Harley Davidson Sportster XL883C 2004 -2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Ανακαλύπτοντας την Αμερική: Η σειρά των Sportster υπάρχει στη γκάμα της Harley Davidson από το 1957, έχοντας από τότε επικεφαλής βαλβίδες στους θαλάμους καύσης του αερόψυκτου V των 45 μοιρών, ο οποίος βιδωνόταν κατευθείαν στο ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο αφήνοντας του κραδασμούς να το διατρέχουν.
Αυτό άλλαξε το 2004 όπου σε όλη τη σειρά, από τον “μικρό” κινητήρα των 883 κυβικών έως τον μεγάλο των 1200, άλλαξε ο τρόπος που εδράζεται ο κινητήρας στο πλαίσιο. Με αυτή την εξέλιξη η Harley Davidson έδωσε μια νέα πνοή στη σειρά των “βασικών” της μοτοσυκλετών. Γιατί αυτός είναι ο ρόλος τους, όντας οι πιο προσιτές από τις αμερικανικές μοτοσυκλέτες: να αποτελούν το εισιτήριο για την οικογένεια των Harley. O συνηθισμένος τρόπος για να “ανακαλύψει” κάποιος την Αμερική είναι η απόκτηση μιας μικρής XL με τον κινητήρα των 883 κυβικών εκατοστών - ή των 53 κυβικών ιντσών. Είναι η “πύλη εισόδου” στην ιδιαιτερότητα των αμερικανικών μοτοσυκλετών. Ιδιαιτερότητα που οδηγεί σε ατέρμονες συζητήσεις για την μεγάλη ιστορία της, τις διαφορές και τις εξελίξεις των μοτοσυκλετών, το ιδιαίτερο στυλ τους. Η διαδικασία του customizing, δηλαδή η δημιουργία μιας προσωπικής μοτοσυκλέτας που θα θυμίζει περισσότερο ιδιοκατασκευή παρά μοντέλο μαζικής παραγωγής, είναι ένα παιχνίδι που το παίζει ιδιαίτερα καλά και το ίδιο το εργοστάσιο. Η συγκεκριμένη έκδοση C είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρακτικής. Παρουσιάστηκε το 2004 και έμεινε έως και τη περσινή χρονιά στο line up της εταιρείας. Ξεχώριζε από την απλή XL883 φέρνοντας το στυλ των cruiser σε πιο προσιτά επίπεδα. Έχοντας λίγο πιο ψηλή τιμή από τη βασική έκδοση, η XL883C είχε τα μαρσπιέ τραβηγμένα μπροστά για να δημιουργήσει την αγαπητή και “ξαπλωτή” θέση του cruising. Άλλη ουσιαστική διαφορά αποτελούν οι ζάντες, όπου η εμπρός έχει διάμετρο 21 ιντσών ενώ η πίσω 16. Τo μακρύ πιρούνι έρχεται σε αντίθεση με το χαμηλό πίσω μέρος της μοτοσυκλέτας. Η σέλα είναι πολύ χαμηλά τοποθετημένη και δίνει τη δυνατότητα να την οδηγεί αναβάτης ή αναβάτρια με οποιοδήποτε ανάστημα, δίχως να έχει πρόβλημα με την απόσταση από το έδαφος. Η χαμηλή και μακριά μοτοσυκλέτα είχε τροποποιημένο πλαίσιο και με αυξημένη ακαμψία αφού ο κινητήρας δεν είναι πλέον ενεργό μέρος του. Με αυξημένη κατά 26% την ακαμψία του σε σχέση με το προηγούμενης γενιάς πλαίσιο χρησιμοποιήθηκε η ανεπτυγμένη από τον Erik Buell τεχνική για την απομόνωση των κραδασμών του V2, Uniplanar. Ο κινητήρας πλέον μπορεί να κινείται ελάχιστα κατά τον διαμήκη άξονα της μοτοσυκλέτας, αφήνοντας μια πολύ πιο ραφιναρισμένη αίσθηση από την οδήγησή του. Στο εσωτερικό του κινητήρα έγιναν πολλές αλλαγές και έτσι ο Evolution είχε νέες κεφαλές, κυλίνδρους και έμβολα ενώ η αλλαγή των ελατηρίων του συμπλέκτη έκανε τη μανέτα του πολύ πιο μαλακή. Θυσία στο βωμό του στυλ αποτελούν τα δυο αμορτισέρ με την πολύ μικρή διαδρομή των 61 χιλιοστών. Όταν ο δρόμος είναι λείος δεν εμφανίζεται κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα αλλά όταν βρεθεί σε κακοτεχνίες ή λακκούβες τα