ΔΟΚΙΜΗ: Ducati Scrambler Icon (2015-2018)

Το Scrambler της έριδος
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

20/9/2018

 

Το 2015 η Ducati μπήκε στο χορό των neoretro, δημιουργώντας μια ολόκληρη σειρά μοντέλων υπό την ονομασία Scrambler. Μάλιστα για να τονίσει ακόμα περισσότερο πόσο σοβαρά αντιμετωπίζει αυτή την κατηγορία, παρουσίασε τα Scrambler ως ξεχωριστή μάρκα σε σχέση με την Ducati. Εμείς οδηγήσαμε πρώτα την έκδοση Scrambler κι αυτές είναι οι εντυπώσεις που μας είχε αφήσει τότε:  

Ελάχιστες είναι οι φορές που μια μοτοσυκλέτα διχάζει τόσο πολύ το κοινό. Στην προκειμένη περίπτωση του Ducati Scrambler έχουμε το εξής πεδίο διαφωνίας: πρόκειται για ένα  fashion icon ή για μια πραγματική μοτοσυκλετιστική αξία; Μην προσπαθήσετε να δώσετε την απάντηση με τη λογική του άσπρου-μαύρου. Εδώ το γκρι έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία κι από τις πενήντα αποχρώσεις του μαζί

Από τη μια μεριά, μέσα σε μια εβδομάδα ήταν δύσκολο να συντελεστεί στιλιστική μεταμόρφωση. Τα γένια δεν θα προλάβαιναν να μεγαλώσουν τόσο πολύ και η παρουσία φράντζας στη δική μου περίπτωση είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η γκαρνταρόμπα μου θα έχριζε ριζικής ανανέωσης και τα χίπστερ-στέκια μου είναι δυστυχώς άγνωστα.

Από την άλλη, γιατί θα έπρεπε κάποιος να ακολουθήσει της επιταγές του τμήματος μάρκετινγκ της Ducati για να οδηγήσει το Scrambler; Επειδή μια παρέα πέντε ατόμων συνέδεσε τη χίπστερ τάση με την αναβίωση του ιστορικού ονόματος στα διαφημιστικά φυλλάδια και στα βίντεο που συνοδεύουν την προώθηση του μοντέλου, θα πρέπει να ανήκει σ' αυτή την "κουλτούρα" για να το ευχαριστηθεί; Μήπως το Scrambler τείνει να γίνει δημοφιλές για τους λάθος λόγους κι όχι γι' αυτό που πραγματικά είναι; Και εν τέλει, τι είναι αυτό που ουσιαστικά μετράει σε μια τέτοια μοτοσυκλέτα; Το στιλ ή αυτό που προσφέρει; Αρνούμενος να φτιάξω ρεβέρ στα τζιν μου, να γεμίσω την ντουλάπα μου με καρό πουκάμισα και να μείνω αξύριστος, αποφάσισα να εξερευνήσω την δεύτερη πτυχή του προβληματισμού αναζητώντας την αλήθεια μέσα στις αερόψυκτες πιστονιές του δικύλινδρου "L", αντί στην δημιουργία ενός κατάλληλου image.

Φτιαγμένο να αρέσει

Το Scrambler είναι ένα ιστορικό όνομα για την Ducati, αντιπροσωπεύοντας μια ολόκληρη οικογένεια μοτοσυκλετών της δεκαετίας του '60 και το '70, φτιαγμένες κατόπιν ειδικής απαίτησης του τότε Αμερικανού dealer της φίρμας, προκειμένου να αντιμετωπίσει την επέλαση των αντίστοιχων βρετανικών χωματερών μοτοσυκλετών στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Σήμερα, η σχέση του σύγχρονου Scrambler με αυτήν την παράδοση είναι μόνο… το όνομα. Τώρα, έχουμε να κάνουμε με μια entry level μοτοσυκλέτα που με το άλλοθι της κληρονομιάς φιλοδοξεί να μεταφέρει μια "μυρωδιά" από Ducati στους αμύητους. Τυλιγμένο σε ένα νέο-ρετρο-χίπστερ περιτύλιγμα, προσφέρει τις βασικές αξίες που πρεσβεύει η ιταλική εταιρεία, ποντάροντας από τη μια μεριά στην απλότητα της κατασκευής και από την άλλη στην οικογενειακή ταυτότητα που φιλοδοξεί να δημιουργήσει η σειρά των Scrambler με όλη την προίκα που τη συνοδεύει.

