Ariel Ace 1200 V4

Σοβαρή διασκέδαση
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/8/2017

Triumph, Norton, Metisse, Hesketh, Brough Superior και τώρα η Ariel. Η αναβίωση των βρετανικών μοτοσυκλετιστικών εταιρειών του χθες συνεχίζεται, με ένα ακόμη μοντέλο να φέρει το λογότυπο μιας ιστορικής –made in England- φίρμας, με τη μορφή του άρτι αποκαλυφθέντος Ariel Ace 1200 V4

 

Στην πραγματικότητα όμως, η Ariel είχε κάνει την επιστροφή της πριν από 15 χρόνια με το ντεμπούτο του Ariel Atom το 1999, ένα διθέσιο αγωνιστικό αυτοκίνητο που θεωρήθηκε σημείο αναφοράς για την επιτάχυνση και την συμπεριφορά του ανάμεσα σε οτιδήποτε διαθέτει τέσσερις τροχούς. Μέχρι στιγμής, 1800 φανατικοί και ικανοποιημένοι πελάτες έγιναν ιδιοκτήτες του, με τον καθένα τους να διαθέτει ένα μοναδικό, κατά παραγγελία φτιαγμένο, αυτοκίνητο που όμοιό του δεν υπάρχει στον κόσμο. Ο ειδικός επί των μοτοσυκλετών και αυτοκινήτων, Jay Leno, λέει ότι είναι το αγαπημένο του όχημα μέσα από το τεράστιο γκαράζ του κι αυτά είναι τα καλύτερα εύσημα που μπορούν να αποκομίσουν οι 19 εργαζόμενοι της Ariel Motor Co. στο Crewkwerne, με ιδιοκτήτη τον Simon Saunders. Με την παγκόσμια επιτυχία του Atom, η Ariel έχει ένα εξασφαλισμένο μέλλον, αν και η συνολική παραγωγή είναι μόλις 100 αυτοκίνητα το χρόνο, ένα γεγονός που συντηρεί την ιδιαιτερότητα και την αξία σε πολύ υψηλό επίπεδο.

Ο εξηντάχρονος Saunder, είναι ένας πρώην σχεδιαστής των GM, Porsche και Aston Martin με ακαδημαϊκή καριέρα και πάθος για τις μοτοσυκλέτες, όπως μαρτυρά και το πλάνο του για την απόκτηση του ονόματος της Ariel πριν από 15 χρόνια με σκοπό να το βάλει πάνω στο αυτοκίνητο που κατασκεύασε ένας φοιτητής του στο πανεπιστήμιο του Coventry και να το λανσάρει στην αγορά. "Το σχέδιό μου ήταν πάντοτε το να εξελίξω μια μοτοσυκλέτα Ariel", λέει ο Saunders. "Το Atom ήταν ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, για να δημιουργηθούν τα κέρδη και οι βιομηχανικές σχέσεις ώστε να επιτευχθεί ο στόχος." Ο πιο σημαντικός δεσμός που αναπτύχθηκε ήταν αυτός με την Honda, η οποία προμήθευσε την εταιρεία με τον κινητήρα του Civic Type R για το Atom. Γι' αυτό η καινούργια μοτοσυκλέτα Ace της Ariel χρησιμοποιεί τον V4-76° κινητήρα με διαστάσεις 81x60mm από το Honda VFR1200F, με απόδοση 173 ίππων στις 10.000 στροφές. Αυτή η κίνηση είναι αντίθετη με την συνήθη πολιτική του ιαπωνικού γίγαντα να μην προμηθεύει με κινητήρες άλλους κατασκευαστές, γεγονός που μαρτυρά τον σεβασμό απέναντι στην Ariel. "Νομίζω ότι το γεγονός πως το Atom είναι ένα ακραίο προϊόν που ποτέ δεν θα έφτιαχνε η Honda, που αποδείχθηκε όμως πολύ επιτυχημένο με τον κινητήρα της, είναι αυτό που τους έπεισε να μας προμηθεύσουν κινητήρες για το Ace", λέει ο Saunders.

Με γνώμονα την μοναδικότητα

Έτσι, η Ariel Motor Company ανακοίνωσε την παρουσίαση της νέας Ace στο φεστιβάλ του Goodwood και μου ζήτησε να την οδηγήσω για λογαριασμό τους στην διαδρομή του Lord March για το ετήσιο πάρτι. Πριν όμως από αυτή τη διαδρομή του 1,6 χιλιομέτρου μπροστά σε 180.000 θεατές, είχα ήδη επισκεφθεί το εργοστάσιο όντας ο πρώτος εκτός εταιρείας που οδήγησε το πρωτότυπο Ace σε πραγματικές συνθήκες, συμβάλλοντας με τις παρατηρήσεις μου στο πρόγραμμα του R&D, με το περίεργο πλαίσιο και το girder πιρούνι καμουφλαρισμένα από τα περίεργα βλέμματα.

To Ace είναι η πρώτη νέα μοτοσυκλέτα της Ariel τα τελευταία 50 χρόνια, συνεχίζοντας μια ιστορία γεμάτη με καινοτομίες που ξεκίνησε το 1870 και περιλαμβάνει ριζοσπαστικά ποδήλατα, ένα V8 GP αυτοκίνητο και το πατεντάρισμα των ακτινωτών τροχών (ναι, είναι αλήθεια, η Ariel "εφέυρε" τον τροχό!). Τον τελευταίο αιώνα, η Ariel ήταν γνωστή για τις πρωτοποριακές μοτοσυκλέτες της όπως το τετρακύλινδρο Ariel Square-5 με 500, 600 και τελικά 1.000 κυβικά, τον πανάλαφρο, μονοκύλινδρο κινητήρα HP5 με τον οποίο ο Sammy Miller Κυριάρχησε στα Trial για πάνω από μια δεκαετία, και τα δίχρονα Arrow και Leader με τα πρεσαριστά, ατσάλινα πλαίσια. Το νέο Ace ενισχύει την παράδοση της Ariel στο σχεδιασμό μοτοσυκλετών εκτός της πεπατημένης και ο Saunders σκοπεύει να φτιάξει 100 μονάδες το χρόνο με τιμή που θα ξεκινά από τις 20.000 λίρες (27.215 ευρώ).

Όπως όμως συμβαίνει και με το Atom, χάρη στο μοναδικό σύστημα παραγγελιών που δεν το συναντάμε πουθενά αλλού σε μοτοσυκλέτες παραγωγής και που επιτρέπει σε κάθε μοτοσυκλέτα να κατασκευάζεται ακριβώς όπως τη θέλει ο ιδιοκτήτης της, καμία Ace δεν θα είναι ίδια με μια άλλη. Αυτό θα επιτρέψει στην Ariel να προσφέρει την Ace σε διάφορες εκδόσεις, από χαμηλό cruiser, μέχρι streetfighter, roadster και sport –όλες με το ίδιο πλαίσιο και κινητήρα, αλλά με ξεχωριστά χαρακτηριστικά μέσω μιας μακράς λίστας επιλογών. Μέσα εκεί περιλαμβάνονται το μοντέρνο girder πιρούνι της Ariel ή το συμβατικό πιρούνι της Ohlins, η διαφορετική τοποθέτηση των ρυθμιζόμενων μαρσπιέ και μανετών, συν οι διαφορετικές σέλες –με ή χωρίς σέλα συνεπιβάτη- που προσφέρουν και διαφορετικό ύψος. Θα υπάρχει μια μεγάλη γκάμα επιλογών για το τιμόνι, το σχήμα και το μέγεθος του ρεζερβουάρ, τους τροχούς, την εξάτμιση και το κοστούμι, καθώς και για τα χρώματα, τα τελειώματα και τα υλικά, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται πως κάθε μοτοσυκλέτα Ace θα είναι μοναδική, κομμένη και ραμμένη στα γούστα του εκάστοτε πελάτη. "Οι μοτοσυκλετιστές διακατέχονται από αληθινό πάθος για τις μοτοσυκλέτες τους", λέει ο Simon Saunders. "Θέλουν να είναι ξεχωριστές και να είναι η δική τους μοτοσυκλέτα κι όχι απλώς μια ακόμη που μοιάζει με εκατοντάδες ή χιλιάδες άλλες. Η συνήθης διαδικασία είναι να αγοράσεις μια στάνταρ μοτοσυκλέτα και μετά να προσθέσεις διάφορα εξαρτήματα για να την μεταμορφώσεις σε αυτό που θέλεις να είναι. Με την Ace, όμως, η μοναδικότητα συμπεριλαμβάνεται στην παραγωγή της και η κάθε μία θα είναι ξεχωριστή όπως ο ιδιοκτήτης της."