πράγματα σταματάνε να είναι ευχάριστα. Τo ρεζερβουάρ είχε μεγαλύτερη χωρητικότητα από τη στάνταρ έκδοση και διθέσια σέλα. Ο χώρος που αναλογεί στον συνεπιβάτη είναι ελάχιστη, ενώ το σχήμα της, με τη καμπύλη της να ακολουθεί αυτήν του φτερού, την κάνει κατάλληλη μόνο γα μικρές διαδρομές. Η θέση οδήγησης και η απουσία οποιασδήποτε προστασίας από τον αέρα, είναι αυτή που βάζει τους περιορισμούς στην άνεση στις μεγάλες ταχύτητες. Ο κινητήρας έχει αρκετή ισχύ για ταχύτητες πάνω από τα 160 χιλιόμετρα, αλλά για λίγο θα αντέξει κάποιος σ' αυτές τις ταχύτητες. Μέχρι τα 140 τα πράγματα είναι ανεκτά, ενώ πιο χαμηλά τα πράγματα γίνονται ιδανικά. Αυτή είναι μια μοτοσυκλέτα για βόλτες και μάλιστα ήσυχες. Στενή και χαμηλή, με σημαντικό κόψιμο του τιμονιού, τα καταφέρνει καλά ακόμη και στις αστικές μετακινήσεις. Χρειάζεται όμως να εξοικειωθεί κάποιος με το βάρος της και την έντονη μεταφορά του όταν φρενάρει, εξ’ αιτίας της μεγάλης διαδρομής του πιρουνιού. Η XL883C φρενάρει καλύτερα με συνδυασμό του ισχυρού πίσω φρένου και του κλειστού γκαζιού, παρά εξαντλώντας την ισχύ του μπροστινού. Γενικά δεν αξίζει να “κυνηγιέσαι” πάνω στη σέλα μιας cruiser αλλά να απολαμβάνεις τη ροπή του κινητήρα, γυρνώντας τον με χαμηλές στροφές. Η XL883C έχοντας εξευγενιστεί από το 2004 και μετά, αποτελεί τη πιο προσιτή λύση για την είσοδο σε αυτή την ιδιαίτερη και σχετικά κλειστή οικογένεια των Harley Davidson, όπου το στυλ και η αυθεντικότητα της αισθητικής έχουν τον κυρίαρχο ρόλο.
[blockquote]Ναι...
Στον ραφιναρισμένο κινητήρα της
Όχι...
Για διανομές και χωματόδρομους
Γιατί…
Το αυθεντικό γοητεύει πάντοτε
Τι να προσέξετε
Η “μισή χαρά” ενός κατόχου Harley Davidson είναι η οπτική απόλαυση, οπότε είναι εύλογο στην επιλογή μιας υποψήφιας ο πρώτος έλεγχος να αφορά την ακεραιότητα. Γρατζουνιές, χτυπήματα και οξειδώσεις δεν θα πρέπει να υπάρχουν. Παρατηρήστε τον κινητήρα για διαρροές λαδιών και οδηγήστε την. Ο ψηφιακός χιλιομετρητής θα λέει τα πραγματικά χιλιόμετρα - η HD δεν πουλάει καν ανταλλακτικό ταχύμετρο με μηδέν χιλιόμετρα - και οδηγήστε την. Είναι πολύ σπάνιο να έχει πάθει ζημιά ο κινητήρας μιας XL, αλλά είναι καλό να αναζητήσετε την γνώμη εξειδικευμένων συνεργείων για την αξιολόγηση μιας μεταχειρισμένης.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: τετράχρονος, δικύλινδρος V45o, αερόψυκτος, 2 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 76,2 x 96,82
Κυβικά (cc): 883
Σχέση συμπίεσης: 8,9:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: καρμπυρατέρ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη : Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Τελική μετάδοση: Οδοντωτός ιμάντας, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο διπλό, σωληνωτό
Γωνία κάστερ (o): 30,1
Ίχνος (mm): 119,4
Μεταξόνιο (mm): 1.534,20
Ύψος σέλας (mm): 668
Απόσταση από το έδαφος (mm): 111,8
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 263/
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/3,6
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 39
Διαδρομή (mm): 141
Ρυθμίσεις: καμία
Πίσω: Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 61
Ρυθμίσεις: προφόρτιση ελατηρίων


