Οδηγούμε το Yamaha Hyper Modified TMAX Roland Sands [video]

Το Mad MAX!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

28/5/2020

Τα σκούτερ είναι πρακτικά και οι μοτοσυκλέτες είναι διασκεδαστικές. Τα μεν προσφέρουν άνετη μετακίνηση, οι δε ενθουσιασμό και συγκινήσεις. Αλλά με τον συνδυασμό αυτών των δύο πριν από ακριβώς 20 χρόνια (τον Ιούλιο του 2000), που πήρε σάρκα και οστά με την μορφή του πρώτου maxi scooter στον κόσμο, του δικύλινδρου εν σειρά ΤΜΑΧ 500, η Yamaha δημιούργησε αυτό που τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν το τέλειο πάντρεμα, αντί για έναν συμβιβασμό από τον οποίο θα έλειπαν τα καλύτερα στοιχεία από τον κάθε κόσμο. Το κείμενο είναι του συνεργάτη μας Alan Cathcart και οι φωτογραφίες του Kevin Wing. Ας σταθούμε λίγο σε αυτό:

 

Και για να μην επαναλαμβανόμαστε, σχετικά με το ποιος είναι ο "Sir" Alan Cathcart και ποιος ο ρόλος του στην Συντακτική Ομάδα του περιοδικού, μπορείτε να διαβάσετε εδώ την σχέση του με το ΜΟΤΟ, για να μαθαίνουν οι νεότεροι κυρίως αναγνώστες, ότι εμείς δεν μεταφράζουμε απλώς ξένα άρθρα…

 

Οι σχεδόν 300.000 πελάτες στην Ευρώπη (πάνω από 190.000 μονάδες μόνο για την Ιταλία) για τις εφτά γενιές του ΤΜΑΧ- η πιο πρόσφατη είναι η υφιστάμενη των 560cc που παρουσιάστηκε φέτος κι έχει όλο τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό (η έκδοση TechMAX) με νέο πλαίσιο και πλαστικά, με ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού, traction control, επιλογές των riding modes και cruise control- μαρτυρούν ότι η Yamaha πέτυχε διάνα επιβεβαιώνοντας και τον τίτλο της πιο καινοτόμου εταιρείας ανάμεσα από τους τέσσερις μεγάλους Ιάπωνες κατασκευαστές. Και αφού αγνόησε επιδεικτικά τις προκλήσεις των έτερων Ιαπώνων που προσπαθούσαν να την φτάσουν, με μεγαλύτερα και βαρύτερα δικύλινδρα μοντέλα, όπως το Suzuki Burgman και το Honda Silver Wing, αλλά και τις προκλήσεις από τα πιο αδύναμα μεγάλα μονοκύλινδρα από την Ευρώπη και την Ταϊβάν, η Yamaha διατήρησε το πάνω από 60% ποσοστό της στην παγκόσμια αγορά των scooters από 300cc και πάνω. Άντεξε ακόμη και στην επίθεση που έγινε το 2012 για να τερματιστεί η κυριαρχία της από τα C600 Sport και C650 GT της BMW.

Στείλ' το στον Sands!

Πώς κάνεις όμως ένα scooter σέξι και ταυτόχρονα και πρακτικό; Διασκεδαστικό και παράλληλα χρηστικό; Η απάντηση: το στέλνεις στον Sands –δηλαδή στην Roland Sands Design/RSD που έχει έδρα στο Los Angeles, και βάζεις τον "σεφ" του customizing να εφαρμόσει την έμπνευσή του σ' αυτό. Αυτό έκανε o Product Manager της Yamaha, ο Shun Miyazawa το 2012 με ένα τελευταίας γενιάς –τότε- ΤΜΑΧ 530 και το αποτέλεσμα ήταν το ΤΜΑΧ Hyper Modified (τα λέει όλα το όνομα) του RSD. Έκανε το ντεμπούτο του τον Νοέμβριο του 2012 στην EICMA του Μιλάνου, και στη συνέχεια έκανε μια περιοδεία ανά τον κόσμο πριν επιστρέψει στο "σπίτι" του, έτοιμο για να οδηγηθεί αντί να χρησιμοποιείται ως μοτοσυκλέτα βιτρίνας. Το να φτιαχτεί πάντως, δεν είναι εύκολο.

"Πρέπει να ομολογήσει ότι αυτό το scooter ήταν ένα από τα πιο δύσκολα Projects που έχω κάνει μέχρι σήμερα", λέει ο Roland, κοιτώντας με νόημα το αποτέλεσμα της αχαλίνωτης φαντασίας του, που ήταν παρκαρισμένο μπροστά από το γραφείο του (το οποίο κοσμεί ένας κινητήρας MotoGP V5 του Roberts), στο εργαστήριο της RSD στο Los Alamitos, εκεί που έγινε και η σύλληψη της ιδέας. "Ήθελα πάση θυσία να το μεταμορφώσω σε μοτοσυκλέτα! Όλες οι σχεδιαστικές μου ευαισθησίες με οδηγούσαν να εξαλείψω τελείως το κενό ανάμεσα στη σέλα και το λαιμό, να φτιάξω ένα custom ρεζερβουάρ και να το μετατρέψω σε café racer. Είπα όμως στον εαυτό μου, ώπα αν είναι να φτιάξεις μια μοτοσυκλέτα, ας αρχίσουμε με μια μοτοσυκλέτα. Ας εκμεταλλευτούμε το τι είναι αυτό το πράγμα – είναι ένα scooter! Υπάρχει λόγος που ο κινητήρας είναι τόσο χαμηλά τοποθετημένος, που βρίσκεται κάτω από εκεί που κάθεσαι, που το ρεζερβουάρ είναι τοποθετημένο εκεί που είναι- οπότε καταλήξαμε σε ένα είδος surf racer με όρια θέση οδήγησης, με το οποίο μπορείς να πας μια βόλτα στην παραλία, αλλά και να οδηγήσεις γρήγορα στους φιδωτούς δρόμους των φαραγγιών. Είναι ένα Supermoto Scooter!"

Παρόλα αυτά, έχοντας αποφασίσει να κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό, ο Sands αρχικά δυσκολεύτηκε πολύ να αποφασίσει τι ακριβώς θα ήταν αυτό. "Δεν υπήρχε τίποτε εύκολο με αυτό το project – ήταν λες και θέλαμε να πατήσουμε στον Άρη", λέει. "Δεν υπήρχαν οδηγίες, ούτε περιοδικά, ούτε σελίδες στο internet που θα μας βοηθούσαν να πάρουμε κρίσιμες σχεδιαστικές αποφάσεις –ουσιαστικά, κανείς δεν είχε κάνε μέχρι τότε κάτι τέτοιο. Δεν υπήρχε κανείς για να πάρουμε τηλέφωνο και να μας δώσει μια συμβουλή, ο οποίος να είχε φτιάξει κάτι παρόμοιο –πραγματικά δεν είχαμε τίποτε άλλο πέρα από τις ιδέες μας για να μας καθοδηγεί και να μας εμπνέει. Αυτό σημαίνει ότι ήταν ένα από τα projects στο οποίο ο καθένας μας μέσα στο συνεργείο προσπαθούσε να βάλει την δική του υπογραφή. Έτσι, είχε μια βάση για σερφ, είχε μια βάση για ποτήρι μπροστά, κρεμάσαμε ένα τρελό ψυγείο πίσω –ουσιαστικά έχουμε πολλά αξεσουάρ έτοιμα σχεδιασμένα για όταν η Yamaha το βάλει στην παραγωγή. Αν ποτέ…!"

Τελικά, πάρθηκε η απόφαση για επιστροφή του ΤΜΑΧ στις βασικές αξίες, με εξαφάνιση των πλαστικών ώστε να δημιουργηθεί ένα γυμνό Superscoot, με την μετάδοση σε κοινή θέα, αντί για να είναι κρυμμένη όπως συμβαίνει συνήθως. "Είδα μια φωτογραφία ενός γυμνού ΤΜΑΧ και ενθουσιάστηκα με αυτό που υπήρχε κάτω από τα πλαστικά, με το ξεχωριστό πλαίσιο και όλα αυτά", λέει ο Roland. "Κατασκευαστικά, το ΤΜΑΧ δείχνει πολύ ωραίο –είναι πολύ διαφορετικό από οτιδήποτε άλλο, ενώ είναι και λίγο παράξενο, γεγονός που με ιντριγκάρει. Είχαμε όμως περιορισμό στον προϋπολογισμό από την Yamaha, οπότε κρατήσαμε πολλά από τα στάνταρ εξαρτήματα, όπως οι τροχοί, τα φρένα, οι αναρτήσεις και πάει λέγοντας. Πρέπει να είναι ένα από τα λίγα μηχανάκια που έχω φτιάξει κι έχω κρατήσει όλα αυτά, αν και θα μου άρεσε να φτιάξω μερικούς "τρελούς" τροχούς γι' αυτό. Οπότε η κατασκευή του είχε να κάνει κυρίως με το να πετάω πράγματα αντί να βιδών πάνω του εξαρτήματα, αλλά αφαιρέσαμε τόσο πολύ βάρος από πάνω του, τουλάχιστον 36 κιλά, που αν και ο κινητήρας είναι στην στάνταρ μορφή, μπορεί και τρέχει. Ανοίγει το γκάζι κι εκτοξεύεσαι!"

 

Εθιστικό!

Αυτό το ανακάλυψα και ο ίδιος οδηγώντας το Hyper Modified TMAX στους πρόποδες του San Gabriel βόρεια του L.A., με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα και τον στρόφαλο των 180 μοιρών να απελευθερώνει μια δυνατή μουσική που αντιλαλούσε στους βράχους, χάρη στην εξάτμιση της RSD. Παρά το ότι ακόμη και με την πιο ελεύθερη "αναπνοή" χάρη στην εξάτμιση, η ισχύς δεν υπερβαίνει τα 46 άλογα που ανακοινώνει η Yamaha στην στάνταρ μορφή του, αντιλαμβάνεσαι μια αύξηση στην απόδοση λόγω του μειωμένου κατά ένα τρίτο βάρους και των πλαστικών που απομακρύνθηκαν. Το αποτέλεσμα είναι ένα εντελώς απίθανο dragster maxi-scooter, που θα σε κάνει να χαμογελάς όσο περιμένεις στα φανάρια ανυπομονώντας για την επιτάχυνση που νιώθεις όταν ανοίγεις τέρμα το γκάζι. Είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή στις εξόδους των στροφών, με την μεσαία μπάντα των στροφών του Yamaha να είναι κυριολεκτικά εκπληκτική –είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται ως κλισέ, αλλά περιγράφει ακριβώς το φαινόμενο που συμβαίνει όταν από σταθερό γκάζι περιστρέψεις τέρμα το γκριπ του Superscoot. Κι όλα αυτά γίνονται χωρίς να εμπλέκεται κάποια μανέτα συμπλέκτη ή ένας λεβιές ταχυτήτων, προκειμένου να νιώσεις την εθιστική επιτάχυνση. Απλώς ανοίγεις το γκάζι και φεύγεις! Δεν μπορώ να σας πω από ποιες στροφές ή από ποια ταχύτητα δυμβαίνει αυτό, διότι ο Roland αφαίρεσε τα ογκώδη, αλλά με πλήθος πληροφοριών, όργανα και δεν τα είχε αντικαταστήσει τότε με κάτι άλλο πιο μινιμαλιστικό. Φαίνεται όμως ότι πρακτικά συμβαίνει σε όλη την μπάντα των στροφών, μαζεύοντας μπόλικα χιλιόμετρα μέσω της CVT μετάδοσης, της οποίας τον Kevlar ιμάντα μπορείς να τον ακούσεις να ζορίζεται όταν κλείνεις το γκάζι  για να μπεις σε μια στροφή, κάτι που δεν γινόταν στον στάνταρ ΤΜΑΧ, αλλά προσθέτει μια έξτρα δόση προσωπικότητας σε κάτι που είναι ούτως ή άλλως μοναδικό.

Και ναι, είναι μια μοτοσυκλέτα, ειδικά στον τρόπο που στρίβει και συμπεριφέρεται, με πολύ καλή ποιότητα κύλισης και εξαιρετική λειτουργία από τις στοκ ρυθμίσεις των αναρτήσεων της KYB, οι οποίες δεν άλλαξαν για να ταιριάξουν με το σημαντικά χαμηλότερο βάρος των 130 κιλών (πλήρης υγρών και καυσίμου στο αλουμινένιο ρεζερβουάρ, του οποίου η τάπα βρίσκεται στην βάση της σέλας. Η χωρητικότητά του είναι 11,35 λίτρα και ξαναφτιάχτηκε από την RSD και στη συνέχεια τοποθετήθηκε κάτω από την αλουμινένια ουρά που πάνω της στηρίζεται η δερμάτινη σέλα που ράφτηκε από την Bitchin Seat Co. Έπειτα, η ουρά βάφτηκε στο ίδιο χρώμα με το υπόλοιπο σύνολο από της Olympic Powercoating στην Santa Ana, μαζί με την χειροποίητη αλουμινένια βάση της πινακίδας που έχει πάνω της και τον προτζέκτορα της PIAA. Το ψυγείο τοποθετήθηκε στο πλάι με νέες βάσεις και κατασκευάστηκε ένας νέο αεραγωγός που στέλνει τον αέρα πάνω του. Το ψαλίδι μοιάζει είναι λες και έχει επιμηκυνθεί, αλλά δεν έχει γίνει κάτι τέτοιο, όπως και οι τροχοί μοιάζουν σαν after market, αλλά δεν είναι. Μια μικρή παρατήρηση είναι ότι ο διακόπτης μεταφέρθηκε στο πλάι του scooter, χαμηλά πίσω από το αριστερό σου πόδι, και είναι πολύ εύκολο να το χτυπήσεις όταν μετακινείσαι πάνω στη σέλα –γιατί σίγουρα θα καταλήξεις να το κάνει αυτό την ώρα που στρίβεις στις φουρκέτες με τις υπερβολικές κλίσεις που σου επιτρέπουν τα Dunlop Sportmax GPR-10 τα οποία "φοράνε" οι στάνταρ τροχοί των 15''. Μου συνέβη τέσσερις φορές μέχρι να αρχίσω να θυμάμαι ότι μετά από τις γρήγορες εναλλαγές κλίσεων έπρεπε να ανοίξω πάλι τον διακόπτη, αλλά πιο πριν θα έπρεπε να πιέσω την αριστερή μανέτα του φρένου –εκεί που θα ήταν κανονικά η μανέτα του συμπλέκτη- για να το ξαναβάλω μπροστά!

Πιο μοτοσυκλέτα, παρά scooter

Δεν γίνεται να μην εντυπωσιαστείς από την απίθανη απόδοση του ΤΜΑΧ αλλά και από την αποτελεσματικότητά του. Βρίσκεσαι σε έναν στριφτερό δρόμο με κίνηση, όπου πολύ γρήγορα αρχίζει να τους προσπερνάς όλους, έναν-έναν, ανοίγοντας απλώς το γκάζι για να εκτοξευθεί το Yamaha μέχρι το επόμενο κενό. Η απόκριση στις μεσαίες είναι ιδιαίτερα ζωηρή, αν και μερικές φορές υπάρχει ένα φαινόμενο στα… turbo lag, το οποίο μάλλον οφείλεται στο CVT που θέλει τον χρόνο του για να μεταφέρει την παραπάνω ισχύ στον τροχό. Ο καλύτερος τρόπος για να το αντισταθμίσεις αυτό, είναι η διαχρονική πρακτική στα scooter του να κρατάς λίγο πατημένο το φρένο την ώρα που επιταχύνεις από μια στροφή, γεγονός που σου επιτρέπει να "προφορτίζεις" το γκάζι και να εκμηδενιστεί η υστέρηση. Η τεχνική αυτή είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη σε ένα στριφτερό ορεινό δρόμο, όπου θέλεις την μέγιστη δυνατή επιτάχυνση σε αλλεπάλληλες κλειστές στροφές.

Το χαμηλό κέντρο βάρους του ΤΜΑΧ το καθιστά εξαιρετικά εύκολο στις γρήγορες εναλλαγές κλίσεων και ειδικά στην Hyper μορφή του από την RSD, το ΤΜΑΧ παραμένει το ελαφρύτερο και με την πιο φιλική συμπεριφορά απ' όλα τα πολυκύλινδρα maxi scooters, χάρη στο αλουμινένιο πλαίσιο δύο δοκών που είναι σημείο αναφοράς για την κατηγορία.

Αυτό σε ό,τι αφορά την υπέροχη συμπεριφορά του, έναν βασικό παράγοντα που κάνει το δικύλινδρο Yamaha περισσότερο μοτοσυκλέτα παρά scooter, όπως διαπίστωσα κι ο ίδιος την ώρα που ήμουν πλαγιασμένος σε μερικές από τις αμέτρητες στροφές του Glendora Mountain. Η διαδρομή είναι γεμάτη κλειστές στροφές και γρήγορες παρατεταμένες, με τις αναρτήσεις της KYB να "καταπίνουν" τις ανωμαλίες χωρίς να επηρεάζεται η ισορροπία του "Mr. Max", χωρίς να παρεκκλίνει ούτε εκατοστό από την γραμμή που είχα επιλέξει. Το φαρδύ 160/60R15 πίσω ελαστικό βρίσκει με άνεση πρόσφυση όταν χουφτώνεις το γκάζι του Hyper Modified ενώ είσαι ακόμη πλαγιασμένος. Η προοδευτική και ομαλή παροχή της δύναμης, ήταν μια μεγάλη βοήθεια στο να εκμεταλλευτώ στο έπακρο την ροπή των 5,3 χιλιογραμμόμετρων στις εξόδους των γρήγορων στροφών, ενώ το εμπρός ελαστικό με την πιο στρογγυλή κορώνα μου ενέπνεε απεριόριστη εμπιστοσύνη για να διατηρήσω την υψηλή ταχύτητα μέσα στη στροφή. Ανοίγοντας γενναία το γκάζι την ώρα που είναι πλαγιασμένο, πλησιάζοντας τις 50° κλίσης (που είναι το ανώτατο όριο του ΤΜΑΧ) με το Dunlop να "κολλάει" στην άσφαλτο, προσφέρει μια τέτοια αίσθηση επιτάχυνσης που θα ζήλευαν πολλές μοτοσυκλέτες 500cc, με μια γραμμική παροχή μέχρι την επόμενη στροφή.

Αυτό οφείλεται εν μέρει και στο μοτοσυκλετιστικού τύπου αλουμινένιο ψαλίδι, που συνεργάζεται με το προοδευτικό μοχλικό και το αμορτισέρ της KYB, το οποίο δίνει διαδρομή 116mm, ενώ το μοτοσυκλετιστικό πιρούνι των 43mm δίνει διαδρομή 120mm. Ειλικρινά, δεν πιστεύω ότι υπάρχει άλλο όχημα με κινητήρα εσωτερικής καύσης με το οποίο θα ανεβοκατέβαινα πιο γρήγορα τους δρόμους του φαραγγιού από το Superscoot του Sands, γιατί πάντοτε είσαι με τη σωστή σχέση τη σωστή στιγμή, με τις κατάλληλες στροφές στον κινητήρα για κάθε στροφή, για τον απλούστατο λόγο ότι υπάρχει μόνο μία ταχύτητα –απλώς ανοίγεις το γκάζι και φεύγεις!

Τα στοιχεία που συντελούν σε όλη αυτή την εξαιρετική συμπεριφορά είναι το φαρδύ τιμόνι που προσφέρει ιδανικό μοχλό, η ποιότητα της απόδοσης, η αυτόματη μετάδοση και το σωστό ποσοστό φρένου από τον κινητήρα, που μεταφέρεται μέσω του φυγοκεντρικού συμπλέκτη και κάνει το λάστιχο να στριγγλίζει μερικές φορές (ανάλογα με την ποιότητα της ασφάλτου), την ώρα που φρενάρεις με δύναμη για να μπεις σε μια αργή στροφή. Θα μπορούσε να θεωρηθεί το κατάλληλο εργαλείο για την κίνηση, που είναι βέβαιο ότι θα φέρνει το χαμόγελο στα χείλη σου κάθε φορά που το οδηγείς.

Ξεχωριστή αίσθηση

Μόλις ανέβεις στη σέλα του RSD TMAX, πατάς τη μίζα για να απελευθερωθεί το άρρυθμο τραγούδι του δικύλινδρου εν σειρά, όπως εκφράζεται από το εντυπωσιακό ζευγάρι των… μεγαφωνικών τελικών της εξάτμισης. Παρά τις σταθερές βάσεις του κινητήρα, δεν υπάρχει ίχνος κραδασμού ακόμη και όταν λειτουργεί υπό φορτίο, χάρη στο σύστημα του αντικραδασμικού που προέρχεται από το Ducati Supermono με ένα τρίτο "τυφλό" έμβολο, και στον άξονα της τελικής μετάδοσης. Το FatBar τιμόνι της Renthal με τα καβαλέτα των 63,5mm, δημιουργεί μια σπορ στάση σώματος, που σε ενθαρρύνει να πλαγιάσεις το ΤΜΑΧ στη στροφή και να εμπιστευθείς την πρόσφυση των Dunlop Sportmax για να στρίψεις με απίστευτες ταχύτητες. Η μεγάλη μείωση του βάρους κάνει τα στάνταρ φρένα να αποδίδουν ακόμη καλύτερα –μόνο να θυμάστε ότι το πίσω φρένο είναι στο τιμόνι κι όχι εκεί που μπορεί να ψάχνει το πόδι σας σε ένα πιο νορμάλ café racer, σε σχέση με αυτό το απίστευτα γρήγορο δίτροχο. Από την άλλη τα ίδια τα φρένα από μόνα τους αποδίδουν φανταστικά και έχοντας χάσει το ένα τρίτο του βάρους του, το Superscoot του Sands έχει καλύτερα φρένα απ' ό,τι χρειάζεται, με τους δύο δίσκους μπροστά των 267mm και τις monoblock σπορ δαγκάνες της Sumitomo, και πίσω με τον δίσκο των 282mm (θα μπορούσε να μπει και σε αμερικάνικο flat tracker), χωρίς να υπάρχει συνδυασμένη λειτουργία. Με τα μοτοσυκλετιστικά στάνταρ το Yamaha φρενάρει πολύ καλά, αλλά για τα δεδομένα των scooters η ποιότητα του πακέτου των φρένων είναι εξωπραγματική. Το αποτέλεσμα ήταν ότι σε μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα στην Βόρεια Καλιφόρνια, τα ελαστικά της Dunlop εκτέλεσαν το καθήκον τους άψογα στο φρενάρισμα, σε ένα δίτροχο που θα ήταν λογικό να έχει μηδενικό φρένο από τον κινητήρα λόγω της CVT μετάδοσης. Παρόλα αυτά το φρενάρισμα γινόταν με απόλυτη σταθερότητα, με την βοήθεια και του μακριού μεταξονίου των 1.580mm.

Στην αρχή ήταν παράξενο, να οδηγώ κάτι σε café racer χωρίς να υπάρχει τίποτα ανάμεσα στα γόνατά μου για να στηρίζομαι, και ένα πίσω φρένο που έπρεπε να το ελέγχω με το αριστερό μου χέρι αντί με το δεξί μου πόδι. Μόλις όμως συνήθισα το όμορφο και μινιμαλιστικό χώρο για τα πόδια μου (φοράω μπότα Νο44…) στο δάπεδο, ήταν εξαιρετικά εύκολο και εθιστικό –πάλι αυτή η λέξη- το να διαπιστώνω πόσο γρήγορα μπορούσα να στρίψω το Hyper. Η κατευθυντικότητα είναι αποτελεσματική για ένα όχημα με τόσο μικρούς τροχούς, ειδικά με το διαστάσεων 120/70 εμπρός ελαστικό που αντισταθμίζει το μακρύ μεταξόνιο και την ανοιχτή γωνία κάστερ των 28 μοιρών. Είναι εύκολο να εξαντλήσεις την πολύ καλή πρόσφυση και τις 50° κλίσης, αν και το πλαϊνό σταντ έχει αφαιρεθεί και έχει μείνει μόνο το κεντρικό για να ξύνει την άσφαλτο στις αριστερές στροφές, και το τελικό της εξάτμισης στις δεξιές. Χάρη όμως στο εξαιρετικό ζύγισμα, το ΤΜΑΧ διατηρεί με άνεση την σταθερότητά του στις πιο γρήγορες στροφές, ακόμη και σε αυτές με σαμαράκια στο κέντρο τους, και σε συνδυασμό με το χαμηλό κέντρο βάρους "ισιώνει" κάθε είδους ανωμαλία. Η μοναδική φορά που ένιωσα να διαταράσσεται η ισορροπία του ήταν σε μια στροφή με 80-100km/h, με το γκάζι στη μέση της διαδρομή του σταθερό και με ανωμαλίες στην άσφαλτο, όπου ακόμη και χωρίς να έχει συμπιεστεί το πίσω αμορτισέρ λόγω της δύναμης, άρχισα να γλιστράω πίσω μέχρι που το μακρύ μεταξόνιο και το χαμηλό κέντρο βάρους, μαζί με την συντηρητική γεωμετρία επανάφεραν την τάξη. Σε κάθε άλλη περίπτωση το  ΤΜΑΧ ήταν εντυπωσιακά σταθερό.

Γεννήτρια χαμόγελων

"Κυριολεκτικά, κανείς απ' όσους έχουν οδηγήσει το Hyper δεν έφυγε χωρίς ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη", λέει ο Roland Sands. "Είναι χαριτωμένο, είναι πρακτικό, είναι γρήγορο γιατί αφαιρέσαμε πολύ βάρος, αλλά είναι επίσης και προσιτό. Ανοίγεις το γκάζι και φεύγεις –δεν υπάρχει συμπλέκτης και μπορεί να το οδηγήσει κι ένα μικρό παιδί, αλλά και όποιος θέλει να του πιει το αίμα οδηγώντας το στο όριο, μπορεί να το κάνει επίσης. Το οδηγώ συχνά και οι άνθρωποι φρικάρουν όταν το βλέπουν. Για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα να μου αρέσει τόσο πολύ, αλλά είναι τόσο διαφορετικό και παράξενο και παρόλα αυτά δουλεύει εξαιρετικά. Οδηγείται όπως ένα στάνταρ ΤΜΑΧ, αλλά είναι ελαφρύτερο και πιο ευέλικτο, ενώ ακούγεται και σαν χωματερή μοτοσυκλέτα λόγω της αγωνιστικής εξάτμισης. Είναι τρελό!"

O "σεφ" του customizing, Roland Sands!

 

Αυτό είναι απολύτως ακριβές και δεν ωφελεί να το κρύψω: Θέλω ένα και για μένα! Οδηγώντας το Yamaha TMAX απαλλαγμένο από τα περιττά στην πιο βασική μορφή του από τον Roland Sands ήταν ΠΟΛΥΥΥΥ διασκεδαστικό! Βάζοντας σε εξαντλητική δίαιτα αυτό το γυμνό Superscoot, ο Αμερικανός σεφ του customizing προίκισε ένα ήδη εξαιρετικό δείγμα πρακτικότητας με σημαντικό ποσοστό έξτρα δύναμης, το οποίο ασκεί μια ακαταμάχητη γοητεία –σε σημείο που σε κάνει να ψάχνεις τα κλειδιά για να το πας μια πάνω-κάτω στο δρόμο, ίσα για να ζωντανέψει τις αισθήσεις σου και να σου "φορέσει" ένα μόνιμο χαμόγελο στο πρόσωπο.

Λοιπόν, Yamaha, το να βάλετε ένα τέτοιο EVO-scooter στην παραγωγή, είναι θέμα αφαίρεσης εξαρτημάτων κι όχι προσθήκης τους, με μηδενική απαίτηση επανασχεδιασμού. Όπως και να έχει δείτε το, ο Roland Sands έχει κάνει το R&D για εσάς –οπότε προσχωρήστε και ΦΤΙΑΞΤΕ ΤΟ!

Δείτε εδώ το video του Hyper Modified TMAX RSD

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ         Yamaha Hyper Modified TMAX RSD
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μεταξόνιο (mm):
1.580
Ίχνος (mm):
95
Γωνία κάστερ (˚):
28
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Αλουμινένιο χυτό, δύο δοκών
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
120
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
11,35 / -
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
68 x 73
Χωρητικότητα (cc):
530
Σχέση συμπίεσης:
10,9:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
46 / 6.750
Ροπή (kg.m/rpm):
5,3 / 5.250
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 2
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Αυτόματος φυγοκεντρικός
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
2,6
-
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ ΚΥΒ
Διαδρομή (mm):
116
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
4,5 x 15
Ελαστικό:
160/60R15
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 282mm με δαγκάνε ενός εμβόλου Sumitomo
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι KYB
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
120/43
Ρυθμίσεις:
Kam;ia
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 x 15
Ελαστικό:
120/70R15
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 267mm με monoblock δαγκάνες Sumitomo τεσσάρων εμβόλων
 
 
 
  

Το άρθρο συνοδεύεται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό στο gallery

Ετικέτες

Δοκιμή Aprilia RS 660: Η αναγέννηση των supersport της μεσαίας κατηγορίας

Προσαρμογή στην σύγχρονη εποχή
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

3/7/2023

Σε μια εποχή που οι μεσαίου κυβισμού supersport είχαν εξαφανιστεί τελείως από την Ευρωπαϊκή αγορά λόγω προδιαγραφών Euro 5, η Aprilia δημιούργησε έναν νέο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα υψηλών επιδόσεων, που τις έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργήσει μια πραγματικά σπορ μοτοσυκλέτα η οποία δεν νοιώθει άβολα όταν μπαίνει σε πίστα. Ταυτόχρονα όμως, η “αγωνιστική” της εμφάνιση δεν αποτελεί πρόβλημα για την χρήση της RS 660 ως sport-touring μοτοσυκλέτας, με τον προσδιορισμό “sp;ort-touring” να γίνεται με τους ίδιους όρους που τους είχε καθορίσει η Honda με τα CBR600F πριν υποκύψει στην εξειδίκευση και βάλει πολλά RRRRR. Η πλήρης δοκιμή του RS 660 επί ελληνικού εδάφους  μας δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα για αυτή τη νέα γενιά μεσαίων supersport μοτοσυκλετών της ιταλικής εταιρείας. Ακολουθεί η αναδημοσίευση του άρθρου από το τεύχος 649 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

19

Αναγέννηση

Η Aprilia αποφάσισε να βάλει ένα μεγάλο στοίχημα και να αναγεννήσει την κατηγορία των μεσαίου κυβισμού supersport μοτοσυκλετών, σε μια εποχή που πλέον κυριαρχούν εμπορικά τα on-off και τα scooter. Μόνο που η κίνηση αυτή δεν είναι τόσο ριψοκίνδυνη όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως

Οι έρευνες αγοράς έχουν ένα τεράστιο πρόβλημα. Οι απαντήσεις που σου δίνει ο κόσμος βασίζονται στις γνώσεις που έχει έως εκείνη τη στιγμή και κυρίως δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές προθέσεις αγοράς τους. Αν για παράδειγμα ρωτούσες τον κόσμο πριν δέκα χρόνια πώς θα ήθελαν να είναι ένα mega-scooter, οι περισσότεροι από αυτούς θα σου περιέγραφαν κάτι που θα έμοιαζε με Yamaha TΜΑΧ και αν τους ρωτήσεις πως θα ήθελαν ένα mega on-off θα σου περιέγραφαν κάτι που θα έμοιαζε με BMW R1200GS ή KTM 990 Adventure. Αυτά έβλεπε στο δρόμο, οπότε και στις έρευνες αγοράς απλώς ζητούσε να γίνουν καλύτερα στους επιμέρους τομείς (πιο δυνατά, πιο ελαφριά, πιο άνετα, πιο οικονομικά κ.τ.λ.). Σε καμία έρευνα αγοράς για mega scooter δεν θα έβρισκες κάποια περιγραφή που να ταιριάζει με το X-ADV της Honda και σε καμία έρευνα αγοράς δεν θα έβρισκες κάποιον να λέει πως θέλει να αγοράσει ένα mega on-off με V4 κινητήρα 1200 κυβικών και 160 ίππους σαν το Ducati Multistrada V4. Μάλιστα η περίπτωση του Ducati έχει ιδιαίτερη αξία σε αυτή την κουβέντα, διότι πριν από αυτό η Honda είχε φτιάξει ένα V4 mega on-off το οποίο είχε πάει άπατο εμπορικά και το αντικατέστησε με το Africa Twin που πετάει σε πωλήσεις.

19

Η διαφορά ανάμεσα στην εμπορική αποτυχία του Crosstourer V4 της Honda σε σχέση με την εμπορική επιτυχία του Multistrada V4 της Ducati, είναι πως η Honda πίστεψε όσα έλεγε ο κόσμος στις έρευνες αγοράς (που λίγο-πολύ περιέγραφαν ένα πιο δυνατό και πιο ταξιδιάρικο BMW R1200GS), ενώ η Ducati έφτιαξε μια μοτοσυκλέτα που η ίδια πίστευε πως ο κόσμος ήθελε πραγματικά να αγοράσει. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν άπειρα στην ιστορία της μοτοσυκλέτας και αποδεικνύουν πως είτε προσπαθείς να ακολουθήσεις τη μόδα της εποχής, είτε προσπαθείς να διαφοροποιηθείς, το εμπορικό ρίσκο είναι σχεδόν ίδιο και κανείς δεν μπορεί να σου εγγυηθεί την επιτυχία. Στην περίπτωση του RS660, το ρίσκο που πραγματικά πήρε η Aprilia να παρουσιάσει μια μεσαίου κυβισμού supersport μοτοσυκλέτα σε μια κατηγορία που έχει πεθάνει εμπορικά, δεν είναι τόσο μεγάλο όσο φαίνεται. Όλη η τεχνολογία που αναπτύχθηκε και όλα χρήματα που ξοδεύτηκαν στο τμήμα R&D για να φτάσει το RS660 έως τη γραμμή παραγωγής, θα τα αποσβέσουν από το Tuono 660 και ακόμα περισσότερο από το Tuareg 660. Πρόκειται δηλαδή μια τεχνολογική πλατφόρμα, όπου πάνω της δημιουργήθηκε μια ολόκληρη γκάμα νέων μοντέλων και μάλιστα στη μεσαία κατηγορία κυβισμού που τόσο πολύ είχε ανάγκη η Aprilia εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Το γεγονός πως γνωρίσαμε για πρώτη φορά αυτή τη νέα πλατφόρμα μέσω του supersport 660, την κάνει να φαίνεται τολμηρή εμπορικά κίνηση εκ μέρους της ιταλικής εταιρείας.

18

Για τους λίγους που τολμούν

Έχοντας οδηγήσει το RS660 στη διεθνή δημοσιογραφική παρουσίαση στην Ιταλία και έχοντας κάνει το ίδιο αλλά και πλήρες τεστ του “αδερφού” Tuono 660 στην Ελλάδα, γνωρίζαμε πάνω-κάτω τί είδους μοτοσυκλέτα είναι και σε ποιους απευθύνεται στη χώρα μας. Βέβαια η ιδιαιτερότητες των ελληνικών δρόμων και κυρίως οι συνθήκες που επικρατούν, μπορούν να ανατρέψουν ή να διαφοροποιήσουν την αρχική εικόνα που έχεις σχηματίσει οδηγώντας μια μοτοσυκλέτα αποσπασματικά σε διαφορετικό περιβάλλον. Στην περίπτωση του RS660 δεν έχουμε ολική ανατροπή, όμως υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις. Η μοτοσυκλέτες που είχαμε οδηγήσει στην παρουσίαση στην Ιταλία ήταν όλες προ-παραγωγής, δηλαδή ήταν οι πρώτες μοτοσυκλέτες που παράγουν τα εργοστάσια για να ελέγξουν πως όλα δουλεύουν σωστά στην γραμμή παραγωγής και πως τα εξαρτήματα που τους στέλνουν οι προμηθευτές είναι ακριβώς όπως ορίζουν οι προδιαγραφές. Μάλιστα μετά το τέλος των δημοσιογραφικών παρουσιάσεων, οι συγκεκριμένες μοτοσυκλέτες επιστρέφουν στο εργοστάσιο και περνάνε πλήρη τεχνικό έλεγχο για να δουν αν υπάρχουν προβλήματα που πρέπει να διορθώσουν, είτε στη γραμμή παραγωγής, είτε στο σχεδιασμό κάποιου εξαρτήματος.

17

Το αναφέρουμε αυτό, διότι οι μοτοσυκλέτες που είχαμε οδηγήσει στην Ιταλία, είχαν θέμα με την ποιότητα λειτουργίας του πίσω αμορτισέρ στην πολύ γρήγορη οδήγηση (όλες τους), ενώ η μοτοσυκλέτα που οδηγήσαμε εδώ στην Ελλάδα και είχε σαφώς πολύ καλύτερης λειτουργίας πίσω ανάρτηση. Επίσης το πιρούνι στην “ελληνική” μοτοσυκλέτα είχε πιο γραμμική απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς (ρυθμίζονται ξεχωριστά σε κάθε καλάμι), με αποτέλεσμα να προσφέρει περισσότερη αίσθηση, ιδιαίτερα στο φρενάρισμα και στην είσοδο των στροφών. Το “ελληνικό” RS660 πατούσε με περισσότερη σιγουριά στην άσφαλτο, είχε μόνο τις απαραίτητες μετατοπίσεις βάρους εμπρός-πίσω στο φρενάρισμα και την επιτάχυνση και οι ανωμαλίες του δρόμου δεν επηρέαζαν τη σταθερότητά του. Ξεκάθαρα πιο σφιχτό και σταθερό από το Tuono 660 που είχαμε κάνει τεστ πριν μερικές εβδομάδες. Βέβαια μην ξεχνάμε πως το πλαίσιο του RR660 έχει τρεις βάσεις στήριξης του κινητήρα σε κάθε πλευρά, ενώ του Tuono 660 έχει δύο σε κάθε πλευρά. Το αντίτιμο είναι η επιπλέον δύναμη που πρέπει να βάλεις στο τιμόνι για να αλλάξεις απότομα πορεία, κάτι που οφείλεται και στην ελαφρώς πιο αργή γεωμετρία του πλαισίου (στο Tuono 660 έχουν κατεβάσει τα καλάμια του πιρουνιού στις πλάκες, οπότε έχει μειωθεί ελαφρώς η γωνία κάστερ, το ίχνος και το μεταξόνιο). Σε συνδυασμό με την πιο σκυφτή θέση οδήγησης, το RS660 διαφέρει πάρα πολύ σε συμπεριφορά από το Tuono 660 όταν το πιέζεις στο όριο και όχι μόνο. Με τη στάση του σώματος να φορτίζει περισσότερο τον εμπρός τροχό, το RS 660 βάζει το κεφάλι κάτω και μετατρέπει όλη τη δύναμη του κινητήρα σε ταχύτητα. Το συνολικό στήσιμο είναι απόλυτα επικεντρωμένο στην αποτελεσματικότητα, που αν δεν κοιτάς το κοντέρ και τα χιλιόμετρα που γράφει, κάποιες φορές νομίζεις πως καβαλάς μοτοσυκλέτα της Α2 κατηγορίας με 50-60 ίππους… Στις ίδιες συνθήκες ο αναβάτης του Tuono 660 νοιώθει να συμβαίνουν περισσότερα και πιο εντυπωσιακά πράγματα.

16

Στη παρουσίαση στην Ιταλία, οι άνθρωποι της Aprilia είπαν πολλές φορές πως βασικός στόχος ήταν να φτιάξουν μια supersport μοτοσυκλέτα που να την απολαύσει ένας αναβάτης, ο οποίος μόλις πήρε δίπλωμα της Α2 κατηγορίας και να την κρατήσει έως τη στιγμή που θα είναι έτοιμος για ένα RSV4 1100 Factory, χωρίς να ξενερώσει ούτε μία στιγμή μέχρι να έρθει εκείνη η ώρα. Μετά τη ολοκλήρωση αυτού του τεστ, μπορούμε να σας διαβεβαιώσουμε πως πέτυχαν το στόχο τους 100%. Το ξέρουμε πως πρόκειται για ένα πολύ μικρό κοινό (ειδικά στη χώρα μας) αλλά πραγματικά δεν υπάρχει κάτι άλλο αυτή τη στιγμή με τέτοιου επιπέδου επιδόσεις που να είναι τόσο ασφαλές για τον εντελώς αρχάριο και ταυτόχρονα τόσο αποτελεσματικό στα χέρια του έμπειρου και “χορτασμένου” αναβάτη. Η υψηλή τεχνολογία των συστημάτων ενεργητικής ασφάλειας που έχει αυτή η μοτοσυκλέτα, την κάνουν δέκα φορές πιο ασφαλή από μοτοσυκλέτες με τα μισά άλογα, ενώ την ίδια στιγμή το στήσιμο του πλαισίου, τα φρένα, το πραγματικό βάρος των μόλις 183 κιλών με γεμάτο το ρεζερβουάρ (όσο ενός μικρο-μεσαίου κυβισμού scooter και μικρότερο από του γυμνού Honda CB500F) και οι 84 πραγματικοί ίπποι στον πίσω τροχό, είναι στοιχεία που αν ξέρεις να τα εκμεταλλευτείς σου προφέρουν μια απολαυστική εμπειρία οδήγησης σε όλες τις συνθήκες που τα σύγχρονα superbike δεν μπορούν πλέον να σου προσφέρουν λόγω της ανούσιας υπερβολής που τα συνοδεύει.

22

Πέρα από την χαρά να ξεζουμίζεις τον κινητήρα του RS660 όπου θέλεις εσύ και όχι όποτε το επιτρέπουν οι συνθήκες, η Aprilia φρόντισε να δώσει και μερικά πολύ σημαντικά στοιχεία πρακτικότητας, που καθιστούν την καθημερινή χρήση του RS660 απόλυτα λογική και όχι μόνο για πορωμένους στριτάδες. Το κόψιμο του τιμονιού και ο κύκλος επιτόπιας στροφής είναι καταπληκτικά, σε σημείο να γελοιοποιούν τα μισά scooter και on-off της αγοράς. Αν μάλιστα κλείσεις και τους καθρέπτες δεν σε πιάνει μέσα στην κίνηση του κέντρου της πόλης ούτε κάγκουρας ντελιβεράς παπάκιας.

20

Στενό όσο μια χαρτοπετσέτα και με την εξάτμιση από κάτω, το RS660 είναι ασταμάτητο μέσα στο μποτιλιάρισμα. Το σχήμα και το ύψος της απροσδόκητα μαλακής σέλας σου επιτρέπει να πατάς με σιγουριά τα δύο πόδια σου ταυτόχρονα στο έδαφος και τα μαρσπιέ έχουν μεγάλη απόσταση από τη σέλα και είναι χαμηλά τοποθετημένα για να μην λυγίζουν τα γόνατά σου. Τα κλιπ-ον του τιμονιού είναι πάνω από το ύψος της πλάκας του πιρουνιού και κοντά στο σώμα σου, μειώνοντας την πίεση στους καρπούς των χεριών σου. Μέχρι και η εργονομία της σέλας του συνεπιβάτη είναι άριστα μελετημένη και αν είχαν προσθέσει λίγο παραπάνω αφρώδες υλικό, το RS660 θα πρόσφερε εξίσου καλή άνεση για δικάβαλα ταξίδια μεσαίων αποστάσεων. Το πόσο μεγάλη σημασία έχουν δώσει στους πρακτικούς τομείς, φαίνεται από την σχεδίαση των χειρολαβών του συνεπιβάτη, όπου αν αφαιρέσεις τη σέλα του, μετατρέπονται σε μια κανονικότατη επίπεδη σχάρα, όπου έχει έτοιμες τρύπες για να βάλεις ένα ειδικά σχεδιασμένο υφασμάτινο βαλιστάκι που έχει στον κατάλογο αξεσουάρ η Aprilia. Στον ίδιο κατάλογο θα βρεις μια πιο ψηλή ζελατίνα για το φαίρινγκ, αν και η στάνταρ κάνει εξαιρετική δουλειά αν είσαι έως 1,80μ ύψος.

16

Τεχνολογία αιχμής

Ο λόγος που θεωρούμε το RS660 ως μία από τις σημαντικότερες μοτοσυκλέτες του 2021 δεν είναι μόνο επειδή επανάφερε στη ζωή τις μεσαίου κυβισμού supersport, ούτε μόνο επειδή αποτελεί την τεχνολογική βάση για μια ολόκληρη σειρά μοντέλων που έπρεπε να είχε στη γκάμα της η Aprilia εδώ και πολλά χρόνια. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι και το υψηλό επίπεδο τεχνολογίας που φέρνει στη μεσαία κατηγορία κυβισμού και είμαστε βέβαιοι πως θα αναγκάσει και τον ανταγωνισμό να ακολουθήσει. Η μοτοσυκλέτα της δοκιμής μας είχε όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα που μπορείς να βρεις στις κορυφαίες superbike, όχι μόνο σε ποσότητα (που δεν έχει τόσο σημασία) όσο σε ποιότητα λειτουργείας (που έχει τεράστια σημασία). Μάλιστα όπως μας είχε πει η Aprilia, η κεντρική μονάδα επεξεργασίας δεδομένων του RS660 είναι τέσσερεις φορές πιο ισχυρή από του RSV4 1100 Factory του 2020 και την ίδια ακριβώς χρησιμοποιούν στο νέο RSV4 1100 Factory του 2021. Αντίστοιχου επιπέδου είναι και το λογισμικό για το traction control, το cornering ABS, τα αυτόματα cornering lights, το quick shifter up/down, τα auto-cancel φλας που έχουν και λειτουργία emergency brake, τα οποία φυσικά όλα ρυθμίζονται στις επιθυμίες του αναβάτη.

