Οδηγούμε Piaggio Beverly 300 & 400 2021: Ένα όνομα δύο προσωπικότητες

Με τον αέρα του Best Seller
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

12/3/2021

Το 2020 ήταν η πιο επιτυχημένη εμπορικά χρονιά για το Beverly 300, όπου με την βοήθεια της επιθετικής τιμολογιακής πολιτικής της Piaggio ανακηρύχτηκε best seller της ελληνικής αγοράς. Αντίστοιχα πολύ καλή εμπορική πορεία είχε και η premium έκδοση των 350 κυβικών, έστω κι αν η τιμή του ήταν αρκετά μεγαλύτερη από του 300.

Για το 2021, η ιταλική εταιρεία εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο την αναγκαστική προσαρμογή των κινητήρων της στις προδιαγραφές Euro 5, παρουσιάζοντας την τρίτη ουσιαστικά γενιά των Beverly, όπου τα τελευταία 10 χρόνια έχουν ξεπεράσει τις 450.000 πωλήσεις! Όπως καταλαβαίνετε, εδώ δεν έχουμε άλλο ένα νέο scooter που μπαίνει στην αγορά, αλλά έναν βασικό παίχτη της αγοράς, που αποτελεί το μέτρο σύγκρισης του ανταγωνισμού στην κατηγορία του. Επίσης ένα τόσο δημοφιλές μοντέλο συγκεντρώνει το ενδιαφέρον και ενός μεγάλου κοινού με πρόθεση αγοράς. Με αυτό το “βάρος” στις πλάτες μας βρεθήκαμε στο Livorno της Ιταλίας για την παρουσίαση της νέας γενιάς των Beverly 300 και 400.

Όπως προσέξατε, είπαμε ήδη πως η Piaggio  “εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο την υποχρεωτική προσαρμογή στις προδιαγραφές Euro 5”. Τι σημαίνει όμως αυτό;

Πρώτα απ’ όλα οι νέοι κινητήρες είναι πιο δυνατοί και πιο οικονομικοί σε κατανάλωση βενζίνης από πριν. Συγκεκριμένα η έκδοση των 300 κυβικών έχει 23% περισσότερη δύναμη (25,8 ίππους στις 8.000 στροφές) και 15% περισσότερη ροπή.

Η έκδοση των 400 κυβικών με τον κινητήρα της σειράς HPE (High Performance Engine) έχει πλέον 35,4 ίππους στις 7.500 στροφές και 3,8kg/m ροπής στις 5.500 στροφές. Σε σχέση με τον κινητήρα των 350 κυβικών που αντικαθιστά, η ροπή και η ιπποδύναμη κορυφώνονται σε χαμηλότερες στροφές, βοηθώντας την μείωση της κατανάλωσης στις πραγματικές συνθήκες οδήγησης μέσα στην πόλη.

Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο που αφορά την συνέχιση της εμπορικής επιτυχίας των νέων Beverly είναι πως ο εξωτερικός σχεδιασμός δεν είναι ανατρεπτικός, αλλά μοιάζει περισσότερο σαν facelift. Αυτό το λέμε, διότι η εμπορική αξία των προηγούμενων μοντέλων στην αγορά των μεταχειρισμένων δεν θα επηρεαστεί αρνητικά από την άφιξη των νέων μοντέλων, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις όπου υπάρχει δραματική αλλαγή στην εμφάνιση των νέων μοντέλων. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό στοιχείο για αυτή την κατηγορία scooter και το λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους  όσοι σκοπεύουν να τα αγοράσουν.  Έτσι, ενώ κάθε κομμάτι πλαστικού πάνω στα νέα Beverly είναι εντελώς καινούριο, αν παρκάρεις δίπλα τους το προηγούμενο μοντέλο, δεν μοιάζει σαν να είναι ξεπερασμένο. Με αυτό τον τρόπο η αγορά ενός Beverly έχει λιγότερο ρίσκο, αφού όλα τα μοντέλα διατηρούν την εμπορική αξία τους και δεν μοιάζουν σαν αντίκες όταν θα έρθει η στιγμή να τα πουλήσεις.

