Editorial 650 - Αταξικός μοτοσυκλετισμός

Από το

motomag

1/1/2024

Ή αλλιώς ο τρόπος να πάρεις το γκάζι και την ποιότητα στριψίματος χωρίς να δώσεις μία μικρή περιουσία, να μη χρειαστεί να βάλεις τέσσερις τοίχους και τα όνειρα για το δικό σου κεραμίδι πάνω σε μία σέλα, γιατί οι μοτοσυκλέτες που δεν κοστίζουν όσο μία γκαρσονιέρα δεν έχουν να σου προσφέρουν τίποτα. Τον αταξικό μοτοσυκλετισμό τον έκαναν δώρο στην ανθρωπότητα οι Ιάπωνες. Δίχως αυτούς θα είχαμε αγγλικές, ιταλικές, αμερικάνικες και γερμανικές μοτοσυκλέτες που θα ήταν για λίγους και καλούς. Υπέροχες σε κάθε περίπτωση, αλλά για λίγους. Ο Ιάπωνας με τη βιομηχανική του επανάσταση στον κόσμο της μοτοσυκλέτας έφερε την αλλαγή στους αριθμούς παραγωγής σε ένα πολύ κρίσιμο στάδιο, αφότου έχτισε πολύ γρήγορα ο ίδιος μοτοσυκλετιστική κουλτούρα. Ήταν βασικό στοιχείο της ιστορίας τους, το γεγονός πως η Ιαπωνία απέχτησε πολύ γρήγορα μοτοσυκλετιστική κουλτούρα και μάλιστα αντίστοιχη με την ευρωπαϊκή. Μπορεί να υπήρχαν διαφορές και πράγματα που βλέπεις μόνο εκεί, όπως οι ομάδες Bōsōzoku, αλλά σε γενικές γραμμές οι ίδιες μοτοσυκλέτες που πωλούνταν στην Ιαπωνία, έκαναν και εδώ καριέρα αυτούσιες. Φθηνές, καλές και γρήγορες, αυτές τις μοτοσυκλέτες μας έμαθαν οι Ιάπωνες και όπου καλές βάλτε δύο πράγματα, την αξιοπιστία και την οδική συμπεριφορά.

Κι αυτό ακριβώς εξακολουθούν να κάνουν και τώρα. Η μεγάλη διαφορά είναι πως οι τιμές υπολογίζονται με τον μέσο όρο της Ευρώπης και η Ελλάδα απέχει από τον μέσο όρο στα ατομικά έσοδα, ώστε να έχει την ίδια βαρύτητα για όλους ένα μεγάλο έξοδο όπως η αγορά μοτοσυκλέτας. Το καλό για εμάς είναι πως αυτή η ανισότητα υπάρχει και εσωτερικά στις υπόλοιπες χώρες. Προφανώς και το γενικό καλό θα ήταν να μην υπάρχουν ανισότητες αλλά για θέματα ουτοπίας θα συζητήσουμε άλλη φορά. Οι Ιάπωνες το διέκριναν αυτό και ετοίμασαν κινήσεις για δημιουργία πιο προσιτών οικονομικά μοντέλων μόνο που δεν κινήθηκαν γρήγορα. Τα 500άρια δικύλινδρα που φέρνει η Kawasaki για τη νέα χρονιά, θα έπρεπε να είναι μαζί μας εδώ και τουλάχιστον μία τριετία - τετραετία, ενώ θα πρέπει να περιμένουμε άλλον ένα χρόνο για να δούμε το KLE να ζωντανεύει. Δεν τους κατηγορώ για ολιγωρία, γιατί αν δούμε τη μεγάλη εικόνα, θα προσέξουμε πως κινούνται ταχύτητα σε αγορές που σημειώνουν εκατομμύρια πωλήσεις. Αλλάζουν ισορροπίες σε κεντρική Ασία, σε Κίνα και Ινδία, αγορές που κάθε μήνα πουλούν δεκαπλάσια από το σύνολο της Ευρωπαϊκής αγοράς, μιλώντας με μονάδες. Το κενό εδώ το κάλυψαν αμέσως οι Κινέζοι κατασκευαστές.

Συντελείται αυτή την στιγμή η ίδια ζύμωση στην Κίνα, που συνέβη κάποτε στην Ιαπωνία, όταν ο λαός έμαθε τα παπιά και τα μικρά δίκυκλα ως τον τρόπο να μετακινείται, μην μπορώντας να αποκτήσει αυτοκίνητο. Έχουμε γράψει πολύ αναλυτικά την ιστορία του Soichiro που μετά τον πόλεμο έδωσε στον λαό το παπί για να μπορεί να ζήσει. Ένα μοτοσυκλετάκι για να εργάζεσαι, να κουβαλάς, να μεταφέρεις, να μετακινείσαι. Εκατομμύρια μέσα στην Ιαπωνία και αργότερα σε όλο τον κόσμο, το αγάπησαν. Ένα μικρό ποσοστό από αυτούς πήραν το επόμενο μεγαλύτερο με την πρώτη ευκαιρία, και βήμα - βήμα δημιουργήθηκε ένας μοτοσυκλετισμός που με τη σειρά του απαιτούσε νέα μοντέλα και πλέον πίεζε για την εξέλιξη. Πριν από μία δεκαετία η ίδια ακριβώς αλλαγή ξεκίνησε να συμβαίνει στην Κίνα, και πλέον πάτησε στο πρώτο πλατύσκαλο και δεν υπάρχει επιστροφή. Κινέζος ταξιδευτής που αγοράζει μοτοσυκλέτα ντόπια, μόνο για να ταξιδεύει και έχει και σκούτερ για κάθε μέρα, δεν έχει υπάρξει στο παρελθόν. Είναι κάτι νέο, όπως συζητούσα με κινέζους κατασκευαστές στην πρόσφατη επίσκεψή μου στη χώρα τους. Καλά κάνει μερίδα των Ελλήνων και κοροϊδεύει τις κινέζικες μοτοσυκλέτες, αν όμως διευκρινίσουμε πως αναφέρεται στην εποχή που πανέξυπνοι Έλληνες έμποροι πήγαιναν στην Κίνα και αγόραζαν παπιά των 150 δολαρίων με το κοντέινερ για να τα φέρουν εδώ και να τα πουλούν στα supermarket. Κυριολεκτικά μιλώντας, πήγαινες supermarket με τα πόδια και έφευγες καβάλα με κράνος αντίστοιχο σε δίκυκλο που το είχες πληρώσει 8 φορές πάνω. Ο Κινέζος αναρωτιόταν τι τύποι τα καβαλούν αυτά, γιατί την ίδια στιγμή υπήρχαν στους δρόμους τους πιο ποιοτικές λύσεις. Εμείς ως ράτσα είμαστε πιο κοντά στον Κινέζο παρά στον Ιάπωνα. Λυπάμαι ας σας χαλάω το αφήγημα αλλά οι δικές μου εμπειρίες με βάση αυτά που εγώ έχω δει, μας φέρνουν πιο κοντά στον Κινέζο ως νοοτροπία. Η Ιαπωνία είναι ένα κράτος με αρχές και τακτοποιημένο γιατί οι πολίτες του είναι τέτοιοι. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως σε λίγο καιρό και η Κίνα θα είναι το ίδιο. Ήδη μία ολόκληρη Ευρώπη υπάρχει μέσα στην Ιαπωνία από πλευράς βιοτικού επιπέδου και αστικού τρόπου ζωής. Μία ολόκληρη Ευρώπη που αμείβεται σε όλα τα επίπεδά της με αντίστοιχους μισθούς και έχει αντίστοιχες φιλοδοξίες και όνειρα. Ναι, υπάρχουν και άλλες τρεις “Ευρώπες” που είναι πιο κάτω αλλά έτσι όπως πάνε θα είναι σύντομα δύο και μετά μόλις μία. Να το προσέξουμε γιατί το επόμενο στάδιο είναι να ψάχνουμε φθηνά δίκυκλα από Λ. Αμερική ή να παρακαλάμε τους Αφρικανούς να φτιάξουν τις δικές τους μοτοσυκλέτες, καθώς αν συνεχίσει να ανοίγει η ψαλίδα, στο τέλος ούτε τις κινέζικες δεν θα μπορούμε να αποκτήσουμε από τη στιγμή που κάνουμε βήματα προς τα πίσω αντί για εμπρός. Θα είμαστε βέβαια πολύ καλοί στο να τους σχολιάζουμε. Εμείς εδώ -και εγώ προσωπικά- έχουμε πει τα χειρότερα για τις κινέζικες μοτοσυκλέτες. Από άρνηση για δοκιμή σε ένα Zongshen με 15άρη πίσω τροχό που είπαμε πως δεν πρέπει να του δώσουμε καμία απολύτως σημασία, μέχρι όλα όσα έχουμε γράψει για την απόκριση των CFMOTO, εξετάζουμε τα πάντα και ακριβώς για αυτό βλέπουμε την τεράστια αλλαγή που συντελείται με γεωμετρική πρόοδο. Κι ακριβώς επειδή είναι πολύ κοντά οι Κινέζοι στη δική μας νοοτροπία, το τελευταίο που μπορείς να πεις για εκείνους είναι πως διακατέχονται από αφέλεια και θα δώσουν τα χρήματά τους να αποκτήσουν κάτι που σπάει. Τώρα που έρχονται απευθείας εδώ οι Κινέζοι, με σοβαρές ελληνικές αντιπροσωπείες, και δεν μεσολαβεί ένας τυχοδιώκτης έμπορος supermarket, ας περιμένουμε κάτι διαφορετικό. Ο στόχος είναι ένας: Να έχουμε την καλύτερη μοτοσυκλέτα, στην χαμηλότερη τιμή. Από ανάγκη και όχι από πονηριά καθώς δεν περισσεύουν πολλά. Και στον χαρακτηρισμό καλύτερη περιλαμβάνουμε όπως είπαμε δύο, αξιοπιστία και οδική συμπεριφορά…

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;