Yamaha - Θα είναι σαν να έχει κινητήρα βενζίνης αλλά θα κάνει Βζινν!

Η ιαπωνική εταιρεία κατοχυρώνει “ψεύτικο” κινητήρα για ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες
Yamaha Fake Engine Patented
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

30/9/2025

Η Yamaha φαίνεται να αναπτύσσει μια ηλεκτρική μοτοσυκλέτα εξοπλισμένη με έναν λειτουργικά περιττό κινητήρα, έναν μοναδικό τρόπο να ξεπεράσει την αντίσταση των αναβατών στις ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες

Η πατέντα, που κατατέθηκε πρόσφατα, φαίνεται να αναγνωρίζει ότι πολλοί αναβάτες δυσκολεύονται να δεχτούν την ιδέα της ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας καθώς το μέσο είναι κυρίως αισθητηριακό. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές βενζινοκίνητες μοτοσυκλέτες, όπου οι ήχοι και οι δονήσεις αυξάνουν την αίσθηση ενθουσιασμού, η επίπεδη και αθόρυβη λειτουργία ενός ηλεκτρικού οχήματος δεν προσφέρει την ίδια εμπειρία.

Το καινοτόμο σχέδιο της Yamaha περιλαμβάνει έναν “ψεύτικο” κινητήρα, που όμως  από πλευράς μηχανικής δεν είναι παρά μία αντλία αέρα, δεν χρησιμοποιεί καύσιμα, αλλά περιστρέφει έναν στροφαλοφόρο άξονα που κινεί έμβολα, εισάγει αέρα και τον αποβάλλει μέσω εξατμίσεων, μιμούμενος τόσο τις κινήσεις, όσο και τους ήχους ενός τετράχρονου κινητήρα.

Yamaha Fake Engine Patented

Σύμφωνα με την πατέντα (WO/2025/191637), “Οι διακυμάνσεις πίεσης στον αέρα που προκαλούνται από την εμβολοφόρα κίνηση του κυλίνδρου δημιουργούν κύματα συμπίεσης με περιοχές υψηλής και χαμηλής πίεσης στον σωλήνα εισαγωγής, στις εξατμίσεις και στο αντηχείο. Το αντηχείο ενισχύει τον ήχο που παράγεται από τα κύματα πίεσης. Αυτό επιτρέπει στην ισχύ του ηλεκτρικού κινητήρα να παράγει ήχους εισαγωγής και εξαγωγής παρόμοιους με εκείνους ενός κινητήρα εσωτερικής καύσης”.

Yamaha Fake Engine Patented

Με άλλα λόγια, ήχος και δονήσεις θα συνδέονται με την ταχύτητα και την επιθετικότητα της οδήγησης, ενώ το σύνολο θα έχει εμφάνιση συμβατικής μοτοσυκλέτας. Η μοτοσυκλέτα θα φαίνεται, θα ακούγεται και θα δίνει την αίσθηση κινητήρα εσωτερικής καύσης, χωρίς όμως να χρησιμοποιεί καύσιμα.

Yamaha Fake Engine Patented

Η ιδέα είναι πρωτότυπη και έξυπνη, αλλά ταυτόχρονα κάπως… παράξενη, τουλάχιστον. Μοιάζει να πήγε την ιδέα της Triumph με το σώματα ηλεκτρονικού ψεκασμού, σε σχήμα καρμπυρατέρ, για χάρη της “κλασσικής εμφάνισης” ένα βήμα παραπέρα. Μένει να δούμε αν θα καταφέρει να πείσει τους παραδοσιακούς αναβάτες να στραφούν στις ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες, ειδικά αν συνδυαστεί με καλή αυτονομία και γρήγορη φόρτιση. Παρά την τεχνολογική “λύση” σε ένα υπαρκτό πρόβλημα, η αίσθηση ότι πρόκειται για μια σκόπιμη “απάτη” ίσως φαίνεται σε κάποιους αποκρουστική, όπως ακριβώς το εργαστηριακά παρασκευασμένο κρέας που μοιάζει με κανονικό, αλλά δεν είναι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα είναι και απαραίτητα άνοστο!

 

Η "μαγική" ανάρτηση των MotoGP στις μοτοσυκλέτες μας

Προσθέτωντας "καλό" βάρος στη μοτοσυκλέτα μας
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/1/2021

Καλό βάρος στον κόσμο των αγώνων και των απόλυτων επιδόσεων δεν υπάρχει. Τουλάχιστον αυτό ξέρουμε και κάπως έτσι ήρθε στη ζωή μας το carbon fiber και τα υπόλοιπα εξωτικά υλικά. Όμως το βάρος και συγκεκριμένα η αδράνεια της μάζας, μπορούν να μας βοηθήσουν να λύσουμε μερικά σοβαρά προβλήματα των αναρτήσεων, αρκεί να βρούμε έναν τρόπο να το ξεφορτωνόμαστε όποτε μας γουστάρει. Οι μηχανολόγοι στην Formula 1 και στα MotoGP βρήκαν πως να χρησιμοποιούν την αδράνεια για να βελτιώσουν τη συμπεριφορά των αναρτήσεων και τώρα ήρθε η σειρά των μοτοσυκλετών δρόμου να επωφεληθούν. 

Στην αρχή όλοι μας είχαμε την περιέργεια να μάθουμε τι στο καλό κρυβόταν μέσα στην “άσχημη” ουρά των Ducati με την στραβή, μονόπλευρη εξάτμιση. Ο χαρακτηρισμός Salad Box που έδωσαν οι δημοσιογράφοι στο carbon κουτί που βρισκόταν στην ουρά των ιταλικών μοτοσυκλετών, ήταν φράση που χρησιμοποίησε ο Michale Pirro για να αποφύγει τις ερωτήσεις τους και δείχνει σε μεγάλο βαθμό πως κανείς δεν ήξερε ακριβώς τι περιέχει μέσα.

Η φαντασία οργίαζε και κάποιοι έφτασαν στο σημείο να πουν πως είναι συσκευή “προωθητικών αερίων”, δηλαδή πως χρησιμοποιεί την ταχύτητα των καυσαερίων της εξάτμισης για να μειώσει την οπισθέλκουσα και να βελτιώσει την αεροδυναμική. Μερικά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 24 Νοεμβρίου του 2017, ο Petrucci (αναβάτης της Pramac τότε) θα έχει μια άσχημη πτώση στα δοκιμαστικά της Jerez, σπάζοντας ένα μεγάλο κομμάτι της ουράς στη μοτοσυκλέτα του και ως αποτέλεσμα η τηλεοπτική κάμερα θα μας έδειξε για μερικά δευτερόλεπτα τι βρίσκεται μέσα. Δυστυχώς όχι τόσα, όσα θα θέλαμε να ξέρουμε, αλλά αρκετά ώστε οι “κατάσκοποι” και οι μηχανολόγοι των paddock να καταλάβουν χοντρικά περί τίνος πρόκειται.

Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν βέβαιοι πως η Ducati είχε φτιάξει έναν μηχανισμό με αντίβαρο, που η δουλειά του ήταν να εξουδετερώνει τις ταλαντώσεις της πίσω ανάρτησης. Μάλιστα ένας από αυτούς, ισχυρίζεται πως είχε βρεθεί σε κουβέντα με τον Gigi Dall’lnga και του είχε προτείνει αυτή τη λύση, όσο ήταν στην Aprilia και πριν πάει στη Ducati. Η υπόθεση αποκτά ενδιαφέρον από εδώ και πέρα, διότι ως ιδέα η χρησιμοποίηση ενός αντίβαρου με ελεγχόμενη ελευθερία κίνησης υπήρχε στη Formula 1 από την ομάδα της Renault το 2005, όμως εκεί ο ρόλος του ήταν περισσότερο για τον έλεγχο του ύψους του αυτοκινήτου από το έδαφος, το οποίο επηρεάζει άμεσα την αεροδυναμική και κυρίως το downforce. Το πρόβλημα που προσπαθούσε να λύσει τότε η Renault είχε σχέση με τη σκληρότητα των ελατηρίων της ανάρτησης, όπου λόγω της ισχυρής παρουσίας του downforce στις υψηλές ταχύτητες έπρεπε να είναι υπερβολικά σκληρά για να μην σέρνεται η κοιλιά του αυτοκινήτου στην άσφαλτο. Τα υπερβολικά σκληρά ελατήρια όμως δημιουργούσαν πρόβλημα στις χαμηλότερες ταχύτητες, καθώς ήταν δύσκολο για τα αμορτισέρ να ελέγξουν σωστά την κίνησή τους. Έτσι ένα μεγάλο κινούμενο αντίβαρο κοντά στη μύτη, σταθεροποιούσε το “σώμα” του αυτοκινήτου ως προς την επιφάνεια της ασφάλτου, δυσκολεύοντας τα σκληρά ελατήρια να κάνουν περιττές κινήσεις. Στην πραγματικότητα, αυτή η κινούμενη μάζα του αντίβαρου, έκανε το αυτοκίνητο να συμπεριφέρεται σαν κάποιος να αυξάνει και να μειώνει το βάρος του. Όσοι από εσάς έχετε οδηγήσει μια βαριά λιμουζίνα ή μια βαριά μοτοσυκλέτα, θα έχετε νοιώσει αυτή τη μαγική αίσθηση πως ισοπεδώνουν την επιφάνεια του δρόμου. Όσο πιο ελαφριά είναι η μοτοσυκλέτα, τόσο πιο εύκολα επηρεάζεται από τις ανωμαλίες του οδοστρώματος, διότι έχει μικρότερη αδράνεια μάζας. Το βάρος όμως είναι πολύ κακό πράγμα για τις επιδόσεις και την συνολική συμπεριφορά κάθε οχήματος. Το ιδανικό θα ήταν να μπορούσαμε να αλλάζουμε την αδράνεια μάζας του οχήματός μας τι στιγμή που θέλουμε εμείς. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει στην πράξη, οπότε υπάρχουν δύο λύσεις. Η μία είναι οι ηλεκτρονικά ελεγχόμενες ενεργητικές αναρτήσεις, που “διαβάζουν” την επιφάνεια του οδοστρώματος και “νοιώθουν” τις μετατοπίσεις του βάρους του οχήματος, ρυθμίζοντας κατάλληλα τις αποσβέσεις τους.

