Editorial 632 - MEGA TEST με βενζίνη για πολλά ακόμη χρόνια…

Από το

motomag

1/7/2022

Όταν πέρσι αποφασίσαμε να ανεβάσουμε την περιπέτεια του MEGA TEST στην Βοσνία, υπήρχαν πολλές επιφυλάξεις με πρώτο το ζήτημα της ασφάλειας. Όχι εξαιτίας της αστάθειας που επικρατεί στον βασανισμένο αυτό τόπο, αλλά γιατί τα βουνά της εξακολουθούν αυτή την στιγμή να είναι ναρκοθετημένα και παρόλο που σε γενικές γραμμές τα ναρκοπέδια υπάρχουν στον χάρτη, σχεδόν παντού όπου τελικά κινηθήκαμε, κανείς δεν μπορεί να σου υποσχεθεί πως δεν θα πατήσεις με το πασαλάκι του αντίσκηνου κάπου που δεν πρέπει. Κι έπειτα υπήρχε το άλλο: Ήταν αρκετά μακριά για να ταυτιστούν οι αναγνώστες με το μέρος και να καλλιεργήσουν την ιδέα να κάνουν την διαδρομή από μόνοι τους. Όμως από την στιγμή που το MEGA TEST είχε εξαντλήσει πλήρως την Ελλάδα, τις γείτονες χώρες και είχε φτάσει στο πρόσφατο παρελθόν μέχρι το Μαυροβούνιο, προτρέποντας αρκετούς να το επισκεφτούν, όπως είδαμε από τα μηνύματά σας, εεε, τι Μαυροβούνιο τι Βοσνία! Και πράγματι η χαρά μας ήταν διπλή, όταν είδαμε πόσες παρέες ακολούθησαν τα βήματα. Οπότε η συνέχεια ήταν εύκολη, στην Σερβία είχαμε ξανά πάει, το 2008, ευκαιρία να πιάσουμε την άκρη εκείνης της διαδρομής και να την επεκτείνουμε προς το πιο πράσινο σημείο της χώρας και στα σύνορα με την Βοσνία κλείνοντας τον κύκλο που άνοιξε πέρσι στις Δειναρικές Άλπεις!

Ο φετινός άθλος του MEGA TEST ξεκίνησε όπως και ο περσινός, ψάχνοντας να βρούμε μοτοσυκλέτες που μόλις έβγαιναν από το εργοστάσιο και το γεγονός πως τελικά έγινε κάτι τέτοιο, μοιάζει ακόμη και τώρα παράξενο και το πώς, ξεδιπλώνεται στις επόμενες σελίδες αλλά και σε αυτές που θα έρθουν τον Αύγουστο. Σας περιμένει ένα από τα πιο δύσκολα MEGA TEST που έχουμε πραγματοποιήσει ποτέ!

Με 4 ξεχωριστές εκκινήσεις στον χάρτη, οι 14 είδαμε τελείως διαφορετικά πράγματα μέχρι να συναντηθούμε στα νότια σύνορα της Σερβίας, έξω από το Κόσοβο. Εκείνοι που κατέβαιναν από την Αυστρία, που ερχόντουσαν από την Ιταλία και την Γαλλία, συναντούσαν στις Άλπεις μιλιούνια μοτοσυκλετών. Εμείς πάλι είμασταν τα μόνα δίκυκλα στις Ε.Ο.! Στην Σερβία όταν ψάχναμε ένα από τα πιο δύσκολα βράδια για κατάλυμα, ο ιδιοκτήτης ενός πανδοχείου έβαζε στοίχημα πως ακόμη κι αν αφήναμε τις μοτοσυκλέτες με τα κλειδιά επάνω, θα τις βρίσκαμε το πρωί στο ίδιο σημείο απλά γιατί κανείς δεν οδηγεί μοτοσυκλέτες εκεί πάνω και κανείς δεν ξέρει τον τρόπο να τις εκμεταλλευτεί. Δύο διαμετρικά αντίθετες εικόνες, σε μία ακτίνα 700-800 χιλιομέτρων, ένα μόνο από τα πολλά παραδείγματα που δείχνουν τις μεγάλες αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν τα Βαλκάνια.

Και η χώρα μας είναι γεμάτη από αυτές. Φταίει το ταπεραμέντο μας. Το τελευταίο πράγμα για το οποίο διαφωνεί η κοινή γνώμη της μοτοσυκλέτας, είναι τα ηλεκτρικά δίκυκλα χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος για αυτή την διαφωνία! Διότι εμείς στο ΜΟΤΟ έχουμε ξεκαθαρίσει πως μοτοσυκλέτες όπως τις ξέρουμε, με κινητήρες εσωτερικής καύσης που καίνε βενζίνη θα συνεχίσουν να εξελίσσονται για τουλάχιστον 15 χρόνια από τώρα. Προσέξτε, όχι να πωλούνται απλά, αλλά να εξελίσσονται και ο χρόνος αυτός δεν αναμένεται να συρρικνωθεί. Αν στο μεταξύ υπάρχουν ηλεκτρικά δίκυκλα που θα εξυπηρετούν μετακινήσεις ρουτίνας, όπως τα σκούτερ και που θα εξελίσσονται ολοένα και περισσότερο, αυτό δεν θα πρέπει να ενοχλεί κανέναν, εκτός εκείνων που πραγματικά ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και καταλαβαίνουν πως τα ηλεκτρικά οχήματα, αυτή την στιγμή, μόνο πιο καθαρά δεν είναι. Το αντίθετο, αλλά κι αυτό είναι ζήτημα εξέλιξης. Και η εξέλιξη σε μία ελεύθερη αγορά έχει να κάνει με την ζήτηση. Δίχως αυτή μένει κανείς στάσιμος, όπως θα μείνουν τα πράγματα εδώ και μόνο εδώ, ενώ έξω θα προχωρούν. Να οι αντιθέσεις που λέγαμε πιο πάνω! Γιατί θα μείνουν στάσιμα; Γιατί μία ζωή η μοτοσυκλέτα είναι στο παρασκήνιο αντί για εκεί που της αξίζει στο προσκήνιο:

Το πρόγραμμα επιδοτήσεων “Κινούμαι Ηλεκτρικά 1” είχε απορρόφηση κονδυλίων κάτω από 50% (εκταμιεύτηκαν μόλις 20 εκατομμύρια ευρώ από τα 42 που είχαν προϋπολογιστεί) αλλά η κυβέρνηση συνεχίζει να ακολουθεί το ίδιο σκεπτικό επιδοτήσεων και στο πρόγραμμα “Κινούμαι Ηλεκτρικά 2”, παρά το γεγονός πως αυτή τη φορά το πρόγραμμα έχει προϋπολογισμό 75 εκατομμύρια ευρώ. Ενώ το πιο λογικό για τα δεδομένα της Ελλάδας με την ακανόνιστη ρυμοτομία και τα τεράστια προβλήματα συγκοινωνίας είναι τα προγράμματα αυτά να στραφούν προς τα δίκυκλα, δίνονται μεγαλύτερες επιδοτήσεις σε ακριβά αυτοκίνητα και ευνοούνται οι μεγάλοι Όμιλοι leasing και ενοικιάσεων αντί για τους απλούς ιδιώτες. Η επιδότηση στα αυτοκίνητα και τα επαγγελματικά τρίκυκλα είναι από 30% έως και 40% με μέγιστο ποσό τα 8.000€, ενώ για τα δίκυκλα η επιδότηση δεν ξεπερνά το 20% και μέγιστο ποσό τα 800€ με προοπτική να ανέβει χωρίς όμως να έχει ακόμη συμβεί.

Με δεδομένο πως στον πρώτο κύκλο επιδοτήσεων του Κινούμαι Ηλεκτρικά 1, έμειναν αδιάθετα 22 εκατομμύρια ευρώ και με δεδομένο πως αυτή τη στιγμή το μποτιλιάρισμα στο κέντρο των μεγάλων αστικών κέντρων έχει κάνει τη χρήση αυτοκινήτου μαρτυρική για όλους, προκαλεί εντύπωση που η κυβέρνηση δεν επιδοτεί (τουλάχιστον) με το ίδιο ποσοστό τα ηλεκτρικά δίκυκλα, τα οποία λύνουν ταυτόχρονα δύο τεράστια προβλήματα των αστικών κέντρων και όχι μόνο ένα όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Επίσης η επιδοτήσεις στα δίκυκλα είναι πολύ πιο εύκολα να απορροφηθούν, αφού μιλάμε για οχήματα με τιμές λιανικής από 3.000 έως το πολύ 25.000€, όταν στα αυτοκίνητα τα αντίστοιχης αυτονομίας μοντέλα κοστίζουν από 30.000 έως και 200.000€. Στην περίπτωση των ηλεκτρικών δίκυκλων οι επιδοτήσεις πάνε σε ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό της μεσαίας οικονομικά τάξης που λαμβάνει σοβαρά υπόψη του το κάθε ευρώ πριν αγοράσει, ενώ στην περίπτωση των αυτοκινήτων η επιδότηση πάει κυρίως στις εταιρείες leasing και σε ιδιώτες που σίγουρα δεν τους λείπουν τα 8.000€ όταν κοιτάζουν να αγοράσουν αυτοκίνητα των 80.000€….

Μία ελπίδα είναι πως ο ΣΕΜΕ μετά την πλήρη απαγκίστρωσή του από τον κλάδο του αυτοκινήτου θα κάνει τις απαραίτητες ενέργειες προς τους αρμόδιους φορείς, ώστε τα ηλεκτρικά δίκυκλα να έχουν – έστω - την ίδια αντιμετώπιση στις επιδοτήσεις με τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. 

 

editorial 522 - Kakonomics

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2013

Ο φίλος μου ο Πάνος μου έστειλε το ομώνυμο κείμενο της Ιταλίδας Gloria Origgi. Η φιλόσοφος και ειδική στη θεωρία της σκέψης, Gloria Origgi, με την ελληνικής ετυμολογίας λέξη Kakonomics, μιλά για την παράδοξη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, κάτι που εξηγεί γιατί η ποιότητα ζωής μας συχνά είναι χάλια.

"Οι συνήθεις προσεγγίσεις της θεωρίας των παιγνίων αναφέρουν πως όταν οι άνθρωποι συναλλάσσονται (με ιδέες, υπηρεσίες ή αγαθά), επιθυμούν να λαμβάνουν υψηλή ποιότητα από τους άλλους. Ας θεωρήσουμε πως οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο σε δύο επίπεδα ποιότητας: Υψηλή και χαμηλή. Ο όρος Kakonomics περιγράφει περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θέλουν να λάβουν υψηλή ποιότητα δίνοντας για αντάλλαγμα χαμηλή (να κοροϊδέψουν κάποιον δηλαδή) αλλά στην πραγματικότητα προτιμούν να δώσουν χαμηλή ποιότητα και να λάβουν σε αντάλλαγμα επίσης χαμηλή.

Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Και πως μπορεί κάτι τέτοιο να είναι λογικό; Ακόμα κι όταν τεμπελιάζουμε, και προτιμούμε να δώσουμε χαμηλή ποιότητα (όπως όταν δεχόμαστε να γράψουμε ένα άρθρο για ένα μέτριο περιοδικό, αρκεί να μην μας ζητήσουν να το δουλέψουμε και πολύ), θα έπρεπε λογικά να προτιμούμε να δουλέψουμε λιγότερο αλλά να αμειφθούμε περισσότερο απ' ότι θα άξιζε η δουλειά μας, δηλαδή να δώσουμε χαμηλή ποιότητα και να λάβουμε υψηλή. Η περίπτωση Kakonomics είναι διαφορετική: Σ' αυτήν, όχι μόνο προτιμούμε να δώσουμε ένα αγαθό χαμηλής ποιότητας, αλλά προτιμούμε να λάβουμε ένα εξίσου χαμηλής ποιότητας αντάλλαγμα!

Η Kakonomics είναι η παράδοξη, αλλά εξαιρετικά διαδεδομένη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, όσο κανείς δεν παραπονιέται γι' αυτό. Ο κόσμος των Kakonomics είναι ένας κόσμος όπου οι άνθρωποι όχι μόνο ανέχονται την μετριότητα και την αναξιοπιστία των άλλων, αλλά την περιμένουν: "Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν θα εκπληρώσεις στο ακέραιο τις υποσχέσεις σου, αλλά το δέχομαι γιατί θέλω να μπορώ κι εγώ να μην εκπληρώσω τις δικές μου χωρίς να αισθάνομαι άσχημα γι' αυτό". Η συμπεριφορά αυτή είναι αλλόκοτη και ενδιαφέρουσα γιατί όπως σε όλες τις συναλλαγές αυτού του είδους, τα δύο μέρη φαίνεται να έχουν μια διπρόσωπη συμφωνία: Πρώτα μια "επίσημη", όπου και οι δύο δηλώνουν την πρόθεσή τους για μια συναλλαγή σε υψηλό επίπεδο ποιότητας, και μετά μια ανομολόγητη, που δέχεται πως οι εκπτώσεις στην ποιότητα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά είναι και αναμενόμενες. Γίνεται έτσι μια συμφωνία, ανομολόγητη όμως, για αμοιβαία εξαπάτηση. Έτσι, κανείς δεν επωφελείται, λαμβάνοντας περισσότερα απ' όσα θα έπρεπε. Οι συναλλαγές Kakonomics ρυθμίζονται από έναν άγραφο κοινωνικό νόμο για εκπτώσεις στην ποιότητα, μια κοινή αποδοχή ενός μετριότατου ή κακού αποτελέσματος που ικανοποιεί όμως και τα δύο μέρη, τουλάχιστον όσο μπορούν να συνεχίσουν να δηλώνουν πως η συναλλαγή ήταν σε υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Ορίστε ένα παράδειγμα: Ένας επιτυχημένος συγγραφέας best seller πρέπει να παραδώσει το νέο του μυθιστόρημα στον εκδότη του, κι έχει αργήσει πολύ. Το κοινό του είναι πολυπληθές, κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά πως θα αγοράσει το βιβλίο του μόνο και μόνο επειδή θα γράφει το όνομά του στο εξώφυλλο, κι έτσι κι αλλιώς, λίγοι από αυτούς θα διαβάσουν πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Ο εκδότης του επίσης το γνωρίζει αυτό. Έτσι, ο συγγραφέας αποφασίζει να παραδώσει το νέο του βιβλίο με ένα συγκλονιστικό πρώτο κεφάλαιο αλλά μέτρια πλοκή από κει και πέρα (να το αποτέλεσμα χαμηλής ποιότητας). Ο εκδότης είναι ευχαριστημένος, τον συγχαίρει δηλώνοντας πως παρέλαβε ένα αριστούργημα (το παραμύθι της υψηλής ποιότητας) κι έτσι είναι και οι δύο ευχαριστημένοι. Ο συγγραφέας όχι μόνο προτιμά να παραδώσει χαμηλή ποιότητα, αλλά επιθυμεί και ο εκδότης να του δώσει το ίδιο, για παράδειγμα αποφεύγοντας να χτενίσει πολύ καλά το κείμενο βελτιώνοντάς το, και να το εκδώσει όπως είναι. Εμπιστεύονται ο ένας την αναξιοπιστία του άλλου, και συνωμοτούν για ένα κοινά αποδεκτό χαμηλής ποιότητας αποτέλεσμα που βολεύει και τους δύο. Όποτε υπάρχει μια τέτοια σιωπηρή συμφωνία σύγκλισης προς χαμηλή ποιότητα με στόχο αμοιβαία οφέλη, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Kakonomics.

Παραδόξως, αν ο ένας από τους δύο παραδώσει υψηλή ποιότητα αντί για την αναμενόμενη χαμηλή, ο άλλος αισθάνεται προδομένος και το θεωρεί αθέτηση της άτυπης συμφωνίας, ακόμα κι αν δεν το παραδεχτεί ανοιχτά. Στο παράδειγμά μας, έτσι θα ένιωθε ο συγγραφέας εάν ο επιμελητής του εκδότη βελτίωνε το κείμενό του. Η αξιοπιστία του εκδότη σ' αυτή την περίπτωση συνίσταται στο να παραδώσει την ίδια χαμηλή ποιότητα. Κόντρα στο κλασικό Δίλημμα του Φυλακισμένου της θεωρίας παιγνίων (όπου δύο άνθρωποι δεν συνεργάζονται ακόμα κι αυτό θα ήταν προς αμοιβαίο τους όφελος), η προθυμία επανάληψης μιας συναλλαγής με κάποιον εξασφαλίζεται όταν υπάρχει η σιγουριά πως κι εκείνος θα παραδώσει χαμηλή αντί για υψηλή ποιότητα.

Οι συναλλαγές Kakonomics δεν είναι πάντα κακές. Μερικές φορές επιτρέπουν μια αμοιβαία κατανόηση εκπτώσεων που κάνει την ζωή πιο χαλαρή για όλους. Όπως μου είπε ένας φίλος που ανακαίνιζε μια αγροικία στην Τοσκάνη, "οι Ιταλοί μαστόροι ποτέ δεν τελειώνουν τη δουλειά στο συμφωνημένο χρόνο, το καλό όμως είναι πως δεν περιμένουν κι εσύ να τους πληρώσεις τότε που έχεις υποσχεθεί".

Το μεγάλο όμως πρόβλημα των Kakonomics -που στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει χείριστα οικονομικά- και ο λόγος για τον οποίο αποτελούν μια μορφή συλλογικής παράνοιας εξαιρετικά δύσκολης να εξαλειφθεί, είναι πως κάθε συναλλαγή χαμηλής ποιότητας είναι ένα τοπικό ισοζύγιο όπου και τα δύο μέρη μένουν ευχαριστημένα, αλλά κάθε μία από αυτές τις συναλλαγές διαφθείρει μακροχρόνια συνολικά το σύστημα. Οπότε, οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα καλά συλλογικά αποτελέσματα δεν προέρχονται μόνο από "αρπακτικά" και "κερδοσκόπους", όπως μας διδάσκουν οι καθιερωμένες κοινωνικές επιστήμες, αλλά και από καλά οργανωμένους κανόνες Kakonomics που εξασφαλίζουν πως τα αποτελέσματα των συναλλαγών θα είναι προς το χειρότερο. Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας δεν είναι μόνο η συνεργασία για το γενικό καλό. Για να καταλάβουμε γιατί πολλές φορές "η ζωή είναι σκατά", θα πρέπει να μελετήσουμε τις άτυπες συμφωνίες που προσδοκούν σε ένα ατομικό όφελος και ταυτόχρονα σε μια συλλογική ζημία."

Στο συνεργείο: Ο πελάτης πάει γιατί άκουσε πως είναι φθηνό. Σκέφτεται πως και καλή δουλειά να μην γίνει, θα δώσει λίγα, οπότε εντάξει. Ακόμα και πριν φτάσει και το δει, έχει προσπαθήσει να πείσει τον εαυτό του πως το πάτωμα θα είναι μαύρο από στυλιστική επιλογή, κι όχι από τα λάδια είκοσι ετών που κανείς δεν καθάρισε, και πως τα μισολυμένα μοτέρ και τα διάσπαρτα παντού παλιά εξαρτήματα είναι άποψη εικαστική. Ανάλογες μυθοπλασίες ισχύουν και για την συμπεριφορά του μάστορα, που ξινίζει τα μούτρα του λες και ο πελάτης έχει έρθει για να του κάνει τη ζωή δύσκολη, κι όχι για να του δώσει δουλειά. Αλλά έτσι είναι οι ιδιοφυΐες, ιδιόρρυθμες, κι η ανάγωγη συμπεριφορά τους δικαιολογείται από το μεγαλείο των έργων τους. Παρά το αυτοπαραμύθιασμα όμως, ο πελάτης γνωρίζει πως η δουλειά δεν θα είναι πρώτης τάξης, αλλά ελπίζει κιόλας πως η χαμηλή τιμή θα αντισταθμίσει την τσαπατσουλιά και την έλλειψη γνώσεων. Από την μεριά του, ο μάστορας γνωρίζει πως ο πελάτης είναι στο κόλπο ("θα δώσω λίγα, θα πάρω αντίστοιχα λίγα"), οφείλει όμως να κάνει την προσπάθεια να ανεβάσει την δουλειά του, με ένα καλά προβαρισμένο ανεκδοτολογικό λογύδριο, για να πείσει τον πελάτη πως όλοι οι άλλοι θα του έπαιρναν τζάμπα λεφτά, και πως μόνος εκείνος είναι μυημένος στα απόκρυφα των κινητήρων των παπιών. Ενστικτωδώς, ο μάστορας γνωρίζει πως να χειραγωγήσει ψυχολογικά τον πελάτη, όπως επίσης γνωρίζει πως ακόμα και τα σχετικά λίγα χρήματα που θα του πάρει είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά για τις δουλειές που δεν θα κάνει, αλλά θα πει ότι έχει κάνει. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται, ο πελάτης φεύγει ευχαριστημένος που έδωσε σχετικά λίγα χρήματα (για δουλειές όμως που δεν έγιναν, ή που έγιναν με σφυροκάλεμο), αφήνοντας τον μάστορα επίσης ευχαριστημένο γιατί με τόσο λίγο κόπο και ικανότητα έβγαλε το μεροκάματο. Τέτοιου είδους συναλλαγές εξαπλώνονται σαν ιώσεις, ξεκινώντας μια δίνη που ρουφάει προς τα κάτω όλο και περισσότερους, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και των πελατών, και των υπηρεσιών, και των μαστόρων. Αφού γίνεται κι έτσι, γιατί να προσπαθήσω για κάτι καλύτερο; Μετά, ο πελάτης κοκορεύεται στους φίλους του πως έδωσε μόνο 50 ευρώ για service στο τετρακύλινδρό του, εννοώντας πως είναι κορόιδα όσοι πληρώνουν λογικά χρήματα για αξιοπρεπή εργασία.

Το αντίστροφο: Στο αψεγάδιαστο συνεργείο, ο ευγενικός μάστορας σου λέει μια τιμή που σου φαίνεται χαμηλή. Γίνεσαι πολύ δύσπιστος και φεύγεις: "Κάποιο λάκκο έχει η φάβα", σκέφτεσαι, αντί για το πιο λογικό, "Επιτέλους, σωστό μαγαζί με σωστές τιμές".

Για ανταλλακτικά: Πάρε το ιμιτασιόν, την ίδια δουλειά θα κάνεις. Αμ δε. Μετά από δέκα χρόνια αχρηστίας, αποφάσισα να ξαναβγάλω στο δρόμο το παλιό μου SS50 (τέλη δεκαετίας '60). Αγόρασα ένα σετ "πάνω" φλάντζες έναντι του συγκλονιστικού αντιτίμου του ενός ευρώ και εξήντα λεπτών, κομπλέ με o-ring, ζουάν για την εξάτμιση, τσιμουχάκια βαλβίδων. Το μετάνιωσα με το που το άνοιξα, ήταν σαν κομμένες από παλιό χαρτί τετραδίου. Μερικές δεν έκαναν, μακάρι να μην ταίριαζε καμία για να τις πετάξω όλες. Τι περίμενα; Ποιότητα Honda με 1,60; Σ' αυτή την περίπτωση το Kakonomics δούλεψε: Τις αγόρασα, ξέροντας πως θα είναι σκουπίδια, αλλά παραμυθιάστηκα πως "θα κάνω τη δουλειά μου". Κάπου στα βάθη της Κίνας ένας Κινέζος φλαντζάς γελάει. Τελειωμό δεν έχουν τα κορόιδα. Αν μου κοστίζουν εμένα 15 σεντ του ευρώ, τι περιμένουν; Να είναι και καλές;

Για την επιλογή μοτοσυκλέτας: "Δεν κάνω ράλι εγώ", μου είπε κάποιος όταν μετά από ερώτησή του προσπαθούσα να του εξηγήσω τις μίνιμουμ προδιαγραφές μιας σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Εν γνώσει του, ήθελε να πάρει μια κακή, απαρχαιωμένη μοτοσυκλέτα, ενώ είχε τα χρήματα να πάρει μια καλύτερη. Προτιμούσε δηλαδή την κακή ποιότητα έναντι χαμηλού αντιτίμου, αντί για αποδεκτή ποιότητα με ελάχιστα περισσότερα χρήματα. Και φυσικά, ο εγκέφαλος του ανθρώπου είναι πρώτος στο να βρίσκει δικαιολογίες για ο,τιδήποτε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αφού δεν είναι "ραλίστας", κάτι χωρίς φρένα, χωρίς αναρτήσεις, χωρίς επιδόσεις, κάτι επικίνδυνο τέλος πάντων, είναι αρκετό για κείνον.

Για τις παρέες: Μερικοί φοβούνται τη μοναξιά. Ίσως γιατί περισσότερο απ' όλα φοβούνται να μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους. Και ανέχονται παρέες. Και οι παρέες, αντίστοιχα, τους ανέχονται. Γιατί μερικές φορές οι παρέες επίτηδες περιλαμβάνουν ανθρώπους που δεν θα έκαναν κανονικά παρέα μαζί τους, έτσι για να έχουν να τους κακολογούν όταν δεν είναι παρόντες, ή να τους την μπαίνουν μειωτικά όταν είναι παρόντες. Συνειδητή επιλογή χαμηλής ποιότητας, και τους λόγους ας τους βρουν οι ψυχίατροι. Και πάνε και ταξίδια μαζί, που όλοι είναι στην γκρίνια όλη την ώρα. Και κανείς δεν φχαριστιέται το ταξίδι. Καλύτερα μόνος. Κι ας τα δεις όλα.

To χειρότερο: Μια Kakonomics συναλλαγή θεωρείται πια δεδομένη, ο κανόνας, κάτι αντίστοιχο με το "όλοι τα παίρνουν", "όλοι είναι ένοχοι", και η κοινωνία αρχίζει, συνηθίζει και συνεχίζει να λειτουργεί μόνο σ' αυτή τη βάση. Έτσι κι αλλιώς, οι μέτριοι πάντα θέλουν όλοι να κατέβουν στο επίπεδό τους, και κάνουν ό,τι μπορούν γι' αυτό. Ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιούν είναι να ισχυρίζονται πως όλοι είναι όμοιοί τους ή, ακόμα κι αν πράττουν διαφορετικά, θα ήθελαν να είναι. Έχει γίνει επίσης η στάνταρ δικαιολογία για όσους δεν κάνουν, ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους: Ενώ κάποιος δέχεται να κάνει μια δουλειά με συγκεκριμένο αντίτιμο, στην πορεία δικαιολογεί την ανεπάρκειά του ή την άρνησή του να την κάνει με το πρόσχημα πως δεν πληρώνεται αρκετά. Προφανώς, όταν προσλήφθηκαν, ήξεραν, αλλά φυσικά δεν είπαν ποτέ, πως δεν πρόκειται να κάνουν καλά την δουλειά τους, γιατί θεωρούσαν εξ αρχής μικρή την αμοιβή. Αλλά δέχτηκαν την συμφωνία, λέγοντας μετά το απίθανο "εμείς κάνουμε πως δουλεύουμε κι αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν". Κι όλα καλά, και πάμε για καλύτερα...