Zero Motorcycles: Δοκιμή επί ελληνικού εδάφους

Κατασκευαστής ηλεκτρικών μοτοσυκλετών και όχι άλλη μια Start Up εταιρεία
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

18/10/2021

Η μόδα θέλει τα ηλεκτρικά οχήματα να είναι το “μέλλον” και εκείνα που θα “σώσουν τον πλανήτη”. Δυστυχώς αυτές οι πολύ βαρύγδουπες δηλώσεις προέρχονται συνήθως από ανθρώπους που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση ή αγάπη για τον κόσμο της αυτοκίνησης ή του μοτοσυκλετισμού. Πολιτικοί, επιχειρηματικά λόμπι και κρατικοδίαιτες οικολογικές οργανώσεις νομοθετούν και προπαγανδίζουν υπέρ της ηλεκτροκίνησης, με τρόπο ακραίο και δογματικό, κάνοντας τελικά περισσότερο κακό με τις αντιδράσεις που προκαλούν.

Αν έλειπαν όλοι αυτοί οι “παρείσακτοι παπαγάλοι” από τη ζωή μας, τότε τα ηλεκτρικά οχήματα θα είχαν πολύ μεγαλύτερη αποδοχή από τους πραγματικούς οδηγούς αυτοκινήτων και τους πραγματικούς μοτοσυκλετιστές. Διότι στην πραγματικότητα δεν αποτελούν απειλή για τον “μοτοσυκλετιστικό” τρόπο ζωής μας, αλλά είναι απλώς μια διαφορετική τεχνολογία με τα δικά της πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και τίποτα περισσότερο. Με άλλα λόγια, αν βγάλεις από το κάδρο την ιδεολογική διαμάχη που επικρατεί αυτή τη στιγμή, τα ηλεκτρικά δίκυκλα στο σύνολό τους έρχονται για να προστεθούν στις επιλογές που έχουμε και όχι για να ανατρέψουν τη ζωή μας.

Η Zero είναι αυτή τη στιγμή η μοναδική εταιρεία ηλεκτρικών μοτοσυκλετών που δεν προσπαθεί να πουλήσει “οικολογικό image”, ούτε είναι μια από τις δεκάδες start up εταιρείες ηλεκτρικών δίκυκλων που προσπαθούν να κάνουν μια οικονομική “αρπαχτή” εκμεταλλευόμενη την ευνοϊκή νομοθεσία και την μόδα της εποχής.

Πρόκειται για μια κανονικότατη εταιρεία κατασκευής μοτοσυκλετών, η οποία αντί για κινητήρες εσωτερικής καύσης χρησιμοποιεί ηλεκτροκινητήρες και μπαταρίες. Αυτό το χαρακτηριστικό κάνει τεράστια διαφορά στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται, κατασκευάζονται και συμπεριφέρονται οι μοτοσυκλέτες της Zero. Κάτι που με μεγάλη μας χαρά διαπιστώσαμε κατά την παρουσίαση των μοντέλων της επί ελληνικού εδάφους από την επίσημη αντιπροσωπεία ELECTROMOVE.

Τόπος συνάντησης ήταν η γνωστή μας πίστα καρτ Speed Park στο Κορωπί, όπου πολλές φορές στο παρελθόν την έχουμε απολαύσει οδηγώντας κυρίως μικρού και μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Βέβαια τα μοντέλα της Zero κάθε άλλο μικρομεσαίες μοτοσυκλέτες είναι, ειδικά αν τις οδηγήσεις και ανοίξεις τέρμα το γκάζι τους!

Οι επιδόσεις όλων των μοντέλων της Zero είναι τουλάχιστον εντυπωσιακές και η απουσία θορύβου τις κάνει ακόμα πιο εντυπωσιακές σε αίσθηση.

