Intermot 2018: Nipponia 2019

Ελληνική εταιρεία - Ολοκληρωμένη παρουσία
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/10/2018

Η Nipponia ήταν η μοναδική ελληνική εταιρεία μοτοσυκλετών με συμμετοχή στην Intermot, καθώς πρόκειται για ένα παγκόσμιο brand που με έδρα την Ελλάδα που δραστηριοποιείται αποκλειστικά με εξαγωγές στο εξωτερικό. Και μπορεί τα σκούτερ και οι μοτοσυκλέτες της να μην πωλούνται στην ελληνική αγορά και να μην υπάρχει εμπορικό ενδιαφέρον στο ελληνικό κοινό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αξίζει να τονίσουμε την δυναμική παρουσία της και την επιτυχημένη πορεία της σε όλη την υφήλιο. Άλλωστε ποτέ κανείς δεν διαβάζει το ΜΟΤΟ ή τα άρθρα του motomag.gr ως οδηγό αγοράς, αλλά γιατί εδώ βρίσκει άποψη και ολοκληρωμένη ενημέρωση.


Στην Intermot λοιπόν, η Nipponia παρουσίασε δύο νέες μοτοσυκλέτες, που αποτελούν μια διαφορετική προσέγγιση από αυτή που είχε μέχρι τώρα, ή μια "κομψή γνωριμία" όπως αναφέρει η εταιρεία, στον κόσμο των μοτοσυκλετών. Πρόκειται για το Duel των 125 κυβικών, ένα commuter που πληροί τις προδιαγραφές Euro4, διαθέτει συνδυασμένο σύστημα φρένων (CBS) και ψηφιακά όργανα, και το Tremor, ένα μικρό μοτοσυκλετάκι επίσης 125cc, που στην ουσία είναι ένα fun bike το οποίο ακολουθεί την φιλοσοφία του Honda MSX, στοχεύοντας σε ένα πιο νεανικό κοινό.


Παράλληλα, παρουσίασε και το πρώτο της maxi scooter, την ναυαρχίδα της γκάμας της, το Status των 300 κυβικών εκατοστών. Ο υγρόψυκτος κινητήρας είναι κατασκευασμένος από την αρχή ειδικά για το Status, με έμφαση στον συνδυασμό χαμηλής κατανάλωσης και επιδόσεων. Τα όργανα είναι ψηφιακά με ενσωματωμένο GPS, τα φρένα διαθέτουν ABS, υπάρχει θύρα USB, τα φώτα είναι τεχνολογίας LED, ενώ η ζελατίνα του είναι ρυθμιζόμενη. Η σχεδίασή του ακολουθεί μια πιο επιθετική προσέγγιση με πολλές γωνίες και επιφάνειες, με τον όγκο του να προδιαθέτει για μεγάλο αποθηκευτικό χώρο κάτω από τη σέλα.


Τέλος, η Nipponia προτίμησε την Intermot για το ντεμπούτο των δύο ηλεκτρικών σκούτερ που κατασκεύασε και προορίζονται για τις ευρωπαϊκές αγορές. Το Volty έχει επιδόσεις αντίστοιχες με ένα σκούτερ 50 κυβικών και διαθέτει έναν ηλεκτροκινητήρα της Bosch 1500W που προσφέρει αυτονομία έως και 100 χιλιόμετρα, χάρη στις δύο μπαταρίες λιθίου με τις οποίες είναι εφοδιασμένο.


Το Terranova είναι ουσιαστικά ένα ηλεκτρικό maxi scooter με αυτονομία πάνω από 100 χιλιόμετρα και μέγιστη ισχύ 24Kw (32,2hp). Τα όργανά του προσφέρουν την δυνατότητα διασύνδεσης με smart phone και ενσωματωμένο GPS.

Ετικέτες

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.