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 292mm, δαγκάνα Nissin με δυο παράλληλα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 292mm, δαγκάνα Nissin με δυο παράλληλα έμβολα
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: ΜΗ90 - 21
Ζάντα:
Πίσω
Ελαστικό: 150/80 Β 16
Ζάντα:


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο με αναλογική ένδειξη, οθόνη υγρών κρυστάλλων με ολικό και δυο μερικούς χιλιομετρητές, immobilizer, λυχνίες για φώτα, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα, πίεση λαδιού, ρεζέρβα, φόρτιση μπαταρίας


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 52/6.000
Ροπή εργοστασίου (Kg.m/rpm): 7/4.300


O κινητήρας με τις έντονα υποτετράγωνες διαστάσεις αποδίδει ευχάριστα από τις 2.500 στροφές επιταχύνοντας άμεσα τη βαριά μοτοσυκλέτα. Πλησιάζοντας το όριο της περιστροφής του, στις 6.000 στροφές, παύει να είναι ευχάριστος και στον τομέα των κραδασμών αλλά και του ήχου. Από το 2007 και μετά πέρασε στην εποχή του ψεκασμού.


Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 48,3/5.900
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 6,2/4.900


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 6,8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 248,5

Suzuki GSR 600 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Διχασμένο: Το 2006 ήταν η πρώτη χρονιά που εμφανίστηκε στην αγορά το GSR. Με έμφαση στην εντυπωσιακή εμφάνιση, χρησιμοποίησαν και στοιχεία από το πρωτότυπο B- King, το οποίο είχε παρουσιάσει η Suzuki στο Tokyo Motor Show του 2001. Το GSR προστέθηκε στην γκάμα της εταιρείας και δεν αντικατέστησε κάποιο υπάρχον μοντέλο, ενώ το B-King παραγωγής έκανε την εμφάνισή του έναν χρόνο μετά το GSR
Εκτός από τα στοιχεία της εμφάνισης του B- King η Suzuki ενσωμάτωσε στο GSR μερικά ακόμη θέλοντας να εντυπωσιάσει. Οι εξατμίσεις που βγαίνουν ψηλά στην ουρά μαζί με τα δυο στρογγυλά φώτα ανάμεσά τους θυμίζουν έντονα τις απολήξεις των εξατμίσεων της MV Agusta F4, ενώ και ο προβολέας του μοιάζει περισσότερο από όσο πρέπει με αυτόν της Brutale. Από εκεί και πέρα τα χρώματα στη σέλα, καπάκια - προεκτάσεις του ρεζερβουάρ και στην καρίνα δημιούργησαν ένα αισθητικό αποτέλεσμα σαρδάμ. Είναι πολλοί αυτοί που εντυπωσιάστηκαν, ενώ ταυτόχρονα άλλοι τόσοι δεν αντέχουν να το βλέπουν.
Για τη νέα της γυμνή μοτοσυκλέτα η Suzuki χρησιμοποίησε έναν κινητήρα που ήδη είχε κατασκευάσει, και συγκεκριμένα αυτόν του GSX-R 600 του 2004. Συνηθισμένη πρακτική που ακολουθούν και άλλοι κατασκευαστές η οποία έχει σκοπό τη συγκράτηση του κόστους εξέλιξης, κάτι που με τη σειρά του μεταφέρεται και στην τελική τιμή της. Στον τετρακύλινδρο έγιναν επεμβάσεις με στόχο τη βελτίωση της απόδοσης στις χαμηλές και μεσαίες στροφές της, ενώ κάλυπτε και τις προδιαγραφές Euro 3. Διατηρήθηκε ο ψεκασμός που χρησιμοποιεί δυο πεταλούδες σε κάθε αυλό, μια ελεγχόμενη άμεσα από το γκάζι και μια που το άνοιγμά της καθορίζεται από την κεντρική μονάδα διαχείρισης του κινητήρα. Η ομαλότητα στην απόκριση που είχε πετύχει η Suzuki μεταφέρθηκε και στο GSR, ενώ αλλαγμένες ήταν και οι δυο πρώτες σχέσεις στο κιβώτιο ταχυτήτων.
