Δοκιμάζουμε την Cardo Packtalk Black: Απεριόριστη επικοινωνία και διασύνδεση!

H πρώτη μας επαφή με την ενδοεπικοινωνία της Cardo
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

29/3/2021

Όσο και αν υπάρχουν… "πολέμιοι" της ασύρματης διασύνδεσης και ενδοεπικοινωνίας πάνω στην μοτοσυκλέτα, εμείς θα επιμείνουμε στο ότι τα αντίστοιχα συστήματα αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά και ιδιαίτερα λειτουργικά αξεσουάρ. Με τις νέες τεχνολογίες, μάλιστα, που εξελίσσονται και διευρύνουν τις δυνατότητές τους, έτσι ώστε η επικοινωνία να καλύπτει ένα ακόμη πιο ευρύ φάσμα αναβατών, οι ενδοεπικοινωνίες αρχίζουν να αποκτούν έναν "εκ των ων ουκ άνευ" ρόλο, ειδικά για όσους ταξιδεύουν με παρέα, αλλά και για τις καθημερινές συνθήκες οδήγησης.

Για την δουλειά μας, εκεί που η συνεχής και απρόσκοπτη επικοινωνία είναι ζωτικής σημασίας, τα συστήματα ενδοεπικοινωνιών αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο, αλλά και η φύση της δουλειάς είναι ένα εξαιρετικό πεδίο δοκιμών, όχι μόνο σε πραγματικές, αλλά και στις πιο ακραίες συνθήκες που πρόκειται ποτέ να λειτουργήσουν.

Οι πιο πρόσφατες, λοιπόν, προσθήκες, στον… στόλο των ενδοεπικοινωνιών μας, είναι η νέα Cardo Packtalk Black Special Edition, μαζί με την Cardo Packtalk Bold Duo. Πρόκειται για δύο από τα πιο πρόσφατα μοντέλα της Cardo, με χαρακτηριστικά που υπερκαλύπτουν τα στάνταρ των απαιτήσεων και των δυνατοτήτων που προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία. Πιο συγκεκριμένα, στον κύριο και βασικότερο τομέα που δεν είναι άλλος από τον ήχο, η Cardo συνεργάζεται με την JBL με δύο ακουστικά 45mm υψηλής ποιότητας και πιστότητας. Η δυνατότητα διασύνδεσης με άλλους αναβάτες, ένα από τα "δυνατά χαρτιά" της συγκεκριμένης ενδοεπικοινωνίας της Cardo, προσφέρει την επιλογή για ταυτόχρονο meshing (όπως ονομάζεται η ασύρματη διασύνδεση) μέχρι 15 αναβάτες, ενώ η μπαταρία μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 13 ώρες συνεχούς ομιλίας. Η μέγιστη εμβέλεια που ανακοινώνει το εργοστάσιο για αυτό το είδος διασύνδεσης είναι κοντά στα 1.600 μέτρα σε ιδανικές συνθήκες, ή λίγο πάνω από το χιλιόμετρο σε πραγματικές συνθήκες, μια απόσταση που είναι ιδανική για αναβάτες που ταξιδεύουν σε γκρουπ. Αυτό το είδος επικοινωνίας δεν γίνεται με πρωτόκολλο Bleutooth, αλλά με την μέθοδο DMC (Dynamic Mesh Communication), η οποία δίνει την δυνατότητα δημιουργίας ενός δυναμικού δικτύου, που σε αντίθεση με το Bleutooth προσφέρει την επιλογή σε κάθε μέλος του δικτύου να αποχωρήσει, να κάνει ιδιαίτερες συνομιλίες με άλλα μέλη, ή να προστεθεί στο γκρουπ, χωρίς να επηρεάζει στο ελάχιστο την επικοινωνία μεταξύ των υπόλοιπων μελών. Επιπλέον, μπορεί ο κάθε αναβάτης αν επιθυμεί, να συνδέσει οποιαδήποτε Bluetooth συσκευή  με το δίκτυο επικοινωνίας του DMC, ή να κάνει εναλλαγή του πρωτοκόλλου επικοινωνίας και να χρησιμοποιήσει την Cardo Packtalk όπως οποιαδήποτε άλλη Bluetooth μονάδα.

Η Cardo, αναφέρει επίσης ότι η Packtalk ενδοεπικοινωνία, μπορεί να συνδεθεί με την πλειοψηφία αντίστοιχων συστημάτων από άλλους κατασκευαστές, ένα ακόμη χαρακτηριστικό που διαθέτει ειδικό βάρος, στην επιλογή ενός τέτοιου συστήματος, ενώ η ένταση του ήχου αυξομειώνεται αυτόματα, ανάλογα με τον θόρυβο από το περιβάλλον, επιτρέποντας στον αναβάτη να έχει ένα σταθερό επίπεδο ήχου, είτε ταξιδεύει με naked μοτοσυκλέτα στην εθνική οδό, είτε είναι σταματημένος σε κάποιο φανάρι ενός ήσυχου συνοικιακού δρόμου.

Φυσικά, μέσω της Cardo Packtalk ο αναβάτης μπορεί να διαχειρίζεται τις κλήσεις του, την μουσική από το τηλέφωνό του, να ενημερώνεται από το ενσωματωμένο ραδιόφωνο, και όλα αυτά να τα χειρίζεται μέσω της εξαιρετικά απλής εφαρμογής της Cardo που διατίθεται τόσο για iOS όσο και για Android, αλλά και μέσω φωνητικών εντολών.

Όλες αυτές οι πηγές ήχου, μάλιστα, μέσω ειδικά μελετημένων αλγορίθμων στο πρόγραμμα της Cardo, μπορούν να λειτουργούν παράλληλα και να γίνεται έξυπνη διαχείριση (όπως για παράδειγμα όταν ακούτε μουσική και εκείνη την ώρα δεχθείτε μία κλήση στο κινητό), ενώ ένα εξαιρετικά χρήσιμο χαρακτηριστικό είναι ο διαμοιρασμός της μουσικής ή ακόμη και των κλήσεων με τον συνεπιβάτη ή άλλα μέλη του γκρουπ με τα οποία οδηγείτε παρέα. Η Packtalk μπορεί να φορτίζει και ενώ είναι εν λειτουργία, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν θα σας κρεμάσει ποτέ στο θέμα της επικοινωνίας.

Μέχρι στιγμής, η χρήση του Packtalk που έχουμε κάνει αυτές τις πρώτες μέρες που βρίσκεται στα χέρια μας, παίζει τον ρόλο των… πρώτων συστάσεων. Όπως έχουμε κάνει και στο παρελθόν με αντίστοιχα συστήματα, η ενδοεπικοινωνία της Cardo θα περάσει… δύσκολα στα χέρια μας. Πέρα από την καθημερινή χρήση και φυσικά τον νευραλγικό ρόλο που θα παίζει στις φωτογραφίσεις μας, θα πάρει το βάπτισμα του πυρός στο φετινό MEGA TEST, δοκιμάζοντας την αντοχή της τόσο στις ακραίες συνθήκες, όσο και την αποδοτικότητά της στην διασύνδεση ενός μεγάλου γκρουπ αναβατών. Προς το παρόν, αυτό που έχουμε διαπιστώσει είναι πως σε ό,τι αφορά την τοποθέτηση δεν είναι πιο δύσκολη από τα αντίστοιχα συστήματα του ανταγωνισμού, και δη της Sena που χρησιμοποιούσαμε τα τελευταία δύο χρόνια. Ίσα-ίσα που για το "σφήνωμα" της βάσης στο κράνος δεν χρησιμοποιούνται βίδες σύσφιξης, ενώ το κούμπωμα του καλωδίου του μικροφώνου πάνω της (η Cardo δίνει δύο επιλογές μικροφώνου για full face ή jet κράνος), είναι μεν σταθερό και σφιχτό, αλλά μας δημιουργείται ένα ερώτημα, καθώς θέλει προσοχή για να μην είναι εκτεθειμένο το σημείο της ένωσης στο νερό της βροχής. Παρ' όλα αυτά, σε καταιγίδα που έφαγε για αρκετή ώρα, δεν διαπιστώθηκε κανένα πρόβλημα, ενώ φυσικά και το υπόλοιπο σύνολο είναι πλήρως αδιάβροχο. Τα ακουστικά είναι λίγο πιο ογκώδη από τα αντίστοιχα της Sena, αλλά η ποιότητα του ήχου είναι πραγματικά μοναδική, τόσο στις κλήσεις όσο και στην μουσική. Ακριβώς λόγω του ότι είναι λίγο πιο μεγάλα σε μέγεθος (πάχος 10,1mm), θέλουν προσεκτική τοποθέτηση για να μην τα νιώθεις καθόλου στ' αφτιά σου, ακόμη και σε κράνος που έχει έτοιμες υποδοχές.

Η ποιότητα του μικροφώνου είναι κι αυτή υπεράνω πάσης κριτικής, με τον συνομιλητή να μην καταλαβαίνει καν ότι βρίσκεσαι πάνω σε μοτοσυκλέτα εν κινήσει, που στην προκειμένη περίπτωσή μου, ήταν ένα naked με πάνω από 120km/h στο κοντέρ. Πράγματι ο ήχος προσαρμόζεται ανάλογα με τον εξωτερικό θόρυβο, ενώ η διασύνδεση (με ένα Xiaomi Redmi Note 8 Pro) ήταν απροβλημάτιστη και άμεση. Η μπαταρία, σε ακριβώς ίδια χρήση με την ενδοεπικοινωνία της Sena, έχει λίγο μικρότερη διάρκεια (περίπου στα ¾ της αυτονομίας), αλλά σημαντικά μικρότερος είναι και ο χρόνος για πλήρη φόρτιση.

Πολύ σύντομα θα επανέλθουμε με ακόμη περισσότερες πληροφορίες από την long term χρήση της Cardo Packtalk, με άποψη για την λειτουργία του meshing, αλλά και με την συμβατότητα με μονάδες άλλων κατασκευαστών, και φυσικά είναι αυτονόητο ότι η… διαβολοβδομάδα της στο MEGA TEST θα έχουμε μια πλήρη και ολοκληρωμένη εικόνα.

Dunlop Roadsmart IV: Το δοκιμάζουμε σε όλες τις συνθήκες

Η νέα γενιά Roadsmart εξισώνει τις συνθήκες του δρόμου

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/4/2022

Συνομιλώντας κατά καιρούς με τα στελέχη των μεγαλύτερων κατασκευαστών ελαστικών, έχω καταγράψει ορισμένους κοινούς προβληματισμούς που παραδέχονται όλοι τους πως ισχύουν στον ίδιο βαθμό, κι ένας από αυτούς είναι πως τα ελαστικά που προορίζονται για καθημερινή χρήση δρόμου, έχουν στην πράξη τόσες απαιτήσεις που ο σχεδιασμό και η εξέλιξή καταλήγει δυσκολότερο έργο από την εξέλιξη ενός αγωνιστικού ελαστικού. Διότι το τελευταίο καλείται να κάνει ένα πράγμα, τα ελαστικά αυτής της κατηγορίας πρέπει να είναι σπορ με αξιώσεις, αλλά να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, καλή απόδοση στο βρεγμένο, να ζεσταίνονται γρήγορα αλλά να μην υπερθεμαίνονται εύκολα, να απορροφούν ανωμαλίες του δρόμου χωρίς όμως κινητικότητα πέλματος και να αντέχουν και στο φόρτωμα και τέλος, εκείνο που παραβλέπουν όλοι, να διατηρούν αυτά τα χαρακτηριστικά σε αρκετές διαφορετικές διαστάσεις!

Υψηλόβαθμο στέλεχος της Dunlop στην Ευρώπη εξηγούσε στο ΜΟΤΟ, κατά την παρουσίαση του νέου ελαστικού που έχετε ήδη διαβάσει στο τεύχος 629, πως το Roadsmart IV είναι ο κοινός τόπος επαφής της εταιρείας με εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες, που σημαίνει πως η ανάπτυξή του έχει μεγαλύτερη σημασία από τα αγωνιστικά ελαστικά των Moto2 και Moto3 στα MotoGP που τα τελευταία χρόνια η Dunlop είναι αποκλειστικός προμηθευτής.

Η αναφορά δεν ήταν τυχαία, καθώς το Roadsmart IV επωφελείται από την τεράστια αγωνιστική πορεία της Dunlop με τρόπο πολύ άμεσο και πρακτικό και όχι θεωρητικό. Οι αγώνες αποτελούν τον τόπο της εξέλιξης του είδους, χωρίς αυτούς η εξέλιξη όχι μόνο είναι αργή αλλά μπορεί να οδηγηθεί και σε λάθους δρόμους. Μπορείς να πεις πως όλα τα ελαστικά δρόμου κάθε εταιρείας επωφελούνται από την αγωνιστική της πορεία με βάση την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, όμως εδώ μιλάμε για κάτι τελείως πρακτικό και όχι θεωρητικό: Πρόσφατα το τμήμα αγωνιστικών ελαστικών της Dunlop, αυτό που κατασκευάζει τα ελαστικά της Moto2 και της Moto3, μετακόμισε από το Birmingham της Αγγλίας όπου βρισκόταν επί δεκαετίας, στο βασικό εργοστάσιο της Dunlop στην Γαλλία, εκεί που κατασκευάζονται και τα Roadsmart IV. Η μεταφορά αυτή προίκισε τις γραμμές παραγωγής των ελαστικών δρόμου με ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες εργαλειομηχανές βουλκανισμού και επέτρεψε στην Dunlop να χρησιμοποιήσει ορισμένες τεχνικές κατασκευής που μέχρι στιγμής υπήρχαν μόνο στους αγώνες και στα αγωνιστικά ελαστικά που μπορούσαν να καλύψουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής. Η ενοποίηση αυτή όμως, έδωσε πρόσβαση σε εργαλεία που μέχρι πριν δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η ανάπτυξή τους χωρίς να αυξηθεί και το κόστος, κι έτσι από την απλή μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας που γινόταν μέχρι πριν άμεσα και απρόσκοπτα στην κοινωνία της πληροφορίας που ζούμε, πλέον άνοιξε ο δρόμος και για την φυσική χρήση του εξοπλισμού!

Κι έτσι το Roadsmart IV γίνεται πλέον το πρώτο ελαστικό της κατηγορίας που κάνει χρήση της τεχνολογίας Jointless Tread. Η ονομασία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετείται η γόμα πάνω στον σκελετό. Όπως ακριβώς και με την Jointless Belt τεχνολογία για την κατασκευή του σκελετού που είτε με αυτή την ονομασία είτε με διαφορετική, όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν, αντίστοιχα και με την Jointless Tread η εξωτερική γόμα απλώνεται σε λωρίδες σε μορφή μαστίχης τυλιγμένη πάνω στον σκελετό και γίνεται ένα σώμα κατά την διαδικασία του βουλκανισμού στην νέα εργαλειομηχανή που μέχρι πριν είχαν πρόσβαση μονάχα τα αγωνιστικά ελαστικά. Μέχρι τώρα η γόμα των ελαστικών αυτής της κατηγορίας ήταν ένα φύλλο που τύλιγε τον σκελετό και επικολλιούνταν επάνω του και ο βουλκανισμός, μεταξύ άλλων, εξαφάνιζε και το σημείο της ένωσης.

Η άλλη βασική διαφορά που έχει το νέο ελαστικό με τον προκάτοχό του, είναι στην εξέλιξη της ίδιας της Jointless Belt τεχνολογίας καθώς τώρα το νήμα που αποτελεί τον σκελετό είναι ένα και ενιαίο, εφαρμόζεται απευθείας στο εσωτερικό πέλμα και περιμένει την γόμα σε μορφή μαστίχης για να επικολληθεί. Μέχρι τώρα η κατασκευή του σκελετού ξεκινούσε φτιάχνοντας μία πλακέ ζώνη από τρεις χορδές που εμποτίζονταν στο ίδιο μίγμα της γόμας, κι έπειτα αυτή η ζώνη τυλιγόταν πάνω στο εσωτερικό πέλμα με την Jointless Belt τεχνολογία. Ο εμποτισμός σε γόμα και η δημιουργία ζώνης ήταν ο μόνος τρόπος συγκόλλησης όλων των διαφορετικών στρωμάτων πριν ξεκινήσει ο βουλκανισμός. Τώρα μπορεί και αυτή η διαδικασία να αλλάξει κι έτσι ένα ενιαίο νήμα, χωρίς κάποιον εμποτισμό, τυλίγεται πάνω στο εσωτερικό πλέγμα και απευθείας εφαρμόζεται το μίγμα της γόμας με Jointless Tread τρόπο. Το βασικό κέρδος αυτής της αλλαγής είναι το μικρότερο βάρος του ελαστικού και η καλύτερη απαγωγή θερμότητας, καθώς ο σκελετός παίζει τον μεγαλύτερη ρόλο στην διατήρηση θερμότητας του ελαστικού και πλέον είναι σε αμεσότερη επαφή με το εσωτερικό πλέγμα και την εξωτερική γόμα.

Φυσικά, η κυριότερη αλλαγή που αντιλαμβάνεται κανείς κοιτώντας το ελαστικό δεν είναι τίποτα από τα παραπάνω, αλλά η νέα χάραξη. Στο προηγούμενο μοντέλο που θα εξακολουθήσει για πολύ καιρό να παράγεται αλλά σε νέα τιμή αποτελώντας μία πιο προσιτή λύση, η Dunlop είχε εφαρμόσει μία τεχνική σχεδιασμού που την αποκαλεί «νησίδες» καθώς τα αυλάκια είναι χωρισμένα σε ομάδες που καλύπτουν το ελαστικό αφήνοντας κενά αχάρακτης γόμας ανάμεσά τους. Αφήνει πίσω της την τεχνική των ομάδων αυλακιών, των «νησίδων» και φτιάχνει τώρα μία νέα χάραξη παρόλο που ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε αποτελεσματικός στο Roadsmart III. Βάζοντας όμως στόχο να αναβαθμίσει την απόδοση στο βρεγμένο και ταυτόχρονα την σπορ συμπεριφορά, χρειάστηκε κάτι νέο καθώς αποδείχτηκε πως οι νησίδες προσέδιδαν κινητικότητα πέλματος σε ακραία σπορ, ρυθμό οδήγησης. Παράλληλα τα νέα αυλάκια βελτιώνουν την διάρκεια ζωής, κάτι που αυτή την στιγμή αποτελεί δήλωση της Dunlop χωρίς να επαληθεύεται από εμάς, από την στιγμή που δεν έχουμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Roadsmart IV.

Εκείνο που με βεβαιότητα επαληθεύτηκε, ήταν τα δυναμικά χαρακτηριστικά του σε μία αρχική διαδρομή τριακοσίων χιλιομέτρων χωρίς στάσεις, πριν μπούμε μαζί τους στην ιδιωτική πίστα δοκιμών της Dunlop. Εκτός από μία κανονική πίστα με έντονες υψομετρικές διακυμάνσεις στην μορφολογία της, η Goodyear, στην ομπρέλα της οποίας είναι και η Dunlop, διαθέτει και μία σειρά εξεζητημένων πεδίων δοκιμών για δοκιμές στο βρεγμένο και για δοκιμές ελιγμών και ευελιξίας. Η πίστα εξομοίωσης βροχής γεμίζει νερό και μάλιστα δημιουργεί και αυλάκια με περισσότερη ροή ώστε να έρχεται πολύ κοντά σε συνθήκες καταιγίδας σε δημόσιο δρόμο και την περνάς μονάχα με αδιάβροχα καθώς είναι σαν να βρέχει εκεί μέρα από τους πίδακες που δημιουργούν τα ελαστικά, τόσο πολύ νερό που υπάρχει στην επιφάνειά της.

Είναι ένας εξεζητημένος μηχανισμός που διακινεί τεράστιες ποσότητες νερού αλλά σε απόλυτο σεβασμό του περιβάλλοντος. Η πίστα είναι κατασκευασμένη σε πλαγιά και δεν χρησιμοποιεί μπεκ για την κατάβρεξή της αλλά διατρέχεται από την αριστερή της μεριά από υπόγειο αυλάκι που στην ουσία είναι η υπερχείλιση διαφορετικών, συγκοινωνούντων δεξαμενών. Το νερό που ξεχειλίζει και διατρέχει την πίστα, συλλέγεται από υπόγεια υδρορροή που διατρέχει την πίστα από την δεξιά της μεριά κι αφότου φιλτραριστεί, επαναπροωθείται στις δεξαμενές. Το αποτέλεσμα είναι μία πίστα που μόνιμα την διατρέχει το νερό με ακανόνιστα σημεία όπου έχει περισσότερη ή λιγότερη ροή, ανάλογα με την υπερχείλιση. Είναι ένα εξαιρετικό πεδίο δοκιμών για να δεις την απόδοση σε βρεγμένο οδόστρωμα σε συνθήκες που μόνιμα προσομοιάζουν μία καταρρακτώδη βροχή.

Η αρχή βέβαια της ημέρας έγινε κυνηγώντας τον Peter Hickman μαζί με έναν Αυστριακό και δύο Γερμανούς συναδέλφους, σχηματίζοντας ένα ξεχωριστό γκρουπ πέντε αναβατών και δύο πλοηγών που πήραν οδηγίες από το μεγάλο αφεντικό της Dunlop για ακραία σπορ οδήγηση όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν, «και μην τολμήσουν να πουν πως βαρέθηκαν». Το αποτέλεσμα ήταν να κάνει λόγο ο Peter Hickman, συνέντευξη του οποίου θα διαβάσετε σύντομα στο ΜΟΤΟ, για οδήγηση που ξεφεύγει από τα δικά του πρότυπα για ελαστικά δρόμου και αγνώστους συνοδοιπόρους, κι ας μην πλησιάσαμε ούτε στο ελάχιστο μία ημέρα του στο Isle of Man. Ήταν όμως η πλέον γρήγορη οδήγηση που επέτρεπε ο δρόμος και οι συνθήκες, με στάσεις μονάχα για να αλλάξουμε μοτοσυκλέτες, δοκιμάζοντας τα νέα ελαστικά από Suzuki GSX-S 1000GT, μέχρι Honda NT1000!

Η καλή η ημέρα φάνηκε από την πρώτη κιόλας στροφή, όταν ο πλοηγός χρειάστηκε να βγάλει το πόδι από τα μαρσπιέ του Versys 1000 που είχαν διπλώσει ξύνοντας την άσφαλτο με όλο τους πλέον το μήκος και όχι μονάχα τον αποστάστη. Βασικό μέλημα της Dunlop είναι να σχεδιάζει τα ελαστικά έτσι ώστε το πίσω να χάνει πρώτο την πρόσφυση, δίνοντάς σου χρόνο αντίδρασης. Πρόκειται για μία φιλοσοφία σχεδιασμού που ξεκινά από την γεωμετρία του ελαστικού αλλά δεν περιορίζεται μόνο εκεί και φυσικά ο λόγος είναι για σταθερή πρόσφυση του δρόμου και όχι για τις στιγμές που το εμπρός ελαστικό θα περάσει πρώτο από σημείο μειωμένης πρόσφυσης. Οπότε όταν πατήσεις χαλίκια ή βρεγμένο κομμάτι του δρόμου χάνοντας στιγμιαία πρόσφυση εμπρός, βασίζεσαι να σε ακολουθήσει το ελαστικό στην γρήγορη αντίδραση και να ανακτήσει άμεσα όπως φυσικά και υπήρξε τέτοια περίπτωση και μάλιστα σε ένα από τα ταχύτερα κομμάτια της διαδρομής, εκεί όπου συμβαίνουν αυτές οι περιπτώσεις.

Κρατώντας βαθιά τα φρένα μέσα στις στροφές για να διατηρηθεί ο υψηλός ρυθμός οδήγησης που επιβάλλει ο πλοηγός και με τον Peter Hickman να ακολουθεί, δίχως να αφήνει περιθώριο, η εμπιστοσύνη στο Roadsmart IV χτίζεται πολύ γρήγορα κι ανεβαίνει πολλούς ορόφους. Το ελαστικό διατηρεί την κατευθυντικότητά του και τα περιθώριά του βρίσκονται πολύ ψηλά, όπως διαπιστώσαμε αμέσως μετά στην πίστα αυτή την φορά με πλοηγό τώρα τον Hickman. Δίχως πλέον περιορισμούς και στην ασφάλεια που προσφέρει η ιδιαίτερη και άκρως τεχνική ιδιωτική πίστα της Goodyear-Dunlop και κρατώντας τις ίδιες street μοτοσυκλέτες, το Roadsmart IV μας αποκαλύπτεται πλήρως. Υψηλός βαθμός κλίσης που έρχεται αβίαστα και δεν προκύπτει από υπερ-προσπάθεια, ακριβώς το αντίθετο. Εμπιστοσύνη στο εμπρός ελαστικό που έχει ομοιογένεια στην συμπεριφορά του σε όλες τις μοίρες που συναντά την άσφαλτο και ταχύτητα προσαρμογής στις αλλαγές κλίσης σε ρυθμό που ξεφεύγει από την σπορ οδήγηση στον δρόμο, είναι το συμπέρασμα μετά από αρκετούς γύρους στην πίστα, φανερώνοντας τα υψηλά όρια που έχει το Roadsmart IV.

Στην πίστα – λίμνη, ο στόχος της Dunlop ήταν να βελτιώσει την απόδοση μεταξύ 7ο και 30ο κλίσης που θεωρεί πως είναι το μέσο εύρος κλίσης των αναβατών σε βρεγμένους δημόσιους δρόμους. Βασικό σημείο αναφοράς όμως για τους περισσότερους όταν οδηγούν σε καταρρακτώδη βροχή είναι οι 20ο κλίσης, κι εκεί το ελαστικό έχει 46 τετραγωνικά εκατοστά επαφής με την άσφαλτο, δηλαδή τρία περισσότερα από το Roadsmart III. Την έκδοση αυτή είχαμε δοκιμάσει στην ίδια ακριβώς πίστα έναντι όμως του ανταγωνισμού που βγήκε τότε καλύτερο ελαστικό και τώρα το δοκιμάζαμε έναντι της νέας του έκδοσης. Βέβαια και ο ανταγωνισμός έχει βελτιωθεί από τότε και μάλιστα αρκετά, είναι όμως χαρακτηριστικό πως το Roadsmart IV είχε βελτιωθεί αρκετά έναντι του III που τα οδηγούσαμε εναλλάξ σε ίδιο μοντέλο μοτοσυκλέτας. Να σημειωθεί πως στο παραπάνω εμβαδό ελαστικού αντιστοιχεί ποσοστό αυλακώσεων που αγγίζει το 12,6% έναντι 10,3% στο προηγούμενο μοντέλο που δεν είναι μικρή διαφορά. Ακόμη περισσότερα για το βρεγμένο αλλά και για τα δυναμικά χαρακτηριστικά του Roadsmart IV, διαβάζετε στο τεύχος #629 του ΜΟΤΟ.

Με διάφορες εκδόσεις για να προσαρμόζεται το ελαστικό σε βαρύτερες και πιο τουριστικές μοτοσυκλέτες, καθώς και πλήθος διαστάσεων το Roadsmart IV είναι ένα από τα πιο σημαντικά ελαστικά στην τεράστια γκάμα της Dunlop γιατί την φέρνει κοντά σε εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες. Ενώ οι sport-touring μοτοσυκλέτες έχουν πρακτικά εξαφανιστεί, τα sport-touring ελαστικά μονοπωλούν εδώ και χρόνια τις πωλήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρώπη και χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση από μεγάλο εύρος των street μοτοσυκλετών. Για αυτό ακριβώς τον λόγο, η Dunlop επένδυσε αρκετά στην εξέλιξή του και του έδωσε δυναμικά στοιχεία για να είναι σύντροφος όλες τις ώρες, σε όλες τις καιρικές συνθήκες αλλά και σε κάθε ρυθμό οδήγησης.