Phil Read - Πέθανε ο Πρίγκιπας της Ταχύτητας

Ο πρώτος αναβάτης που κέρδισε Παγκόσμιους Τίτλους σε 125, 250 και 500 κ.εκ.
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

7/10/2022

Σε ηλικία 83 ετών πέθανε στις 6/10/2022 o Phillip William Read, ο πρώτος αγωνιζόμενος μοτοσυκλέτας που κέρδισε Παγκόσμιους Τίτλους και στις τρεις κατηγορίες GP, στα 125, τα 250 και τα 500, ο αναβάτης που χάρισε στη Yamaha τον πρώτο της Παγκόσμιο Τίτλο στα GP, και ο αναβάτης που χάρισε τον τελευταίο Παγκόσμιο Τίτλο της στην MV Agusta.

Ο Read συμμετείχε σε αγώνες μοτοσυκλέτας από το 1961 έως το 1976, ενώ στην καριέρα του κέρδισε 7 Παγκόσμια Πρωταθλήματα με 52 νίκες και 121 βάθρα, και το 2013 του απονεμήθηκε ο τίτλος FIM Legend.

Ο Βρετανός αναβάτης γεννήθηκε στο Luton την 1η Ιανουαρίου του 1939, ενώ αγόρασε την πρώτη του μοτοσυκλέτα, μια Velocette KSS στα 16 του το 1955, την οποία ακολούθησε μια BSA Gold Star DBD32. Ξεκίνησε να αγωνίζεται το 1958 με μία Duke BSA Gold Star, και το 1960 κέρδισε το Junior Manx Grand Prix με μια Manx Norton σημειώνοντας ρεκόρ μέσης ωριαίας ταχύτητας. Συνέχισε να αγωνίζεται σε αγώνες δρόμου (Road Racing) όπως στο TT και στο North West 200.

Το 1963 ο Read αντικατέστησε τον αναβάτη Derek Minter στην Scuderia Duke Gilera Grand Prix team, για να τερματίσει 3ος στο ΤΤ, το οποίο κέρδισε ο Hailwood με την MV Agusta, ενώ το 1964 ο Read ανέβηκε μια θέση για να τερματίσει 2ος στον ίδιο αγώνα.

Το 1964, μετά τη διάλυση της ομάδας της Gilera, o Read χάρισε στη Yamaha τον πρώτο της Παγκόσμιο Τίτλο, όταν κέρδισε τα 250 κ.εκ., επίδοση που επανέλαβε την επόμενη χρονιά.

Ο Read, που είχε το ψευδώνυμο “Prince of Speed” (αλλά και το “Speedy Readie”), ήτοι ο Πρίγκηπας της Ταχύτητας, συνέχισε να φέρνει κορυφαίες θέσεις, όμως είχε την ατυχία να αγωνίζεται απέναντι στον μεγάλο Mike Hailwood, και τις περισσότερες φορές να τερματίζει δεύτερος πίσω από τον Mike “the Bike”, όπως ήταν γνωστός ο Hailwood.

To 1968 ο Read αγωνιζόταν με την εργοστασιακή Yamaha, η οποία του ζήτησε να επικεντρώσει τις προσπάθειες του στα 125, με τους Ιάπωνες να προορίζουν τον ομόσταυλο του Read, Bill Ivy, για Πρωταθλητή των 250. Ενώ ο Ivy τήρησε τη συμφωνία, αφήνοντας τον Read να κερδίσει τα 125 δίχως να τον ανταγωνιστεί, ο Read δεν τήρησε τη συμφωνία τους, και αφού εξασφάλισε τον τίτλο στα 125, αποφάσισε να παραβεί τις εντολές των Ιαπώνων, παλεύοντας ενάντια στον Ivy για τον τίτλο των 250. Οι δυο τους τερμάτισαν τη σεζόν με ισοβαθμία, με τον Read να κερδίζει τον τίτλο, λόγω καλύτερων χρόνων. Αυτή η ανυπακοή του Read του στοίχισε τόσο σε υστεροφημία, καθώς αρκετοί κατέκριναν την στάση του, όσο και αγωνιστικά, καθώς η Yamaha δεν του πρόσφερε ποτέ ξανά θέση σε ομάδα της.

Στα τέλη της ζωής του όμως η Yamaha τον τίμησε για την δόξα που της χάρισε, και ο Read παραμένει στα βιβλία της ιαπωνικής εταιρείας ως ένας από τους πιο σημαντικούς αγωνιζόμενους της.

Με την απόσυρση των ιαπωνικών εργοστασίων από τα GP το 1969, ο Read επικεντρώθηκε σε βρετανικούς και ευρωπαϊκούς αγώνες.

Η επιστροφή του στα GP έγινε το 1971 με μια ιδιωτική ομάδα που χρησιμοποιούσε μοτοσυκλέτες της Yamaha, με βελτιωμένο πλαίσιο, ξηρό συμπλέκτη και εξατάχυτο κιβώτιο, χωρίς υποστήριξη από το εργοστάσιο. Με αυτή τη μοτοσυκλέτα ο Read κέρδισε τον πέμπτο Παγκόσμιο Τίτλο του.

Το 1972, ο Read ξεκίνησε να αγωνίζεται με την εργοστασιακή MV Agusta στα 350, ενώ το 1973 αγωνίστηκε σε 2 κατηγορίες (350 & 500) κερδίζοντας τον τίτλο στη μεγάλη, τίτλο που υπερασπίστηκε με επιτυχία το 1974. Αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που μια τετράχρονη μοτοσυκλέτα θα κέρδισε τίτλο στη μεγάλη κατηγορία, μέχρι την έλευση των MotoGP μοτοσυκλετών το 2002.

Στην MV Agusta ο Read αγωνίστηκε δίπλα στον Giacomo Agostini, με την έχθρα και την αντιπάθεια να είναι τα κύρια συναισθήματα που έτρεφαν ο ένας προς τον άλλο, με τους δυο τους να αποτελούν ένα από τα πιο αταίριαστα ζευγάρια που έγιναν ποτέ σε αγωνιστική ομάδα μοτοσυκλέτας. Ευτυχώς οι δυο τους συμφιλιώθηκαν αργότερα.

Το 1976 ο Read αγωνίστηκε με Suzuki ιδιωτικής ομάδας, ενώ στο τέλος της σεζόν αποσύρθηκε από τα GP.

Από το 1977, ξεκίνησε να αγωνίζεται ξανά στο ΤΤ, κερδίζοντας τον αγώνα F1 με ένα εργοστασιακό Honda CB750 SOHC και τον Senior αγώνα με μια Suzuki. Στο ίδιο μοτίβο συνέχισε και το 1978 με μια τέταρτη θέση και μια εγκατάλειψη, με τις επιδόσεις του να ωθούν τη Honda να παράγει μια έκδοση περιορισμένης παραγωγής του CB750F2 ως “Phil Read Replica”.

Ο τελευταίος αγώνας του Read ήταν στο ΙΟΜΤΤ του 1982, στην ηλικία των 43 ετών.

Το 1968 ο Read βρέθηκε να υποστηρίζει ένα project που στόχο είχε να προμηθεύσει το ευρύ κοινό με αγωνιστικούς κινητήρες. Με το όνομα Read Weslake, επρόκειτο για έναν πρωτότυπο τετράχρονο δικύλινδρο κινητήρα 500 κ.εκ. με τέσσερις βαλβίδες ανά κύλινδρο και εκκεντροφόρους που έπαιρναν κίνηση με γρανάζια. Αρχικά ο κινητήρας τοποθετήθηκε σε πλαίσιο Rickman Street Metisse, που είχε σχεδιαστεί για κινητήρα Triumph Bonneville. Ο Read θα ήταν αναβάτης εξέλιξης, όμως αποφάσισε πως το πλαίσιο της Metisse ήταν πολύ βαρύ, και προσπάθησε να το αντικαταστήσει με ένα άλλο του Ken Sprayson. Τελικά ο Read αποσύρθηκε από το project, το οποίο στη συνέχεια κατέρρευσε.

Πέρα από τους αγώνες στα GP και στον δρόμο (Road Racing),  ο Read είχε αγωνιστεί και σε αγώνες Endurance, όπως στις 24 ώρες του Le Mans, ενώ είχε κερδίσει δυο φορές στον αγώνα αντοχής Thruxton 500, το 1962 και το 1963. Παράλληλα, ήταν ο πρώτος ιδιώτης που κέρδισε Παγκόσμιο Τίτλο στα 250 κ.εκ. το 1964, και ο τελευταίος αναβάτης που κέρδισε Παγκόσμιο Τίτλο για την MV Agusta, το 1974.

Το 1967 ο Read μετακόμισε στο Guernsey, όπου ίδρυσε μια εταιρεία πώλησης σκαφών θαλάσσης. Κατά τη δεκαετία του 1970, ήταν dealer των κρανών της Premier, ενώ έδωσε το όνομα του σε μια σειρά τεχνικού ρουχισμού, και κρανών. Το 1979 άνοιξε αντιπροσωπεία της Honda στο Hersham του Surrey, ενώ την ίδια χρονιά η Βασίλισσα του απένειμε τον τίτλο MBE για τις υπηρεσίες του στον μηχανοκίνητο αθλητισμό.

Στην απονομή του ΜΒΕ τίτλου του, ο Read εμφανίστηκε στο παλάτι του Μπάκινγχαμ ντυμένος με φράκο και ημίψηλο καπέλο, οδηγώντας το επαναστατικό τότε Quasar, μια μοτοσυκλέτα με κουβούκλιο (ο πρόγονος του BMW C1) και με τα μαρσπιέ τοποθετημένα μπροστά. Ο Read ήταν αναμεμειγμένος στην προώθηση του Quasar, αλλά τελικά το project έληξε άδοξα, με μόνο 21 Quasar να κατασκευάζονται.

Προς το τέλος της ζωής του, ο Read ζούσε στο Canterbury του Kent, ενώ επισκεπτόταν πίστες στην Ευρώπη, κάνοντας αρχικά γύρους επίδειξης με μοτοσυκλέτες από την αγωνιστική του καριέρα, ενώ κατόπιν λόγω προβλημάτων υγείας (είχε σοβαρό ΧΑΠ μεταξύ άλλων), οδηγούσε ένα αναπηρικό αμαξίδιο.

O Phil Read πέθανε ειρηνικά στον ύπνο του, στις 6 Οκτωβρίου του 2022, αφήνοντας πίσω του τέσσερις γιούς, μια κόρη και έξι εγγόνια.

Brixton Crossfire 500 STORR: Στην Ελλάδα με τιμή σοκ! Ευρωπαϊκή σχεδίαση και στόχευση!

Φτιαγμένο από τον Craig Dent που σχεδίασε το Norden!
Brixton Crossfire 500 STORR: Στην Ελλάδα με τιμή σοκ! Ευρωπαϊκή σχεδίαση και στόχευση!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

10/7/2025

Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για μία μεσαία On-Off που περιμένουμε αρκετό καιρό, τα πρώτα 500 STORR έρχονται αρχές Αυγούστου και μαζί τους κλειδώνει και η τιμή πώλησης τους στις €6.095 που είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική για τον πλούσιο βασικό εξοπλισμό της δικύλινδρης μοτοσυκλέτας.

Το STORR είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση, δεν φτιάχτηκε από κάποιο κινέζικο εργοστάσιο για να έρθει σε εμάς εδώ, αλλά σχεδιάστηκε στην Ευρώπη και μάλιστα από τον ίδιο τον Craig Dent, ένα όνομα που κάτι θα θυμίζει στους αναγνώστες του MOTO.

Ο Craig ήταν βασικό στέλεχος στην εταιρεία KISKA, και είχε αναλάβει εξολοκλήρου την Husqvarna, είναι ο δημιουργός των Svarpilen και Vitpilen που έχουν γράψει την δική τους ιστορία με το σύνολο πωλήσεων που έχουν σημειώσει στην Ευρώπη, πριν σχεδιάσει το Norden. Μία μοτοσυκλέτα που ο κόσμος απαίτησε να βγει στην παραγωγή ενώ ήταν ένα σχέδιο 3D εκτυπωτή στην EICMA, αν θυμάστε την ιστορία. Με λίγα λόγια ο Craig είναι από τους σχεδιαστές που έχουν ξεχωρίσει και έτσι πριν από σχεδόν τέσσερα χρόνια αποφάσισε να ανοίξει το δικό του γραφείο στην Αυστρία και συγκεκριμένα στο Salzburg. Το STORR ήταν το πρώτο του συμβόλαιο ως ελεύθερος πλέον επαγγελματίας και αν υπάρχει κάποιος που δικαιούται να το κάνει να μοιάζει με το Norden και την Husqvarna, είναι ο ίδιος.

Brixton Crossfire 500 STORR: Στην Ελλάδα με τιμή σοκ! Ευρωπαϊκή σχεδίαση και στόχευση!

Η δημιουργία της μοτοσυκλέτας ξεκίνησε από το μηδέν, το μόνο σταθερό που είχε ήταν ο κινητήρας. Πρόκειται για μία αντιγραφή του δικύλινδρου 500ων κυβικών της Honda από το εργοστάσιο της Gaokin, που επίσης ανέλαβε να κατασκευάσει την μοτοσυκλέτα, όπως και όλα τα Brixton, που έχουν ξεκινήσει με αντίστροφη πορεία. Σχεδιάζονται στην Ευρώπη, με γνώμονα την Ευρωπαϊκή αγορά και έπειτα η Gaokin τα προωθεί και στην λιανική της Κίνας.

Ο συγκεκριμένος δικύλινδρος της Honda έχει ανακηρυχθεί από εμάς ως ο πρωταθλητής με τις περισσότερες αντιγραφές, πολλές από τις οποίες κάτω από συμφωνία με την Honda, αλλά και αρκετές χωρίς συμφωνία κατά την προσφιλή μέθοδο των Κινέζων που αποτέλεσε και τα πρώτα βήματα σε αυτό που τώρα είναι πλέον ένα κανονικό R&D. Υπάρχουν λοιπόν πολλές παραλλαγές του στην Κίνα και έχουμε ξεχωρίσει λίγες από αυτές ως τις καλύτερες.

Η δοκιμή του Crossfire 500X που πλέον μετρά τέσσερα χρόνια (!) μας έδειξε πως αυτή η υλοποίηση της Goakin, είναι μία εκείνες που ξεχωρίζουν. Μόνο την κατανάλωση να θυμηθεί κανείς με 3,9λ/100 για την μέση, όχι την ελάχιστη, για 44,2 άλογα στο δυναμόμετρο από τα 47 ονομαστικά, αντιλαμβάνεται αμέσως πως έχουμε έναν κινητήρα αρκετά προσεγμένο. Ιδιαίτερα από την στιγμή που δεν ανέβαζε και περισσότερη θερμοκρασία από εκείνον που αντιγράφει. Η δυναμομέτρηση και στο STORR όταν το έχουμε για δοκιμή, θα δείξει πόσο αλλάζουν αυτά τα νούμερα καθώς υπάρχει νέα χαρτογράφιση και οι απαραίτητες αλλαγές από τότε που βγήκε το 500Χ. Στο STORR η ισχύς είναι 47,6 ίπποι στις 8.500 στροφές με ροπή 4,5Kg.m στις 6.750 στροφές.

 

Δοκιμή Brixton Crossfire 500 X 2021

Η γραμμή που χωρίζει τις πράξεις από τα λόγια

Ο δικύλινδρος εν σειρά, υδρόψυκτος κινητήρας έχει χωρητικότητα 486 κυβικών με το εργοστάσιο να δηλώνει 4,2λ ανά 100χλμ.

Τώρα που κοντεύουμε να κλείσουμε μία πενταετία με τον κινητήρα αυτό ήδη στους δρόμους, υπάρχουν και τα πρώτα σημάδια αξιοπιστίας καθώς υπάρχουν αρκετές μοτοσυκλέτες που έχουν φτάσει τον εξαψήφιο αριθμό συνολικών χιλιομέτρων.

Το μόνο πρόβλημα του STORR είναι πως άργησε να έρθει, θα έπρεπε να είναι μαζί μας ήδη από την εποχή του 500X, αλλά αυτή η αναμονή τελειώνει σε λιγότερο από ένα μήνα, που οι μοτοσυκλέτες έρχονται απευθείας στον Πειραιά, για την ελληνική αντιπροσωπεία.

Το STORR 500 έχει στον βασικό εξοπλισμό:
 

  • Ενσωματωμένους προβολείς ομίχλης
  • Χούφτες
  • Εξατομικευμένο, σχεδιασμένο για το STORR, Tang Bag
  • Προστατευτική ποδιά
  • Σχάρα
  • Αισθητήρες πίεσης ελαστικών
  • TFT οθόνη με συνδεσιμότητα
  • Ανοξείδωτο τελικό εξάτμισης
  • ABS με απενεργοποίηση
  • Traction Control

Στον πρόσθετο εξοπλισμό μπορεί να βρει κανείς:

  • Προστατευτικά κάγκελα
  • Προστατευτικό προβολέα
  • Κεντρική βαλίτσα
  • Πλαϊνές βαλίτσες με βάση

Το συνολικό βάρος με τον πλούσιο βασικό εξοπλισμό και την μοτοσυκλέτα έτοιμη να οδηγηθεί είναι 207 κιλά. Θα την ζυγίσουμε και εμείς φυσικά με το γεμάτο ρεζερβουάρ, μόλις γίνει διαθέσιμη.

Το ρεζερβουάρ είναι 16 λίτρα και το ύψος σέλας σε πολύ καλό επίπεδο για την κατηγορία, στα 839mm. Στατικά η μοτοσυκλέτα που έχει εμφανιστεί σε εκθέσεις και έχουμε καθίσει στην σέλα της, έχει φανερώσει μία προσεγμένη διάταξη εργονομίας θέσης οδήγησης, ακριβώς ότι περιμέναμε από τον Craig και τίποτα λιγότερο.

Σχεδιασμένη στην Ευρώπη λοιπόν, με στόχευση σε αυτό το κοινό πρώτα και στόχο να είναι η μοτοσυκλέτα που θα κάνει την Brixton ακόμη πιο γνωστό όνομα, το STORR έρχεται στην Ελλάδα στα 6.095 Ευρώ, ταιριάζοντας στην χώρα μας τόσο ως χρήση, όσο και σε πλαίσιο τιμής καθώς βρίσκεται στο κάτω όριο της κατηγορίας του, με εξοπλισμό και σχεδίαση που ανήκει στο πάνω.

Ελπίζουμε η πρώτη δοκιμή του, να μας δείξει πως είναι η ευκαιρία που υπόσχεται!

Ετικέτες