Με ποιους τρόπους κλέβουν τις μοτοσυκλέτες

Συνήθεις τακτικές για ξέρουμε πως να προστατευτούμε
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

30/1/2018

Όσοι έχουν πέσει θύματα κλοπής, συνήθως μένουν σοκαρισμένοι με τον τρόπο και την εφευρετικότητα των κλεφτών. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει μέχρι στιγμής κάποιος τρόπος άμυνας που να μας εξασφαλίζει πλήρη προστασία. Όμως αν ξέρεις ποιες κατηγορίες κλεφτών υπάρχουν και ποιες μεθόδους χρησιμοποιούν, σίγουρα θα σε βοηθήσει να προστατευτείς σε μεγάλο βαθμό και τουλάχιστον να αποτρέψεις τους περισσότερους από αυτούς να βάλουν τα βρώμικα χέρια τους στην μοτοσυκλέτα σου.

Μικροαπατεώνας-“πρεζάκι”
Αυτή η κατηγορία των κλεφτών συνήθως βάζει στόχο δίκυκλα που είχαν οι ίδιοι ή φίλοι τους και γνωρίζουν πώς να τα βάζουν μπροστά, ακόμα και χωρίς εργαλεία. Παπιά, scooter και παλαιάς τεχνολογίας μοτοσυκλέτες είναι τα βασικά θύματά τους. Δρουν μόνοι τους ή σε μικρές παρέες και κλέβουν ότι τους είναι εύκολο να σπρώξουν με τα χέρια.
Έχουν “άκρες” για να πουλήσουν μεμονωμένα ανταλλακτικά (αλουμινένιες ζάντες για παπιά, μεγάλα καρμπιρατέρ κ.τ.λ.), είτε μέσα στις παρέες τους, είτε σε συνεργεία, είτε μέσω αγγελιών.

 

Πως τους αποτρέπεις;

 Ένα καλό λουκέτο και το κλείδωμα σε σταθερό σημείο (π.χ. κολόνες) συνήθως τους βάζει σε μπελάδες και τα παρατάνε (οι συγκεκριμένοι). Οι συναγερμοί πάλι όμως όχι, απλά γιατί βρίσκονται σε κίνηση εκείνη την στιγμή νιώθοντας πως η βασική "δουλειά" έχει γίνει.. 

Γυρολόγοι οι “Ημι-επαγγελματίες”
Το βασικό τους επάγγελμα δεν είναι η κλοπή δικύκλων, αλλά αν τους το κάνεις εύκολο δεν έχουν κανένα πρόβλημα να φορτώσουν στο van ή στην καρότσα του φορτηγού οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα και να την πουλήσουν ακόμα και για παλιοσίδερα με το κιλό.

Πολλές φορές δεν ξέρουν καν την αξία του δικύκλου που έκλεψαν και σπάνια το κριτήριο επιλογής έχει να κάνει με το μοντέλο. Κάποιοι από αυτούς δρουν πιο οργανωμένα και δέχονται “παραγγελίες”, αλλά σπάνια έχουν τις γνώσεις για να τις εκτελέσουν!

Από αυτούς κινδυνεύουν δίκυκλα που είναι εκτεθειμένα για μεγάλα χρονικά διαστήματα στα βλέμματα των περαστικών ή δείχνουν βρώμικα και παραμελημένα.  

 

Πως τους αποτρέπεις;

Το κλείδωμα σε σταθερό σημείο και η δυσκολία να μεταφέρουν το δίκυκλο έως το φορτηγό τους είναι τα μόνα που αποτρέπουν τους συγκεκριμένους.

Παραγγελιοδόχοι μικρού και μεσαίου επιπέδου
Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται οι περισσότεροι κλέφτες δικύκλων. Βγάζουν χρήματα συνεργαζόμενοι με συνεργεία ή καταστήματα πώλησης δικύκλων. Δρουν με συγκεκριμένα κριτήρια και επιλέγουν στόχους που ξέρουν ήδη ότι έχουν πελάτες ή μπορούν να βρουν εύκολα πελάτες. Η εμπειρία, ο εξοπλισμός και οι γνώσεις τους επαρκούν για να κλέψουν τις περισσότερες σύγχρονες μοτοσυκλέτες αλλά όχι απεριόριστες, ενώ δεν έχουν αποκτήσει ακόμα βαρύ ποινικό μητρώο. Αυτό σημαίνει ότι κοιτάνε τους πιο εύκολους στόχους και προσπαθούν να αποφύγουν την σύλληψή τους.  

 

Πώς να τους αποτρέψεις;
Τους ενδιαφέρει να μην γίνουν αντιληπτοί και προσπαθούν να αποφύγουν τις χρονοβόρες και θορυβώδεις κλοπές. Παρακολουθούν τα θύματά τους και κάνουν εκτίμηση του κινδύνου, οπότε ένα κλειστό γκαράζ, ένας δυνατός συναγερμός και ένα καλής ποιότητας λουκέτο είναι η τελευταία επιλογή που θα έκαναν.

Επαγγελματίες και συμμορίες
Μπαινοβγαίνουν συχνά στις φυλακές για διάφορα αδικήματα, οπότε έχουν αποκτήσει αρκετό θράσος για να τολμούν να κλέβουν δίκυκλα μέρα μεσημέρι, μπροστά στα μάτια του ιδιοκτήτη. Η σύλληψη από την αστυνομία τους είναι αδιάφορη. Έχουν τα πάντα από εξοπλισμό και το μόνο κριτήριο για το ποιο δίκυκλο θα κλέψουν, έχει να κάνει μόνο με τις απαιτήσεις του πελάτη τους και όχι με τον βαθμό δυσκολίας. Συνήθως έχουν οι ίδιοι στην κατοχή τους συνεργεία και καταστήματα πώλησης των κλοπιμαίων. Παρακολουθούν τα θύματά τους και ξέρουν με κάθε λεπτομέρεια τι θα χρειαστεί να κάνουν για να πάρουν αυτό που θέλουν. Χρησιμοποιούν πληροφοριοδότες και αν χρειαστεί έρχονται σε προσωπική επαφή με τα θύματά τους. Κάποιοι από αυτούς κάνουν τουρισμό-κλοπών σε άλλες χώρες.
 
Πώς να τους αποτρέψεις;
Δυστυχώς δεν μπορείς να κάνεις κάτι όταν ο κλέφτης δεν φοβάται να συλληφθεί από την αστυνομία και έχει για σπίτι του τις φυλακές. Ένα σύστημα εντοπισμού GPS-Tracking ίσως σε βοηθήσει να βρεις το δίκυκλό σου ή τμήματά του. Για να τους αποτρέψεις πάντως δεν υπάρχει κάτι. Ούτε κάμερες παρακολούθησης, ούτε συναγερμοί, ούτε υπόγεια γκαράζ, ούτε η παρουσία της αστυνομίας τους τρομάζει. Ζουν μέσα στις φυλακές και το μόνο που ξέρουν να κάνουν έξω από αυτές είναι να κλέβουν.

 

Καθώς όμως δεν γίνεται να επιλέξεις εκείνον που θα προσπαθήσει να κλέψει την μοτοσυκλέτα σου, και καθώς το κακό έχει παραγίνει με την αστυνομία να μην είναι σε θέση να περιορίσει το φαινόμενο των κλοπών, αυτές είναι ορισμένες γενικές οδηγίες που αν και γενικά γνωστές, τις υπενθυμίζουμε με στόχο να περιορίσουμε το μεγάλο πρόβλημα των κλοπών.

Γενικοί κανόνες ασφαλείας

Οι πιλοτές των πολυκατοικιών δεν προσφέρουν καμία προστασία από τους κλέφτες

Τα λουκέτα δισκόφρενου προσφέρουν πολύ μικρή προστασία. Όταν τα χρησιμοποιείτε, να τα βάζετε στο πίσω δισκόφρενο ανάμεσα στη δαγκάνα και το ψαλίδι και όχι στο εμπρός δισκόφρενο. Σε κάθε περίπτωση προτιμήστε τα κλασικά πέταλα

Οι συναγερμοί μπορεί να ακούγονται, αλλά κανένας πια δεν δίνει σημασία στους δημόσιους χώρους.

Παρ’ όλα αυτά μπορούν να αποτρέψουν ένα μεγάλο ποσοστό κλοπών, οπότε καλό είναι να έχετε έναν στη μοτοσυκλέτα σας.

Βάλτε σύστημα εντοπισμού GPS-tracking

Όταν αγοράζετε δίκυκλο μην δέχεστε ως δώρο κλειδαριές ασφαλείας, λουκέτα και πέταλα από κανένα κατάστημα ή συνεργείο. Μην βάζετε συναγερμούς σε συνεργεία που δεν γνωρίζετε την αξιοπιστία και το παρελθόν τους

Όσο λιγότεροι βλέπουν τη μοτοσυκλέτα σας, τόσο λιγότεροι θα είναι και οι κλέφτες που θα την βάλουν στο μάτι. Οπότε μην την εκθέτετε συχνά σε σημεία που μπορεί να στοχοποιηθεί

Αν κλαπεί η μοτοσυκλέτα σας, δηλώστε τη στην αστυνομία. Ποτέ μην δώσετε χρήματα σε αγνώστους για να σας την φέρουν πίσω. Πιθανότατα δεν έχουν καν τη μοτοσυκλέτα σας κι απλώς διάβασαν την αγγελία με την κλοπή της.

Όταν αγοράζετε μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα, να αποφεύγετε πάντα όσες έχουν πάνω τους εξαρτήματα από άλλα μοντέλα της ίδιας ή άλλης εταιρείας.  

 

Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi

Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/2/2019

Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…

Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).

Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.

Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...

Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".

Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.

Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.

Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.

Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.

Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.

Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...

Ετικέτες