Editorial 553 - ξυπνητήρι Japan!

x
Από το

motomag

1/12/2015

Η παράδοση συνεχίζεται: Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το ΜΟΤΟ είχε γίνει το πρώτο Ευρωπαϊκό περιοδικό μοτοσυκλέτας που είχε καλύψει το Tokyo Motor Show, αλλά και είχε επισκεφθεί και τα εργοστάσια των Ιαπωνικών εταιριών, συνομιλώντας με τους ανθρώπους που τότε καθόριζαν τις τύχες της μοτοσυκλέτας παγκόσμια. Από τότε, είχαμε ταξιδέψει κι άλλες φορές στην Ιαπωνία και το Tokyo Motor Show, όχι όμως πρόσφατα, όχι στα χρόνια αυτά της κρίσης. Η φτώχια όμως θέλει καλοπέραση, και για μας "καλοπέραση" είναι να πετάξουμε ατέλειωτες ώρες με τρεις διηπειρωτικές πτήσεις, να παλέψουμε με ένα τεράστιο jet lag, να βρούμε την άκρη του συγκοινωνιακού χάρτη του Tokyo (ψάξτε τον, σαν μακαρονάδα είναι, όχι δυό γραμμές μετρό, ένας ηλεκτρικός κι ένα τραμ...) και το σημαντικότερο, να συνεννοηθούμε με τους Ιάπωνες, ενώ ελάχιστοι ξέρουν αγγλικά. Όλα γίνονται όμως, και το ταξίδι άξιζε και με το παραπάνω τα έξοδα και τον κόπο. Παραλίγο βέβαια ο Φελούκας να μείνει για πάντα εκεί, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Επίσης για την ιστορία, το μόνο άλλο περιοδικό του κόσμου που έστειλε φέτος δημοσιογράφο στο Tokyo ήταν ο Ιταλικός γίγαντας Motociclismo, που εκδίδεται από το 1914 και που το budget ενός συγκριτικού του είναι μεγαλύτερο από το budget του ΜΟΤΟ για όλη την χρονιά...

 

Τι μάθαμε εκεί; Ότι το ξυπνητήρι χτύπησε, και πως οι Ιάπωνες έχουν πεταχτεί πάνω και δουλεύουν πυρετωδώς... Ότι ο λήθαργος που είχαν πέσει τα τελευταία χρόνια έχει τελειώσει οριστικά, άσχετα αν έχουμε δει απ’ όλους τα αποτελέσματα του ξυπνήματος. Για όσους από μας έχουμε ζήσει την χρυσή δεκαετία της Ιαπωνικής μοτοσυκλέτας, 1985-1995, η σημερινή εικόνα των Ιαπώνων κατασκευαστών είναι από κάπως έως πολύ ξεθωριασμένη, ανάλογα με το πόσο ευγενικός θέλεις να είσαι στην κριτική σου. Τότε, τα όνειρα της κάθε Ιαπωνικής εταιρίας αλλά και ο μεταξύ τους ανταγωνισμός είχαν οδηγήσει σε έναν μοτοσυκλετιστικό οργασμό, με εκατοντάδες εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους μοντέλα, με μοτοσυκλέτες που θα μείνουν για πάντα στην ιστορία, από το πρώτο GSX-R 750 έως την ΝR750 και τόσες άλλες ακόμα. Τότε, όλες οι κατηγορίες είχαν μοτοσυκλέτες καταπληκτικές κι επιθυμητές, τέτοιες που ήσουν περήφανος που τις είχες και απολάμβανες να τις οδηγείς, από τα "ταπεινά" on-off 250 έως τις κορυφαίες superbike.

Αυτή η Ιαπωνική άνοιξη ήταν που ξύπνησε, παρέσυρε και οδήγησε στην πρόοδο και την άνοδο τους Ευρωπαίους κατασκευαστές. Αρκεί να σκεφτείτε που βρίσκονταν το ’85 με ’90 οι σημαντικότεροι Ευρωπαίοι, και πως εξελίχθηκαν από κει και πέρα, για να διαπιστώσετε πως δεν ήταν καθόλου τυχαίο το ξεκίνημα της ανόδου των Ευρωπαίων, μια πορεία που συνεχίστηκε με πρωτοπόρους την KTM, την BMW, την Ducati, την Triumph. Τόσο πολύ τους ξύπνησαν μάλιστα, που συνέχισαν την ανοδική τους πορεία κι όταν οι Ιάπωνες άρχισαν να λαγοκοιμούνται... Και φτάσαμε σ’ ένα σημείο, ειδικά τα τελευταία λίγα χρόνια, να απορούμε: Τι κάνουν οι Ιάπωνες; Τόσο μεγάλη κρίση; Τόση σημασία έχουν πια οι "αναπτυσσόμενες" αγορές, που ξεχάστηκε το τι σημαίνει μοτοσυκλέτα; Θα φτιάχνουν όλοι μοτοσυκλέτες μόνο για την Κίνα; Στέρεψαν από ιδέες; Ένας λόγος αυτής της υπνηλίας, είναι πως οι Ιάπωνες παρέσυραν μεν ο ένας τον άλλο στην άνοδο της Ιαπωνικής άνοιξης, αλλά αργότερα, αλληλοπαρασύρθηκαν σε μια κατάσταση χαύνωσης, αφήνοντας πολύ χώρο στους Ευρωπαίους, που άρχισαν να αλωνίζουν επικίνδυνα.

 

Ποιος να το έλεγε, πως θα ερχόταν η μέρα που μόνο δύο από τους τέσσερις Ιάπωνες θα είχαν superbike νεότερο της πενταετίας; Η Yamaha έχει νέο R1, σε τρεις μάλιστα εκδόσεις, η Kawasaki έχει κι αυτή νέα δαφνοστεφανωμένη πρωταθλήτρια ΖΧ-10R και... η Honda έχει πέντε χρόνια να δείξει νέο CBR-RR, ενώ η Suzuki έχει τον ίδιο κινητήρα από το 2007 και μόλις έδειξε ένα νέο GSX-R για το 2017!  Τα ίδια και χειρότερα γίνονταν και στις υπόλοιπες κατηγορίες. Φυσικά, οι εποχές που οι Ιάπωνες σχεδίαζαν κι έναν καινούργιο κινητήρα για κάθε νέο μοντέλο επί πολλά κάθε χρόνο, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η νέα στρατηγική είναι η δημιουργία οικογενειών μοντέλων με τον ίδιο κινητήρα και πλαίσιο, όπως έδειξαν το δρόμο η Honda με τα δικύλινδρα 500 και 750, και η Υamaha με τα τρικύλινδρα 700/900. Ακόμα και ο κινητήρας του νέου Africa Twin είναι προορισμένος να κινήσει και άλλες μοτοσυκλέτες, που δεν έχουμε καν υποψιαστεί ακόμα. Κι η περίπτωση του Africa είναι χαρακτηριστική, καθώς δείχνει πως μια εταιρία με ιστορία και νίκες στο Dakar σε συνδυασμό με εξαιρετικά επιτυχημένο μοντέλο on-off, το Africa 650/750, σταματά την παραγωγή του την στιγμή ακριβώς που παίρνουν οι Ευρωπαίοι την σκυτάλη – και δεν κοιτάνε πίσω. Πως, σπάω το κεφάλι μου, πως μια εταιρία σαν την Honda έκανε πάνω από 12 χρόνια να ανανεώσει το Africa, την στιγμή που οι Ευρωπαίοι έκαναν κατάληψη στην κατηγορία και καθορίζουν τις τύχες της μέχρι σήμερα; Το 2003 βγήκαν τα τελευταία Africa, το 2004 παρουσίασε η BMW το R1200GS κι από τότε οι Ιάπωνες δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα για να το εκθρονίσουν. Οι μόνες εναλλακτικές ήταν και πάλι Ευρωπαϊκές, από την ΚΤΜ κυρίως. Τελειώνει το 2015, κι ακόμα το νέο Africa δεν το έχουμε οδηγήσει, θα γίνει όμως κι αυτό!

 

Είναι τραγικό να βγαίνουν ο ένας μετά τον άλλο οι Ιάπωνες πρόεδροι και να παραδέχονται πως οι εταιρίες τους έχουν μείνει πίσω, πως έχουν κοιμηθεί, όπως έχουμε δει να γίνεται τα δύο τελευταία χρόνια. Με βάση αυτά που ξέρουμε για τους Ιάπωνες, θα περιμέναμε να τρέχουν τα αίματα στις σκάλες για καθυστέρηση λίγων ημερών, όχι πολλών ετών... Τι έγιναν οι φιλοσοφίες just in time; Κι όμως, όσο δύσκολο κι αν είναι να καλύψουν το χαμένο έδαφος, τώρα που το έβαλαν στόχο, θα το κάνουν, δεν υπάρχει αμφιβολία. Και πάλι όμως, έχουν κολλήματα που θα τους κρατήσουν πίσω, όπως θα διαβάσετε στο κομμάτι για το Tokyo Motor Show, κι ένα από αυτά είναι πως ο ένας περιμένει να δει τι θα κάνει ο άλλος, αντί να κυνηγά ανελέητα τα δικά του όνειρα, παρουσιάζοντας τις δικές του πρωτότυπες προτάσεις. Ακόμα κι αυτή η νέα μόδα που έχει χτυπήσει άπαντες, με τα scrambler και τα café racer, δεν είναι τίποτα άλλο από μια μίμηση των κατασκευών ιδιωτών, που τόσα χρόνια μετατρέπουν κυρίως παλιότερα μοντέλα σε απομιμήσεις ακόμα παλιότερων. Δείτε το σαν ένα μεταβατικό στάδιο, σαν ορεκτικό πριν το κυρίως πιάτο. Γιατί όταν ξυπνήσουν για τα καλά όλοι οι Ιάπωνες κι αρχίσει ο πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ τους, τότε τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο ενδιαφέροντα, κι ακόμα μια Χρυσή Δεκαετία μας περιμένει. Μόνο που τώρα είναι κι οι Ευρωπαίοι πολύ δυνατοί...   

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.