Ένα από τα πιο εμβληματικά ονόματα στην πλούσια ιστορία της ιταλικής βιομηχανίας μοτοσυκλετών δεν βρίσκεται πλέον μαζί μας. Ο Francesco Villa, μαζί με τον αδερφό του Walter, ίδρυσαν το 1968 την Moto Villa γράφοντας την δική τους ξεχωριστή ιστορία στους αγώνες, τόσο στην άσφαλτο, όσο και στο χώμα. Πριν από αυτό όμως, ο Francesco Villa είχε γίνει ο άνθρωπος που έκανε γνωστό το όνομα της Ducati στις ΗΠΑ. Η σχέση του με την Ducati ξεκίνησε ως αναβάτη αγώνων και μηχανικού, υπό την καθοδήγηση του μεγάλου Fabio Taglioni. Τότε η Ducati είχε μικρού κυβισμού μονοκύλινδρες μοτοσυκλέτες και στα χέρια του Francesco Villa κατέκτησε το πρωτάθλημα Ιταλίας στην κατηγορία Junior 100 το 1955.
Όμως η μεγαλύτερη προσφορά του Francesco Villa προς τον μέντορά του Fabio Taglioni ήρθε από ένα τυχαίο γεγονός. Οι αμερικάνοι αντιπρόσωποι της Ducati ανέφεραν ένα πρόβλημα στο συμπλέκτη των μοτοσυκλετών που είχαν παραλάβει, το οποίο δεν μπορούσαν να λύσουν οι ίδιοι. Η Ducati έστειλε στις ΗΠΑ των Villa για να τους βοηθήσει να βρουν λύση ως μηχανικός. Κατά την παραμονή του όμως εκεί έτρεχε σε τοπικούς αγώνες, κερδίζοντας με τις λιλιπούτιες μονοκύλινδρες Ducati τα αμερικάνικα δικύλινδρα θηρία. Έκτοτε το όνομα της ιταλικής εταιρείας εδραιώθηκε στη συνείδηση των αμερικάνων μοτοσυκλετιστών και απέκτησε αίγλη και σεβασμό. Όμως και οι μοτοσυκλέτες που κατασκεύασε ο ίδιος ο Francesco Villa με τον αδερφό του (που επίσης ήταν έως τότε αναβάτης και μηχανικός στο αντίπαλο στρατόπεδο της Aermacchi), έγραψαν με κεφαλαία γράμματα τη δική τους ένδοξη ιστορία. Κάποιες από αυτές τις μοτοσυκλέτες χρησιμοποιούσαν ως βάση κινητήρες άλλων μεγαλύτερων εργοστασίων, όμως υπήρχαν και αρκετά μοντέλα που ο κινητήρας τους ήταν σχεδιασμένος και κατασκευασμένος από τους ίδιους. Η επίσημη αγωνιστική πορεία του Villa σταμάτησε το 1972, όμως αυτό δεν τον εμπόδιζε να συμμετέχει σε τοπικούς αγώνες της Ιταλίας.
1000ΕΥΡΩ/ΗΜΕΡΑ σε αμερικάνικο CLUB μοτοσυκλετιστών στην Γάζα για προστασία ανθρωπιστικής βοήθειας
Μέλη του Infidels Motorcycle Club, όλοι βετεράνοι του Ιράκ
Από τον
Φίλιππο Σταυριδόπουλο
10/9/2025
Μέλη του αμερικανικού club Infidels (άπιστοι) MC, γνωστό για την αντι-ισλαμική στάση του, εργάζονται ως ένοπλοι φύλακες στα σημεία διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, όπου εκατοντάδες άμαχοι έχουν χάσει τη ζωή τους από πυρά
Η μεγάλη έρευνα του BBC επιβεβαίωσε την ταυτότητα δέκα μελών των Infidels MC που απασχολούνται από την ιδιωτική εταιρεία UG Solutions (UGS), τον εργολάβο ασφαλείας που έχει αναλάβει την προστασία των εγκαταστάσεων του Gaza Humanitarian Foundation (GHF).
Στα συγκεκριμένα σημεία έχουν σημειωθεί πολύνεκρα επεισόδια, με τον ΟΗΕ να κάνει λόγο για 1.135 νεκρούς αμάχους έως τις 2 Σεπτεμβρίου. Oι περισσότερες από τις δολοφονίες φαίνεται να έχουν διαπραχθεί από τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας.
Περιστατικά όπου άμαχοι τραυματίστηκαν ή εκτελέστηκαν ενώ αναζητούσαν βοήθεια βρίσκονται "υπό εξέταση από τις αρμόδιες αρχές των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων", ανέφερε ο ισραηλινός στρατός.
Σύμφωνα με το BBC η αρχική ημερήσια αποζημίωση για τα μέλη του club ανέρχεται στα 1.000 Ευρώ ανά ημέρα με τους επόπτες να αμοίβονται με 1.500 Ευρώ ανά ημέρα παραμονής.
Επτά από τα μέλη του club κατέχουν ανώτερες θέσεις εποπτείας, ενώ επικεφαλής είναι ο Johnny "Taz" Mulford, πρώην λοχίας του αμερικανικού στρατού, που έχει καταδικαστεί στο παρελθόν για συνωμοσία, δωροδοκία και ψευδείς αναφορές. Ο ίδιος φέρει τατουάζ με τον Σταυρό των Σταυροφόρων και τον αριθμό "1095", τη χρονιά που ξεκίνησε η Πρώτη Σταυροφορία.
"Το να βάλει κανείς τους Infidels επικεφαλής στην παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα ισοδυναμεί με το να βάλεις την Κου Κλουξ Κλαν (Ku Klux Klan -KKK) να κάνει το ίδιο στο Σουδάν.", δήλωσε σχετικά ο Edward Ahmed Mitchell, αναπληρωτής διευθυντής του Συμβουλίου Αμερικανικών-Ισλαμικών Σχέσεεων (Council on American-Islamic Relations -CAIR), το οποίο ηγείται στις ΗΠΑ υπέρ των δικαιωμάτων των Μουσουλμάνων.
Αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνουν ότι τον Μάιο, μόλις δύο εβδομάδες πριν ταξιδέψει στη Γάζα, ο Mulford επιδίωξε να στρατολογήσει Αμερικανούς βετεράνους του στρατού που τον ακολουθούν στο Facebook, προσκαλώντας οποιονδήποτε "μπορεί ακόμα να πυροβολεί, να κινείται και να επικοινωνεί" να κάνει αίτηση.
Το club Infidels MC, που ιδρύθηκε το 2006 από βετεράνους του πολέμου στο Ιράκ, χρησιμοποιεί χριστιανικά σύμβολα και παραλληλισμούς με τις σταυροφορίες και αναρτά αντι-μουσουλμανικό και ισλαμοφοβικό υλικό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Έχει μάλιστα οργανώσει στη διάρκεια του Ραμαζανιού, πάρτι με κατανάλωση χοιρινού κρέατος προκαλώντας οργή για τον ανοιχτά προκλητικό και περιφρονητικό χαρακτήρα των ενεργειών της.
Παρά τις αντιδράσεις, η UGS υπερασπίζεται την επιλογή της και ανακοίνωσε: "Δεν αποκλείουμε άτομα για προσωπικά χόμπι ή συσχετίσεις που δεν επηρεάζουν την επαγγελματική τους απόδοση". Από την πλευρά του, το GHF υποστηρίζει ότι εφαρμόζει "πολιτική μηδενικής ανοχής σε διακρίσεις και μίσος".
Ένας άλλος επικεφαλής ομάδας στη Γάζα ο Josh Miller, ανάρτησε μια φωτογραφία με μια ομάδα ασφαλείας στη Γάζα, που ποζάρουν κρατώντας ένα πανό που έγραφε "Make Gaza Great Again". Το πανό διαφημίζει το λογότυπο μιας εταιρείας που του ανήκει, της onthex,η οποία πουλά T-shirts και άλλα ρούχα, μεταξύ των οποίων ένα με το σύνθημα "embrace violence" και ένα άλλο που γράφει: "Surf all day, rockets all night. Gaza summer 25."
Η UGS πάντως έχει αρνηθεί τις κατηγορίες ότι οι φρουροί ασφαλείας της πυροβόλησαν επίσης εναντίον αμάχων και ότι έθεσαν σε κίνδυνο ανθρώπους που αναζητούσαν τρόφιμα λόγω λανθασμένων χειρισμών της ηγεσίας των ομάδων ασφαλείας. Ωστόσο, η εταιρεία έχει παραδεχθεί ότι χρησιμοποιήθηκαν προειδοποιητικά πυρά για να διαλύσουν πλήθη..
Σε δήλωσή της, η UG Solutions, με έδρα τη Βόρεια Καρολίνα των ΗΠΑ, υποστήριξε τον Johnny Mulford, λέγοντας πως είναι μια "έμπιστη και σεβαστή προσωπικότητα" με περισσότερα από 30 χρόνια εμπειρίας στην υποστήριξη των ΗΠΑ και των συμμάχων τους παγκοσμίως. "Υπερασπιζόμαστε τη φήμη του, το ιστορικό του και τη συμβολή του στην επιτυχία σύνθετων αποστολών", σημείωσε η εταιρεία.
Η παρουσία μελών του συγκεκριμένου κλαμπ μοτοσυκλέτας σε μια από τις πιο τεταμένες ζώνες του πλανήτη, σε συνδυασμό με τις καταγεγραμμένες επιθέσεις κατά αμάχων, εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την αξιοπιστία και την ηθική των επιχειρήσεων ασφάλειας που συνοδεύουν την ανθρωπιστική βοήθεια.