Ducati Panigale V2 S: Αναλυτική παρουσίαση οδηγώντας την στην νεότερη πίστα της Ευρώπης!

Να θυμάστε πάντα πως ο Ευρυβιάδης είχε άδικο
Panigale
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/8/2025

Γραμμένο στην ιστορία πως αν δεν ήταν ο Θεμιστοκλής θα ζούσαμε τώρα ένα διαφορετικό παρόν, όπως επίσης έχει ήδη γραφτεί στην ιστορία πως δεν μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Την ώρα λοιπόν που ως άλλοι απόγονοι του Ευρυβιάδη φωνάζουν όλοι για τα χαμένα άλογα, η Ducati απαντά ήρεμα με Θεμιστόκλεια υπομονή: «πάταξον μέν, κουσον δε»!

Η νέα Panigale V2 είναι φτιαγμένη από το μηδέν και όπως κάθε νέα Ducati στην εποχή μας, έχει χτιστεί γύρω από τον κινητήρα της, ο οποίος σχεδιάστηκε εξ αρχής για να είναι ένα πασπαρτού που μπορεί να μπει σε περισσότερα μοντέλα. Όσο το marketing των Ιταλών λοιπόν προσπαθεί να μας πουλήσει πως όλα έγιναν για το καλό μας και τα λιγότερα άλογα είναι προς το συμφέρον της σπορ οδήγησης, αποκρύπτεται ο πραγματικός λόγος που είναι ο εξής βασικός που χαρακτηρίζει την στρατηγική όλων των κατασκευαστών: Ο νέος κινητήρας έπρεπε να εξυπηρετεί την Multistrada V2 αλλά και ένα Streetfighter που θα μπορεί να οδηγήσει ο καθένας και δεν θα είναι τόσο απόλυτο που θα στέκεται εμπόδιο στην αύξηση του πελατολογίου, βασικό πλέον στόχο κάθε Ευρωπαϊκής μάρκας. Δεν βλέπουμε όλοι μας, αυτό που έχουν μετρήσει ήδη οι κατασκευαστές: Πως εξαφανιζόμαστε σιγά-σιγά και για αυτό θα έπρεπε να παρακαλούμε να ξεκινούν οι νέοι να καβαλούν οτιδήποτε, ακόμη και κινέζικα φτάνει να μπουν στον κόσμο της μοτοσυκλέτας.

Τώρα που βρήκαμε τον πραγματικό λόγο ύπαρξης αυτού του νέου κινητήρα, πάμε να σας ανατρέψω κάθε προσδοκία που είχατε για το κείμενο παρακάτω, διαβάζοντας την πρώτη παράγραφο έως εδώ: Ο ισχυρισμός της Ducati για την σπορ οδήγηση είναι απόλυτα σωστός και θα τεκμηριώσω με απλό τρόπο την άποψή μου, διότι απλά είναι τα πράγματα και στην πράξη τους! Μία πολύ γρήγορη σημείωση να την κρατήσετε κάθε φορά που κάποιος εκεί έξω πετά την λέξη marketing απέναντι στον οποιοδήποτε ισχυρισμό: Στην εποχή μας δεν μπορείς να πεις ψέματα προωθώντας μία μοτοσυκλέτα, όχι ότι δεν λέγονται αλλά σίγουρα δεν μπορείς να το κάνεις ως εταιρεία. Μπορείς να βάλεις έναν ινφλουένσερ να το πει για εσένα και όταν ξεσκεπαστεί η αλήθεια να ρίξεις το φταίξιμο επάνω του, να τον κρεμάσεις λέγοντας πως έκανε λάθος, αλλά δεν μπορείς να πεις το ψέμα εσύ ο ίδιος. Όταν λέει λοιπόν η Ducati πως η σπορ οδήγηση έχει ενισχυθεί, κάπου πρέπει να μπορεί να το στηρίξει. Στις μέρες μας το marketing δεν μπορεί να διαστρεβλώσει την αλήθεια από επίσημα χείλη και ούτε το προσπαθεί. Στόχος του είναι απλά να στρέψει την προσοχή εκεί που συμφέρει. Δεν μπορεί να σταματήσει το καράβι, μπορεί όμως να στρίψει το πηδάλιο: Αυτό είναι το μοναδικό κόλπο, κι έτσι στην προκειμένη περίπτωση το ζήτημα της σπορ οδήγησης μπορεί να ανέρχεται σε πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά δεν είναι ψέμα!

Panigale

 

Αλήθειες και ψέματα!

Είδα ξένο συνάδελφο με αγγλικό κείμενο, να λέει πως μόνο στα χέρια ενός έμπειρου αναβάτη θα πάει η νέα Panigale πιο γρήγορα από την προηγούμενη, συνοδευόμενο το «review» από μία εντυπωσιακή φωτογραφία χωρίς να αναφέρει πουθενά όμως, ότι αμέσως μετά έπεσε, σημειώνοντας την μοναδική πτώση της ημέρας και την δεύτερη συνολικά στην ολιγοήμερη παρουσίαση στην ολοκαίνουρια πίστα που κανείς εκτός από ελάχιστους Ισπανούς, δεν είχε προλάβει να δοκιμάσει. Το πρόβλημα είναι πως αυτή η διατύπωση είναι το ακριβώς ανάποδο από αυτό που συμβαίνει στην πράξη! Με την νέα Panigale V2 εκείνος που θα πάει πιο γρήγορα είναι ο μέσος αναβάτης, όχι ο έμπειρος. Ο μοναδικός έμπειρος που μπορεί να πάει πιο γρήγορα μαζί της από την πρώτη στιγμή, είναι ο Marquez και αυτό γιατί είναι εξαιρετικά γυμνασμένος και μπορεί να εκμεταλλευτεί την αλλαγή βάρους και γεωμετρίας για να φρενάρει μερικά μέτρα πιο βαθιά στην στροφή και να στρίψει ακαριαία αξιοποιώντας κάθε αλλαγή που φέρνει το νέο μοντέλο. Οι υπόλοιποι που δουλεύουν τις καθημερινές και δεν κάνουν πρωταθλητισμό ή που είναι πρωταθλητές αλλά όχι σε επίπεδο αναβάτη MotoGP, δεν θα πάρουν όλα τα μέτρα του Marquez στα φρένα και θα είναι πολύ καλύτερα με περισσότερα άλογα στην ευθεία που θα τους δώσουν υψηλότερη ταχύτητα, κατεβάζοντας το γυρολόγιο τους.

Ο Marquez ανέβηκε στη σέλα της V2 στην διάρκεια της κανονικής του προπόνησης για 3-4 γύρους μόνο για να βγάλει φωτογραφίες και video και κατέληξε να αλλάζει το πρόγραμμά του. Μία τυπική ημέρα προπόνησης περιλαμβάνει ένα σετ γύρων σε αγωνιστικό ρυθμό και σε πλήρη διάρκεια, διάλλειμα με σνακ και ασκήσεις αποκατάστασης και αμέσως επανάληψη. Ακολουθεί το μεσημεριανό διάλειμμα και άλλες δύο προσημειώσεις αγώνα το απόγευμα σε σύνολο 4 μέσα στην ημέρα. Όταν του πήγαν όμως την V2 για να βγάλει μερικές φωτογραφίες πριν το μεσημεριανό διάλλειμα, κατέληξε να επιστρέφει στο box, να γεμίζει το ρεζερβουάρ και να ξανά βγαίνει κάνοντας τελικά 3 προσομοιώσεις εκείνο το πρωί, συνεχίζοντας κανονικά το απόγευμα από εκεί και πέρα! Εκτός από τον Marquez που είναι η εξαίρεση του κανόνα, όλοι οι επαγγελματίες αναβάτες είναι ελάχιστα πιο αργοί με την νέα V2 αλλά όλοι τους δηλώνουν πιο ξεκούραστοι αν κάνουν τους ίδιους γύρους. Κάπου εδώ κρύβεται το ένα κομμάτι της απάντησης, γιατί οι γρήγοροι ερασιτέχνες είναι τελικά ταχύτεροι στη σέλα της από ότι με το προηγούμενο μοντέλο.

Το monocoque πλαίσιο έχει σχεδιαστεί ταυτόχρονα με τον κινητήρα και τα δυο τους πήγαν αρκετές φορές μπρος-πίσω, μέχρι να οριστικοποιηθεί το τελικό βάρος του δικύλινδρου που ως βασικό κομμάτι του πλαισίου, θα καθόριζε και το κεντρικό (κυρίως) τμήμα. Τα δύο υποπλαίσια, εμπρός και πίσω, ακολούθησαν έπειτα το πρώτο στάδιο της σχεδιαστικής τους ολοκλήρωσης, έχοντας στο κέντρο τον ελαφρύτερο δικύλινδρο που έχει φτιάξει ποτέ η Ducati, όπου σκέτο το μπλοκ του κινητήρα ζυγίζει 54,4 κιλά. Τα 9,5 από τα 17 που συνολικά την χωρίζουν από το προηγούμενο μοντέλο κρύβονται εδώ. Με απόδοση 120 ίππων, σχεδόν τριάντα κάτω από πριν, η Ducati προσφέρει και ένα πακέτο “Time Attack” που ανεβάζει την απόδοση στα 126 άλογα εξαιτίας της Termignoni ολόσωμης εξάτμισης με τα κιλά να κατεβαίνουν στα 169 από τα 179 που ζυγίζει η απλή έκδοση και 176 η S. Ο εμπρός κύλινδρος του V2 90 μοιρών έχει τοποθετηθεί σε γωνία 20 μοιρών με το έδαφος που υπολογίστηκε ως η καλύτερη λύση για την κατανομή βάρους του μπλοκ του κινητήρα που έχει μόλις 532mm ύψος, 614 μήκος αν τον αφήσεις να κάτσει όρθιος πάνω στο κάρτερ και πλάτος από καπάκι σε καπάκι μόλις 362 χιλιοστά. Στην πράξη δεν ξεφεύγει από την αρχιτεκτονική του Superquadro που αντικαθιστά και έχει υπερτετράγωνες αναλογίες που είναι ο σίγουρος τρόπος για αυξημένη ευστροφία και διάρκεια ψηλά. Τα 890 κυβικά μέσα από τα αλουμινένια χιτώνια, προκύπτουν από αναλογία διαμέτρου και διαδρομής 1.56, έχοντας 96mm διάμετρο και μόλις 61,5 χιλιοστά διαδρομής ανεβάζοντας με ευκολία μέχρι 11.350 στροφές που επεμβαίνει πρώιμα ο κόφτης. Η επέμβασή του δεν είναι άγαρμπη αλλά είναι φανερό ότι θα μπορούσε να μεταφερθεί και ψηλότερα. Οι βαλβίδες εισαγωγής έχουν σωληνωτό στέλεχος για να εξοικονομηθεί βάρος που είναι σημαντικό στις 11.000 στροφές και καταλήγει σε μείωση 5% της αδράνειας. Με διάμετρο 38,2 χιλιοστά επιτρέπουν την άμεση πλήρωση του θαλάμου ενώ αντίστοιχα οι εξαγωγής έχουν 30,5 χιλιοστά διάμετρο και κλείνουν με ελατήρια ενώ ενδιάμεσα κοκοράκια αναλαμβάνουν το άνοιγμα.

Ducati Panigale V2S οδηγούμε πρώτα και μετά μιλάμε

Όσο πιο τεχνικά γίνεται
Οι εκκεντροφόροι εισαγωγής έχουν δύο προφίλ που επιλέγονται ηλεκτρονικά με στόχο το προφανές, να υπάρχει ροπή στις χαμηλές στροφές και να μην χρειάζεται ο αναβάτης να κρατά το γκάζι συνέχεια ψηλά. Το μειονέκτημα που αναμένει κανείς πρώτο μόλις το ακούει αυτό, είναι να καταλαβαίνει την διαφορά φάσης όταν αλλάζει το προφίλ κάτι που γίνεται από απλώς ενοχλητικό έως να επηρεάζει την ευστάθεια της μοτοσυκλέτας. Κι όμως, κάτι τέτοιο λάμπει δια της απουσίας του πρώτα γιατί τα προηγμένα ηλεκτρονικά παίρνουν πάντα την σωστή απόφαση για την στιγμή της αλλαγής και έπειτα γιατί ο μηχανολογικός τρόπος που επέλεξε η Ducati, έχει άρτια υλοποίηση και λειτουργεί στην εντέλεια. Κοινώς, βρήκε τον κατάλληλο προμηθευτή και έφτιαξε τα σωστά γρανάζια! Η Ducati ισχυρίζεται πως το 70% της ροπής είναι διαθέσιμο ήδη από τις 3.000 στροφές για αυτό και είναι πιο εύκολο να σουζάρεις την νέα Panigale V2 έναντι του μοντέλου που αντικαθιστά, ενδεχομένως ευκολότερο και από ολόκληρο τον ανταγωνισμό της, αν φυσικά απενεργοποιήσεις τα ηλεκτρονικά που ακόμη και στην λιγότερο παρεμβατική ρύθμιση, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για σούζες. Η μέγιστη ροπή των σχεδόν 9,4kg.m είναι διαθέσιμη στις 8.250 στροφές, αρκετά μακριά από τον κόφτη δηλαδή, αν και θεωρώ πιο εντυπωσιακό πως η ροπή κατοικοεδρεύσει σε οροπέδιο και όχι σε κορυφή, καθώς το 80% είναι διαθέσιμο από τις 4.000 έως τις 11.000 στροφές! Αυτό σημαίνει ότι έχεις άμεσα διαθέσιμο το τράβηγμα όταν ανοίξεις όλο το γκάζι και κυρίως ομαλά. Συνδύασέ το με το στρίψιμο πολλά μέτρα πιο βαθιά στα φρένα από το προηγούμενο μοντέλο, με λιγότερη δύναμη και μικρότερη αδράνεια και ένας φυσιολογικός αναβάτης που αν και γυμνασμένος δεν είναι αθλητής και αν και έμπειρος δεν έχει ρυθμό πρωταθλητή, και αρχίζεις να βλέπεις γιατί με την νέα V2 πηγαίνεις πιο γρήγορα και ταυτόχρονα πιο ξεκούραστα από το προηγούμενο δυνατότερο μοντέλο. Με τον μέσο όρο ηλικίας του πελατολογίου να βρίσκεται ψηλά πάνω από τα σαράντα και να θέλει αυτή την μοτοσυκλέτα για να διασκεδάζει σε track day, όχι για να αναλώνεται σε συζητήσεις μπροστά σε ευθείες για τα άλογα, ούτε να την έχει στο σαλόνι όσο μαλώνει ιντερνετικά από την πολυθρόνα του, η Ducati έχει πάρει σωστές αποφάσεις. Οι υπόλοιποι μπορούν να συνεχίσουν κάλλιστα με τις άνω ασχολίες, έτσι και αλλιώς ελάχιστοι από εκείνους που πραγματικά σκεφτόντουσαν την αγορά της βρίσκονται ανάμεσά τους. Για εμάς τους υπόλοιπους όμως, γνωρίζοντάς την ανοίγουμε ορίζοντες, αντιλαμβανόμαστε περισσότερα πράγματα για την εξέλιξη των μοτοσυκλετών και έχουμε και μία απάντηση έτοιμη για όταν έρθουμε αντιμέτωποι σε μία συζήτηση με το κάποιον από το παραπάνω σύνολο. Η Honda είδε επίσης το ίδιο έργο με την Ducati σε ότι αφορά τα Supersport και είπε ξεκάθαρα πως «αν δεν βγάλουμε ξανά το μεσαίο CBR σε λίγο καιρό δεν θα υπάρχει κανείς να αγοράσει το μεγάλο». Πολύ απλά γιατί κανείς δεν θα θέλει να πάρει μία μοτοσυκλέτα 200 ίππων που κάνει μία μόνο δουλειά για να παίξει για πρώτη φορά. Θα πρέπει να του έχει κολλήσει το σαράκι της οδήγησης στην πίστα και αφού την έχει μάθει και την έχει κατακτήσει, να μπορεί μετά να πάει σε κάτι πιο γρήγορο. Μόνο ένας αδαής πιστεύει πως θα πάει κατευθείαν στα διακόσια άλογα και θα ευχαριστηθεί την οδήγηση από την πρώτη στιγμή, στα φρένα της πρώτης στροφής.

Ducati Panigale V2S οδηγούμε πρώτα και μετά μιλάμε

Άλλο αυτό που θέλεις κι άλλο αυτό που χρειάζεσαι
Μιλώντας με τα στελέχη της Ducati μου είπαν πως προβλέπουν να δημιουργείται η κατηγορία των supersport από την αρχή με ταβάνι πλέον τα 120 άλογα. Τους απάντησα πως αυτό δεν είναι προφητικό και συμβαίνει ήδη, ευτυχώς όχι μόνο με πανάκριβες μοτοσυκλέτες που ο Marc Marquez μπορεί να προπονηθεί μαζί τους μόνο με ένα αγωνιστικό σετ, το οποίο δεν αλλάζει σε τίποτα την μοτοσυκλέτα παραγωγής και μάλιστα μπορεί να αποκτήσει ο καθένας. Διότι αυτή είναι η πραγματικότητα, με το time attack πακέτο: Ο Marquez θα κάνει προπόνηση με την νέα μοτοσυκλέτα χωρίς πρακτικές αλλαγές. Εκείνο που θα προβλέψω εγώ τώρα, είναι πως μόλις εδραιωθεί ο ανταγωνισμός στα νέα δεδομένα και αν καταφέρουν πράγματι να σημειώσουν πωλήσεις τα supersport, τότε οι κατασκευαστές και η Ducati πρώτη, θα αρχίσουν σταδιακά να ανεβάζουν την ιπποδύναμη για να ανταγωνιστούν καλύτερα μεταξύ τους. Τότε όταν γίνει αυτό, θα προσπαθήσουν με διαφορετική ρητορική του marketing να προσελκύσουν αναβάτες αλλά αν όντως σημειωθούν πωλήσεις αυτό σημαίνει πως θα υπάρχει μία μαγιά αναβατών, σπορ μοτοσυκλετών στην Ευρώπη, που θα μπαίνουν σε αυτή την κατηγορία πολύ νωρίτερα από τώρα και με διαφορετικά δεδομένα. Για την πορεία της αγοράς αυτή την στιγμή, οι αλλαγές που έχει κάνει η Ducati στην νέα V2 είναι απολύτως προς την σωστή κατεύθυνση.

Panigale

Ανάμεσά μας ταχύτερος με διαφορά ήταν ο Harada που έχει πατήσει στην πέμπτη δεκαετία της ζωής του και εργάζεται ως δημοσιογράφος με έδρα το Μόναχο το μισό χρόνο και παραδίδει μαθήματα αγωνιστικής οδήγησης με BMW στην Ιαπωνία το άλλο μισό. Οδήγησα αρκετά μαζί του και ήταν απίστευτα γρήγορος στις δύο στροφές με τα πιο δυνατά φρένα γιατί είχε όλη αυτή την εμπειρία της δίχρονης μοτοσυκλέτας και βρέθηκε σε μία σύγχρονη που μπορούσε να την οδηγήσει με το ίδιο στιλ. Αντιλαμβάνεστε πόσο βαριά δήλωση είναι αυτή; Μικρή παρένθεση πως αυτά είναι τα καλά των παρουσιάσεων, καθώς μπορώ τώρα να σας μεταφέρω ένα από τα μυστικά αυτής της μοτοσυκλέτας που ενδεχομένως αν την είχαμε οδηγήσει μόνο στις Σέρρες να μην είχε λάμψει με τον ίδιο βαθμό. Ο Harada θα ήθελε να κάνει το σχολείο με την νέα V2 μου είπε στο τέλος, αν και θα είναι δύσκολο καθώς έχει ταυτιστεί με την BMW εντός Ιαπωνίας. Του φάνηκε πως οδηγούσε το πιο ξεκούραστο γκάζι, μία μοτοσυκλέτα με ελάχιστο όγκο και βάρος κι επειδή τον είδα, καταλαβαίνω ακριβώς πώς το εννοεί. Ναι στην ευθεία της μεγάλης πίστας θα έχανε χρόνο από μία μοτοσυκλέτα με περισσότερο γκάζι στον πίσω τροχό αλλά σε όλο το υπόλοιπο κομμάτι είχε το επάνω χέρι. Χώρια που κατανάλωνε λιγότερη ενέργεια, καταπονούσε λιγότερο το σώμα του και την ίδια στιγμή σκεφτόταν πόσο πιο εύκολο θα ήταν να εκπαιδεύσει έναν νέο στην ψυχή και στην οδήγηση σε πίστα αναβάτη, αλλά όχι και στο νούμερο που γράφει η ταυτότητα στην ημερομηνία γέννησης. Η Ducati διάλεξε πολύ προσεκτικά την πίστα που μας κάλεσε να γνωρίσουμε το νέο της μοντέλο, αν το είχε κάνει στο Mugello ή στο Portimao, που κάποιος άλλος έκανε το λάθος, θα είχε τονίσει τα μειονεκτήματα, αντιθέτως εκεί μέσα έλαμψαν τα πλεονεκτήματα αυτής της μοτοσυκλέτας.

Ducati Panigale V2S οδηγούμε πρώτα και μετά μιλάμε

Μας έδωσε επίσης μπόλικες ευκαιρίες να μάθουμε την πίστα, γνωρίζοντας πως κανείς από τους λίγους και έμπειρους δημοσιογράφους που είχε καλέσει, δεν είχε ξανά οδηγήσει εκεί μέσα. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως η πίστα έχει δώσει σε τρεις στροφές τα ονόματα των πόλεων στις οποίες θα καταλήξεις αν φύγεις ευθεία, ακριβώς γιατί είναι πολύ εύκολο να το κάνεις αυτό όσο την μαθαίνεις! Υψομετρικές διαφορές που κρύβουν το άπεξ που σου φανερώνεται όπως η νεκρά σε Ducati εικοσαετίας, εκεί που δεν υπάρχει δηλαδή και φτάνοντάς το ανακαλύπτεις ότι σε ξεγέλασε και είναι πιο κάτω. Στο τρίτο εικοσάλεπτο ήταν που ξεκινήσαμε να ανακαλύπτουμε την μαγεία να στρίβεις με μία σχέση στο κιβώτιο επάνω, με την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα και πάντα με το ρίσκο να ξυπνήσεις από την Νιρβάνα καταμεσής στο όνειρο, να κλειδώσεις στιγμιαία τα μάτια και να φύγεις ευθεία για την κοντινότερη πόλη, που ήταν και αιτία για τις πτώσεις, στα μοναδικά λάθη που συνέβησαν ακόμη και από πρώην αγωνιζόμενους και έμπειρους. Χρειάζεται προσαρμογή να οδηγήσεις κάτι στο σήμερα, με την αυξημένη ευελιξία μιας άλλης εποχής, που πλέον δεν έχει μέτρο σύγκρισης. Αντίθετα όμως αν μάθεις επάνω της, σημαίνει πως οι μύες θα έχουν την μνήμη να αντιδράσουν καλύτερα στρίβοντας με μία πιο δυνατή μοτοσυκλέτα στο μέλλον. Η Ducati έριξε πάνω στην V2 ότι είχε στην φαρέτρα της που να μπορεί να αυξήσει την ευελιξία της. Το ψαλίδι το έκανε χυτό, αλουμινένιο και κενό εσωτερικά, όπως δηλαδή έχει κατασκευάσει την Panigale V4 ενώ με μήκος 544 χιλιοστά, πιάνει λίγο πάνω από το ένα τρίτο του μεταξονίου στα 1465 χιλιοστά. Με ίχνος 93 καταλαβαίνει κανείς πως η μοτοσυκλέτα είναι φτιαγμένη για να δημιουργεί μοχλό που φέρνει τον πίσω τροχό σε μία ράγα με τον εμπρός και το αποτέλεσμα είναι στις πρώτες στροφές μαζί της να καταλήγεις να ανοίξεις το γκάζι πριν ολοκληρώσεις την στροφή. Σημειώνεις πως την επόμενη φορά πρέπει να στρίψεις ακόμη πιο αργά μαζί της και να κουβαλήσεις περισσότερη ταχύτητα και καταλήγεις αλλάζεις τα όρια που είχες συνηθίσει.

Ducati Panigale V2S οδηγούμε πρώτα και μετά μιλάμε

Όργανο γυμναστικής

Η πιο επικίνδυνη στροφή της νέας πίστας της Σεβίλλης για τους αναβάτες εξέλιξης της Ducati δεν ήταν η αριστερή με την διπλή κορυφή που δυσκόλεψε κάθε έναν που μπήκε εκεί μέσα. Κατάλαβαν πολύ γρήγορα όσο έγραφαν τον ένα γύρο μετά τον άλλο πως η διπλή κορυφή με την περιορισμένη ορατότητα εξαιτίας υψομετρικής διαφοράς ήταν απλά δύσκολη να την μάθεις, μετά έπαυε να σε απασχολεί. Η πιο επικίνδυνη στροφή ήταν η μεθεπόμενη, η πιο εύκολη για εκείνον που έμπαινε πρώτη φορά στην πίστα γιατί φαινομενικά δεν έκρυβε κάποια παγίδα. Έφτανες από μία κατηφορική ευθεία που είχε ένα αριστερό σπάσιμο ακριβώς στην κορυφή της, περίπου στην μέση και έτσι μόλις μάθαινες να το περνάς διαγώνια για να μην χρειαστεί να αφήσεις το γκάζι, προλάβαινες να βάλεις και 5η πριν φρενάρεις για την απαιτητική δεξιά. Η επικινδυνότητα ερχόταν αν έμπαινες στην διαδικασία να κυνηγήσεις χρόνο, ανακάλυπτες εμπράκτως πως η νέα V2 σου έδινε την δυνατότητα να φρενάρεις τόσο βαθιά, που απέξω φαινόταν σαν να είχες χάσει τα φρένα. Οι πτώσεις των συναδέλφων έγιναν όλες στο τελευταίο κομμάτι της πίστας, στα εσάκια και κυρίως στην πρώτη δεξιά του πρώτου από τα δύο συνεχόμενα εσάκια, που οι οδηγίες για όλους όσους θέλαμε να ακολουθήσουμε τις υποδείξεις του Valia, του αναβάτη εξέλιξης της Ducati εδώ και πολλά χρόνια, ήταν να μπαίνεις με τρίτη. Με άλλη μοτοσυκλέτα η δευτέρα στο κιβώτιο μοιάζει πολύ πιο φυσιολογική, το ίδιο συμβαίνει και στους πρώτους γύρους με την V2. Μετά βάζεις την τρίτη και καταλαβαίνεις την διαφορά αυτής της μοτοσυκλέτας μόλις την σηκώσεις με το γκάζι για να την ξαπλώσεις από την αντίθετη φορά, με τον μισό κόπο από ό,τι έχεις συνηθίσει. Εύκολα και εκεί γινόταν το λάθος, ωστόσο για τον Valia που προσπάθησε να πλησιάσει το μοναδικό στόχο που υπήρχε διαθέσιμος, τον χρόνο που είχε γράψει Ισπανός αναβάτης της Moto2 στην νέα πίστα δεκαπέντε μέρες πριν πάμε εμείς, η δυσκολία ήταν μετά την δεύτερη ευθεία της πίστας. Έπιασε τον εαυτό του να στρίβει με τη φόρα αγωνιστικής μοτοσυκλέτας αγγίζοντας πολύ δυνατά αλλά για πολύ λίγο την μανέτα που εξουσιάζει τους Brembo δίσκους των 320χιλιοστών με ενδιάμεσο τις δαγκάνες M50, επίσης φυσικά της Brembo. Τα φρένα της V2 είναι κάτι νέο σε αίσθηση, έχουν απίστευτη δύναμη χωρίς να γίνονται ποτέ τόσο απότομα που να πρέπει να σκεφτείς διπλά, πριν δώσεις δύο-τρία μέτρα ακόμη στην είσοδο της στροφής, δοκιμάζοντας να πιέσεις περισσότερο για να στρίψεις έχοντας κερδίσει μερικά δέκατα. Επαναπροσδιορίζεις γύρο με τον γύρο το σημάδι για φρενάρισμα με μία σιγουριά πως τα φρένα της V2 S δεν θα σε προδώσουν και πράγματι κανείς δεν βγήκε προδομένος μέσα στην ημέρα. Η αίσθηση από την μανέτα ήταν τόσο καλή που θα πάρω την σπάνια πρωτοβουλία να βάλω υψηλές προσδοκίες και για την γήινη και κυρίως ελληνική στιγμή, όπου θα χρειαστεί να πιέσεις δυνατά τα φρένα σε κάποιο επαρχιακό με αμφιλεγόμενη πρόσφυση. Το πρόβλημα λοιπόν με την επικινδυνότητα μίας στροφής με ξεκάθαρη χάραξη ήταν πως κανείς δεν μπορούσε να βρει ποιο ήταν το όριο! Οι άνθρωποι της Ducati τόνισαν πως κατά την προετοιμασία της παρουσίασης που έγραφαν συνέχεια γύρους για να έχουν δεδομένα και να μπορούν να μας τα μεταφέρουν, όλοι οι αναβάτες εξέλιξης κινδύνεψαν ψάχνοντας το όριο ακριβώς εκεί! Η στροφή στο μεταξύ έχει το όνομα «Σεβίλλη», γιατί εκεί θα καταλήξεις αν δεν στρίψεις…

Panigale

Στη διάθεσή σου έχεις τα εξής όπλα να σε συνδράμουν: Το Cornering ABS, το Traction Control με ανεξάρτητο Wheelie Control, τον έλεγχο φρένου κινητήρα και το απαράδεκτο Quickshifter που μπέρδευε τον κόσμο και μερικές φορές έβρισκε και νεκρά, λες και ο λεβιές είναι στον δικό του χωροχρόνο 20 χρόνια πίσω! Ειδικά για το Quickshifter της Ducati έχω πει τα καλύτερα λόγια από την εποχή του Streetfighter V4, είχα πει στους ανθρώπους της BMW να προσπαθήσουν να το αντιγράψουν γιατί ήταν απαράδεκτο να χρεώνουν έως και 1.500 Ευρώ για το δικό τους όταν η τοποθέτησή του δεν άξιζε ούτε ως δώρο. Οπότε το θεώρησα και ως χτύπημα, όταν σε επιτάχυνση εξόδου με τρίτη πήγα για τετάρτη όλο χαρά, έτοιμος να πω ότι κατακτήθηκε το πρώτο μισό της πίστας και βρέθηκα με ψευτονεκρά! Τα κατά τα άλλα απροβλημάτιστα ηλεκτρονικά υπακούν σε τέσσερις γενικές καταστάσεις λειτουργίας, Race, Sport, Road και WET όπου σε ότι αφορά τον κινητήρα, οι τρεις πρώτες αλλάζουν την απόκριση του γκαζιού αλλά όχι την τελική δύναμη, εκτός από την τελευταία όπου φτάνει μόνο τους 95 ίππους. Το Cornering ABS έχει δύο πολύ ενδιαφέρουσες λειτουργίες που μπορείς να ξεκλειδώσεις μέσα στην πίστα και με τον όρο «ξεκλειδώσεις» εννοούμε το μυαλό, ώστε να δοκιμάσεις κάτι νέο. Στην δεύτερη κατάσταση λειτουργίας επιτρέπει να ντριφτάρεις τον πίσω τροχό με το φρένο, κάτι το οποίο είναι εύκολο να κάνεις με μικρές ταχύτητες, Εδώ όμως μιλάμε για κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό, κάτι που δεν μπορεί να γίνει, δίχως την συνδρομή των ηλεκτρονικών. Τουλάχιστον δεν μπορεί να γίνει παντού και πάντα με χαμηλό ρίσκο! Το Cornering ABS καταλαβαίνει με πιο ρυθμό αποσταθεροποιείται ο πίσω τροχός και φροντίζει να αμολήσει πίεση αν δει πως δεν το κάνεις από μόνος σου, λίγο πιο αργά μιας και νωρίτερα από το ίδιο αποκλείεται να διαισθανθείς το ρίσκο. Επειδή μιλάμε για πίστα που δεν έρχονται άλλα οχήματα από το αντίθετο ρεύμα, το άνοιγμα της γραμμής δεν εμπεριέχει κάποιο κίνδυνο. Για τον δρόμο κρατάς την θέση τρία που δεν εξωθεί τον πίσω τροχό σε ντριφτάρισμα και αμολά πίεση εμπρός αν δει πως σηκώνεται απότομα ο πίσω τροχός, για να προσγειώσει την μοτοσυκλέτα. Η αποφυγή endo απουσιάζει στην θέση δύο και ένα, την λιγότερο παρεμβατική και ταυτόχρονα εκείνη που όταν την επιλέγεις, η  ECU αναμένει  πως από στιγμή σε στιγμή θα πιέσεις το εμπρός φρένο στο όριο, προσαρμόζοντας έτσι την λειτουργία της. Για αυτό και δεν πρέπει να γίνεται χρήση λανθασμένων ρυθμίσεων με βάση το περιβάλλον οδήγησης και αν ο στόχος είναι ένας άδειος επαρχιακός, τότε η ρύθμιση Sport είναι η ιδανικότερη.

Ducati Panigale V2S οδηγούμε πρώτα και μετά μιλάμε

Digi-Tal

Το Traction Control προσφέρει 8 επίπεδα  παρεμβατικότητας και 4 ο έλεγχος σούζας που όπως κάθε φορά, και ισχύει αυτό για όλους τους κατασκευατές, στην πράξη κόβει όλες τις σούζες μέχρι να το απενεργοποιήσεις, τσάμπα οι ρυθμίσεις δηλαδή. Το νέο εδώ όμως είναι πως η Ducati σου επιτρέπει να κάνεις αλλαγές ενώ οδηγείς που αυτό μοιάζει περίεργο να το τονίζει κανείς, αλλά μόνο αν ξέχασες πως μιλάμε για γρήγορη οδήγηση σε πίστα και όχι για τουριστική μοτοσυκλέτα. Για να σε βοηθήσει να πειράζεις ρυθμίσεις ενώ οδηγείς μία μοτοσυκλέτα που σε προσκαλεί να ανεβάσεις ολοένα και περισσότερο τον ρυθμό σου, υιοθέτησε τον τρόπο που υπάρχει και στα MotoGP αξιοποιώντας την έγχρωμη TFT οθόνη για να βοηθήσει την γρήγορη ματιά να εστιάσει. Οπότε αν αλλάξεις το μενού της οθόνης σε χρήση για πίστα, βλέπεις δεξιά τις ενδείξεις του Traction Control επάνω, της σούζας από κάτω και έπειτα φρένο κινητήρα και ABS, ώστε να μπορείς να τα αλλάξεις χωρίς να εστιάσεις. Δεν χρειάζεται επίσης να βλέπεις χρόνο, σε κάθε κομμάτι της πίστας ο χρωματικός κώδικας σε ενημερώνει αν έχεις βελτιωθεί. Όταν βλέπεις γκρι δεν υπάρχει βελτίωση, όταν είναι πορτοκαλί έχεις κάνει το καλύτερο στην συγκεκριμένη έξοδο από τα pit, όχι ρεκόρ, αυτό θα στο δείξει με κόκκινη σήμανση, και έτσι όχι μόνο ξέρεις χωρίς να εστιάσεις στο χρόνο αν πήγες καλύτερα, αλλά και σε ποιο σημείο της πίστας έγινε αυτό!

Panigale

Και οι δύο εκδόσεις είναι ομολογκαρισμένες για συνεπιβάτη που σημαίνει ότι δεν παρανομείς αν βάλεις τον πρόσθετο εξοπλισμό στην έκδοση S για να ανεβάσεις δεύτερο άτομο, που στην βασική έκδοση έχεις τη σέλα του έτοιμη. Εκείνο που θα ήθελα να δω είναι τις αναρτήσεις αυτές σε γήινες συνθήκες ελληνικούς επαρχιακού. Κι αυτό γιατί ξεκινώντας το τελευταίο κομμάτι της πίστας, αμέσως μετά την στροφή που αναλύσαμε πιο πάνω με την δίχως παγίδες χάραξη αλλά την επικίνδυνη πρόκληση που σε προδιαθέτει να υποκύψεις, η πίστα είχε έντονα σαμαράκια. Για να δείτε πως συμβαίνουν και αλλού αυτά και πως όταν είναι τελείως νέα μπορεί να προκύψουν τέτοιες ατέλειες τους πρώτους μήνες που θα απαιτούν την διόρθωση, φρενάραμε από δυνατά κατεβάζοντας δευτέρα, με τα χέρια να πρέπει να παίξουν τον δικό τους ρόλο ανάρτησης. Το Ohlins ΝΙΧ30 της έκδοσης S ήταν φανταστικό σε αυτό τον ρόλο σβησίματος ατέλειας βοηθώντας στην πράξη το ABS να φρενάρει χωρίς να αμολά πίεση στην μανέτα, στέλνοντας έντονη την ανάδραση εκείνη την στιγμή στο δάχτυλό σου. Λίγο πιο αδιάλλακτο να ήταν, ελάχιστα λιγότερο προοδευτικό και θα άφηνε στιγμιαία τον τροχό στον αέρα την ώρα του φρεναρίσματος στερώντας από επιλογές, την μονάδα λειτουργίας του ABS. Αυτό όπως καταλαβαίνετε ανεβάζει τον πήχη για την οδήγηση αυτής της μοτοσυκλέτας σε δημόσιους δρόμους, όπου άλλωστε θα περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Εκεί, σε δημόσιο δρόμο, σε εκκινήσεις και μεγάλες ευθείες, θα χάσει στην αναμέτρηση με βάση τα απόλυτα νούμερα απόδοσης, δίνοντας ένα σκαλοπάτι σε όλους εκείνους που δεν έχουν ιδέα πώς είναι να την οδηγείς και αυτή αλλά και τον προκάτοχό της, μία τελείως διαφορετική μοτοσυκλέτα από την οποία τίποτα δεν σώζεται στην νέα V2. Σε όλους τους άλλους τομείς και ιδιαίτερα σε ένα track day, η νέα V2 είναι ένα σοβαρό παιχνίδι και το παιχνίδι είναι ο τρόπος με τον οποίο έχουμε μάθει να γνωρίζουμε τον κόσμο, είναι το πρώτο μας σχολείο. Αυτός ακριβώς ήταν και λόγος που η Ducati έφτιαξε αυτή την μοτοσυκλέτα…

 

 

ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΑΝΑΒΑΤΗ

Κράνος: Airoh

Μπουφάν: Nordcode

Παντελόνι: Nordcode

Γάντια: Nordcode

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ             

 

Αντιπρόσωπος:

Kosmocar

Τιμή:

Panigale V2 από 19.800 (Panigale V2 S, από 21.800)

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

-

Ύψος (mm):

-

Μεταξόνιο (mm):

1465

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

837

Ίχνος (mm):

93

Γωνία κάστερ (˚):

23,6

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο monocoque

Πλάτος (mm):

-

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

179 / - (V2S 176 /-)

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, V2 90με σύστημα μεταβλητού χρονισμού βαλβίδων, 2ΕΕΚ, 4β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

96 x 61,5 mm

Χωρητικότητα (cc):

890

Σχέση συμπίεσης:

13,1:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

120 / 10.750

Ροπή (kg.m/rpm):

9,4 / 8.250

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

134.8

Τροφοδοσία:

Ηλεκτρονικός ψεκασμός 52 mm

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1 σε 2 (1 καταλύτης 3 λάμδα)

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός, μονόδρομος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

1,84:1

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / 15/42

 

Σχέσεις κιβωτίου

1η

38/14

2α

34/17

3η

32/20

4η

29/22

5η

24/21

6η

26/25

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Kayaba monoshock (V2S Ohlins)

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Πλήρεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17”

Ελαστικό:

Pirelli Diablo Rosso IV 190/55 ZR 17

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 245 mm, διπίστονη δαγκάνα Brembo, Cornering ABS Bosch με δυνατότητα απενεργοποίησης

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

TFT έγχρωμη οθόνη 5 ιντσών, με τρεις διαφορετικές απεικονίσεις ενδείξεων, ρυθμιζόμενη φωτεινότητα, αυτόματη μετάβαση από μαύρο σε λευκό φόντο, trip computer, ενδείξεις Riding Modes & Power Modes, ρολόι, θερμοκρασία κινητήρα, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ένδειξη στάθμης καυσίμου, ένδειξη σχέσης κιβωτίου, Riding Modes, Power Modes, USB θύρα φόρτισης με προστατευτικό κάλυμμα, παραθυράκι για έλεγχο ψυκτικού, γυρολόγιο, αυτόματη απενεργοποίηση φλας, DTC, DWC, EBC, αυτόματη αναγνώριση ελαστικού στα ηλεκτρονικά

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Marzocchi ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι (V2S Ohlins NIX30)

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

120/43

Ρυθμίσεις:

Πλήρεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 x 17

Ελαστικό:

Pirelli Diablo Rosso IV 120/70 ZR 17

ΦΡΕΝΟ

Δυο δίσκοι 320 mm, με ημιπλευστες ακτινικές δαγκάνες Brembo Monobloc M50 και Cornering ABS

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15 / -

Οδηγούμε - Aston Martin AMB 001 : Η εξωτική βρετανική γυμνή με τον υπερτροφοδότη και τους 180 hp

Μία δυνατή αποκλειστικότητα για τους αναγνώστες του MOTOMAG!
O Alan Cathcart οδηγεί την Aston Martin AMB 001 για το περιοδικό ΜΟΤΟ
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

15/12/2022

Οι Aston Martin και Brough Superior έχουν πάει την συνεργασία τους ένα βήμα παραπέρα με την αποκάλυψη της AMB 001 Pro τον Νοέμβριο στην Έκθεση της EICMA 2022 στο Μιλάνο, μία άλλου επιπέδου Superbike 997 κ. εκ. αποκλειστικά για χρήση σε πίστα εμπνευσμένη από το τρελό Pro hypercar Valkyrie AMR με V12 6,5 λίτρων και 1.176hp. Η αυστηρά περιορισμένης παραγωγής AMB 001 Pro είναι η πιο πρόσφατη δουλειά μεταξύ των δύο εταιρειών, συνδυάζοντας το θρυλικό σχέδιο της Aston Martin με την τελευταίας τεχνολογίας μηχανουργία της Brough Superior.

Η δοκιμή αυτή είναι άλλη μία δυνατή αποκλειστικότητα του MOTO και του MOTOMAG, προσφέροντας στους αναγνώστες μας την ευκαιρία να οδηγήσουν κι αυτοί μαζί μας μία εξωτική μοτοσυκλέτα. Πάμε λοιπόν να δούμε πώς λειτουργεί αυτή η συνεργασία των Aston Martin και Brough Superior:

Ο διάδοχος της εξαντλημένης AMB 001, έρχεται στη μοναδική έκδοση Pro, έχοντας πάρει στοιχεία από το χωρίς όρια hypercar Valkyrie AMR Pro της Aston Martin. Η απόδοση εντός πίστας είναι ακραία, προσφέροντας μία αύξηση ισχύος 25% σε σχέση με τον προγονό του, με τον κινητήρα των 228 ίππων να έχει σχέση ισχύος/βάρους της τάξης των 1,28hp/kg, παρόμοιο με αυτό των αυτοκινήτων Formula 1.

Aston Martin AMB 001 Pro EICMA

“Είμαστε στην ευχάριστη θέση να παρουσιάσουμε την AMB 001 Pro σήμερα στην EICMA”, είπε ο CEO της Brough Superior Thierry Henriette στο λανσάρισμα. “Η επιτυχία του προγόνου της, συνδυασμένη με το απίστευτο Aston Martin Valkyrie AMR Pro, μας ενέπνευσε να ενωθούμε ξανά για να δημιουργήσουμε μία νέα superbike που ξέρουμε ότι θα ενθουσιάσει τους πελάτες μας. Είμαστε ιδιαιτέρως περήφανοι για τον νέου τύπου κινητήρα, με τον στρόφαλο να είναι κατασκευασμένος από ένα ενιαίο κομμάτι από billet αλουμίνιο, μοναδικό χαρακτηριστικό για μοτοσυκλέτα παραγωγής. Με την αξιοσημείωτη αύξηση της ισχύος, η AMB 001 Pro μπαίνει στην κατηγορία των hyperbike.”

AMB 001 PRO κινητήρας

 

Η περισσότερη δύναμη του νέου AMB 001 Pro έρχεται χάρη στην νέα έκδοση του δικύλινδρου V κινητήρα 997 κυβικών, του οποίου τα περισσότερα χυτά μέρη του έχουν αντικατασταθεί πλήρως από ενιαίο κομμάτι billet αλουμινίου AL5000 κατεργασμένο σε μηχανή CNC. Οι ιδιότητες του υλικού βελτιώνουν στη θεωρία τη δομική ακαμψία του κινητήρα, ενώ ο ανανεωμένος σχεδιασμός του κυλίνδρου με το υγρό χιτώνιο βοηθάει στην ψύξη του. Το αποτέλεσμα είναι αυτή η μονάδα να ζυγίζει μόλις 70 κιλά χωρίς τα σώματα ψεκασμού, βοηθώντας στη συνολική μείωση του βάρους της μοτοσυκλέτας που ζυγίζει 175 μόλις κιλά. Η κάθετη δύναμη του αέρα που φορτίζει τον μπροστινό τροχό είναι αυξημένη μέσω μίας αεροτομής μπροστά και πλευρικών φτερών, με το μπροστινό κάλυμμα να είναι τώρα ενσωματωμένο στο υπόλοιπο φαίρινγκ ώστε να διαχειρίζεται καλύτερα τις πιέσεις που ασκεί η κάθετη δύναμη στη μύτη της μοτοσυκλέτας. Μία λεπίδα σχεδιασμένη σε αεροδυναμική σήραγγα στέλνει τον αέρα πάνω από τον αναβάτη. Το ρεύμα του αέρα εισέρχεται μέσω ενός μεγάλου αεραγωγού ενσωματωμένου στο μπροστινό φτερό, και κατόπιν περνά μέσα από το νέο φαίρινγκ, για να απομακρυνθεί από τον αναβάτη χάρη στη νέα ζελατίνα. Ένα πτερύγιο πίσω με σχεδιασμό για να εξισορροπεί την ροή του αέρα βελτιώνει ακόμη περισσότερο τις αεροδυναμικές βελτιώσεις. “Είναι μία υπέροχα απλή συνταγή”, αναφέρει ο Marek Reichman, Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος και Διευθυντής του Δημιουργικού τμήματος της Aston Martin. “Σχεδιασμός συν τεχνολογία ισούται με απόδοση. Όταν πιέζεις κάτι στα άκρα των δυνατοτήτων του, και το κάνεις χωρίς προβλήματα, η εμπειρία του αποτελέσματος θα σου κόψει την ανάσα. Δεν υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στα προηγμένα υλικά, τον σχεδιασμό και τις τεχνικές ικανότητες της μοτοσυκλέτας. Αυτό το αποτέλεσμα το έχουμε πετύχει ξανά με την Brough Superior, για όσους επιθυμούν μία Superbike αποκλειστικά για πίστα που δε μοιάζει με καμία άλλη. Ο αναβάτης αποτελεί μέρος αυτού του κινούμενου γλυπτού και θα νιώθει κυριολεκτικά μέρος της πίστας όταν θα βρίσκεται πάνω στην AMB 001 Pro.”

AMB 001 PRO

Η AMB 001 Pro προσφέρεται σε μία έκδοση, βαμμένη με αγωνιστικό χρωματισμό που συνδυάζει το Verdant Jade της Aston Martin με ίνες carbon με σατέν τελείωμα και μαύρο Cerakote στον κινητήρα και τις αναρτήσεις. Οι λεπτομέρειες από Photon Lime ενισχύουν τη συνολική εμφάνιση, χαιρετίζοντας τις γενιές νικηφόρων οδηγών της Aston Martin. Οι επισκέπτες της έκθεσης της EICMA είχαν την ευκαιρία να δουν πρώτη φορά από κοντά την πρωτότυπη AMB 001 Pro, δίπλα από τον εμπνευστή της, το Valkyrie AMR Pro. Οι παραγγελίες έχουν ήδη ολοκληρωθεί για την αυστηρά περιορισμένης έκδοσης AMB 001 Pro, η οποία θα κατασκευαστεί στο χέρι στο εργοστάσιο της Brough Superior στην Τουλούζη της Γαλλίας. Μόλις 88 μοτοσυκλέτες θα δημιουργηθούν -υποδηλώνοντας τις 88 μοίρες περιεχόμενης γωνίας των κυλίνδρων του δικύλινδρου V κινητήρα. Οι πρώτες παραδόσεις θα γίνουν το τέταρτο τρίμηνο του 2023. Η τιμή των 148.900€ ανακλά τα μοναδικά χαρακτηριστικά της μοτοσυκλέτας με δεδομένο ότι η αρχική AMB 001 “ξεπούλησε” σε τιμή 108.000€. Τα hypercars δεν είναι φτηνά, ούτε και τα hyperbikes όμως.

AMB 001 η αρχή

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, από την AMB 001 δηλαδή, με την ιστορία της δημιουργίας της εξωτικής μοτοσυκλέτας των Aston Martin & Brough Superior -που δεν είναι απλώς μια ακόμα "τσαπατσοδουλειά" και μια "αρπαχτή" για ευκατάστατους συλλέκτες που αγοράζουν ότι να 'ναι αρκεί να φέρει κάποιο "βαρύ" όνομα στο ρεζερβουάρ, αλλά εμπεριέχει εκτενή μηχανολογική εξέλιξη και πραγματικά αξιοπρόσεκτες και μοναδικές λύσεις που έχουν ουσία. Συνεχίζουμε με την οδήγηση της AMB 001 στο Goodwood Festival of Speed του 2022 από τον συνεργάτη του ΜΟΤΟ Alan Cathcart, και μετά από το απολαυστικό του κείμενο βρισκόμαστε σε αναμονή για το επόμενο κεφάλαιο, με την οδήγηση και της AMB 001 Pro, όταν αυτό καταστεί δυνατό.

Δοκιμή της Aston Martin AMB 001: Μία φιλική συνεργασία;

AMB 001 Pro στο εργοστάσιο

Αν ήθελες να προσφέρεις στον εαυτό σου ή σε κάποιον αγαπημένο σου ένα πολύ ιδιαίτερο δώρο Χριστουγέννων στη μορφή μίας από τις 100 υπερτροφοδοτούμενες V2 μοτοσυκλέτες ΑΜΒ 001 περιορισμένης παραγωγής -λυπάμαι, αλλά άργησες! Κάθε ένα κομμάτι, αυτής της ριζοσπαστικής δημιουργίας των δύο θρυλικών βρετανικών εταιρειών, των Aston Martin και Brough Superior, έχει ξεπουλήσει εδώ και καιρό στην τιμή των 108.000€ συμπεριλαμβανομένου 20% Φ.Π.Α, και ήδη το ν. 64 έχει παραδοθεί στον χαρούμενο ιδιοκτήτη του, άρτι αφιχθέν από την γραμμή παραγωγής στο εργοστάσιο της Brough Superior στην Τουλούζη, της Γαλλίας.

Aston Martin AMB 001 Pro EICMA

Αλλά δεν πειράζει-μπορείς να το κανονίσεις για τα επόμενα Χριστούγεννα γράφοντας το όνομά σου τώρα για να αποκτήσεις ένα από τα 88 κομμάτια που θα κατασκευαστούν από την ΑΜΒ -κατά το Aston Martin Brough- 001 Pro, η οποία μόλις αποκαλύφθηκε στην έκθεση EICMA 2022 στο Μιλάνο, με δικύλινδρο V υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα απόδοσης 228 ίππων, κατασκευασμένο από ενιαίο κομμάτι billet. Ποια είναι η τιμή για αυτό το δεύτερο αποτέλεσμα της φιλικής συνεργασίας μεταξύ του Βρετανού κατασκευαστή αυτοκινήτων και του γαλλικού εργοστασίου μοτοσυκλέτας; Ψάξε βαθιά στην τσέπη σου -θα είναι 148.900€, χωρίς την προσθήκη των φόρων! Ωστόσο, όταν ανακοινώθηκε πίσω τον Οκτώβριο του 2019 ότι ο καταξιωμένος κατασκευαστής αυτοκινήτων Aston Martin ενωνόταν με το αναγεννημένο εργοστάσιο της Brough Superior με έδρα τη Γαλλία για να αναπτύξουν από κοινού μία μοτοσυκλέτα, έμοιαζε πολύ καλό για να είναι αληθινό. Γιατί το να βάλεις τις πιο ιστορικές βρετανικές μάρκες σε δύο και τέσσερις τροχούς να εργαστούν μαζί έμοιαζε σαν ένα εμπορικό τέχνασμα -πολύ καλό στα χαρτιά, αλλά πως θα ήταν δυνατό να γίνει πράξη; Όταν όμως η εντυπωσιακή ΑΜΒ 001, με το φτερωτό έμβλημα της Aston στα πλαϊνά της μέρη, αποκαλύφθηκε τον Νοέμβριο του 2019 στην Έκθεση της EICMA στο Μιλάνο, ξαφνικά όλα έβγαζαν νόημα. Γιατί, ντυμένη σε ένα ακραία ξεχωριστό κοστούμι από ανθρακόνημα σχεδιασμένο από τον Εκτελεστικό Αντιπρόεδρο και Επικεφαλής Σχεδιασμού, Marek Reichman, έναν παθιασμένο μοτοσυκλετιστή και ιδιοκτήτη μίας Ducati Panigale, ο υπερτροφοδοτούμενος με άμεσο ψεκασμό V2 κινητήρας 997 κ. εκ. της ΑΜΒ 001 ήταν μία ριζικά καινοτόμα μοτοσυκλέτα φτιαγμένη αποκλειστικά για χρήση σε πίστα -ούτε φώτα, ούτε κόρνα, ούτε και πιθανότητα να κυκλοφορήσει ποτέ νόμιμα στον δρόμο- η οποία παρ’ όλα αυτά εξελισσόταν στους γαλλικούς δρόμους τα τελευταία δέκα χρόνια. Πώς γίνεται αυτό; Επειδή τόσο καιρό ο Γάλλος σχεδιαστής, επιχειρηματίας και CEO της Brough Superior Motorcycles Thierry Henriette δούλευε πάνω σε μία τέτοια μοτοσυκλέτα.

SuperBob

Το αρχικό πρωτότυπο έκανε την εμφάνισή του στην Έκθεση του Παρισιού το 2011 με την ονομασία Boxer SuperBob, που την πήρε από τον εκλιπόντα πατέρα του Thierry ο οποίος είχε φύγει από τη ζωή τρία χρόνια νωρίτερα, αφού υποστήριξε την απόφαση του 22 ετών γιου του να παρατήσει την Ιατρική για να ιδρύσει μία αντιπροσωπεία μοτοσυκλετών που ονόμασε Boxer Bikes, η οποία επωνυμία προήλθε από την Ferrari Berlinetta Boxer που οδηγούσε! Οι μέρες του Thierry με την Aston Martin δεν είχαν ακόμη έρθει… Εκείνο το πρωτότυπο Boxer SuperBob του 2011 ήταν μία ολοκληρωτικά καινούργια μοτοσυκλέτα γεμάτη με καινοτομίες, φτιαγμένη γύρω από έναν ειδικά κατασκευασμένο V2 κινητήρα 88ο που δημιουργήθηκε για λογαριασμό του Henriette από την Akira Engineering κοντά στην Bayonne της Γαλλίας, που αργότερα θα κατασκεύαζε τα μοτέρ της Kawasaki ZX-10R, κάτι που οδήγησε τον Tom Sykes στην κατάκτηση του τίτλου στα World Superbike το 2013, κι έπειτα τον ομόσταυλό του Jonathan Rea σε έξι ακόμα Παγκόσμια Πρωταθλήματα, αφού από τότε μέχρι και σήμερα πάντα χρησιμοποιεί κινητήρες κατασκευής Akira. Η τελευταία σχεδίασε το μοτέρ του SuperBob συγκεκριμένα για λειτουργία με υπερτροφοδότηση, με ισχυρότερο στρόφαλο και εσωτερικά κινητήρα για να αντέξουν την επιπλέον ισχύ από τον υπερσυμπιεστή Garrett που ο Henriette σχεδίαζε να εγκαταστήσει. Ωστόσο ήταν μία συσκευή με σχετικά χαμηλή πίεση αποδίδοντας 0,4 bar/ 5,80 psi ώθησης, και γι’ αυτό στόχευσε στην αύξηση της ταχύτητας απόκρισης του γκαζιού και στην απόδοση ομαλότερης, πιο ισχυρής επιτάχυνσης σε χαμηλές και μεσαίες στροφές, παρά στην ενίσχυση την δύναμης ψηλά μέσω περισσότερης πίεσης. Αυτό ήρθε αργότερα! Ο Thierry Henriette είπε “Ο υπερσυμπιεστής μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε την απόδοση ενός κινητήρα 1.400 κυβικών, αλλά με τον μικρότερο όγκο και βάρος ενός κινητήρα 1.000 κυβικών.”

Super Bob prototype

Το ντεμπούτο του πρωτάκουστου roadster SuperBob στην Έκθεση του Παρισιού το 2011 δημιούργησε τόσο μεγάλο ενθουσιασμό που κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να επισκιάσει το εξίσου νέο 1199 Panigale της Ducati. Το SuperBob είχε μεγάλη επίδραση στο γαλλικό κοινό, και κάπως έτσι, οπλισμένη με ένα μεγάλο πιθανό αγοραστικό κοινό για μία μοτοσυκλέτα με turbo που κοστίζει κάτω από 20.000€, ο Thierry Henriette ξεκίνησε να ψάχνει για την επένδυση κεφαλαίου ύψους 5 εκ. ευρώ για να ξεκινήσει την παραγωγή. Αλλά η ροή χρημάτων παρέμενε σφιχτή μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, ειδικά για μία μοτοσυκλέτα από μία εταιρεία όπως η Boxer που ήταν εντελώς άγνωστη πέρα από τη Γαλλία. Η Brough Superior όμως, ήταν άλλο θέμα, και αφού ο Henriette γνώρισε τον Mark Upham, ιδιοκτήτη του εμπορικού σήματος Brough, οι δυο τους έδωσαν τα χέρια τον Ιούλιο του 2013 για μία συμφωνία να αναπτύξουν μία γκάμα από Brough Superior νέας γενιάς χρησιμοποιώντας μία ατμοσφαιρική έκδοση του V2 κινητήρα της SuperBob. Μόλις τέσσερις μήνες αργότερα η πρώτη μοντέρνα Brough SS100 αποκαλύφθηκε στην Έκθεση στο Μιλάνο για να σηματοδοτήσει την 90η επέτειο του μοντέλου -ένα τεράστιο κατόρθωμα με δεδομένο το εξαιρετικά περιορισμένο χρονικό πλαίσιο. Αφού η Akira επανασχεδίασε τον κινητήρα σε ατμοσφαιρική μορφή για την εκκίνηση της παραγωγής των SS100 το 2015, με την προσφορά του Henriette στην Aston Martin ήδη να βρίσκεται στα σκαριά για την ένωση των δύο με στόχο τη δημιουργία μίας τολμηρής μοτοσυκλέτας από κοινού, η εξέλιξη του υπερτροφοδοτούμενου V2 πρωτότυπου συνέχισε με γοργούς ρυθμούς.

AMB 001

Αυτό οδήγησε με τη σειρά του στο ντεμπούτο τον Νοέμβριο του 2019 στην EICMA της απίστευτης Aston Martin AMB 001, με το ελκυστικό design του Reichman και της ομάδας του στην Aston Martin, και ενώ ο Covid αναπόφευκτα καθυστέρησε τις διαδικασίες, τελικώς η παραγωγή ξεκίνησε στο εργοστάσιο της Brough στην Τουλούζη, η οποία πλέον περιλάμβανε την εξ’ ολοκλήρου κατασκευή των κινητήρων in house. Τον Μάρτιο του 2022 ξεκίνησαν οι παραδόσεις στους υπομονετικούς ιδιοκτήτες των πρώτων 30 κομματιών της μοτοσυκλέτας με την οποία η Aston Martin έκανε το ντεμπούτο της στους δύο τροχούς. Αυτή έχει πλαίσιο μονής ραχοκοκαλιάς κατασκευασμένο από ένα ενιαίο κομμάτι τιτανίου με κατεργασία billet, ενώ το υποπλαίσιο που φιλοξενεί τη σέλα είναι από ανθρακόνημα, και μερικά κομμάτια carbon είναι επίσης και δομικά στοιχεία, φιλοξενώντας πτερύγια και άλλα αεροδυναμικά βοηθήματα που στόχο έχουν την φόρτιση του μπροστινού τροχού με βάρος στις υψηλές ταχύτητες, αλλά και την ενίσχυση της εισαγωγής φρέσκου αέρα. Αυτά περιλαμβάνουν τα μπροστινά φτερά των οποίων το σχήμα εμπνέεται από τις καμπύλες σε σχήμα S που υπάρχουν στο μπροστινό μέρος των επιβατικών αυτοκινήτων της Aston Martin. Υπάρχει επίσης και ένα πτερύγιο από carbon fibre που διατρέχει το μπροστινό μέρος της μοτοσυκλέτας, το ρεζερβουάρ καυσίμου και καταλήγει στη μινιμαλιστική TFT οθόνη του πίνακα οργάνων. Το πτερύγιο αυτό κοσμεί το θρυλικό λογότυπο της Aston Martin, αλλά αντί να είναι ζωγραφισμένο ή αυτοκόλλητο, είναι ένα πολύ λεπτό -για την ακρίβεια εννιά μικρόμετρα λεπτό- κομμάτι ανοξείδωτου χάλυβα κομμένο με λέιζερ που έχει εφαρμοστεί κάτω από το βερνίκι.

AMB 001 engine

Ο υγρόψυκτος V2 88ο κινητήρας της AMB 001 λειτουργεί ως ενεργό στοιχείο του πλαισίου, με την περιεχόμενη γωνία των κυλίνδρων του να είναι μειωμένη κατά δύο μοίρες στον στρόφαλο από την πιο συνήθη διάταξη των 90ο , η οποία προσφέρει τέλεια πρωτεύουσα ισορροπία. Αυτό δίνει τη δυνατότητα να εξοικονομηθούν 30mm όσον αφορά στον χώρο ανάμεσα στις κεφαλές των κυλίνδρων, χωρίς να είναι απαραίτητη προϋπόθεση η χρήση αντικραδασμικού άξονα για την εξομάλυνση των περιττών κραδασμών. Το μονόμπρατσο ψαλίδι από χυτό αλουμίνιο ενώνεται με το οριζόντια διαχωρισμένο κάρτερ, το άνω μέρος του οποίου φιλοξενεί τους κυλίνδρους με επένδυση Nikasil. Το οκταβάλβιδο μοτέρ έχει διαστάσεις 94 x 71,8mm, με σφυρήλατες ατσάλινες μπιέλες που βρίσκονται δίπλα-δίπλα σε ένα κοινό κομβίο, και με τον σφυρήλατο στρόφαλο να εδράζεται σε κουζινέτα.

Κινητήρας AMB 001

Οι μπιέλες φέρουν στο μικρό άκρο τους σφυρήλατα πιστόνια με τρία ελατήρια, με μία αντλία λαδιού δύο σταδίων να παίρνει κίνηση με γρανάζια απευθείας από τον στρόφαλο, με ταυτόχρονη κίνηση της αντλίας νερού. Υπάρχει μία σύνθετη λειτουργία για τις τέσσερις βαλβίδες του κάθε κυλίνδρου, που αποτελείται από μία καδένα Morse για κάθε κύλινδρο που παίρνει κίνηση κατευθείαν από το στρόφαλο, φτάνοντας σε ένα ενδιάμεσο γρανάζι τοποθετημένο ακριβώς κάτω από τους δύο εκκεντροφόρους επικεφαλής σε κάθε έναν από τους δύο κυλίνδρους, οι οποίοι δίνουν απευθείας κίνηση. Οι ατσάλινες βαλβίδες -35mm εισαγωγής και 31mm εξαγωγής, κάθε μία με μονό ελατήριο- έχουν περιεχόμενη γωνία 26ο, και ρυθμίζονται με καπελότα. Υπάρχει μονό σώμα ψεκασμού 52mm της Bosch με ride by wire λειτουργία γκαζιού.

Κιβώτιο AMB 001

Με υψηλή, για υπερτροφοδοτούμενο μοτέρ, σχέση συμπίεσης 10,5:1, ο κινητήρας της ΑΜΒ 001 παράγει 184,5 ίππους (136kW) στις 9.000 στροφές που φτάνουν στον πίσω τροχό μέσω ενός αφαιρούμενου κιβωτίου τύπου κασέτας έξι σχέσεων κατασκευασμένο από τη CIMA στην Ιταλία, και με έναν υγρό πολύδισκο συμπλέκτη Adler τεχνολογίας APTC, με τον υψηλής πίεσης υπερπληρωτή Garrett να είναι ικανός να δώσει ώθηση 1.00 bar/14,5 psi στους κυλίνδρους, αλλά προσφέροντας μεταβλητό boost μέσω της ECU της Bosch, ανάλογα με την επιλεγμένη σχέση, την ταχύτητα και το φορτίο.

Ο κινητήρας της AMB 001

“Ο ηλεκτρονικός έλεγχος της υπερσυμπίεσης μας δίνει τη δυνατότητα να συμπεριφερθούμε στον υπερπληρωτή με τον ίδιο τρόπο όπως με το σύστημα ανάφλεξης”, λέει ο Thierry Henriette. “Μπορούμε να κάνουμε την επίδραση στον κινητήρα όσο ευέλικτη και προοδευτική θέλουμε, με διαφορετικές λειτουργίες πλήρωσης.” Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η ισχύς, η Aston Martin έχει επίσης χρησιμοποιήσει ένα intercooler, για να μειώσει τη θερμοκρασία του συμπιεσμένου αέρα που εισέρχεται στον κινητήρα, για αποτελεσματικότερη πλήρωση. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της AMB 001 είναι το γεγονός ότι ενώ η μέγιστη ροπή των 15,81 kgm έρχεται στις 6.800 στροφές, υπάρχουν 14,27 kgm διαθέσιμα από τις 5.000 μέχρι τις 9.500 στροφές. Συγκρινόμενο με την ατμοσφαιρική έκδοση -σύμφωνη με τις Euro 4 προδιαγραφές- του ίδιου κινητήρα της Brough Superior SS100 που αποδίδει 103,4 ίππους (75kW) στις 9.600 στροφές με τη μέγιστη ροπή να φτάνει τα 8,87kgm στις 7.300 στροφές, μπορείς άμεσα να αναγνωρίσεις τα πλεονεκτήματα. Η ροπή είναι πιο σημαντική από την ισχύ όσον αφορά την απόδοση στον πραγματικό κόσμο, και ειδικά η επιτάχυνση -αυτό νιώθεις όταν ανοίγεις το γκάζι σε οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα, και με την υπερσυμπίεση, η αύξηση της δύναμης παράγει ροπή, συν ότι όσο μεγαλύτερη η πρώτη, αντίστοιχα ενισχύεται και η αίσθηση της επιτάχυνσης.

Ψυγείο AMB 001

Υπάρχει ένα μεγάλο αλλά διακριτικό εμφανισιακά ψυγείο νερού κατασκευασμένο στην Ιταλία για να καταπολεμήσει τα προβλήματα θερμοκρασίας που προκαλεί η υπερσυμπίεση, ένας παράγοντας που επίσης επιτάσσει την επιλογή εξάτμισης από κράμα Inconel – ένα αεροναυπηγικό κράμα μετάλλων που χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση των πολύ υψηλών θερμοκρασιών, κάτω από τις οποίες σχηματίζει μία προστατευτική επίστρωση οξειδίου κάνοντάς τo ανθεκτικό στη ζέστη.

Fior σύστημα AMB 001

Η μπροστινή ανάρτηση της Aston Martin είναι βασισμένη στον αρθρωτό σχεδιασμό του πιρουνιού που δημιουργήθηκε από τον Γάλλο μηχανικό Claude Fior και είχε τερματίσει μέσα στους βαθμούς σε αγώνες του πρωταθλήματος FIM Endurance, περίπου δύο χρόνια προτού δημιουργηθεί η πρώτη μοτοσυκλέτα που έφερε το παρόμοιο σύστημα Hossack. To πιρούνι Fior αντιγράφηκε επίσης αργότερα από τον John Britten στο αγωνιστικό του V-1000, όπως και από την BMW με το μπροστινό σύστημα Duolever που τοποθετήθηκε στα μοντέλα της σειράς Κ, και στη σημερινή εποχή αποτελεί την επιλογή για όλα τα μοντέλα της Brough Superior. Οι δύο αρθρωτές αντηρίδες τοποθετημένες σε γωνία κάστερ 23,9ο με 102,6mm ίχνους είναι κατεργασμένες σε εργαλειομηχανή CNC από billet αλουμίνιο με διπλές αρθρωτές τριγωνικές ενώσεις τιτανίου, και φέρει μονό αμορτισέρ Donerre ρυθμιζόμενο σε προφόρτιση ελατηρίου και απόσβεση επαναφοράς, με 112mm διαδρομή τροχού.

Ψαλίδι AMB 001

Πίσω, το μονόμπρατσο ψαλίδι από billet αλουμίνιο κατεργασμένο σε CNC ενώνεται με το κάρτερ του κινητήρα, με ένα μονό αμορτισέρ Donerre με μοχλικό, ενώ είναι πλήρως ρυθμιζόμενο για προφόρτιση ελατηρίου και αποσβέσεις επαναφοράς και συμπίεσης, προσφέροντας διαδρομή τροχού 124mm. Η Donerre είναι μία γαλλική εταιρεία Τσέχου ιδιοκτητη, που εξειδικεύεται στις αγωνιστικές αναρτήσεις και βρίσκεται βόρεια της Τουλούζης. Ιδρύθηκε το 1994, και εκτός από το ότι είναι ο εισαγωγέας των WP στη Γαλλία, έχει αναπτύξει μία σειρά από αμορτισέρ αφιερωμένα στα μοντέλα της Brough Superior και τώρα της Aston Martin. Η Brough άφησε τις Ohlins για αυτές τις αναρτήσεις, οπότε πρέπει να είναι καλές!

AMB 001 Pro φρένο μπροστά

Παρομοίως μία τοπική επιχείρηση, η Beringer, προμηθεύει εδώ και χρόνια τις Boxer, Brough και τώρα Aston Martin με φρένα, και οι διπλοί μπροστινοί δίσκοι των 320mm πάνω στο ΑΜΒ 001 συνδυάζονται με ακτινικά τοποθετημένες monobloc δαγκάνες, με έναν δίσκο πίσω 230mm και δαγκάνα ενός εμβόλου. Χάρη στην άφθονη προσοχή στην εξοικονόμηση βάρους, η ΑΜΒ 001 ζυγίζει μόλις 180 κιλά στεγνή, με κατανομή βάρους 50/50% μέσα στο αρκετά μακρύ μεταξόνιο των 1499mm.

Οι διαδοχικές καραντίνες για τον Covid που ακολουθήθηκαν από ταξιδιωτικούς περιορισμούς που επιβλήθηκαν ανάμεσα σε Γαλλία και Βρετανία, σήμαιναν ότι για το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων δύο ετών δεν μπορούσα να αποδεχθώ την πρόσκληση του Thierry Henriette για να πάω εκεί και να οδηγήσω την ΑΜΒ 001 σε κάποιες από τις δοκιμαστικές συνεδρίες στις πίστες Pau-Arnos ή Nogaro. Επιτέλους ήρθε η ευκαιρία να το κάνω -αλλά με τη μορφή ενός trailer σε μία μεγάλου μήκους ταινία, όπως αποτυπώθηκε από μία σειρά από περάσματα από την μπροστινή είσοδο του Δούκα του Richmond στο Goodwood Festival of Speed του 2022. Κοίτα, δε θα έλεγα όχι -ιδιαίτερα αν μπορούσαμε να πάμε κάπου νωρίτερα για μία ήσυχη πρώτη γνωριμία και εξάσκηση. Μόνο που δεν έγινε - τα σχέδια για κάτι τέτοιο εξανεμίστηκαν όταν το φορτηγάκι που έφερνε τη μοτοσυκλέτα άργησε να αναχωρήσει, και ο Εκτελεστικός Διευθυντής της Brough, Albert Castaigne, μαζί με τον εργοστασιακό δοκιμαστή Simon Pitelet έπρεπε να οδηγήσουν 1.200 χιλιόμετρα από την Τουλούζη στο Goodwood με τη μία, συμπεριλαμβανομένου του περάσματος με πλοίο στο κανάλι, για να καταφέρουν να φτάσουν το βράδυ πριν ξεκινήσει ο τετραήμερος εορτασμός. Έτσι δεν απέμενε τίποτα άλλο από το να σφίξω τα δόντια και να ξεκινήσω να προσεύχομαι ότι τίποτα αναπάντεχο δε θα εμφανιζόταν στην τελική επίδειξη, αυτού του δείγματος ιστορίας της Aston Martin που περίμενα πολύ καιρό, κι ότι είναι πράγματι οδηγήσιμο, μπροστά σε 100.000 θεατές -συμπεριλαμβανομένων όλων των σπουδαίων προσώπων της ΑΜ. Και μετά ξεκίνησε να βρέχει…

Οδηγώντας την AMB 001 στο Goodwood

Οδηγώντας την Aston Martin ΑΜΒ 001

Λοιπόν, δεν ντρέπομαι να παραδεχτώ ότι κότευσα να γίνω φίλος με την ΑΜΒ 001 σε βρεγμένη πίστα, η οποία γλιστρούσε πολύ από όλα τα λάδια και τις γόμες που είχαν αφήσει πίσω τους τα αυτοκίνητα που έτρεξαν εκείνη την ημέρα πριν από εμένα. Συν του ότι είχαν φέρει μόνο μία μοτοσυκλέτα, επομένως αν κάτι κατά τύχη… τέλος πάντων, καταλαβαίνετε. Οπότε ήταν ο Simon που έκανε τελικά την οδηγική παρουσίαση στο κοινό, ώστε να αποδείξει πως η μοτοσυκλέτα της Aston Martin ήταν πράγματι λειτουργική, και όχι ένα πρωτότυπο στατικής επίδειξης -ομολογουμένως σε πολύ περιορισμένες “φέρε την πίσω ανέπαφη με κάθε κόστος” ταχύτητες, με βρόχινα ελαστικά. Η ECU της Bosch έχει τρεις διαφορετικές χαρτογραφήσεις και TC 10 σταδίων μαζί με anti-wheelie, κάτι που βοήθησε να εξασφαλιστεί η επιβίωση.

Οδηγώντας την AMB 001

Η σειρά μου ήρθε εκείνο το απόγευμα με τους ουρανούς καθαρούς, ενώ προηγουμένως είχα δοκιμάσει την μοτοσυκλέτα για το μέγεθός μου και ανακάλυψα ότι με ύψος 1,80m πρακτικά χρειαζόμουν σκάλα για να ανέβω πάνω στην όμορφα ντυμένη σε δέρμα Oxford σέλα με υποτιθέμενο ύψος 830mm, η οποία ήταν επίσης πολύ φαρδιά στο σημείο που συναντάται με το “ρεζερβουάρ” (το οποίο είναι κατά κύριο λόγο κάτω από τη σέλα, αλλά καταλαβαίνετε τι εννοώ). Νομίζω ότι θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τις μετρήσεις σ’ αυτό, γιατί μόλις βρέθηκα πάνω μπορούσα μόλις να ακουμπήσω τα δάχτυλα και των δύο ποδιών στο έδαφος ταυτόχρονα -ένιωθα απολύτως ασταθής, γιατί αφού έβαλα μπροστά το V2 μοτέρ με τον αξιόλογο ήχο του υπερσυμπιεστή, έπρεπε να προχωρήσω αργά μέχρι την γραμμή εκκίνησης σε μία ουρά από μοτοσυκλέτες, γέρνοντας προς τα δεξιά ώστε να βάλω το δεξί μου πόδι στο έδαφος, και με το αριστερό μου να μπορώ να βρω όταν χρειαζόμουν τη νεκρά στο αγωνιστικό κιβώτιο με την πρώτη επάνω. Τότε ήταν που παρατήρησα την ετικέτα της Michelin πάνω στο ελαστικό -ανησυχούσα τόσο πολύ που θα την καβαλούσα, ώστε ξέχασα να ελέγξω τα ελαστικά που φορούσε. Ναι, ξέρω, λάθος ερασιτέχνη -αλλά τουλάχιστον ήξερα πριν ξεκινήσω ότι είχα ένα καινούργιο σετ slick ελαστικών το οποίο επιπλέον δεν είχε περάσει καθόλου χρόνο σε κουβέρτες, γιατί ούτως ή άλλως η αναμονή πίσω από μία ουρά μοτοσυκλετών μέχρι να έρθει η σειρά μας θα τα είχε κρυώσει εντελώς.

Σπινάροντας το πίσω λάστιχο πριν φτάσω στη γραμμή εκκίνησης ανέβασε τουλάχιστον κάπως τη θερμοκρασία σε εκείνο -αλλά ανησυχούσα περισσότερο για το μπροστά, γιατί η πρώτη στροφή στο Goodwood είναι με το ζόρι 200 μέτρα από την εκκίνηση, και η επόμενη είναι ακόμα πιο κοντά. Καθώς περνούσα με μεγάλη προσοχή από αυτές τις δύο με δευτέρα, μπορούσα να νιώσω το μπροστινό ελαστικό να συμπεριφέρεται σαν να πατούσα πάνω σε μπίλιες -καταπληκτική πληροφόρηση από το μπροστινό αμορτισέρ της Donerre! Όμως τώρα σήκωνα τη μοτοσυκλέτα και στόχευα ευθεία, ανοίγοντας το γκάζι προσεκτικά αλλά σταθερά, καθώς περνούσα μπροστά από το οίκημα της πίστας. Μπορούσα να νιώσω το πίσω ελαστικό να χάνει επανειλημμένα την πρόσφυση από κάτω μου -χωρίς να υπάρχει η βοήθεια του TC στο χάρτη που είχα επιλέξει- δημιουργώντας στη μοτοσυκλέτα ένα ελαφρύ κοσκίνισμα το οποίο προφανώς φαινόταν θεαματικό στην τηλεόραση, απ’ ό,τι μου είπαν. Ανησυχούσα περισσότερο για τη στροφή Molecomb στο τέλος της ευθείας μετά το οίκημα - η πρώτη αριστερή της διαδρομής, που σημαίνει ότι χρειαζόταν προσοχή στο απάτητο μπροστινό ελαστικό. Συνεπώς έκανα όλο το φρενάρισμα στην ευθεία -αλλά από την άλλη τα Beringer δούλεψαν τόσο καλά που έπρεπε, εμ... να επιταχύνω ξανά για να πάρω τη στροφή. Κοιτάξτε, αυτό ήταν ένα μάθημα επιβίωσης, όχι μια προσπάθεια για να δείχνω cool!

Οδηγώντας την AMB 001

Αλλά από εκεί και πέρα άρχισα να εκτιμώ τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της Aston, η οποία έστριβε με ακρίβεια -αγγίζοντας τη νευρικότητα- περνώντας το εσάκι Kennels, προτού περάσει ξυστά από τον πέτρινο τοίχο στην μακροσκελή αριστερή στροφή που οδηγεί στη γραμμή τερματισμού. Ήταν όμως η μεγάλη ευθεία που ανεβαίνει το λόφο μέχρι το τέλος της περίφραξης όπου πραγματικά με εντυπωσίασε, με το υπερτροφοδοτούμενο μοτέρ να προσφέρει εντυπωσιακή επιτάχυνση καθώς ανέβαζα σχέσεις στο γλυκό κιβώτιο -αν και πριν προλάβω να κουμπώσω την τελευταία ταχύτητα, ξέμεινα από χώρο. Σε έναν μετέπειτα γύρο περάσαμε το αγωνιστικό Crighton Rotary σε μία στιγμή που καταγράφηκε από τον τηλεοπτικό φακό -αν και είναι μάλλον άδικο να κάνουμε συγκρίσεις, με εμένα πάνω σε ένα υπερτροφοδοτούμενο V2 1.000 κυβικών που έμοιαζε να στέλνει στον τροχό και τους 184,5 ίππους. Ήταν ωραία αίσθηση, παρ’ όλα αυτά! Όπως ήταν ολόκληρη η εμπειρία οδήγησης της Aston κατά τη διάρκεια του σαββατοκύριακου -αν και θα παραδεχτώ πως το να ανεβαίνω και να κατεβαίνω από αυτό το πράγμα ήταν ιδιαιτέρως άβολο: έπρεπε να έχω κάποιον να κρατάει τη μοτοσυκλέτα για μένα όταν κατέβαινα ή στη στάση στο τέλος του λόφου. Δεν μπορώ να μην αναλογιστώ πως καθόμουν πάνω σε μια ταπετσαρισμένη σανίδα από carbon fibre, που είχε φτιαχτεί περισσότερο ώστε να δείχνει όμορφο παρά να είναι χρηστικό. Επίσης, η απόσταση της σέλας από το έδαφος πρέπει να μικρύνει κατά τουλάχιστον 20mm -είναι πάρα πολύ ψηλά, και ενώ έχω οδηγήσει όλες τις διαφορετικές αγωνιστικές εκδόσεις του, ξέρω ότι ο Claude Fior ήταν ένας ένθερμος υποστηρικτής των ψηλών μοτοσυκλετών προκειμένου να χρησιμοποιεί τη μεταφορά του βάρους για επιπλέον πρόσφυση, όμως ποτέ δεν συμφώνησα ότι αυτό ήταν απαραίτητο ώστε να παίρνεις την καλύτερη δυνατή αίσθηση από το μπροστινό σύστημα, όπως εδώ. Μέχρι το τέλος του σαββατοκύριακου κράταγα τα φρένα βαθιά μέσα στην Στροφή 1 με πλήρη αυτοπεποίθηση, μέχρι που κάποια στιγμή κατάφερα να βρω το κατάλληλο σημείο για τα φρένα, όπως επίσης το ίδιο συνέβη και στην Molecomb. Ωστόσο, παρέμενε μία άγαρμπη αίσθηση στην αλλαγή κατεύθυνσης στο εσάκι Kennels εξαιτίας της απόστασης του αναβάτη από το έδαφος -αν και ο τόσο ομαλός τρόπος που λειτουργούσε η ώθηση του υπερσυμπιεστή για τη σύντομη ευθεία μετά από αυτό ήταν πραγματικά απολαυστικός.

Οδηγώντας την AMB 001

Πράγματι, η οδήγηση της Aston Martin έφερε ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου που γινόταν όλο και μεγαλύτερο όσο περνούσε η ώρα. Παρά τους αδιαμφισβήτητα εντυπωσιακούς αριθμούς ιπποδύναμης και ειδικότερα ροπής, μάλλον ακούγεται παράξενο το ότι η μοτοσυκλέτα δεν ήταν ένα hyperbike που σηκώνει συνέχεια τον μπροστινό τροχό με επιθετικό τράβηγμα της ισχύος όταν επιχειρείς να εκμεταλλευτείς την υπερτροφοδότηση, το οποίο θα αναγκάσει τον πίσω τροχό να σπινάρει αν το traction control δεν είναι ρυθμισμένο στο τέρμα επεμβατικό στάδιο. Αντιθέτως, υπάρχει μία δυνατή και ταυτόχρονα ομαλή αλλά εντελώς επίμονη σπρωξιά καθ’ όλη τη διάρκεια των στροφών από τις 4.500 στροφές και έπειτα -όπως επίσης και μία καλά ρυθμισμένη απόκριση του γκαζιού. Το φαινόμενο της υστέρησης του turbo εξαφανίζεται σε μεγάλο βαθμό, χωρίς ωστόσο η επιτάχυνση από κλειστό γκάζι να είναι άγρια ή απότομη, όπως συμβαίνει μερικές φορές με μοτέρ που έχουν αντίστοιχα συστήματα όπου οι μηχανικοί έχουν προσπαθήσει υπερβολικά να αντισταθμίσουν το φαινόμενο της καθυστέρησης που εμφανίζουν. Αλλά ένας ακόμη λόγος για την γλυκιά αλλά άμεση απόκριση είναι σίγουρα ο άμεσος ηλεκτρονικός ψεκασμός [EFI] της AMB 001 -δηλαδή το GDI, ή Άμεσος Ψεκασμός Βενζίνης [Gasoline Direct Injection]- ο οποίος όπως λέει ο Henriette έχει ρυθμιστεί από τον ίδιο για την ανώτερης ποιότητας απόκριση του γκαζιού που προσφέρει. Παρά το γεγονός ότι καμία άλλη μοτοσυκλέτα παραγωγής δεν έχει ενσωματώσει σύστημα GDI πέρα από την αποτυχημένη δίχρονη Bimota Vdue ένα τέταρτο του αιώνα πριν, σήμερα στα αυτοκίνητα είναι ευρέως διαδεδομένα, μέχρι και στα πιο ταπεινά Toyota ή Kia. Αυτό ουσιαστικά προϋποθέτει ότι το καύσιμο εγχέεται απευθείας μέσα στον θάλαμο καύσης, αντίθετα με τα συμβατικά συστήματα ψεκασμού όπου ψεκάζεται μέσα στην ροή εισαγωγής σε κάθε πλευρά της πεταλούδας του γκαζιού.

Υπερτροφοδότης

Το GDI αυξάνει την ποσότητα αέρα που φτάνει στον κινητήρα γιατί το καύσιμο δεν χρειάζεται πλέον να ανταγωνίζεται τη ροή του πρώτου για χώρο μέσα στις θυρίδες εισαγωγής -όμως ο άμεσος ψεκασμός δίνει λιγότερο χρόνο για την εξάτμιση του καυσίμου, επομένως χρειάζεται ένα πιο ακριβό και εξειδικευμένο μπεκ υψηλής πίεσης που δημιουργεί μικρότερα σταγονίδια καυσίμου. Με την απαιτούμενη πίεση του τελευταίου να βρίσκεται εξαιρετικά ψηλά στα 1.800 bar/26.000 psi, τα μπεκ GDI εκτίθενται σε αυξημένη ζέστη και πίεση, συν ότι χρειάζεσαι μία μεγαλύτερης πίεσης και ακριβείας αντλία βενζίνης άρα και πιο περίπλοκη χαρτογράφηση, με όλους αυτούς τους περιορισμούς να αποτελούν τους λόγους που ο άμεσος ψεκασμός είναι σημαντικά ακριβότερος από τον έμμεσο EFI. Ο συνδυασμός του GDI με το turbo, είναι η αιτία που κάνει το μηχανικό πακέτο της Aston Martin αρκετά πρωτοποριακό όσον αφορά τα δεδομένα των δύο τροχών -για την ακρίβεια είμαι σίγουρος ότι η διοίκηση της εταιρείας Aston Martin όπως επίσης και οι ιδιοκτήτες θα το εκτιμήσουν! Αφού έμαθα τα χαρακτηριστικά της, η AMB 001 μου πρόσφερε το ίδιο απολαυστικό χτύπημα που τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια φροντίζει να μου δίνει απλόχερα η κατασκευασμένη στην Αυστραλία υπερτροφοδοτούμενη V2 Ducati 999 Super Squalo μου. Με χαρά θα αποδεχτώ τον χαρακτηρισμό του οπαδού της εξαναγκασμένης εισαγωγής, και η Aston Martin προσφέρει την ίδια συγκλονιστική αίσθηση όταν οι στροφές ανεβαίνουν σε συνδυασμό με την ώθηση που έχω συνηθίσει με το Squalo. Η επιτάχυνση με τέρμα ανοιχτό γκάζι έχει ως αποτέλεσμα να εκτοξεύεσαι μπροστά δυνατά και γρήγορα σχεδόν με κάθε σχέση, χάρη στην εθιστική, συναρπαστική απόδοση που προσφέρει αυτή η μοτοσυκλέτα. Δεν υπάρχει κανένα απότομο σκαλοπάτι μέγιστης ροπής, μόνο μία υπερβολικά ομαλή απόδοση σημαντικού μέρους της. Εντάξει -το anti-wheelie στην ECU της Bosch επιτρέπει στον μπροστινό τροχό της ΑΜΒ 001 να σηκωθεί ελάχιστα από το έδαφος καθώς ανοίγεις απότομα το γκάζι. Επομένως η απόδοση της μοτοσυκλέτας είναι πολιτισμένη και προσιτή, αλλά όπως και να έχει εντυπωσιακή γι’ αυτό που είναι. Πιστέψτε με, είναι μία πραγματικά αναζωογονητική, σαγηνευτική οδήγηση, η οποία αξίζει να φτάσει σε ένα πιο ευρύ κοινό. Καθόλου άσχημα για την πρώτη μοτοσυκλέτα της Aston Martin -ναι, δεν είναι απλώς όμορφη!