Suzuki GSF 650 Bandit 2005 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

27/8/2010

Η οικογένεια GSF ή κοινώς Bandit, αποτελεί μια από τις μακροβιότερες της Suzuki. Πάντοτε υπήρχε ένα Bandit, και πάντοτε... θα υπάρχει, όπως εξάλλου και τα παιχνίδια της ιστορίας και του marketing. Η μοτοσυκλέτα που κάποτε ξεκίνησε ως ένα ξεγυμνωμένο GSX-R600, έφτασε σήμερα να αποτελεί τον ορισμό της φιλικότητας! [blockquote]Ναι…
στην ευχρηστία
στην άνεση
στην οικονομία
Όχι…
στη χαμηλή απόσταση από το έδαφος
στην αερόψυξη
Γιατί…
έχει εκπληκτική αναλογία κόστους απόδοσης
Τι να προσέξετε
Σε γενικές γραμμές, προσέξτε ό,τι και σε κάθε μοτοσυκλέτα. Καθώς ο κινητήρας του είναι αερόψυκτος, και από τη φύση του πιο ευαίσθητος στις μεγάλες και απότομες διακυμάνσεις θερμοκρασίας, αφήστε τον να ζεσταθεί και ψάξτε για διαρροές λαδιών. Ελέγξτε επίσης μήπως στο κάτω μέρος των εξατμίσεων υπάρχουν χτυπήματα. Μην ξεχνάτε επίσης, πως ένας αερόψυκτος κινητήρας, είναι λογικό να παράγει περισσότερους μηχανικούς θορύβους από έναν υδρόψυκτο. Και μην ξεχάσετε τα αλυσιδογράναζα![/blockquote]
Το συγκεκριμένο GSF 650, αποτελεί το τελευταίο αεροελαιόψυκτο Bandit της Suzuki (το ίδιο ισχύει και για το πρώην 1200, νυν 1250), αλλά και αυτό με τη συντομότερη πορεία στην αγορά. Παρουσιάστηκε “εκτάκτως” το 2005, λόγω προδιαγραφών Euro 2, αναβαθμισμένο σε πολλά σημεία, με περισσότερα κυβικά (656) και ίδιο αλλά αναβαθμισμένο κινητήρα με τον προηγούμενο 600, ενώ μόλις δύο χρόνια μετά έπαψε να παράγεται, δίνοντας τη θέση του στο νέο Bandit 650, με τον ολοκαίνουριο υδρόψυκτο κινητήρα της Suzuki. Με την ευκαιρία αύξησης του κυβισμού στα "πιασάρικα" 656 κυβικά εκατοστά, η ελληνική αντιπροσωπεία της Suzuki σκεφτόταν για μια περίοδο να μετονομάσει το μοντέλο σε Bandit 656, κάτι που όμως ποτέ δεν έγινε, αφού τελικά αποφασίστηκε πως ο ήπιος χαρακτήρας του Bandit δεν θα ταίριαζε σε μια τέτοιου είδους ονομασία, που συναντάται συνήθως σε πιο "άγρια" μοντέλα.
Το Bandit 650 του 2005, ήταν πιο δυνατό και με μεγαλύτερη ροπή από το 600 που διαδέχτηκε, ενώ ήταν το πρώτο Bandit με καταλύτη, TPS (αισθητήρα θέσης γκαζιού), εισαγωγή φρέσκου αέρα στις εξατμίσεις και ηλεκτροχημική επίστρωση στους κυλίνδρους (SCEM). Είχε επίσης χαμηλότερη συμπίεση, πιο μεγάλα και πιο επίπεδα έμβολα από τα "πομπέ" του 600, και νέους εκκεντροφόρους με πιο ήπιο προφίλ. Παράλληλα με τα προηγούμενα, το Bandit 650 ήταν τέσσερα κιλά ελαφρύτερο, είχε ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, ρυθμιζόμενο ύψος σέλας μεταξύ 770 και 790 χιλιοστών, ρυθμιζόμενη απόσταση τιμονιού κατά ένα εκατοστό, βελτιωμένο πλαίσιο, μεγαλύτερη κάστερ και ίχνος, μεγαλύτερο προφίλ μπροστινού ελαστικού, νέα όργανα, νέα μαρσπιέ αναβάτη και συνεπιβάτη, κατάμαυρο κινητήρα και βέβαια ολοκαίνουρια πλαστικά. Ακόμα και το 2005 που παρουσιάστηκε, το GSF 650 ήταν μια από τις ελάχιστες μοτοσυκλέτες που διατηρούσαν ακόμα αερόψυκτο κινητήρα με καρμπιρατέρ, και μπορούσαν παράλληλα να ξεπεράσουν τις προδιαγραφές Euro 2.
Όπως και να ’χει, το Bandit 650 ήταν και εξακολουθεί να είναι μια μοτοσυκλέτα για όλες τις δουλειές, με βασικότερα χαρακτηριστικά την άνεση και την πρακτικότητα. Ο κινητήρας του είναι εξαιρετικά ελαστικός, και όσες στροφές και να έχει, μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιταχύνει καθαρά και δυναμικά. Η δύναμη του κινητήρα είναι διαθέσιμη από τις 7.000 ως τις 10.000 στροφές, και στο ταξίδι δεν έχει κανένα πρόβλημα να κινείται ακόμα και με 160 χιλιόμετρα την ώρα. Αν και οι αναρτήσεις του είναι σχετικά μαλακές, σε γενικές γραμμές το Bandit μπορεί να στρίψει απροβλημάτιστα ακόμα και με μεγάλες ταχύτητες. Το δυνατό του σημείο όμως, είναι η καθημερινή χρήση, όπου φαντάζει ως το ιδανικότερο όχημα. Η θέση οδήγησης είναι χαμηλή και χαλαρή, και η κατανάλωση κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα. Ίσως το μόνο σημείο που χρειάζεται προσοχή, είναι η μικρή απόσταση από το έδαφος, και η ένωση των λαιμών των εξατμίσεων που θα "βρει" πρώτη (με συνεπιβάτη, η απόσταση θα μειωθεί ακόμα περισσότερο0. Τα μπροστινά φρένα της Tokico (σε αντίθεση με τα πίσω) είναι και ένα από τα λίγα σημεία που δεν έχουν αλλάξει. Η απόδοσή τους όμως είναι ικανοποιητική, και η αίσθηση αρκετά καλή. Στις ανάγκες της πόλης ανταποκρίνονται άψογα, ενώ "στα πολλά" χιλιόμετρα θα χρειαστούν περισσότερη δύναμη.
Το GSF 650 Bandit, είναι μια φθηνή και αξιόλογη μοτοσυκλέτα, χωρίς συμβιβασμούς, με χαμηλό κόστος, κορυφαία άνεση και αξιοπιστία. Υπάρχει επίσης σε έκδοση και με ABS, καθώς και στην έκδοση S (με φέρινγκ), ενώ η τιμή του στη σημερινή αγορά μεταχειρισμένου, το καθιστά ως μια από τις πιο συμφέρουσες και αξιόλογες επιλογές.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, τετρακύλινδρος σε σειρά, αερόψυκτος, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 656
Σχέση συμπίεσης: 10,5:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Καρμπiρατέρ CVR32 με TPS
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 1
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ, ψυγείο λαδιού
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,744 (75/43)
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 3,083 2: 2,062 3: 1,647 4: 1,400 5: 1,227 6: 1,095
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 3,133 (47/15)
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό περιμετρικό
Βάρος κενή (kg): 201
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 20 / 4,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 130
Διάμετρος (mm): 41
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 126
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 290mm, δαγκάνες Tokico με δύο έμβολα και γλίστρα
Πίσω: Ένας δίσκος 240 χιλιοστών, δαγκάνα Nissin με δύο αντικριστά έμβολα
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: 3,50x17’’
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: 4,50x17’’
Ελαστικό: 160/60-17
Διάγραμμα
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 74,1 / 10.000
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,9 / 7.400
Ο κινητήρας του Bandit είναι ένα υπόδειγμα γραμμικότητας. Μπορεί στο στροφόμετρο τα κόκκινα να αρχίζουν στις 12.000 στροφές, αλλά ήδη από 11.000 ο τετρακύλινδρος σταματά να ανεβάζει και δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσπαθείς για κάτι παραπάνω. Εντυπωσιακή η καμπύλη της ροπής, που με σταθερά πάνω από 5 χιλιογραμμόμετρα από τις 4.000 ως τις 10.500 στροφές, είναι η κύρια υπεύθυνη για την ελαστικότητα που χαρακτηρίζει το Bandit.

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες