Indian Challenger 2020: Νέα δεδομένα στην κατηγορία

Το αντίπαλο δέος της Road Glide
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

30/10/2019

Το καλοκαίρι που μας πέρασε είχαν κυκλοφορήσει οι πρώτες πληροφορίες για το νέο Challenger της Indian κατά τη διάρκεια της συνάντησης των dealer στην Αμερική. Ουσιαστικά πρόκειται για μια ολοκαίνουργια μοτοσυκλέτα που έχει δημιουργηθεί από λευκό χαρτί. Σκοπός του είναι να αποτελέσει το αντίπαλο δέος της Harley Davidson Road Glide, με την Indian να δηλώνει πως το μεγαλύτερο ατού του Challenger είναι ο κινητήρας και οι επιδόσεις του.

Η δημιουργία του νέου Challenger ξεκίνησε με την έρευνα της Indian σχετικά με τις ανάγκες των αναβατών αυτής της κατηγορίας. Έτσι, έφτιαξε το Challenger στηριζόμενη πάνω σε τρεις βασικούς πυλώνες. Πρώτον, να διατηρήσει την αίσθηση ότι είναι μια αυθεντική αμερικάνικη μοτοσυκλέτα -παρότι διαθέτει υγρόψυκτο κινητήρα, όπως και το FTR 1200, που ενώ δημιουργήθηκε για την ευρωπαϊκή αγορά φέρει αυτούσιο το αμερικάνικο DNA μέσα του, λόγω των αγώνων Flat track απ’ τους οποίους προέκυψε. Δεύτερον, να κερδίσει την εμπιστοσύνη του αναβάτη μέσα απ’ τις επιδόσεις του κινητήρα και την οδηγική συμπεριφορά. Τρίτον, να προσφέρει σε αναβάτη και συνεπιβάτη κορυφαία άνεση, τόσο στο ταξίδι όσο και στη καθημερινή μετακίνηση, παρέχοντας ολοκληρωμένη προστασία από τον αέρα και εξαλείφοντας τους ενοχλητικούς κραδασμούς.

Για να καταφέρει το νέο Challenger να “τικάρει” όλες τις ανάγκες των υποψήφιων ιδιοκτητών, χρειάστηκε να δημιουργηθεί από το μηδέν και η Indian ξεκίνησε με την καρδιά της μοτοσυκλέτας, η οποία δένει πάνω σε ένα αλουμινένιο πλαίσιο. Ο δικύλινδρος V 60ο χωρητικότητας 1.770cc είναι υγρόψυκτος με τέσσερις βαλβίδες σε κάθε κύλινδρο και 1ΕΕΚ, ξεφεύγοντας απ’ τα παλαιότερα στάνταρ της αμερικάνικης εταιρείας. Η μετάβαση στην υγρόψυξη και τις τέσσερις βαλβίδες ήταν απαραίτητη, για να επιτευχθούν οι 122 ίπποι στις 5.5000 στροφές, αλλά και η κτηνώδης ροπή των 17,6kgm ώστε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού οι προσπεράσεις να είναι άμεσες, ενώ η μέση ταχύτητα να επιτυγχάνεται με τον κινητήρα να γουργουρίζει ράθυμα. Παράλληλα, για να γίνουν πιο άνετες οι αστικές μετακινήσεις, ο κινητήρας διαθέτει σύστημα απενεργοποίησης του πίσω κυλίνδρου  όταν η μοτοσυκλέτα είναι σταματημένη, με αποτέλεσμα να μην εκλύει τόσο μεγάλα ποσά θερμότητας. Ωστόσο, οι τεχνολογίες του κινητήρα δεν σταματούν εκεί, καθώς διαθέτει μονόδρομο και υποβοηθούμενο συμπλέκτη αλλά και τρία riding modes, (τα Standard, Sport και Rain) που στο καθένα ρυθμίζεται ξεχωριστά ο ψεκασμός και το πόσο επεμβατική θα είναι η λειτουργία του traction control.

Στον τομέα των ηλεκτρονικών βοηθημάτων, το Challenger διαθέτει την τελευταία λέξη της τεχνολογίας χρησιμοποιώντας την IMU έξι αξόνων της Bosch! Το cockpit από την άλλη συνδυάζει την κλασσική εμφάνιση  με τις καινοτομίες, καθώς οι ενδείξεις των χιλιομέτρων και των στροφών του κινητήρα είναι αναλογικές, ενώ από κάτω τους υπάρχει μια υπερσύγχρονη οθόνη αφής επτά ιντσών με την τελευταία γενιά των τετραπύρηνων επεξεργαστών για καλύτερη πλοήγηση στους χάρτες. Παράλληλα διαθέτει σύστημα συνδεσιμότητας με smartphone, θύρα USB και Ride Command.

Στον επιμέρους εξοπλισμό που εστιάζει στην άνεση, συμπεριλαμβάνονται η τεράστια σέλα, οι βαλίτσες συνολικής χωρητικότητας 68 λίτρων, τα LED φωτιστικά σώματα και η Keyless τεχνολογία, προσφέροντας μια μοναδική εμπειρία στο ταξίδι.

Ο περιφερειακός εξοπλισμός είναι εξίσου πλούσιος, με τις ακτινικά τοποθετημένες δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων της Brembo να είναι σε πρώτο πλάνο πάνω στο ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι των 43mm. Πίσω διαθέτει μια δαγκάνα δύο εμβόλων και ένα αμορτισέρ της FOX υδραυλικά ρυθμιζόμενο. Επίσης, τα ελαστικά του Challenger είναι ειδικά κατασκευασμένα από την Metzeler και έχουν βασιστεί στη σειρά των Cruisetec που είχε κυκλοφορήσει νωρίτερα πέρσι. Τα νέα Cruisetec εστιάζουν στο να προσφέρουν τη μέγιστη δυνατή σταθερότητα στη μοτοσυκλέτα και παράλληλα να έχουν την αντοχή να μεταφέρουν μεγάλο βάρος με υψηλές ταχύτητες, καθώς και να είναι ανθεκτικά στις δυνάμεις που δέχονται από την ροπή του κινητήρα κατά την επιτάχυνση.

Το νέο Challenger είναι διαθέσιμο σε τρεις εκδόσεις, τη βασική την Limited και την Dark Horse, με τις δύο τελευταίες να διαθέτουν πιο πλούσιο εξοπλισμό. Συγκεκριμένα, έχουν το Ride Command και τη μονάδα IMU της Bosch σε αντίθεση με τη βασική που έχει μόνο ABS, ενώ ο κατάλογος των αξεσουάρ αναμένεται να είναι πλούσιος όπως πάντα. Η άφιξη του νέου Challenger, βάζει ακόμη πιο δυναμικά την Indian στην κατηγορία των bagger μοτοσυκλετών για την αμερικάνικη αγορά.

Aprilia RSV1000 2026 - Αντίπαλος των Panigale V2, R9 και Street Triple RS 765

Κατοχύρωση εκ νέου του εμβληματικού ονόματος, με άρωμα νέου δικύλινδρου Sport μοντέλου
Aprilia RSV1000 - Κατοχύρωση ονόματος
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

11/3/2025

Δεκαπέντε χρόνια μετά το τέλος του δικύλινδρου RSV1000 Mille, το 2010 και την αντικατάστασή του από την RSV4 μοτοσυκλέτα της Aprilia, η μητρική Piaggio κατοχυρώνει ξανά το όνομα της δικύλινδρης Superbike της, με τις πρώτες σκέψεις να δείχνουν φυσικά έναν νέο αντίπαλο στις πιο οικονομικές δικύλινδρες και τρικύλινδρες προτάσεις που πλέον αγωνίζονται στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Supersport.

Με τις επιδόσεις αλλά και τις τιμές των τετρακύλινδρων Superbike να βρίσκονται πλέον στα ύψη, αφορώντας ολοένα και μικρότερο κοινό, οι εταιρείες αναγεννούν την ιδέα της Sport οδήγησης με λιγότερους κυλίνδρους, πιο βατές ιπποδυνάμεις και χαμηλότερες τιμές, αποσκοπώντας στην προσέλκυση ευρύτερης βάσης αναβατών.

Η Ducati με το Panigale V2, η Triumph με το Street Triple RS 765 και η Yamaha με το R9, έχουν δείξει τα τελευταία χρόνια πως δικύλινδρα και τρικύλινδρα μοντέλα μπορούν να ανταγωνιστούν με επιτυχία τα τετρακύλινδρα στα WorldSSP, ενώ παράλληλα μοτοσυκλέτες όπως το Aprilia RS660, το Honda CBR500RR, το Yamaha R7, το Triumph Daytona 660, το Suzuki GSX-8R, κ.α. αποτελούν τίμιες sport προτάσεις, για καθημερινή οικονομική αλλά και διασκεδαστική μετακίνηση.

RSV1000

Έχοντας τα παραπάνω στο μυαλό, η κίνηση της Piaggio να κατοχυρώσει εκ νέου το όνομα RSV1000 Mille -αρχικά στις Η.Π.Α.-, θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί προάγγελο για την επιστροφή ενός δικύλινδρου sport μοντέλου στην γκάμα της εταιρείας, το οποίο θα προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ του RS660 των 100 hp και του RSV4 των… 217 hp.

Εάν όντως το Noale σκέφτεται κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να ακολουθήσει δυο δρόμους. Ο πρώτος είναι ο ακριβότερος, τον οποίο και συνήθως αποφεύγουν όποτε μπορούν τα εργοστάσια, και αφορά στην εξέλιξη μιας ολοκαίνουργιας πλατφόρμας. Ο δεύτερος και πιο οικονομικός θα ήταν να προσαρμόσουν στη νέα RSV1000 Mille τον ήδη εξελιγμένο -και πολύ πιο ταπεινό σε επιδόσεις- V2 που έχει φορεθεί προηγουμένως στα Shiver και Dorsoduro και είχε παραχθεί σε κυβισμούς 750, 900 και 1.200. Πλέον ο συγκεκριμένος V2 παράγεται στην Κίνα μέσω της συνεργασίας Piaggio-Zonsen, ενώ αρχικά είχε κυκλοφορήσει στα 896 κ.εκ. για το Shiver 900, τώρα ετοιμάζεται έκδοσή του στα 996 κ.εκ. για την επερχόμενη κινέζικη naked μοτοσυκλέτα Zonsen Cyclone SR1000 που είχαμε δει ως πρωτότυπο το 2021.

Η SR1000 μοιράζεται το πλαίσιο χωροδικτύωμα του Shiver, καθώς και τη βασική αρχιτεκτονική του κινητήρα, έχοντας μονόμπρατσο ψαλίδι και ένα τεράστιο πίσω ελαστικό 240.

Mille

Στα 996 κ.εκ. ο V2 αυτός αποδίδει 105 hp, ενώ πληροί τις κινέζικες προδιαγραφές ρύπων που πλησιάζουν εκείνες της Ευρώπης. Μια ιπποδύναμη χαμηλή για sport μοτοσυκλέτα του λίτρου, αλλά στα πρότυπα της νέας sport οικονομικής κατηγορίας, και συνοδευόμενη με τη σεβαστή ροπή των χιλίων κυβικών. Παρόλα αυτά, το Dorsoduro 1200 απέδιδε 130 hp από την έκδοση του κινητήρα στα 1.197 κ.εκ. δείχνοντας πως η Aprilia θα μπορούσε να βγάλει εύκολα περισσότερους ίππους αν το επιθυμεί. Θυμίζουμε πως το Aprilia RSV1000 Mille R στις τελευταίες του εκδόσεις παραγωγής απέδιδε κοντά ή και λίγο πάνω από τους 140 hp. 

Ένας ακόμη παράγοντας για την ιταλική εταιρεία με το έντονο αγωνιστικό προφίλ θα ήταν και η δυνατότητα αγωνιστικής εμπλοκής της νέας RSV1000 σε Πρωταθλήματα όπως το WorldSSP, ακόμα και μια νέα κατηγορία στο MotoGP που θα μπορούσε να αντικαταστήσει τη Moto3.