21

Η μοτοσυκλέτα της δοκιμής είχε ένα update στο λογισμικό του ride by wire ψεκασμού, το οποίο δεν είχε κάποια τρομερή διαφορά στα προγράμματα Road (περιλαμβάνει τρεις επιλογές Rain,Commute,Sport), όμως στα προγράμματα Race (περιλαμβάνει δύο επιλογές Challenge/Time Attack) εμφάνιζε ένα αισθητό “τίναγμα” στο πρώτο άνοιγμα του γκαζιού. Αν οδηγείς γρήγορα, αυτό το έξτρα τίναγμα του νέου λογισμικού το αντιλαμβάνεσαι περισσότερο ως “άρπαγμα” και “ροπή”, αλλά δεν είναι τόσο γραμμικό όσο το πρόγραμμα Sport και αυτό φαίνεται κυρίως όταν θέλεις να κάνεις σούζες με διάρκεια πολλών μέτρων. Γενικά το πρόγραμμα Sport για την τροφοδοσία αποδείχτηκε το πιο κατάλληλο για όλες τις συνθήκες, ειδικά αν έχεις απενεργοποιήσει εντελώς το traction control και οδηγείς στους κλασσικούς δρόμους-παρκέ της Αττικής. Η απενεργοποίηση των ηλεκτρονικών είναι εφικτή μόνο στο Individual και στα Challenge/Time Attack. Στα δύο τελευταία προγράμματα μπορείς να ρυθμίζεις εν κινήσει την ευαισθησία του traction control από τον διακόπτη του cruise control (προφανώς δεν λειτουργεί το cruise control στα Challenge/Time Attack). Οι επιλογές των riding modes είναι πάρα πολλές (συνολικά 6) και μπορείς να συνδυάσεις την λειτουργία των επιμέρους ηλεκτρονικών όπως ακριβώς θέλεις. Ως αποτέλεσμα, το RS660 μπορεί να προσφέρει κορυφαίου επιπέδου ασφάλεια και ταυτόχρονα οδηγική απόλαυση σε ένα τεράστιο εύρος αναβατών, είτε πήρε το δίπλωμα Α2 εχθές, είτε καβαλούσε superbike επί δεκαετίες.

15

Έβαλε τη μαγιά

Είναι ξεκάθαρο πως η Aprilia δεν πρόκειται να γεμίσει τα ταμεία της με εκατομμύρια ευρώ από τις πωλήσεις του RS660. Τουλάχιστο όχι τόσα σε σχέση με όσα λεφτά θα βγάλει από το Tuono 660 και πολύ περισσότερο από το Tuareg 660. Όμως η πρόσφατη παρουσίαση του Yamaha R7 αποδεικνύει πως δεν είναι η μοναδική εταιρεία που βλέπει μέλλον στα supersport της μεσαίας κατηγορίας. Φαίνεται πως η Aprilia έβαλε τη μαγιά και μάλιστα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αποτελώντας το σημείο αναφορά στις επιδόσεις, την τεχνολογία, την ασφάλεια, τη σπορ συμπεριφορά και.... την πρακτικότητα!

13

 

Η μοτοσυκλέτα που κάναμε τεστ στην Ελλάδα είχε πολύ καλύτερο πίσω αμορτισέρ από τις μοτοσυκλέτες της δημοσιογραφικής παρουσίασης στην Ιταλία

 

12

Ειδικά σχεδιασμένοι διακόπτες για τα 660 με τέσσερα κουμπιά για την πλοήγηση στο κεντρικό menu και τον διακόπτη του cruise control να γίνεται ρυθμιστής για το traction control στο πρόγραμμα Time Attack

10

Στο ένα καλάμι ρυθμίζεις την απόσβεση συμπίεσης και στο άλλο την επαναφορά. Από τον αριστερό πολυδιακόπτη επιλέγεις εν κινήσει τα riding modes και την λειτουργία των φώτων ημέρας

9

Το “διπλό” φαίρινγκ έχει σχεδιαστεί για να απομακρύνει τον ζεστό αέρα του κινητήρα από τα πόδια του αναβάτη και ταυτόχρονα να μειώνει τους αεροδυναμικούς στροβιλισμούς

7

Αυτή είναι η νέα εταιρική εικόνα των σπορ μοτοσυκλετών της Aprilia. Τα cornering lights είναι μια πρωτιά της Aprilia σε αυτή την κατηγορία κυβισμού και τιμής

6

Μπαίνοντας στο κεντρικό menu μπορείς να ρυθμίσεις τα πάντα. Επιλέγοντας το πρόγραμμα RACE “ξεκλειδώνεις” τα riding modes Challenge και Time Attack

5

Άριστα σε αίσθηση και δύναμη τα φρένα της Brembo με το ρυθμιζόμενο cornering ABS της Bosch

4

Ξεχωρίζει από το πλήθος ο σχεδιασμός του νέου πίσω φαναριού και τα φλας έχουν λειτουργία emergency light, αναβοσβήνοντας αν πατήσεις τέρμα τα φρένα ως προειδοποίηση των οδηγών που ακολουθούν

3

Εργονομικά άψογες και οι δύο σέλες, με του αναβάτη να είναι όσο αφράτη πρέπει, αλλά του συνεπιβάτη να είναι κάπως σκληρή για ταξίδια. Από κάτω της υπάρχει έτοιμη σχάρα!

2

 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ     

Aprilia Tuono 660

Αντιπρόσωπος:

Piaggio Hellas

Τιμή:

11.890

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

1.995

Μεταξόνιο (mm):

1.365

Ύψος σέλας (mm):

820

Γωνία κάστερ (˚):

23,9

Σέλα-τιμόνι 670

Σέλα-μασπιέ 460

Μασπιέ-τιμόνι 840

Σέλα πίσω-μαρσπιέ 420

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

Kg 183,0

(χωρίς καύσιμο: 171,7kg )

Πίσω

47.6

Εμπρός

52.4

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

0%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινίου δύο δοκών με τον κινητήρα ενεργό μέρος

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

183

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

81 x 63,93

Χωρητικότητα (cc):

659

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

100 / 10.500

Ροπή (kg.m/rpm):

6,8 / 8.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

151,7

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος με ντίζα

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα / 2,52

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

160

Ρυθμίσεις:

προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,50 x 17

Ελαστικό:

180/55 - 17

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 220mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη οθόνη TFT με Bluetooth, αυτόματη ρύθμιση φωτεινότητας, ρυθμιζόμενο cornering ABS, ρυθμιζόμενο traction control, ρύθμιση φρένου κινητήρα, quick shifter up/down, 3+2 χάρτες απόδοσης

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

110 / 41

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,50 x 17

Ελαστικό:

120/70 - 17

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες Brembo 4 εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

     

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

83,3 / 10.800

Ροπή (kg.m/rpm):

5,9 / 8.800

 

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

5,8

Ελάχιστη

4,7

Μέγιστη

7,5

Αυτονομία(km):

270

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

72

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15 / 4