Όμως αυτό ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενο, αφού ως γνωστόν οι ηλεκτροκινητήρες δεν χρειάζεται να ανεβάσουν στροφές για να δείξουν τη μέγιστη απόδοσή τους και δεν έχουν καλό ή κακό φάρμα στροφών. Από μηδέν στροφές έχεις όλη τη ροπή τους και την ίδια στιγμή μπορούν να περιστρέφονται χωρίς κανένα πρόβλημα στις 15.000-20.000 στροφές ανά λεπτό. Μιλάμε για ένα τεράστιο φάσμα στροφών που έχεις στη διάθεσή σου τη μέγιστη ροπή και αυτό κάνει από μόνο του την εμπειρία οδήγησης μιας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας μοναδική. Δυστυχώς, οι ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες υψηλών επιδόσεων σαν τις Zero δεν ήταν έως σήμερα τόσο εύκολο να τις δεις και να τις οδηγήσεις, οπότε η εμπειρία που έχουν οι περισσότεροι μοτοσυκλετιστές από οδήγηση ηλεκτρικών δίκυκλων περιορίζεται στα  ηλεκτρικά scooter και πατίνια. Καμία σχέση απολύτως!

Όλα αυτά τα ηλεκτρικά scooter που έχουν κατακλίσει την αγορά τον τελευταίο χρόνο είναι στην καλύτερη περίπτωση φιλότιμες προσπάθειες για ατομική μετακίνηση εντός πόλης. Οι επιδόσεις, η οδική συμπεριφορά, η άνεση και γενικά όσοι παράγοντες συνθέτουν την απόλαυση της οδήγησης ενός δίκυκλου, απουσιάζουν εντελώς από το ρεπερτόριό τους. Οι μοτοσυκλέτες τις Zero έχουν ακριβώς την αντίθετη φιλοσοφία. Στοχεύουν ξεκάθαρα στη διασκέδαση του αναβάτη τους και για να το πετύχουν εκμεταλλεύονται στο έπακρο την ατελείωτη ροπή του ηλεκτροκινητήρα τους.

Καθώς πρόκειται για κανονική εταιρεία κατασκευής ηλεκτρικών μοτοσυκλετών και όχι για μια συνηθισμένη “start-up” εταιρεία που ίδρυσαν δύο-τρεις κομπιουτεράδες για να βγάλουν εύκολο χρήμα από τη μόδα της ηλεκτροκίνησης, οι μοτοσυκλέτες της Zero έχουν πάνω τους πολλές ώρες δοκιμών από πραγματικούς μοτοσυκλετιστές, ώστε η διαχείριση της δύναμης του ηλεκτροκινητήρα και η συμπεριφορά των πλαισίων να είναι εκείνα που πρέπει σε μια σύγχρονη μοτοσυκλέτα. Μπορεί να ακούγεται παράξενο, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα των περισσότερων ηλεκτρικών δίκυκλων που έχουν οδηγήσει έως σήμερα είναι η συμπεριφορά τους στο δρόμο. Οι βαριές μπαταρίες και ο ηλεκτροκινητήρας έχουν εντελώς διαφορετικό σχήμα από έναν οποιονδήποτε κινητήρα εσωτερικής καύσης, οπότε το πλαίσιο μιας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας και ο τρόπος με τον οποίο είναι τοποθετημένα τα “μηχανικά μέρη” της δεν μπορεί να είναι ίδιος με μιας συμβατικής μοτοσυκλέτας. Πρέπει δηλαδή να σχεδιαστεί ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο και δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις την εμπειρία δεκαετιών που υπάρχει από τις συμβατικές μοτοσυκλέτες. Κάτι τέτοιο έχει τεράστιο κόστος και οι start-up εταιρείες ηλεκτρικών δίκυκλων δεν ξοδεύουν ούτε δεκάρα σε αυτόν τον τομέα. Απλώς περιορίζονται στην τεχνολογία των μπαταριών και στο λογισμικό διαχείρισης της κατανάλωσης ρεύματος και… τέλος!

