Editorial 646 - Εξίσου επικίνδυνο και το «αργά βαδίζω, ζωή κερδίζω»

Από το

motomag

1/9/2023

Όπως ακριβώς οι ανοιξιάτικοι μήνες χωρίς βροχή γεμίζουν τους δρόμους με ξεκράνωτους και σαγιονάρες, γιατί ως γνήσιος χρήστης δικύκλου και όχι ως μοτοσυκλετιστής πραγματικός, απεχθάνεται την βροχή ο ξεκράνωτος σαγιονάρας, έτσι και ο Σεπτέμβριος σηματοδοτεί την επιστροφή του «όλο αριστερά, δικαίωμά μου είναι». Έχουμε εξαντλήσει το θέμα της καταπάτησης των ορίων ταχύτητας και μάλιστα μέσα στις πόλεις και τα χωριά της χώρας που μαζί με μία ακόμη σωρεία παραβιάσεων αποτελούν βασική αιτία για την τραγική πρωτιά της χώρας σε τροχαία δυστυχήματα. Ακριβώς επειδή έχουμε εξαντλήσει τα θέματα αυτά, πρέπει να μιλήσουμε και για ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα στους δρόμους αυτής της χώρας για το οποίο ελάχιστα έχουν ειπωθεί. Εξίσου προβληματική συμπεριφορά με εκείνον που τρέχει παραπάνω, επιδεικνύει και εκείνος που πηγαίνει σιγά σε λεωφόρους και δρόμους που το όριο δεν είναι 50 χ.α.ω αλλά παραπάνω. Δεν μιλάμε για την Ε.Ο. λοιπόν που σε σημεία ισχύει το 130 χ.α.ω και σπάνια θα δεις κάποιον ξεχασμένο αριστερά, αλλά για κάτι πολύ πιο άμεσο, πολύ πιο επικίνδυνο επίσης που το βλέπουμε συνέχεια και πιο έντονα στην αρχή του Φθινοπώρου: Να οδηγεί κανείς αργά στην αριστερή λωρίδα.

Στην Αυστρία το να οδηγείς συνέχεια αριστερά επισύρει πρόστιμο, στην Γερμανία δεν διανοείται κανείς να κολλήσει αριστερά όχι μόνο στα λίγα πλέον σημεία που δεν υπάρχει όριο ταχύτητας, αλλά γενικά σε όλο το δίκτυο. Νιώθω τυχερός που μπορώ να μιλάω βασισμένος στην εμπειρία, οπότε μετρήστε πως εκτός Βαλκανίων κανείς δεν οδηγεί στο αριστερό ρεύμα πηγαίνοντας κάτω από το ανώτατο όριο ταχύτητας, αλλά μένει κολλημένος σε αυτό. Στις ΗΠΑ υπάρχουν δρόμοι με αμέτρητες λωρίδες ανά κατεύθυνση και όρια ταχύτητας που παρακολουθούνται πολύ αυστηρά. Οδηγούν λοιπόν σε όλες τις λωρίδες κοντά στο όριο και εκνευρίζονται με τους οδηγούς που δεν κάνουν το ίδιο. Στις Σκανδηναβικές χώρες δεν υπάρχει εκτεταμένο δίκτυο αυτοκινητόδρομων, η Νορβηγία έχει ελάχιστα χιλιόμετρα και όλα στο νότιο τμήμα, δεν χρειάζεται όλο το χρόνο στο βόρειο κομμάτι της έτσι κι αλλιώς. Τα όρια τηρούνται ευλαβικά και τα πρόστιμα είναι βαριά, δεν θα δεις όμως και κανέναν να πηγαίνει με 70 χ.α.ω εκεί που το όριο είναι 90, των φορτηγών συμπεριλαμβανομένων.

Ξεχασμένος λοιπόν στην αριστερή λωρίδα με τους υπόλοιπους να προσπερνούν από δεξιά, αγνοώντας εκείνους που τον αγριοκοιτούν είναι μονάχα ο Έλληνας σε μεγάλο βαθμό και σε μικρότερη επέκταση ο Βαλκάνιος. Έχω γυρίσει όλες τις χώρες, από εκείνες που κακώς ή από σπόντα της ιστορίας νοούνται ως τέτοιες, ή είναι απλά ένα ιδιαίτερο καθεστώς εδάφους όπως το Γριβραλτάρ, το Μονακό, το Λιχτενστάιν και έπειτα όλες τις μικρές και τις μεγάλες και φυσικά κάθε σπιθαμή των Βαλκανίων, με τους χωματόδρομους να συμπεριλαμβάνονται. Σας το ξανά λέω πως αυτό το κόλλημα με την αριστερή λωρίδα το έχουμε μόνο εμείς και το έχουμε γιατί υπάρχει -δυστυχώς- τεράστια ανοχή με εκείνους που πηγαίνουν πολύ γρήγορα. Το «έλα μωρέ όποτε θέλω τρέχω» λειτουργεί στο μυαλό εκείνου που καθυστερεί την ροή των αυτοκινήτων ως μαξιλάρι ύπνου. Ο Δανός θα πάρει τηλέφωνο και θα δώσει στην αστυνομία τα στοιχεία σου αν τον προσπεράσεις με 200χ.α.ω. Ο Δανός αστυνομικός που βρίσκεται λίγο πιο κάτω γιατί δεν χρειάζεται να κάνει τον σφραγιδάκια κλεισμένος μέσα στο τμήμα πάνω από ένα πάκο χαρτιά, ούτε τον υπηρέτη πολιτικών και επιχειρηματικών με μέσο και την ταμπέλα του φύλακα προστασίας, θα σε σταματήσει και είναι βέβαιο πως δεν θα την γλιτώσεις. Πιο ελαστικοί σε συμπεριφορά οι Νορβηγοί και ακόμη περισσότερο οι Σουηδοί, αλλά ούτε και εκεί θα την γλιτώσεις αν το παρακάνεις και το αποτέλεσμα είναι ένα: Σπάνια βλέπεις κάποιον να πηγαίνει πολύ γρήγορα, πολύ πάνω από το όριο. Εξίσου όμως σπάνια θα συναντήσεις κάποιον να πηγαίνει πολύ πιο κάτω από το όριο.

Ο υπαίτιος της διατάραξης της φυσιολογικής ροής σε μία λωρίδα, είτε επειδή πηγαίνει αργά αριστερά, είτε γιατί έχει παρανόμως σταματήσει τέρμα δεξιά μπροστά σε είσοδο καταστήματος για να μην περπατήσει, ευθύνεται για την αύξηση της ταχύτητας των οχημάτων αμέσως αφότου τον προσπεράσουν αλλά και για την αργή κίνησή τους πίσω τους. Οι δρόμοι θα πρέπει να είναι σωλήνες, όχι μπουκάλια κρασιού στιβαγμένα το ένα πίσω από το άλλο, όπως είναι τώρα. Επιβραδύνεις στον λαιμό του μπουκαλιού γιατί κάποιος πηγαίνει αργά ή επειδή άργησε να ξεκινήσει στο φανάρι, αναπτύσσεις ταχύτητα και ξανά βρίσκεις ροή για λίγο μέχρι να την ξανά χάσεις στον επόμενο λαιμό που θα συναντήσεις μπροστά σου.

Ως Έλληνες πολίτες που έχουμε μόνο δικαιώματα και καθόλου ευθύνες, μπερδεμένοι και για τα δικαιώματά μας μερικές φορές με κορυφαίο παράδειγμα: «πληρώνω δημοτικά τέλη, δικαίωμά μου να πετάξω το σκουπίδι κάτω, να έρθουν οι υπάλληλοι να το μαζέψουν», αδυνατούμε να καταλάβουμε πόσο μεγάλο ζήτημα είναι να πηγαίνει κανείς αργά αριστερά ή να αργεί να ξεκινήσει στο φανάρι. Όχι μόνο να ξεχαστείς και να σου κορνάρουν αλλά και το να ξεκινήσεις μετά τον μπροστινό σου αντί για μαζί του, εμπίπτει επίσης στην παραπάνω λανθασμένη συμπεριφορά. Ελάχιστα τέτοια παραδείγματα στην υπόλοιπη Ευρώπη, καθημερινή η κατάσταση στους Ελληνικούς δρόμους. Πείτε λοιπόν στους δικούς σας ανθρώπους πως αν τους προσπερνούν από δεξιά δεν είναι όλοι «ζουλάπια που δεν σέβονται τίποτα», ούτε «τεντηπόϊδες που τρέχουν, ανεύθυνοι κτλ», το λάθος είναι που βρίσκονται εκείνοι στην αριστερή λωρίδα. Κανείς δεν σου λέει να βιάζεσαι, αλλά να μην βιάζεσαι μένοντας δεξιά, αυτή είναι η μεγάλη διαφορά. Και είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει την εικόνα εκεί έξω. Η δικαιολογία επίσης «πηγαίνω στο όριο, είναι παράνομη η προσπέραση» μπορεί να υπάρξει μόνο αν αυτό το όριο τηρείται ευλαβικά και όχι στο περίπου. Αν το όριο είναι 70 χ.α.ω. και πηγαίνεις με 65, τότε το πρόβλημα είναι δικό σου και κακώς βρίσκεσαι δεξιά. Κι ένα τελευταίο: Δικαστές και ισχυρογνώμονες έχουμε γεμίσει. Δεν ξέρεις αν πεισμώνοντας στην αριστερή λωρίδα καθυστερείς κάποιον που σε ενδεχόμενο δικαστήριο θα αθωωθεί παραβιάζοντας το όριο γιατί τα δικαστήρια κάνουν και αυτό, αθωώνουν αν αποδείξεις πως υπήρχε σοβαρός λόγος που έτρεχες. Γίνεται να έχουν όλοι νομικά σωστό λόγο που παραβιάζουν το όριο; Σίγουρα δεν έχουν. Αλλά δεν ξέρεις αν εκείνος που ανάβει τα φώτα είναι ο ένας στο εκατομμύριο, για αυτό κάνει στην άκρη και άφησέ τον να φύγει. Δεν επεκτείνομαι στην περίπτωση της βραδυπορίας που επίσης τιμωρείται διοικητικά από τον Κ.Ο.Κ όπως και την είσοδο οχημάτων σε δρόμους που απαγορεύεται να κινούνται, όπως πατίνια σε λεωφόρους και ποδήλατα σε Ε.Ο. Διότι είναι διαφορετικές περιπτώσεις καθώς εκεί η επικινδυνότητα αλλά και η παρανομία αναγνωρίζεται από εκείνον που την εκτελεί εκείνη την στιγμή, ενώ η πιο πάνω συμπεριφορά δεν λογαριάζεται ως επικίνδυνη και υπαίτια για την αύξηση της κίνησης στους αστικούς δρόμους.

 

editorial 532 - χωρίς μοτοσυκλέτα

Από το

Μαύρο Σκύλο

7/3/2014

Πως λέμε "Χωρίς οικογένεια", του Έκτορος Μαλό; Τρεις βδομάδες τώρα χωρίς μοτοσυκλέτα, λόγω γόνατου, κι έχω πάθει στέρηση. Μου λείπει ακόμα κι η καθημερινή μετακίνηση σπίτι-γραφείο, που εξ ορισμού είναι ό,τι πιο επικίνδυνο, βαρετό και ανούσιο. Αναγκαστικά μετακινούμαι με αυτοκίνητο, το κάθισμα τέρμα πίσω τραβηγμένο, το πόδι κάγκελο τεντωμένο, κλέβω λίγο κιόλας και χαλαρώνω τον κάτω ιμάντα του νάρθηκα για να μπορεί να λυγίζει λίγο το πόδι και να δουλεύω γκάζι-φρένο.

Καθώς με το αυτοκίνητο περνάω περισσότερο χρόνο ακίνητος, μπορώ να παρατηρώ ακόμα καλύτερα όσα συμβαίνουν γύρω μου στους δρόμους, κι απορώ ακόμα περισσότερο: Πως καταφέρνουμε κι επιβιώνουμε; Όσοι κινούμαστε με μοτοσυκλέτα αποδεικνύουμε πως όντως, γίνονται θαύματα. Μ' αυτά που βλέπεις στους δρόμους θα πίστευες πως μέσα σε μια βδομάδα δεν θα υπήρχε όρθιος μοτοσυκλετιστής ούτε για δείγμα. Κι όμως, φαίνεται πως είμαστε σαν τις κατσαρίδες, δεν εξηγείται αλλιώς.

Κινούμαι σε δρόμο διπλής κυκλοφορίας, χωρίς νησίδα, και μπροστά μου ακόμη ένας με μια "κούρσα" έχει βγάλει φλας για να στρίψει αριστερά στην ίδια κάθετο που θέλω να στρίψω κι εγώ. Η είσοδος όμως της καθέτου είναι μισόκλειστη από έργα του ΟΤΕ, έχουν σκάψει κι έχουν βάλει τα πάντα: Πλέγματα πορτοκαλιά στηριγμένα σε μπετόβεργες (all time safety classic η μπετόβεργα), σήματα "υποχρεωτική πορεία δεξιά", κορδέλες ασπροκόκκινες και φαναράκι που αναβοσβήνει. Τι άλλο να βάλουν; Το μόνο που χρειαζόταν να κάνει όποιος ήθελε να μπει στην κάθετο ήταν να πάρει λίγο πιο ανοιχτά την στροφή, αποφεύγοντας το εμπόδιο. Και τι κάνει ο τύπος; Το προφανές. Παίρνει φόρα και πέφτει πάνω σε όλα αυτά, σαν να μην υπήρχαν. Περνώντας δίπλα του, είδα την φάτσα του πανικόβλητη, έκπληκτη, λες και πλέγματα και ταμπέλες και φαναράκια πετάχτηκαν ξαφνικά μπροστά του. Ήθελα να σταματήσω και να τον βρίσω, να του πω πως είναι ηλίθιος και επικίνδυνος. Και γιατί; Γιατί φαντάστηκα πως θα μπορούσα κάλλιστα να οδηγώ μοτοσυκλέτα, και να τον συναντήσω στον δρόμο μου, και να πέσει πάνω μου έτσι όπως έπεσε και στην σήμανση των έργων. Είμαι σίγουρος πως θα είχε την ίδια δικαιολογία: Δεν σε είδα, δεν τα είδα.

Αυτό τώρα, είναι ένα πρόβλημα. Αλλά δεν είναι δικαιολογία. Το "δεν σε είδα" να το καταλάβω αν πρόκειται για τυφλό, και γνήσιο μάλιστα, όχι μαϊμού. Ελπίζω όμως πως οι τυφλοί δεν οδηγούν, ακόμα και στην Ελλάδα. Άνθρωπος που έχει τα ματάκια του και βλέπει, άνθρωπος που οδηγεί, δεν δικαιούται να πει δεν είδα. Δεν είδες, γιατί δεν κοίταγες, βλάκα. Κι ας φαίνεται πως είχες ανοιχτά τα μάτια σου, δεν έχεις όμως την εγκεφαλική χωρητικότητα που απαιτείται για να αναγνωρίζεις τι βλέπεις. Κι αν εσύ πιστεύεις στην μετεμψύχωση, εγώ λέω να απολαύσω ακόμα για πολύ αυτή την ζωή πριν πάω για την επόμενη. Δεν μιλάω μόνο για τον κύριο με την κούρσα εναντίον έργων, μιλάω και για την κοπελιά που είχε καρφωμένο το βλέμμα της στο υπερπέραν κι ερχόταν καταπάνω μου κοιτώντας με αλλά χωρίς να με βλέπει, κι έχω φάει φρίκη, ένα Jimny οδηγώ, μπορεί κι ανεβαίνει πεζοδρόμια, αλλά το άτιμο δεν πηδάει στο πλάι σαν γατί περνώντας πάνω από παρκαρισμένα για να βρεθώ στο πεζοδρόμιο και να γλιτώσω, να βάλω όπισθεν το σκέφτηκα αλλά είχα άλλον πίσω μου, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να βυθίσω το κουμπί της κόρνας βαθιά μέσα στο τιμόνι και να εισπνεύσω δυνατά μέσα από τα σφιγμένα δόντια μου (αυτό πάντα βοηθάει) περιμένοντας το μπαμ. Η σκηνή αυτή είχε γυριστεί φαίνεται σε super hi definition, γιατί παρακολούθησα τα μάτια της να εστιάζουν αργά, κι εξίσου αργά να στρίβει το τιμόνι, λες και το αυτοκίνητό της μέσα ήταν γεμάτο διαφανή μαρμελάδα και δυσκολευόταν. Πέρασε χιλιοστά δίπλα μου, ατάραχη όμως, κι εξακολουθώντας να μιλάει στο κινητό.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μια διακοπή για να παρακαλέσω τις αυτοκινητοβιομηχανίες να εγκαταστήσουν, και ως πρώτη τοποθέτηση και ως ρετροφίτ, το εξής σύστημα: Μόλις το αυτοκίνητο ανιχνεύσει χρήση κινητού, να ανοίγει αυτόματα το παράθυρο του οδηγού. Επόμενή μου παράκληση είναι να γίνει μια μικρή αλλαγή στον ΚΟΚ, που θα λέει το εξής: "Πας νοήμων μοτοσυκλετιστής δικαιούται άνευ ποινής να αρπάξει το κινητό ή το μπλουτούθ ή το χαντσφρή και να το σφεντονίσει όσο πιο μακριά μπορεί, κατά προτίμηση σε σημείο που θα το πατήσουν αμέσως τα άλλα αυτοκίνητα". To ζητάω αυτό γιατί πολλές φορές έχω την επιθυμία να το κάνω, αλλά με εμποδίζουν τα κλειστά παράθυρα. Πιστεύω πως είναι ένα μέτρο που θα σώσει πολλές ζωές. Εναλλακτικά, για να μην αφήνουν οι μοτοσυκλετιστές το δεξί τους χέρι από το τιμόνι, θα συμβιβαζόμουν με μια συσκευή που με το πάτημα ενός κουμπιού θα ανατίναζε όλα τα κινητά σε απόσταση πέντε μέτρων. Μια απλή συσκευή ηλεκτρομαγνητικού παλμού δηλαδή, κατάλληλα ρυθμισμένη για να μην καταστρέφει τα ηλεκτρονικά της ίδιας της μοτοσυκλέτας (που κατά προτίμηση θα πρέπει να είναι με καρμπυρατέρ και πλατίνες, χωρίς ηλεκτρονική, για να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο), αλλά που θα μπλοκάρει τόσο το κινητό όσο και τα ηλεκτρικά του αυτοκινήτου.

Μετά από λίγες μέρες πίσω από στρογγυλό τιμόνι, άρχισα να κατανοώ και γιατί οι οδηγοί των αυτοκινήτων είναι όλοι έτοιμοι να σφάξουν τους άλλους οδηγούς. Φαινομενικά τα πράγματα είναι ήρεμα, κι όταν είσαι με μοτοσυκλέτα και δεν μένεις πολύ ανάμεσά τους αλλά κινείσαι συνεχώς, δεν μπορείς εύκολα να καταλάβεις πως αρκεί η παραμικρή αφορμή για να ξεσπάσει τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Όταν όμως αναγκαστείς να ζήσεις εγκλωβισμένος ανάμεσά τους, σιγά-σιγά η υποβόσκουσα αυτή οργή μπαίνει και στο δικό σου αυτοκίνητο από το ανοιχτό παράθυρο (ακόμα και το χειμώνα, εκτός εθνικής οδού, οδηγώ με ανοιχτό παράθυρο) και σε ποτίζει χωρίς να το καταλάβεις. Είναι φαίνεται τόσο αφύσικη η όλη φάση, σειρές ολόκληρες από ακινητοποιημένα αυτοκίνητα, άνθρωποι που περνούν έτσι ώρες ολόκληρες καθημερινά, που το μόνο που σκέφτεσαι είναι όχι πως θα γλιτώσεις, αλλά πως θα ξεσπάσεις στον πρώτο που θα κάνει το λάθος. Πρόκειται για μια κλασική εφαρμογή του πειράματος Καλχούν: Όταν τα ποντίκια είναι λίγα μέσα στο κουτί ανέχονται το ένα το άλλο. Όταν γίνουν πολλά, γίνονται και κανίβαλοι και τρώνε το ένα το άλλο για να επέλθει μια ισορροπία. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τους οδηγούς αυτοκινήτων στους δρόμους. Είναι πολλοί, το κουτί είναι μικρό, τρώνε ο ένας τον άλλο. Άρχισα κι εγώ να επηρεάζομαι.

Στην φάση που για 500 μέτρα στενού δρόμου είχα μπροστά μου έναν κυριούλη που πήγαινε με πρώτη αργή-σκορτσάροντας-πατώντας φρένο-ανάβοντας δεξί φλας-όχι, όχι, αριστερό φλας τώρα-μπα, βάλε αλάρμ-σβήσε αλάρμ-κάνοντας πως θα χωθεί δεξιά-αλλά όχι, ίσως αριστερά-κι όλα αυτά τόσο αααργά που η βελόνα του κοντέρ ούτε που κουνιόταν, θυμήθηκα μια παλιά μου κατά φαντασίαν εφεύρεση: Το όπλο Ε.Ε.. Όπου Ε.Ε. σημαίνει Εξαΰλωσις-Εξαφάνισις, και όχι Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημαδεύεις νοητά όποιον σε φρικάρει στο δρόμο και... ΠΑΦ! εξαφανίζεται από μπροστά σου. Ιδανικά, το όπλο Ε.Ε. είναι ρυθμισμένο για να τον στείλει, μαζί με το αυτοκίνητό του, σε μέρος χωρίς δρόμους, μακριά από πολιτισμό, όπως για παράδειγμα στα βάθη της ζούγκλας του Αμαζονίου, ή σε κάποιο ακατοίκητο ερημονήσι του Ειρηνικού Ωκεανού. Στην αρχή, όταν το είχα πρωτοεφεύρει, το είχα ρυθμισμένο απλώς να εξαφανίζει, όμως οι διαμαρτυρίες ανθρωπιστικών οργανώσεων με έκαναν να το μετατρέψω. Δουλεύει και για μοτοσυκλέτες, ειδικά για όσους καταφέρνουν να καθυστερούν πίσω τους αυτοκίνητα, μέσα στην πόλη, και όσους βγαίνουν μπροστά στα φανάρια, χωρίς να τα βλέπουν και όταν ανάψει πράσινο, κάθονται μέχρι να τους κορνάρουν τουλάχιστον 50 αυτοκίνητα για να ξεκινήσουν.

Όσο περνούν οι μέρες κι οδηγώ ακόμα αυτοκίνητο, η κατάστασή μου σοβαρεύει. Αρχίζω να ζηλεύω ακόμα και αυτούς που κυκλοφορούν μέσα στην Αθήνα με τριβάλιτσα Adventure, φορώντας καπελάκι και ξεκινούν από το φανάρι με τα πόδια κάτω για τουλάχιστον εκατό μέτρα, μέχρι να αισθανθούν σίγουροι για την ισορροπία τους και να τα βάλουν στα μαρσπιέ.

Ναι, τόσο χαμηλά έχω πέσει. Γλυκοκοιτάζω ακόμα και κάτι μεγκασκούτερ μπαουλοντίβανα που χρειάζονται χάιγουέι στις ερημιές της Νεβάδα για να χωρέσουν, κάτι παπιά ρημάδια που αλλού κοιτάει ο μπροστινός τους τροχός κι αλλού ο πίσω, μέχρι κι ένα Μεζέ 250 που άφηνε απ' την εξάτμισή του μια παχιά γραμμή αδιάλυτου καπνού, ξέρετε, εκείνα που στο ρελαντί βλέπεις θολό τον κινητήρα απ' τους κραδασμούς. Νόμιζα πως είχαν εξαφανιστεί, αλλά ήμουν κοντά στον Περισσό, οπότε η εμφάνισή του μπορεί να δικαιολογείται κι έτσι. Όχι πως δεν τα αγαπώ, είχα κι εγώ τέτοιο κάποτε, κι ας είχε προσπαθήσει δύο φορές να με δολοφονήσει, μία που κόλλησε τέρμα το γκάζι στην εθνική και μία που πήγε να πάρει φωτιά. Η σχέση μας δεν κράτησε πολύ.

Τώρα που δεν μπορώ να καβαλήσω, περνούν μπροστά από τα μάτια μου όλα τα μηχανάκια που είχα, κι όσα θα ήθελα να έχω, μια παρέλαση που μπορεί να με κρατήσει απασχολημένο για πολλή ώρα, ειδικά αν σκεφτώ και όσα είχα κάνει με αυτά που είχα και όσα θα ήθελα να κάνω με αυτά που δεν είχα. Ζω τέτοια στέρηση, που αν μου έλεγαν πως μπορείς να καβαλήσεις, αλλά μόνο ΑΥΤΟ (κάτι που κανονικά δεν θα ήθελα να βρεθώ πάνω του ούτε ταριχευμένος), θα χοροπηδούσα απ' τη χαρά μου. Το GS μου έχει μαραζώσει, το Χάσκυ μου με κοιτάει παραπονεμένο, αλλά το γόνατο είναι αυτό που θα πει πότε θα μπορέσω να ξανακαβαλήσω.

Κι όσο το σκέφτομαι, τόσο καταλήγω πως σε κάτι τέτοιες φάσεις στέρησης καταλαβαίνεις πόσο αγαπάς τις μοτοσυκλέτες, όταν πάψεις να έχεις ιδανικές καταστάσεις στο μυαλό σου και διαπιστώνεις πως θα ήσουν ευχαριστημένος με λιγότερα, έως ελάχιστα. Κι όταν οι προδιαγραφές σου φτάσουν στο σημείο "κινητήρα και ρόδες να έχει, και μια χαρά θα περάσουμε", τότε πρέπει να είναι το αντίστοιχο του "ζω στην έρημο και τρέφομαι με ακρίδες και μέλι, αλλά βρήκα τη φώτιση" ή του "μετά από δέκα χρόνια απομόνωσης σε σπηλιά του Θιβέτ ζω μόνο με δροσερό αεράκι κι αγαπάω όλο τον κόσμο". Μ' αυτά που γράφω, σ' αυτό το σημείο μου ήρθε μια εικόνα με τον Βούδα να διαλογίζεται κάτω από έναν φίκο, αλλά όταν κοίταξα πίσω από τον φίκο, είδα έναν τροχό να ξεπροβάλλει, με τρακτερωτό λάστιχο και ψηλό φτερό από πάνω του: Κι ο Βούδας εντούρο ονειρεύονταν.