Honda CB500X (2013)

Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

28/9/2017

Είναι το πιο όμορφο, είναι το πιο ολοκληρωμένο, είναι το πιο ελκυστικό. Η έκδοση "Χ" από την νέα οικογένεια των δικύλινδρων CB500 της Honda έχει όλα τα φόντα να αποτελέσει τον πόθο όσων "κατοικοεδρεύουν" στην Α2 των διπλωμάτων και θα μπορούσε άνετα να μετατρέψει το λογότυπό του σε... "ΧΧΧ"

Το συγκεκριμένο άρθρο γράφτηκε το 2013 και δημοσιεύθηκε στο τεύχος 526 του ΜΟΤΟ, και αφορά την πληρέστερη και πιο ολοκληρωμένη δοκιμή του Honda CB500X, έτσι όπως μόνο το ΜΟΤΟ έχει τη δυνατότητα να κάνει

Η ζόρικη οικονομικά εποχή που ζούμε, το τελευταίο που χρειάζεται για να αντιμετωπιστεί είναι μιζέρια και εσωστρέφεια (όπως είχε κατηγορηθεί η Honda, όταν πριν τρία χρόνια είχε μια από τις πιο φτωχές συγκομιδές σε νέα μοντέλα). Αντιθέτως, απαιτείται τόλμη, φαντασία κι έξυπνες λύσεις, όπως ακριβώς πράττει σήμερα η Honda παρουσιάζοντας μια ολοκληρωμένη σειρά νέων μοτοσυκλετών, χρησιμοποιώντας το ιστορικό όνομα των CB σε συνδυασμό με έναν εξαιρετικό δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Η νέα οικογένεια διαθέτει όλα τα παραπάνω στοιχεία, και η έκδοση "Χ" έχει το πιο ολοκληρωμένο πακέτο εκ των τριών αδερφών, δίνοντας υπόσταση στο "έξυπνο" με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.


Αυτό δεν είναι ένα εύκολο καθήκον, ακόμη κι αν μιλάμε για ένα εργοστάσιο με το μέγεθος της Big-H. Για να έχεις κάτι έξυπνο να δώσεις στο κοινό -και δη ένα τόσο απαιτητικό κοινό όπως αυτό της μοτοσυκλέτας- χρειάζονται δύσκολοι συνδυασμοί και ευφάνταστα μυαλά. Για να χαρακτηριστεί μια μοτοσυκλέτα έξυπνη θα πρέπει κατ' αρχήν να προσφέρει -τουλάχιστον, αν όχι παραπάνω- αυτό που υπόσχεται. Θα πρέπει να είναι πολυδιάστατη και ταυτόχρονα να είναι φθηνή αλλά όχι φθηνιάρικη. Tricky, που λένε και οι βρετανοί, καθώς πλέον τα χρήματα αξιολογούνται τελείως διαφορετικά και το κόστος σκαρφαλώνει ψηλά στην κλίμακα της ιεραρχίας. Απαιτείται ποιότητα που θα κοστίζει φθηνά με τους λιγότερους, ει δυνατόν μηδενικούς, συμβιβασμούς.

Ο πολυδιάστατος χαρακτήρας απαιτεί επιδόσεις και προσεκτική διαχείριση δύναμης, για να μη μιλήσουμε για την τιτάνια προσπάθεια που επιμερίζεται σε σχεδιαστές και μηχανολόγους σε ό,τι αφορά την εμφάνιση και την συμπεριφορά. Κι όλα αυτά πρέπει να είναι προσιτά και -κυρίως- να μεταφέρονται από τις σκέψεις και τα χαρτιά, στην πράξη και το δρόμο. Παράλληλα, έτσι γιατί από μόνα τους όλα αυτά λες και δεν έχουν έναν αυξημένο βαθμό δυσκολίας, να προσθέσουμε ως κερασάκι και την διαχρονικότητα. Θέλεις να αγοράσεις κάτι που θα είσαι περήφανος ως ιδιοκτήτης του, ακόμη κι όταν τα spread ή οι δείκτες οικονομικού κλίματος θα βρίσκονται ψηλότερα απ' ό,τι είναι σήμερα. Έ, λοιπόν δεν αντέχω να σας κρατήσω την αγωνία μέχρι το τέλος της δοκιμής και δηλώνω ευθαρσώς πως το CB500X τα κάνει ΟΛΑ αυτά! Και αν νομίζετε ότι χάθηκε η μαγεία και το μυστήριο του συμπεράσματος, μη βιάζεστε γιατί το πραγματικό ενδιαφέρον είναι το πώς τα καταφέρνει.

Παίρνεις περισσότερο
Κατ' αρχήν, το CB ξεκινά με ένα μεγάλο αβαντάζ, το οποίο δεν είναι αυτονόητο για όλες τις μοτοσυκλέτες: σε κερδίζει από την πρώτη κιόλας οπτική επαφή. Δεν έχει τον όγκο για τους λάτρεις του μπούγιου, αλλά έχει την ποιότητα για τους φανατικούς της λεπτομέρειας. Το CB500X είναι μια καλοφτιαγμένη μοτοσυκλέτα και φαίνεται παντού. Από τη βαθειά βαφή μέχρι την συναρμογή των πλαστικών, την αίσθηση που αφήνει η σέλα και μόνο στην αφή, την τακτοποιημένη χωροταξία των καλωδίων, τις όμορφες σχεδιαστικά ζάντες, όλα αυτά αφήνουν μια ποιοτική γεύση πριν καν βάλεις το κλειδί στον διακόπτη. Μόλις τον βάλεις, βέβαια, καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για Honda, καθώς η παραδοσιακή -πλέον- δυσκολία που προβάλουν οι κεντρικοί διακόπτες της Big-H είναι κι εδώ παρούσα. Μικρό το κακό, αφού μόλις γυρίσεις το κλειδί η αίσθηση της υψηλής ποιότητας συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε. Τα όργανα, αν και πλήρως ψηφιακά, είναι από τα πλέον ευανάγνωστα της κατηγορίας με διακριτικό και καλαίσθητο φωτισμό.


Πετάς το ένα πόδι πάνω από τη σέλα κι είναι σα να φοράς ένα καλοραμμένο κοστούμι. Όλα είναι στα μέτρα σου κι αν δεν υπερβαίνεις το 1,85 σε ύψος τα άκρα σου και ο κορμός σου μόνο σε στρώμα νερού θα νιώσουν πιο άνετα. Το τιμόνι ανοίγει τα χέρια σε φυσιολογικές γωνίες, ενώ τα μαρσπιέ είναι τοποθετημένα ελαφρώς πίσω και χαμηλά προσφέροντας εξαιρετική ευκολία στην μεταφορά βάρους του σώματος μέσα στις στροφές.
Το μυστικό της όλης υπόθεσης είναι η συμμετρία και οι αναλογίες. Αυτά τα δύο στοιχεία είναι προσεκτικά μελετημένα έτσι ώστε τίποτε να μην είναι παράταιρο και να ξεχωρίζει. Γι' αυτό ακριβώς το CB500X δείχνει μεγάλη μοτοσυκλέτα χωρίς να είναι. Ακόμη κι ο κινητήρας του είναι σχεδιασμένος να μοιάζει με τετρακύλινδρο, ενώ το μούτρο και τα πλαστικά χτίζουν άρρηκτους δεσμούς με τα μεγαλύτερα NC700X και Crosstourer. Χωρίς υπερβολές και εξεζητημένες λύσεις, το δικύλινδρο της Honda εκμεταλλεύεται στο έπακρο την πολυτέλεια της απλότητας.
Αντίστοιχο μερίδιο από αυτή την πολυτέλεια, αντιστοιχεί και στον συνεπιβάτη ο οποίος έχει αρκετό χώρο και ικανοποιητικό αφρώδες στη σέλα, αλλά και εξαιρετική στήριξη από τις μεγάλες χειρολαβές στο πλάι.

