Piaggio Beverly 300S 2017

Το μυστικό της επιτυχίας
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

28/12/2018

Το Beverly 300S της Piaggio αποτελεί πλέον μια πολυαγαπημένη επιλογή των αναβατών της χώρας μας –και όχι μόνο- και είναι μέλος της οικογένειας Beverly που την τελευταία 20ετια έχουν κατακλίσει τους δρόμους της πρωτεύουσας. Στο τεστ που αναδημοσιεύουμε απ’ το τεύχος 566 του ΜΟΤΟ, αναλύουμε τους λόγους βρίσκεται στην καρδία του ελληνικού κοινού λόγω των προτερημάτων του.

Όποιος αναρωτιέται γιατί το Beverly έγινε μία από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες στην Ευρώπη και αγαπήθηκε τόσο πολύ στην Ελλάδα, αρκεί να ζήσει μαζί του για μερικές μέρες και θα του λυθούν όλες οι απορίες.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος όταν προσπαθείς να φτιάξεις οποιοδήποτε προϊόν απευθύνεται στην μεσαία κατηγορία είναι να μπερδέψεις την έννοια της λέξης “μεσαία” και την έννοια της λέξης “μέτρια”. Ακόμα και αν δεν έχεις καμία πρόθεση να κοροϊδέψεις τους πελάτες σου, είναι πολύ εύκολο να την πατήσεις, αφού εξ ορισμού θα πρέπει να δουλέψεις με περιορισμούς στο κόστος των υλικών, με περιορισμούς στην τεχνολογία και με περιορισμούς στον εξοπλισμό. Εδώ είναι το σημείο που η εμπειρία, η τεχνογνωσία και η παράδοση κάθε εταιρείας βοηθάει ώστε το τελικό αποτέλεσμα να ξεπερνά της προσδοκίες των πελατών της. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η Piaggio είναι μια εταιρεία που έχει ταυτίσει το όνομά της με τα scooter και τα χρόνια συσσωρευμένης εμπειρίας της σε αυτή την κατηγορία δικύκλων δεν συγκρίνεται με κανενός άλλου κατασκευαστή. Σίγουρα ο ανταγωνισμός είναι σκληρός τα τελευταία χρόνια, καθώς τόσο τα ιαπωνικά εργοστάσια, όσο και εκείνα της κεντρικής Ασίας, έχουν επενδύσει πολλά χρήματα και επιδεικνύουν μεγάλη σοβαρότητα. Έτσι, το γεγονός ότι το Beverly συνεχίζει να αποτελεί το πρότυπο στην κατηγορία των μεσαίου κυβισμού scooter και αποτελεί τον πρώτο στόχο κάθε επίδοξου ανταγωνιστή, δείχνει ακόμα περισσότερο πόση δουλειά σε κάθε λεπτομέρεια έχουν κάνει οι Ιταλοί.

Διαχρονική, ποιοτική εμφάνιση

Το βασικότερο πλεονέκτημα του Beverly είναι σίγουρα η διαχρονική, σχεδόν κλασική εμφάνισή του. Έχει έντονη σχεδιαστική ταυτότητα και δεν το μπερδεύεις με τίποτα άλλο στο δρόμο, ταυτόχρονα όμως δεν καταφεύγει σε σχεδιαστικές ακρότητες για να εντυπωσιάσει. Αυτό το κάνει αποδεκτό σε ανθρώπους με διαφορετικά γούστα, είτε τους αρέσουν τα μοντέρνα ή νεανικά σχήματα, είτε προτιμούν τα κλασικά. Αυτό έχει και πρακτικό αντίκτυπο στον τομέα της μεταπώλησης, αφού δεν κακογερνάει μετά από δύο ή τρία χρόνια και φυσικά, αφού εμφανισιακά είναι αποδεκτό από τους περισσότερους, έχεις και περισσότερους υποψήφιους αγοραστές. Με την σειρά του αυτό σημαίνει αυξημένη ζήτηση στην αγορά του μεταχειρισμένου και άρα υψηλότερες τιμές μεταπώλησης, αφού ο νόμος της αγοράς καθορίζει πάντα τις τιμές βάσει προσφοράς και ζήτησης. Όμως την περίοπτη θέση του στην αγορά δεν την κέρδισε μόνο λόγω εμφάνισης. Υπάρχουν πιο ουσιαστικά στοιχεία που το Beverly έχει κερδίσει αυτή την περίοπτη θέση ανάμεσα στα δεκάδες μοντέλα που υπάρχουν στην κατηγορία του. Η ποιότητα των υλικών, η βαφή και το φινίρισμά τους είναι από εκείνα τα πράγματα που ο αναβάτης νοιώθει καθημερινά δια της αφής και της όρασης. Η σαγρέ-σατινέ υφή όσων πλαστικών δεν έχουν βαφή, θυμίζει σε ποιότητα το ταμπλό γερμανικών αυτοκινήτων της premium κατηγορίας και το ίδιο ισχύει για το κάλυμμα της σέλας. Τα βαμμένα πλαστικά γυαλίζουν και σε κανένα σημείο τους η μπογιά ή το βερνίκι δεν έχουν ατέλειες ή λιγότερο πάχος. Ακόμα και στην έκδοση S που οι σκούρες χρωματικές επιλογές για τους τροχούς κόβουν πόντους από την λάμψη του Beverly, η premium εικόνα παραμένει. Οι αρμοί στις ενώσεις των πλαστικών είναι ομοιογενείς σε όλα τα σημεία και τίποτα δεν τρίζει, ούτε τρέμει. Οι αρθρώσεις των μηχανισμών που ανοίγουν την σέλα και το ντουλαπάκι είναι απόλυτα στιβαροί και οι κλειδαριές τους (ηλεκτρική για την σέλα) έχουν ποιοτική αίσθηση και ήχο στο άνοιγμα και κλείσιμο. Ακόμα και το λάστιχο πάνω στο πάτωμα της ποδιάς που πατάνε τα πόδια σου είναι κορυφαίας ποιότητας αντιολισθητικό και έχει μεγάλο πάχος, εξουδετερώνοντας οποιονδήποτε κραδασμό θα μπορούσε να περάσει από τον κινητήρα στις πατούσες σου. Στο ίδιο επίπεδο βρίσκεται και η αίσθηση ποιότητας όταν χειρίζεσαι τους διακόπτες, όμως εδώ έχουμε να κάνουμε μια αρνητική παρατήρηση σε ότι αφορά την απόσταση που έχουν από τα γκριπ και μερικές φορές χρειάζεται να χαλαρώσεις το χέρι σου στο γκριπ για να μπορέσει ο αντίχειρας να φτάσει το κουμπί Mode που αλλάζει τις ψηφιακές ενδείξεις στα όργανα (οδόμετρο/μερικός χιλιομετρητής/θερμοκρασία περιβάλλοντος/ώρα) ή την κόρνα από την άλλη μεριά του τιμονιού.

Όταν το χρησιμοποιείς είναι καλύτερο

Όσο ευχάριστο για το μάτι και την αφή είναι το Beverly 300, τόσο καλύτερο γίνεται όταν αρχίζεις να το χρησιμοποιείς καθημερινά. Άλλωστε αυτός είναι και ο λόγος για να πάρεις ένα scooter. Η έκδοση των 300 κυβικών που έχουμε εδώ (υπάρχει και Beverly 350) απευθύνεται σε όσους κινούνται κυρίως μέσα σε πολυσύχναστο αστικό περιβάλλον και χρησιμοποιούν περιστασιακά ή για μικρά χρονικά διαστήματα δρόμους ταχείας κυκλοφορίας. Με αυτόν τον κινητήρα (είναι πλέον Euro 4) η ιδανική ταχύτητα κίνησης στους ανοιχτούς αυτοκινητόδρομους είναι μεταξύ 110-120km/h στο κοντέρ. Η δύναμη του κινητήρα και η σχέση “γραναζώματος” της αυτόματης μετάδοσης μπορούν να στείλουν την βελόνα του κοντέρ πάνω από τα 130km/h χωρίς πρόβλημα στις ευθείες, όμως αν οδηγείς καθημερινά για μεγάλα χρονικά διαστήματα με πάνω από 120km/h στο κοντέρ η ζωή του ιμάντα θα είναι περιορισμένη και η κατανάλωση αυξάνεται δυσανάλογα σε σχέση με την οδήγηση μεταξύ 110-120km/h. Σε αυτό το σημείο μπορείς να θέσεις το ερώτημα, γιατί να μην αγοράσεις το φτηνότερο και πιο οικονομικό σε κατανάλωση Medley 150, το οποίο κινείται άνετα με 100-110km/h στους ανοιχτούς δρόμους. Η απάντηση βρίσκεται στις επιταχύνσεις και στην άνεση με την οποία το Beverly 300 πιάνει τα 120km/h και τα διατηρεί ακόμα και με δύο άτομα σε ανηφορικές ευθείες. Τα διπλάσια κυβικά του Beverly 300 δεν κρύβονται στις επιταχύνσεις από στάση, αλλά ούτε και στις επιταχύνσεις εν κινήσει. Το αίσθημα ασφάλειας όταν κινείσαι σε δρόμους ταχείας κυκλοφορίας δεν συγκρίνεται με τα μικρότερου κυβισμού scooter και αυτά τα 10-20km/h μεγαλύτερης τελικής ταχύτητας κάνουν τεράστια διαφορά όταν οδηγείς ανάμεσα σε αυτοκίνητα που κινούνται με 80-130km/h. Το αίσθημα ασφάλειας είναι από τα βασικά χαρακτηριστικά του Beverly 300, που το κάνουν να ξεχωρίζει από οποιονδήποτε ανταγωνιστή του σε αυτή την κατηγορία. Η σταθερότητα σε όλες τις ταχύτητες είναι ασύγκριτη και παρά τις σκληρές αναρτήσεις της έκδοσης S, οι τροχοί παραμένουν πεισματικά πάνω στην άσφαλτο και οι αποσβέσεις τους χαρακτηρίζονται από ποιότητα λειτουργίας. Μαζί με τα ελαστικά της Michelin, το ABS της Bosch και το traction control, το Beverly 300 είναι ένα σκαλί πάνω σε επίπεδο ασφάλειας από τον ανταγωνισμό. Ειδικά το traction control, όχι μόνο δεν είναι μαρκετινίστικη υπερβολή, αλλά κατά την γνώμη μου θα έπρεπε να αποτελεί (δια νόμου) στάνταρ εξοπλισμό σε όλα τα scooter, όπως και το ABS. Ο λόγος δεν είναι η υπερβολική δύναμη των scooter, αλλά η απουσία ελέγχου της λειτουργίας του συμπλέκτη από τον αναβάτη. Ειδικά στα πρωτοβρόχια που τα λασπόνερα κάνουν την επιφάνια των δρόμων επικίνδυνα γλιστερή. Το αυτόματο πατινάρισμα των scooter σε συνδυασμό με της μικρής διαμέτρου πίσω τροχούς, την πισώβαρη κατανομή μαζών και τα φτηνιάρικα κατά κανόνα ελαστικά τους, είναι η συνταγή μιας επιτυχημένης τούμπας – ακόμα και ξεκινώντας από το φανάρι.

Σε αντίθεση με το traction control που έχουν τα δύο mega-scooter της BMW, που δεν απενεργοποιείται και είναι υπερβολικά ευαίσθητο και παρεμβατικό, το σύστημα της Piaggio είναι πολύ πιο κοντά στις ελληνικές συνθήκες. Τι εννοούμε; Οι δρόμοι μας έχουν πολλές λακκούβες και ειδικά μέσα στις πόλεις είναι γεμάτοι μπαλώματα από τα εκατοντάδες μικρο-έργα της ΕΥΔΑΠ και των συνδέσεων φυσικού αερίου. Το αποτέλεσμα είναι τα υπερευαίσθητα traction control να κόβουν συνεχώς την παροχή δύναμης, προκαλώντας… λόξυγκα στον κινητήρα. Στο Beverly 300 η επέμβαση του traction control όταν περνάς πάνω από τέτοιες ανωμαλίες είναι λιγότερο έντονη, η δύναμη του κινητήρα επανέρχεται άμεσα και τελικά είναι ελάχιστες οι φορές που θα σου δημιουργήσει δυσφορία. Ίδιας φιλοσοφίας είναι και η ρύθμιση του ABS. Η λειτουργία του συγκρίνεται μόνο με τα συστήματα που έχουν οι καλές μοτοσυκλέτες, αφού δεν βιάζεται να επέμβει και δεν “κοιμάται” μέχρι να επαναφέρει την δύναμη στο σύστημα πέδησης. Έχει ξεχωριστό κανάλι για κάθε τροχό, οπότε η επέμβασή του είναι ανεξάρτητη εμπρός-πίσω. Η δύναμη πέδησης είναι άριστη από το πίσω φρένο, όμως το εμπρός θέλει πολύ δύναμη στην μανέτα για να δείξει την αποτελεσματικότητά του. Σε αίσθηση είναι σαφώς βελτιωμένα σε σύγκριση με την προηγούμενη γενιά των φρένων της Piaggio, όμως ακόμα λείπει από το εμπρός η αμεσότητα για να μπορείς να το χειριστείς αποτελεσματικά με ένα δάκτυλο στη μανέτα. Ίσως να το έχουν κάνει επίτηδες επειδή οι σκουτεράδες τρέμουν στην ιδέα να φρενάρουν δυνατά με το εμπρός, όμως με ένα τόσο καλό ABS και τα καλής ποιότητας ελαστικά που φοράει το Beverly 300, δεν δικαιολογείται η επιλογή αυτή.

Το ζουμί της ιστορίας

Η ποιοτική εμφάνιση και η αίσθηση ασφάλειας είναι τα δύο βασικά σημεία που διαπρέπει το Beverly 300, όμως ένα scooter αυτής της κατηγορίας θα πρέπει να είναι πρακτικό και με χαμηλό κόστος χρήσης. Το πραγματικό βάρος με γεμάτο ρεζερβουάρ είναι στα 174 κιλά και βρίσκεται στον μέσο όρο της κατηγορίας. Ως γνωστόν το βάρος έχει επίπτωση στην κατανάλωση, αφού όσο μεγαλύτερο είναι τόσο περισσότερο πρέπει να ανοίγεις το γκάζι. Το Beverly 300 είχε στα χέρια μας μια μέση κατανάλωση κοντά στα 3,8 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα και συμπεριλαμβάνει οδήγηση με ένα ή δύο άτομα στη σέλα, εντός και εκτός κέντρου πόλης. Με νευρική οδήγηση και επίμονα χουφτώματα στο γκάζι μπορεί να ξεπεράσεις τα 4 λίτρα/100km και με ένα άτομα στην σέλα και πιο ήρεμη οδήγηση μπορείς να κατέβεις εύκολα κάτω από τα 3,5 λίτρα/100km. Σε συνδυασμό με την μεγάλη χωρητικότητα του ρεζερβουάρ των 12,5 λίτρων, η αυτονομία ξεπερνά τα 200 χιλιόμετρα και αυτό είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα που λίγα scooter διαθέτουν. Γενικά στον τομέα της πρακτικότητας, η Piaggio έχει δουλέψει πάρα πολύ στις λεπτομέρειες, κάνοντας πολύ ευχάριστη την συμβίωση με το Beverly 300. Έχει δύο πρακτικά στην χρήση σταντ, το ντουλαπάκι στην ποδιά έχει βαθιές τσέπες για να βάλεις με ασφάλεια μικροαντικείμενα χωρίς να σου πέσουν στην άσφαλτο μόλις το ανοίξεις και ο χώρος κάτω από την σέλα φωτίζεται, οπότε αν ο γύφτουλας ιδιοκτήτης που νοικιάζεις το γκαράζ έχει κόψει το ρεύμα για να μην πληρώνει πάγια, εσύ μπορείς να δεις τα πράγματα που έχεις βάλει μέσα (βγαλμένο από προσωπική εμπειρία…). Χωράει άνετα ένα μεγάλο full-face κράνος και περισσεύει αρκετός χώρος ακόμα, αλλά δύσκολα θα βάλεις μέσα δύο κράνη, εκτός κι αν είναι μικρά jet. Πάντως πρέπει να προσθέσουμε ότι είναι επενδυμένος με μοκέτα, προστατεύοντας από τις γρατσουνιές τα προσωπικά σας αντικείμενα. Κάτι τέτοιες λεπτομέρειες είναι που δείχνουν την εμπειρία της Piaggio στο σχεδιασμό scooter και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής σου με το Beverly 300.

Στα 4.320 ευρώ που ζητάει η Piaggio αυτή τη στιγμή για ένα Beverly 300, δεν υπάρχει κάτι άλλο στον ανταγωνισμό που να είναι φτηνότερο και να έχει το ίδιο επίπεδο εξοπλισμού. Βασικά δεν υπάρχει και τίποτα ακριβότερο που να έχει το ίδιο επίπεδο εξοπλισμού, τουλάχιστον σε ότι αφορά τον τομέα της ασφάλειας.

Διαχρονική σχεδίαση και κορυφαία ποιότητα υλικών και φινιρίσματος για τα όργανα που διαθέτουν όλες τις βασικές ενδείξεις σε αναλογική μορφή και τις δευτερεύουσες σε ψηφιακή. Από κάτω τους είναι το κουμπί απενεργοποίησης του traction control (ASR)

Το κουμπί Mode δεν αλλάζει χάρτες στην ρύθμιση του κινητήρα, απλώς επιλέγεις ενδείξεις στα ψηφιακά όργανα

Πολύ βελτιωμένο σε ποιότητα λειτουργίας το φυγοκεντρικό σύστημα των καινούριων Piaggio. Στο Beverly 300 η τελική ταχύτητα περιορίζεται λίγο πάνω από τα 135km/h στο κοντέρ

Η σέλα έχει ηλεκτρομαγνητική κλειδαριά και ανοίγει με το πάτημα ενός κουμπιού. Σε περίπτωση βλάβης υπάρχει και μηχανικός μοχλός μέσα στο ντουλαπάκι της ποδιάς

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Piaggio Beverly 300S

Αντιπρόσωπος:
Piaggio Hellas
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.190
Ύψος (mm):
-
Μεταξόνιο (mm):
1.535
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
790
Ίχνος (mm):
-
Γωνία κάστερ (˚):
-
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό
Πλάτος (mm):
780
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
 
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
 12,5/-
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος με 1ΕΕΚ και 4 Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
75 x 63
Χωρητικότητα (cc):
278
Σχέση συμπίεσης:
-
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
21 / 7.250
Ροπή (kg.m/rpm):
2,5 / 5.750
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
70
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Φυγοκεντρικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Ιμάντα / -
Τελική μετάδοση / σχέση:
Ιμάντα / -
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
7,8
8,3
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
81
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου 4 θέσεων
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
14 Χ 3,5
Ελαστικό:
140/70-14
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος240 240mm με δαγκάνα δύο εμβόλων με δικάναλο ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ρολόι, στάθμη καυσίμου, ολικό χιλιομετρητή, μερικό χιλιομετρητή, θερμοκρασία ψυκτικού και ενδεικτικές λυχνίες για φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, στάθμη λαδιού, κεντρικό και πλάγιο σταντ, προεγκατάσταση για PiaggioMultimediaCenter, ABS / Traction Control
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
90/34
Ρυθμίσεις:
-
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
16 X 3
Ελαστικό:
110/70-16
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 300mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και δικάναλο ABS

 

Οδηγούμε Bridgestone Battlax Adventure Trail AT41

Εμφάνιση που μετράει αλλά και απόδοση!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

11/7/2022

Οι Adventure μοτοσυκλέτες, που καλύτερα από κάθε άλλη εποχή, εξυπηρετούν τις τουριστικές ανάγκες εκμηδενίζοντας την sport-touring κατηγορία, προσαρμόζονται εύκολα στις διαφορετικές χρήσεις με το πάτημα ενός κουμπιού οι περισσότερες. Εκείνο που δεν αλλάζει τόσο εύκολα, είναι οι δυνατότητες των ελαστικών που ξεκάθαρα εξυπηρετούν συγκεκριμένα ποσοστά. Ακόμη κι αυτό όμως δεν είναι πρόβλημα γιατί πολύ απλά οι περισσότεροι ιδιοκτήτες δεν έχουν κάποιο δίλλημα για την χρήση που θέλουν να κάνουν. Θέλουν καλή απόδοση στην άσφαλτο, ιδιαίτερα στο βρεγμένο ώστε με ασφάλεια να κινούνται στα ταξίδια τους και καθημερινά και όταν έρθει η ώρα για το χώμα, μία απλή διέλευση εξυπηρετεί το στόχο. Κι αν θέλουν να κινηθούν περισσότερο εκτός δρόμου, τότε αλλάζουν τελείως ελαστικά. Αυτό είναι ένα σενάριο που εξυπηρετεί την πλειοψηφία αλλά αφήνει μονάχα ένα κενό, την εμφάνιση της μοτοσυκλέτας με τα ασφάλτινα ελαστικά.

Το κοινό ήθελε ένα ελαστικό που να «τάζει περιπέτεια» αλλά η απόδοσή του να είναι ξεκάθαρα ασφάλτινη. Με αυτό έως δεδομένο δεν είχε πολλές επιλογές, κυρίως αν αρχίζει κανείς να μετρά την απόδοση σε βρεγμένο οδόστρωμα αλλά και την συνολική διάρκεια ζωής. Κενό στην γκάμα λοιπόν υπήρχε, αλλά κανείς δεν ήθελε να μπει στην διαδικασία να το καλύψει, γιατί η οποιαδήποτε εξέλιξη έχει κόστος, ακόμη κι αν μιλάμε μονάχα για εμφάνιση. Πόσο μάλλον αν κρύβεται από πίσω και ακόμη μεγαλύτερη εξέλιξη! Τα AT41, είναι λοιπόν μία ιδιαίτερη περίπτωση που ξεκινά από «το φαίνεσθαι» αλλά καταλήγει να έχουν ουσιαστικότερη αξία!

Δείτε το VIDEO:

Οι άνθρωποι της Bridgestone ήταν απόλυτα ξεκάθαροι και ειλικρινείς, σχεδόν από την ώρα που πατήσαμε το πόδι μας στην μαγευτική "χώρα των Βάσκων", στα βόρεια της Ισπανίας, για την παρουσίαση των νέων Battlax Adventure Trail AT41. "Τα νέα μας ελαστικά ΑΤ41 είναι 80-20 στην εμφάνιση, αλλά 90-10 στην χρήση. Απόλυτα ξεκάθαρα και απλά". Όπως επίσης ξεκάθαροι ήταν και για την "τοποθέτηση" του νέου ελαστικού, τόσο στην γκάμα όσο και στην αγορά γενικότερα.

Το ΑΤ41, λοιπόν, δεν αντικαθιστά κάποιο υφιστάμενο ελαστικό στην γκάμα της εταιρείας, όπως θα περίμεναν πολλοί με το Α41, αλλά ουσιαστικά συμπληρώνει το κενό που θεωρούσαν οι άνθρωποι της Bridgestone πως υπήρχε. Και πιο συγκεκριμένα, το κενό που έχει να κάνει με αυτό το φαίνεσθαι που λέγαμε, αλλά ευτυχώς κρύβει και κάτι άλλο πίσω του και με πραγματική ουσία που καθιστά την δημιουργία του ΑΤ41 την αρχή για κάτι νέο. Για εμπρός ελαστικά 21’’ ιντσών με ακόμη καλύτερη συμπεριφορά στην άσφαλτο!

Οι σύγχρονες adventure μοτοσυκλέτες έχουν εξελιχθεί σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό και την εμφάνισή τους κι αυτό δεν θα μπορούσε να μην επηρεάσει τα εργοστάσια παραγωγής ελαστικών, που ακολουθούν κατά πόδας τις εξελίξεις. Πριν από 8 χρόνια ο διευθυντής παραγωγής ενός άλλου εργοστασίου, και είχα γράψει τότε όλη την ιστορία στο ΜΟΤΟ, μου εξηγούσε πως αυτά που ζητούν οι νέες Adventure και οι προδιαγραφές που τους έρχονται από τα εργοστάσια, τους προβληματίζουν πολύ περισσότερο από ένα αγωνιστικό ελαστικό! Τα θέλουν όλα, μου είπε χαρακτηριστικά! Οπότε να ξέρεις πως ήδη εδώ και καιρό και σίγουρα στο άμεσο μέλλον, το βαρύ χαρτί στην έρευνα και την εξέλιξη πηγαίνει στην συγκεκριμένη κατηγορία! Η πορεία τον έχει επιβεβαιώσει πλήρως και παρόλο που οι sport κατηγορίες έχουν ανακάμψει πλέον, το AT41 παραμένει ένα από αυτά τα παραδείγματα και πηγαίνει τα πράγματα ακόμη πιο κάτω:

Ο κόσμος ζητά ελαστικά που θα του επιτρέπουν να πηγαίνει γρήγορα στην άσφαλτο και το κυριότερο με ασφάλεια, αλλά θα αναδεικνύουν με την εμφάνισή τους τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας, εμπνέοντας περισσότερο από το λίγο χώμα που οι περισσότεροι πρόκειται να πατήσουν. Αυτό ακριβώς ήταν το βασικό κίνητρο της Bridgestone για την δημιουργία των ΑΤ41, τα οποία όμως –όπως θα δούμε και παρακάτω- πέρα από την εμφάνιση που έχει συγκεντρώσει τη μερίδα του λέοντος της προσοχής των σχεδιαστών τους, φέρνουν και αναβαθμίσεις με ουσιαστικές βελτιώσεις στην συμπεριφορά τους.

Σύμφωνα με το στρατηγικό πλάνο τοποθέτησης προϊόντων της Bridgestone, τα ΑΤ41 βρίσκουν την θέση τους ανάμεσα στα πιο street προσανατολισμένα οπτικά Α41 και στα 50-50 ΑΧ41. Προφανώς και αυτό έχει να κάνει με την χάραξη του πέλματος, η οποία όμως πέρα από το ρόλο τους στην εμφάνιση, βελτιώνει την συμπεριφορά στο βρεγμένο, ενώ αναβαθμισμένη είναι η αίσθηση στο φρενάρισμα αλλά και το ποσοστό πρόσφυσης που προσφέρει το νέο ελαστικό.

Τεχνολογικό οπλοστάσιο

Πριν φτάσουμε όμως εκεί που η Bridgestone έριξε το μεγαλύτερο βάρος της, την χάραξη και την εμφάνιση δηλαδή, δεν μπορούμε να προσπεράσουμε την τεχνολογική φαρέτρα των Ιαπώνων, η οποία είναι γεμάτη με ό,τι πιο πρόσφατο και σύγχρονο διαθέτει το εργοστάσιο.

Η τεχνική 3LC+CAP&BASE είναι κάτι που αρκετοί κατασκευαστές εφαρμόζουν χρόνια τώρα, ο καθένας με την δική του ονομασία. Όμως κάθε φορά η εμπειρία υλοποίησης σε νέο ελαστικό δρα αθροιστικά και στην πράξη κάθε νεότερο επωφελείται. Η 3LC αφορά την κατανομή διαφορετικού μίγματος γόμας στις άκρες του πέλματος έναντι του κέντρου που στην περίπτωση των ΑΤ41 έχει εφαρμοστεί στο πίσω ελαστικό. Η Bridgestone έχει εδώ και καιρό επεκτείνει τον τρόπο που τα διαφορετικά υποστρώματα κατασκευάζονται, ψάχνοντας να απαλείψει ένα βασικό μειονέκτημα που ήταν να αισθάνεται ο αναβάτης την αλλαγή αυτή. Κυρίως στην γρήγορη οδήγηση. Με την τεχνική αυτή η πιο σκληρή γόμα που υπάρχει στο κέντρο του πέλματος, μπαίνει σαν ένα είδος “υποστρώματος” κάτω από την πιο μαλακή γόμα που διαθέτουν τα πλαϊνά τμήματα του ελαστικού, και για αυτό υπάρχει η ονομασία CAP&BASE. Με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνουν τον απόλυτο συνδυασμό στην ενιαία αίσθηση, όσο η μοτοσυκλέτα πλαγιάζει και μεταφέρει το βάρος της από το κομμάτι του ελαστικού που αντέχει περισσότερο για να βγάλει περισσότερα ταξιδιωτικά και καθημερινά χιλιόμετρα, στο πλάι που θέλεις να σου δίνει την μέγιστη απόδοση.

Ο σχεδιασμός έχει κάνει την μεγάλη διαφορά στα παραπάνω και το AT41 είναι ακόμη ένα ελαστικό που έχει εξελιχθεί με την βοήθεια του «Ultimate Eye» το οποίο συνεχώς εξελίσσεται. Είναι η περίφημη τεχνολογία που διαθέτει η Bridgestone, ό,τι πιο σύγχρονο υπάρχει στην προσομοίωση των πραγματικών συνθηκών για τις μετρήσεις της πρόσφυσης, που όχι μόνο αντικαθιστά τις ξεπερασμένες εργαστηριακές μεθόδους στο πρώιμο στάδιο εξέλιξης, αλλά δημιουργεί με πολύ μεγάλη ακρίβεια ακόμη και τις παραμικρές ιδιαιτερότητες που μπορεί να συναντήσουν τα ελαστικά κατά την διάρκεια της ζωής τους, φτάνοντας σε πολύ πιο ασφαλή συμπεράσματα και απόλυτα ακριβείς μετρήσεις. Στο τέλος πάντα υπάρχει η πρακτική δοκιμή, στο τέλος τα ελαστικά που έχουν προκύψει από την πιο πάνω διαδικασία κατασκευάζονται, δοκιμάζονται με πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα και επιστρέφουν πίσω στο σχεδιαστήριο μέχρι να ξανά αρχίσει αυτή η διαδικασία από την αρχή. Τα πρώτα – πρώτα στάδια όμως που παλαιότερα ήθελαν τόσο πολύ κόπο και χρόνο, τώρα γίνονται ψηφιακά και το κέρδος είναι ένα: Να δοκιμάζονται περισσότερες «συνταγές»! Το κέρδος είναι προς την εξέλιξη και όχι τόσο προς το κόστος αυτής! Να πούμε μόνο ως ενδεικτικό των τεράστιων δυνατοτήτων που προσφέρει αυτή η πατενταρισμένη από την Bridgestone μέθοδος, ότι μπορεί να διαχειριστεί ταχύτητες μέχρι 400 χιλιόμετρα την ώρα και κλίσεις έως τις 60 μοίρες, οπότε αποτελεί το πρώτο βήμα για μία πολύ μεγάλη σειρά ελαστικών της!

Φυσικά ο σκελετός των ΑΤ41 είναι monospiral, αλλά εδώ η Bridgestone διαφοροποιείται από τον γενικευμένο κανόνα και χρησιμοποιεί διαφορετικό προσανατολισμό στο «κορδόνι» του σκελετού για τα μπροστινά ελαστικά των ΑΤ41, ανάλογα με την διάστασή τους. Τα μπροστινά δηλαδή των 19 ιντσών έχουν διαφορετικό σκελετό από αυτά των 21 ιντσών -τα οποία έχουν V πλέξη του σκελετού- κι αυτό, όπως διαπιστώσαμε κι εμείς και όπως θα διαβάσετε στην συνέχεια, ήταν μια από τις πιο σοφές τεχνολογικά αποφάσεις της Bridgestone. Η διαφορετική διάταξη του σκελετού προσφέρει μεγαλύτερη ακαμψία στα ελαστικά των 21’’ και αυτό επηρεάζει θεαματικά την δυναμική συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας.

Το ίδιο το κορδόνι του σκελετού είναι κατασκευασμένο με την μέθοδο HTSPC, πράγμα που σημαίνει ότι το ατσάλινο νήμα είναι ενισχυμένο εσωτερικά με ελαστικά λεπτότερα νήματα που διαθέτουν μεγάλη θερμική επαγωγική ιδιότητα μεταφέροντας την θερμοκρασία ομοιόμορφα και ταχύτερα σε όλη την επιφάνεια του πέλματος, μειώνοντας συν των άλλων και την πιθανότητα κάποιου απροσδόκητου σκασίματος. Επιπλέον, χάρη σε αυτά τις ελαστικά «γεμίσματα» η όποια υγρασία δεν μπορεί να περάσει στο εσωτερικό του ατσάλινου νήματος, εκμηδενίζοντας έτσι και την περίπτωση οξείδωσης. Το πρακτικό αποτέλεσμα στην συμπεριφορά του ελαστικού είναι η σταθερότητα και αντοχή στις υψηλές ταχύτητες, καθώς βοηθούν και στην καλύτερη απόσβεση των ανωμαλιών από το ελαστικό.

Μια από τις επίσης εντυπωσιακές τεχνολογίες της Bridgestone που διαθέτουν τα νέα ΑΤ41, είναι ο συνδυασμός πολυμερών με την εμπλουτισμένη ποσότητα πυριτίου στην γόμα. Το πολυμερές βοηθά στην διάρκεια ζωής των ελαστικών, ενώ το πυρίτιο συμβάλλει στην πρόσφυση, ιδιαίτερα στο βρεγμένο. Η πρόκληση όμως για την Bridgestone στην προκειμένη περίπτωση, είναι ότι αυτά τα δύο συστατικά δεν είναι συμβατά μεταξύ τους και η λύση βρέθηκε με την τεχνολογία NanoPro-Tech. Πρόκειται για μια τεχνολογία που ελέγχει την νανοδομή των υλικών του ελαστικού μέσω του μοριακού σχεδιασμού, ούτως ώστε να επιτευχθεί το επιθυμητό χαρακτηριστικό των συστατικών για την απόδοση και την διάρκεια ζωής του.

 

Το τερπνόν μετά του ωφελίμου!

Και ερχόμαστε σε αυτό που η Bridgestone έχει κάνει σημαία της για την δημιουργία των ΑΤ41, που δεν είναι άλλο από την χάραξη. Το σχέδιο από τα μπλοκ και τις αυλακώσεις μελετήθηκε πολύ, τόσο για να μην θυμίζει κανένα από τα ανταγωνιστικά ελαστικά, προβάλλοντας παράλληλα τον περιπετειώδη χαρακτήρα τους οπτικά, όσο και να βελτιώνει ουσιαστικά την συμπεριφορά.

Στην νέα αυτή χάραξη λοιπόν, η συνολική επιφάνεια των αυλακώσεων είναι μεγαλύτερη και με μικρότερες αποστάσεις μεταξύ τους, με ευκόλως κατανοητά οφέλη στην αποστράγγιση του νερού από την επιφάνεια του πέλματος. Όπως ανακοίνωσε η Bridgestone το σπινάρισμα του πίσω τροχού στο βρεγμένο έρχεται τουλάχιστον κατά 30% αργότερα. Η δοκιμή στην Ελλάδα θα μας δείξει καλύτερα την απόδοση στο βρεγμένο, ιδιαίτερα από την στιγμή που ισχύουν ειδικές συνθήκες σε εμάς, εξαιτίας του οδοστρώματος, όμως η εμπειρία δείχνει πως πρέπει να δίνει κανείς βάση στα λεγόμενα της Bridgestone καθώς μέχρι στιγμής δεν έχουν τάξει ποτέ, κάτι που δεν μπορούν να φέρουν. Στο περίφημο διάγραμμα-ιστό που παραδοσιακά η Bridgestone συμπεριλαμβάνει στις παρουσιάσεις της και αποτελεί πλέον κάτι σαν… παράδοση, οι διαφορές στην απόδοση σε σχέση με το Α41 αφορούν σχεδόν αποκλειστικά την πρόσφυση, το φρενάρισμα και την πληροφόρηση στην βροχή.

Μια καινοτομία της νέας χάραξης είναι και οι μικρότερες και πιο «ρηχές» αυλακώσεις που υπάρχουν ανάμεσα στα πλαϊνά τακούνια, οι οποίες δεν εξυπηρετούν τόσο την απορροή του νερού, όσο την βελτίωση της συμπεριφοράς όσο φθείρεται το ελαστικό! Ναι ξέρω, πιστεύετε ότι άφθονο κρασί που έρεε τα βράδια στο δείπνο με έχει επηρεάσει αρνητικά, αλλά η αλήθεια είναι πως αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός τους και εξηγούμαι ευθύς αμέσως. Όσο λοιπόν φθείρεται το ελαστικό και κατεβαίνει το ύψος των τακουνιών που βρίσκονται εκατέρωθεν αυτού του ρηχού αυλακιού, σύντομα αυτό εξαφανίζεται και ουσιαστικά τα δύο γειτονικά τακούνια γίνονται ενιαία, αυξάνοντας την επιφάνεια στο πλαϊνό τμήμα του πέλματος που έρχεται σε επαφή με την άσφαλτο! Μια έξυπνη ιδέα που διατηρεί σε υψηλά επίπεδα την πρόσφυση, ακόμη κι όταν φορτώνετε με χιλιόμετρα τα ελαστικά, χωρίς να επηρεάζονται οι αυλακώσεις που εξυπηρετούν το να απομακρύνεται το νερό από το πέλμα.

 

H πίστα των… Βάσκων

Η επιλογή των ανθρώπων της Bridgestone για να πάρουμε την πρώτη γεύση από τα νέα Battlax AT41 στην χώρα των Βάσκων γύρω από το Bilbao και με έδρα το San Sebastian, ήταν από τις πλέον πετυχημένες. «Από τον ωκεανό στην έρημο και πίσω στον ωκεανό» έλεγε η περιγραφή της διήμερης διαδρομής, αλλά πουθενά δεν έλεγε ότι θα παθαίναμε τέτοια παράκρουση με τους δρόμους, την χάραξη, την ποιότητα της ασφάλτου και τα απίθανα τοπία. Όσοι έχετε μπει στην διαδικασία να φτιάξετε μια «to do list», συμπληρώστε μια επίσκεψη με μοτοσυκλέτα εκεί -αν δεν έχετε βρεθεί ήδη. Θα με ευγνωμονείτε… Όσοι πάλι δεν έχετε πάει ποτέ, ελάτε μια βόλτα παρέα στις παρακάτω αράδες για να νιώσετε κι εσείς πώς είναι να οδηγείς στην πίστα των Βάσκων!

Η πρώτη μέρα είχε σχεδιαστεί για μία διαδρομή 350 χιλιομέτρων με ΚΑΘΕ (όχι τυχαία τα κεφαλαία) είδους δρόμο πάνω στις σέλες των μεσαίων adventure που είχε συγκεντρώσει η Bridgestone. Δεν υπήρχε περίπτωση να μην ξεκινήσω την μέρα πάνω στην σέλα του Norden 901, μιας και ούτως ή άλλως στην πορεία θα γινόντουσαν συνεχείς εναλλαγές. Ελάχιστα χιλιόμετρα μακριά από το σημείο εκκίνησης, μπήκε το πρώτο «τικ» που δεν αποτέλεσε έκπληξη για ελαστικά της Bridgestone. Η θερμοκρασία λειτουργίας είχε ήδη επιτευχθεί πριν αρχίσει καν ο βασκικός ήλιος να ζεσταίνει εμάς. Η ανάβαση στους πρόποδες των Πυρηναίων έγινε πάνω σε ένα ορεινό επαρχιακό δρόμο, αρκετά φαρδύ για να επιβεβαιώσουμε ότι στις κλίσεις με πολλά χιλιόμετρα, όντως τα ΑΤ41 διατηρούν μια ευπρόσδεκτη ομοιογένεια στην συμπεριφορά ολόκληρου του πέλματος. Τα γρήγορα χιλιόμετρα όμως απάντησαν και σε μια ακόμη σημαντική απορία που είχαμε όλοι όσοι είδαμε από κοντά την χάραξη των ΑΤ41: Πόσο θορυβώδη είναι; Η απάντηση είναι ότι βρίσκονται ακριβώς στα ίδια επίπεδα με τα Α41, τα οποία διαθέτουν εμφανώς μια πιο ασφάλτινη χάραξη, έστω κι αν χαρακτηρίζονται από την ίδια αναλογία 90-10 ουσιαστικής χρήσης. Ούτε θόρυβος ούτε κανένας κραδασμός δεν πρόκειται να αποσυντονίσει τον αναβάτη, ανεξαρτήτως χιλιομέτρων και ποιότητας οδοστρώματος. Τα «τικ» συνεχίζουν να μπαίνουν ακάθεκτα…

Η επόμενη σέλα που ήταν αυτή του KTM 890 Adventure R, μιας και ήθελα να εμβαθύνω ακόμη περισσότερο στην συμπεριφορά των ΑΤ41 σε τροχό 21 ιντσών, πιέζοντας ακόμη περισσότερο και με διαφορετικό τώρα προσανατολισμό, καθώς η έκδοση R έχει ρυθμίσεις αναρτήσεων με βασικό γνώμονα την απόδοση στο χώμα. Και εκεί ήρθε η επόμενη μεγάλη αποκάλυψη. Διότι παρά την διαφορά στην λειτουργία του πιρουνιού ανάμεσα στις δύο μοτοσυκλέτες, ήταν απόλυτα αντιληπτή η σταθερότητα και η σιγουριά που ενέπνεε το μπροστινό ελαστικό. Συγκριτικά μάλιστα με τις διαφορετικές διαστάσεις στις διάφορες μοτοσυκλέτες που δοκιμάσαμε, δεν ήταν λίγοι οι ξένοι συνάδελφοι στο τέλος της ημέρας που παραδέχτηκαν ότι τους άρεσε περισσότερο η το «πάντρεμα» των ΑΤ41 με τους τροχούς των 21’’ σε σχέση με τους 19’’ βασιζόμενοι όλοι μας στο πόσο λιγότερες ελαστικότητες ένιωθες να φτάνουν ως πληροφορία στα χέρια σου. Ο διαφορετικός σκελετός πετυχαίνει το χαρακτηριστικό που ήθελαν να προσδώσουν οι μηχανολόγοι της Bridgestone, διευρύνοντας παράλληλα το πεδίο δράσης μιας μεγάλης κατηγορίας μοτοσυκλετών.

Το χωμάτινο κομμάτι της πρώτης μέρας ήταν αρκετά σύντομο, περίπου όσο θα έκανε κάποιος για να φτάσει σε μία απομονωμένη παραλία το καλοκαίρι, ή να εξερευνήσει λίγο περισσότερο το τοπίο, δηλαδή ένα ρεαλιστικό σενάριο, σε ένα όμως εξωπραγματικό μέρος. Πρόκειται για την έρημο Bardenas Reales που οι φανατικοί του Game of Thrones θα αναγνωρίσουν αμέσως, ένα προστατευμένο φυσικό πάρκο με απόκοσμους βράχους και άπειρους χωματόδρομους. Εκεί, τόσο πάνω στο Norden όσο και στο BMW F850GS Adventure, επιβεβαίωσα ότι αυτό το «10» στην αναλογία χρήσης των ΑΤ41 είναι ακριβώς τόσο και ούτε σπιθαμή παραπάνω. Οι άνθρωποι του εργοστασίου βέβαια ήταν ξεκάθαροι και ειλικρινείς πάνω σε αυτό από την αρχή, λέγοντας ότι η πραγματική του χρήση δεν είναι κάτι παραπάνω από μια απλή διέλευση σε τέτοιου είδους δρόμους και η χάραξη έχει να κάνει κυρίως με το πώς θέλεις να δείχνει το ελαστικό πάνω σε μια αντίστοιχη adventure μοτοσυκλέτα και όχι τόσο στις αυξημένες off-road δυνατότητες. Απλώς πέσαμε κι εμείς «θύματα» της εικόνας και περιμέναμε ότι τα γλιστρήματα και η -προοδευτική είναι η αλήθεια- έλλειψη της πρόσφυσης θα μπορούσε να έρθει ίσως λίγο πιο αργά… Παρόλα αυτά, αν οδηγείς συνειδητοποιημένος πως πρόκειται για ένα ελαστικό 90-10, δεν πρόκειται να παραπονεθείς ποτέ.

 

Battlax υπό… φορτίο

Η δεύτερη μέρα ήταν αφιερωμένη στα μεγάλα adventure σε μια εύνοια της τύχης για το γκρουπ μας, μιας και η διαδρομή της δεύτερης μέρας είχε ακόμη πιο γρήγορα κομμάτια, που στο Isle of Man θα πλήρωναν πολλά λεφτά για να τα… εισάγουν στο Νησί. Από την προηγούμενη μέρα, μαζί με δύο Ιταλούς συναδέλφους είχαμε φτιάξει ένα άτυπο… υπογκρουπάκι, που φρόντιζε να γεμίζει μόνιμα τους καθρέφτες της πλοηγού μας.

Οι πιο βαριές μοτοσυκλέτες με τις σαφώς πιο γρήγορες επιδόσεις, ήταν το επόμενο τσεκάρισμα στην λίστα των δυνατοτήτων των ΑΤ41. Και όταν έχεις στην παρέα μοτοσυκλέτες όπως το Ducati Multistrada V4 S και το KTM 1290 Super Adventure R, τότε o πήχης ανεβαίνει σε δυσθεώρητα ύψη. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο επέλεξα να μπω κατευθείαν στα βαθιά, με το Multistrada και κρύα λάστιχα να ξεκινούν άλλη μια μέρα 340 χιλιομέτρων οδήγησης. Πολύ γρήγορα, φεύγοντας από την έρημο με κατεύθυνση ξανά πίσω προς τη θάλασσα, ο δρόμος προκαλούσε για γκάζι και φυσικά το Multi ανταποκρίθηκε… Το ίδιο συνέβη και με τα ΑΤ41 που προσαρμόστηκαν αμέσως στον ρόλο του superbike adventure της συγκεκριμένης μοτοσυκλέτας. Απόλυτα θετικά, απόλυτα ακριβή, χωρίς υπερβολική παραμόρφωση που θα διατάρασσε την λεπτή ισορροπία του Multistrada όσο ήταν πλαγιασμένο με μεγάλα τριψήφια νούμερα στο κοντέρ.

Η χάραξη του δρόμου βοηθούσε στο να διατηρήσεις την τροχιά σου ακόμη και αν είχες κάνει μικρά λάθη στην επιλογή της γραμμής, με τα Battlax να ανταποκρίνονται άριστα. Το πιο εντυπωσιακό όλων και η πρώτη εντύπωση που εκφράστηκε ομόφωνα από όλους μας στην πρώτη στάση της διαδρομής, ήταν το πόσο μεγάλη εμπιστοσύνη μετέφερε στον αναβάτη το μπροστινό ελαστικό, ακόμη και στις μοτοσυκλέτες που δεν φόρτιζαν με την κατανομή τους τόσο πολύ μπροστά, όπως για παράδειγμα το Africa Twin. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, μιας και βρέθηκα στη σέλα του για αρκετά μεγάλο μέρος της διαδρομής, η τάση για υποστροφή μαζευόταν με τέτοια άνεση που από κάποιο σημείο κι ύστερα άρχιζες να το διασκεδάζεις. Ακόμη μεγαλύτερη αποκάλυψη ήταν πάνω στη σέλα του Harley Davidson Pan America, όπου το ΑΤ41 δεν έδειξε να πτοείται καθόλου από το πολύ βαρύ μπροστινό του αμερικάνικου μαστόδοντου και την μεγαλύτερη προσπάθεια που απαιτούσε για γρήγορες εναλλαγές των κλίσεων. Η κορώνα του ΑΤ41 είναι όσο ουδέτερη πρέπει για να αφήνει την γεωμετρία της κάθε μοτοσυκλέτας να κάνει την δουλειά της.

Στις μεγάλες ευθείες και στα χιλιόμετρα που φλέρταραν με την δεύτερη εκατοντάδα στα νούμερα των κοντέρ, η σταθερότητα ήταν αναμενόμενα εξίσου απολαυστική, αν και για την Adventure σειρά της Bridgestone αυτό δεν αποτελεί είδηση. Στον χωμάτινο κύκλο που είχε λίγο περισσότερο γαρμπίλι αλλά και φλαταδούρες… αεροπορικού τύπου, η αίσθηση ήταν ακριβώς η ίδια που είχαμε και την προηγούμενη μέρα με τα ελαφρύτερα, μεσαίου κυβισμού, adventures προειδοποιώντας έγκαιρα και προοδευτικά για το που έμπαιναν τα όρια.

Η Bridgestone κατάφερε με τα ΑΤ41 να δώσει νόημα και ουσία σε κάτι που πολλοί θα έκριναν πολύ εύκολα -και εύλογα θα προσέθετα εγώ- ως μια καθαρά κίνηση μάρκετινγκ. Κατόρθωσε να «στριμώξει» μια ακόμη επιλογή, σε μια κατηγορία ελαστικών που τα περιθώρια για πειραματισμούς είναι λίγα, προσφέροντας ουσιαστική βελτίωση με ένα όμορφο και εντυπωσιακό περιτύλιγμα. Το παιχνίδι των εντυπώσεων παίζεται στις λεπτομέρειες και οι Ιάπωνες δείχνουν να γνωρίζουν καλά τους όρους του παιχνιδιού.

Διαθέσιμες διαστάσεις για τα Battlax Adventure Trail AT41

Μπροστά

110/90-19         57V

110/80R19        59V

120/70R19        60V

90/90-21           54V

Πίσω

150/70R17        69V

170/60R17        72V

150/70R18        70V

140/80R17        69V

130/80R17        65H