Triumph Tiger 955i 2005-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Ανέκαθεν το Tiger ήταν μια on-off προσανατολισμένη προς την άσφαλτο, αλλά το 2005, κάποιες επιμέρους αλλαγές ενίσχυσαν ακόμα περισσότερο τον street χαρακτήρα της. Παρ' όλα αυτά, εξακολουθεί είναι μια πρώτης τάξεως επιλογή στον χώρο των “πολυμορφικών” μοτοσυκλετών, στην κατηγορία των 1000 κυβικών [blockquote]Ναι
Στις πολύ καλές τουριστικές δυνατότητες
Στην άνεση αναβάτη και συνεπιβάτη
Στον πλούσιο εξοπλισμό του
Όχι
Στην περιορισμένη δυνατότητα κίνησης εκτός δρόμου
Στον μεγάλο όγκο του
Γιατί
Είναι ένα τίμιο, ευρύχωρο, γρήγορο και με πλούσιο εξοπλισμό on-off
Τι πρέπει να προσέξετε
Προσοχή θέλουν μόνο τα ρουλεμάν του λαιμού, καθώς το Tiger είναι μια ιδιαίτερα αξιόπιστη μοτοσυκλέτα. Ελέγξτε προσεχτικά τα ελαστικά της όπως και όλα τα αναλώσιμα. Επίσης, προσέξτε τα φέρινγκ και τις βάσεις τους για τυχόν σπασίματα από πιθανή πτώση.[/blockquote]
"Μα όλα είναι ίδια", θα αναφωνήσει κάποιος, βλέποντας παραταγμένα τα Tiger των προηγούμενων ετών -και δεν θα έχει και άδικο, αφού πράγματι, στη σχεδίαση και στην εμφάνιση δεν έχει αλλάξει κάτι σημαντικά. Όμως στην ουσία, υπάρχουν αλλαγές που το διαφοροποιούν σε σχέση με το παρελθόν, με πρώτη και κύρια τις ζάντες, που πλέον είναι χυτές και όχι ακτινικές (επιτρέποντας τη χρήση tubeless ελαστικών), το ψαλίδι που δεν είναι μαύρο και δεν έχει εκείνο το τεράστιο έκκεντρο γύρω από τον άξονα του τροχού, αλλά και τη μείωση της διαδρομής του πιρουνιού, από τα 200 στα 170 χιλιοστά. Ως συνέπεια των νέων χαρακτηριστικών του πιρουνιού, το μεταξόνιο μειώθηκε λίγο, από τα 1.550 στα 1.537 χιλιοστά, και η γωνία κάστερ από τις 28 στις 25,8 μοίρες. Επίσης, η αγγλική μοτοσυκλέτα απέκτησε επανασχεδιασμένη σέλα, νέα μανέτα συμπλέκτη και λεβιέ πίσω φρένου και ταχυτήτων, ενώ διαφοροποιήθηκαν ελάχιστα τα γραφικά, χωρίς να αλλάξει το γνώριμο μοτίβο, με πιο εμφανή αλλαγή την απομάκρυνση των “φρυδιών” πάνω από τους δύο προβολείς.
Οδηγώντας το Tiger, η αίσθηση που παίρνεις δεν απέχει καθόλου σε σχέση με το παρελθόν και αυτό κάθε άλλο παρά κακό είναι. Η ευρύχωρη και με πλούσιο αφρώδες σέλα, σε συνδυασμό με τις μαλακές αναρτήσεις, κάνουν ξεκάθαρο ότι κυρίαρχο στοιχείο είναι η άνεση και η ευκολία στην κάλυψη μεγάλων χιλιομετρικών αποστάσεων. Σε αυτό συμβάλλει το 24 λίτρων ρεζερβουάρ, που προφέρει αυτονομία αλλά και... πλάτος στη μοτοσυκλέτα, δυσκολεύοντας στο να πατήσει άνετα τα πόδια του στη γη, κάποιος που το ανάστημά του δεν ξεπερνά το 1,70 -αλλά και η όλη φιλοσοφία κατασκευής της μοτοσυκλέτας δεν απευθύνεται σε μικρόσωμους αναβάτες. Μπορεί τα 840 χιλιοστά που απέχει η σέλα από το έδαφος να μην είναι πολλά, αλλά ο όγκος και οι διαστάσεις της δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητα.
Στην πόλη και στην καθημερινή χρήση, το πρώτο πράγμα που θα ενοχλήσει κατά τους θερινούς μήνες, είναι η ζέστη που παράγει ο τρικύλινδρος κινητήρας, και το δεύτερο, το μεγάλο τιμόνι με τις χούφτες (που σε ελάχιστες ευτυχώς περιπτώσεις βρίσκεται στο ίδιο ύψος με τους καθρέφτες των αυτοκινήτων) αλλά δεν παύει να αυξάνει το πλάτος της μοτοσυκλέτας, έχοντας όμως το ατού ότι "κόβει" αρκετά από άκρη σε άκρη. Το πεδίο δράσης του Τίγρη δεν είναι η πόλη, αλλά οι δρόμοι έξω από αυτή, και θα το νιώσεις κάθε φορά που θα περιστρέψεις το γκριπ του γκαζιού, νιώθοντας τα 87 άλογα και τα οκτώ χιλιογραμμόμετρα ροπής να κατεβαίνουν στον δρόμο. Μάλιστα, αυτό γίνεται ιδιαίτερα νωρίς, χάρη στον τρικύλινδρο κινητήρα που συνδυάζει και φοβερή ευστροφία, αλλά και απόδοση στις πολύ χαμηλές στροφές, πράγμα που μεταφράζεται σε οδηγική απόλαυση, όχι μόνο στο επαρχιακό δίκτυο αλλά και στον ανοιχτό δρόμο, όπου η μοτοσυκλέτα θα ξεπεράσει χωρίς κόπο τα 200 χιλιόμετρα ανά ώρα.
Οι αναρτήσεις και το πλαίσιο ανταποκρίνονται και θα καλύψουν τις ανάγκες του μέσου on-off αγοραστή, παρότι η μειωμένη διαδρομή του πιρουνιού θα περιορίσει κάπως τις δυνατότητες στο χώμα, πεδίο άλλωστε όπου ποτέ ο Τίγρης δεν διέπρεπε. Θα περάσει χωρίς πρόβλημα τον οποιοδήποτε χωματόδρομο, αλλά από εκεί και μετά το μεγάλο βάρος και ο όγκος δεν επιτρέπουν κάτι παραπάνω. Η τελευταία λοιπόν έκδοση του Tiger με τον 19 ιντσών τροχό, ίσως δεν πρόλαβε να γίνει και τόσο δημοφιλής στη χώρα μας, παρόλο που η τιμή του την εποχή που παρουσιάστηκε ήταν άκρως δελεαστική. Στην αγορά σήμερα, η τιμή της κυμαίνεται κατά μέσο όρο περίπου στα 6.000 ευρώ, ενώ ίσως να βρείτε και σε χαμηλότερη τιμή. Σημαντικό ατού είναι και ο πλούσιος στάνταρ εξοπλισμός της, που περιλαμβάνει θερμαινόμενα γκριπ και πλαστικές πλαϊνές βαλίτσες.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τρικύλινδρος, τετράχρονος, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 955
Σχέση συμπίεσης: 11.6:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 3 σε 1
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,750
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,733 2: 1,945 3: 1,545 4: 1,292 5: 1,154 6: 1,074
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,555
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο διπλό ανοιχτό με αλουμινένιο ψαλίδι
Βάρος κενή (kg): 215
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 24 / -
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 310 χιλιοστών, με δαγκάνες δύο εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 285 χιλιοστών, με δαγκάνα δύο εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/80-19
Πίσω
Ελαστικό: 150/70-17
Διάγραμμα
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 87,1 / 9.600
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 8,1 / 4.200
Η απόλυτη γραμμικότητα είναι ένα σημαντικό προσόν του τρικύλινδρου κινητήρα, όπως και η ευτραφής καμπύλη της ροπής. Από τις 3.500 ως τις 8.000 στροφές, παρέχονται σταθερά περισσότερα από επτά χιλιογραμμόμετρα, ενώ η μέγιστη τιμή της ροπής είναι διαθέσιμη ήδη από τις 4.200 στροφές, γεγονός που σημαίνει ελαστικότητα στη μεσαία περιοχή που είναι και η πιο χρήσιμη, ελαχιστοποιώντας την ανάγκη βοήθειας από τον συμπλέκτη.

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225