Πετάς το ένα πόδι πάνω από τη σέλα κι είναι σα να φοράς ένα καλοραμμένο κοστούμι

Ερωτεύσιμος... κινητήρας
Με το που γυρίζει το κλειδί και το κουμπί της μίζας δίνει εντολή σε ρεύματα, σπινθήρες και καύσιμο να συνδυαστούν για να ξεκινήσει το δικύλινδρο γουργουρητό, νιώθεις λες κι ένα φιλικό χέρι σου χτυπάει με κατανόηση την πλάτη. Ο ήχος του δεν τσιτώνει τα επινεφρίδια ούτε σε κάνει να μπαίνεις σε επιθετικές διαδικασίες, αλλά μεταφέρει μια τέτοια αίσθηση οικειότητας και φιλικότητας που νιώθεις πως αυτόν περίμενες όλη σου τη ζωή. Η αίσθηση αυτή ενισχύεται μόλις περιστρέψεις τον δεξιό καρπό. Ο εν σειρά δικύλινδρος ανεβάζει γρήγορα και απόλυτα γραμμικά. Ή μάλλον καλύτερα, είναι ο ορισμός της γραμμικότητας. Από τις 3.000 στροφές και πάνω η δύναμη κατεβαίνει τόσο ισορροπημένα και χρηστικά, που ουσιαστικά δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο ποια σχέση έχεις στο εξάρι κιβώτιο. Χωρίς υπερβολές και ξεσπάσματα, οι 41,8 ίπποι που κατεβαίνουν στον πίσω τροχό του CB500X αρκούν και με το παραπάνω για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα.

Μπορεί να μην είναι αρκετοί για να έχεις μόνιμα τον μπροστινό τροχό στον αέρα ή να βγαίνεις με πλαγιολισθήσεις ισχύος στις εξόδους των στροφών, αλλά παντού και πάντα έχεις μια διαρκή ώθηση που αποτελεί τον κύριο παράγοντα της οδήγησης με ροή.

Αυτό μάλιστα ισχύει σε οποιοδήποτε περιβάλλον κι αν βρίσκεται το "Χ". Μέσα στην πόλη, έξω από την πόλη, γύρω απ' αυτήν, οπουδήποτε και αν κληθεί να πατήσεις τις ρόδες του αποτελεί έναν πραγματικό σύμμαχο.
Οι μόνες ενστάσεις -που αν δεν υπήρχαν κι αυτές θα μιλούσαμε για μια ανησυχητικά... τέλεια επιλογή- αφορούν την λειτουργία του κιβωτίου και το σχετικά μικρό κόψιμο του τιμονιού. Και τα δύο αυτά στοιχεία βγαίνουν στην επιφάνεια μέσα στο αστικό περιβάλλον και φυσικά, όπως επιτάσσει ο νόμος του Μέρφι, εκεί που δεν θέλεις να συμβούν. Η σχετικά σκληρή λειτουργία του κιβωτίου ευθύνεται και για την μικρή ασάφεια στο κούμπωμα της δευτέρας στα κατεβάσματα και την ενοχλητική μερικές φορές δυσκολία στο κούμπωμα της νεκράς στα φανάρια. Από την άλλη, εκεί που το "Χ" κοντράρει μέχρι και "Ζετάκι" σε ελιγμούς ανάμεσα στα αυτοκίνητα χάρη στο εξαιρετικό ζύγισμά του, μπορεί να βρεθείς εγκλωβισμένος ανάμεσα σε δύο προφυλακτήρες αναπνέοντας υπομονετικά τα καυσαέρια του μπροστινού σου, γιατί δεν μπορείς να χωθείς λόγω του μικρού κοψίματος του τιμονιού. Ελάχιστες περιπτώσεις μεν, συμβαίνουν όμως -έστω και σπάνια- σε πραγματικές συνθήκες δε.


Έξω από τα τείχη, ο υποδειγματικός κινητήρας αναλαμβάνει και πάλι τον ρόλο του αγχολυτικού παρέχοντας ό,τι χρειάζεται για να απολαύσεις κάθε διαδρομή. Το άπλωμα της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών με απόλυτα προοδευτική παροχή, αντισταθμίζει οποιαδήποτε επιθυμία για παραπάνω δύναμη ψηλά. Υψηλή μέση ωριαία στο ταξίδι χάρη -ξανά- στη οδήγηση με ροή που σου επιτρέπει ο κινητήρας, εξαιρετική κατανάλωση (κοντά στα 4,2 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα) και μεγάλη αυτονομία, τόσο για την μοτοσυκλέτα (που φτάνει σε μέση τιμή τα 341 χιλιόμετρα) όσο και για τον αναβάτη λόγω της άνετης και χαλαρής θέσης οδήγησης, είναι οι τρεις συνιστώσες που σε κάνουν να πίνεις νερό στο όνομα του CB500X, κάθε φορά που απομακρύνεται ο προορισμός. Η προστασία επίσης που προσφέρει η κοντή ζελατίνα είναι αντιστρόφως ανάλογη του μεγέθους της, αφού και μέχρι τα 150 χιλιόμετρα καταφέρνει να στέλνει την τυρβώδη ροή του αέρα πάνω από το κράνος (εκτός κι αν έχετε επιλεγεί για τα ντραφτ του NBA...).

