Piaggio - Πατέντα για εναλλακτικό μπροστινό σε Beverly!

Παρόμοιο με το σύστημα που φορά η Vespa
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

19/8/2022
Πατέντες που κατέθεσε στις Η.Π.Α. η Piaggio, δείχνουν ένα Beverly με μοχλικό σύνδεσμο Watt αντί για τηλεσκοπικό πιρούνι στην μπροστινή ανάρτηση, σύστημα παρόμοιο με εκείνο που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στα μικρότερα scooter του group, όπως στη Vespa, ή στο ηλεκτρικό Piaggio 1.
 
Φυσικά μια πατέντα δεν βρίσκει πάντα τον δρόμο της προς την παραγωγή, όμως σημαίνει πως η ιταλική εταιρεία επεξεργάζεται διάφορες επιλογές.
 
Η διαφορά του συγκεκριμένου συστήματος από ένα τηλεσκοπικό πιρούνι βρίσκεται στη δυνατότητα αλλαγής της γεωμετρίας της ανάρτησης, ώστε να προστεθεί κάποιο σύστημα που να αποτρέπει την υπερβολική βύθιση (anti-dive) σε συγκεκριμένες συνθήκες όπως στο φρενάρισμα, ενώ το σύστημα έχει μονόμπρατση διάταξη.
Ο μοχλικός σύνδεσμος του Watt είναι από τα παλαιότερα συστήματα ανάρτησης, καθώς είχε κατατεθεί σε πατέντα το 1784 από τον Σκωτσέζο εφευρέτη James Watt.
 
Αποτελείται από τρεις ράβδους που ενωμένες σχηματίζουν αρθρωτό σύστημα. Και οι τρεις ράβδοι μπορούν να περιστρέφονται γύρω από τα άκρα της μεσαίας. Η κίνηση δεν είναι ευθεία, όπως σε ένα τηλεσκοπικό πιρούνι, αλλά περιγράφεται ως η καμπύλη του Watt.
 
Χρησιμοποιείται ευρέως ακόμα και σήμερα σε αναρτήσεις αυτοκινήτων, όμως στη μοτοσυκλέτα αντίθετα έχει επικρατήσει το τηλεσκοπικό πιρούνι στο μπροστινό μέρος.
Αξίζει να σημειωθεί πως το παρόμοιο σύστημα που χρησιμοποιεί η Vespa μπροστά, προέρχεται από τις μέρες της εταιρείας ως κατασκευάστριας αεροπλάνων, τα οποία είχαν αντίστοιχο σύστημα ανάρτησης!
 
Στα πλεονεκτήματα του συστήματος θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε την μικρότερη βύθιση στην πέδηση όπως προαναφέραμε, το μικρότερο βάρος, και την ευκολία αλλαγής του μπροστινού τροχού. Αλλά τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι δραματικά διαφορετικό / καλύτερο από ένα τηλεσκοπικό πιρούνι, οπότε δεν υπάρχει κάποιος εύκολα αντιληπτός λόγος για να περάσει ένα εναλλακτικό σύστημα στην παραγωγή στο Beverly.
Παράλληλα με την πατέντα με το Beverly, η Piaggio κατέθεσε και μια ακόμα πατέντα για ένα τρίκυκλο scooter της, στα πρότυπα των MP3, που θα χρησιμοποιεί αναρτήσεις με μοχλικό σύνδεσμο Watt.
 
Πιστεύουμε πως η εφαρμογή του συστήματος του Watt σε κάποιο τρίκυκλο της Piaggio ίσως να είναι πιο ρεαλιστική από ότι σε δίκυκλο scooter, καθώς στα τρίκυκλα το σύστημα δεν είναι εμφανές, ενώ αντίθετα στα δίκυκλα… βγάζει μάτι, και ίσως ξενίσει τους αγοραστές που έχουν συνηθίσει το τηλεσκοπικό πιρούνι.

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.