Ducati Scrambler Urban Enduro Μοντέλο 2016

Για την ζούγκλα της πόλης
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/12/2018

Στην πρώτη γενιά των Scrambler, η Ducati προσπάθησε να ικανοποιήσει το κοινό που ήθελε ένα πιο χωματερό look με την έκδοση enduro. Είχε ψηλό εμπρός φτερό και ειδικό χακί χρώμα, όμως τα μηχανικά του μέρη ήταν πανομοιότυπα με των υπόλοιπων Scrambler και αντίστοιχες ήταν οι δυνατότητες του στο χώμα. Η εμπορική του καριέρα δεν κράτησε πολύ, καθώς δύο χρόνια μετά αντικαταστάθηκε από το Derert Sled με τις μεγαλύτερες διαδρομές αναρτήσεων και τους τροχούς με τις ακτίνες. Παρ’ όλα αυτά, η έκδοση Enduro έχει τις δικές της χάρες όπως θα διαβάσετε και στο τεστ που αναδημοσιεύουμε εδώ:

 

Με το χακί ματ στρατιωτικό του χρώμα να ονομάζεται Jungle Green, η "enduro" έκδοση του Scrambler δείχνει πανέτοιμη να κάνει καταδρομή στη ζούγκλα των πόλεων

Για λογαριασμό του Scrambler έχουν γίνει επικών διαστάσεων συζητήσεις στην συντακτική ομάδα του ΜΟΤΟ. Αιτία ήταν η - κάτι περισσότερο από - συμπάθια του Λάζαρου για αυτή την μοτοσυκλέτα, που φυσικά πυροδοτούσε πειράγματα από όλους τους υπόλοιπους. Όταν λοιπόν ήρθε η ώρα να το κάνει τεστ την έκδοση Icon, στις μεταξύ μας συζητήσεις επικεντρώθηκε σε όλα τα αρνητικά για να μην καρφωθεί ότι του αρέσει. Αντίθετα εγώ αντιμετώπιζα από την αρχή καχύποπτα τα Scrambler, διότι φαίνεται ότι αντικατέστησαν μέσα στην γκάμα της Ducati το αγαπημένο μου αερόψυκτο Monster 620/695 που ήταν ίσως η πιο απολαυστική και προσιτή μικρομεσαία μοτοσυκλέτα που έχει φτιαχτεί στην Ευρώπη. Όπως καταλαβαίνετε, από την αρχή έβλεπα το Scrambler με μισό μάτι και πραγματικά απορώ με τον εαυτό μου πώς κατέληξα μετά από μερικές μέρες συμβίωσης μαζί του να αλλάξω εντελώς άποψη και να το συμπαθήσω τόσο πολύ. Έτσι, ενώ συμφωνώ 100% σε όλα τα σημεία αρνητικής κριτικής που έκανε ο Λάζαρος για το Icon,εν τούτοις βρήκα στο Scrambler ορισμένα πολύ δυνατά σημεία υπεροχής που δεν έχει άλλη μοτοσυκλέτα αυτή την εποχή.

 

Ένα Serrow με 800 κυβικά

Θυμάστε το Yamaha Serrow ή το Kawasaki Sherpa; Με 225 κυβικά το ένα και 250 το άλλο, ήταν δύο μικρές, ελαφριές, χαμηλές μοτοσυκλέτες με ελάχιστα έξοδα χρήσης. Έκαναν θραύση στην χώρα μας ως μεταχειρισμένα από Ιαπωνία, σε σημείο τέτοιο που οι ελληνικές αντιπροσωπείες ήταν οι μόνες στην Ευρώπη που τα εισήγαγαν καινούρια. Όμως στις αρχές του 2000 η ευρωπαϊκή νομοθεσία επέβαλε γραφειοκρατικούς περιορισμούς με αποτέλεσμα να σταματήσει η εισαγωγή τους. Από τότε δεν ξαναεμφανίστηκε στην αγορά κάποια μικρή on-off που να είχε τόσο έντονα τονισμένα τα χαρακτηριστικά αυτά. Για κάποιο περίεργο λόγο, το ScramblerUrbanEnduro μου θύμισε εκείνες τις δύο μοτοσυκλέτες. Λέω περίεργο, διότι εδώ έχουμε μια δικύλινδρη μοτοσυκλέτα 803 κυβικών με 61,6 πραγματικούς ίππους στον πίσω τροχό και βάρος 195 κιλά με γεμάτο το ρεζερβουάρ της. Όμως η Ducati κατάφερε να φτιάξει μια πανεύκολη στην καθημερινή χρήση μοτοσυκλέτα που οδηγώντας την δεν καταβάλεις περισσότερο κόπο από εκείνον που χρειαζόταν ένα Serrow 225. Η χαμηλή σέλα είναι βασικό πλεονέκτημα του Scramblerκαι του χαρίζει μοναδικότητα ανάμεσα στις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες οποιασδήποτε κατηγορίας.

 Αυτή η φιλικότητα προς τους μικρόσωμους αναβάτες ή σε όσους δεν θέλουν να κάνουν ακροβατικά και ασκήσεις ισορροπίας κάθε φορά που ανεβαίνουν, κατεβαίνουν, σταματάνε και παρκάρουν την μοτοσυκλέτα τους, αρκεί για να δικαιολογήσει την αγορά της.

 Σε επίπεδο ευκολίας χειρισμών από αναβάτες με ύψος κάτω από 1,80μ το Scrambler δεν έχει κανέναν αντίπαλο, ακόμα κι αν το συγκρίνεις με μικρότερου κυβισμού street μοτοσυκλέτες. Μάλιστα έτυχε πριν το Ducati να οδηγήσω για μερικές μέρες ένα scooter 200 κυβικών, το οποίο σε σύγκριση με το UrbanEnduro έμοιαζε να έχει την ευελιξία και το βάρος φορτηγού. Στους άκοπους χειρισμούς που απαιτεί το Scramblerέρχονται να προστεθούν και άλλα δύο μοναδικά στοιχεία που το κάνουν να ξεχωρίζει ακόμα περισσότερο ανάμεσα από τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες. Το ένα είναι το καταπληκτικό κράτημα των ελαστικών της Pirelli πάνω στους ελληνικούς δρόμους. Τα MT60 ξεκίνησαν την ζωή τους ως αγωνιστικά βρόχινα ελαστικά των GP/SBKκαι έγιναν μεγάλη εμπορική επιτυχία στα τέλη της δεκαετίας του '90 με την μόδα των Supermotard. Τα συγκεκριμένα που φοράει το Scrambler είναι η έκδοση δρόμου (RS=RoadSport) εκείνων των ελαστικών, όμως το κορυφαίο κράτημα παρέμεινε ως είχε. Σε συνδυασμό με το δεύτερο θετικό στοιχείο που είναι ο σπιρτόζος κινητήρας του, το UrbanEnduroμπορεί να κινείται μέσα στην πόλη σαν τον δαίμονα της Τασμανίας αν του το ζητήσεις. Αξίζουν δύο λόγια για αυτόν τον κινητήρα πριν προχωρήσουμε, διότι είναι αρκετά εύκολο να τον αδικήσεις επειδή είναι αερόψυκτος και διβάλβιδος. Τόσο στα πρώτα Monster S2, όσο και αργότερα στα Monster 796/Hypermotard 796, αυτός ο κινητήρας των 803 κυβικών ήταν ο πιο γλυκός και ευχάριστος σε λειτουργία. Το μόνο αρνητικό του ήταν η κακιά συνήθεια της Ducati να έχει μια αταίριαστα μακριά τελική σχέση μετάδοσης, που σε ανάγκαζε να πατινάρεις διαρκώς τον συμπλέκτη μέσα στην κίνηση της πόλης για να μην σκορτσάρει. Πριν μετακομίσει στο Scrambler, η Ducati έκανε μπόλικες επεμβάσεις πάνω του, σχεδόν όλες τους με εντυπωσιακά θετικό αντίκτυπο. Έτσι, ενώ η πραγματική ιπποδύναμη μειώθηκε κατά 14 ολόκληρους ίππους σε σχέση με τα Monster/Hypermotard 796, εν τούτοις μέσα στην πόλη δείχνει πολύ πιο κεφάτος και ζωηρός. Βασική αιτία είναι το γενναίο κόντεμα της τελικής της τελικής σχέσης μετάδοσης που βοηθάει τον κινητήρα να ανεβάζει ευκολότερα στροφές όταν ανοίγεις το γκάζι και σε απαλλάσσει από την συχνή χρήση της μανέτας του συμπλέκτη στις πολύ χαμηλές ταχύτητες.

 Με το Scrambler έχεις την χαρά να βάλεις ακόμα και τετάρτη μέσα στην πυκνή κίνηση της πόλης, όταν με τα 796 ήσουν πατιναριστός με πρώτη!

Μια άλλη σημαντική βελτίωση (για αρκετό κόσμο φαντάζομαι) είναι η δραστική μείωση των μηχανικών θορύβων του κινητήρα. Αυτό τονίζει ακόμα περισσότερο την πολιτισμένη συμπεριφορά του και χωρίς περιστροφές είναι ένας από τους πιο ευχάριστους για να ζεις καθημερινά μαζί του και ο πιο ραφιναρισμένος αερόψυκτος κινητήρας που έχει φτιάξει ποτέ η Ducati. Μόνο δύο σημεία μπορούν να σου χαλάσουν την συνολικά θετικότατη εικόνα. Το ένα είναι το αρχικό τίναγμα προς τα μπρος όταν ανοίγεις το γκάζι από τέρμα κλειστό. Αν οδηγάς μόνος σου σε σβέλτο ρυθμό το συνηθίζεις γρήγορα και το ξεπερνάς. Όμως αν θέλεις να οδηγήσεις σε τεμπέλικο τέμπο αρχίζει να γίνεται ενοχλητικό καιειδικά όταν έχεις συνεπιβάτη πίσω σου είναι δύσκολο να αποφύγεις το τσούγκρισμα των κρανών σας κάθε φορά που ξανανοίγεις το γκάζι. Το δεύτερο παράπονο που έχω προκύπτει από την απουσία ρύθμισης της απόστασης για την μανέτα του συμπλέκτη, ο οποίος απομονώνει προς το τέλος της διαδρομής του και θέλει να έχεις πολύ μακριά δάχτυλα για να τον χειρίζεσαι όταν έχεις στρίψεις τέρμα το τιμόνι δεξιά.Αυτό είναι και το μοναδικό παράπονο που αφορά τον συμπλέκτη, καθώς τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του είναι άψογα, όχι μόνο γιατί είναι μαλακός, αλλά κυρίως γιατί στα κατεβάσματα συμπεριφέρεται καλύτερα από αγωνιστικό μονόδρομο και κάνει την διαδικασία αλλαγής ταχυτήτων (πάνω ή κάτω) μια πολύ απολαυστική διαδικασία και χαρίζει ροή στον τρόπο που κινείται η μοτοσυκλέτα.

Η σκόνη του πάει

Την έκδοση UrbanEnduro θα μπορούσες να την αποκαλέσεις on-off, υπό την έννοια ότι έχει ψηλό εμπρός φτερό, αρκετή απόσταση από το έδαφος με προστατευτική ποδιά για τον κινητήρα και αντίστοιχου τύπου τιμόνι. Όμως η αλήθεια είναι ότι το φυσικό της περιβάλλον είναι η άσφαλτος και κυρίως οι δρόμοι μέσα και γύρο από τις πόλεις. Εδώ πραγματικά διαπρέπει, ειδικά αν το κριτήριο σου είναι να πας από την μία άκρη της πόλης στην άλλη, διασχίζοντας το κέντρο της με τον γρηγορότερο και πιο ξεκούραστο σωματικά τρόπο. Αν υπήρχε μια κλίμακα μέτρησης που να υπολογίζει πόση σωματική προσπάθεια κατέβαλες για να αυξήσεις την μέση ωριαία σου ταχύτητα σε κάθε διαδρομή που κάνεις, το Scrambler θα είναι σίγουρα κορυφαία βαθμολογία. Αν του είχε βάλει η Ducati λίγο πιο ενδοτικές αναρτήσεις, εκτός από εύκολο θα ήταν και άνετο.Όμως οι αναρτήσεις του Scrambler έχουν εμφανώς πολύ αργές αποσβέσεις, τόσο στην συμπίεση, όσο και στην επαναφορά, με αποτέλεσμα να δείχνουν σκληρές και να κάνουν την μοτοσυκλέτα να περνάει με άτσαλο τρόπο πάνω από τις συνεχόμενες ανωμαλίες. Σε αυτά τα χρήματα που ζητάει η Ducati, η απουσία ρυθμίσεων (πλην της προφόρτισης ελατηρίου για το πίσω αμορτισέρ) είναι αυτογκόλ που δεν χρειαζόταν να το φάει η ιταλική εταιρεία. Τουλάχιστον, αυτή η σφιχτή συμπεριφορά των αναρτήσεων συνεργάζεται με το εντυπωσιακό κράτημα των ελαστικών της Pirelliκαι το ελαφρύ Scrambler Urban Enduro σου ζωγραφίζει ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπο όταν βρεθείς σε στενούς φιδίσιους επαρχιακούς δρόμους. Μάλιστα όσο πιο πολύ γλιστράνε και όσο πιο στενοί είναι τόσο το καλύτερο! Χωρίς υπερβολές, είναι πολύ πιο γρήγορο σε αυτούς τους δρόμους από το KTM Duke 620(με τα ίδια λάστιχα που είχα ως προσωπική μου μοτοσυκλέτα) που θεωρούνταν για χρόνια σημείο αναφοράς για οδήγηση σε επαρχιακούς δρόμους. Τα φρένα της Brembo και κυρίως η λειτουργία του ABS δίνουν άλλον ένα θετικό πόντο στην σπορ πλευρά του Scrambler.

Παρά τον μονό δίσκο εμπρός και την δαγκάνα των τριών εμβόλων, το Urban Enduro σταματάει πάντα άμεσα, προοδευτικά και ακριβώς στο σημείο που έχεις υπολογίσει, ανεξάρτητα από την ποιότητα του οδοστρώματος. Ούτε τραβάει μονόπαντα στα δυνατά φρεναρίσματα, όπως συνήθως συμβαίνει με τις μοτοσυκλέτες που έχουν δυνατό μονό δισκόφρενο εμπρός, ούτε το ABSαμολάει πρόωρα τα φρένα στην παραμικρή ανωμαλία, όπως συμβαίνει στις περισσότερες μοτοσυκλέτες που κινούνται σε αυτή την κατηγορία τιμής και δεν έχουν τα ακριβά, τελευταίας γενιάς συστήματα ABS. Αν και η διαδικασία απενεργοποίησής του είναι χρονοβόρα και απαιτεί πλήρη ακινητοποίηση της μοτοσυκλέτας, υπάρχει αυτή η δυνατότητα αν χρειαστεί. Αρχικά φαντάστηκα ότι θα ήταν χρήσιμη η απενεργοποίησή του για οδήγηση στο χώμα, όπου η μειωμένη πρόσφυση κάνει συνήθως το ABS να δουλεύει διαρκώς, εμποδίζοντας την μοτοσυκλέτα να μειώσει εγκαίρως την ταχύτητά της, όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην πράξη. Αντιθέτως, με μεγάλη μου έκπληξη διαπίστωσα ότι το ABS δεν έγινε ποτέ ενοχλητικό, ακόμα και όταν κατηφόριζα έναν χωματόδρομο γεμάτο κροκάλες και ρυθμό πολύ πάνω απ' ότι θα έπρεπε για μια μοτοσυκλέτα με αναρτήσεις δρόμου και βρόχινα αγωνιστικά ελαστικά.

Η μόνη περίπτωση που μπορώ να πω ότι θα ήταν χρήσιμη η απενεργοποίηση του ABS είναι αν θέλεις να κάνεις endo ή να μπαίνεις με drift στις εισόδους των στροφών.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις επεμβαίνει μόνο όταν πρέπει. Επιστρέφοντας στην οδήγηση στο χώμα, εννοείται ότι η ονομασία Enduro είναι υπερβολική και ο χαρακτηρισμός on-offστα όρια του αποδεκτού και πάντα υπό προϋποθέσεις. Μία βασική προϋπόθεση είναι το στεγνό χώμα, διότι με αυτά τα λάστιχα δεν θα ήθελες να πέσεις μέσα σε μαλακιά λάσπη. Άλλη μία είναι οι πέτρες να μην ξεπερνούν σε μέγεθος την γροθιά σου, διότι οι αναρτήσεις (πέρα από σκληρές/αργές) έχουν και περιορισμένη διαδρομή. Να πω την αλήθεια δεν μου τερμάτισαν ούτε όταν πέρασα πάνω από φυτεμένες μεγάλες πέτρες, αλλά αν στην άσφαλτο η άνεση είναι ελλιπής φαντάσου πως είναι τα πράγματα στο χώμα. Με λίγα λόγια, για να οδηγάς το καλοκαίρι στους χωματόδρομους των ελληνικών νησιών που οδηγούν σε απόμερες παραλίες είναι μια χαρά το Scrambler. Οτιδήποτε άλλο θα το φέρει σε δύσκολη θέση και πιθανότατα να κάνει και εκείνο το ίδιο σε εσένα. Μμμμ… συγνώμη λάθος, υπάρχει κάτι ακόμα που μπορείς να κάνεις στο χώμα με το Scrambler και το ανακάλυψα τυχαία σε μια ανοιχτή αριστερή στροφή με πατημένο και λίγο νωπό χώμα. Κάνει μακράν τα καλύτερα παντιλίκια διαρκείας στο χώμα. Αυτό το απότομο τίναγμα στο αρχικό άνοιγμα του γκαζιού σπάει ακαριαία την πρόσφυση του πίσω τροχού και η ομαλή άνοδος των στροφών του κινητήρα που ακολουθεί, κρατάει για ώρα σε ανοιχτή τροχιά τον πίσω τροχό με απόλυτο έλεγχο.

Αυτή η μοτοσυκλέτα μοιάζει να είναι γεννημένη για τις πίστες flat-track.

Οι εκδόσεις Full Throttle και Flat Track Pro είναι κατά την γνώμη μου οι πιο αντιπροσωπευτικές για τον πραγματικό χαρακτήρα του Scrambler.

 

Μοναδική επιλογή

Στα 10.650 ευρώ που ζητάει η Ducati για το Urban Enduro, μπορείς να αγοράσεις από το υπερσύγχρονο Yamaha Tracer μέχρι το vintage 883Ironτης Harley. Σε αυτή την κατηγορία τιμής οι επιλογές είναι αμέτρητες και μπορείς να βρεις κάθε είδους μοτοσυκλέτα. Όταν όμως ιεραρχήσεις τις επιθυμίες σου και καταλήξεις να έχεις πάνω-πάνω στην λίστα σου το χαμηλός ύψος σέλας, την ταχύτητα και ευκολία κίνησης μέσα στην πόλη και φυσικά την neo-retro αισθητική, τότε ξαφνικά το Scrambler γίνεται η μοναδική επιλογή που έχεις. Μαζί με τα παραπάνω, η Ducatiσου δίνει δώρο την ικανότητα του Scrambler να είναι πιο γρήγορο από τα supermoto στα γλιστερά στροφιλίκια, να είναι αναπάντεχα διασκεδαστικό στους ομαλούς χωματόδρομους και να καίει λογικές ποσότητες βενζίνης.

Για μένα η έκδοση UrbanEnduro είναι η μοτοσυκλέτα που εκφράζει με σύγχρονο τρόπο τα στοιχεία εκείνα που μας έκαναν να αγαπήσουμε σε αυτή την χώρα τα Serrow και Sherpa.

Το κενό που άφησαν αυτές οι δύο μοτοσυκλέτες μόνο το Scramblerκαταφέρνει να καλύψει αυτή την στιγμή και το κάνεις την μοναδική επιλογή που έχεις

 

Το χακί ματ χρώμα δίνει μια military αισθητική αν και η Ducati το ονομάζει Jungle Green. Το ψιλό εμπρός φτερό είναι κοντό σε μήκος και η μεγάλη απόστασή του από τον τροχό επιτρέπει στα νερά και τις λάσπες να φτάσουν μέχρι τον προβολέα. Ωραία λεπτομέρεια η ατσάλινη προστατευτική σήτα για τον προβολέα, αλλά για να τον καθαρίσεις από τα έντομα θέλεις οπωσδήποτε δυνατό πιεστικό

Μόνο προφόρτιση για το πίσω αμορτισέρ. Η σκληρότητα του ελατηρίου είναι σωστή, όμως οι αποσβέσεις είναι αρκετά αργές και μειώνουν την άνεση. Σε αυτά τα χρήματα θα έπρεπε να ρυθμίζεται πλήρως

Love it or hate it. Αν θες πολλές πληροφορίες μέσα σε ένα μικρό στρογγυλό όργανο, η μόνη λύση είναι να το κάνεις ψηφιακό. Κακώς δεν έχει ένδειξη αυτονομίας

Ο πιο πολιτισμένος, ζωηρός και ευχάριστος αερόψυκτος κινητήρας της Ducati μέχρι σήμερα

Η έκδοση Urban Enduro έχει διαφορετικό κάλυμμα σέλας από το φτηνότερο Icon και δείχνει σαφώς πιο ποιοτική και πολυτελής

 

Οι ζάντες με τις ατσάλινες ακτίνες πρόσθεσαν πέντε κιλά στο UrbanEnduro σε σχέση με το Icon. Πάντως από οδηγικής άποψης δεν επηρέασαν την ανάλαφρη αίσθηση της μοτοσυκλέτας

Το κοντό τελικό της εξάτμισης κοιτάει προς τον ουρανό, οπότε αν βρέχεται η μοτοσυκλέτα μην απορήσετε για τα νερά και τους λευκούς καπνούς που θα βγαίνουν όταν την βάλετε εμπρός

Υφασμάτινη εργαλειοθήκη και θύρα USB για φόρτιση κινητού τηλεφώνου/MP3, αλλά ελάχιστος χώρος για οτιδήποτε άλλο. Την λύση για αποθηκευτικούς χώρους θα την βρείτε στα μοδάτα αξεσουάρ της Ducati

 

ΤΕΧΝΙΚΑΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                                           Ducati Scrambler Urban Enduro

Αντιπρόσωπος:

Kosmocar Α.Ε.

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2100

Ύψος (mm):

1150

Μεταξόνιο (mm):

1445

Ύψος σέλας (mm):

790

Ίχνος (mm):

112

Γωνία κάστερ (˚):

24

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

650

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

560

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

930

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

440

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

195

(χωρίς καύσιμο: 185,25)

Πίσω

51,1

Εμπρός

48,9

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

1%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, σωληνωτό, χωροδικτύωμα

Πλάτος (mm):

845

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

192

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, αερόψυκτος, δικύλινδρος L, desmo με 2Β/Κ και 2ΕΕΚ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

88 x 66

Χωρητικότητα (cc):

803

Σχέση συμπίεσης:

11:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

75 / 8250

Ροπή (kg.m/rpm):

6,9 / 5750

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

93,4

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός με σώμα 50mm

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Ξηρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / 1,850

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα / 3,066

 

Σχέσεις

1η

2,461

2α

1,666

3η

1,333

4η

1,130

5η

1,000

6η

0,923

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2,0

16

0-100

4,6

72

0-150

10,2

272

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

13,2

162,4

0-1.000

25,6

177,2

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

5,4

175

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

4,4/74

5,4/90

 

80-120

4,2/117

5,2/145

6,4/179

120-160

 

8,2/326

8,8/349

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,4

53

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

2,48

Πραγματικά

2,90

3,05

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αμορτισέρ Kayaba χωρίς μοχλικό

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17''

Ελαστικό:

180/55 R17 Pirelli MT60RS

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 245mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό όργανο με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές, ώρα, ολικό χιλιομετρητή, δύο μερικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ABS και ενδεικτικές λυχνίες για κόφτη, νεκρά, φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, ρεζέρβα

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

150 / 41

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,00 x 18''

Ελαστικό:

110/80 R18 Pirelli MT60RS

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 330mm με ακτινική δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

61,6 / 8.400

Ροπή (kg.m/rpm):

5,5 / 7.400

Έχει χάσει σχεδόν 14 ίππους σε σχέση με την προηγούμενη γενιά των αερόψυκτων 803cc που είχαν τα Monster/Hypermotard 796, όμως έχει κερδίσει σε ποιότητα λειτουργίας και η συμπεριφορά του είναι συνολικά ραφιναρισμένη. Αν ρύθμιζαν και λίγο καλύτερα την αρχική απόκριση του ψεκασμού όταν ανοίγεις το γκάζι από τέρμα κλειστό, θα έπαιρναν άριστα δέκα

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης:

9.200

Μέγιστη ισχύς:

8.400

 

 

1η

78

2α

116

3η

144

4η

170

5η

193

6η

209

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

6,9

Ελάχιστη

6,3

Μέγιστη

7,5

Αυτονομία (km):

188,4

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

13 / -

         

 

TRIUMPH TIGER 1200 2022: Το οδηγήσαμε σε όλες τις συνθήκες και εκδόσεις στην Πορτογαλία

Τεχνική Ανάλυση: Δέκα χρόνια μπροστά από τον περσινό προκάτοχό του
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

16/3/2022

Η Triumph κράτησε μόνο το όνομα του Tiger 1200 και ξεκινώντας με έναν ολοκαίνουριο κινητήρα, σχεδίασε από το μηδέν μία μοτοσυκλέτα με βάση έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο: Την αποκαθήλωση του πρώτου στην κατηγορία. Αυτός βέβαια ήταν και ο στόχος του προηγούμενου τον οποίο, εκ των πραγμάτων πλέον, δεν τον πέτυχε. Επιπλέον, η πρώτη θέση στην κατηγορία έχει διασπαστεί σε παρακλάδια ανάλογα με την σχέση χώματος/ ασφάλτου και πλέον ο στόχος δεν μπορεί να είναι και τόσο απόλυτος, είναι πιο σύνθετα τα πράγματα.

Καταρχάς, το MOTO ήταν το μόνο ελληνικό μέσο που δεν είχε εκθειάσει το προηγούμενο μοντέλο, είμασταν οι μόνοι που γράφαμε πως η Triumph είχε αποτύχει στον τότε στόχο της να αποκαθηλώσει το GS και τεκμηριώναμε το γιατί με ανάλυση σε όλους τους τομείς και ξεκάθαρες αναφορές, από τα ηλεκτρονικά μέχρι την κατανομή βάρους. Για να μην είμαστε ισοπεδωτικοί, το προηγούμενο μοντέλο έκανε κάτι πάρα πολύ καλά κι αυτό ήταν τα ταξίδια σε εθνική και μεγάλους δρόμους, ωστόσο δεν κερδίζεις έτσι την κατηγορία, παρόλο που στην πράξη οι μοτοσυκλέτες αυτές θα αναλωθούν λιγότερο σε στενούς επαρχιακούς, πόσο μάλλον σε χώμα.

Γι' αυτό και όταν άρχισα και πάλι να ακούω για το GS από τους ανθρώπους της Triumph μόλις πάτησα το πόδι μου στην Πορτογαλία, τους θύμισα το προηγούμενο και πως καλύτερα να μην επικεντρώνεσαι στον πρώτο, αλλά να φέρεις κάτι νέο στην κατηγορία. Κι επειδή έχουμε χτίσει μία οικειότητα και αντιλαμβάνονται πως η κριτική μου είναι καλοπροαίρετη, μου έκλεισαν το μάτι και μου είπαν πως αυτή την φορά θα πω ότι το κατάφεραν. Για να μην σας κρατώ σε αγωνία και δίνοντας από την αρχή την απάντηση, ναι φέρνουν κάτι απόλυτα νέο σε μία κατηγορία που νόμιζες πως τα έχει όλα, ναι είναι τελείως διαφορετικό από το προηγούμενο και άπειρες φορές καλύτερο, ενώ σε ορισμένους τομείς το τοποθετώ και ψηλότερα από το GS. Ωστόσο για το τελευταίο θα πρέπει να έρθει στην Ελλάδα, να γίνουν περισσότερες δοκιμές, κι αν πράγματι είναι τελικά έτσι, αυτό να τεκμηριωθεί σε μία αναλυτική συγκριτική δοκιμή, αλλά και μέσα από την απόλυτη διαδικασία του MEGA TEST. Ας δούμε πώς και γιατί το Tiger 1200 2022 είναι ολότελα νέο και καμία σχέση δεν έχει με τον προκάτοχο:

Το καλύτερο νούμερο για να τραβήξει το μάτι, είναι τα 25 κιλά που έχει χάσει. Αυτό ενισχύεται από μία μελέτη για την κατανομή βάρους που είναι από τις πιο καθοριστικές που έχω δει. Σε αυτό το σημείο να τονίσω πως στην τεχνική ανάλυση που θα έχει το επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, θα βρείτε μερικές ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΕΣ πληροφορίες για τον κινητήρα και για το θέμα της κατανομής βάρους που θα σας δώσουν να καταλάβετε πόσο δύσκολη δουλειά ήταν και ταυτόχρονα πόσο σημαντικές είναι ορισμένες πολύ μικρές λεπτομέρειες, που ακόμη και ένας κάτοχος μπορεί να μην τις δει αν δεν τους τις δείξεις.

Το άλλο νούμερο είναι τα 148 άλογα που αποδίδει ο κινητήρας αυτός, που θυμίζουμε πως δεν είναι ένας υπερκυβισμένος τρικύλινδρος από το Tiger 900, αλλά ο κινητήρας που έχει μπει στο νέο Speed Triple και που εκεί αποδίδει -εύκολα- 180 άλογα.

Το Speed Triple αποτελεί για το MOTO άλλο ένα παράδειγμα για τον τρόπο που δρα η Triumph, κρατώντας το όνομα αλλά σβήνοντας κάθε σύνδεση με το παρελθόν. Προσπερνώντας στάδια εξέλιξης, πηγαίνοντας δηλαδή κατευθείαν τέσσερα χρόνια μετά ή και δέκα ακόμη, όπως είναι η περίπτωση του Tiger 1200, είναι κάτι που κανείς κατασκευαστής δεν κάνει. Πουθενά. Επιχειρηματικά είναι πιο σωστό να μοιράζεις το κόστος σε περισσότερες πωλήσεις. Από την άλλη η ιστορία μας έχεις δείξει πως οι καλύτερες μοτοσυκλέτες που έχουν βγει στην παραγωγή είναι εκείνες που βασίστηκαν στο πάθος μερικών στελεχών και λιγότερο σε επιχειρηματικά κριτήρια.

Έτσι λοιπόν το Speed Triple έχει πρακτικά αλλάξει κατηγορία, αν διαβάζετε το ΜΟΤΟ το ξέρετε εδώ και καιρό, και αυτός είναι ο κινητήρας που πήρε η Triumph για το Tiger. Μόνο που και εκεί κράτησε απλά το κάρτερ και μόνο! Η σειρά ανάφλεξης δεν είναι ίδια και το Tiger 1200 ακολουθεί την T-Plane διάταξη που μας συστήθηκε στο Tiger 900, το κιβώτιο έχει διαφορετικές σχέσεις, όχι όλες, η κεφαλή είναι νέα αν και η συμπίεση είναι ίδια και τελικά η σχέση με το Speed Triple καταλήγει μικρή στα χαρτιά, μεγάλη όμως στην πράξη. Διότι δεν μιλάμε για προσαρμογές αλλά για εξέλιξη από την αρχή της ζωής αυτού του κινητήρα σε διαφορετικά κλαδιά, όπως τόνισε στο ΜΟΤΟ στέλεχος του εργοστασίου σε μία αποκλειστική συνεδρία που είχαμε μαζί του.

Ο κινητήρας λοιπόν είναι νέος, φτιαγμένος να υπηρετήσει την κατηγορία των μεγάλων Adventure με μπόλικη δύναμη και χαρακτηριστική ευστροφία και το πλαίσιο είναι νέο. Ή καλύτερα τα πλαίσια. Μάλιστα ναι, είναι διαφορετικά, κάτι που επίσης εδώ θα το διαβάσετε. Το ΜΟΤΟ έχει τα στοιχεία γεωμετρίας για όλες τις εκδόσεις και σε συνέντευξη με τον υπεύθυνο εξέλιξης του πλαισίου, την πιο άμεση πηγή στην πληροφορία δηλαδή, οι εκδόσεις με 21 ιντσών εμπρός τροχό προσαρμόστηκαν στον λαιμό για τα δεδομένα που φέρνει η μεγαλύτερη διάμετρος. Ζητούμενο, πάντα, η σωστή κατανομή βάρους, που σε ορισμένες περιπτώσεις παίζει μεγαλύτερο ρόλο από το ίδιο το νούμερο των κιλών. Προς επίρρωση αυτού το παράδειγμα του προηγούμενου μοντέλου. Κι ακόμη καλύτερα, για να φέρω κι ένα παράδειγμα εκτός Αγγλίας, το Honda Crosstourer η μοτοσυκλέτα που στις χαμηλές ταχύτητες είχε την ευελιξία κακοφορτωμένου εμπορικού πλοίου κατηγορίας suezmax. Αν άνοιγες το γκάζι, μετά γινόταν και μπαλαρίνα ακόμη κι αυτή την διαφορά κάνει η σωστή κατανομή βάρους.

Δεν έγινε απλώς δίαιτα λοιπόν, σχεδιάστηκε από την αρχή κάτι νέο με τελείως διαφορετικές διαδικασίες από πριν και με τελείως διαφορετική εμπειρία. Ας μην ξεχνάμε πως πλέον η Triumph έχει κάτι που δεν διέθετε παλιά, μία ομάδα αποκλειστικά για το Off-Road με αναβάτες όπως ο Ivan Cervantes, που επίσης ήταν μαζί μας και για το Tiger 1200.

Ο νέος κινητήρας και το πλαίσιο -πλαίσια καλύτερα- συνεργάζονται με επίσης νέες ημι-ενεργητικές αναρτήσεις της Showa και διαδρομές 200mm στα μοντέλα με 19άρι εμπρός και 220mm σε εκείνα με 21''. Παρένθεση εδώ πως ο πίσω τροχός είναι κοινός για όλες τις εκδόσεις, στις 18 ίντσες. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο στον χώρο της μοτοσυκλέτας γενικά και είναι πολύ συνηθισμένος και ο τροχός 18 ιντσών πίσω, αλλά ο συνδυασμός 19-18 για την συγκεκριμένη κατηγορία είναι επίσης άλλο ένα νέο που εισάγει η Triumph. Ευνοείται εδώ από την εξέλιξη των ελαστικών και μάλιστα οι κατασκευαστές τους απορούν πως και δεν το έκανε κανείς μέχρι τώρα.

Αυτό δεν το λέω τυχαία αλλά αποτελεί σημερινό (16/3/2022) σχόλιο από μεγάλο στέλεχος της Dunlop κατά την παρουσίαση του Roadsmart IV στην Γαλλία, μόλις μία ημέρα μετά την οδήγηση του Tiger 1200. Κλειδί σε αυτό το σημείο το γεγονός πως η κοινή διάμετρος του πίσω τροχού για όλες τις εκδόσεις δεν αποφασίστηκε παρά μόνο σε τελικό στάδιο στην πορεία της μοτοσυκλέτας, έχοντας δει την νεότερη πορεία των ελαστικών όπως δήλωσε στο ΜΟΤΟ ο υπεύθυνος παραγωγής και στην έντυπη έκδοση θα έχουμε και το ακριβές χρονοδιάγραμμα.

Οπότε οι αναρτήσεις έχουν ίδιο πίσω τροχό, με διαφορετική διαδρομή ανάλογα της έκδοσης και διαφορετικό εμπρός, με πιο σημαντικό από όλα όμως το γεγονός πως πρέπει να συμπεριφέρονται κι αντίστοιχα, αλλά και να προσαρμόζουν την συμπεριφορά τους ανάλογα του δρόμου στον οποίο κινούνται.

Για τον λόγο αυτό η Triumph δεν πάτησε στους αλγόριθμους της Showa. Για να έχετε εικόνα, κάθε προμηθευτής αναρτήσεων έχει ένα πολύ βασικό συνοδευτικό πρόγραμμα για την λειτουργία τους που ουσιαστικά δεν είναι τίποτα άλλο από ψηφιακά σκαλοπάτια. Αν ο ρυθμός συμπίεσης είναι Α, η απόσβεση να γίνει Β κτλ. Ο κατασκευαστής μπορεί να πατήσει πάνω σε αυτό ή να γράψει το δικό του. Το πόσο καλά θα το κάνει είναι εκείνο που θα δημιουργήσει διαφορά, γιατί στο hardware είναι ικανότατο πλέον. Οπότε όλη η μαγεία κρύβεται σε μερικές γραμμές κώδικά. Η Triumph εδώ ακολουθήσε έναν πολύ ενδιαφέρον δρόμο με πρακτικές δοκιμές και επιτόπου αλλαγές από πρώιμο στάδιο και όχι μόνο με προσομοιωτές. Κρύβεται τεράστια εξέλιξη και πάρα πολύ κόπος στο πώς κατάφεραν να πετύχουν αυτή την απόδοση, όμως την παράσταση κλέβει ο άξονας και το ψαλίδι. Όσο και να θέλω να το αποφύγω, δεν γίνεται να μην θυμηθώ το προηγούμενο μοντέλο σε αυτό το σημείο. Όπως επίσης δεν γίνεται να προσπεράσει κανείς εύκολα όλα τα μοντέλα με άξονα και τα μειονεκτήματα που αυτός φέρνει, ιδιαίτερα στην εκτός δρόμου οδήγηση.

Κι εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με κάτι ολότελα νέο και τελείως διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει! Την ύπαρξη του άξονα δεν την καταλαβαίνεις στο χώμα, ούτε στο κλείσιμο του γκαζιού σε λάσπη, από εκείνη που έχει ένα λεπτό στρώμα πάνω σε σκληρό έδαφος, την γλίτσα δηλαδή και όχι τον πηχτό πηλό για οικοδομικές εργασίες. Ακόμη κι εκεί ξεχνάς την ύπαρξή του, όπως επίσης δεν υπάρχει μειονέκτημα στο άνοιγμα του γκαζιού. Δεν ανασηκώνεται η μοτοσυκλέτα σαν καμήλα, δεν χάνεται δύναμη, ούτε επιστρέφει κιόλας εκεί που δεν το θέλεις. Την διαφορά του άξονα θα την καταλάβεις -λογικά- σε πολυήμερα ταξίδια που δεν θα χρειάζεται να τεντώσεις και να λαδώσεις αλυσίδα, αλλά αυτό είναι από τα πράγματα που θα δούμε στο μέλλον όταν έρθει στην Ελλάδα.

Από εκεί και πέρα, η Triumph δεν ήθελε ένα μονόμπρατσο ψαλίδι γιατί αυτό αυξάνει το βάρος, και δεν το μειώνει. Η αφαίρεση είναι οπτική και μόνο. Επίσης οι εκτός δρόμου δυνατότητες περιορίζονται όπως επίσης και η κατανομή την οποία και επαναφέρουν με το τελικό της εξάτμισης. Όλα αυτά είναι στο παρελθόν, το Tiger 1200 φέρνει μία λύση από το μέλλον και δεν γίνεται να μην θαυμάσεις τον βαθμό ενασχόλησης των μηχανικών, όταν παρατηρήσεις από κοντά την λύση που σκέφτηκαν για τον συνδυασμό ψαλιδιού – άξονα.

Εννέα στάδια απόσβεσης και αυτόματης προφόρτισης, που εύκολα μπορείς να επιλέξεις και να προσαρμόσεις από το τρισδιάστατο μενού, φέρνουν τις αναρτήσεις στα μέτρα σου, ενώ για πρώτη φορά υπάρχει και επιλογή επιστροφής στις προηγούμενες ρυθμίσεις αν σβήσεις την μοτοσυκλέτα. Οι κατασκευαστές αρχίζουν να αντιλαμβάνονται πως όταν πατάς το κουμπί, γιατί το Tiger 1200 είναι keyless και στο ρεζερβουάρ ακόμη, το μόνο που θέλεις είναι να κουμπώσεις πρώτη και να φύγεις. Είναι εκνευριστικό να ξεκινάς και λίγο πιο κάτω να ασχολείσαι με ρυθμίσεις, οπότε το Tiger 1200 σε ρωτά μόλις το ανοίξεις αν θέλεις να γυρίσεις στο πρόγραμμα που είχες επιλέξει. Αν απλά βάλεις μπροστά μπαίνει στις βασικές λειτουργίες, τόσο απλά και γρήγορα. Το μενού περιλαμβάνει, Road, Rain, Sport Off-road και εκδόσεις Pro με όλες να αυτοπροσδιορίζονται από το όνομα. Ωστόσο μόνο η Rain έχει περιορισμό ιπποδύναμης, ο οποίος μπαίνει για όλες τις σχέσεις του κιβωτίου και δεν αναιρείται από τρίτη σχέση και πάνω, όπως σε μερικές άλλες μοτοσυκλέτες.

Οι εκδόσεις με το ρεζερβουάρ των 30 λίτρων, από τα μεγαλύτερα που μπορεί να βρει κανείς στην κατηγορία, έχουν το καλό να μην το δηλώνουν τόσο οπτικά και κυρίως να μην επηρεάζονται ιδιαίτερα από τον πρόσθετο όγκο. Το αλουμινένιο ρεζερβουάρ κερδίζει λίτρα μεγαλώνοντας λίγο σε κάθε πλευρά και περισσότερο προς τα πάνω, μοιράζοντας τα δέκα αυτά περισσότερα λίτρα σε μεγάλη επιφάνεια, οπότε οι αλλαγή δεν είναι δραματική. Σε καμία από τις μοτοσυκλέτες δεν είναι δύσκολο να βρουν τα πόδια κάτω, ακόμη και στις ψηλότερες, καθώς όλες οι εκδόσεις έχουν φροντίσει για μικρό πλάτος στο εμπρός τμήμα της σέλας.

Η εργονομία της θέσης οδήγησης έχει μελετηθεί ώστε να είσαι άνετος στα ταξίδια αλλά τα γόνατα να κλειδώνουν σε σωστή θέση αν σηκωθείς όρθιος να οδηγήσεις στα μαρσπιέ. Πρόκειται για δύσκολο στοίχημα και η Triumph το έχει πετύχει στον μέγιστο βαθμό, ενώ προσφέρει και ρυθμίσεις για να την φέρει ο κάθε αναβάτης στα δικά του μέτρα. Στο τιμόνι μεταφέρονται κραδασμοί, αν και όχι ενοχλητικοί, οι οποίοι απουσιάζουν από κάθε άλλο σημείο, ακόμη κι από τα μαρσπιέ, οπότε η άνεση δεν επηρεάζεται. Η ζελατίνα ρυθμίζεται με το χέρι, εύκολα ακόμη κι ενώ κινείσαι και η κάλυψη από τον αέρα είναι σε κορυφαίο επίπεδο, ενώ από την νέα οθόνη, με το ενσωματωμένο γυαλί για μείωση των αντανακλάσεων, ελέγχεις τα πάντα, από την μοτοσυκλέτα μέχρι το κινητό σου. Για πρώτη φορά επίσης υπάρχει κανονικό ψηφιακό πληκτρολόγιο το οποίο είναι λειτουργικό όταν κινείσαι! Αυτό σημαίνει πως μπορείς να πραγματοποιείς κλήσεις ακόμη και σε αριθμούς που δεν είναι αποθηκευμένοι από τα κουμπιά της μοτοσυκλέτας, χωρίς να παίρνεις τα χέρια σου από το τιμόνι και με το κινητό τηλέφωνο κλεισμένο στην τσέπη! Με βασικό εξοπλισμό που στον μεγάλο του ανταγωνιστή πρέπει να προσθέσεις από δύο έως τέσσερα πακέτα για να τον φτάσεις, το Tiger 1200 ταξιδεύει παραδειγματικά και είναι βράχος και σε υψηλές ταχύτητες. Η πρώτη μου εμπειρία με προσπάθεια αποσταθεροποίησης στα πολλά χιλιόμετρα έδειξε πως το Tiger 1200 είναι ακλόνητο και δεν αναμένω να αλλάξει αυτό κατά την πιο σύνθετη δοκιμή σε ελληνικό έδαφος.

Στο χώμα όμως είναι πάντα μία καλή ευκαιρία για να βρει κανείς ατέλειες που στην άσφαλτο φαίνονται δύσκολα. Αντιθέτως όμως η πρώτη χωμάτινη εντύπωση έδωσε περισσότερα ακόμη θετικά στοιχεία! Καταρχάς η Triumph είχε ετοιμάσει μία ημέρα αφοσιωμένη μόνο στο χώμα και αντίστοιχα απαιτητική με αυτές των KTM. Το γκρουπ των advanced αναβατών είχαμε στην διάθεσή μας μία σειρά από διάφορους χωματόδρομους, μέχρι κακοτράχαλες αντιπυρικές. Το πρώτο πράγμα που κάνει την διαφορά και φυσικά δημιουργεί θετική εντύπωση, δεν είναι η συμπεριφορά του άξονα που λέγαμε νωρίτερα, αλλά η εμπιστοσύνη στον εμπρός τροχό σε συνθήκες μειωμένης πρόσφυσης. Σε μεγάλες μοτοσυκλέτες, ακόμη κι αυτές με 21 ιντσών τροχό, ξέρεις πως δεν πρέπει να κλείνεις το γκάζι σε παχύ χαλίκι. Ακόμη και σε αυτή την συνθήκη όμως, το 1200 ενεργεί με χαρακτηριστική ευκολία που όμοιά της δεν υπάρχει στην κατηγορία. Λάσπη και γλίτσα με μοτοσυκλέτα κοντά στα 250 κιλά είναι το πρώτο πράγμα που αποφεύγεις και είναι, κυριολεκτικά, το πρώτο πράγμα που πατήσαμε ανεβαίνοντας στην σέλα του. Από τα πρώτα μέτρα γνωριμίας με το Tiger 1200 ήταν το χώμα στις χειρότερες συνθήκες για μία τέτοια μοτοσυκλέτα, γιατί μεταφερθήκαμε σε ειδικό χώρο για την δοκιμή και βρήκαμε τις μοτοσυκλέτες να μας περιμένουν. Την επόμενη ημέρα θα οδηγούσαμε στην άσφαλτο, οπότε η πρώτη γνωριμία ήταν και στις χειρότερες συνθήκες, εκεί που κανονικά μπαίνεις όταν έχεις αποκτήσει μία μικρή εξοικείωση με την μοτοσυκλέτα. Δεν χρειάστηκε κάτι τέτοιο με το Tiger όμως και από τα πρώτα μέτρα ο εμπρός τροχός έδειξε πως θα κάνει αυτό που θα του ζητήσεις, όχι αυτό που θέλει εκείνος.

Η κατανομή βάρους, το καλό ζύγισμα και η ακρίβεια στην απόκριση της γκαζιέρας είναι τα βασικά υλικά για μία πετυχημένη συνταγή οδήγησης στο χώμα. Από εκεί και πέρα η ευχαρίστηση με τέτοιες μοτοσυκλέτες δεν είναι ούτε τα μονοπάτια, ούτε το τεχνικά κομμάτια. Αυτά καλό είναι να γίνονται σε δοκιμές για να βρίσκουμε εμείς τα όρια ώστε εσείς να τα ξέρετε, αλλά για τον ιδιοκτήτη δεν υπάρχει λόγος να γίνεται κάτι τέτοιο. Το ωραίο με αυτές τις μοτοσυκλέτες είναι να διασχίζεις ολόκληρα βουνά και να καλύπτεις μεγάλες αποστάσεις που συνδυάζουν χώμα και επαρχιακούς και το Tiger 1200 το κάνει αυτό να γίνεται πολύ εύκολα και απόλυτα ξεκούραστα. Τουλάχιστον αυτό φάνηκε από την πρώτη αυτή επαφή μαζί του.

Σε γρήγορο ρυθμό οδήγησης, σε διαδρομές αντίστοιχες του Tiger 660, δεν παλεύεις και δεν κουράζεσαι, ούτε εσύ, ούτε και η μοτοσυκλέτα. Τα φρένα δεν χάνουν απόδοση και η ροπή του κινητήρα είναι στην διάθεσή σου από χαμηλά για να μην χρειάζεται να αλλάζεις συνέχεια. Στο μεταξύ μιλάμε για ένα κιβώτιο που σπάει κάθε στερεότυπο για Triumph, κουμπώνει ήρεμα χωρίς θορύβους και χτύπους και συνοδεύεται και από ένα quickshifter που κερδίζει στον άτυπο πόλεμο για την μοτοσυκλέτα με το καλύτερο τέτοιο σύστημα. Έχω γράψει για του GS, οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ θα το θυμάστε, πως είναι ντροπή να το χρεώνουν όταν δεν κάνει αυτό που υπόσχεται, θα έπρεπε να το δίνουν τσάμπα. Να ένα σημείο που σίγουρα υπερτερεί η Triumph, μπορεί και από την Ducati ακόμη που μέχρι τώρα είχε το καλύτερο.

Αντίστοιχα δουλεύουν και τα φρένα και είναι η πρώτη φορά που βλέπω σύστημα της Contintental να πλησιάζει τον τρομερό βαθμό εξέλιξης που έχει φτάσει η Bosh, φτιάχνοντας ABS που δουλεύει εξαιρετικά και στο χώμα. Είναι βέβαια και ένα σημείο που πρέπει να μελετηθεί πολύ πιο εκτεταμένα στην Ελλάδα, όμως η πρώτη εντύπωση δεν είναι απλά θετική αλλά ολότελα αναθεωρητική για το πόσο πίσω από την Bosch είναι η Contintental! Όπως καταλαβαίνετε η μονάδα ABS είναι της Conti, όπως αντίστοιχα από εκεί προέρχεται και το ραντάρ για εκείνους που ακολουθούν. Δεν έχει μπροστά, ώστε να χρησιμοποιηθεί σε adaptive cruise control αλλά πίσω, ανάβοντας LED στους καθρέφτες για να σου δείξει αν υπάρχει κάποιος σε κρυφή γωνία. Πρώτη φορά το είδαμε αυτό από το Multistrada V4 και οι άνθρωποι της Triumph άφησαν στο ΜΟΤΟ να εννοηθεί πως θα έχουμε και άλλα να περιμένουμε με την συνεργασία με την Conti, εννοώντας -προφανώς- το adaptive cruise control.

Πλούσια εξοπλισμένο και με πολλές διαφορετικές εκδόσεις για να καλύψει όλους τους αναβάτες, το Tiger 1200 είναι η τρικύλινδρη μοτοσυκλέτα που έλειπε από την κατηγορία και ταυτόχρονα η μοτοσυκλέτα που φέρνει νέα πράγματα που δεν υπήρχαν καθόλου. Συνδυάζει την υψηλή απόδοση συντηρώντας τον πόλεμο ιπποδύναμης, πλούσιο βασικό εξοπλισμό και περίπου 50 πρόσθετα εξαρτήματα, που όμως όλα έχουν εξελιχθεί παράλληλα με την μοτοσυκλέτα και έχουν δοκιμαστεί αντίστοιχα, και όλα αυτά ενώ δεν παλεύεις μαζί της στο χώμα και διασκεδάζεις στην άσφαλτο. Γι' αυτό και είναι μία από τις σημαντικότερες μοτοσυκλέτες του 2022, πριν ή και χωρίς να ανακηρυχθεί και η καλύτερη μεγάλη on-off. Τα συγχαρητήρια στην Triumph αξίζουν πριν από όλα αυτά όμως, από τον πρωτόγνωρο βαθμό ενασχόλησης κατά την εξέλιξή της, έτσι όπως μας περιεγράφηκε από τους ανθρώπους της εταιρίας και που ξεφεύγει από τα σημερινά δεδομένα. Δέκα χρόνια μπροστά με μία κίνηση!

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ       Triumph Tiger 1200 GT Pro

Κινητήρας

Υγρόψυκτος, τετράχρονος, τρικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Χωρητικότητα

1.160cc

Διάμετρος x Διαδρομή

90 x 60,7mm

Συμπίεση

13,2:1

Μεγ. Ισχύς

148hp/9.000rpm

Μεγ. Ροπή

13,2kgm/7.000rpm

Τροφοδοσία

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής

3 σε 1

Τελική μετάδοση

Άξονας

Συμπλέκτης

Υγρός πολύδισκος, μονόδρομος

Κιβώτιο

6 σχέσεων

Πλαίσιο

Ατσάλινο σωληνωτό με αλουμινένιο υποπλαίσιο

Εμπρός ζάντα

Χυτή αλουμινένια 3.0 x 19 (Ακτινωτή 2.15 x 21 Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ζάντα

Χυτή αλουμινένια 4.25 x 18 (Ακτινωτή 4.25 x 18 Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός ελαστικό

Metzeler Tourance 120/70R19 (Metzeler Karoo Street 90/90-21 Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ελαστικό

Metzeler Tourance 150/70R18 (Metzeler Karoo Street 150/70R18 Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός ανάρτηση

Ημι-ενεργητικό USD πιρούνι 49mm με 200mm διαδρομή (220mm Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ανάρτηση

Ημι-ενεργητικό αμορτισέρ Showa με διαδρομή 200mm (220mm Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός φρένο

Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες Stylema M4.30 της Brembo

Πίσω φρένο

Δίσκος 282mm με δαγκάνα δύο εμβόλων Brembo

Μήκος

2.245mm (2.256mm GT Explorer, 2.270mm Rally Pro, 2.296mm Rally Explorer)

Πλάτος

849mm

Ύψος

1.436-1.497mm (1.487-1.547mm Rally Pro & Rally Explorer)

Ύψος σέλας

850-870mm (875-895mm Rally Pro & Rally Explorer)

Μεταξόνιο

1.560mm

Γωνία κάστερ

24,1° (23,7° Rally Pro & Rally Explorer)

Ίχνος

120mm (112mm Rally Pro & Rally Explorer)

Βάρος γεμάτη

245kg (240 kg GT, 255kg GT Explorer, 249kg Rally Pro, 261kg Rally Explorer)

Ρεζερβουάρ

20lt (30lt GT Explorer & Rally Explorer)