Το πρώτο πράγμα που καταλαβαίνεις καβαλώντας σε μια μοτοσυκλέτα της Zero είναι η σοβαρή δουλειά που έχουν κάνει στην εξέλιξη του πλαισίου, ώστε η συμπεριφορά να είναι αντίστοιχη των επιδόσεων και κυρίως απολαυστική για τον αναβάτη. Ακόμα και η SR/S, το πιο ογκώδες και βαρύ μοντέλο της Zero, είχε εξαιρετική συμπεριφορά μέσα στην σφιχτή πίστα καρτ του Κορωπίου και μπορούσες να το οδηγήσεις με ρυθμό και φόρα που θα ταίριαζε σε πολύ μικρότερες και ελαφρύτερες μοτοσυκλέτες.

Το πιο εντυπωσιακό απ’ όλα ήταν το SR/F, δηλαδή η γυμνή παραλλαγή του κορυφαίου μοντέλου της Zero, όπου χάρη στο μικρότερο βάρος άλλαζε ακόμα πιο εύκολα πορεία. Και τα δύο μοντέλα είχαν πολύ καλά φρένα της J.Juan, με ABS της Bosch, καθώς επίσης traction control και προοδευτικό "φρένο κινητήρα” στο κλείσιμο του γκαζιού. Πολύ καλή δουλειά έχουν κάνει στο λογισμικό του γκαζιού, όπου μπορείς να επιλέξεις ανάμεσα σε τρία pre-set προγράμματα και ένα πρόγραμμα που καθορίζεις εσύ την επέμβαση των ηλεκτρονικών. Το κύριο χαρακτηριστικό όλων των προγραμμάτων είναι η γραμμικότητα και η φυσική αίσθηση στο άνοιγμα του γκαζιού, χωρίς κενά ή απότομα ξεσπάσματα.

Από την σειρά των On-Off μοντέλων οδηγήσαμε το FX των 33kw που αντιστοιχεί σε 44 ίππους. Μόνο στα χαρτιά αντιστοιχεί σε 44 ίππους διότι στην πράξη οι 33kw του FX χαρίζουν επιταχύνσεις εν κινήσει που θα ζήλευε μοτοσυκλέτα των 100 ίππων! Ακόμα και στο πρόγραμμα ECO το FX εκτοξεύεται στο άνοιγμα του γκαζιού, με αποτέλεσμα το μονό δισκόφρενο εμπρός και η απουσία του traction control να είναι πρόβλημα μέσα στην πίστα. Η έκδοση supermoto της ίδια μοτοσυκλέτας με το μεγαλύτερο δισκόφρενο εμπρός και τα supersport ελαστικά δρόμου είχε σαφώς πιο ισορροπημένο χαρακτήρα.

Όλα τα μοντέλα της Zero συνοδεύονται από 5 χρόνια εγγύηση για την μπαταρία και η αυτονομία της ξεκινά από τα 161 χιλιόμετρα των μοντέλων FX και φτάνει έως τα 288 της σειράς μοντέλων SR. Σύμφωνα με την Zero, οι μοτοσυκλέτες της αποσβένουν το κόστος κτήσης σε λιγότερο από 5-6 χρόνια χρήσης, οπότε και οι υψηλές τιμές λόγω επιδόσεων και αυτονομίας των μπαταριών τους γίνονται τελικά πολύ μικρότερες σε σχέση με μια αντίστοιχων επιδόσεων συμβατική μοτοσυκλέτα.

Η δική μας άποψη είναι πως τίποτα απ ‘όλα αυτά δεν θα είχε σημασία αν η οδήγηση μιας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας της Zero δεν είχε το στοιχείο του ενθουσιασμού. Ευτυχώς όλα τα μοντέλα της Zero είναι κανονικότατες μοτοσυκλέτες με επιταχύνσεις που σε ενθουσιάζουν και όχι gadget για όσους ακολουθούν τη μόδα της ηλεκτροκίνησης. Για καθημερινή χρήση εντός και πέριξ των μεγαλουπόλεων αποτελούν εξαιρετική επιλογή, με τις εκρηκτικές επιταχύνσεις τους από φανάρι σε φανάρι να γεμίζουν χρώμα την ημέρα του αναβάτη τους.

Τη δημοσιογραφική παρουσίαση επί ελληνικού εδάφους τίμησε ο  Umberto Uccelli, αντιπρόεδρος της Zero Motorcycles EU. Παρών φυσικά και ο Βαγγέλης Ανδρεάδης της ελληνικής αντιπροσωπείας Electromove (επίσης αντιπρόσωποι για την Κύπρο και την Μάλτα)

Για περισσότερες πληροφορίες:
Site: www.electromove.gr
Facebook: https://www.facebook.com/Electromove.gr
https://www.facebook.com/ZeroMotorcyclesGreece

Instagram: https://www.instagram.com/electromove.gr/
https://www.instagram.com/zeromotorcyclesgreece/

 

Honda CBR1000RR & CBR1000RR SP

Οδηγούμε στην Πορτογαλία!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/2/2017

Στον δικό του δρόμο

Επιστρέψαμε από την παρουσίαση των νέων Honda CBR1000RR και Honda CBR1000RR SP - MY 2017 αφήνοντας πίσω μας το Portimao της Πορτογαλίας, να προσπαθεί να στεγνώσει. Από τα τερτίπια της τύχης και του καιρού, είμασταν ανάμεσα στους ελάχιστους που πραγματοποίησαν την δοκιμή στο βρεγμένο, καθώς πέσαμε στην αρχή μία κακοκαιρίας, την στιγμή που άλλοι ξένοι δημοσιογράφοι είχαν την εμπειρία της οδήγησής του στην ηλιόλουστη πίστα του παγκοσμίου WSBK. Αυτό αφαιρεί πολλούς πόντους από την ευχαρίστηση της δοκιμής, δεν μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πώς συμπεριφέρεται σε πολύ γρήγορο ρυθμό, όμως από την άλλη μας αποκαλύπτει τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στις πιο δύσκολες συνθήκες… και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στο Fireblade είναι από τις βασικότερες των αλλαγών, συγκριτικά με το προηγούμενο μοντέλο.

Μαζί μας στην οδήγηση ήταν ο Freddie “Fast” Spencer και ο Nicky Hayden -που μόλις είχε επιστρέψει από την Jerez και την δοκιμή του SP2- κι έτσι με την δική τους παρουσία η εμπειρία της οδήγησης στην καταρρακτώδη βροχή, έγινε σημαντικά πιο ανώδυνη. Έχοντας μπροστά σου τον Freddie Spencer να οδηγεί δεκάδες φορές πιο ομαλά από όλους τους υπόλοιπους, κρατώντας τις ιδανικές γραμμές και καταβάλλοντας ελάχιστη προσπάθεια, σε έκανε να ξεχνάς τον κόπο αλλά και τον θυμό που η δοκιμή δεν θα ήταν τόσο διασκεδαστική όσο την περίμενες. Η πίστα του Portimao αποτελεί παράδεισο για δοκιμές μοτοσυκλέτων και απόλαυση οδήγησης, αλλά όχι τόσο για αγώνες σύμφωνα με τον Fast Freddie, κι ας φιλοξενείται εκεί το WSBK… Όπως και να ‘χει είναι απολαυστική και έχοντας οδηγήσει εκεί BMW S1000RR, Kawasaki Ninja ZX-10R, Ducati Panigale αλλά και supersport μοτοσυκλέτες, ανυπομονούσα να αντιπαραβάλλω την εμπειρία τους με εκείνη του νέου Fireblade. Αντί αυτού, βρεθήκαμε όσοι είμασταν εκεί να υποβάλλουμε τα νέα ηλεκτρονικά στις δυσκολότερες των συνθηκών, με μόνη βοήθεια προς όφελός τους, τα αγωνιστικά βρόχινα ελαστικά της Bridgestone. Η απόδοση των ελαστικών στο βρεγμένο σου δίνει μία εντύπωση για τα περιθώρια πρόσφυσης που απολαμβάνουν οι αναβάτες στα παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν και όρια. Μπορεί να παρουσιάζουν κορυφαία συμπεριφορά στην βρεγμένη άσφαλτο, αλλά δεν γίνονται και θαύματα όταν το νερό καλύπτει στην άσφαλτο και δημιουργεί ρυάκια.

Πρώτη μεγάλη προσθήκη, είναι η χρήση Ride by Wire και μπορεί να ακουστεί περίεργο, όμως αυτή είναι η πρώτη φορά που η Honda χρησιμοποιεί RbW σε τετρακύλινδρο εν σειρά. Κάτι τέτοιο περνά ως λιγότερα σημαντικό μπροστά στα υπόλοιπα ηλεκτρονικά βοηθήματα που φέρνει η Honda στην οικογένεια Fireblade, όμως αν γνωρίζει κανείς την εμμονή της Honda με το RbW θα καταλάβει τον λόγο που δίνουμε έκταση. Στο Africa Twin δεν τοποθέτησαν RbW λέγοντας ότι δεν είχαν τρόπο να το κάνει να συμπεριφέρεται σαν να υπάρχει κανονική γκαζιέρα, πράγμα σημαντικό για την οδήγηση στο χώμα. Αντίστοιχα σημαντικό είναι και για την οδήγηση στην πίστα, καθώς όταν ανοίγεις το γκάζι στην έξοδο με την μοτοσυκλέτα πλαγιασμένη, χρειάζεται να έχεις πολύ καλό έλεγχο του γκαζιού. Εδώ είναι που έρχεται η εμμονή της Honda, που λέει ότι για να χρησιμοποιήσει RbW θα πρέπει αυτό να ανταποκρίνεται με την αίσθηση που σου δίνει μία κανονική γκαζιέρα, αλλιώς δεν βλέπει τον λόγο να το κάνει. Για να είναι λοιπόν παρόν το RbW στο νέο Fireblade, σημαίνει ότι η Honda κατάφερε να προσαρμόσει την λειτουργία του, και να την φέρει πολύ κοντά στο συνηθισμένο. Πράγματι, η αίσθηση από το γκάζι είναι εκπληκτική και δεν σ’ αφήνει να παραπονεθείς για κανένα από τα μειονεκτήματα που έχει η ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό. Μεταφέροντας ένα μέρος των στρεβλώσεων στο πλαίσιο, από το ψαλίδι που ήταν μέχρι τώρα, το Fireblade μετατρέπεται αρκετά σε συμπεριφορά. Αυξάνεται σημαντικά η ευελιξία και οι αλλαγές κατεύθυνσης γίνονται πιο άμεσα από πριν. Σε επόμενο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι έχουν κάνει με πλαίσιο και ψαλίδι οι Ιάπωνες της Honda, και πώς μεταφράζεται αυτό στην οδήγηση της μοτοσυκλέτας. Προς το παρόν ας κρατήσουμε το σχόλιο του “Fast” Freddie: «Οι αλλαγές σε ακαμψία που ήθελα από το 2008, είναι τώρα εδώ! Η μοτοσυκλέτα είναι πολύ πιο εύκολο να μετατοπίσει το βάρος εμπρός, ώστε να ελαφρύνεις τον πίσω τροχό στην είσοδο και να τον κατευθύνεις προς το εξωτερικό της στροφής στο σημείο ακριβώς που θέλεις»