Με τον κινητήρα έτοιμο, η δουλειά έπεσε στους σχεδιαστές. Σχεδίασαν ένα πλαίσιο από χυτό αλουμίνιο, με αφαιρούμενο υποπλαίσιο, αλλά και ένα αλουμινένιο ψαλίδι με θηριώδεις διαστάσεις για τα δεδομένα της κατηγορίας. Προσθέτει και αυτό την εντυπωσιακή του όψη στην προκλητική εμφάνιση. Η Suzuki δεν έφτιαξε τo GSR με όσο το δυνατόν μικρότερες διαστάσεις και έτσι έχει πλατύ ρεζερβουάρ και σέλες με πλούσιο αφρώδες και μεγάλη επιφάνεια. Επίσης, παρά του ότι υπέκυψε στη “μόδα” των τοποθετημένων στην ουρά εξατμίσεων φρόντισε και τις μόνωσε καλά, και έτσι δεν “ψήνονται” οι γλουτοί του συνεπιβάτη. Η θέση οδήγησης και η συνολική του εργονομία βολεύει καλύτερα τους μικρόσωμους αναβάτες, ενώ οι άνθρωποι με ψηλό ανάστημα βασανίζονται πάνω του, τόσο με τα εμπρός τοποθετημένα μαρσπιέ όσο και με τη δυσκολία να μετακινούν το σώμα τους, όπως είναι απαραίτητο για να ευχαριστηθείς και να διασκεδάσεις με την οδήγηση σε ένα track day για παράδειγμα. Τo GSR είναι γεμάτο από φαινομενικά ασυμβίβαστα χαρακτηριστικά, αλλά η ύπαρξή του αποδεικνύει ότι όλα είναι δυνατά, γιατί είναι αλήθεια ότι τα καταφέρνει περίφημα όταν οδηγείται με πίεση. Το πιρούνι του έχει μαλακή λειτουργία, αλλά το σύνολο του πλαισίου σε συνδυασμό με τον εύστροφο κινητήρα το κάνει διασκεδαστικό στην γρήγορη οδήγηση. Αντίθετα, μέσα στην πόλη, που θα περίμενε κανείς να είναι μια άνετη και ευκολοδήγητη καθημερινή μοτοσυκλέτα, ο αναβάτης του πρέπει να συμβιβαστεί με το μικρό κόψιμο του τιμονιού, τη σφικτή λειτουργία του αμορτισέρ και την αναιμική απόδοση του κινητήρα στις χαμηλές στροφές. Θέλει πατινάρισμα σε κάθε εκκίνηση και η απόδοση γίνεται επαρκής μετά τις 5.000 στροφές. Όταν οι στροφές του όμως ανέβουν εμφανίζονται τα supersport γονίδιά του. Ανεβάζει έως τις 13.000 στροφές με ελάχιστη μείωση της απόδοσής του, που έχει κορυφωθεί λίγο μετά τις 10.000. Η διατήρηση της απόδοσης στο ίδιο επίπεδο για τρεις χιλιάδες στροφές, κάνει το GSR διασκεδαστικό όταν το “σκίζεις”, ανεβάζοντας τις στροφές του μέχρι τον κόφτη πριν αλλάξεις ταχύτητα. Οι μεγάλοι του χώροι επιτρέπουν με σχετική άνεση τις μεγάλες βόλτες χωρίς να κουράζει ούτε τον αναβάτη, αλλά ούτε και τον συνεπιβάτη του, πάντοτε κρινόμενο με τα στάνταρ της κατηγορίας των μεσαίου κυβισμού γυμνών μοτοσυκλετών. Η ποιότητα κατασκευής του και το φινίρισμά του ήταν σε υψηλό επίπεδο και στις περισσότερες των περιπτώσεων καλύτερο από αυτό των ανταγωνιστών του.
Το GSR κόστιζε επτά χιλιάδες ευρώ στην αρχή της καριέρας του και από το 2008 προστέθηκε και έκδοση με ABS. Στο τέλος της καριέρας του η τιμή του μειώθηκε ακόμη περισσότερο και έφθασε - σε προσφορά - στις 6.000. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν αφού πλέον δεν υπάρχει στην γκάμα της Suzuki δίνοντας τη θέση του στο μεγαλύτερο και  με διαφορετική εμφάνιση GSR 750. Υπάρχει και “παρεάκι” χτισμένο γύρω από τα GSR που μπορείτε να αναζητήσετε στη διεύθυνση  www.gsr600.gr
[blockquote]Ναι...
Στην σπορ πλευρά του
Όχι...
Στην αμφιλεγόμενη εμφάνιση
Γιατί…
Έχει σχεδιαστεί για  μικρόσωμους και ανήσυχους  
Τι να προσέξετε
O κινητήρας έχει αποδείξει την αξιοπιστία του, ενώ και συνολικά η μοτοσυκλέτα είναι καλοφτιαγμένη και με τυπική Made in Japan ποιότητα. Να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με το πλαίσιο, ειδικά στην περιοχή που δένει με τον κινητήρα, γιατί μπορεί να έχει σπάσει μετά από πτώση. Η Suzuki έχει σχεδιάσει μεγάλη σειρά προαιρετικού εξοπλισμού για βελτίωση της εμφάνισης, της προστασίας από πτώσεις και τη μεταφορά αποσκευών. Όσα περισσότερα έχει από αυτά τόσο καλύτερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, τετρακύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 67 x 42,5
Κυβικά (cc): 599,4
Σχέση συμπίεσης: 12,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός με αυλούς 38mm και δυο πεταλούδες
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο χυτό περιμετρικό
Γωνία κάστερ (o): 25,15
Ίχνος (mm): 104
Μεταξόνιο (mm): 1.440
Ύψος σέλας (mm): 785
Απόσταση από το έδαφος (mm): 130
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 183/195,3
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 212
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 16,5 /3
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 130
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 134
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm, δαγκάνες Tokico με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 180/55 - 17
Ζάντα: 5,5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακό ταχύμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ένδειξη σχέσης κιβωτίου, ρολόι, ένδειξη θερμοκρασίας ψυκτικού, στάθμης βενζίνης, immobilizer, ενδεικτικές λυχνίες για μεγάλη σκάλα/φλας/νεκρά/λειτουργία κινητήρα/ρεζέρβα


Προερχόμενος από το GSX-R 600 ο τετρακύλινδρος αυτός διατήρησε την ευστροφία του. Η απόδοση στις χαμηλές στροφές είναι φτωχή, ενώ η “κοντή” τελική μετάδοση το βοηθά στις επιταχύνσεις. Ανεβάζει πολλές στροφές αγγίζοντας τις 13.000 με την απόδοση να παραμένει ουσιαστικά σταθερή για ένα εύρος σχεδόν τεσσάρων χιλιάδων στροφών. Αποδεδειγμένη η αξιοπιστία του, ενώ η κατανάλωσή του θα μπορούσε να είναι μικρότερη. Πάντως, δεν αυξάνεται ιδιαίτερα ακόμη και σε οδήγηση “τέρμα γκάζι”.


Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 86,6/10.800
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 5,6 /9.900


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 7,5
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 220