Honda SH150i (2009 – 2012)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

26/7/2015

Επιτυχίας συνέχεια

 

Η οικογένεια των SΗ της Honda έχει καθορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την εικόνα σύγχρονων σκούτερ. Το επίπεδο δάπεδο και οι τροχοί με τη μεγάλη διάμετρο παραμένουν από το 1984 ουσιαστικά και αναλλοίωτα χαρακτηριστικά της σχεδίασής του

 

Ειδικά μετά το 2001, με την παρουσίαση του πρώτου μοντέλου SH με τετράχρονο κινητήρα με 125 και 150 κυβικά, το μοντέλο αυτό της Honda έχει κερδίσει μεγάλη μερίδα παρουσίας στους δρόμους των ευρωπαϊκών πόλεων, όπως και των ελληνικών αφού και η χώρα μας -τουλάχιστον σε αυτόν τον τομέα έχει αντίστοιχα χαρακτηριστικά με τις υπόλοιπές ευρωπαϊκές χώρες. Όλα τα μοντέλα, από αυτά που είχαν τροφοδοσία από καρμπυρατέρ, αλλά και τα επόμενα από το 2005 και μετά που απέκτησαν ψεκασμό, τα προτιμούσε πάντοτε πολύ μεγάλο ποσοστό των αγοραστών σκούτερ στην Ελλάδα κάνοντας τα SH πλειοψηφικό σκούτερ. H Honda σε όλη τη αυτή τη χρονική περίοδο φρόντιζε να τα εξελίσσει, διατηρώντας πάντοτε το ενδιαφέρον για αυτό το μοντέλο στα ύψη. Οι βελτιώσεις και οι αλλαγές όμως, ποτέ δεν έφθασαν στο να αλλάξουν τα δομικά χαρακτηριστικά της αρχικής σχεδίασης. Επίπεδο δάπεδο και μεγάλοι τροχοί έμεναν πάντοτε αναπόσπαστο στοιχείο στα SH. Η εργονομία του βάζει τον αναβάτη να κάθεται σε φυσική στάση, με τον κορμό όρθιο και ίσιο ενώ για τα πόδια το εντελώς επίπεδο δάπεδο επιτρέπει να τα βάζεις σε διάφορες θέσεις. Μπροστά για ρηλάξ ή πιο πίσω όταν είσαι βιαστικός. H θέαση μπροστά σου δεν εμποδίζεται από τίποτα, αφού δεν υπάρχει -στην στάνταρ μορφή του- κάποια ζελατίνα μικρή η μεγάλη που να την αλλοιώνει. Βέβαια στο μοντέλο που είναι το θέμα μας, αυτό του 2009, η Honda τοποθέτησε μια ελάχιστης επιφάνειας μασκούλα, περισσότερο για λόγους εκσυγχρονισμού της εμφάνισης παρά για λειτουργικούς. Ένα άλλο χαρακτηριστικό που διατηρήθηκε από τις προηγούμενες γενιές είναι αυτό της συνδυασμένης λειτουργίας των φρένων. Πατώντας την αριστερή μανέτα εκτός από την ενεργοποίηση του πίσω φρένου πραγματοποιείται και η μερική λειτουργία του μπροστινού. Με αυτό τον τρόπο ο αναβάτης του SH φρενάρει πιο άνετα και εύκολα από ότι θα έκανε εάν είχε συμβατικά φρένα με ανεξάρτητη λειτουργία για το καθένα. Συγχρόνως, το σύστημα είναι σωστά ρυθμισμένο και είναι πάρα πολύ δύσκολο να μπλοκάρει ο μπροστινός τροχός, κάνοντας το SH κατάλληλο ακόμη και για όσους είναι εντελώς άπειροι στην οδήγηση δίτροχου. Το SH δεν σημείωσε την επιτυχία του απευθυνόμενο μόνο σε νεοεισερχόμενους αναβάτες. Έχοντας σχετικά χαμηλό ύψος σέλας και βάρος, μαζεμένες διαστάσεις, καλά και εύκολα στη χρήση φρένα και μια καλορυθμισμένη μετάδοση που το κάνει να επιταχύνει άμεσα από στάση, αποτέλεσε ένα αστικό όχημα κατάλληλο για όλους και όλες. Με τους μεγάλους τροχούς να του δίνουν σταθερότητα -αλλά και να αφήνουν ανεπηρέαστη την πορεία του οι λακκούβες και οι κακοτεχνίες στους δρόμους- με την ανάλαφρη αίσθηση από το τιμόνι που κάνει εύκολους τους ελιγμούς, το SH μεταφέρει τον ή τους αναβάτες του κρατώντας τους άνετους και ξεκούραστους. H ισχύς του κινητήρα των 153 κυβικών είναι αρκετή για μια τελική γύρω στα 120 χιλιόμετρα, υπεραρκετή για κάθε διαδρομή στην πόλη ακόμη και εάν αυτή περιλαμβάνει λεωφόρους, ενώ οι μακρινές διαδρομές έξω από την πόλη δεν περιλαμβάνονται σε αυτά που κάνει με άνεση. Στην ανανέωση του 2009 η σημαντικότερη αλλαγή και εμφανής εξωτερικά, αφορά την αναβάθμιση των φρένων. Τοποθετήθηκε για πρώτη φορά δισκόφρενο και στον πίσω τροχό, στον μπροστινό τοποθετήθηκε ένα μεγαλύτερης διαμέτρου ενώ άλλαξε και η δαγκάνα του μπροστινού, με μια νέα τριών εμβόλων στην θέση της προηγούμενης με τα δυο. Η συνδυασμένη λειτουργία τους παρέμεινε ενώ χάθηκε ο μικρός μοχλός από την αριστερή μανέτα που έπαιζε τον ρόλο του “χειρόφρενου”. Το SH 150i πάντως δεν έχει στην στάνταρ μορφή του πλαϊνό σταντ, κάτι που θα διευκόλυνε στις σύντομές στάσεις, και θα έκανε το “χειρόφρενο” πιο χρήσιμο, για την ασφαλή στάθμευση σε επικλινές έδαφος. Στο κεντρικό σταντ ανεβαίνει εύκολα, χωρίς όμως την ευκολία που προσφέρει ένα πλαϊνό σταντ. Ακόμη σαν μειονέκτημα στην καθημερινή χρήση μπορεί να θεωρηθεί και ο μικρός αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, απόρροια της σχεδίασής του με τον τροχό μεγάλης διαμέτρου και την τοποθέτηση του ρεζερβουάρ κάτω από τη σέλα. Για αυτόν τον λόγο οι περισσότεροι κάτοχοι επιλέγουν να τοποθετήσουν ένα top case ή να αγοράσουν από την αρχή την έκδοση Top Box, που το έχει στον εξοπλισμό του. Τοποθετώντας βαριά αντικείμενα στην βαλίτσα, το τιμόνι γίνεται πιο ευαίσθητο και ελαφρύτερο ενώ το αντίθετο ακριβώς γίνεται εάν τοποθετήσεις βάρος στο δάπεδό του. Στην ανανέωση του 2009 η Honda δεν περιορίστηκε μόνο στις αλλαγές στον τομέα των φρένων. Η σέλα απέκτησε βελτιωμένο σχήμα και πλησίασε το έδαφος κατά ένα εκατοστό, μεγάλωσε ο ελεύθερος χώρος για τα πόδια στο δάπεδο, άλλαξαν και εμπλουτίσθηκαν τα όργανα ενώ το σύνολο των πλαστικών και του προβολέα άλλαξε εντελώς σχεδίαση δίνοντας πιο μοντέρνα όψη στο διαχρονικό αυτό μοντέλο της Honda. Ο κινητήρας παρέμεινε ο ίδιος αποδεδειγμένα αξιόπιστος, χωρίς ενοχλητικούς κραδασμούς και με σχετικά αραιή συντήρηση, για τα δεδομένα των σκούτερ. Η Honda παρουσίασε λίγους μήνες πριν την νεώτερη έκδοση του SH150 με νέο ακόμη πιο οικονομικό σε συντήρηση και κατανάλωση κινητήρα με idle stop αλλά και ABS στα φρένα του. Όπως είναι ευνόητο το μοντέλο του 2013 είναι πολύ ακριβότερο από την προηγούμενη γενιά που εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα πλέον επιτυχημένα και ικανά μοντέλα αυτής της κατηγορίας σκούτερ.

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος 1ΕΕΚ/2 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 58 x 57,8

Κυβικά (cc): 153

Σχέση συμπίεσης: 11:1               

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός     

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Φυγοκεντρικός

Τύπος μετάδοσης: συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, σωληνωτό

Γωνία κάστερ (o):27

Ίχνος (mm):            85

Μεταξόνιο (mm):  1.335 

Ύψος σέλας (mm):  785

Βάρος κατασκευαστή γεμάτο (Kg): /136

Βάρος πραγματικό γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 136,5                

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):            7,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  33

Διαδρομή (mm):  89                   

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: Δυο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 83

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δισκόφρενο 240mm, δαγκάνα με τρία έμβολα

Πίσω:            Δισκόφρενο 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο, συνδυασμένα

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ζάντα : 2,5 x 16

Ελαστικό: 100/80-16     

Πίσω

Ζάντα : 2,75 x 16

Ελαστικό:            120/80 - 16

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό ταχύμετρο, δείκτης στάθμης καυσίμου και θερμοκρασίας ψυκτικού, ολικός και μερικός χιλιομετρητής, ρολόι, λυχνίες για / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / ρεζέρβα / έλεγχο ψεκασμού/αλλαγή λαδιού, σχάρα

Το ταχύμετρο παρέμεινε για άλλη μια φορά αναλογικό

 

o εμπρός δισκόφρενο στο μοντέλο του 2009 είναι μεγαλύτερης διαμέτρου από τα μοντέλο της προηγούμενης γενιάς. Η μεγαλύτερη ισχύς των φρένων οφείλεται και στην δαγκάνα με τα τρία έμβολα

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm):15,8/8.500

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 1,4/7.000

H αντικατάσταση του ταμπούρου από αυτό  το δισκόφρενο ήταν η μεγαλύτερη αλλαγή στο μοντέλο του 2009

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 3,9

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 192

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%)

Έμβολο πλήρες : 78 €            

Μπιέλα (μαζί με στρόφαλο) :318,08 €       

Τελικό εξάτμισης : 375,42€                     

Εμπρός φτερό : 62,8  €                                 

Εμπρός ζάντα: 234,46  €                     

Ιμάντας μετάδοσης: 39,73  €

Μανέτα δεξιά : 15,68€                     

Σέλα: 165,48€                   

Πλαίσιο: 518,22€

 

Oι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Ιούνιο του 2013   

 

 

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες