Triumph Daytona 675 2006 - 2008

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/8/2010

To 2006 έφθασε στις εκθέσεις η μοτοσυκλέτα αυτή, βάζοντας σε καλύτερη θέση την Triumph όσον αφορά τις supersport μοτοσυκλέτες. Με αιχμή τον νέο τρικύλινδρο κινητήρα της, κοίταξε όχι μόνο στα ίσα, αλλά πλέον και αφ’ υψηλού τις τετρακύλινδρες αντιπάλους της [blockquote]Ναι...
Για όσους θέλουν να οδηγούν supersport με “μια ταχύτητα πάνω”
Όχι...
Για όσους δεν θέλουν μια αυστηρή supersport από την Αγγλία
Γιατί...
Είναι μια απολαυστική μοτοσυκλέτα για οδήγηση, ιδιαίτερα στον φυσικό της χώρο: Την πίστα
Τι πρέπει να προσέξετε
Σαν ελαφριά και λεπτοκαμωμένη supersport, η Daytona 675 είναι ευαίσθητη στις πτώσεις. Μην προτιμήσετε μοτοσυκλέτα που έχει πέσει, εάν δεν την ελέγξετε με επαγγελματική αρωγή. Ελέγξτε και το κύκλωμα φόρτισης, γιατί ο ανορθωτής υποφέρει από τη θερμότητα της εξάτμισης, αφήνοντας τη μπαταρία χωρίς συνεχή φόρτιση. Ο κινητήρας καταναλώνει λάδι, χωρίς να δημιουργεί άλλο πρόβλημα πέρα από τον συχνό έλεγχο.[/blockquote]
Η μικρή συγκριτικά αγγλική εταιρεία με έδρα στο Hinkley, μπήκε για πρώτη φορά στην πολύ ανταγωνιστική κατηγορία των supersport με την τετρακύλινδρη ΤΤ600 το 2000. Το 2003 παρουσίασε την Daytona, επίσης με τετρακύλινδρο κινητήρα και το 2005 ο κινητήρας της μεγάλωσε στα 650 κυβικά, παραμένοντας πάντοτε τετρακύλινδρος. Η επιτυχία που αναζητούσε η εταιρεία δεν ήρθε με αυτά τα μοντέλα και αποφάσισε να κάνει τη μεγάλη της κίνηση:. Μια νέα μοτοσυκλέτα, “χτισμένη” γύρω από έναν ολοκαίνουριο και μικρών εξωτερικών διαστάσεων, τρικύλινδρο κινητήρα. Μια διάταξη, που έκανε αυτόματα τη μοτοσυκλέτα αυτή μοναδική στην κατηγορία της, ενώ συγχρόνως τη συνέδεσε με την παράδοση της εταιρείας.
Η Daytona 675 εντυπωσίασε από την πρώτη της παρουσίαση. Ιδιαίτερα στενή (χάρη στον τρικύλινδρο κινητήρα της), τόσο που χρειάζεται να σφίγγεις τα πόδια σου για να την αγγίζεις. Πολύ ελαφρύτερη από τις προηγούμενες μοτοσυκλέτες της εταιρείας σε αυτή την κατηγορία και με πολύ μικρότερες διαστάσεις, έφερε το βάρος της σε απόλυτα ανταγωνιστικό επίπεδο. Παράλληλα ο κινητήρας της απέδιδε δέκα ίππους περισσότερους από την τετρακύλινδρη Daytona 650 και η γεωμετρία της έκοψε όλους τους δεσμούς με τις all around προηγούμενες τετρακύλινδρες Triumph.
Η ακραία γεωμετρία του μπροστινού, τα κορυφαία φρένα και τα πολύ καλά ελαστικά Pirelli Dragon Supercorsa, που είχε σαν πρώτη τοποθέτηση, την έκαναν διασκεδαστική και ανταγωνιστική στην πίστα. Η καλύτερη ροπή του, που αποδίδεται και σε χαμηλότερες στροφές σε σχέση με τις τετρακύλινδρες των 600 κυβικών, επιτρέπουν στον αναβάτη της να κάνει λιγότερες αλλαγές ταχυτήτων, οδηγώντας με “μια ταχύτητα πάνω”. Για απόλυτη ή και αγωνιστική χρήση, η έλλειψη μονόδρομου συμπλέκτη και η αντοχή του αμορτισέρ σε υπερβολική πίεση, είναι τα μόνα σημεία της που θα χρειαστούν βελτίωση.
Η ενασχόληση με τους αγώνες δεν ήταν αρχικά στα σχέδια της Triumph, όταν ξεκίναγε την εξέλιξη της Daytona 675. Το κενό στους κανονισμούς, που δεν προέβλεπαν όρια βάρους και χωρητικότητας για τρικύλινδρους κινητήρες, μαζί με τις διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν, επέτρεψαν τελικά τη συμμετοχή τους. Σε εθνικά πρωταθλήματα – αλλά και στο παγκόσμιο – η τρικύλινδρη 675 συμμετέχει μαζί με τις δικύλινδρες των 750 και τις τετρακύλινδρες των 600 κυβικών.
Η εναλλακτική (απέναντι στις ιαπωνικές τετρακύλινδρες) αγγλική τρικύλινδρη, είναι μια σκληρή μοτοσυκλέτα για χρήση στον δρόμο, ιδιαίτερα όταν αυτός δεν είναι σε καλή κατάσταση. Η μείωση των αποσβέσεων συμπίεσης εμπρός και πίσω, στις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, κάνει πιο άνετη τη μοτοσυκλέτα. Η γρήγορη γεωμετρία του μπροστινού, θέλει ο αναβάτης να μη σφίγγει ποτέ το τιμόνι, αφήνοντας το στάνταρ σταμπιλιζατέρ τιμονιού να κάνει τη δουλειά του.
Η απόδοση του τρικύλινδρου είναι δυνατή από τις χαμηλές στροφές και ο στριγγός του ήχος ερεθιστικός και ιδιαίτερος, μέχρι το όριο της περιστροφής του. Η στενή αγγλική supersport, έφερε την Triumph όχι μόνο να ανταγωνίζεται με αξιώσεις τις τετρακύλινδρες από την Ιαπωνία, αλλά και συχνά να τις κερδίζει. Εάν αναζητάτε μοτοσυκλέτα αυτής της κατηγορίας, αξίζει πριν καταλήξετε να οδηγήσετε το αγγλικό τρικύλινδρο.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, τρικύλινδρος, υγρόψυκτος με 2EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 74x52,3
Κυβικά (cc): 674,8
Σχέση συμπίεσης: 12,65:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 3 σε 1, τριoδικός καταλύτης, αισθητήρας “λ”, βαλβίδα ροής
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,937
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, περιμετρικό, αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 23,5
Ίχνος (mm): 86,8
Μεταξόνιο (mm): 1.392
Ύψος σέλας (mm): 825
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 165/189
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17,4/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Kayaba
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 110
Ρυθμίσεις: Απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης, προφόρτιση ελατηρίων
Πίσω: Ένα αμορτισέρ Kayaba, με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 300
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης, ρύθμιση ύψους
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 308 χιλιοστών, ακτινικές δαγκάνες Nissin, με τέσσερα έμβολα, ακτινική αντλία
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με ένα έμβολο
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70 ZR17 (58)
Ζάντα: 3,5x17''
Πίσω
Ελαστικό: 180/55 ZR17 (73W)
Ζάντα: 5,50x17''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ψηφιακό ταχύμετρο, αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, ρυθμιζόμενο shift light, ένδειξη σχέσης κιβωτίου, χρονόμετρο γύρων, θερμοκρασία ψυκτικού, ρολόι, υπολογιστής ταξιδιού με μνήμη μέγιστης ταχύτητας / μέση ωριαία / χρόνο και απόσταση ταξιδιού / μέση και στιγμιαία κατανάλωση, ενδεικτικές λυχνίες για μεγάλη σκάλα / φλας / ρεζέρβα / πίεση λαδιού / διάγνωση κινητήρα / υπερθέρμανση
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 125 / 12.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 7,34 / 11.750
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 110 / 12.500
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 6,7 / 10.500
Με εξαίρεση την “τρύπα” στις 7.000 στροφές, που προφανώς βρίσκεται εκεί για λόγους προδιαγραφών ρύπων και θορύβου, η καμπύλη της ισχύος είναι όσο πιο γραμμική γίνεται. Η αλλαγή στον ρυθμό της απόδοσης μετά τις 7.000 δεν γίνεται αντιληπτή στην οδήγηση. Άλλωστε η χρήσιμη ιπποδύναμη βρίσκεται ψηλότερα και αυξάνεται γραμμικά, μέχρι να βάλει το όριό του ο κόφτης. Η ροπή του, μεγαλύτερη από των τετρακύλινδρων, επιτρέπει την οδήγηση με “μια ταχύτητα πάνω”. O τρικύλινδρος ακούγεται γοητευτικά άγριος.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,4
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 234

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες