editorial 522 - Kakonomics

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2013

Ο φίλος μου ο Πάνος μου έστειλε το ομώνυμο κείμενο της Ιταλίδας Gloria Origgi. Η φιλόσοφος και ειδική στη θεωρία της σκέψης, Gloria Origgi, με την ελληνικής ετυμολογίας λέξη Kakonomics, μιλά για την παράδοξη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, κάτι που εξηγεί γιατί η ποιότητα ζωής μας συχνά είναι χάλια.

"Οι συνήθεις προσεγγίσεις της θεωρίας των παιγνίων αναφέρουν πως όταν οι άνθρωποι συναλλάσσονται (με ιδέες, υπηρεσίες ή αγαθά), επιθυμούν να λαμβάνουν υψηλή ποιότητα από τους άλλους. Ας θεωρήσουμε πως οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο σε δύο επίπεδα ποιότητας: Υψηλή και χαμηλή. Ο όρος Kakonomics περιγράφει περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θέλουν να λάβουν υψηλή ποιότητα δίνοντας για αντάλλαγμα χαμηλή (να κοροϊδέψουν κάποιον δηλαδή) αλλά στην πραγματικότητα προτιμούν να δώσουν χαμηλή ποιότητα και να λάβουν σε αντάλλαγμα επίσης χαμηλή.

Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Και πως μπορεί κάτι τέτοιο να είναι λογικό; Ακόμα κι όταν τεμπελιάζουμε, και προτιμούμε να δώσουμε χαμηλή ποιότητα (όπως όταν δεχόμαστε να γράψουμε ένα άρθρο για ένα μέτριο περιοδικό, αρκεί να μην μας ζητήσουν να το δουλέψουμε και πολύ), θα έπρεπε λογικά να προτιμούμε να δουλέψουμε λιγότερο αλλά να αμειφθούμε περισσότερο απ' ότι θα άξιζε η δουλειά μας, δηλαδή να δώσουμε χαμηλή ποιότητα και να λάβουμε υψηλή. Η περίπτωση Kakonomics είναι διαφορετική: Σ' αυτήν, όχι μόνο προτιμούμε να δώσουμε ένα αγαθό χαμηλής ποιότητας, αλλά προτιμούμε να λάβουμε ένα εξίσου χαμηλής ποιότητας αντάλλαγμα!

Η Kakonomics είναι η παράδοξη, αλλά εξαιρετικά διαδεδομένη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, όσο κανείς δεν παραπονιέται γι' αυτό. Ο κόσμος των Kakonomics είναι ένας κόσμος όπου οι άνθρωποι όχι μόνο ανέχονται την μετριότητα και την αναξιοπιστία των άλλων, αλλά την περιμένουν: "Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν θα εκπληρώσεις στο ακέραιο τις υποσχέσεις σου, αλλά το δέχομαι γιατί θέλω να μπορώ κι εγώ να μην εκπληρώσω τις δικές μου χωρίς να αισθάνομαι άσχημα γι' αυτό". Η συμπεριφορά αυτή είναι αλλόκοτη και ενδιαφέρουσα γιατί όπως σε όλες τις συναλλαγές αυτού του είδους, τα δύο μέρη φαίνεται να έχουν μια διπρόσωπη συμφωνία: Πρώτα μια "επίσημη", όπου και οι δύο δηλώνουν την πρόθεσή τους για μια συναλλαγή σε υψηλό επίπεδο ποιότητας, και μετά μια ανομολόγητη, που δέχεται πως οι εκπτώσεις στην ποιότητα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά είναι και αναμενόμενες. Γίνεται έτσι μια συμφωνία, ανομολόγητη όμως, για αμοιβαία εξαπάτηση. Έτσι, κανείς δεν επωφελείται, λαμβάνοντας περισσότερα απ' όσα θα έπρεπε. Οι συναλλαγές Kakonomics ρυθμίζονται από έναν άγραφο κοινωνικό νόμο για εκπτώσεις στην ποιότητα, μια κοινή αποδοχή ενός μετριότατου ή κακού αποτελέσματος που ικανοποιεί όμως και τα δύο μέρη, τουλάχιστον όσο μπορούν να συνεχίσουν να δηλώνουν πως η συναλλαγή ήταν σε υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Ορίστε ένα παράδειγμα: Ένας επιτυχημένος συγγραφέας best seller πρέπει να παραδώσει το νέο του μυθιστόρημα στον εκδότη του, κι έχει αργήσει πολύ. Το κοινό του είναι πολυπληθές, κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά πως θα αγοράσει το βιβλίο του μόνο και μόνο επειδή θα γράφει το όνομά του στο εξώφυλλο, κι έτσι κι αλλιώς, λίγοι από αυτούς θα διαβάσουν πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Ο εκδότης του επίσης το γνωρίζει αυτό. Έτσι, ο συγγραφέας αποφασίζει να παραδώσει το νέο του βιβλίο με ένα συγκλονιστικό πρώτο κεφάλαιο αλλά μέτρια πλοκή από κει και πέρα (να το αποτέλεσμα χαμηλής ποιότητας). Ο εκδότης είναι ευχαριστημένος, τον συγχαίρει δηλώνοντας πως παρέλαβε ένα αριστούργημα (το παραμύθι της υψηλής ποιότητας) κι έτσι είναι και οι δύο ευχαριστημένοι. Ο συγγραφέας όχι μόνο προτιμά να παραδώσει χαμηλή ποιότητα, αλλά επιθυμεί και ο εκδότης να του δώσει το ίδιο, για παράδειγμα αποφεύγοντας να χτενίσει πολύ καλά το κείμενο βελτιώνοντάς το, και να το εκδώσει όπως είναι. Εμπιστεύονται ο ένας την αναξιοπιστία του άλλου, και συνωμοτούν για ένα κοινά αποδεκτό χαμηλής ποιότητας αποτέλεσμα που βολεύει και τους δύο. Όποτε υπάρχει μια τέτοια σιωπηρή συμφωνία σύγκλισης προς χαμηλή ποιότητα με στόχο αμοιβαία οφέλη, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Kakonomics.

Παραδόξως, αν ο ένας από τους δύο παραδώσει υψηλή ποιότητα αντί για την αναμενόμενη χαμηλή, ο άλλος αισθάνεται προδομένος και το θεωρεί αθέτηση της άτυπης συμφωνίας, ακόμα κι αν δεν το παραδεχτεί ανοιχτά. Στο παράδειγμά μας, έτσι θα ένιωθε ο συγγραφέας εάν ο επιμελητής του εκδότη βελτίωνε το κείμενό του. Η αξιοπιστία του εκδότη σ' αυτή την περίπτωση συνίσταται στο να παραδώσει την ίδια χαμηλή ποιότητα. Κόντρα στο κλασικό Δίλημμα του Φυλακισμένου της θεωρίας παιγνίων (όπου δύο άνθρωποι δεν συνεργάζονται ακόμα κι αυτό θα ήταν προς αμοιβαίο τους όφελος), η προθυμία επανάληψης μιας συναλλαγής με κάποιον εξασφαλίζεται όταν υπάρχει η σιγουριά πως κι εκείνος θα παραδώσει χαμηλή αντί για υψηλή ποιότητα.

Οι συναλλαγές Kakonomics δεν είναι πάντα κακές. Μερικές φορές επιτρέπουν μια αμοιβαία κατανόηση εκπτώσεων που κάνει την ζωή πιο χαλαρή για όλους. Όπως μου είπε ένας φίλος που ανακαίνιζε μια αγροικία στην Τοσκάνη, "οι Ιταλοί μαστόροι ποτέ δεν τελειώνουν τη δουλειά στο συμφωνημένο χρόνο, το καλό όμως είναι πως δεν περιμένουν κι εσύ να τους πληρώσεις τότε που έχεις υποσχεθεί".

Το μεγάλο όμως πρόβλημα των Kakonomics -που στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει χείριστα οικονομικά- και ο λόγος για τον οποίο αποτελούν μια μορφή συλλογικής παράνοιας εξαιρετικά δύσκολης να εξαλειφθεί, είναι πως κάθε συναλλαγή χαμηλής ποιότητας είναι ένα τοπικό ισοζύγιο όπου και τα δύο μέρη μένουν ευχαριστημένα, αλλά κάθε μία από αυτές τις συναλλαγές διαφθείρει μακροχρόνια συνολικά το σύστημα. Οπότε, οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα καλά συλλογικά αποτελέσματα δεν προέρχονται μόνο από "αρπακτικά" και "κερδοσκόπους", όπως μας διδάσκουν οι καθιερωμένες κοινωνικές επιστήμες, αλλά και από καλά οργανωμένους κανόνες Kakonomics που εξασφαλίζουν πως τα αποτελέσματα των συναλλαγών θα είναι προς το χειρότερο. Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας δεν είναι μόνο η συνεργασία για το γενικό καλό. Για να καταλάβουμε γιατί πολλές φορές "η ζωή είναι σκατά", θα πρέπει να μελετήσουμε τις άτυπες συμφωνίες που προσδοκούν σε ένα ατομικό όφελος και ταυτόχρονα σε μια συλλογική ζημία."

Στο συνεργείο: Ο πελάτης πάει γιατί άκουσε πως είναι φθηνό. Σκέφτεται πως και καλή δουλειά να μην γίνει, θα δώσει λίγα, οπότε εντάξει. Ακόμα και πριν φτάσει και το δει, έχει προσπαθήσει να πείσει τον εαυτό του πως το πάτωμα θα είναι μαύρο από στυλιστική επιλογή, κι όχι από τα λάδια είκοσι ετών που κανείς δεν καθάρισε, και πως τα μισολυμένα μοτέρ και τα διάσπαρτα παντού παλιά εξαρτήματα είναι άποψη εικαστική. Ανάλογες μυθοπλασίες ισχύουν και για την συμπεριφορά του μάστορα, που ξινίζει τα μούτρα του λες και ο πελάτης έχει έρθει για να του κάνει τη ζωή δύσκολη, κι όχι για να του δώσει δουλειά. Αλλά έτσι είναι οι ιδιοφυΐες, ιδιόρρυθμες, κι η ανάγωγη συμπεριφορά τους δικαιολογείται από το μεγαλείο των έργων τους. Παρά το αυτοπαραμύθιασμα όμως, ο πελάτης γνωρίζει πως η δουλειά δεν θα είναι πρώτης τάξης, αλλά ελπίζει κιόλας πως η χαμηλή τιμή θα αντισταθμίσει την τσαπατσουλιά και την έλλειψη γνώσεων. Από την μεριά του, ο μάστορας γνωρίζει πως ο πελάτης είναι στο κόλπο ("θα δώσω λίγα, θα πάρω αντίστοιχα λίγα"), οφείλει όμως να κάνει την προσπάθεια να ανεβάσει την δουλειά του, με ένα καλά προβαρισμένο ανεκδοτολογικό λογύδριο, για να πείσει τον πελάτη πως όλοι οι άλλοι θα του έπαιρναν τζάμπα λεφτά, και πως μόνος εκείνος είναι μυημένος στα απόκρυφα των κινητήρων των παπιών. Ενστικτωδώς, ο μάστορας γνωρίζει πως να χειραγωγήσει ψυχολογικά τον πελάτη, όπως επίσης γνωρίζει πως ακόμα και τα σχετικά λίγα χρήματα που θα του πάρει είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά για τις δουλειές που δεν θα κάνει, αλλά θα πει ότι έχει κάνει. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται, ο πελάτης φεύγει ευχαριστημένος που έδωσε σχετικά λίγα χρήματα (για δουλειές όμως που δεν έγιναν, ή που έγιναν με σφυροκάλεμο), αφήνοντας τον μάστορα επίσης ευχαριστημένο γιατί με τόσο λίγο κόπο και ικανότητα έβγαλε το μεροκάματο. Τέτοιου είδους συναλλαγές εξαπλώνονται σαν ιώσεις, ξεκινώντας μια δίνη που ρουφάει προς τα κάτω όλο και περισσότερους, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και των πελατών, και των υπηρεσιών, και των μαστόρων. Αφού γίνεται κι έτσι, γιατί να προσπαθήσω για κάτι καλύτερο; Μετά, ο πελάτης κοκορεύεται στους φίλους του πως έδωσε μόνο 50 ευρώ για service στο τετρακύλινδρό του, εννοώντας πως είναι κορόιδα όσοι πληρώνουν λογικά χρήματα για αξιοπρεπή εργασία.

Το αντίστροφο: Στο αψεγάδιαστο συνεργείο, ο ευγενικός μάστορας σου λέει μια τιμή που σου φαίνεται χαμηλή. Γίνεσαι πολύ δύσπιστος και φεύγεις: "Κάποιο λάκκο έχει η φάβα", σκέφτεσαι, αντί για το πιο λογικό, "Επιτέλους, σωστό μαγαζί με σωστές τιμές".

Για ανταλλακτικά: Πάρε το ιμιτασιόν, την ίδια δουλειά θα κάνεις. Αμ δε. Μετά από δέκα χρόνια αχρηστίας, αποφάσισα να ξαναβγάλω στο δρόμο το παλιό μου SS50 (τέλη δεκαετίας '60). Αγόρασα ένα σετ "πάνω" φλάντζες έναντι του συγκλονιστικού αντιτίμου του ενός ευρώ και εξήντα λεπτών, κομπλέ με o-ring, ζουάν για την εξάτμιση, τσιμουχάκια βαλβίδων. Το μετάνιωσα με το που το άνοιξα, ήταν σαν κομμένες από παλιό χαρτί τετραδίου. Μερικές δεν έκαναν, μακάρι να μην ταίριαζε καμία για να τις πετάξω όλες. Τι περίμενα; Ποιότητα Honda με 1,60; Σ' αυτή την περίπτωση το Kakonomics δούλεψε: Τις αγόρασα, ξέροντας πως θα είναι σκουπίδια, αλλά παραμυθιάστηκα πως "θα κάνω τη δουλειά μου". Κάπου στα βάθη της Κίνας ένας Κινέζος φλαντζάς γελάει. Τελειωμό δεν έχουν τα κορόιδα. Αν μου κοστίζουν εμένα 15 σεντ του ευρώ, τι περιμένουν; Να είναι και καλές;

Για την επιλογή μοτοσυκλέτας: "Δεν κάνω ράλι εγώ", μου είπε κάποιος όταν μετά από ερώτησή του προσπαθούσα να του εξηγήσω τις μίνιμουμ προδιαγραφές μιας σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Εν γνώσει του, ήθελε να πάρει μια κακή, απαρχαιωμένη μοτοσυκλέτα, ενώ είχε τα χρήματα να πάρει μια καλύτερη. Προτιμούσε δηλαδή την κακή ποιότητα έναντι χαμηλού αντιτίμου, αντί για αποδεκτή ποιότητα με ελάχιστα περισσότερα χρήματα. Και φυσικά, ο εγκέφαλος του ανθρώπου είναι πρώτος στο να βρίσκει δικαιολογίες για ο,τιδήποτε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αφού δεν είναι "ραλίστας", κάτι χωρίς φρένα, χωρίς αναρτήσεις, χωρίς επιδόσεις, κάτι επικίνδυνο τέλος πάντων, είναι αρκετό για κείνον.

Για τις παρέες: Μερικοί φοβούνται τη μοναξιά. Ίσως γιατί περισσότερο απ' όλα φοβούνται να μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους. Και ανέχονται παρέες. Και οι παρέες, αντίστοιχα, τους ανέχονται. Γιατί μερικές φορές οι παρέες επίτηδες περιλαμβάνουν ανθρώπους που δεν θα έκαναν κανονικά παρέα μαζί τους, έτσι για να έχουν να τους κακολογούν όταν δεν είναι παρόντες, ή να τους την μπαίνουν μειωτικά όταν είναι παρόντες. Συνειδητή επιλογή χαμηλής ποιότητας, και τους λόγους ας τους βρουν οι ψυχίατροι. Και πάνε και ταξίδια μαζί, που όλοι είναι στην γκρίνια όλη την ώρα. Και κανείς δεν φχαριστιέται το ταξίδι. Καλύτερα μόνος. Κι ας τα δεις όλα.

To χειρότερο: Μια Kakonomics συναλλαγή θεωρείται πια δεδομένη, ο κανόνας, κάτι αντίστοιχο με το "όλοι τα παίρνουν", "όλοι είναι ένοχοι", και η κοινωνία αρχίζει, συνηθίζει και συνεχίζει να λειτουργεί μόνο σ' αυτή τη βάση. Έτσι κι αλλιώς, οι μέτριοι πάντα θέλουν όλοι να κατέβουν στο επίπεδό τους, και κάνουν ό,τι μπορούν γι' αυτό. Ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιούν είναι να ισχυρίζονται πως όλοι είναι όμοιοί τους ή, ακόμα κι αν πράττουν διαφορετικά, θα ήθελαν να είναι. Έχει γίνει επίσης η στάνταρ δικαιολογία για όσους δεν κάνουν, ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους: Ενώ κάποιος δέχεται να κάνει μια δουλειά με συγκεκριμένο αντίτιμο, στην πορεία δικαιολογεί την ανεπάρκειά του ή την άρνησή του να την κάνει με το πρόσχημα πως δεν πληρώνεται αρκετά. Προφανώς, όταν προσλήφθηκαν, ήξεραν, αλλά φυσικά δεν είπαν ποτέ, πως δεν πρόκειται να κάνουν καλά την δουλειά τους, γιατί θεωρούσαν εξ αρχής μικρή την αμοιβή. Αλλά δέχτηκαν την συμφωνία, λέγοντας μετά το απίθανο "εμείς κάνουμε πως δουλεύουμε κι αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν". Κι όλα καλά, και πάμε για καλύτερα...

542 editorial - τηλεγραφήματα από το 2015

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

7/1/2015

 

οι εντουρόβολτες

Τα πρωταθλήματα υπάρχουν γι’ αυτούς που κάνουν πρωταθλητισμό, τους αγώνες όμως στηρίζουν οι ερασιτέχνες που κάνουν το χόμπυ τους. Χωρίς αυτούς τους τελευταίους, δεν υπάρχουν και αγώνες γι’ αυτούς που κάνουν πρωταθλητισμό. απ’ την άλλη, ισχύει εξίσου πως όταν τρέχει κάποιος σε αγώνα, τρέχει για να νικήσει. Δεν υπάρχει άλλος λόγος, δεν τρέχει για να χαζέψει το τοπίο ή να πάει βόλτα. Αυτό φαίνεται πως έρχεται σε αντίθεση με την έννοια του ερασιτέχνη, έχουμε όμως πάμπολλα παραδείγματα όπου οι "ερασιτέχνες" κέρδισαν τους "επαγγελματίες". Και οι δύο έννοιες είναι παρεξηγημένες στην Ελλάδα. Οι ερασιτέχνες έχουν τη ρετσινιά του  "χαβαλέ", και οι "επαγγελματίες" θεωρούν πως επειδή θεωρούν πως το βλέπουν "σοβαρά", πρέπει να ζουν από τους αγώνες ή τουλάχιστον, οι χορηγοί να κάνουν ουρά στην πόρτα τους για να τους γεμίσουν χρήμα. Αυτό όμως γίνεται μόνο για ελάχιστους κορυφαίους αναβάτες στα παγκόσμια πρωταθλήματα. Ο γενικός και απαράβατος κανόνας είναι πως ο κάθε αναβάτης ματώνει οικονομικά, οικογενειακά, κοινωνικά, σωματικά, ψυχολογικά και ό,τι άλλο σκεφτείτε, μόνο και μόνο για να κάνει αυτό που του αρέσει. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο. Και ίσως, ίσως κάποτε, αν είναι πολύ ικανός και πολύ τυχερός, να φτάσει στο στάδιο να τον πληρώνουν αντί να πληρώνει. Με αυτή την έννοια, όλοι οι αγωνιζόμενοι του κόσμου εκτός από ελάχιστους, είναι χομπίστες: Πληρώνουν για να τρέχουν, γιατί έτσι τους αρέσει κι έτσι είναι. Πρέπει να είναι μοναδικό ελληνικό φαινόμενο αυτό του αγωνιζόμενου που μόλις τρέξει μερικούς αγώνες, γκρινιάζει γιατί όλοι οι υπόλοιποι "δεν βοηθάνε", ενώ ο μόνος που πρέπει να βοηθήσει είναι η δική του τσέπη.

Τα σκεπτόμουν όλα αυτά με αφορμή την τεράστια επιτυχία και διάδοση που έχουν οι οργανωμένες εντουρόβολτες, που τα τελευταία λίγα χρόνια γνωρίζουν όλο και μεγαλύτερη επιτυχία στην Ελλάδα, απ’ άκρη σ’ άκρη. Το πλήθος των διοργανώσεων και οι αριθμοί των συμμετοχών δείχνουν πως οι διοργανώσεις αυτές καλύπτουν μια πραγματική ανάγκη για όλους αυτούς που αγαπούν το εντούρο, αλλά που δεν επιθυμούν να συμμετέχουν σε πρωταθλήματα. Οι λόγοι μπορεί να είναι όσοι και οι αναβάτες, σίγουρα όμως παίζουν ρόλο η πίεση και το άγχος ενός αγώνα, και φυσικά     τα έξοδα. Μια εντουρόβολτα δεν έχει χρονόμετρα, κάνεις τη διαδρομή με την παρέα σου, σταματάς όπου θες, οδηγείς με το ρυθμό σου και το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι να ευχαριστηθείς οδήγηση με τους φίλους σου.

Το όλο σκηνικό έχει τις αναλογίες του με την εποχή του εναλλακτικού εντούρο: Διοργανώσεις εκτός πρωταθλημάτων, εκτός της εποπτείας της "αρχής του σπορ". Μόνο που εδώ δεν μιλάμε για αγώνες, αλλά για βόλτες. Και η σημερινή αρχή του σπορ, η ΑΜΟΤΟΕ, θα έπρεπε να χαίρεται που έχει αναπτυχθεί ένα τέτοιο ρεύμα ενεργών αναβατών, που επιτρέπει και σε όσους πρωτοασχολούνται με το εντούρο να γνωρίσουν τον κόσμο του και να αποφασίσουν αν θέλουν να ασχοληθούν στο μέλλον με τους αγώνες, αντί να βλέπει αυτές τις διοργανώσεις ως "διαφυγόντα κέρδη".  

 

Το μέλλον λέγεται Ασία;

Υπάρχει μια διάχυτη ανησυχία σχετικά με τις προτεραιότητες των κατασκευαστών. Με τις αγορές της Ασίας να πραγματοποιούν πωλήσεις ρεκόρ, όλο και περισσότεροι κατασκευαστές όχι μόνο φτιάχνουν εργοστάσια εκεί, αλλά εξελίσσουν και μοντέλα ειδικά γι’ αυτές. Αυτό, θα μου πείτε, δεν είναι κάτι καινούργιο. Η ανησυχία αφορά την εξέλιξη νέων μοντέλων, αφού κάλλιστα οι κατασκευαστές θα μπορούσαν να παραμελήσουν τις μοτοσυκλέτες που προτιμούνται στην Ευρώπη, για να αφοσιωθούν στα μικρά Ασιατικά δίκυκλα, τη στιγμή μάλιστα που σε ορισμένες χώρες δεν επιτρέπονται μοτοσυκλέτες μεγαλύτερες από 250 κυβικά. Αλλά δεν χρειάζεται να ανησυχούμε, για πολλούς λόγους. Μια ματιά μόνο στις μοτοσυκλέτες που παρουσιάστηκαν στις φετινές εκθέσεις δείχνει πως οι μοτοσυκλέτες – όνειρα είναι πάντα εδώ, καλύτερες από ποτέ. Επίσης, ακριβώς χάρη σε αυτές τις αγορές, όπως της Ινδίας, που τώρα ανακαλύπτουν τις "ευρωπαϊκού τύπου" μοτοσυκλέτες, έχουμε μια αναβίωση των ικανών και επιθυμητών μικρών, κάτω από 500 κυβικά, είδος που κόντευε να εξαφανιστεί. Υπάρχουν φήμες μέχρι και για αναβίωση τετρακύλινδρων 250... Τρίτον και σημαντικότερον, όπως διαβεβαιώνουν κορυφαία στελέχη ιαπωνικών εταιριών, "Τα κέρδη έρχονται από τις μεγάλες και ακριβές μοτοσυκλέτες που πωλούνται στην Ευρώπη", κάτι λογικό αφού τα περιθώρια κέρδους των βασικών μεταφορικών μέσων στις πολύ ανταγωνιστικές ασιατικές αγορές είναι πολύ μικρά.

 

Στρώσιμο νέων αναβατών

Κι έρχεται κάποια στιγμή που ο ελπιδοφόρος νέος, πρωταθλητής ή πολλά υποσχόμενος στη Moto2 ή Μoto3, κάνει το μεγάλο άλμα και υπογράφει με ομάδα MotoGP. Πως τον στρώνεις αυτόν; Τον δουλεύεις προσεκτικά τα πρώτα 1.000 χιλιόμετρα; Αυτό δεν πιάνει ούτε στα μηχανάκια. Κάποιος λογικός μπορεί να πρότεινε να κάνει τις πρώτες μέρες δοκιμών με το κτήνος των 260 ίππων με τα ηλεκτρονικά στο φουλ, να τον πηγαίνουν από το χεράκι σε κάθε στροφή και να του βαστάνε την πλάτη μη φάει κανένα καπάκι στην ευθεία. Αμ δε. Έτσι δεν θα μάθαινε ποτέ. Η μέθοδος των ομάδων είναι πιο απλή, και πιο άμεση. Απενεργοποιούν όλα τα ηλεκτρονικά. ΟΛΑ. Η μόνη παραχώρηση είναι πως φορτώνουν ένα χάρτη διαχείρισης κινητήρα πιο ήρεμο, για να έχουν και κάποια ελπίδα πως δεν θα γυρίσει στα πιτς μετά τον πρώτο γύρο, θα παραιτηθεί και θα αρχίσει το σκάκι. Και τον αμολάνε στην πίστα. Για να μάθει τι μπορεί να κάνει το γκάζι για κείνον, τι μπορεί να κάνει η μοτοσυκλέτα και πόσο μπορεί να τον ανεχτεί πάνω της. Κάτι σαν να ρίχνεις έναν αθώο πιτσιρικά στο κρεβάτι με μια λυσσασμένη νυμφομανή. Που θα πάει, θα μάθει. Σιγά σιγά, του ανεβάζουν την ισχύ μέχρι την πλήρη απόδοση, και στην διαδικασία ο νέος μαθαίνει που είναι το όριο, το δικό του και της μοτοσυκλέτας. Γιατί πρέπει να ξέρει από τι ακριβώς τον γλιτώνουν τα ηλεκτρονικά, πως θα τα εκμεταλλευτεί για να πάει πιο γρήγορα, και που είναι η "οριακή ζώνη" στην οποία θα κληθεί να λειτουργεί αν θέλει να κάνει κάτι στους αγώνες. Μετά, αφού τα έχει δει όλα και πετάγεται τα βράδια απ’ τον ύπνο του ουρλιάζοντας, του προσθέτουν μία-μία ηλεκτρονική λειτουργία για να τη συνηθίσει και να αποφασίσει πόση από την παρέμβασή της χρειάζεται. Κάπου εκεί θα επιστρέφει και η ελπίδα, "τελικά μπορεί και να τη βγάλω καθαρή" θα σκέφτεται ο νέος. 

 

Άρρωστα εγκεφαλάκια

Αργά ή γρήγορα θα γινόταν. Με τα ηλεκτρονικά να εξελίσσονται όλο και περισσότερο, οι συνηθισμένες βλάβες θα γίνουν εντελώς μπλαζέ. Εδώ και χρόνια έχουμε ξεχάσει το "μου κόπηκε η ντίζα", κι έχει προ πολλού γίνει κατάρα το "να σου καεί η ηλεκτρονική". Κι εντάξει, αν σου καεί η ηλεκτρονική, απλώς μένεις. Τι γίνεται όμως όταν τρελαίνονται τα ηλεκτρονικά που έχουν άμεση σχέση με την ασφάλεια, κι έχουμε μάθει να εμπιστευόμαστε; Τα ανησυχητικά νέα έρχονται από τον κόσμο του αυτοκινήτου, όπου το κακό με τα "εγκεφαλάκια" έχει παραγίνει, αφού κάθε μεσαίο προς καλό αυτοκίνητο έχει καμιά εικοσαριά από δαύτα. Κολλάνε ιούς από τα διαγνωστικά, με απρόβλεπτα αποτελέσματα. Άκουσα για ένα τρελαμένο αυτόματο κιβώτιο εντελώς καινούργιου αυτοκινήτου, που έκανε ό,τι ήθελε, αλλάζοντας απρόβλεπτα σχέσεις, κι ευτυχώς που το πήραν χαμπάρι πριν παραδοθεί στον πελάτη. Και στο αυτοκίνητο είσαι σαφώς πιο ασφαλής απ’ ότι στην μοτοσυκλέτα. Τρέμω στην ιδέα ενός cornering ΑΒS με ίωση, ενός traction control με ανεμοβλογιά, που ΞΑΦΝΙΚΑ θα αποφασίσουν να μην λειτουργήσουν ή να κάνουν κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ ότι την προηγούμενη φορά. Μοτοσυκλέτα με απρόβλεπτες αντιδράσεις; Δεν υπάρχει κάτι χειρότερο. Προτείνω να εφευρεθούν προφυλακτικά για διαγνωστικά. Δεν μπορεί να μπριζώνεις τη μοτοσυκλέτα σου με καβλιτζέκι διαγνωστικού που δεν ξέρεις που είχε μπει πριν και τι είχε κολλήσει.  

 

Δε θα μού ‘ρθεις; Θα μού ‘ρθεις...

Μαθαίνω πως υπάρχουν αλήτες συνεργειάδες αυτοκινήτων που προγραμματίζουν "τάχα βλάβες" στα αυτοκίνητα που περνάνε από τα συνεργεία τους, και την καθορισμένη ημερομηνία ανάβει η ένδειξη "check engine", για να τρέξει ο πελάτης πανικόβλητος στο συνεργείο και να τα σκάσει χοντρά απλώς για να του σβήσουν τη βλάβη και να προγραμματίσουν την επόμενη! Πόσοι μπορούν να ελέγξουν αν όντως έχει πρόβλημα; Κι αν γίνεται στο αυτοκίνητο, θα γίνεται και στις μοτοσυκλέτες, οπότε το νου σας. Πάνε πια οι παλιές καλές λαμογιές των συνεργείων, ήρθαν νέες, πιο digital. Μεταξύ μας, ακόμα κι εκείνος ο παλιός μάστορας που του πήγαν τετρακύλινδρο για μπιέλα και το απόγευμα το είχε "έτοιμο" λέγοντας "εγώ τους βγάζω από το πλάι τους στροφάλους, άμα ξέρεις δεν είναι δύσκολο", καλύτερος μου φαίνεται, και καταλάβαινες και πιο εύκολα τα παραμύθια του.

 

3D printing επιτόπου

Όχι στο πολύ μακρινό μέλλον, θα υπάρχει μια εναλλακτική λύση στον παραδοσιακό κύκλο ανταλλακτικών και αξεσουάρ. Αντί για να παράγονται κάπου, να μεταφέρονται, να στοκάρονται σε αποθήκες, να παραγγέλλονται και να αποστέλλονται στο μαγαζί κι από κει στον πελάτη, το κέντρο 3D printing της κάθε εταιρίας, στην κάθε χώρα, θα μπορεί να φτιάχνει επιτόπου, την στιγμή που ζητιούνται, πολλά από αυτά. Οι τρισδιάστατες εκτυπώσεις θα αλλάξουν πολλά στον κόσμο μας, κι όχι μόνο στα ανταλλακτικά και αξεσουάρ για μοτοσυκλέτες, αλλά και για ανθρώπους.

 

Dakar: Πόσο κάνει;

Παραδοσιακά πια, η χρονιά ξεκινά με Dakar. Κι έχω ακούσει πολλούς να λένε "αν είχα λεφτά...". Εμ τι, χωρίς λεφτά; Αλλά πόσα; Έχουμε και λέμε, και ετοιμαστείτε να λέτε (εσείς που θέλετε να πάτε) τα κάλαντα όλη τη χρονιά, μπας και μαζέψετε χρήματα για το... εισιτήριο. Η συμμετοχή κοστίζει 4.800 ευρώ για αναβάτη και μοτοσυκλέτα, 12.000 ευρώ για κάθε μέλος της ομάδας και 4.000 ευρώ για κάθε όχημα υποστήριξης. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν τα αεροπορικά εισιτήρια και όλα τα υπόλοιπα έξοδα. Η συμμετοχή δύο αναβατών, με υποστήριξη ένα βανάκι με οδηγό και μηχανικό, κοστίζει πάνω από 160.000 ευρώ. Υπολογίστε τώρα πόσο στοιχίζει η συμμετοχή μιας ομάδας σαν της Honda, με πέντε αναβάτες, πάνω από 60 άτομα και πολλά φορτηγά υποστήριξης...

 

30 χρόνια ΜΟΤΟ

Δεκέμβριος του 1985, και στα περίπτερα εμφανίζεται ένα περιοδικό με λογότυπο-αερογραφία. Ένας αγριεμένος αετός (πολύ screaming o eagle) και κολλητά η λέξη ΜΟΤΟ. Στο εξώφυλλο γράφει "1/ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 1986/ΔΡΧ. 200" κι έχει το μπροστινό ενός Kawasaki GPz900R μέσα στο σκοτάδι, με κάτι ψυχεδελικές φωτεινές γραμμές. Ήταν μια αποτυχημένη νυχτερινή φωτογράφιση, κι ελλείψει καλύτερης, μπήκε αυτή η φωτογραφία (προφανώς για να περάσει ως "καλλιτεχνική"). Το ένα editorial δεν είχε τίτλο, αλλά το κείμενό του άρχιζε με τη φράση "Τέλος του 1985. Ένα ’85 πολυτάραχο και γεμάτο αμφιβολίες για το μέλλον της μοτοσυκλέτας (και όχι μόνο) στην Ελλάδα". Και να σκεφτεί κανείς πως σήμερα, τα προβλήματα του τότε φαντάζουν αστεία. Το απέναντι editorial είχε τίτλο: "Κρίση; Ποιά κρίση;", με εικονογράφηση το εξώφυλλο του ομώνυμου άλμπουμ των Supertramp. Τέτοιες μέρες, σε ένα χρόνο από τώρα, το ΜΟΤΟ θα έχει κλεισμένα τα 30 χρόνια στα περίπτερα και στους δρόμους όλου του κόσμου. Κι αν ξεκινήσαμε σε μια τέτοια δύσκολη εποχή, είμαστε πάντα εδώ, και φανταστείτε τι έχει να γίνει στα επόμενα 30!