Φυσικά η νέα γενιά έχει πολλές βελτιώσεις σε όλους τους τομείς. Τα φώτα LED είναι σαφώς πιο ισχυρά και σύμφωνα με τους ανθρώπους της Piaggio, η απόδοσή τους συγκρίνεται μόνο με τα καλύτερα φώτα των μοτοσυκλετών.

Βελτιωμένη είναι και η άνεση, χάρη στο νέο πιρούνι της Showa των 35mm και τα νέα διπλά αμορτισέρ πίσω με ρύθμιση προφόρτισης. Ταυτόχρονα η σέλα έχει δύο διαφορετικής σκληρότητας αφρώδες υλικό, ενώ οι πλατφόρμες που ακουμπούν τα πόδια σου έχει μεγαλώσει σε μήκος και πλάτος.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, οι σχεδιαστές έχουν πετύχει μια ισορροπημένη εργονομία της θέσης οδήγησης που θα βολέψει όλα τα αναστήματα. Πατάς πανεύκολα στο έδαφος και την ίδια στιγμή έχεις άφθονο χώρο για τα πόδια και αντίστοιχα άφθονο αποθηκευτικό χώρο κάτω από την σέλα.

Γενικά τα Beverly ήταν πάντα το υπόδειγμα της κατηγορίας στους τομείς της εργονομίας και της πρακτικότητα και η νέα γενιά συνεχίσει αυτή την παράδοση.

 

Οι νέοι διακόπτες στο τιμόνι είναι περισσότεροι σε αριθμό, καθώς πλέον έχει μπει στη ζωή μας το Bluetooth και θέλουμε να χειριζόμαστε το smartphone εν κινήσει.

Μέσω του App MIA (το Bluetooth είναι στάνταρ στο 400, έξτρα στο 300) μπορείς να έχεις πρόσβαση στις λειτουργίες του smartphone σου και σε δεκάδες άλλες πληροφορίες που περιλαμβάνει η συγκεκριμένη εφαρμογή.

Για πρώτη φορά σε Piaggio έχουμε key-less σύστημα και ηλεκτρομαγνητικές κλειδαριές για τη σέλα και την τάπα της βενζίνης που βρίσκεται στην ποδιά. Μάλιστα το τηλεχειριστήριο/κλειδί έχει τρία κουμπιά για ξεκλείδωμα της σέλας, της τάπας βενζίνης, αλλά και της έξτρα μπαγκαζιέρας εξ αποστάσεων. Γενικά δεν χωνεύουμε τα συστήματα key-less γιατί είναι μόνο ποζεριά και μηδέν πρακτικότητα, αλλά σε σχέση με όσα έχουμε δοκιμάσει έως τώρα, της Piaggio είναι από τα πιο εύχρηστα, κυρίως επειδή ξεκλειδώνει και την μπαγαζιέρα.

 

Ευτυχώς υπάρχει επαρκέστατος χώρος κάτω από την σέλα για να μην χρειαστεί να αγοράσεις την μπαγκαζιέρα, που όπως ξέρουμε, έχει πάντα αρνητικές επιπτώσεις στη συμπεριφορά σε κάθε είδους δίκυκλο και εμποδίζει τον συνεπιβάτη να ανέβει και να κατέβει από τη σέλα του.

Και μιας και μιλάμε για πιθανή παρουσία δεύτερου ατόμου, στο νέο Beverly τα μαρσπιέ του συνεπιβάτη έχουν σχεδιαστεί για να μπορείς να τα ανοίξεις με την φτέρνα του ποδιού σου.

 

Από αυτό το σημείο θα πρέπει να σταματήσουμε να λένε “το νέο Beberly” και να αρχίσουμε να μιλάμε για το 300 και το 400 σαν να είναι δύο διαφορετικά μοντέλα και όχι απλά δύο διαφορετικές εκδόσεις κυβισμού.