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό

Το ABS και το traction control είχαν άψογη συμπεριφορά στις δύσκολες δικές μας συνθήκες. Είναι τελείως διαφορετικό να δοκιμάζεις το ABS με slick ελαστικά κρατώντας τα φρένα μέχρι το εσωτερικό της στροφής σε μεγάλη κλίση, από το να φρενάρεις οριακά με βρόχινα αγωνιστικά ελαστικά, πριν αφήσεις τα φρένα για να στρίψεις με πολύ μικρότερη κλίση. Στις δύο αυτές περιπτώσεις έχεις την ευκαιρία να καταλάβεις τα πάντα για την λειτουργία του, αλλά χρειάζεται να το γνωρίσεις και στις δύο περιπτώσεις κι όχι σε μία από τις δύο. Αντίστοιχα είναι τα πράγματα και για το traction control με την διαφορά ότι στο βρεγμένο αντιλαμβάνεσαι πολύ καλύτερα την προοδευτικότητα του συστήματος και τον βαθμό παρέμβασης. Δεν περίμενα η Honda να πράξει κάτι λιγότερο, από το να κυνηγήσει τα υψηλότερα των στάνταρ αυτή την στιγμή. Δεν είχε και επιλογή άλλωστε. Όταν μπαίνεις τελευταίος στον χορό των ηλεκτρονικών δεν υπάρχουν περιθώρια για αναθεωρήσεις. Θα πρέπει κατευθείαν να βρεθείς στο ίδιο σκαλί με τους υπόλοιπους, αν όχι στο πιο πάνω.
Όταν βρίσκεσαι σε μία τέτοια παρουσίαση, τόσο σημαντική, η χαρά της οδήγησης είναι μονάχα μία πτυχή της δουλειάς. Η συζήτηση με τους ανθρώπους του εργοστασίου έχει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα. Το «σημαντική παρουσίαση» στην αρχή της παραγράφου, χαρακτηρίζει την τεχνολογική πολυπλοκότητα του μοντέλου και τον βαθμό κατάρτισης όσων έδωσαν το παρόν. Δεν έχει να κάνει με το αγοραστικό ενδιαφέρον του κόσμου, ή την εμπορικότητα του μοντέλου. Οι μηχανικοί του CBR1000RR είναι από τους καλύτερους στην Honda και μαζί τους έφεραν τους καλύτερους από Bridgestone και Ohlins. Είχα την ευκαιρία να απευθύνω τις ερωτήσεις απευθείας στα αυτιά εκείνου που ήταν σε θέση να απαντήσει… Μαθαίοντας για παράδειγμα για τις χιλιάδες γραμμές κώδικα που χρειάζονται οι αναρτήσεις του SP, τον λόγο που λειτουργούν με προκαθορισμένα βήματα και όχι ελεύθερα ανάμεσα σε πλαίσια, όπως της Aprilia, και εκείνος να εκθέσει τα υπέρ και τα κατά κάθε επιλογής. Μιλάμε για μία σπάνια ευκαιρία. Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις του SP έχουν ένα πολύπλοκο τρόπο λειτουργίας, για τον οποίο μπορείς –αν βαριέσαι- να μην μάθεις καμία λεπτομέρεια και να τις διαχειριστείς με εύκολο τρόπο που δεν μαρτυρά τι γίνεται παρακάτω.

Τα εθνικά πρωταθλήματα έχουν φτάσει σε σημείο που μονάχα με πολλά λεφτά και προετοιμασία, μπορείς να τα κυνηγήσεις. Υπάρχουν αγώνες που μπορείς να συμμετέχεις με πολύ μικρότερο κόστος, όμως σε γενικές γραμμές τα πρωταθλήματα έχουν ξεφύγει πλήρως από τότε που αγόραζες μία μοτοσυκλέτα από τον αντιπρόσωπο και την επόμενη μέρα την έτρεχες με σκοπό το κύπελλο. Πολλές δεκαετίες και τεράστια βήματα εξέλιξης έχουν γίνει από τότε, και τώρα έρχονται τα ηλεκτρονικά να μας φέρουν πιο κοντά σε αυτή την εξαιρετική περίπτωση: Να αγοράζουμε κάτι ανταγωνιστικό με αυτό που ο πρωταθλητής της χώρας κερδίζει το κύπελλο!

