Ducati Panigale V4 & V4SP 2021: Euro5 αλλαγές και νέα αριθμημένη έκδοση

Η οικογένεια Panigale μπαίνει στο 2021
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/11/2020

Η Panigale V4 μπαίνει στην εποχή των Euro5 χωρίς να χάσει σε απόδοση, το χαρακτηριστικό που την έχει κάνει να ξεχωρίζει και χωρίς σημαντικές διαφορές στην εμφάνιση που θα στεναχωρούσαν τους ιδιοκτήτες. Ταυτόχρονα υποδέχεται και την νέα εκδοση SP!

Με την ευκαιρία των αλλαγών που έγιναν στην διαχείριση του κινητήρα και με την εμπειρία που έχει αποκτήσει η Ducati αυτό το διάστημα, υπάρχουν διαφορές και στα ηλεκτρονικά πάντα με γνώμονα την νέα οπτική που τα ηλεκτρονικά είναι ο μικρός σου βοηθός στην πίστα, όχι ο περιορισμός σου. Το DTC EVO3 εφοδιάζεται με νέες αλλαγές από το Ducati Corse, ενώ οι Race ρυθμίσεις έχουν τώρα δύο διαφορετικές χαρτογραφήσεις, ώστε να μπορείς να ρυθμίσεις δύο διαφορετικές καταστάσεις που θα εναλλάξεις γρήγορα κάνοντας άμεσες συγκρίσεις για να μπορείς πιο εύκολα να καταλήξεις σε αυτό που σε βολεύει καλύτερα.

Νέες τρόμπες σε συμπλέκτη και φρένα απευθείας από την Superleggera V4 βελτιώνουν την απόδοση στα φρένα και μαζί υπάρχει και νέος οδηγός αλυσίδας. Φαίνεται επίσης πως η Ducati ζήλεψε από το γεγονός πως η BMW εξοπλίζει το superbike με θερμαινόμενα γκριπ για τους αναβάτες που βγάζουν αυτές τις μοτοσυκλέτες στον δρόμο και πλέον προσφέρει κι αυτή την επιλογή.

Για να περάσει προδιαγραφές Euro5, ο καταλύτης μεγάλωσε με 10mm μεγαλύτερο μήκος και νέα ευγενή μέταλλα. Εξωτερικά δεν υπάρχει διαφορά, εσωτερικά όμως επιτρέπει να περνά η Panigale προδιαγραφές διατηρώντας την απόδοσή της.

Βέβαια μία τέτοια αλλαγή επηρεάζει ολόκληρη την εξαγωγή, οπότε οι λαιμοί προσαρμόστηκαν αναλόγως ρυθμίζοντας την υποπίεση που είναι σημαντικό πράγμα και φτάνει να επηρεάσει την πλήρωση του καυσίμου στον θάλαμο καύσης. Για αυτό και μίκραιναν σε μήκος ενώ άλλαξε η διάμετρος από τα 42mm στα 38mm. Αυτό επέτρεψε και την τοποθέτηση μικρότερης ασπίδας για την θερμότητα ενώ κάθε λαιμός απέκτησε τον δικό του αισθητήρα λάμδα, έχοντας έτσι 4 σύνολο ώστε η επέμβαση της ECU να είναι άμεση και ξεχωριστά στον καθένα, κερδίζοντας και εδώ σε ρύπους.

Προστέθηκε και VIS -Variable Intake System- για να μπορεί η επέμβαση που λέγαμε παραπάνω να γίνεται και στην πράξη ξεχωριστά και ανεξάρτητα και έτσι ο κινητήρας αποδίδει 214 άλογα στις 13.000 στροφές με Euro5 προδιαγραφές.

Το DTC EVO3 έχει δεχτεί μία σημαντική εξέλιξη από το Ducati Corse που στοχεύει στην απόλυτη έξοδο από τις στροφές, επιτρέποντας τον αναβάτη να χουφτώνει το γκάζι σηκώνοντας την μοτοσυκλέτα χωρίς κανένα ξέσπασμα πλέον. Επεμβαίνει στην τροφοδοσία και με δεδομένο την μέγιστη απόδοση σε κλίση, επιτρέπει πιο ομαλή μετάβαση άρα ομαλότερη δύναμη στο ελαστικό που θα αντέχει και περισσότερο πλέον, μιλώντας πάντα για οδήγηση σε πίστα. Η Panigale παρουσίαζε ένα μικρό ξέσπασμα όταν την σήκωνες στην έξοδο που σε ανάγκαζε μέχρι και να κόψεις λίγο το γκάζι ή ενεργοποιούσε το traction control περισσότερο από αυτό που θα ήθελες. Το DTC πλέον εξομαλύνει αυτή την κατάσταση και είναι επηρεάζει τα επίπεδα από το ένα έως το τέσσερα και αντίστοιχα προσαρμόζεται και με την χρήση βρόχινων στο επίπεδο 7.

Με τις νέες καταστάσεις Race Mode A και Race Mode B ο αναβάτης έχει την επιλογή να αποθηκεύσει διαφορετικές λειτουργίες με την ροπή να περιορίζεται στις τρεις πρώτες σχέσεις όταν έχεις την Race Mode B που δεν έχει τόσο να κάνει με τις δυνατότητες του αναβάτη αλλά με την μορφή της πίστας. Επιπρόσθετα επιτρέπει σε αναβάτες με μικρότερη εμπειρία να αποκτήσουν πιο γρήγορα την δυνατότητα επέμβασης στις ρυθμίσεις της μοτοσυκλέτας τους, εναλλάσσοντας σε δύο καταστάσεις λειτουργείας που θα τους δώσουν το πλεονέκτημα να αντιλαμβάνονται άμεσα τις διαφορές.

Η νέα έκδοση SP που μας φέρνει η Ducati για την Panigale είναι για να σε κάνουν να ξεχωρίσεις ακόμη περισσότερο στην πίστα, λες και από μόνη της η V4 δεν είναι ξεχωριστή.

Θα είναι αριθμημένη και τα χρώματα δεν θα αφήνουν περιθώριο να λαθέψεις το εύρος της τιμής της, ενώ υπάρχει φυσικά και πρακτικό ενδιαφέρον ξεκινώντας από τους carbon τροχούς με 1,4 κιλά διαφορά που είναι από μόνοι τους αρκετοί. Έχουμε βέβαια και Brembo Stylema R® που ενεργοποιούνται από ακτινική τρόμπα Brembo MCS και αλυσίδα 520 που είναι ελαφρύτερη κατά 400 γραμμάρια από την κανονική. Συγκριτικά με την V4 S την έως τώρα απόλυτη V4, η SP είναι ένα κιλό ελαφρύτερη και ζυγίζει 173 κιλά στεγνή.

Σημαντικότερη βέβαια διαφορά είναι ο ξηρός συμπλέκτης που θα έχει η V4 SP, ο STM EVO-SBK που μπαίνει με γνώμονα την συνεχή χρήση της μοτοσυκλέτα στην πίστα και την αυξανόμενη πίεση. Έχοντας δοκιμάσει την Panigale V4 στις Σέρρες ξέρουμε πόσο πολύ θερμαίνεται και πόσο αλλάζει η συμπεριφορά του συμπλέκτη, αν και πιστεύουμε πως ελάχιστοι αναβάτες θα την φτάσουν στα όριά της και θα έχουν δυνάμεις να συνεχίσουν παρακάτω. Η SP με τον ξηρό συμπλέκτη ανταποκρίνεται σε αυτή την πρόκληση και δίνει και έναν τελείως διαφορετικό ήχο στο V4 εργοστάσιο των 214 ίππων.

Βασικές διαφορές της Panigale V4 SP:
o             Steering head machined from billet with the progressive number of the bike shown
o             Fuel tank in exposed brushed aluminium
o             Dedicated seat with "V4 SP" logo
o             Carbon fibre wings
o             Carbon fibre front mudguard
o             STM-EVO SBK dry clutch
o             Final transmission with 520 pitch chain, specific sprocket and crown
o             Carbon fibre wheels with 5 split spokes
o             Brembo Stylema R front brake calipers
o             Brembo MCS 19.21 (Multiple Click System) front brake pump with remote adjustment
o             Front brake and clutch levers "unloaded"
o             Adjustable rider footpegs in billet aluminium with carbon heel guards
o             Single-seat configuration
o             Ducati Data Analyzer + (DDA +) kit with GPS module (supplied)
o             Open carbon clutch cover * (supplied)
o             License plate holder removal cover * (supplied)
o             Mirror holes cover in billet aluminium * (supplied)

Η Panigale V4 SP έρχεται πιο κοντά στην Ducati Superleggera V4 με τα ηλεκτρονικά που χρησιμοποιεί, του τροχούς και τα φρένα, έχοντας τις αναρτήσεις της V4S.

Το πακέτο ηλεκτρονικών περιλαμβάνει:
 

  • Bosch EVO Cornering ABS
  • Ducati Traction Control EVO 3 (DTC EVO 3)
  • Ducati Slide Control (DSC)
  • Ducati Wheelie Control EVO (DWC EVO)
  • Ducati Power Launch (DPL)
  • Ducati Quick Shift up / down EVO 2 (DQS EVO 2)
  • Engine Brake Control EVO (EBC EVO)
  • Ducati Electronic Suspension EVO (DES EVO)

Έρχεται βαμμένη σε «Winter Test» μαύρο ματ και φυσικό αλουμίνιο

 

Δείτε μία μεγάλη συλλογή φωτογραφιών των νέων Ducati Panigale 2021:

Ετικέτες

Ελληνική παρουσίαση Neo Sports Café

Πρώτες οδηγικές εντυπώσεις από το νέο CB 300R
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/8/2018

Σε ένα όμορφο all day bar στα βόρεια προάστια, ο όμιλος επιχειρήσεων Σαρακάκης, επίσημος αντιπρόσωπος της Honda στην Ελλάδα, αποφάσισε να παρουσιάσει τη νέα οικογένεια των Neo Sports Café. Δυστυχώς ο καιρός δεν ήταν με το μέρος μας με αποτέλεσμα να εμφανίζονται βροχοπτώσεις τις πρώτες ώρες. Η αναλυτική παρουσίαση της σειράς ήταν προετοιμασμένη από τους αντιπρόσωπους της Honda, έχοντας όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες για το κάθε μέλος της σειράς. Η οικογένεια αποτελείται από τη ναυαρχίδα της σειράς, το ανανεωμένο CB 1000R, που έχει επανασχεδιαστεί πλήρως με το σχεδιασμό να ακολουθεί το μότο “επιστροφή στις ρίζες”, έτσι με τις μινιμαλιστικές γραμμές μειώνει το συνολικό του όγκο, αφήνοντας με την απλή σχεδίαση τον κινητήρα σε κοινή θέα να τραβάει τα βλέμματα, με το εξαιρετικό του φινίρισμα. Κατασκευασμένο στην Ιαπωνία όλο το σύνολο εκπέμπει υψηλή ποιότητα κατασκευής, ενώ παράλληλα η Honda εστίασε στην απόλαυση της οδηγικής εμπειρίας (το οποίο μπορείτε να δείτε αναλυτικότερα εδώ).

Την οικογένεια ολοκληρώνουν τα CB 300R και CB 125R που έχουν μεγάλη απόσταση από τη ναυαρχίδα, γεγονός που προμηνύει τον ερχομό ενός νέου μεσαίου κυβισμού μοντέλου στην οικογένεια που θα γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ τους, ολοκληρώνοντας τη σειρά.

Κοινή φιλοσοφία

Τα CB 300R και 125R είναι μάλλον για τους περισσότερους από εμάς πανομοιότυπα στο μάτι, όμως υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Συγκεκριμένα η εργονομία της θέσης οδήγησης είναι εντελώς διαφορετική ανάμεσα στις δύο μοτοσυκλέτες. Στο 125R η θέση είναι πιο όρθια, θυμίζοντας περισσότερο τη θέση οδήγησης των MT-09 και κυρίως του Duke 390. Η απόσταση του τιμονιού από το κορμό του αναβάτη είναι σχετικά μικρή, δίνοντας μια όρθια στάση σε αντίθεση με το 300R που είναι πιο κοντά στη κλασσική θέση οδήγησης μιας τυπικής μοτοσυκλέτας δρόμου. Το μεσαίο μοντέλο έχει λίγο μεγαλύτερο μεταξόνιο στα 1352mm κερδίζοντας σταθερότητα, ενώ η  γωνία κάστερ είναι 24ο προσφέροντας περισσότερη ευελιξία. Το 125R έχει μικρότερο μεταξόνιο (1345mm) που προσφέρει ευελιξία, ενώ η λίγο μεγαλύτερη γωνία κάστερ των 24,2ο αντισταθμίζει τα πράγματα επιτυγχάνοντας μια αντίστοιχη ισορροπία στα συνολικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά της. Το ρεζερβουάρ είναι και αυτό διαφορετικής σχεδίασης με τις γραμμές να κυριαρχούν περισσότερο στο 125, ενώ είναι εξοπλισμένο με διακοσμητικούς αεραγωγούς. Τέλος η απόσταση από το έδαφος στο 300 είναι μεγαλύτερη κατά 11mm (151mm)  και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εξάτμιση βρίσκεται στο πλάι αντί κάτω από το κινητήρα όπως στο 125. Αποτελεί έτσι μια πιο ευδιάκριτη διαφορά, όπως η καρίνα που έχει το μικρότερο μέλος τη οικογένειας, προσφέροντας ένα πιο συμπαγές σύνολο. Η ποιότητα κατασκευής τους είναι εξαιρετική παρά το γεγονός ότι κατασκευάζονται εκτός Ιαπωνίας.

 

Το ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τη συγκέντρωση του βάρους της μοτοσυκλέτας χαμηλά κάτω από τον αναβάτη, προσφέροντας ευελιξία και σταθερότητα. Η μπαταρία μεταφέρθηκε πίσω από το λαιμό του πλαισίου στην ίδια θέση που βρίσκεται και στην RC213V-S. Με το χώρο που δημιουργήθηκε κάτω από τη σέλα του αναβάτη τοποθετήθηκε το νέο φιλτροκούτι που είναι παρόμοιο με αυτό των τελευταίων MX CRF, δημιουργώντας έτσι μια ευθύγραμμη πορεία στον εισερχόμενο αέρα και χαρίζει καλύτερη ακουστική στον αναβατή κατά τις επιταχύνσεις όπως κάνει τα τελευταία χρόνια η Kawasaki. Το ατσάλινο ψαλίδι είναι νέου σχεδιασμού, με μεταβλητό πάχος για την επίτευξη χαμηλότερου βάρους, στηρίζοντας το αμορτισέρ αερίου και λαδιού, το οποίο δένει πάνω σε μια ατσάλινη πλάκα ώστε να ελαττωθεί το φορτίο στο κυρίως πλαίσιο και να ενισχύσει το καλύτερο έλεγχο της μοτοσυκλέτας.

 

Η μπροστινή δαγκάνα είναι η ίδια με του Africa Twin και συνδυάζεται με το πλευστό δίσκο 296mm που συμβάλλει στη ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά το φρενάρισμα. Η μονάδα ABS είναι δικάναλη και οι CB 125R και CB 300R αποτελούν τις πρώτες μοτοσυκλέτες των κατηγοριών τους που έχουν ABS εξοπλισμένο με IMU (μονάδα μέτρησης αδράνειας). Ο ρόλος του IMU που μετρά 100 φορές το δευτερόλεπτο την αδρανειακή κατάσταση της μοτοσυκλέτας, είναι να εξασφαλίζει την επαφή του πίσω τροχού με την άσφαλτο κατά το φρενάρισμα, μέσω της παρέμβασης του στη λειτουργία του ABS μπρος και πίσω, ενισχύοντας έτσι την ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά την επιβράδυνση. Οι ζάντες είναι αλουμινίου 17 ιντσών και έχουν την ίδια φιλοσοφία σχεδιασμού με το CB 1000R.

Το μικρό μοτοσυκλετάκι κερδίζει τα βλέμματα με τον εξοπλισμό που προσφέρει ο οποίος προέρχεται από μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες, με αποτέλεσμα να ξεγελά εύκολα τα βλέμματα, δίνοντας την εντύπωση πως πρόκειται για μια μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα. Αυτή η εντύπωση οφείλεται στο ανεστραμμένο μπροστινό πιρούνι των 41mm, στη τεχνολογία LED που βρίσκεται παντού, στο ποιοτικό όργανο καθώς και τη ποιοτική βαφή των πλαστικών του. Τα μόνα στοιχεία που μαρτυρούν ότι πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα μικρού κυβισμού είναι τα μικρά λάστιχα, το ένα δισκόφρενο μπροστά καθώς και ο ήχος που παράγει ο κινητήρας όταν δουλεύει. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 124.7cc, είναι διβάλβιδος με έναν επικεφαλή εκκεντροφόρο και παράγει 13,32 άλογα στις 10.000 στροφές και 1,01 κιλό ροπής στρέψης στις 8.000. Το βάρος του CB 125R ανέρχεται στα 126 κιλά με υγρά, έχοντας αναλογία βάρους 51,6% μπροστά και 48,4% πίσω, ενώ η Honda υποστηρίζει ότι είναι το ελαφρύτερο της κατηγορίας.

Το CB 300R μπερδεύει ευκολότερα τα βλέμματα καθώς έχει τα ίδια στοιχεία με το μικρότερο αδερφάκι του, όμως η εξάτμιση του έχει σχεδιαστεί κατ’ εικόνα της ναυαρχίδας, με αποτέλεσμα όταν τη βλέπεις από πίσω να σε ξεγελά προς στιγμήν πως πρόκειται για τη μεγαλύτερη έκδοση. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 286cc έχει 4Β/Κ και 2ΕΕΚ, παράγοντας έτσι 31,4 άλογα στις 8.500 στροφές και 2,8 κιλά ροπής στρέψης στις 7.500. Το 300R έχει μόλις 17 κιλά παραπάνω από το 125R φτάνοντας τα 143 με υγρά, όντας πιστόβαρο με αναλογία 49,6% μπροστά και 50,4% πίσω, με τη Honda να δηλώνει πως και αυτό κατακτά τη πρώτη θέση στη κατηγόρια του ως το ελαφρύτερο.

Πρώτες εντυπώσεις για το CB 300R

Με τον καιρό να κάνει του κεφαλιού του, αποφασίζοντας να βρέξει με δόσεις τις πρώτες ώρες της παρουσίασης και τον περιορισμένο χρόνο στο πρόγραμμα της παρουσίασης είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε μόνο μια μικρή γεύση του CB 300R. Το μικρό μεταξόνιο του δεν γίνεται αντιληπτό παρατηρώντας το στατικά με αποτέλεσμα μόλις καθίσεις πάνω του να σε εκπλήσσει, κάνοντας σε να πιστεύεις πως μίκρυνε. Η θέση οδήγησης έχει ένα sport άρωμα καθώς σε τοποθετεί λίγο μπροστά με τα χέρια να είναι ελαφρώς κλειστά και τα πόδια σχηματίζουν λίγο κλειστή γωνία, καθιστώντας εύκολη τη φόρτιση του μπροστινού όποτε το επιθυμείς στις στροφές. Ο πολύστροφος μονοκύλινδρος κινητήρας του ανεβάζει στροφές με γρήγορους ρυθμούς μέχρι το κόκκινο στις 11.000, υπογραμμίζοντας τη λέξη Sport από το όνομα της οικογένειας. Το κιβώτιο ταχυτήτων είναι υποδειγματικό στη λειτουργία του όντας αθόρυβο και ο λεβιές ταχυτήτων είναι ακριβείς και έχει βελούδινη αίσθηση όπως η μανέτα του συμπλέκτη, ενώ το μοναδικό πταίσμα που μπορεί να του προσάψει κανείς είναι πως όταν θέλεις να βάλεις πρώτη στο φανάρι πρέπει να κάνεις ελαφρώς μπροστά ή πίσω μέχρι να κουμπώσει. Οι sport καταβολές του γίνονται διακριτές και στο τομέα των αναρτήσεων, με το ανεστραμμένο πιρούνι της Showa να προσφέρει την κατάλληλη σκληρότητα και να παρέχει σιγουριά στον αναβάτη να κλείσει τη γραμμή του άφοβα όταν στρίβει. Τα φρένα αποδίδουν εξαιρετικά με καλό αρχικό δάγκωμα και καλή προοδευτικότητα. Το ζύγισμα του είναι καλά μελετημένο με το συγκέντρωση των μαζών να βρίσκεται όσο το δυνατών χαμηλότερα και κοντά στο κινητήρα με αποτέλεσμα να είναι άκρως ευέλικτη και εύκολη στις απότομες αλλαγές πορείας ή στους ελιγμούς. Το φιλτροκούτι είναι ειδικά μελετημένο για να προσφέρει στον αναβάτη έναν ήχο που εξιτάρει την ακοή, θυμίζοντας κατά την επιτάχυνση τη sport φιλοσοφία του σχεδιασμού του κινητήρα. Τέλος η συνολική συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας απορρέει ένα αίσθημα σταθερότητας και προσφέρει σιγουριά στον αναβάτη με την ποιότητα κύλισης να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Ανυπομονούμε να το δοκιμάσουμε (αυτό και τα υπόλοιπα μοντέλα) ενδελεχώς στο άμεσο μέλλον καθώς πρόκειται για μια ποιοτική μοτοσυκλέτα που συνδυάζει το sport χαρακτήρα με τη ξεχωριστή σχεδίαση που προέρχεται από τις ρίζες του γενεαλογικού δέντρου της σειράς CB που τόσα χρόνια προσφέρει μοτοσυκλέτες καθημερινής μετακίνησης με sport καταβολές.

Δείτε αναλυτικά όλες τις φωτογραφίες της παρουσίασης

Ετικέτες