Αυτού του είδους οι αναρτήσεις απαγορεύονται στους αγώνες και έως τώρα δεν υπάρχει εφαρμογή τους σε όχημα παραγωγής. Ημί-ενεργητικές αναρτήσεις έχουμε, αλλά και αυτές απαγορεύονται στους αγώνες. Οπότε η άλλη λύση που απομένει στις αγωνιστικές ομάδες είναι η χρήση κινούμενου αντίβαρου. Στην πράξη, η επικουρική απόσβεση των ταλαντώσεων του ελατηρίου που προσφέρει στο υδραυλικό αμορτισέρ, αποδείχτηκε πως έχει περισσότερα από ένα ευεργετικά αποτελέσματα. Διότι τα αμορτισέρ μπορούν (ως ένα βαθμό) να αποσβέσουν τις ταλαντώσεις του ελατηρίου, όχι όμως τις ταλαντώσεις του σκελετού του ελαστικού!

Αυτές οι ταλαντώσεις του ελαστικού δημιουργούν σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο του chattering, το οποίο προκαλεί πρόωρη φθορά στα ελαστικά και ανεπιθύμητες ταλαντώσεις σε ολόκληρη τη μοτοσυκλέτα, καθώς δεν αποσβένονται επαρκώς από την ανάρτηση και περνάνε αφιλτράριστες στο πλαίσιο. Έτσι η ύπαρξη του αντίβαρου στην ουρά των μοτοσυκλετών της Ducati, αποσβένει και αυτές τις ταλαντώσεις.

Όπως βλέπουμε στο σχεδιάγραμμα, η κίνηση του αντίβαρου είναι πλήρως ελεγχόμενη και μάλιστα με ηλεκτρονικό τρόπο (ως προς το εύρος της κίνησής του), κάτι που αγγίζει τα όρια των κανονισμών, έστω κι αν δεν αποτελεί απευθείας μέρος της ανάρτησης.

Ένας αντίστοιχης λογικής “αποσβεστήρας ταλαντώσεων” αλλά με εντελώς πιο απλό σχεδιασμό κατασκευάζεται από την ιταλική εταιρεία Supreme Technology και μπορεί να τοποθετηθεί σε όλες τις μοτοσυκλέτες. Βιδώνει σταθερά στην άκρη του ψαλιδιού (εδώ δηλαδή είναι μη αναρτώμενο βάρος και όχι αναρτώμενο όπως στη Ducati). Σύμφωνα με την Supreme Technology, αποσβένει τις ταλαντώσεις του σκελετού του ελαστικού που διοχετεύονται στο ψαλίδι κι από εκεί καταλήγουν στο πλαίσιο. Η ιταλική εταιρεία λέει πως το σύστημά της το χρησιμοποιούν αναβάτες στις Moto3 και Moto2, στα Motul WSBK, στο παγκόσμιο Supersport, αλλά και στο Flat Track και ότι έχει αναγνωριστεί από την ιταλική ομοσπονδία μοτοσυκλέτας ως συσκευή ασφάλειας στους αγώνες, καθώς μειώνει τον κίνδυνο ενός highsiding έως και 90%. Βαρύγδουπη δήλωση μεν, αλλά η ύπαρξή του έχει λογική και όπως είδαμε στην περίπτωση των εργοστασιακών Ducati, κάποιοι πιστεύουν στα πλεονεκτήματά του και φρόντισαν να κρύψουν την ύπαρξή του μέσα σε ένα “salad box”.