Ο σχεδιασμός της μοτοσυκλέτας δανείζεται μεν στοιχεία από το παρελθόν, που πιο πολύ έχουν να κάνουν με την λιτότητα του εξοπλισμού, αλλά από την άλλη διαθέτει και τη σύγχρονη θεώρηση για το τι σημαίνει απλό και λιτό. Το Icon, που είναι η πιο βασική από τις τέσσερις εκδόσεις, διαθέτει και τις λιγότερες επεμβάσεις από το εργοστάσιο προσφέροντας μια αρκετά ικανοποιητική βάση για customizing. Οι χυτές αλουμινένιες ζάντες δεν είναι ίσως από τα στοιχεία που κρατούν δεσμούς με την παράδοση, ούτε και το ψαλίδι-μπανάνα που θυμίζει περισσότερο τα αντίστοιχα των Kawasaki ER-6. Το όμορφο και απλό σε σχεδιασμό ρεζερβουάρ είναι αυτό που ουσιαστικά διαμορφώνει και όλη τη μορφή του Scrambler, καθώς με την αντικατάσταση των δύο μεταλλικών καπακιών που έχει εκατέρωθεν (η Ducati προσφέρει πολλές επιλογές στο συγκεκριμένο θέμα) δίνει και διαφορετικό στιλ. Το πλαίσιο δεν είναι το κλασικό χωροδικτύωμα που γνωρίζουμε, αλλά μια πιο βασική έκφανση της συγκεκριμένης μεθόδου που χρησιμοποιεί τον αερόψυκτο V-2 ως ενεργό μέλος του. Το υπόλοιπο σύνολο ολοκληρώνεται από ένα μικροσκοπικό φτερό εμπρός, το τιμόνι, τη σέλα, την επίσης μικροσκοπική ουρά και τις αναρτήσεις. Διαθέτει δηλαδή τα απολύτως απαραίτητα δομικά στοιχεία που χρειάζεται για να χαρακτηρισθεί ως μοτοσυκλέτα. Δεν υπάρχει τίποτε περιττό επάνω του, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις –όπως αυτή του ψηφιακού οργάνου- μάλλον οι σχεδιαστές του Scrambler το έχουν παρακάνει. Μάλιστα, το συγκεκριμένο όργανο αποτελεί και μια από τις λίγες παραφωνίες, καθώς η επιλογή για μόνο ψηφιακές ενδείξεις (που οι μισές δεν είναι και ευανάγνωστες) καταγράφεται ως φάουλ, ενώ από την άλλη, o στρογγυλός προβολέας με τα led φώτα θέσης περιμετρικά δίνει έναν πόντο στην σχεδιαστική ομάδα του Scrambler.

Οι μικρές συνολικές διαστάσεις της μοτοσυκλέτας, συνηγορούν κι αυτές –όσο και αν ακούγεται παράξενο- στο να γυρίσουν τα βλέμματα πάνω της. Ήταν από τις λίγες φορές με μοτοσυκλέτα δοκιμής, που σχεδόν σε κάθε φανάρι σταματούσε κάποιος δίπλα μου να με ρωτήσει γι' αυτήν. Το Scrambler εντυπωσιάζει χωρίς να είναι εντυπωσιακό! Εμφανισιακά ξεχωρίζει γι' αυτήν ακριβώς τη απέριττη εμφάνιση που διαθέτει και ο ήχος που απελευθερώνει το κοντό τελικό που βγαίνει κάτω από τον κινητήρα στη δεξιά μεριά –άλλη μια σχεδιαστική γέφυρα… γκρεμισμένη με το παρελθόν- βοηθά στο να γυρίσουν και όσα κεφάλια αντιστέκονταν στην εικόνα του.

Μπρος στα κάλλη…

Το ποια θα είναι η αρχική εντύπωση που αποκομίζει κάποιος με το που θα βρεθεί πάνω στη σέλα του Scrambler, εξαρτάται και από το εμπειρικό υπόβαθρο που διαθέτει. Για παράδειγμα, οι μη έχοντες σημείο αναφοράς, οι αναβάτες δηλαδή της κατηγορίας "entry level-αρχάριος", θα σταθούν στην ευκολία με την οποία πατούν τα δύο πόδια σταθερά στο έδαφος και το μικρό βάρος που αντιλαμβάνεσαι αμέσως μόλις κλείσει το πλαϊνό σταντ. Οι πιο έμπειροι από την άλλη, θα ξεκινήσουν την κριτική με το πολύ ψηλό τιμόνι που ανεβάζει τους αγκώνες… στ' αυτιά. Η αλήθεια είναι ότι το χαμηλό ύψος σέλας και το φαρδύ και πολύ ψηλό τιμόνι, αρχικά ξενίζουν. Η επιλογή του χαμηλότερου τιμονιού της έκδοσης "Full Throttle" είναι σαφώς πιο ορθολογιστική και είναι απορίας άξιο γιατί δεν προτιμήθηκε σε όλες τις εκδόσεις του Scrambler.

Το μεγαλύτερο ύψος δεν συνεπάγεται και καλύτερο μοχλό, ούτε νομίζω ότι θα διευκολύνει περισσότερο όλους αυτούς που ονειρεύονται να το οδηγούν όρθιοι ντριφτάροντας στους χωματόδρομους. Ακόμη κι αν ήμασταν διατεθειμένοι να παραβλέψουμε σχεδιαστικά ατοπήματα για χάρη του στιλ, η αλήθεια είναι ότι και στιλιστικά το χαμηλότερο τιμόνι θα ήταν προτιμότερο. Σε ό,τι αφορά την υπόλοιπη διαμόρφωση της θέσης οδήγησης, τα μαρσπιέ τοποθετούν τα πόδια ψηλά και σχετικά πίσω, η σέλα σε βάζει "μέσα" στην μοτοσυκλέτα και το στενό ρεζερβουάρ επιτρέπει στα γόνατα να "εγκλωβίσουν" το Scrambler. Το αποτέλεσμα είναι ότι το δικύλινδρο της Ducati εκτελεί άμεσα τις εντολές του αναβάτη του και η παραμικρή μετατόπιση του βάρους του σημαίνει ταυτόχρονη αλλαγή της κατεύθυνσης. Το φαρδύ τιμόνι προσφέρει πολύ καλό έλεγχο, και μέσα στην κίνηση το Scrambler ελίσσεται με απίστευτη ευκολία και χάρη, ενώ και το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού βοηθά τα μάλα στο ασφυκτικό περιβάλλον της πόλης.

