Πήρανε κρυφά την παρατημένη μοτοσυκλέτα του και την επέστρεψαν μήνες μετά – καινούρια!

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

5/6/2016

Να κλαπεί η μοτοσυκλέτα σου για να επιστρέψει – σαν καινούρια; Μιλάμε για την καλύτερη μοτοσυκλετιστική έκπληξη!

 

Οι μοτοσυκλέτες είναι ίσως τα μόνα οχήματα που μπορεί να έχουν ψυχή, με την έννοια ότι κουβαλούν αναμνήσεις, σημάδια από περιπέτειες, μπλέκονται με την εικόνα σου απέναντι στους άλλους ανθρώπους και γίνονται στοιχείο της προσωπικότητάς σου. Σπάνια κρίνεσαι από το αυτοκίνητο που οδηγείς, πάντα όμως είσαι ο άνθρωπος της μοτοσυκλέτας σου. Και το πιο μαγικό απ’ όλα, είναι ότι ακόμα κι αν σταματήσεις να την καβαλάς, για τον οποιοδήποτε λόγο, η εικόνα αυτή παραμένει. Τις περισσότερες φορές, αυτός είναι και ο λόγος που την κρατάς όσο τα χρόνια περνούν, παροπλισμένη και σκονισμένη, απλά και μόνο για να μπορείς να της ρίξεις μία κλεφτή ματιά, και σε δευτερόλεπτα να ξυπνήσεις την μνήμη σου. Το μικρό αγχολυτικό σου. Εξίσου μαγικό όμως, ότι όλα αυτά τα παιχνίδια του μυαλού γίνονται ακόμα κι όταν κρατάς την μοτοσυκλέτα σου σκεπασμένη - πολλές φορές με πράγματα ριγμένα επάνω - κι αρκεί μία ματιά σε εκείνη την στοίβα στο βάθος, για να ξεκινήσουν οι στροφές του μυαλού και να ξυπνήσουν οι αναμνήσεις.

 

Σε μία τέτοια κατάσταση ακριβώς, βρισκόταν και το XL500R της ιστορίας αυτής, αφημένο να κάθεται σε μία αποθήκη, χωρίς όμως ποτέ να είναι νοερά παρατημένο. Ο Αναστάσιος Σταθουλόπουλος είχε φορτώσει επάνω του μία ζωή με αναμνήσεις για να το αφήσει να φύγει, να το χαρίσει ή ακόμα χειρότερα να το πετάξει. Ο γιος του ο Νίκος το ήξερε πολύ καλά αυτό κι έτσι όταν γνωρίστηκε με τον Κώστα Μπελόκα - τον άνθρωπο που μας διηγήθηκε την ιστορία και ασχολήθηκε με την μοτοσυκλέτα - δεν ενέδωσε στην πρόταση να του το δώσει. Είναι γιατί αντιλήφθηκε πως η μοτοσυκλέτα αυτή αποτελεί πλέον οικογενειακό κειμήλιο, από την στιγμή που ο πατέρας του είχε να θυμάται αμέτρητες βόλτες στη σέλα της, ταξίδια ακόμα και στο εξωτερικό, μέχρι σε μία καλοκαιρινή βόλτα να κάνει πρόταση γάμου στην μητέρα του. Σε όλα τα παραπάνω, το XL500R ήταν μέρος της εικόνας και αναπόφευκτα την ανάμνησης, άρρηκτα συνδεδεμένο με το παρελθόν. Από την επικοινωνία με τον Κώστα, από όπου πήραμε όλες τις πληροφορίες και τις φωτογραφίες, φάνηκε ότι είναι άνθρωπος που αναγνωρίζει αυτές τις αξίες, και έτσι δεν είναι καθόλου περίεργη η εξέλιξη: Αποφάσισε με τον Νίκο ν’ ανακατασκευάσουν την μοτοσυκλέτα, κρυφά από τον ιδιοκτήτη της και να του την παρουσιάσουν όταν θα είναι πλήρως έτοιμη! Εκείνη την στιγμή, έμπαινε σε εφαρμογή, στην Μεγαλόπολη Αρκαδίας, μία μεγάλη - μοτοσυκλετιστική έκπληξη.

 

Τι θα γινόταν όμως αν την αναζητούσε όλους αυτούς του μήνες; Το σενάριο το σκέφτηκαν και μπήκε σε εφαρμογή, θα του έλεγαν ότι κλάπηκε, κάποιος θα την πήρε για παλιοσίδερα και θα τον άφηναν να στεναχωρηθεί. Αυτό μπορούσε να εξελιχθεί καλύτερα και για τον σκοπό τους, να γίνει δηλαδή ακόμα μεγαλύτερη η έκπληξη όταν – σαν καινούρια πλέον, θα την έβλεπε μπροστά του!

 

Πράγματι, το XL500R εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει ίχνος, χωρίς κανείς να μάθει το παραμικρό, και ο Κώστας έπιασε δουλειά κατευθείαν στο ερασιτεχνικό εργαστήριό του. Ξέρετε η δουλειά της ανακατασκευής, όταν κάποιος την κάνει από χόμπι, δεν πληρώνεται με τίποτα, γιατί αν άρχιζες να υπολογίζεις εργατοώρες, θα χαρακτηριζόταν δέκα φορές ασύμφορη ενώ δεν μπορείς να μετρήσεις πόσα πρέπει να επιστρέψει ο μάστορας για την χαρά που πήρε από την διαδικασία... Αυτή την έννοια έχει το χόμπι!

 

Το XL500R είχε παραμείνει εκτεθειμένο στον ήλιο και στον καιρό για δεκαετίες, και πέρα από όλα τα προβλήματα με την εμφάνισή του, υπήρχε και πρόβλημα στον συμπλέκτη. Ωστόσο την απόφαση την είχαν πάρει ήδη… Ήθελαν το XL500R να είναι έτοιμο μέχρι τις αρχές Μαΐου που ο ιδιοκτήτης του είχε γενέθλια. Αυτό τους άφηνε με σχεδόν τρεις μήνες περιθώριο για να ολοκληρώσουν την επαναφορά του XL στη ζωή, ξεκινώντας από την επίπονη διαδικασία, της ανεύρεσης των ανταλλακτικών.

 

 

 

Ωστόσο η αναζήτηση αποδείχτηκε πολύ πιο εύκολη από αυτό που περίμεναν, ενώ συνωμοτικά ολοκλήρωναν την διαδικασία. Στο κόλπο μπήκε και η σύζυγος, παρακολουθώντας video από την προετοιμασία και το φως στην άκρη του τούνελ δεν άργησε να φανεί: Το XL500R πήρε μπροστά για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες!

 

Το επόμενο εγχείρημα ήταν να προετοιμάσουν την έκπληξη. Το σχέδιο ήταν να συγκεντρωθούν σε μία ταβέρνα για τα γενέθλια και στο τέλος που θα άνοιγε τα δώρα να έβρισκε το κλειδί για την μοτοσυκλέτα που θα τον περίμενε έξω καλυμμένη. Μονάχα που όταν ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας έμαθε την ιστορία, επέμενε να βάλει το XL500R μέσα στο μαγαζί, να το καλύψει με τραπεζομάντηλα και να το βάλουν για πρώτη φορά μπροστά, εκεί: μέσα στα τραπέζια!

 

Οικογένεια και ερασιτέχνης μηχανικός πέτυχαν απόλυτα το σκοπό τους, ο πατήρ Σταθουλοπουλος δεν είχε καμία ιδέα για όλα όσα τον περίμεναν και δεν είχε ποτέ φανταστεί ότι θα έβλεπε το XL500R ξανά μπροστά του. Την έκπληξη την πέτυχαν και με το παραπάνω! Η μοτοσυκλέτα που είχε συμπληρώσει 34 χρόνια ζωής, ήταν και πάλι καινούρια, έχοντας μάλιστα διατηρήσει και τις αλλαγές που ο ίδιος της είχε κάνει, όπως η τελείως διαφορετική σέλα…

 

Το XL500R δεν κρύβει κάποια υπερ - προσπάθεια ανακατασκευής, δεν είναι η ακριβή και σπάνια μοτοσυκλέτα που πλέον αποτελεί αξιοζήλευτη περιουσία, έχει όμως τεράστια αξία για τους ανθρώπους που ασχολήθηκαν μαζί της και η ιστορία της δεύτερης φάσης της ζωής του, είναι απόλυτα ξεχωριστή! Από τον μηχανικό που ασχολήθηκε, τον υιό που αναγνώρισε την αξία της και στο τέλος την έκπληξη, αυτό το XL έγινε πλέον μοναδικό…

 

 

 

Δείτε τα βήματα της ανατακατασκευής από τον Κώστα Μπελόκα:

 

Ετικέτες

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”