Νέα ήθη
Μέχρι πριν λίγο καιρό, όταν γινόταν λόγος για μια μοτοσυκλέτα με ιδιαίτερες χρηστικές προεκτάσεις, ήταν σχεδόν αυτονόητο ότι μιλούσαμε για ένα μαλακό σύνολο προσανατολισμένο αποκλειστικά και μόνο στην άνεση, με αντίστοιχες "θυσίες" σε ό,τι αφορά την σπορ συμπεριφορά. Πόσω δε μάλλον όταν επρόκειτο για μια μοτοσυκλέτα της Honda που ο όρος "προμελετημένες ελαστικότητες" ήταν συνώνυμο της φίρμας.

Έ, λοιπόν το CB500X δεν έχει καμία σχέση με όλα αυτά. Το είχε γράψει ο Θάνος στην παρουσίαση (τ. 523) στην Ισπανία, το επιβεβαιώσαμε και επί ελληνικού εδάφους πως δεν πρόκειται για μια ιδιαιτερότητα των μοντέλων προπαραγωγής. Οι αναρτήσεις του "Χ", τόσο στο πιρούνι όσο και στο αμορτισέρ, πέραν της μεγαλύτερης διαδρομής διαθέτουν και πιο σκληρά ελατήρια. Το αποτέλεσμα είναι ένα εξαιρετικό, σφιχτό σύνολο που σε συνδυασμό με το σχετικά άκαμπτο πλαίσιο μεταφέρουν μια αίσθηση ενός δεμένου και στιβαρού συνόλου που θυμίζει περισσότερο streetfighter παρά χρηστικό commuter.

Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που σε μικρές ταχύτητες οι αναρτήσεις δεν συμπιέζονται ιδιαίτερα σε λακκούβες και σαμαράκια -ειδικά το πιο σκληρό αμορτισέρ- προκαλώντας ένα πολιτισμικό σοκ σε όσους έχουν συνηθίσει την μαλακή αίσθηση των Honda. Αυτό είναι το αντίτιμο για μια απροσδόκητα σπορ συμπεριφορά και την εκπληκτική αίσθηση ασφάλειας που μεταφέρει η μοτοσυκλέτα κάθε φορά που βγαίνουν στην επιφάνεια τα "ανήσυχα" γονίδια του αναβάτη της.

Μπορεί ο κινητήρας να μην προδιαθέτει για τέτοιες καταστάσεις, αλλά όλο το υπόλοιπο σύνολο το κάνει. Κάθε φορά που στρίβεις, είτε σε ανοιχτές παρατεταμένες καμπές, είτε σε κλειστές στροφές με μειωμένη ορατότητα και την πιθανότητα διόρθωσης της γραμμής παρούσα ανά πάσα στιγμή, το μπροστινό μένει βιδωμένο στην άσφαλτο ακολουθώντας πιστά τις εντολές που μεταφέρει ο πίσω τροχός. Αυτό είναι και ένα "παιχνίδι" που το ευχαριστιέσαι ανεξάρτητα κι από το πόσο γρήγορα πηγαίνεις.Είναι τόσο ομοιογενής η συμπεριφορά του CB500X που δεν χρειάζεται ταχύτητες φωτός και επιταχύνσεις τύπου superbike για να νιώσεις το πόσο καλά μελετημένη κατασκευή είναι. Ή για να επανέλθουμε σ' αυτό που λέγαμε στην αρχή, στο πόσο έξυπνη μοτοσυκλέτα είναι.

Σ' αυτό παίζει ρόλο και η τιμή της που εντάσσεται σε άκρως ανταγωνιστικά πλαίσια, αφού είναι μόλις 400 ευρώ πιο ακριβό από το λιγότερο πολυδιάστατο CB500F και σχεδόν 500 ευρώ φθηνότερο από το μονοκύλινδρο ΧΤ660Χ.

Πρόκειται για ένα πραγματικά ολοκληρωμένο πακέτο με ουσία κι όχι για κάτι που... μοιάζει με ολοκληρωμένη πρόταση. Μια μοτοσυκλέτα που σε κάνει να την εκτιμήσεις μέχρι και την τελευταία βίδα της...