Ο μπροστινός τροχός των 18'' σε συνδυασμό με το ελαστικό της Pirelli MT60RS (έστω και αν κατασκευάζεται στην Κίνα), εμπνέει σιγουριά και αφήνει αρκετά περιθώρια ασφαλείας σε γλιστερούς δρόμους και σαμαράκια που ξεφυτρώνουν στην μέση του πουθενά, με τα γλιστρήματα να αποτελούν άγνωστη έννοια για το Icon. Το θέμα όμως δημιουργείται όταν κληθεί να επέμβει και η μπροστινή ανάρτηση. Η λειτουργία του πιρουνιού των 41mm είναι λάθος, καθώς οι αποσβέσεις δεν λειτουργούν σωστά, με αποτέλεσμα να είναι μεν αρκετά σκληρό σε αίσθηση, αλλά από την άλλη να βυθίζεται χωρίς προοδευτικότητα –και χωρίς, πάντως, να τερματίζει- επηρεάζοντας την ισορροπία της μοτοσυκλέτας και αφαιρώντας πόντους από την άνεση. Είναι από τις πιο εμφανείς προσπάθειες να διατηρηθεί το κόστος χαμηλά, γεγονός που έχει αντίκτυπο και στην συμπεριφορά του. Όσο δεν υπάρχει κάτι που θα απαιτήσει το φιλτράρισμα του πιρουνιού, όλα βαίνουν καλώς και υποδειγματικά. Μόλις όμως παρουσιαστεί η ανάγκη για την συνδρομή του μπροστινού, τα πράγματα γίνονται δύσκολα…

Αντίστοιχα και το αμορτισέρ πίσω, το οποίο δεν συνδυάζεται με μοχλικό αλλά εδράζεται απευθείας στο ψαλίδι, δεν καταφέρνει να σώσει την κατάσταση αν και οι αποσβέσεις του είναι λίγο πιο σφιχτές σε σχέση με του μπροστινού. Η προοδευτικότητα είναι κι εδώ λέξη άγνωστη και η άνεση πάει περίπατο. Δυστυχώς σε αυτό δεν βοηθά και η μαλακή σέλα με το λίγο αφρώδες, καθώς μετά από μισή ώρα οδήγησης αισθάνεσαι ότι τα μαλακά σου μόρια έχουν πάρει το σχήμα του υποπλαισίου.

Ζωηρή… ηρεμία

Το "καλό χαρτί" όμως του Scrambler, είναι ο αερόψυκτος V-2 90° που έχει θητεύσει σε αρκετά μοντέλα της Ducati, με πιο πρόσφατα τα Monster 796 και Hypermotard 796 και πλέον αποτελεί τον "τελευταίο των Μοϊκανών" σε ό,τι αφορά τους αερόψυκτους κινητήρες για το ιταλικό εργοστάσιο. Βέβαια, ο συγκεκριμένος κινητήρας έχει δεχθεί σημαντικές αλλαγές προκειμένου να ταιριάξει με τον χαρακτήρα του Scrambler, όπως το διαφορετικό προφίλ εκκεντροφόρων και ένα σώμα ψεκασμού διαμέτρου 50mm, αντί για τα δύο των 45mm που είχαν τα Monster και Hypermotard. Ο λόγος είναι προφανής: η πιο ήπια απόδοση και η πιο φιλική προσωπικότητα, ιδιαίτερα για τους λιγότερο έμπειρους αναβάτες. Αυτό μεταφράζεται σε 12 άλογα που απέδρασαν από τον "στάβλο" και ένα χιλιογραμμόμετρο ροπής που χάθηκε στην πορεία, αλλά σε αντιστάθμισμα έχουμε πιο γραμμική απόδοση και προοδευτική παροχή της δύναμης. Χαμηλά το σκορτσάρισμα απουσιάζει, αλλά από την άλλη δεν πρόκειται για έναν κινητήρα με αγχολυτικές πιστονιές για ράθυμα cruising στην παραλιακή. Οι ήρεμες βόλτες θέλουν έναν πιο σβέλτο ρυθμό και ο κινητήρας θέλει στροφές για να ξεδιπλώσει τις αρετές του. Στις μεσαίες και ψηλές στροφές η ροπή είναι ικανή να καταργήσει τις συχνές αλλαγές των ταχυτήτων, οι οποίες γίνονται θετικότατα χάρη στην πολύ καλή λειτουργία του κιβωτίου, αφού από τις 2.200 στροφές και πάνω υπάρχει περισσότερο από το 70% της ροπής διαθέσιμο, και το Scrambler αποκτά μια ροή που βοηθά και τις αναρτήσεις να λειτουργούν πιο ανθρώπινα. Το θετικό με το Scrambler είναι ότι αυτή την ροή, δεν χρειάζεται πολύ και ανοιχτό χώρο για να την εκμεταλλευτεί. Είτε είναι σε κάποιο στενό στροφιλίκι είτε η κίνηση μέσα στην πόλη το επιτρέπει, το δικύλινδρο της Ducati έχει τον συνδυασμό του σωστού ζυγίσματος και των γεμάτων μεσαίων στροφών –με την βοήθεια και των εξαιρετικών ελαστικών- για να προσφέρει απολαυστική οδήγηση… τουλάχιστον μέχρι να διαμαρτυρηθούν τα μαλακά μόρια.

