Honda CBR750R 2024 - Το επόμενο βήμα

Να παίρνουν σειρά τα Rebel 750, NT750 και CL750
Honda CBR750R
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

3/2/2023

Μετά τα Honda Hornet 750 και Transalp 750, τα επόμενα βήματα που αναμένεται να κάνει η Honda με τη νέα δικύλινδρη πλατφόρμα της θα είναι στα cruiser με ένα Rebel 750, και στα sport μοντέλα με το CBR750R που βλέπετε εδώ σε CGI απεικόνιση από τον ιαπωνικό τύπο.

Η συνταγή των διαφορετικών μοντέλων πάνω στην ίδια πλατφόρμα (modular design) είναι γνωστή: Ίδιο πλαίσιο, ίδιος κινητήρας, διαφορετικά περιφερειακά και στιλ, κάλυψη των κυριότερων κατηγοριών (On-Off, Naked, Sport, Cruiser, Scrambler, Touring), μειωμένο κόστος εξέλιξης και κατασκευής, μειωμένη τιμή απόκτησης, περισσότερες πωλήσεις. Χάνονται έτσι τα οφέλη της υπέρ-εξειδίκευσης, όμως -τουλάχιστον στη θεωρία- τόσο το εργοστάσιο όσο και ο πελάτης κερδίζουν οικονομικά.

Στη μεσαία κατηγορία η Honda παρατάσσει τα CB500X, CB500F, CBR500R, CMX500 Rebel, CL500. Στη μεγάλη κατηγορία τα CRF1100 Africa Twin, CB1000R, CMX1100 Rebel, NT1100. Ανάμεσα τους ως το 2023 ξεκίνησε την καριέρα της και μια τρίτη κατηγορία στα 750 κυβικά με τα CB750 Hornet & XL750 Transalp, πάντα με την ίδια εν σειρά δικύλινδρη διάταξη κινητήρα.

Κι αφού τα Hornet 750 και Transalp 750 κατευθύνονται σιγά-σιγά στους dealer σε παγκόσμια κλίμακα, το μόνο σίγουρο είναι πως η Honda έχει ήδη σχεδιάσει τα επόμενα βήματα στην ανάπτυξη της νέας της πλατφόρμας 750, που δεν αναμένεται να διαφέρουν πολύ από εκείνα της πλατφόρμας 500 ή 1100.

Σύμφωνα με την τακτική της Honda, το CBR750R δεν θα διαφέρει από τα πρώτα δύο μοντέλα στον κινητήρα, έτσι αναμένουμε τη νέα δικύλινδρη σπορ μοτοσυκλέτα της εταιρείας να αποδίδει 91,8 hp / 9.500 rpm, και 7,65 kgm / 7.250. Συγκριτικά, το Aprilia RS660 αποδίδει 100 hp / 10.500 rpm και 6,83 kgm / 8.500 rpm, το Kawasaki Ninja 650 67,3 hp και 6,5 kgm / 6.700 rpm, και το Yamaha R7 72,4 hp / 8.750 rpm και 6,8 kgm / 6.500 rpm.

Όσον αφορά στο βάρος, αν το γεμάτο υγρά βάρος του Hornet βρίσκεται στα 190 κιλά, και εκείνο του Transalp στα 208, το CBR750R αναμένεται λίγο πιο πάνω από το CB750, με το έξτρα βάρος να προέρχεται κυρίως από το φαίρινγκ.

Οι διαφορές μεταξύ CB750 και CBR750R αναμένεται να είναι φυσικά στο φαίρινγκ σε στιλ που θα εμπνέεται από CBR600RR, και στο διαφορετικό τιμόνι, ενώ πιθανώς να δούμε και μια ελαφρά διαφοροποίηση στη γεωμετρία, ενώ ελπίζουμε η Honda να προχωρήσει και σε αλλαγές στις αναρτήσεις για τον sport προσανατολισμό του νέου μοντέλου. Σίγουρα πάντως το γεγονός πως ο αναβάτης θα φορτίζει με τη στάση του σώματος του περισσότερο τον μπροστινό τροχό από ότι στο Hornet, αναμένεται να επιδράσει θετικά στο κράτημα.

Ίδιο με το Hornet αναμένεται να παραμείνει το CBR750R σε πλαίσιο, ρεζερβουάρ, τροχούς, φρένα και πίνακα οργάνων, με την TFT οθόνη των 5 ιντσών και με το Traction Control τριών επιπέδων να παραμένουν ίδια. Ούτε Riding Modes αναμένονται, ούτε και IMU για Cornering χαρακτηριστικά βοηθημάτων.

Αν τώρα κληθούμε να κάνουμε μια πρώτη εκτίμηση για την τιμή του CBR750R στην Ελλάδα, σίγουρα αυτή θα είναι μεγαλύτερη των 8.750 ευρώ του Hornet, κυρίως λόγω της κατασκευής -αλλά και της εξέλιξης του φαίρινγκ-, ενώ αναμένεται η Honda να το διαθέσει σε τιμή ανταγωνιστική (προσέξτε, αυτό δεν σημαίνει φθηνότερη) με του Yamaha R7, το οποίο αυτή τη στιγμή διατίθεται στην Ελλάδα σε τιμή που ξεκινά από τα 9.890 ευρώ. Σημειώστε πάντως πως η Yamaha ακολούθησε διαφορετικό δρόμο από τη Honda (τουλάχιστον από τις προηγούμενες πλατφόρμες της), καθώς το εξέλιξε δραματικά σε σχέση με το γυμνό MT-07 στο οποίο βασίστηκε, τόσο σε πλαίσιο, αναρτήσεις, ελαστικά αλλά και σε κινητήρα.

Το CBR750R αναμένεται να παρουσιαστεί στην EICMA 2023, για να βγει στην παραγωγή ως μοντέλο 2024, και να παίρνουν σειρά και τα Rebel 750, NT750 και CL750.

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.