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ       Honda CB500X

 

Αντιπρόσωπος:
Αφοι Σαρακάκη ΑΕΒΜΕ
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.095
Ύψος (mm):
1.290
Μεταξόνιο (mm):
1.421
Απόσταση από το έδαφος (mm):
170
Ύψος σέλας (mm):
810
Ίχνος (mm):
108
Γωνία κάστερ (o):
26,3
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
640
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
510
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
920
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
500
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
193
(χωρίς καύσιμο: 180,25)
Πίσω
52%
Εμπρός
48%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
1%
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο τύπου διαμάντι
Ρεζερβουάρ (lt):
17,3
Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg):
194
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
67x66,8
Χωρητικότητα (cc):
471
Σχέση συμπίεσης:
10,7:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
46,9/8.500
Ροπή (kg.m/rpm):
4,4/7.000
Τροφοδοσία:
PGM-FI
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια/2,029
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα, γρανάζια 41/15/ 2,733:1
 
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
3,285/6
2α
2,105/10
3η
1,600/13
4η
1,300/16
5η
1,150/18
6η
1,043/20
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
Στα 1000 και κάθε 24.000
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα 1.000 και κάθε 12.000
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
2,5
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
Στα 1.000 και κάθε 12.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec
Μέτρα
0-50
2,03
13,92
0-100
5,85
96,10
0-150
14,88
420,91
 
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec
km/h
0-400
14,38
148,22
0-1.000
27,63
172,74
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
4η
5η
6η
40-80
5,28/87,86
6,29/72,02
 
80-120
5,73/160,06
6,85/191,8
7,33/204,54
120-160
 
11,08/439,35
13,73/550,64
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
120-40
2,35
51,53
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
4,15
Πραγματικά
4,31
4,61
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Pro-Link ένα αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
140
Ρυθμίσεις:
9 θέσεις προφόρτισης
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 160/60-17
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 240mm
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
LCD οθόνη με στροφόμετρο / ταχύμετρο ,ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ένδειξη θερμοκρασίας κινητήρα, δύο χιλιομετρητές, ρεζέρβα, κατανάλωση καυσίμου,
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
140/41
Ρυθμίσεις:
-
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 120/7--17
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 320mm
 
ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
4,6
Ελάχιστη
4,2
Μέγιστη
5,7
Αυτονομία (km):
341
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
17

 

Ετικέτες

Δοκιμή Voge R125 2023: Νέος παίκτης στην Α1 κατηγορία

Με πλούσιο εξοπλισμό και αξιόλογες επιδόσεις
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

2/6/2023

Το R125 της Voge, μπαίνει στα χωράφια της κατηγορίας A1 των 125 κυβικών, έχοντας ως εφόδια, τον πλούσιο εξοπλισμό, την άριστη ποιότητα κατασκευής, τον σύγχρονο σχεδιασμό και φυσικά την προσιτή τιμή του.

Το όνομα Voge στο χώρο της μοτοσυκλέτας δεν είναι άγνωστο για το ευρύ κοινό. Πρόκειται για την premium θυγατρική εταιρεία της Loncin Industries, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές μοτοσυκλετών της Κίνας και έχει αναλάβει για λογαριασμό της BMW την κατάσκευή των scooter C400X/GT καθώς και τους δικύλινδρους εν σειρά κινητήρες της σειράς F750/850/900. Στην χώρα μας η Voge εισάγεται από την εταιρεία Moto Trend S.A. με την εμπορική της πορεία τα τελευταία χρόνια να είναι συνεχώς ανοδική -το πρώτο τρίμηνο του 2023 πέτυχε αύξηση πωλήσεων κατά 188% σε σχέση με το περσινό αντίστοιχο διάστημα- φυσικά σε αυτό παίζουν ρόλο οι ελκυστικές τιμές και ο πλούσιος και σύγχρονος εξοπλισμός των μοντέλων της εταιρείας. Ο κόσμος αν μη τι άλλο ξεπέρασε ακόμη και το αρχικό πρόβλημα προφοράς της ονομασίας της εταιρείας -Βόγκε, Βόγκ, Βότζ είναι το σωστό-, και πλέον οι μοτοσυκλέτες της Voge βρίσκονται κυριολεκτικά ανάμεσά μας!

2

Νέος παίκτης στην κατηγορία των 125 κυβικών εκατοστών

Η Voge θέλοντας να μπει την πολύ εμπορική, σε όλη την Ευρώπη, Α1 κατηγορία, μας παρουσιάζει στην πρώτη της μοτοσυκλέτα με κινητήρα 125 κυβικών εκατοστών. Ο λόγος για το Voge R125, το οποίο ευελπιστεί να κερδίσει τις καρδιές των νέων μοτοσυκλετιστών κατόχων διπλώματος Α1 και γιατί όχι να πρωταγωνιστήσει σε μία κατηγορία που συνεχώς ακμάζει εμπορικά το τελευταίο διάστημα. Αντικρίζοντας για πρώτη φορά τον νέο παίκτη της κατηγορίας, δεν μπορείς να κρύψεις τον θαυμασμό σου για την σιλουέτα του R125, καθώς η αλήθεια είναι πως πρόκειται ίσως για την ομορφότερη μοτοσυκλέτα της εν λόγω κατηγορίας. Οι επιθετικές γραμμές σε συνδυασμό με την μυώδη σχεδίαση αποπνέουν μια σύγχρονη εικόνα που κάνουν τα κεφάλια των περαστικών να γυρίσουν ακόμη και όταν το Voge R125 βρίσκεται σταματημένο.

3

Ο χρωματικός συνδυασμός -μαύρου-κίτρινου- που είχαμε στη διάθεση μας τόνιζε ακόμη περισσότερο την σπορτίφ εικόνα του νέου μοντέλου, ενώ αν κάποιος θελήσει μπορεί να επιλέξει και τον γαλάζιο-λευκό χρωματισμό. Όσον αφορά την ποιότητα κατασκευής η Voge συνεχίζει να μας χαρίζει υψηλά στάνταρ καθώς κάθε σημείο της μοτοσυκλέτας είναι προσεγμένο, ενώ υπάρχουν δύο σημεία πάνω στο R125 τα οποία ενδέχεται να σας κάνουν “talk of the town”, ο λόγος για τις δύο μπάρες led οι οποίες βρίσκονται στα πλαϊνά φαίρινγκ και προσφέρουν εντυπωσιακό φωτισμό όταν πέσει το σκοτάδι. Εμείς δεν αντισταθήκαμε και σταθμεύσαμε το Voge R125 κατά τις βραδινές ώρες ώστε να προσελκύσουμε λίγο τα φώτα της δημοσιότητας. Ο συνολικός όγκος ολόκληρης της μοτοσυκλέτας δεν θα προβληματίσει κανέναν καθώς το εξαιρετικό ζύγισμα που έχει πετύχει η Voge θα χαρίσει χαμόγελα ακόμη και στους αναβάτες οι οποίοι κάνουν τα πρώτα τους μοτοσυκλετιστικά βήματα.

5

Ανεβαίνοντας στη σέλα του Voge R125, διαπιστώνεις πως η εργονομία της θέσης οδήγησης θα βολέψει χωρίς ιδιαίτερα παράπονα αναβάτες κάθε ύψους, ενώ το χαμηλό ύψος της σέλας στα 790mm από το έδαφος προσφέρει την ασφάλεια του να πατήσεις τα πόδια σου με σιγουριά κάτω. Η στάση οδήγησης του αναβάτη πάνω στο R125 έχει μια φυσικότητα και αυτό είναι ακόμη ένα θετικό στοιχείο του νέου μοντέλου της Voge. Το τιμόνι έχει τη σωστή απόσταση από το σώμα του αναβάτη, ενώ το σωστό ύψος και πλάτος του θα κάνει τον χειρισμό της μοτοσυκλέτας παιχνίδι ειδικά στην κίνηση εντός της πόλης. Το μόνο που μας ξένισε ήταν οι καθρέπτες οι οποίοι εκτεινόταν αρκετά προς τα έξω με αποτέλεσμα να φλερτάρουν επικίνδυνα με τα αυτοκίνητα ενώ και οι ορατότητα τους δεν ήταν και η καλύτερη. Η αφράτη σέλα ωστόσο επαναφέρει το χαμόγελο στα χείλη μας καθώς παρά τα πολλά χιλιόμετρα που διανύσαμε δεν αισθανθήκαμε σε καμία στιγμή κούραση. Το ίδιο όμως δεν μπορούμε να πούμε για τον συνεπιβάτη, καθώς οι σχεδιαστές αποφάσισαν να θυσιάσουν την άνεση στον βωμό της καλαισθησίας. Η κοντή σπορ ουρά -κάτω από την οποία μπορείτε να τοποθετήσετε τα χαρτιά της μοτοσυκλέτας- μπορεί να χαρίζει πόντους στην εικόνα του Voge R125, ωστόσο κόβει πόντους από την σέλα του συνεπιβάτη. Το μόνο θετικό είναι πως παρά το μικρό της μήκος είναι αρκετά αφράτη, οπότε λογικά θα μετριάσει την γκρίνια του συνεπιβάτη κατά τη διάρκεια των μετακινήσεων.

6

Μια δοκιμή θα σας πείσει…

Και ήρθε η στιγμή της οδήγησης, σε αυτή την κατηγορία οι αγοραστές περισσότερο έλκονται από την εικόνα παρά τις επιδόσεις και τις οδηγικές αρετές που μπορεί να έχει μία μοτοσυκλέτα. Αυτό κατά τη γνώμη μας είναι λάθος καθώς τα πρώτα βήματα ενός αναβάτη στον χώρο της μοτοσυκλέτας θα πρέπει να γίνεται με τον βέλτιστο και τον σωστό τρόπο. Ωστόσο το τελευταίο διάστημα αυτό έχει αλλάξει καθώς παλιοί και νέοι παίκτες μπήκαν στο παιχνίδι της κατηγορίας των 125 κυβικών εκατοστών. Επιπρόσθετα επιστρέψαμε στις παλιές καλές εποχές που αναζητούσαμε μία μικρή μοτοσυκλέτα η οποία να έχει αξιόλογη οδηγική συμπεριφορά, να είναι όμορφη και να είναι προσιτή τόσο ως προς την αγορά όσο και προς την συντήρηση της. Και κάπου εδώ μπαίνει στην κουβέντα μας το νέο Voge R125. Βάζοντας μπροστά το R125 δεν περιμένεις να ακούσεις κάτι κραυγαλέο από την όμορφη εξάτμιση του μονοκύλινδρου υγρόψυκτου κινητήρα των 125 κυβικών εκατοστών που αποδίδει 15 ίππους σύμφωνα με την εταιρεία. Κλείνεις την ζελατίνα του κράνους σου, κουμπώνεις την πρώτη ταχύτητα στο πολύ μαλακό εξάρι κιβώτιο και ξεκινάς για τα πρώτα χιλιόμετρα παρέα με την νέα πρόταση της Voge.

8

Οι ελάχιστοι κραδασμοί του κινητήρα σε εντυπωσιάζουν καθώς πολλές φορές νομίζεις πως το R125 δεν βρίσκεται σε λειτουργία, την αίσθηση ζεν διακόπτεις όταν περιστρέψεις την γκαζιέρα. Η πολύ καλή απόκριση στο γκάζι εξαλείφει τα σκορτσαρίσματα σε μεγάλο βαθμό και αυτό είναι μια επιτυχία που πρέπει να πιστώσουμε στην Voge. Ο κινητήρας του R125 δουλεύει ψηλά, ωστόσο θα θέλαμε να είναι πιο απλωτή η κλιμάκωση των σχέσεων. Παρ’ όλα αυτά, το κέρδος της κοντής κλιμάκωσης χαρίζει σπιρτάδα στον κινητήρα τόσο στις χαμηλές όσο και στις μεσαίες στροφές. Το χαμόγελο θα ζωγραφιστεί στο πρόσωπο σας όταν θα δείτε πως το Voge R125 θέλει να φτάσει στην τελική του ταχύτητα όσο πιο γρήγορα γίνεται. Εμείς καταφέραμε και είδαμε 121 χλμ./ώρα στο καλαίσθητο πάνελ ενδείξεων τύπου LCD, πριν μας χαλάσει το πάρτι ο κόφτης στροφών του κινητήρα. Στα θετικά του Voge R125 είναι και η κατανάλωση του, εμείς το οδηγήσαμε σε όχι και τόσο ήρεμους ρυθμούς (έτσι κι αλλιώς τέρμα γκάζι τα οδηγείς τα 125…) και δεν ξεπεράσαμε τα 3 λίτρα τα 100 χιλιόμετρα. Αν αναλογιστούμε πως το R125 έχει 10 λίτρα ρεζερβουάρ τότε οι επισκέψεις σας στα βενζινάδικα δεν θα είναι και τόσο συχνές.

9

Ευχάριστη έκπληξη με κάποιες επιφυλάξεις

Όσο περισσότερο οδηγούμε το Voge R125 τόσο μας εντυπωσιάζει η ποιότητα και η αξιόλογη οδηγική του συμπεριφορά. Λόγω της σωστής θέσης οδήγησης, οι κινήσεις του αναβάτη έχουν φυσική ροή κάτι που σημαίνει πως δεν χρειάζεται να κουράζετε το σώμα σας περαιτέρω. Το ανεστραμμένο πιρούνι διαμέτρου 35χλστ. μπορεί να μην έχεις ρυθμίσεις συμπίεσης και επαναφοράς, ωστόσο παρέχει σωστές πληροφορίες στον αναβάτη κατά την οδήγηση. Η καλή κατανομή βάρους που προαναφέραμε χαρίζει πόντους στον τομέα της σταθερότητας, ενώ όσον αφορά την ευελιξία το Voge R125 διαπρέπει. Η πίσω ανάρτηση με το μονό αμορτισέρ συμπληρώνει την σπορτίφ εικόνα του νέου μοντέλου καθώς απορροφά με άνεση τις κακοτεχνίες των ελληνικών δρόμων. Όλα αυτά τα θετικά χαρακτηριστικά που υπάρχουν στο Voge R125, “πληγώνονται” από τα κακής ποιότητας ελαστικά πρώτης τοποθέτησης.

11

Όταν ειδικότερα επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες αδυνατούν να ζεσταθούν, κάτι που δεν είναι ότι το καλύτερο ειδικά για έναν νέο αναβάτη. Πρόβλημα αντιμετωπίζουν επίσης και στο βρεγμένο, καθώς υπάρχει μια ασάφεια στο τι συμβαίνει κάτω από τους τροχούς. Το πρόβλημα των ελαστικών μεταφέρεται αυτόματα όπως καταλαβαίνεται κυρίως στην πέδηση καθώς το φρενάρισμα αποκτά μια σύνθετη διάσταση. Όταν υπάρχει καλή ποιότητα ασφάλτου το Voge R125 σταματά με ασφάλεια και ευκολία χάρις στα δύο δισκόφρενα σε συνδυασμό με το αξιόλογο ABS. Η αίσθηση και η δύναμη δεν λείπει όταν όμως χρειαστεί να φρενάρεις απότομα στην καλογυαλισμένη ελληνική άσφαλτο τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Ο έμπειρος αναβάτης μπορεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση ωστόσο οι λιγότερο έμπειροι μπορούν να τα βρουν σκούρα καθώς το πίσω ABS είναι αρκετά ευαίσθητο και ενεργοποιείται πολύ νωρίς. Αν αναλογιστούμε πως στο δυναμόμετρο το Voge R125 έβγαλε 13,48 ίππους τότε μπορούμε να καταλάβουμε πως η πιο λογική και ασφαλή επιλογή θα είναι η τοποθέτηση ενός επώνυμου ζευγαριού ελαστικών.

12

Εμπεριστατωμένη πρόταση

Η κακή επιλογή των πρώτης τοποθέτησης ελαστικών δεν μπορεί να σβήσει την καλή συνολική εικόνα και τα πλεονεκτήματα που έχει η νέα πρόταση της Voge στην κατηγορία των 125 κυβικών εκατοστών. Η προσιτή τιμή του R125 στα επίπεδα αερόψυκτου παπιού η οποία τιμάται στα 2.795 ευρώ, η ποιοτική κατασκευή, η αξιόλογη οδηγική συμπεριφορά, η κολακευτική εμφάνιση καθώς και η οικονομία που προσφέρει κατά τη χρήση κάνει το Voge R125 να ξεχωρίζει σε σχέση με τον ανταγωνισμό, ενώ ταυτόχρονα δείχνει πως η μητρική Loncin έχει πιάσει τον παλμό της αγοράς συνδυάζοντας δύο τομείς που πολλές φορές δεν συμβαδίζουν, την ποιότητα και την οικονομία.

13