Όταν όμως δεν υπάρχουν αυτές οι συνθήκες, τότε βρίσκουν πρόσφορο έδαφος άλλες παράμετροι που βγαίνουν στην επιφάνεια και μπορεί να προβληματίσουν τον αναβάτη. Κατ' αρχήν, η απότομη λειτουργία του συμπλέκτη στις εκκινήσεις, δεν είναι αυτό ακριβώς που θα έψαχνε ένας λιγότερο έμπειρος αναβάτης, ενώ η θέση του λεβιέ του φρένου που αναγκάζει το δεξί πόδι σε μια περίεργη στάση-διάστρεμμα για να τον πατήσει σε συνδυασμό με την αρκετή θερμότητα που βγάζει ο κινητήρας, κάνουν επιτακτική την προστασία του αστραγάλου με μποτάκι, ακόμη και το καλοκαίρι. Το σημαντικότερο όμως είναι η σχετικά υψηλή κατανάλωση, καθώς η μέση τιμή της φτάνει τα 6,9 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα, ενώ αν σας "γαργαλάει" ο δεξιός καρπός, τα 7,3lt/100km τα έχετε στο τσεπάκι. Αυτό είναι ένα θέμα που στις επερχόμενες τυχόν αλλαγές για να καλυφθούν οι προδιαγραφές Euro4 (τώρα καλύπτει τις Euro3, αλλά στο μέλλον ίσως θα πρέπει να περάσει στην υγρόψυξη), οι μηχανολόγοι της Ducati θα πρέπει να το κοιτάξουν με προσοχή.

Στιλ και άγιος ο Θεός

Παρά το lifestyle περιτύλιγμα και όλα τα ωραία που περιγράφουν τα διαφημιστικά φυλλάδια και βίντεο, το Scrambler είναι μια μοτοσυκλέτα καθαρά για αστική χρήση. Η προστασία από τον αέρα είναι ανύπαρκτη –αν και μέχρι τα 130 χιλιόμετρα την ώρα ο αέρας δεν αποτελεί πρόβλημα- για τουριστικές ανέσεις για μακρινές βόλτες και ταξίδια ούτε λόγος, ενώ η στιλιστική του άποψη δεν προσφέρει ούτε καν γαντζάκια για ιμάντες και χταπόδια για να μπορέσει να δεθεί ένας σάκος.

 

Το Scrambler είναι ταγμένο στην urban φιλοσοφία και εκεί είναι που παίζει εντός έδρας, άντε και στο κοντινό περιαστικό περιβάλλον προς αναζήτηση μιας απολαυστικής διαδρομής.

 

Μην σας μπερδέψει, επίσης, το όνομα του Scrambler, γιατί στο χώμα δεν πρόκειται να σας δώσει κανένα πλεονέκτημα απέναντι σε μια οποιαδήποτε street μοτοσυκλέτα. Τα περιθώρια που αφήνουν τα ελαστικά της Pirelli, καταργούνται από την αδυναμία των αναρτήσεων να ανταπεξέλθουν σε οτιδήποτε πιο απαιτητικό από την καλοστρωμένη άσφαλτο. Θα περάσει από παντού, αλλά μέχρι εκεί.

Από την άλλη, όταν δεν του ζητηθούν πράγματα παραπάνω από αυτά που μπορεί να προσφέρει, θα ανταμείψει τις ρεαλιστικές προσδοκίες του ιδιοκτήτη του με μια ομοιογενή συμπεριφορά. Οι λειτουργίες γίνονται απροβλημάτιστα, ο μαλακός συμπλέκτης δεν πρόκειται να δημιουργήσει πρόβλημα ποτέ, ομοίως τα χειριστήρια και οι διακόπτες δεν θα αποτελέσουν εστία κριτικής –πέρα από την ποιότητά του που θυμίζουν τους αντίστοιχους ξεπερασμένων των γιαπωνέζικων μοτοσυκλετών της δεκαετίας του '80- ενώ και τα φρένα του Scrambler αποδίδουν όπως πρέπει σε όλες τις συνθήκες. Προοδευτικό δάγκωμα και δυνατό φρενάρισμα, τα οποία μάλιστα πέτυχαν εξαιρετικές επιδόσεις στις αντίστοιχες μετρήσεις, παρά την σχετικά "άγαρμπη" λειτουργία του ABS στα οριακά φρεναρίσματα.

Το Scrambler της Ducati, λοιπόν, διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα του επιτρέψουν να αφήσει το στίγμα του, όχι για τους λάθος λόγους του lifestyle και της εικόνας, αλλά για αυτά που μπορεί να προσφέρει ως μοτοσυκλέτα.

