώτος γύρος ήταν για γνωριμία και “ζέσταμα” με την μοτοσυκλέτα, ο δεύτερος γύρος για να βρει ρυθμό και για να πάρει φόρα και στον τρίτο γύρο θα οδηγούσε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, με την βασική προϋπόθεση βέβαια, του μηδενικού ρίσκου. Να επαναλάβουμε για άλλη μια φορά, ότι οι χρόνοι των τεστ δεν είναι χρονομετρημένα δοκιμαστικά αγώνα και δεν μας ενδιαφέρει να εντυπωσιάσουμε κανέναν. Σκοπός είναι να έχουμε μια ένδειξη για τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας και αυτό ακριβώς ζητάμε πάντα από τους πρωταθλητές που έχουμε μαζί μας. Ο Κώστας έκανε 1:25,070 στον τρίτο μόλις γύρο από την στιγμή που έκαστε πάνω στη σέλα της Ducati. Ακολουθώντας ακριβώς την ίδια διαδικασίαμε την Aprilia, η RSV4RF έκανε 1:25,700.

Θυμίζουμε ότι φοράγανε τα ίδιου τύπου ελαστικά (Pirelli Diablo Supercorsa) και η χρονομέτρηση αυτή έγινε με διαφορά μερικών λεπτών. Γιατί έχει σημασία αυτό; Πρώτον, διότι το πρωί η πίστα γλίστραγε κι αν κάναμε τότε τη χρονομέτρηση οι μοτοσυκλέτες θα γύριζαν μεταξύ 1:27 και 1:29. Δεύτερον, διότι για το Aprilia είχαμε μαζί μας και δεύτερο ζευγάρι ελαστικά, οπότε στο τέλος της πρώτης ημέρας ο Κώστας έκανε μερικούς γύρους παραπάνω πετυχαίνοντας χρόνο στο 1:24,7 με την RSV4RF. Όμως αυτός ο χρόνος δεν είναι άμεσα συγκρίσιμος με το 1:25 της Panigale διότι μεσολάβησαν αρκετοί γύροι εξοικείωσης του Κώστα Πολίτη με την RSV4RF. Γενικά πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός όταν συγκρίνεις χρόνους με μοτοσυκλέτες που έχουν μικρές διαφορές μεταξύ τους, διότι οι συνθήκες μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα. Επίσης, άλλο πράγμα η διαφορά του ενός δευτερολέπτου όταν το γυρολόγιο είναι πάνω από το 1:30 και άλλο πράγμα όταν είναι στο 1:25, όπου το κάθε δέκατο ισοδυναμεί με ολόκληρο… αιώνα.

Η RSV4RF έχει τις συμβατικές αναρτήσεις της Ohlins και ομαλή παροχή δύναμης που κορυφώνεται ψηλά. Αυτό σημαίνει ότι εξοικειώνεσαι αμέσως μαζί της και πιάνεις εύκολα γρήγορο ρυθμό. Η θέση οδήγησης είναι καθαρόαιμη αγωνιστική, αλλά της κλασσικής ιταλικής σχολής, με ψηλή σέλα και χαμηλά τοποθετημένα στενά κλιπ-ον. Κουμπώνεις πάνω στην RSV4RF και σε κάνει πολύ γρήγορα να καταλάβεις ότι με αυτή τη μοτοσυκλέτα πρέπει να στρίβεις με φόρα σαν να οδηγείς supersport 600. Η Ducati Panigale V4S είναι πιο ευρύχωρη, έχει πιο χαμηλή σέλα και ανοιχά κλιπόν. Είσαι σαφώς πιο χαλαρός πάνω στη σέλα της και σε αντίθεση με όλες τις υπόλοιπες superbike, δεν βαραίνει στα χέρια σου όσο αυξάνεται η ταχύτητα και πέφτουν οι χρόνοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος που περνάνε από το τριπλό εσάκι οι μοτοσυκλέτες αυτές όταν κατέβεις κάτω από το 1:30. Η Aprilia θέλει να την βοηθήσεις με το γκάζι για να σηκωθεί γρήγορα από την μία μεριά στην άλλη, ενώ η Ducati περνάει με σταθερό γκάζι και ταυτόχρονα δείχνει έως 10 κιλά ελαφρύτερη στα χέρια σου.

Ποια αγοράζω;

Η Aprilia RSV4RF είναι το καλύτερο superbike αυτή τη στιγμή. Είτε το δεις σαν μπακάλης υπολογίζοντας τι παίρνεις με τα λεφτά που δίνεις, είτε το δεις με την καρδιά ενός μηχανόβιου, η RSV4RF απλά δεν παίζεται!  Ήχος, αίσθηση, στήσιμο πλαισίου, ηλεκτρονικά που σε συναρπάζουν και τώρα πια έχει και την ιπποδύναμη για να σταθεί στις ευθείες δίπλα στα υπόλοιπα τετρακύλινδρα superbike. Η Ducati Panigale V4S δεν είναι superbike, αλλά μια κατηγορία πάνω από αυτού του είδους τις μοτοσυκλέτες. Τα 10.000 ευρώ που την χωρίζουν από την RSV4RF και τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας φαίνονται υπερβολικά, αλλά αυτά που σου προσφέρει παραπάνω τόσο αξίζουν. Η Ducati σου ανοίγει την πόρτα στις επιδόσεις των υπερμοτοσυκλετών της επόμενης γενιάς, όπου το όριο το καθορίζει ο ίδιος ο αναβάτης της και κανένας άλλος. Τα 31.700 της έκδοσης S σαφώς και την βγάζουν έξω από την λίστα αγορών της πλειοψηφίας. Όμως κάτι μας λέει ότι η βασική έκδοση που κοστίζει 25.800 ευρώ δεν θα έχει μεγάλη διαφορά σε συμπεριφορά σε σχέση με την S. Ανυπομονούμε να έρθει η στιγμή που θα οδηγήσουμε την βασική έκδοση της Panigale V4, διότι πιθανότατα είναι η φτηνότερη και καλύτερη υπερμοτοσυκλέτα της αγοράς αυτή τη στιγμή.

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            RSV4                      

Αντιπρόσωπος:

Piaggio Hellas

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

 

Ύψος (mm):

 

Μεταξόνιο (mm):

 

Απόσταση από το έδαφος (mm):

 

Ύψος σέλας (mm):

 

Ίχνος (mm):

 

Γωνία κάστερ (˚):

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

690

Απόσταση σέλας -μαρσπιέ (mm):

460

Απόσταση μαρσπιέ- τιμονιού (mm):

790

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

360

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

208

(χωρίς καύσιμο:194,2)

Πίσω

48,3%

Εμπρός

51,7%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινίου δύο δοκών

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

180/-

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, τετρακύλινδρος διάταξης V4 65ο, Υγρόψυκτος με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

78Χ52,3

Χωρητικότητα (cc):

999.6

Σχέση συμπίεσης:

13,6:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

201/13000

Ροπή (kg.m/rpm):

11.7/10500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

201

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ribe by wire με μεταβλήτου μήκους εισαγωγής 48mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκός, μονόδρομος, υποβοηθούμενος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

1,659 (73/44)

Τελική μετάδοση / σχέση:

2,562 (41/16)

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2,600

2α

2,063

3η

1,700

4η

1,476

5η

1,348

6η

1,259

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

 

Αλλαγή λαδιού (km):

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,73

13,35

0-100

3,31

46,17

0-150

5,34

117,08

0-200

7,69

225,77

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

10,45

234,8

0-1.000

17,89

280,75

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,21

68,9

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

2,79/47,2

3,43/56,15

-

80-120

2,54/70,16

2,95/81,44

3,62/100,02

120-160

2,3/89,42

2,66/103,13

3,20/124,39

160-200

2,3/115,15

2,85/142,64

3,59/179,61

200-240

-

-

-

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,38

53,03

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

0,89

-

Πραγματικά

1,09

1,17

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ ÖhlinsΤΤΧ

Διαδρομή (mm):

130

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση, απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς (αργό/γρήγορο)

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6Χ17

Ελαστικό:

200/55-17 (ή εναλλακτικά 190/55-17 )

Πίεση:

 

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 220mm με δαγκάνα Bremboδύο εμβόλων 32mm με corneringABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνιUpsideDownÖhlins με αντιτριβική επίστρωση.

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

120/43

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5Χ17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

 

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm πλευστοί. 4πίστονες Δαγκάνες Brembo M430 και cornering ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

177.4/13600

Ροπή (kg.m/rpm):

10.3/11100

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης:

13600

Μέγιστη ισχύς:

177.4

 

 

1η

151

2α

191

3η

231

4η

266

5η

292

6η

312

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

8

Ελάχιστη

7

Μέγιστη

12,2

Αυτονομία(km):

231,25

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

50

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

18,5/4

         

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            DUCATI PANIGALE V4S

Αντιπρόσωπος:

Kosmocar A.E.

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

-

Ύψος (mm):

-

Μεταξόνιο (mm):

1.469

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

830

Ίχνος (mm):

100

Γωνία κάστερ (˚):

24,5

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

720

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

450

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

820

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

-

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

200,5kg (χωρίς καύσιμο: 188,4kg)

Πίσω

46%

Εμπρός

54%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+1,25%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο “Front frame” με τον κινητήρα ενεργό τμήμα του και αφαιρούμενο υποπλαίσιο

Πλάτος (mm):

-

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/198

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετρακύλινδρος V 90⁰, με δεσμοδρομικό σύστημα κίνησης βαλβίδων 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

81 Χ 53,5

Χωρητικότητα (cc):

1103

Σχέση συμπίεσης:

14:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

214/13.000

Ροπή (kg.m/rpm):

12,6/10.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

194

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire με μεταβλητού μήκους αυλούς εισαγωγής και 2 μπεκ ανά κύλινδρο

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 2

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκός, μονόδρομος, υποβοηθούμενος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / 1,800

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / 2,562

 

Σχέσεις

1η

2,714

2α

2,117

3η

1,736

4η

1,523

5η

1,363

6η

1,250

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

Κάθε 12.000

Αλλαγή λαδιού (km):

Κάθε 12.000

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Φυσιγγίου / Κάθε 12.000

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,61

9,09

0-100

3,2

42,2

0-150

5,23

110,1

0-200

7,78

235,6

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

10,4

238,4

0-1.000

-

-

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,39

75,93

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

80-120

-

-

-

120-160

-

-

2,65/73,65

160-200

-

-

2,79/108,76

200-240

-

7,04/213,88

2,86/142,66

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,6

58,05

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

0,92

Πραγματικά

0,96

1,02

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ημί-ενεργητική μοχλισμού με μονό αμορτισέρ Ohlins

Διαδρομή (mm):

130

Ρυθμίσεις:

Απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς, προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6 Χ 17

Ελαστικό:

200/60-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 330mm Brembo με ακτινικές δαγκάνες M4.30 Stylema και corneringABSBosch

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

ΟθόνηTFT 5” έγχρωμη με προεγκατάσταση τηλεμετρία ςGPS, Riding Modes, ρυθμιζόμενο traction control, wheelie control, cornering ABS, launch control, φρένο κινητήρα

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ημί-ενεργητικό τηλεσκοπικό πιρούνι upside/downτης Ohlins

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

120/43

Ρυθμίσεις:

Απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς, προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 X 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 245mm Brembo με δαγκάνα δύο εμβόλων και corneringABSBosch

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

196,01/13.200

Ροπή (kg.m/rpm):

11,37/10.400

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

8

Ελάχιστη

7,2

Μέγιστη

12,9

Αυτονομία (km):

200

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

16/-