Aprilia RST 1000 FUTURA 2001 - 2005

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/8/2010

Η Aprilia παρουσίασε αυτή τη μοτοσυκλέτα στο κοινό το 2000. Η παραγωγή της άρχισε το 2001 και συγχρόνως προστέθηκε μια ακόμη επιλογή στη κατηγορία των sport-touring μοτοσυκλετών, με ιδιαίτερη εμφάνιση [blockquote]Ναι...
Για όσους θέλουν να ξεχωρίζουν με ιταλικό δικύλινδρο V60o sport-touring
Όχι...
Για όσους δεν θέλουν σπάνιες μοτοσυκλέτες που δεν πουλήθηκαν σε μεγάλους αριθμούς
Γιατί...
Είναι μια μοτοσυκλέτα sport-touring με περισσότερη έμφαση στο sport
Τι πρέπει να προσέξετε
Η συνολική κατάσταση και η πληρότητα της μοτοσυκλέτας πρέπει να είναι άριστα. Η ύπαρξη προαιρετικού εξοπλισμού, ειδικά των βαλιτσών, είναι προτέρημα.[/blockquote]
O V2 που αποτέλεσε την καρδιά της Futura, προήλθε από τη superbike μοτοσυκλέτα της Aprilia, την RSV Mille, που υπήρχε στους δρόμους και στις πίστες από το 1998. Η εταιρεία που εδρεύει στο Noale, χρησιμοποίησε τον κινητήρα αυτόν ως βάση, για να δημιουργήσει μια σειρά μοτοσυκλετών για διάφορες κατηγορίες. Είχε προηγηθεί το Caponord, που σηματοδότησε την είσοδο της εταιρείας στη κατηγορία των μοτοσυκλετών παντός δρόμου. H Futura, ήταν η αντίστοιχη προσπάθεια για τη κατηγορία των sport-touring.
Ο κινητήρας που είχε ήδη αποδείξει την αξιοπιστία του, τοποθετήθηκε στη Futura διατηρώντας και το PPC. Ο μηχανισμός Pneumatic Power Clutch, περιγράφει τη διάταξη του μονόδρομου συμπλέκτη, χαρακτηριστικό αυτού του κινητήρα μαζί με τα δύο αντικραδασμικά αντίβαρα που διαθέτει. Επανασχεδιασμένοι ήταν οι αυλοί, όπως και η ξεχωριστή για κάθε κύλινδρο χαρτογράφηση της κεντρικής μονάδας, κινήσεις που στόχευαν στη βελτιστοποίηση της απόδοσης στις μεσαίες στροφές. Σε σχέση άλλωστε με την καθαρόαιμη superbike, η μέγιστη ισχύς της ήταν μειωμένη, για να δοθεί έμφαση στις μεσαίες στροφές.
Το πλαίσιό της, αλουμινένιο, δυο δοκών, ήταν κρυμμένο κάτω από τις μεγάλες πλαστικές επιφάνειες των φέρινγκ. Η γεωμετρία του λαιμού ήταν πιο ήπια σε σχέση με αυτή του Mille, ενώ το πλαίσιο είχε διαφορετικές βάσεις, τοποθετώντας τον κινητήρα πιο μπροστά. Μεγάλη διαφοροποίηση υπήρχε στο ψαλίδι. Μονόμπρατσο και αλουμινένιο, συνεισέφερε και στην αισθητική της Futura. Το μονόμπρατσο ψαλίδι ήταν παρόν και σε μοτοσυκλέτες που ήθελε να ανταγωνιστεί, όπως η Triumph Sprint ST, η BMW R1150 RS αλλά και η Honda VFR. Η τριγωνική απόληξη της εξάτμισης όμως, ψηλά στην ουρά, ήταν μοναδικό χαρακτηριστικό της, ενώ δεν εμπόδιζε την τοποθέτηση “σαμαριών”.
Οι αναρτήσεις της ήταν απλούστερες εκδόσεις αυτών που φόραγε η Mille, με το ανεστραμμένο πιρούνι να τονίζει τον sport χαρακτήρα της. Η Futura προσέφερε άφθονο χώρο για δυο αναβάτες, έχοντας και πολύ πρακτικές χειρολαβές για τον συνεπιβάτη. Η μοτοσυκλέτα ήταν σχετικά ακριβή στην εποχή της -και μάλιστα από μια εταιρεία που δεν είχε προηγούμενη παρουσία στην κατηγορία. Δυνατή και γρήγορη, είχε πολύ καλή συμπεριφορά, το φέρινγκ της προστάτευε άριστα τον αναβάτη αλλά και τον συνεπιβάτη μέχρι τα 180 χιλιόμετρα, ενώ η τελική της άγγιζε τα 250 χιλιόμετρα.
Ο V2 διατηρούσε την τραχιά λειτουργία του, ενώ μετά τις 5.000 στροφές δεν μπορούσε να κρύψει τη supersport καταγωγή του. Όλη της η συμπεριφορά, από τον ήχο έως τις πληροφορίες που έστελναν οι αναρτήσεις, έγερνε περισσότερο προς τον sport και απόλυτο χαρακτήρα μιας αυθεντικής ιταλικής μοτοσυκλέτας. Η άνεση ήταν καλή μόνο όσο και ο δρόμος όπου κινούταν ήταν τέτοιος. Σε δρόμους με κακοτεχνίες, η Futura έπαυε να είναι όσο άνετη πρέπει. Πολυτελής και πλήρης, εμφανίστηκε λοιπόν το 2001 στις εκθέσεις, αλλά η αποδοχή της από το κοινό ήταν πολύ μικρότερη από όσο φιλοδοξούσε η Aprilia. Διατηρήθηκε στη γκάμα της εταιρείας μέχρι το 2005, ενώ η παραγωγή της είχε διακοπεί από το 2003. Παρήχθη και σε έκδοση με ABS, ενώ οι τελευταίες, από το 2003 και μετά, είχαν καλύτερη χαρτογράφηση και μικρές αισθητικές αλλαγές. Ξεχωρίζουν εύκολα από τη βαφή τους (οι μαύρες και οι μπλε είναι οι αναβαθμισμένες).
Η μοτοσυκλέτα αυτή είναι ιδιαίτερα σπάνια, αφού πουλήθηκε σε μικρούς αριθμούς, ενώ αξίζει να σημειώσουμε δυο σημεία που πρέπει να προσεχθούν, από κάποιον που αναζητεί μια τέτοια μεταχειρισμένη: Το πρώτο από αυτά είναι ένα καφέ βύσμα, χαμηλά μέσα στο φέρινγκ στην αριστερή μεριά. Λόγω υψηλής θερμοκρασίας έλιωνε, προκαλώντας ζημιές στο κύκλωμα φόρτισης. Το δεύτερο είναι ένας πλαστικός σύνδεσμος του κυκλώματος του καυσίμου, κάτω από το ρεζερβουάρ. Απαιτούσε ιδιαίτερη προσοχή στην αφαίρεση του ρεζερβουάρ, διότι σε αντίθετη περίπτωση έσπαγε, με αποτέλεσμα να δημιουργεί μια επικίνδυνη κατάσταση, αφού μπορούσε να προκαλέσει ανάφλεξη της βενζίνης που διέρρεε, όταν άνοιγε ο κεντρικός διακόπτης. Για το θέμα αυτό είχε γίνει ανάκληση, για την αντικατάστασή του.
Τέλος, τα προβλήματα στην εκκίνηση (εκτός από το ότι δεν ανέχεται το παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού), διορθώνονται με την αντικατάσταση της μπαταρίας με κάποια που προσφέρει περισσότερο ρεύμα στην εκκίνηση, όπως είναι αυτή της STX1300 Pan European.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V600 , υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97x67,5
Κυβικά (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Sagem
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,687
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, δύο δοκών
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 97
Μεταξόνιο (mm): 1.435
Ύψος σέλας (mm): 830
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 210 / 235
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 21 / 4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Showa
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Απόσβεση επαναφοράς, προφόρτιση
Πίσω: Μονόμπρατσο ψαλίδι, ένα αμορτισέρ Sachs με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 300 χιλιοστών, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, δαγκάνα με δυο έμβολα
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 180/55-17
Ζάντα: 5,50 x17''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Tαχύμετρο και στροφόμετρο με αναλογικές ενδείξεις, δύο μερικοί και ένας ολικός χιλιομετρητής, ενδείξεις για ποσότητα καυσίμου, θερμοκρασία περιβάλλοντος / ψυκτικού, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / ψεκασμό / ρεζέρβα / ανοιχτό σταντ / προειδοποίηση service, πλαϊνό και κεντρικό σταντ
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 113 / 9.250
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,8 / 7.250
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 104,3 / 9.200
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,1 / 7.100
O κινητήρας προήλθε από τη superbike RSV Mille και αυτό δεν κρύβεται. Μετά τις 5.000 αφήνει τον τουρισμό και ψάχνει για πίστα. Ανεβάζει γρήγορα στροφές, δίνοντας με τον τραχύ του τρόπο πολύ καλές επιδόσεις στη Futura. Ιδιαίτερα αξιόπιστος αλλά και φειδωλός στις ανάγκες του για καύσιμα.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,4
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 280

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225