 

Το μείζον θέμα αφορά την τιμή του, η οποία είναι τουλάχιστον 1.500 ευρώ υψηλότερη από αυτό που θα έπρεπε. Κοντά στα 9.050 ευρώ που κοστίζει η συγκεκριμένη έκδοση του Icon (το κόκκινο για κάποιο λόγο κοστίζει 150 ευρώ φθηνότερα) υπάρχουν πολλές μεγαλύτερες και με πιο ευρύ φάσμα δυνατοτήτων μοτοσυκλέτες, ενώ στην ίδια κατηγορία επιδόσεων, κυβισμού και χρήσης υπάρχουν προτάσεις κατά πολύ φθηνότερες. Στην περίπτωση του Scrambler (μάλιστα, οι υπόλοιπες εκδόσεις κοστίζουν 10.650 ευρώ) φαίνεται πως το ακριβότερό του "εξάρτημα", είναι το image…

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ        Ducati Scrambler Icon (Yellow)

Αντιπρόσωπος:

Kosmocar Α.Ε.

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2100

Ύψος (mm):

1150

Μεταξόνιο (mm):

1445

Ύψος σέλας (mm):

790

Ίχνος (mm):

112

Γωνία κάστερ (˚):

24

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

650

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

560

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

930

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

440

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

188

(χωρίς καύσιμο: 178,25)

Πίσω

51,4

Εμπρός

48,6

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

1%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, σωληνωτό, χωροδικτύωμα

Πλάτος (mm):

845

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

186

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, αερόψυκτος, δικύλινδρος L, desmo με 2Β/Κ και 2ΕΕΚ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

88 x 66

Χωρητικότητα (cc):

803

Σχέση συμπίεσης:

11:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

75 / 8250

Ροπή (kg.m/rpm):

6,9 / 5750

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

93,4

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός με σώμα 50mm

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Ξηρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / 1,850

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα / 3,066

 

Σχέσεις

1η

2,461

2α

1,666

3η

1,333

4η

1,130

5η

1,000

6η

0,923

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2,0

16

0-100

4,6

72

0-150

10,2

272

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

13,2

162,4

0-1.000

25,6

177,2

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

5,4

175

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

4,4/74

5,4/90

 

80-120

4,2/117

5,2/145

6,4/179

120-160

 

8,2/326

8,8/349

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,4

53

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

2,48

Πραγματικά

2,90

3,05

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αμορτισέρ Kayaba χωρίς μοχλικό

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17''

Ελαστικό:

180/55 R17 Pirelli MT60RS

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 245mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό όργανο με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές, ώρα, ολικό χιλιομετρητή, δύο μερικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ABS και ενδεικτικές λυχνίες για κόφτη, νεκρά, φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, ρεζέρβα

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

150 / 41

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,00 x 18''

Ελαστικό:

110/80 R18 Pirelli MT60RS

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 330mm με ακτινική δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

61,6 / 8.400

Ροπή (kg.m/rpm):

5,5 / 7.400

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης:

9.200

Μέγιστη ισχύς:

8.400

 

 

1η

78

2α

116

3η

144

4η

170

5η

193

6η

209

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

6,9

Ελάχιστη

6,3

Μέγιστη

7,5

Αυτονομία (km):

188,4

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

13 / -

         

 

Δοκιμή Yamaha XT 1200Z Super Tenere Raid Edition 2018

Αγέρωχο!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

12/1/2022

Το κύκνειο άσμα του μεγαλύτερου - απ’ όλες τις απόψεις – Super Tenere της Yamaha στην τελευταία δοκιμή του επί ελληνικού εδάφους:

Το Super Tenere δεν νοιάζεται για την γνώμη των άλλων, παρά μόνο για τον αναβάτη του. Στη σέλα του είσαστε σε έναν άλλο, καθαρά δικό σας κόσμο και ο μόνος που είναι ευπρόσδεκτος είναι ο συνεπιβάτης…

 

Το χρυσό όνομα, το σωστό μέγεθος, το καλύτερο χρώμα.. η νέα Raid έκδοση του Yamaha Super Tenere φτιάχτηκε με μία αφορμή και μία αιτία. Η αιτία ήταν να δώσει μία ώθηση στο μοντέλο που έχει μείνει καιρό χωρίς ανανέωση και δεν απασχολεί την επικαιρότητα κι αφορμή η παγκόσμια περιοδεία του νέου μικρού Tenere, εκείνου που θα δούμε σε λίγο καιρό να παρουσιάζεται επίσημα ολοκληρώνοντας πρώτα τον γύρo του κόσμου. Αυτή η έκδοση ήταν η αφορμή και για εμάς, να το πάρουμε μαζί μας στο φετινό MEGA TEST δοκιμάζοντας τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις που έχει δεχτεί εδώ και δύο σχεδόν χρόνια. Το Super Tenere ήταν η καλύτερα εξοπλισμένη ιαπωνική της κατηγορίας, και η πρώτη ανάμεσά τους που έβαλε ημι-ενεργητικές αναρτήσεις. Το πρόβλημα είναι πως βρισκόταν πάντα ένα βήμα πίσω από τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό, όχι τώρα, αλλά από την πρώτη στιγμή όταν και παρουσιάστηκε. Στην χώρα μας αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία για μία μερίδα ανθρώπων που τις μοτοσυκλέτες τις αγοράζουν με το όνομα και μόνο.