Είχαμε αυτή την συζήτηση με τον Freddie Spencer, τον άνθρωπο που το μυαλό του και το χέρι του, ήταν το software και το hardware ενός traction control που διαχειριζόταν σε αγωνιστικές συνθήκες περισσότερα άλογα σε λιγότερα κιλά. Και το έκανε αλάνθαστα πατώντας στα χειρότερα ελαστικά. Λέγοντας πως τα ηλεκτρονικά θα μας δώσουν ή μας δίνουν, την ευκαιρία να είμαστε κοντά στην κορυφή ενός εθνικού πρωταθλήματος, απλά περνώντας την πόρτα του αντιπροσώπου, σηματοδοτεί μία νέα εποχή για αυτό το σπορ. Υπό λογικά πλαίσια μπορείς να πεις ότι είναι και προσιτή μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Όχι για την δική μας οικονομική κατάσταση, όχι για την εποχή μας, όμως και τότε που κέρδιζε κανείς - απλά αγοράζοντας την superbike της εποχής, χρειαζόταν ένα τεράστιο ποσό συγκριτικά με τον μέσο μισθό της εποχής. Αντί να υποστηρίζεσαι από μία ομάδα μηχανικών για να τρέχεις έναν αγώνα, έρχεται η Ohlins και σου λέει ότι θα το κάνεις μόνος σου - και μάλιστα θα σε βοηθήσει ξεμπλέκοντας τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας και απλοποιώντας τις ρυθμίσεις. Εννοείται ότι θέλεις έναν χάρτη στην αρχή για να πλοηγηθείς στο μενού, αφού δεν χωράνε συγκεντρωμένα όλα αυτά στην έγχρωμη, πανέμορφη οθόνη, όμως αμέσως θα το συνηθίσεις και θα αποστηθίσεις τις διαδικασίες.

Είχα επίσης πολύ περισσότερο χρόνο παρέα με τον κ. Masatoshi Sato, υπεύθυνο εξέλιξης του νέου CBR, από την αρχική μας συνομιλία στην EICMA, όταν τον ρωτούσα για τις αλλαγές στο σύστημα ψύξης του CBR και την σχεδιαστική λεπτομέρεια στην ψύξη του τέταρτου και τρίτου κυλίνδρου, που στο προηγούμενο επέφερε διαφορά στην δυνατότητα αποβολής θερμότητας. Τα είχαμε γράψει αυτά στο ρεπορτάζ από την EICMA στο τεύχος 565… Επειδή τέτοιες ερωτήσεις δεν είχε συνηθίσει να ακούει από δημοσιογράφους, θυμόταν το όνομα και τώρα ρωτούσε ο ίδιος πώς ήταν η μοτοσυκλέτα, αν μου άρεσε το design κτλ… Του μετέφερα εκτός από την δική μας άποψη, κι όσα έγραφαν στο Facebook του MOTO συμφωνώντας οι περισσότεροι πως δεν τους αρέσει το τελικό της εξάτμισης και διαφωνώντας για την συνολική εικόνα της μοτοσυκλέτας, που στους περισσότερους άρεσε και μάλιστα αρκετά…

Στο τεύχος Μαρτίου λοιπόν, στο επόμενο τεύχος του MOTΟ, θα δώσουμε μία εκτεταμένη ανάλυση σε όλα τα παραπάνω, όπως ακριβώς χρειάζεται, στην έκταση που τους αξίζει και μπορούν να πάρουν στην έντυπη έκδοση. Θα σχολιάσουμε επίσης και το «πρέπει να ακούς το κοινό σου» που είπε ο αρχιμηχανικός του CBR, την στιγμή που μάλλον τους πήρε πολύ καιρό από τότε που άκουσαν μέχρι τότε που έπραξαν… έμαθαν όμως το μάθημα – μου τόνισε κλείνοντας το μάτι. Οι Ιάπωνες έχουν αλλάξει: Κανονικά δεν μιλούν για τον ανταγωνισμό, δεν είναι διαχυτικοί για όσα φτιάχνουν και προπαντός δεν «κλείνουν το μάτι», ενώ γενικότερα οι γκριμάτσες περιορίζονται ανάμεσα σε φίλους… οπότε αυτά είναι νέα δεδομένα και φανερώνουν αλλαγές και στον τρόπο σκέψης.

Ο John McGuinness όπως είναι κάθε φορά όταν πρόκειται να οδηγήσει...
 
 
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από την παρουσίαση των Honda CBR1000RR και CBR1000RR SP: