BMW F 700 GS (2016-2018): Αρχείο περιοδικού ΜΟΤΟ

Με προσοχή στη λεπτομέρεια
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

22/1/2020

Το 2016 ήταν μια σημαντική χρονιά για την BMW, καθώς τότε έκανε το πρώτο σοβαρό βήμα για να ξεχωρίσει τις δύο εκδόσεις της μεσαίας σειράς των FGS. Τόσο το F700GS όσο και το F800GS μοιράζονται πάρα πολλά κοινά εξαρτήματα, όμως προσφέρουν τελείως διαφορετικά πράγματα, αυτή ήταν και η επιτυχία της BMW, την οποία συνεχίζει μέχρι και σήμερα.

 

Το άρθρο προέρχεται από το αρχείο του περιοδικού ΜΟΤΟ και αναδημοσιεύεται από την αρχική του μορφή δίχως αλλαγές. Αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του περιοδικού, μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε αντιγραφή, οικειοποίηση μέρους ή του συνόλου του κειμένου και των φωτογραφιών, παραλλαγή ή χρήση πέραν της ανάγνωσης

 

Του Μπάμπη Μέντη

Φωτό: Θανάσης Κουτσογιάννης

 

Εδώ έριξαν πολύ δουλειά!

 

Σε αντίθεση με το αδερφό F800GS, που απλώς δέχτηκε μια μικρή αισθητική ανανέωση και μεγάλωσε την λίστα του προαιρετικού εξοπλισμού του, στην περίπτωση του F700 GS έχουμε μια ουσιαστική αναβάθμιση

 

Οδηγώντας το F700GS μόλις μία εβδομάδα μετά το "μεγάλο" F 800 GS, δεν σας κρύβουμε ότι βρεθήκαμε μπροστά σε μία ευχάριστη έκπληξη που δεν την περιμέναμε. Ως γνωστόν αυτά τα δύο μοντέλα της BMW μοιράζονται τον ίδιο κινητήρα και το ίδιο πλαίσιο. Όμως από την αρχή οι Γερμανοί ήθελαν να φτιάξουν δύο εντελώς διαφορετικής κατηγορίας μοντέλα, χρησιμοποιώντας όσα περισσότερα κοινά μηχανικά μέρη γίνεται για να συμπιέσουν το κόστος. Το ένα ήθελαν να είναι μια entry-level μοτοσυκλέτα και το άλλο να αποτελεί μια φτηνότερη λύση (με τιμή κοντά στα ιαπωνικά on-off) για όσους δεν μπορούσαν να αγοράσουν την μεγάλη boxer R1200GS. Παρά τα 800 κυβικά του δικύλινδρου σε σειρά κινητήρα, η "μικρή" ονομαζόταν F650GS και ουσιαστικά είχε τον ρόλο του αντικαταστάτη της μονοκύλινδρης F650GS. Με συμβατικό πιρούνι, μόλις ένα δισκόφρενο εμπρός, χυτές ζάντες αλουμινίου και μικρότερες διαδρομές αναρτήσεων, η F650GS έδειχνε στο μάτι πολύ μικρότερη και φτηνότερη μοτοσυκλέτα απ' ότι η αδερφή της F800GS. Όταν η γερμανική εταιρεία αποφάσισε να παρουσιάσει ξανά ένα μονοκύλινδρο on-off, η F650GS μετονομάστηκε σε F700GS, χωρίς όμως να γίνει κάποια ουσιαστική αναβάθμιση στα μηχανικά της μέρη. Όμως η F700GS του 2015 με την F700GS του 2016 είναι πολύ διαφορετικές μοτοσυκλέτες! Όχι σε χαρακτήρα, αλλά στον τρόπο που πετυχαίνουν τον σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκαν.

Ο συνδυασμός αναλογικών και ψηφιακών ενδείξεων είναι εργονομικά άψογη. Το μόνο που ζητάμε είναι να εκσυγχρονιστούν οι πληροφορίες του trip master και να προστεθεί ένδειξη αυτονομίας

 

Πόσο έχεις μεγαλώσει, Μπέμπα- Μπέμπα!

Η δική μου γενιά μεγάλωσε μόνο με κρατική τηλεόραση (ΕΡΤ/ΥΕΝΕΔ) και ακούγαμε εντελώς ηλίθια διαφημιστικά τραγουδάκια, όπως το: Πόσο έχεις μεγαλώσει, μπέμπα-μπέμπα, σε διαφήμιση για γκοφρέτες αν δεν κάνω λάθος. Ότι μεγαλώσαμε βλέποντας υπέρβαρα, θεόχοντρα παιδάκια δεν μας απαλλάσσει από την ευθύνη που τα παιδιά μας σήμερα έχουν χοληστερίνη από τα έξι τους χρόνια, απλώς το αναφέρω με αφορμή την εικόνα μεγαλύτερης μοτοσυκλέτας που έχει η νέα "Μπέμπα" F700GS σε σχέση με το περσινό μοντέλο. Ακόμα και με αυτή την μικροσκοπική ζελατίνα στο φαίρινγκ, που μόλις που καλύπτει τα όργανα, δείχνει πιο ψηλή και πιο ογκώδης από πριν. Βασικά η F700GS του 2016 μοιάζει να έχει το ίδιο εξωτερικό μέγεθος με την F800GS. Ειδικά σε αυτό το σκούρο γκρι μεταλλικό χρώμα με τα ασημί καπάκια που είχε η μοτοσυκλέτα του τεστ (€60 επιπλέον κόστος), δείχνει μια κατηγορία πάνω σε μέγεθος και κυβισμό από το προηγούμενο μοντέλο.

Μαζί με το δεύτερο δισκόφρενο που έβαλαν στον εμπρός τροχό, εξαφάνισαν εντελώς την μίζερη και φτηνή εικόνα που "έβγαζαν" τα F650/700GS μέχρι σήμερα. Παρκαρισμένη μπροστά στην καφετέρια, η νέα F700GS δείχνει πλέον ότι είναι μια μεγάλου κυβισμού on-off και κάτι τέτοια μετράνε πολύ για τους περισσότερους υποψήφιους αγοραστές αυτής της κατηγορίας μοτοσυκλετών. Όμως αυτή η "φουσκωμένη" εξωτερική εμφάνιση δεν έφερε μαζί της προβλήματα στην ευκολία οδήγησης για τους μικρόσωμους αναβάτες. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι το βασικό νόημα της ύπαρξης αυτού του μοντέλου είναι να προσελκύσει αναβάτες από μικρότερες κατηγορίες, οι οποίοι έχουν εμπειρία μόνο από μικρές και ελαφριές μοτοσυκλέτες. Το πανύψηλο F800GS μπορεί να δυσκολέψει ακόμα και έμπειρους αναβάτες και είναι σχεδόν απαγορευτικό για αναβάτες με σωματικό ύψος κάτω από 1,80μ. Με το F700GS δεν υπάρχουν τέτοια προβλήματα και αναβάτες με ύψος που δεν ξεπερνά το 1,70μ θα μπορέσουν εύκολα να κάνουν οποιονδήποτε χειρισμό ακριβείας, πατώντας γερά τα πόδια τους στο έδαφος και καταβάλλοντας ελάχιστη σωματική δύναμη. Όπως και στο F800GS, έτσι και στο F700GS, η BMW προσφέρει τρεις διαφορετικές σέλες, που χάρη στο διαφορετικό πάχος του αφρώδες υλικού τους, μπορούν να μειώσουν στα 765mm την απόστασή της από το έδαφος ή να την αυξήσουν έως τα 835mm.

Με την στάνταρ σέλα έχει ύψος 820mm που είναι μια χαρά για αναστήματα μεταξύ 1,70μ-1,80μ. Το χαμηλότερο συνολικό ύψος της σε σύγκριση με την F 800 GS, έχει πολύ περισσότερες θετικές πτυχές στην συμπεριφορά της από την ευκολία του να πατάς γερά τα πόδια σου στο έδαφος. Καθώς η F700GS είναι χαμηλότερη λόγω μικρότερων διαδρομών στις αναρτήσεις (170mm εμπρός αντί για 230mm και 170mm πίσω αντί για 215mm) το συνολικό βάρος της μοτοσυκλέτας βρίσκεται πολύ πιο κοντά στους άξονες των τροχών. Το αποτέλεσμα είναι να έχει ελαφρύτερη αίσθηση στους ελιγμούς με χαμηλές ταχύτητες, παρά το γεγονός ότι η BMW λέει ότι είναι 2kg βαρύτερη. Πάντως στη δική μας ζυγαριά το F700GS έδειξε 220kg, ενώ το F80 GS ήταν στα 224,5kg. Όπως κι αν έχει, το F700GS δείχνει πολύ πιο εύκολο στους χειρισμούς και ότι "κάθεται" χαμηλότερα στην άσφαλτο. Η ευελιξία είναι επίσης ανώτερη από του F800GS, καθώς ο μικρότερος εμπρός τροχός (19" αντί 21") μειώνει τον κύκλο στροφής και το μικρότερο μήκος πιρουνιού μειώνει το μεταξόνιο. Κάνοντας σούμα όλα τα παραπάνω στοιχεία και προσθέτοντας στο τέλος ότι η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν είχε χούφτες στο τιμόνι (πέρναγε αέρα από πάνω , κάτω ή ανάμεσα στους καθρέπτες των αυτοκινήτων), μπορείτε εύκολα να καταλάβετε γιατί το F700GS είναι από τις ευκολότερες μοτοσυκλέτες για να διασχίζεις καθημερινά το κέντρο μεγαλουπόλεων.

Αυτή η σέλα είναι η comfort και αξίζει κάθε ευρώ που θα πληρώσετε παραπάνω για να την αποκτήσετε

 

Τα πλεονεκτήματα της νέας F700GS στην καθημερινή οδήγηση σε σύγκριση με την F800GS δεν σταματούν εδώ. Η ρύθμιση των αναρτήσεων είναι σαφώς πιο μαλακή από του F800GS και η άνεση είναι σαφώς ένα σκαλί πάνω. Το συμβατικό πιρούνι των 41mm αντί για το upside-down του 800 είναι πιο ενδοτικό, όχι μόνο ως προς τις αποσβέσεις, αλλά και ως προς την συνολική ακαμψία του. Έτσι, μπορεί να απορροφά μικρές ανωμαλίες και να αποσβένει κραδασμούς ακόμα και όταν η μοτοσυκλέτα είναι πλαγιασμένη. Η αίσθηση της F700GS όταν ρολάρει πάνω στο δρόμο είναι σχεδόν βελούδινη και πιο ποιοτική από του F800GS. Καθώς δεν υπάρχουν ρυθμίσεις για την εμπρός ανάρτηση, η BMW κάνει το ίδιο κόλπο με την Honda, δηλαδή έχει επιλέξει ένα σχετικά μαλακό ζευγάρι ελατηρίων και το έχει συνδυάσει με αργές αποσβέσεις συμπίεσης. Έτσι, το πιρούνι δεν βουτάει απότομα στο φρενάρισμα και στις υψηλές ταχύτητες διατηρεί μια σχετικά στιβαρή αίσθηση. Πίσω η μοτοσυκλέτα του τεστ είχε το νέο προαιρετικό ηλεκτρονικό αμορτισέρ ESA. Όχι δεν κάνει τα ίδια πράγματα με το Dynamic ESA. Εδώ δεν έχουμε ημι-ενεργητική λειτουργία, απλώς μπορούμε με το πάτημα ενός κουμπιού να διαλέξουμε ανάμεσα στις προ-εγκαταστημένες αποσβέσεις για άνεση ή σπορ οδήγηση. Η ρύθμιση της προφόρτισης του ελατηρίου γίνεται χειροκίνητα και είναι υδραυλική. Και εδώ, το εργοστασιακό set-up γέρνει εμφανώς προς την μεριά της άνεσης, όμως η ποιότητα λειτουργίας είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο και συνεργάζεται αρμονικά με την εμπρός ανάρτηση. Συνολικά οι αναρτήσεις του F700GS συμπεριφέρονται στην καθημερινή οδήγηση ακριβώς όπως θα ήθελες να κάνουν.

 

Τρέχει κιόλας!

Το χρήμα πολλοί μίσησαν, το γκάζι κανείς. Στο φετινό μοντέλο η BMW λέει ότι πρόσθεσε 5 ίππους παραπάνω στον κινητήρα του F700GS, ανεβάζοντας την μέγιστη ιπποδύναμη στους 75 ίππους στις 7.300 στροφές. Στο δυναμόμετρο δεν εντοπίσαμε αυτή την αύξηση, όμως το μοντέλο του 2016 έχει περισσότερο νεύρο και επιταχύνει με μεγαλύτερη όρεξη εν κινήσει. Αυτό οφείλεται στο κόντυμα τις τελικής μετάδοσης , που έχει ως αποτέλεσμα όλες οι σχέσεις του κιβωτίου ταχυτήτων να ανεβάζουν περισσότερες στροφές και ο κινητήρας να ανεβάζει γρηγορότερα υπό πλήρες φορτίο. Να πω την αλήθεια, έχοντας οδηγήσει την F800 μόλις λίγες μέρες πριν την F700, δεν υπήρξαν πολλές στιγμές που να φάνηκε η διαφορά των δέκα ίππων που τις χωρίζει. Μια εξήγηση γι' αυτό είναι ότι η διαφορά στην ιπποδύναμη φαίνεται κυρίως στις υψηλές ταχύτητες και το νέο κοντύτερο γρανάζωμα της F700GS την βοηθάει να πλησιάζει πιο γρήγορα την ένδειξη των 200km/h. Όχι μόνο αυτό, αλλά χάρη στους λιγότερους κραδασμούς υψηλής συχνότητας, μπορείς να δουλεύεις τον κινητήρα του F700GS σε υψηλότερες στροφές απ' ότι του F800GS.

Πραγματικά δεν έχουμε βρει κάποια λογική εξήγηση που ο κινητήρας του F700GS έχει πιο βελούδινη λειτουργία από του F800GS. Η BMW δεν λέει κάτι για βαρύτερο στρόφαλο ή για ύπαρξη επιπλέον αντικραδασμικού άξονα και αφήνει να εννοηθεί ότι η μόνη διαφορά είναι στη διαχείριση της τροφοδοσίας. Ό,τι κι αν έχουν κάνει, σημασία έχει ότι το F700GS δεν σου δίνει την εντύπωση ότι υστερεί δραματικά σε επιδόσεις ή ότι αν το φορτώσεις και πας ταξίδι δικάβαλος θα ζοριστείς να προσπερνάς στις ανηφόρες. Ταυτόχρονα είναι πιο ευχάριστο με υψηλές ταχύτητες στους ανοιχτούς δρόμους από το F800GS. Τόσο λόγω λιγότερων κραδασμών και πιο άνετης ανάρτησης, όσο και λόγω της καλύτερης προστασίας από τον αέρα. Παρά την μικροσκοπική ζελατίνα του φαίρινγκ, διώχνει πιο αποτελεσματικά την πίεση του αέρα από το σώμα σε σχέση με το F800GS. Αυτό συμβαίνει διότι κάθεσαι πιο "μέσα" στην μοτοσυκλέτα, ενώ στο F800GS κάθεσαι "πάνω" στην μοτοσυκλέτα. Πάντως για να είμαστε δίκαιοι, η αγορά μιας υψηλότερης ζελατίνας είναι απαραίτητη αν θέλεις κάλυψη αντίστοιχη με εκείνη που προσφέρουν τα V-Strom 650 ή το Transalp 700. Με ένα άτομο στην σέλα, μπορείς πολύ εύκολα να δεις 200km/h στο κοντέρ και να κρατήσεις αυτά τα χιλιόμετρα για αρκετή ώρα. Η BMW λέει ότι η μέγιστη πραγματική ταχύτητα είναι τα 192km/h, όμως η βελόνα του κοντέρ μπορεί να ξεπεράσει τα 200. Πάντως, η ιδανική ταχύτητα πολύωρου ταξιδιού για το F700GS είναι μεταξύ 140-160km/h.

Σε αυτά τα χιλιόμετρα και ανεξαρτήτως βάρους ή πλάγιων ανέμων, το F700GS είναι απόλυτα ευθύβολο και γεμίζει με αίσθημα ηρεμίας και ασφάλειας τον αναβάτη του. Η μόνη διαφορά με το F800GS είναι ότι το μαλακότερο σε ρυθμίσεις και ακαμψία πιρούνι του δεν μεταφέρει στα χέρια σου την σπορ αίσθηση και την ακρίβεια στην πληροφόρηση που έχει το F800GS στις υψηλές ταχύτητες. Η ίδια ακριβώς εικόνα επαναλαμβάνεται στους επαρχιακούς δρόμους. Το συνολικά μαλακότερο F700GS είναι πιο ευέλικτο και πιο εύκολο να το οδηγήσεις σβέλτα στην άσφαλτο. Όταν όμως ανεβάσεις ρυθμό σε "τέρμα-γκάζι/mode" θα σου λείψει η ακρίβεια και η σφιχτή σπορ συμπεριφορά του F800GS που θυμίζει περισσότερο supermoto παρά on-off. Όμως για τα δεδομένα της κατηγορίας του F700GS και έχοντας στο μυαλό για ανταγωνιστές του το V-Strom 650 και το Transalp 700, η "μικρή" BMW στρίβει θαυμάσια. Με το ίδιο στιλ μπορεί να διασχίσει και τους στεγνούς χωματόδρομους στις καλοκαιρινές διακοπές σας. Τα 170mm της διαδρομής των αναρτήσεων εμπρός και πίσω είναι μεν μικρότερα από του F800GS, όμως σε εκδρομικό ρυθμό δεν πρόκειται να τα εξαντλήσετε εύκολα ακόμα κι αν έχετε δεύτερο άτομο στην σέλα. Ίσως η F700GS δεν είναι η μοτοσυκλέτα που σε προκαλεί να βάλεις τρακετρωτά λάστιχα στις ζάντες της και να χαθείς μέσα σε δασικούς δρόμους, όμως δεν είναι κι από εκείνες που θα σου το απαγορεύσουν αν το επιχειρήσεις. Σίγουρα οι χυτές αλουμινένιες ζάντες δεν είναι ιδανικές για να τις κοπανάς σε κροκάλες, όμως από την μεριά της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας πάνω σε σαθρά εδάφη δεν υπάρχουν πολλά πράγματα για να παραπονεθείς. Γενικά είναι λιγότερο απαιτητική από την F800GS όταν γλιστρά (λόγω χαμηλότερου κέντρου βάρους) και περνά πιο ήρεμα πάνω από τις ανωμαλίες όταν οδηγάς με σταθερό ρυθμό (λόγω του μαλακότερου set-up των αναρτήσεων). Μόνο αν αρχίσεις να οδηγείς επιθετικά στο χώμα θα αρχίσεις να αντιλαμβάνεσαι ότι τα είκοσι λίτρα βενζίνης βρίσκονται πίσω σου.

Η νέα σχεδίαση των πλαστικών και αυτό το μεταλλικό γκρι χρώμα (€60 επιπλέον) έχουν δώσει πιο ογκώδη και πολυτελή εικόνα στο F 700 GS

 

Καλύτερο από ποτέ

Η F800GS μας άφησε με την εντύπωση ότι η BMW έκανε μια τελευταία ανανέωση για να κρατήσει την μοτοσυκλέτα της στην επικαιρότητα μέχρι να βγάλει στην παραγωγή την ολοκληρωτικά καινούρια νέα γενιά, που θα έχει να ανταγωνιστεί τα αντίστοιχα δικύλινδρα σε σειρά της ΚΤΜ. Όμως αυτό δεν ισχύει για το F700GS του 2016. Σε αυτό το μοντέλο οι Γερμανοί έκαναν πολύ πιο ουσιαστικές επεμβάσεις και κυρίως αναβαθμίσεις. Από φέτος η F700GS κρατάει όλα τα πλεονεκτήματα φιλικότητας των προηγούμενων μοντέλων και την ίδια ώρα αποκτάει καλύτερες επιδόσεις, περισσότερη ενεργητική ασφάλεια και δείχνει πιο εντυπωσιακή και ακριβή μοτοσυκλέτα, χωρίς να ξεφύγει σε τιμή. Έτσι θα έπρεπε να είναι από την αρχή, αλλά όπως λένε και στο χωριό μου κάλιο αργά, παρά ποτέ. Σημασία έχει ότι τώρα η BMW διαθέτει στην γκάμα της μια προσιτή οικονομικά on-off, που μπορείς να ζεις καθημερινά μαζί της και ταυτόχρονα να σε γεμίζει συναισθηματικά όπως και τα ακριβότερα μοντέλα της γκάμας της.

Λεπτομέρειες όπως η τοποθέτηση της βαλβίδας σε σημείο εύκολα προσβάσιμο, δείχνει ότι αυτή που σχεδίασαν την F700GS είναι μοτοσυκλετιστές και όχι απλά μηχανολόγοι. Επιπλέον η μοτοσυκλέτα του τεστ είχε και αισθητήρα πίεσης που σου έδειχνε στα όργανα πόσο αέρα έχουν τα ελαστικά
 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ BMW F 800 GS
Αντιπρόσωπος:
BMW HELLAS
  
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.280
Ύψος (mm):
1215
Μεταξόνιο (mm):
1.562
Απόσταση από το έδαφος (mm):
 
-
Ύψος σέλας (mm):
820 (835 comfort / 765 low)
Ίχνος (mm):
95
Γωνία κάστερ (˚):
26ο
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
 
710
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
 
520
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
 
930
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
 
630
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
220kg
(χωρίς καύσιμο: 204,7kg)
Πίσω
53,
Εμπρός
47
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
 
+5%
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο χωροδικτύωμα με σωλήνες κυκλικής διατομής
Πλάτος (mm):
880
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
 
186/209
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά 2 EEK και 4 Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
 
82x75,6
Χωρητικότητα (cc):
798
Σχέση συμπίεσης:
12:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
75 / 7.300
Ροπή (kg.m/rpm):
7,8 / 5.300
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
93,75
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός BMS με σώματα 46mm
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Ημίξηρο κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος, μηχανικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
 
Με γρανάζια / -
Τελική μετάδοση / σχέση:
 
Με αλυσίδα / -
 
Σχέσεις
1η
2,462
2α
1,760
3η
1,381
4η
1,174
5η
1,042
6η
0,960
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
 
20.000
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα πρώτα 1.000 και κάθε 10.000
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
 
Τύπου φυσιγγίου / 10.000
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Αλουμινένιο ψαλίδι με ένα αμορτισέρ χωρίς μοχλικό
Διαδρομή (mm):
215
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση, απόσβεση συμπίεσης (Προαιρετικά ESA)
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 3,5 x17''
Ελαστικό:
140/80-17
Πίεση:
2,7bar
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 265mm με δαγκάνα ενός εμβόλου
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό ταχύμετρο και στροφόμετρο, ψηφιακό πολυόργανο με έναν ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, ένδειξη στάθμης καυσίμου, ρολόι, λυχνίες νεκράς / ABS / Traction Control /λαδιού, δυνατότητα επιλογής trip computer με ενδείξεις για εξωτερική θερμοκρασία / μέση κατανάλωση / μέση ωριαία, πίεση ελαστηκών / θερμαινόμενα γκριπ και σέλα
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
 
170/41
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 2,50 x19''
Ελαστικό:
110/80-19
Πίεση:
2,6bar
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 300mm με δαγκάνες δύο εμβόλων της Brembo
 
ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ
 
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
5,2
Ελάχιστη
3,9
Μέγιστη
8
Αυτονομία (km):
386
Αυτονομία ρεζέρβας (km):
76,9
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
16 / 4

Δοκιμή Kawasaki Z900RS: Υπενθυμίζοντας την ιστορία

Αναμνήσεις 50 ετών
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

28/1/2022

Η δοκιμή της έκδοσης RS του Kawasaki Z900, μαζί με ένα “ταξίδι στο παρελθόν” ή αν θέλετε ένα συγκριτικό με την πρώτη Z 900 του 1972 όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 583 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

 

Ο βασιλιάς επέστρεψε

Φτάσαμε η λαγνεία των ρετρό που κυριαρχεί στην εποχή μας να γίνει προϊόν που εκφράζεται απλά μ’ ένα στρογγυλό φανάρι, δύο στρογγυλά όργανα και μία υψηλότερη τιμή. Η Kawasaki όμως αποποιείται την πεπατημένη οδό, ρίχνει χρόνο και μπόλικη σκέψη και μας φέρνει μία σύγχρονη Ζ1, φτιαγμένη με πρωτόγνωρο σεβασμό απέναντι στην πορεία της μοτοσυκλέτας στο χρόνο!

Χρωμιωμένες εξατμίσεις με τριπλό πέρασμα για να παραμείνουν αναλλοίωτες, φτιαγμένες με τρόπο που δεν θα κιτρινίσουν με την χρήση κι ατελείωτες ώρες σε ηχομονωμένο θάλαμο μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη ακουστική συχνότητα… Ποιος νέος αναβάτης στις μέρες μας μπορεί όλα αυτά να τα αντιληφθεί και αμέσως μετά να τα εκτιμήσει; Όταν το μόνο που βλέπει είναι ένας ασημένιος σωλήνας και σκέφτεται πώς να τον αντικαταστήσει; Σχεδιάζοντας μία γυμνή μοτοσυκλέτα πέφτεις γρήγορα σε μία μεγάλη σπαζοκεφαλιά καθώς προσπαθείς να κρύψεις καλώδια και να ομορφύνεις εξαρτήματα που διαφορετικά θα παρέμεναν κρυμμένα. Ο κόπος αυτός μάλιστα πολλαπλασιάζεται όταν πρόκειται για νεορετρό και κλασσικές. Επιπρόσθετα όμως, μόλις αποφασίσεις να φτιάξεις τα πράγματα όπως "τότε", ο πήχης της δυσκολίας ανεβαίνει ακόμα περισσότερο, και ο άθλος της οπτικής απλότητας στην σχεδίαση της μοτοσυκλέτας διογκώνεται σε βαθμό υπερθετικό…

Υπάρχουν επίσης ένα σωρό μοτοσυκλέτες του παρελθόντος που φτιάχτηκαν όπως φτιάχτηκαν, σε μία εποχή που η έννοια των προδιαγραφών και της βιομηχανικής πιστότητας των προϊόντων είχε μικρότερο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων. Είναι αδιανόητο λοιπόν να εξιδανικεύσεις όλες τις μοτοσυκλέτες του παρελθόντος, παρόλο που ο πραγματικός ρετρολάγνος επιμένει ακριβώς σε αυτό. Το ’72 η Kawasaki έβγαλε στην παραγωγή το πρώτο των "Ζήτα", μία μοτοσυκλέτα που εξύψωνε κατασκευαστικά την ποιότητα και ήταν η πρώτη που καθιστούσε προσιτούς τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους. Δεν είναι λοιπόν μία τυχαία μοτοσυκλέτα από το παρελθόν, ούτε μία μοτοσυκλέτα σημαντική μονάχα για την Kawasaki. Πρόκειται για έναν σταθμό στην ιστορία των τετρακύλινδρων, έναν από τους θεμέλιους λίθους της μετέπειτα παγκόσμιας εξάπλωσης των γιαπωνέζων κατασκευαστών. Για αυτό και κάθε προσπάθεια αναπαραγωγής της πρέπει να συμβαίνει με τον αντίστοιχο σεβασμό κι ευτυχώς η Kawasaki πήρε πολύ σοβαρά αυτό το ρόλο, φτιάχνοντας τώρα ένα νέο σημείο αναφοράς: Κάθε νεορετρό μοτοσυκλέτα πρέπει να κατασκευάζεται με την ίδια προσοχή!

Το νέο Z900RS διαφέρει πολύ από το Z900 και όχι μόνο στην εμφάνιση, όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Απεναντίας η ανάγκη της εμφανισιακής αλλαγής έχει παίξει σημαντικό ρόλο και στην συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας, με πρώτο και καλύτερο το νέο πλαίσιο. Σε σύγχρονο τετρακύλινδρο χιλίων κυβικών, η τοποθέτηση ενός ρεζερβουάρ σε σχήμα δάκρυ είναι δύσκολη υπόθεση ώστε να βρεθεί ο απαραίτητος χώρος για την κεφαλή, το φιλτροκούτι, τους αυλούς εισαγωγής και όλα όσα είναι πλέον απαραίτητα και δεν υπήρχαν στους αερόψυκτους κινητήρες πριν από σαράντα χρόνια. Για να είναι το αποτέλεσμα αισθητικά όμορφο, στα στενά όρια που θέτει η μαζική, βιομηχανική παραγωγή, πρέπει να καταναλωθεί μπόλικη φαιά ουσία και πολλές εργατοώρες.

Το πλαίσιο λοιπόν στο Z900RS σχεδιάστηκε από την αρχή, τόσο για να αλλάξει εμπρός ώστε να μαζευτεί στο χείλος του ρεζερβουάρ δίχως να προεξέχει, αλλά και για να προσδώσει διαφορετικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά, πράγμα απαραίτητο για να ξεφύγει από την streetfighter λογική. Επιπρόσθετα η σέλα έπρεπε να γίνει επίπεδη, πράγμα που δεν θέλει ερώτημα, κι έτσι συνολικά το πλαίσιο σχεδιάστηκε από την αρχή. Το ρεζερβουάρ καταλήγει να είναι πιο φαρδύ από αυτό που θα περίμενε κανείς για το σχήμα, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πρόκειται για μοτοσυκλέτα παραγωγής που περνά όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές κι όχι για κάτι που έχει φτιαχτεί με μοναδικό γνώμονα την εμφάνιση. Συγκριτικά με το αερόψυκτο Ζ1 πριν από σαράντα χρόνια, ναι είναι φαρδύτερο και πιο επίπεδο, αλλοιώνοντας λίγο το σχήμα, όμως αυτό συμβαίνει όταν το κοιτάς όρθιος πάνω από την μοτοσυκλέτα. Από όλες τις υπόλοιπες γωνίες, το ρεζερβουάρ παραπέμπει άμεσα στην κατάλληλη εποχή, ιδιαίτερα με την εξαιρετική του βαφή σε κάθε χρωματικό συνδυασμό. Η Kawasaki έχει επιλέξει τρεις, αν και φυσικά το κλασσικό πορτοκαλί, ένα χρώμα με το οποίο έχει συνδέσει -και με αυτό- την ιστορία της και την ιστορία των Ζήτα, αναδεικνύει ακόμα καλύτερα την αυθεντικότητα του Z900RS.

Τετρακύλινδρη μουσική…

Δεν είναι ευρέως γνωστό, πέρα από τους πιστούς αναγνώστες του ΜΟΤΟ, όμως η οικογένεια των "Ζ" στην νεότερη εποχή έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ενίσχυση του ήχου από τον κινητήρα προς τα αυτιά του αναβάτη, ώστε να εμπλουτίζεται η εμπειρία της οδήγησης. Το φιλτροκούτι του Z900RS δεν ξεφεύγει από αυτή την νέα παράδοση, αν και στην περίπτωσή του προστέθηκε και ο σχεδιασμός των εξατμίσεων, που έχουν προσεχθεί και στον τομέα της πιστότητας του ήχου που παράγουν! Το αποτέλεσμα είναι να εισπράττεις έναν πραγματικά γνήσιο τετρακύλινδρο ήχο που στο άνοιγμα του γκαζιού γίνεται ευχάριστα μπάσος και σου δημιουργεί την εντύπωση πως τα κυβικά δεν είναι αυτά που ξέρεις, αλλά αρκετά περισσότερα. Η αιτία γι' αυτό είναι ο βαρύτερος στρόφαλος κατά 12% σε σχέση με του Ζ900, με παράλληλη γενναία μείωση της συμπίεσης και πιο ήπιους εκκεντροφόρους χρονισμού. Το αυξημένο φρένο κινητήρα συγκριτικά με το Ζ900, περιορίζει την επίδρασή του με την μείωση της συμπίεσης και του μικρότερου ορίου στροφών κι έτσι σε έναν επαρχιακό, γεμάτο στροφές δρόμο, οδηγείς σβέλτα ανοιγοκλείνοντας το γκάζι χωρίς πολλές αλλαγές, δίχως να διαταράσσεις περισσότερο την ισορροπία των αναρτήσεων.

Η Kawasaki έχει καταφέρει να αναπαραστήσει αυτό τον τρόπο λειτουργίας απευθείας από το Ζ1, μεταμορφώνοντας πλήρως την streetfighter οπτική που είχε προηγουμένως αυτός ο κινητήρας. Κατεβαίνοντας από την σέλα του Z1 για την σέλα του Z900RS, γίνεται άμεσα αντιληπτό πως μοιράζονται τα ίδια γονίδια, παρά την τεράστια χρονολογική τους απόσταση. Είναι αστείο που το Ζ1 δυσκολευόταν να κρατήσει ρελαντί όσο ήταν κρύο και αντίστοιχα το Ζ900RS έσβηνε εκείνη την ημέρα, σαν να το είχε πιάσει η τάση να αντιγράψει τον πρόγονό του. Το πρώτο "Ζ" είχε όλα τα χρόνια την φήμη μίας αξιόπιστης, πολύ γρήγορης μοτοσυκλέτας που όμως παρουσίαζε αστάθεια στα πολλά χιλιόμετρα απαιτώντας προσοχή. Αντίστοιχα το Z900RS ελαφραίνει τον εμπρός τροχό μόλις ανοίξεις τέρμα το γκάζι και γίνεται πιο νευρικό μετά τα 200km/h. Ωστόσο τώρα τα πράγματα είναι με το μέρος του αναβάτη, αφού μία μικρή αύξηση της προφόρτισης στο πιρούνι και μείωση των αποσβέσεων, με ταυτόχρονη μείωση της προφόρτισης στο αμορτισέρ, αλλάζουν πολύ την συμπεριφορά του RS και την κάνουν πιο προβλέψιμη. Με τις ποιοτικές αναρτήσεις που ρυθμίζονται, η Kawasaki αφήνει στον ιδιοκτήτη την επιλογή για τον τρόπο που θέλει να οδηγήσει, με τις στάνταρ ρυθμίσεις να είναι ιδανικές για έως και γρήγορη βόλτα.

Σε κάθε ρυθμό οδήγησης, βολτάροντας ή κυνηγώντας τις streetfighter όταν βαλθείς να αποδείξεις από πού προέρχεται το RS, η θέση οδήγησης παραμένει εξαιρετική. Το τιμόνι είναι πιο ψηλά τοποθετημένο, αλλά με την στάση του σώματος του αναβάτη να είναι πιο όρθια και τα μαρσπιέ χαμηλότερα, αισθάνεσαι άνετα ακόμα κι όταν σκύβεις μπροστά για να περιορίσεις την αντίσταση του αέρα. Με την αλλαγή της εργονομίας, δεν είναι πλέον δύσκολο να βυθίσεις τα μαρσπιέ στην άσφαλτο όταν η πρόσφυση δεν είναι η καλύτερη που θα μπορούσες να έχεις. Πρώτα γιατί είναι τοποθετημένα λίγο πιο χαμηλά κι έπειτα γιατί το γλίστρημα του εμπρός τροχού δεν έρχεται ποτέ απότομα, δίνοντάς σου μεγάλα περιθώρια αντίδρασης και την δυνατότητα να αισθάνεσαι εμπιστοσύνη ανεξαρτήτως της ποιότητας του δρόμου.

Γνήσιο Ζήτα…

Ιδιαίτερα προοδευτικό το αμορτισέρ, αναλαμβάνει να μην τερματίζει την λειτουργία του είτε με ένα, είτε με δύο άτομα στη σέλα, ενώ μόλις αρχίσεις να χρησιμοποιείς έντονα το εμπρός φρένο, συνολικά η πίσω ανάρτηση αναλαμβάνει με την σειρά της να κρατήσει τον τροχό στο έδαφος. Με αυτή την μικρή διαφοροποίηση στις ρυθμίσεις που περιγράφεται πιο πάνω το Z900RS δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από ένα streetfighter, ενώ κατά περίπτωση μπορεί να είναι ταχύτερο και από το Ζ900, από την στιγμή που έχει κοντύτερη πρώτη σχέση και λίγο μεγαλύτερη ροπή μέχρι τις 7.000 στροφές, ενώ η έκτη είναι λίγο πιο μακριά σε σχέση με το γυμνό αδερφάκι του. Η ακαμψία του πλαισίου είναι δεδομένη, οι αναρτήσεις βυθίζονται προοδευτικά στο δυνατό φρενάρισμα και ο κινητήρας σου χαρίζει για συντροφιά έναν μπάσο ήχο με το δεξί σου χέρι να έχει μπόλικη περίσσεια ροπής. Πρόκειται για μοτοσυκλέτα που σε προκαλεί να κάνεις μία όμορφη βόλτα μαζί της, την ίδια στιγμή που σε βάζει στην πρίζα μόλις ανοίξεις το γκάζι, καθώς ανταποκρίνεται άμεσα ξυπνώντας τις σπορ καταβολές της. Αυτή η μεταμόρφωση είναι χαρακτηριστική του Ζ900RS, κι αποτελεί ένα από τα βασικά προτερήματά του, καθώς συγχωνεύει πλήρως το παλιό και το νέο…

Από τις αγαπημένες λεπτομέρειες, είναι οι ψύκτρες που τοποθετήθηκαν στο μπλοκ των κυλίνδρων του υδρόψυκτου κινητήρα, ανήκοντας σε εκείνη την περίπτωση που τώρα που τις βλέπεις, δεν γίνεται να τον φανταστείς χωρίς αυτές. Το φίλτρο λαδιού δείχνει λίγο παράταιρο, αλλά μονάχα από την αριστερή πλευρά και μονάχα αν πέσει το μάτι σου επάνω του. Αυτό βέβαια δεν είναι δύσκολο, καθώς το Z900RS σε προκαλεί να το περιεργαστείς, πολύ περισσότερο από άλλες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας του, με τον τρόπο που προσεγγίζει την κουλτούρα των ρετρό, έχοντας όμως φτιαχτεί αντίστοιχα και όχι απλά μασκαρευτεί σε παλαιότερη μοτοσυκλέτα. Το μεγάλο του μυστικό είναι πως δεν ντύθηκε σαν το Ζ1, δεν είναι μία streetfighter με μάσκα και βαμμένα μαλλιά, αλλά η Kawasaki το έχει φτιάξει με την ίδια προσοχή και φροντίδα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ήταν τέτοια η επιτυχία των πρώτων ιαπωνικών τετρακύλινδρων σε σειρά κινητήρων, που πολύ σύντομα οι Αμερικάνοι δημιούργησαν ένα γενικευμένο όρο για να περιγράψουν ολόκληρη την κατηγορία που αποτέλεσε το εφαλτήριο για την ιαπωνική εξάπλωση σε όλο τον κόσμο. Οι UJM ("Universal Japanese Motorcycle") κυρίευσαν την Αμερική κι όλο τον κόσμο, όμως η αρχική τους επιτυχία στηρίχθηκε σε πολύ λίγα μοντέλα, όπως το CB750 της Honda και το Kawasaki Ζ1. Παρά τον έντονο ανταγωνισμό με δικύλινδρες ευρωπαϊκές, σε μία εποχή που οι μοτοσυκλέτες δεν πωλούσαν εκατομμύρια, αυτές οι μοτοσυκλέτες ξεχώριζαν ως κατασκευή και τρόπο λειτουργίας. Η τεράστια επιτυχία της Kawasaki με το Z900RS, δεν είναι πως κατάφερε να αλλάξει μία streetfighter ώστε να μοιάσει με το θρυλικό Ζ1, αλλά πως μετέφερε αυτή ακριβώς την λειτουργία στο νέο μοντέλο. Ο ρομαντισμός με τον οποίο σε περιβάλλει όταν την οδηγείς, φτιάχνοντάς σου την ημέρα μόλις ανεβαίνεις στη σέλα της, ήταν ο στόχος και τον έχει πετύχει πλήρως!

---------------

Kawasaki Z1 – Το αστέρι στο δρόμο του θρύλου

Η εμπορική πορεία του πρώτου Ζ, δεν είναι ούτε άγνωστη, ούτε δύσκολο να την φανταστεί κανείς από την στιγμή που το όνομά του μεσουρανεί για περισσότερα από 40 χρόνια τώρα. Αυτό που δεν έχει φωτιστεί ιδιαίτερα, είναι οι συγκυρίες και οι ταραγμένες συνθήκες στις οποίες κατάφερε να δημιουργήσει παγκόσμιο πάταγο.

Την δεκαετία του ’70 η παγκόσμια αγορά της μοτοσυκλέτας είχε πολλές ομοιότητες με την κατάσταση που ζούμε σήμερα στην Ελλάδα: Εκείνοι που αγόραζαν νέες μοτοσυκλέτες ήταν λίγοι και μετακινούνταν όπως τα αποδημητικά πουλιά: Όλοι μαζί! Όταν λοιπόν σημείωνε επιτυχία ένα μοντέλο ήταν καθολική και ολοκληρωτική, με τους υπόλοιπους να απέχουν με διαφορά χιλιάδων μονάδων. Η εμφάνιση, η οδηγική συμπεριφορά, ακόμα και η ποιότητα κατασκευής ερχόντουσαν μάλιστα σε δεύτερη μοίρα, με κυριότερο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό τις επιδόσεις.

Με την εμφάνιση του Honda CB750 το ’68 ως πρωτότυπο με στόχο να ριχθεί στην αρένα των αμερικάνικων αγώνων, η ΑΜΑ θεώρησε πως είχε έρθει η ώρα να βελτιωθεί η ποικιλομορφία στους αγώνες, αλλάζοντας τον κανονισμό για τα κυβικά. Οι ευρωπαϊκές εταιρίες και η H-D που κυριαρχούσαν στους αγώνες, απάντησαν αμέσως με νέα μοντέλα, οι Ιάπωνες ωστόσο χρειαζόντουσαν λίγο χρόνο βελτίωσης. Η Kawasaki είχε ήδη κάνει πάταγο με το δίχρονο, τρικύλινδρο H2, την μοτοσυκλέτα που την αποκαλούσαν "widowmaker" και την θεωρούσαν την ταχύτερη "σκοτώστρα" παραγωγής, αυξάνοντας τις πωλήσεις της, ακριβώς για αυτό το λόγο. Εκεί ήταν που ο τετράχρονος, τετρακύλινδρος εν σειρά την Honda θα έκανε την διαφορά με την γραμμική του συμπεριφορά, πράγμα που κάνει ακόμα πιο εύκολα κατανοητό την απογοήτευση των μηχανικών της Kawasaki, καθώς επί δύο χρόνια εξέλισσαν το δικό τους 750! Αν το έβγαζαν στην παραγωγή, θα ήταν σαν να αντιγράφουν, ενώ στην πράξη ήταν πρώτοι. Πιο σημαντική διαφορά όμως, είναι μία ελάχιστα γνωστή λεπτομέρεια, μία λεπτομέρεια που φανερώνει την τεράστια διαφορά νοοτροπίας παρά την κοινή κατάληξη της σκέψης. Τα στελέχη της Honda και μαζί ο ίδιος ο Soichiro, χρειάστηκε να ταξιδέψουν στις ΗΠΑ και να τους πείσουν οι dealers πως η αγορά χρειαζόταν μία μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα και μάλιστα καθόρισαν τα 750 κυβικά ως ιδανικό όριο. Για την Kawasaki αυτό ήταν ένα λογικό βήμα με κινητήρια δύναμη το πάθος, αντί του άγχους των καλύτερων πωλήσεων. Ωστόσο η Honda τους είχε προλάβει κερδίζοντας τον τίτλο της πρώτης superbike. Λίγο αργότερα η BMW με το R90S θα κέρδιζε τον τίτλο του πρώτου "πραγματικού superbike" με βασικό κριτήριο την εξωτική για την εποχή κατασκευή και την υψηλή τιμή. Ταυτόχρονα όμως, σε αυτό το τόσο ταραχώδες κι αβέβαιο σκηνικό, η Kawasaki θα έβγαζε στην παραγωγή το Z1, την απάντησή της απέναντι σε όλους!

Πατώντας πάνω στο σχέδιο του δικού της 750 που δεν το έβγαλε στην παραγωγή, αυξάνει τον κυβισμό στα 903 κυβικά και δημιουργεί παγκόσμιο πάταγο. Με τίτλο "η ταχύτερη παραγωγής" κλέβοντας τα σκήπτρα από την δική της Η2, το πρώτο Ζ1 έγινε ανάρπαστο από το πρώτο λεπτό που το αντίκρυσε ο κόσμος. Ένα κοινό που μετρούσε πολύ τις επιδόσεις, αλλά είχε επίσης αρχίσει να προσμετρά την ποιότητα κατασκευής και τις νέες μηχανολογικές λύσεις. Μέχρι τότε η MV Agusta ήταν η μόνη μοτοσυκλέτα παραγωγής με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, κοστίζοντας όσο μία μικρή έπαυλη, όμως το Ζ1 της Kawasaki είχε και την μισή τιμή και τους δύο εκκεντροφόρους κερδίζοντας σε ευστροφία τον ανταγωνισμό του! Οι εκτεταμένες δοκιμές των μηχανικών στην προηγούμενη έκδοση των 750 κυβικών που παραλίγο να βγει στην παραγωγή, ήταν η καλύτερη βάση για το Ζ1 που απευθείας κέρδισε σε αξιοπιστία. Την ίδια στιγμή που η Honda είχε αντιμετωπίσει προβλήματα με το 750 δύο χρόνια πριν, όταν το έβγαλε για πρώτη φορά στην παραγωγή.

Ο κινητήρας της Kawasaki ήταν τότε ο πρώτος που δικαιολογούσε τον χαρακτηρισμό που θα γινόταν κλισέ μία δεκαετία αργότερα, καθώς ήταν σκληρός σαν "διαμάντι"!        Όλες οι δοκιμές έδειχναν το ίδιο, πως ο κινητήρας αυτός ήταν πιο αποδοτικός και ταυτόχρονα πιο αξιόπιστος από κάθε άλλον, μονάχα που οδηγικά το Ζ1 ήταν ατίθασο και έπασχε από έλλειψη σταθερότητας στις υψηλές ταχύτητες. Η Kawasaki θέλησε να κάνει κάτι για αυτό, ιδιαίτερα από την στιγμή που είχε ήδη την Η2 στην γκάμα της, μία ατίθαση μοτοσυκλέτα με ένα κάρο παρατσούκλια, κι έτσι ανέθεσε σε Αμερικάνο δημοσιογράφο του ειδικού τύπου να την βελτιώσει οδηγικά. Μέσα στην πάροδο ενός έτους πολλές μοτοσυκλέτες προπαραγωγής ταξίδεψαν στις ΗΠΑ και τα Ζ1 έφτασαν μέχρι και την πόρτα των αγώνων. Ο θρύλος λέει μάλιστα πως τις είχαν μασκαρέψει σαν CB750 για να τα καταφέρουν… Η Ζ1 αν και βελτιωμένη, συνέχισε τελικά να μην είναι η πιο σταθερή και προβλέψιμη μοτοσυκλέτα παραγωγής εκείνη την στιγμή. Ήταν όμως η ταχύτερη, η πιο αξιόπιστη και τεχνολογικά μπροστά από την εποχή της. Έσπασε κάθε πρόγνωση για τις πωλήσεις και εδραίωσε την οικογένεια των "Ζ" σε μία δύσκολη εποχή που ολόκληρες εταιρίες έκλειναν από την αποτυχία ενός και μόνο μοντέλου. Από το ’76 και μετά η Kawasaki το ονόμασε Z900, συνεχίζοντας να διαπρέπει ως μία από τις πιο δυνατές τετρακύλινδρες ιαπωνικές, προετοιμάζοντας το έδαφος για την KZ του Eddie Lawson και έναν νέο κύκλο δόξας…

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

ΤΕΟΜΟΤΟ Α.Ε.

Τιμή:

€9.890

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2.100

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.470

Απόσταση από το έδαφος (mm):

130

Ύψος σέλας (mm):

790

Ίχνος (mm):

98

Γωνία κάστερ (˚):

25

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

700

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

470

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

870

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

450

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

215,5kg (χωρίς καύσιμο: 203,8kg)

Πίσω

48%

Εμπρός

52%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+0,5%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/215

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετρακύλινδρος, υγρόψυκτος σε σειρά με 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

73,4 Χ 56

Χωρητικότητα (cc):

948

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

111/8.500

Ροπή (kg.m/rpm):

10/6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

117

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός 36mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Μονόδρομος με υποβοήθηση

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / 1.627

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/ 2.800

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2.917

2α

2.059

3η

1.650

4η

1.409

5η

1.222

6η

0.967

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,7

11

0-100

3,5

48

0-150

5,8

135

0-200

12

399

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

11,01

199

0-1.000

22

222

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,4

75

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

6,4/40

2,8/46

3,3/55

80-120

2,2/62

2,7/74

3,3/94

120-160

2,3/95

2,9/113

4,20/265

160-200

-

4,2/213

23/824

200-240

-

-

-

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,4

52,3

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

1,8

Πραγματικά

1,7

2,1

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

140

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 Χ 17

Ελαστικό:

180/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 250mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

ταχύμετρο, στροφόμετρο και πλήρες trip-master full LED φώτα εμπρός και πίσω, ρυθμιζόμενο traction control, ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Upside-Down τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

41 / 120

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου / απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 300mm με monoblock radial δαγκάνες 4 εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

95,35 / 7.700

Ροπή (kg.m/rpm):

9.1 / 6.200

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Σκαρφαλώνει απότομα η ροπή και στις 2.800 ρίχνει άλλη μία κλωτσιά που διαρκεί έως τις 4.100! Εξαιρετική δύναμη παντού για τον γραμμικό τετρακύλινδρο με μία ελάχιστη καμπύλη στις 4.500 που υπάρχει μόνο στο διάγραμμα και δεν γίνεται αντιληπτή στο δρόμο! Το ίδιο συμβαίνει και στις 2.800 που η εξαιρετική ευστροφία διώχνει από το χέρι στο γκριοπ κάθε υποψία σκαλοπατιού απόδοσης

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

7,7

Ελάχιστη

5,5

Μέγιστη

10

Αυτονομία (km):

220

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

40

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17/3