Και η μερίδα αυτή είναι μεγάλη, πάρτε παράδειγμα από το Africa Twin. Μέχρι να παρουσιαστεί το CRF1000 και να μοσχοπουλήσει στην υπόλοιπη Ευρώπη, η μεγαλύτερη συγκέντρωση των Africa στην Ευρώπη ήταν στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει αντίστοιχο νούμερο για το θρυλικό ΧΤ600 Tenere αλλά θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως στην Ελλάδα υπάρχουν τα περισσότερα από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης. Είμαστε πιο πιστοί στις μοτοσυκλέτες παρά στην σύζυγο, αυτή είναι η γενική εικόνα, όπως και το γεγονός πως εξιδανικεύουμε για να μην μπούμε στην διαδικασία της αναζήτησης και πόσο μάλλον της ανάγκης για αγορά νέας μοτοσυκλέτας. Το όνομα Super Tenere αποτελεί ένα μικρό άβατο κι αντίστοιχα αντιμετωπίζεται η μεγάλη on-off, οι οπαδοί της βρίσκονται παντού: Στα πάρκινγκ της εθνικής που θα σταθμεύσεις για λίγο ενώ οδηγείς, καβάλα σ’ ένα ΧΤ550 που θα σε κυνηγούν στα φανάρια να σε προσκαλέσουν για καφέ, τους βλέπεις σε σχόλια στο Facebook και τους συναντάς σε κάθε μεγάλη παρέα. Τότε γιατί δεν πουλάει αντίστοιχα το Super Tenere; Γιατί το κάνουν test ride πριν το οδηγήσουν… Κι εντάξει εμάς θα μας αφορίσουν για αυτά που γράφουμε για το Super Tenere, αλλά η οργισμένη αντίδραση για την αντίθετη άποψη κρατά μέχρι να έρθει η στιγμή να βάλεις το χέρι στην τσέπη, εκεί σοβαρεύουν τα πράγματα.

Η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα ήρθε στην Ελλάδα μετά από πολύ κόπο της ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗΣ που την αγόρασε για να της κάνουμε χιλιόμετρα, να την πάρουμε μαζί μας στο MEGA TEST και την ευχαριστούμε θερμά για αυτό. Η κριτική μας βέβαια είναι άλλο κομμάτι, κι έτσι πρέπει να είναι πάντα. Η Super Tenere δεν μπορεί να σταθεί απέναντι στον ανταγωνισμό, εκτός κι αν αυτός περιλαμβάνει Varadero, ή Crosstourer χωρίς το DCT κιβώτιο ή κάτι αντίστοιχα δύσκολο στο χώμα. Συγκριτικά με το που έχει φτάσει ο ανταγωνισμός, το GS και το Tiger 1200 που το ακολουθεί κατά πόδας, ή πόσο μάλλον τα Multistrada και Adventure 1290, το Super Tenere δείχνει σε άλλη κατηγορία. Οι δυνατότητές του στο χώμα είναι περιορισμένες μπροστά στις νέες on-off παρόλο που εξακολουθεί μετά από όλο αυτό το διάστημα, να διαθέτει ένα εξαιρετικό traction control που επιτρέπει την πλαγιολίσθηση. Όμως το ABS βάζει φραγμούς, ο άξονας ακυρώνει το φρένο του κινητήρα και στο τέλος, η γρήγορη οδήγηση με το Super Tenere είναι κάτι που συμβαίνει με περισσότερους χτύπους στην καρδιά, ανάμεσα σε όλες τις υπόλοιπες στον ίδιο δρόμο. Οι παλμοί όμως πέφτουν, και αντίστοιχα ανεβαίνουν στους υπόλοιπους, μπροστά σε ζητήματα αξιοπιστίας.

Το Super Tenere έχει να δείξει λιγότερα θέματα από τους υπόλοιπους -δεν είναι απροβλημάτιστο, αλλά συγκριτικά με το GS της BMW σου δίνει την εντύπωση πώς θα παλέψει με τοίχο από μπετόν και θα κερδίσει. Αυτό είναι το στοιχείο που έκανε ορισμένους φίλους να θέλουν να το αποκτήσουν παρόλο που ήξεραν την άποψή μου για τις οδηγικές του ικανότητες. Και είμαι περήφανος για εκείνους καθώς αυτή είναι η πιο σωστή αγορά, συνειδητοποιημένη χωρίς παρωπίδες, χωρίς ψευδαισθήσεις. Όχι όπως έχουν μάθει να αντιμετωπίζονται στα καταστήματα, όπου αφορίζεται η δημοσιογραφική άποψη και προσπαθούν να πείσουν τον πελάτη πως είναι η καλύτερη μοτοσυκλέτα του κόσμου. Δεν υπάρχει τέτοια!

Οι δυο μας…

Κάνοντας περίπου 2.000 χιλιόμετρα μαζί του, χωρίς να υπολογίζουμε την διαδικασία του MEGA TEST και υποβάλλοντάς το στην δοκιμασία της σχολής οδήγησης του Chris Birch, όπως θα έχετε διαβάσει, το Super Tenere αποδεικνύει τις πτυχές που το κάνουν ξεχωριστό. Ορμή, αυτή η λέξη του ταιριάζει για αρχή. Καβαλάς και ταξιδεύεις σε εθνική κι επαρχιακούς δρόμους με μία αρχοντιά που δεν θα την βρεις αλλού, απόρροια του όγκου του και της μασίφ αίσθησης που απολαμβάνεις ανάμεσα στα πόδια σου. Για να αρχίσει να σε εκνευρίζει ο άξονας στα κατεβάσματα, να νιώθεις πώς σε περιορίζει στην ταχύτητα που θέλεις να πας, θα πρέπει να βρεθείς σε επαρχιακό δρόμο και μπροστά σου να έχεις ένα Advenure 1290 με κάποιον που έχει την διάθεση να οδηγεί το μεγάλο KTM, από μαρσπιέ σε μαρσπιέ. Ναι αυτό τον ρυθμό η μεγάλη Yamaha δεν μπορεί να τον υποστηρίξει, όμως ανάμεσα σε αυτό και την γρήγορη οδήγηση το περιθώριο είναι μεγάλο και θα βρεις το χώρο σου να βολευτείς! Οι αναρτήσεις δουλεύουν εξαιρετικά στην άσφαλτο, αλλά και σε χαλαρή οδήγηση στο χώμα κι αξίζουν συγχαρητήρια στην Yamaha που πέτυχαν με την πρώτη τον συνδυασμό.

Με δύο άτομα στη σέλα του, μπόλικα πράγματα στις εξαιρετικές του βαλίτσες κι αφετηρία οποιαδήποτε ελληνική πόλη, δεν υπάρχει σημείο στην Ελλάδα που να μην είναι ιδανική εκδρομή. Γιατί δεν θα οδηγείτε κυνηγώντας KTM, την τύχη σας ή την ζωή την ίδια. Μόλις το συμφωνήσουμε αυτό και θέσουμε το πλαίσιο, τότε μπορούμε να εκτιμήσουμε το Super Tenere από την αρχή και πιστέψτε με, στο πλαίσιο αυτό πρέπει να μπει η γνώμη του συνεπιβάτη. Θα το λατρέψει από το χώρο που έχει, από την απουσία κραδασμών και την απόσβεση των αναρτήσεων, όλα του υπόσχονται ένα όμορφο ταξίδι! Οι βαλίτσες αυτής της έκδοσης υπόσχονται πως θα είναι αδιάβροχες και είναι πραγματικά, αφαιρούνται και κουμπώνουν με ευκολία και ασφάλεια, καθώς έχουν ένδειξη που σου δείχνουν πως ασφάλισαν στην μοτοσυκλέτα και το μόνο μειονέκτημα, είναι πως δεν ανοίγει το καπάκι τελείως και αναγκάζεσαι να το κρατάς με το χέρι.

Από εκεί και πέρα το Super Tenere σε προκαλεί να το φορτώσεις, είναι ο φίλος σου που έρχεται να σε βοηθήσει στην μετακόμιση, και πιάνει δύο-δυο τα κομοδίνα να τα κατεβάσει από το φορτηγό, όταν εσύ έκανες διπλά δρομολόγια για να τα φορτώσεις. Ακόμη και αν περάσεις το όριο που έχουν οι βαλίτσες, και καλό θα ήταν να μην το κάνεις, ακόμα και τότε όμως, το Super Tenere παραμένει ιδανικά έτοιμο να σε συντροφεύσει παντού. Πολύ καλή προστασία από τον αέρα, σταθερότητα, ροπή από χαμηλά, ηλεκτρονικά βοηθήματα που δουλεύουν εξαιρετικά χωρίς να είναι η τελευταία λέξη της κατηγορίας, κι έπειτα το όνομά του και η εμφάνισή του, ιδιαίτερα σε αυτό το συγκεκριμένο μαύρο χρώμα, είναι τα δυνατά του σημεία.

Θα το θελήσεις λοιπόν όχι γιατί είναι το καλύτερο, αλλά με βάση πώς είναι το καλύτερο για σένα! Κι αν είναι έτσι τότε δεν σε νοιάζει τι λέει το ΜΟΤΟ ή το internet ή οι φίλοι σου, αν είναι το καλύτερο για εσένα κι αυτό θέλεις, τότε οι υπόλοιποι πρέπει απλά να υποκλιθούν και να ξέρεις πως η όψη του στον δρόμο, σε αυτή ακριβώς την στάση θα ωθήσει πολύ κόσμο.

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ YAMAHA XT 1200Z Super Tenere

Αντιπρόσωπος:

Μοτοδυναμική Α.Ε.Ε.