Η συμπεριφορά τους στο δρόμου είναι αρκετά διαφορετική, με το 300 να έχει πιο ανάλαφρη και γλυκιά αίσθηση, ενώ το 400 μοιάζει περισσότερο με ένα συμπιεσμένο Sport-GT. Οι εξωτερικές διαστάσεις είναι φυσικά ολόιδιες (μόνο η εξάτμιση είναι ελαφρώς μικρότερη στο 300) αλλά το 400 δείχνει πιο ογκώδες όταν το οδηγείς. Επίσης ο κινητήρας του 400 σου δίνει την εντύπωση ενός μεγάλου μονοκύλινδρου που του αρέσει να δουλεύει στις μεσαίες με την ροπή του, ενώ του 300 μοιάζει με τους πολύστροφους που βιάζονται να ανεβάσουν στροφές.

Το μόνο κοινό στοιχείο που έχουν είναι η ρύθμιση της αυτόματης μετάδοσης CVT που δεν αμολάει απότομα στις χαμηλές ταχύτητες και έχει ομαλό “άπλωμα” στις επιταχύνσεις από στάση και εν κινήσει. Γενικά δεν πατινάρει άσκοπα και δεν στέλνει χωρίς λόγο τις στροφές του κινητήρα στα ουράνια κάθε φορά που χουφτώνεις το γκάζι. Για τον χαρακτήρα του Beverly νομίζουμε πως έχουν κάνει άριστη επιλογή στη ρύθμισή του κι ας χάνουν λίγο σε επιταχύνσεις σε σχέση με τα σπορ scooter της κατηγορίας.  

Όλες οι εκδόσεις έχουν traction control που απενεργοποιείται (μπράβο Piaggio) και φυσικά δικάναλο ABS. Τα φρένα ακολουθούν την παράδοση της Piaggio, δηλαδή θέλουν δύο δάκτυλα στη μανέτα για να δείξουν τη δύναμή τους και δεν σκίζουν από αίσθηση στις χαμηλές ταχύτητες.

 

Κάναμε αρκετά χιλιόμετρα στους λόφους έξω από το Livorno, αλλά ελάχιστα χιλιόμετρα μέσα στο κέντρο της πόλης, οπότε αναγκαστικά θα πρέπει να περιμένουμε να το οδηγήσουμε πολλές μέρες στην Ελλάδα για να μιλήσουμε εις βάθος για τις ικανότητες των νέων Beverly 300 και 400.

Οπότε σταματάμε εδώ με την πρώτη γεύση από την οδήγηση στους δρόμους της Ιταλία, που χωρίς αμφιβολία ήταν θετική, καθώς η Piaggio κινήθηκε προς την σωστή κατεύθυνση σε όλους τους τομείς που έκανε αλλαγές. Μένει να δούμε πως θα τα πάνε στη ζούγκλα των ελληνικών πόλεων όπου θα περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους όσα έρθουν στη χώρα μας.      

  

Ducati Multistrada V4 RS 2026: Αντίπαλος BMW M1000XR με 180 άλογα και 17άρηδες!

Μια sport-touring με όρθια θέση οδήγησης
Νέο Ducati Multistrada V4 RS: Αντίπαλος του M1000XR της BMW με 180 άλογα και 17άριδες!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

15/9/2025

Μαζί με την νέα έκδοση της Diavel V4 RS που στα χέρια του Marc Marquez έγινε η μοτοσυκλέτα με την καλύτερη επιτάχυνση στην γκάμα της Ducati, οι Ιταλοί έφεραν και την έκδοση RS, την πανάκριβη και εξειδικευμένη για επιδόσεις, έκδοση της Multistrada V4.

Ξεχωρίζει η απόδοση των 180 ίππων από τον ξηροκάμπανο κινητήρα με Akrapovic τελικό και οι αντίστοιχες ρυθμίσεις που έχουν γίνει στην πιο φορτωμένη από ηλεκτρονικά μοτοσυκλέτα της ευρύτερης κατηγορίας. Θα πρέπει φυσικά να βάλουμε και τις Adventure εδώ γιατί οι υπόλοιπες εκδόσεις της Multistrada V4 2025, έχουν τον ίδιο αριθμό αισθητήρων, ένα εξαιρετικά υψηλό νούμερο: 70 αισθητήρες με μερικούς από αυτούς να είναι διπλοί για ακρίβεια μετρήσεων αλλά και ασφάλεια σε περίπτωση βλάβης!

Από εκεί και πέρα εκτεταμένες αλλαγές σε λεπτομέρειες φροντίζουν ώστε η RS να δικαιολογεί την υψηλή τιμή της και το γεγονός πως όλες όσες παραχθούν θα είναι αριθμημένες. Μία από αυτές, είναι η αντικατάσταση του πίσω μέρους του φαίρινγκ με νέο που βασίζεται σε πιο ακριβό πολυμερές και βιδώνει στο υποπλαίσιο από τιτάνιο, εξασφαλίζοντας μείωση 2 κιλών συγκριτικά με την επίσης, φτιαγμένη για τον δρόμο, Multistrada Pikes Peak. Αυτή την στιγμή το υποπλαίσιο τιτανίου είναι μία μοναδική περίπτωση στην κατηγορία -ξανά με την ευρύτερη έννοια εδώ- που έχει επίσης μελετηθεί σε πλάτος για να μπορεί να μπει κεντρική βαλίτσα. Πιστεύουμε βέβαια πως αυτό είναι ένα έγκλημα για μία RS, να καταλήξει να κάνει διαδρομές ρουτίνας ή να ταξιδεύει με κεντρική βαλίτσα, αντί ενός σακιδίου με τα απολύτως απαραίτητα που δεν θα επηρεάζει τόσο πολύ το κέντρο βάρους και δεν θα δημιουργεί ζητήματα σταθεροποίησης στα πολλά χιλιόμετρα.

Η νέα Diavel V4 RS γράφει το ρεκόρ επιτάχυνσης για Ducati με 0-100 χαω σε 2.52 δευτερόλεπτα

Μία σειρά από περιφερειακά έχουν δώσει την θέση τους σε κάρμπον εξαρτήματα, το φτερό εμπρός, οι χούφτες, οι ανακλαστήρες απαγωγής θερμότητας, καλύμματα στις δισκόπλακες είναι τα βασικότερα. Μάλιστα πίσω τοποθέτησαν μεγαλύτερη δίσκο στα 280mm για να ανταποκριθεί στον υψηλότερο ρυθμό που μπορεί να υποστηρίξει η RS. Έχουμε νέους σφυρίλατους 17άριδες τροχούς και μπαταρία λιθίου.

Νέο Ducati Multistrada V4 RS: Αντίπαλος του M1000XR της BMW με 180 άλογα και 17άριδες!

Φυσικά στο κομμάτι των αναρτήσεων έχουμε τις εξαιρετικές ημι-ενεργητικές Öhlins Smart EC 2.0, οι οποίες όμως τρέχουν σε τελείως νέες ρυθμίσεις. Αυτό είναι και ένα από τα ακριβότερα σημεία στο κόστος που είχε η Ducati στην εξέλιξη της RS. Πέρα από τις carbon λεπτομέρειες, η βελτίωση των αλγορίθμων των αναρτήσεων απαιτούσε τον πλέον λεπτομερή σχεδιασμό και χρόνο.

Διότι να θυμίσουμε πως οι Multistrada V4 έχουν πλέον το πακέτο DVO (Ducati Vehicle Observer) που ουσιαστικά προσπαθεί να φέρει την νοοτροπία της παρακολούθησης της τηλεμετρίας που χρησιμοποιούν στα MotoGP στην καθημερινότητα. Συλλέκτης τώρα των πληροφοριών της τηλεμετρίας δεν είναι μία ομάδα μηχανικών μπροστά σε laptop αλλά οι μονάδες της Bosch που θα πρέπει να αποφασίσουν για το πώς θα κατευθύνουν τις αναρτήσεις στο επόμενο κλάσμα του δευτερολέπτου και για αυτό κάθε αλλαγή στο πρόγραμμα των αναρτήσεων είναι μία πολύ ακριβή διαδικασία. Γιατί εξαπλώνεται και επηρεάζει το σύνολο του DVO.

Η RS, όπως και οι υπόλοιπες Multistrada, καλύπτεται από εγγύηση 4 ετών και οι παραδόσεις των πρώτων μοτοσυκλετών, όπως και της Diavel V4 RS θα γίνουν από τον ερχόμενο Δεκέμβριο για τους λίγους τυχερούς που μπορούν να την αποκτήσουν.