 

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος

2.255mm

 

Ύψος

1.410mm

 

Μεταξόνιο

1.540mm

 

Απόσταση από το έδαφος

205

 

Ύψος σέλας

845(low)mm 870(High)mm

 

Ίχνος

126mm

 

Γωνία κάστερ

28°

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

780

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

620

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

850

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

460

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

266(280 με βάλιτσες)

(χωρίς καύσιμο:248,7 )

Πίσω

50%

Εμπρός

50%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

2%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό, ανοικτό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος του, αφαιρούμενο υποπλαίσιο από αλουμίνιο

 

Πλάτος (mm):

980

 

Βάρος κατασκευαστή, άδεια/ γεμάτη (kg):

-/257

 

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, με 2ΕΕΚ/4Βαλβίδες

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

98 x 79,5

 

Χωρητικότητα (cc):

1199

 

Σχέση συμπίεσης:

11:1

 

Ισχύς (HP/rpm):

112 / 7.250

 

Ροπή (kg.m/rpm):

11,9 / 6.000

 

Ειδική ισχύς (HP/l):

90

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire

 

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

 

Σύστημα λίπανσης:

Ξηρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

Ρεζερβουάρ (l)

23 (4,2 ρεζέρβα)

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, υδραυλική οδήγηση

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

 

Γρανάζια /1,466 (85/58)

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

 

Άξονας/2,987 (21/25x32/9)

 

Συνολικές σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

 

1η

2,769

 

2α

2,063

 

3η

1,571

 

4η

1,250

 

5η

1,042

 

6η

0,929

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

 

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

Kάθε 40.000

 

Αλλαγή λαδιού (km):

Στα 1.000 και κάθε 10.000

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

3,4/3,1

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Cartidge/10.000

 

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

 

Km/h

Sec

Μέτρα

 

0-50

1,87

  13,10

 

0-100

4,12

  61,42

 

0-150

8,57

  220,16

 

0-200

24,36

1027,7

 

0-250

 

 

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

 

Μέτρα

Sec

km/h

 

0-400

12,52

172,7

 

0-1.000

24,08

198,15

 

 

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

 

Km/h

Sec

Μέτρα

 

80-140

4,38

140,60

 

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

 

Km/h

4η

5η

6η

 

40-80

3,31/54,60

4,38/72,91

-

 

80-120

3,51/97,86

4,58/128,22

5,08/141,94

 

120-160

4,54178,53

6,01/235,26

6,94/271,59

 

160-200

 

 

 

 

200-240

 

 

 

 

 

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

 

Km/h

Sec

Μέτρα

 

120-40

2,63

59,21

 

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

-

2,41

 

Πραγματικά

2,75

2,95

 

 

 

ΠΙΣΩ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΠΙΣΩ

 

ΤΥΠΟΣ

Ένα αμορτισέρ παράκεντρα τοποθετημένο με μοχλικό

 

Διαδρομή τροχού (mm):

190

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση επαναφοράς χωρίς εργαλεία

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

6 x17’’ Αλουμινίου Tubeless

 

Ελαστικό:

150/70R -17 Brigdestone BW 501

 

ΦΡΕΝΟ

 

Ένας δίσκος 282mm, με δαγκάνα μονού εμβόλου (ABS συνδυαζόμενο)

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Ψηφιακό ταχύμετρο και αναλογικό στροφόμετρο, λυχνίες για μεγάλη σκάλα φώτων/ένδειξη νεκράς/λειτουργία ABS/στάθμη λαδιού/λειτουργία TCS/θερμοκρασία ψυκτικού/παροχή ρεύματος, δύο πράσινες λυχνίες για φλας και αλάρμ, ενδείξεις για θερμοκρασία αέρα/θερμοκρασία ψυκτικού/κατανάλωση km ανά lt/μέση κατανάλωση km/lt, μπάρες ένδειξης στάθμης βενζίνης, ενδείξεις για τα τρία στάδια του TCS και για τα δύο modes (Touring-Sport), ρολόι, εξωτερική παροχή ρεύματος 12v, ενδείξεις για ολικό/δύο μερικούς χιλιομετρητές/χιλιομετρητή ρεζέρβας, διπλό σταντ, προστατευτικές χούφτες, ρυθμιζόμενες μανέτες φρένου και συμπλέκτη

 

 

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΤΥΠΟΣ

Ανεστραμμένο πιρούνι

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

 

190/43

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση, απόσβεση συμπίεση και επαναφοράς

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

Αλουμίνιου

 

Ελαστικό:

110/80R-19 Bridgestone Trail Wing 501

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δυο δίσκοι διαμέτρου 310mm, με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων ABS με συνδυαζόμενο

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm): 90/7.500(sport mode) 70,7/7.500 (touring mode)

 

Ροπή (kg.m/rpm): 9.3/5.900(sport mode) 8.4/3.500 (touring mode)

 

 

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

 

Δεν ενθουσιάζει με την απόδοση σε απόλυτα νούμερα για τα 1200 κυβικά του, αλλά είναι πολύ γραμμικός και με πολύ ομαλή μετάβαση της δύναμης. Το εντυπωσιακό είναι από τις μόλις 1.500 στροφές υπάρχει ομαλή δύναμη και απόκριση, ενώ σε αυτό βοηθάει και ο πολύ καλός ψεκασμός. Δεν βλέπω κάποιο λόγο να το έχεις στο Touring mode.

 

 

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

 

Κόφτης: 8.300

 

Μέγιστη ισχύς: 5.900

 

Ταχύτητα στον κόφτη

 

1η 75

 

2α 101

 

3η 133

 

4η 167

 

5η 201

 

6η 225

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση 6,5

 

Ελάχιστη 5,8

 

Μέγιστη 8.8

 

Αυτονομία (km): 345

 

Αυτονομία ρεζέρβας (km):58

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 23/3.9