Για τον πραγματικό κόσμο

Στον σχεδιασμό της Ace ο Saunders αποφάσισε, σε ό,τι αφορά την απόδοση, να απευθύνεται στον μέσο αναβάτη, αντί στους κατέχοντες μεγάλη εμπειρία όπως συμβαίνει με το κοινό του Atom. "Εξετάσαμε το ενδεχόμενο να φτιάχναμε ένα ξεχωριστό, πανάλαφρο superbike, αλλά αυτά που ήδη υπάρχουν απέχουν παρασάγγες από τις ικανότητες των περισσότερων αναβατών, οπότε πήραμε την απόφαση να κατασκευάσουμε μια πραγματικά γρήγορη μοτοσυκλέτα δρόμου αντί για ένα εργαλείο για τα track days, που θα είναι εύκολη στην οδήγηση και εντός των δυνατοτήτων της πλειοψηφίας των αναβατών", μας είπε. "Το ρητό μας είναι Σοβαρή Διασκέδαση και αυτές οι δύο λέξεις περιλαμβάνουν ακριβώς αυτό που είναι η Ace." Αυτό συνεπάγεται ότι το Ariel V4 προσφέρει άνεση και απόδοση ικανή για τις πραγματικές συνθήκες, γι' αυτό και ανακοινώνονται επιδόσεις της τάξης 265 χιλιομέτρων την ώρα για την τελική ταχύτητα και 3,4 δευτερόλεπτα για τα 0-100km/h. Ενώ διατηρήθηκε το πακέτο του ψεκασμού PGM-FI της Honda, η χαρτογράφηση έγινε με τις προδιαγραφές της Ariel, αν και η συνολική απόδοση είναι παρόμοια με του Honda VFR1200F στους 173 ίππους στις 10.000 και με 13,3 χιλιογραμμόμετρα στις 8.750 στροφές. Το traction control και το συνδυασμένο ABS της Nissin που έχει το Honda, συμπληρώνουν το πακέτο των ηλεκτρονικών βοηθημάτων.

Ένας σημαντικός παράγοντας στον αντίκτυπο που δημιουργεί η Ace είναι ο υπέροχος, ξεχωριστός ήχος του V4 που απελευθερώνουν τα διάφορα συστήματα των εξατμίσεων που προσφέρει η Ariel ως επιλογή στους πελάτες της, κάνοντας το Ace εξίσου μοναδικό στο άκουσμα όσο και στην εμφάνιση. Πατώντας τον διακόπτη της μίζας απελευθερώνεται ένα υπέροχο, άρρυθμο μπουμπουνητό από τον V4 κινητήρα, που ποτέ δεν ακούστηκε τόσο επιθετικό ή θυμωμένο σε κάποιο Honda. Προφανώς περνάει τις προδιαγραφές ήχου στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως λέει ο Saunders, κάτι που είναι θετικό για όσους έχουν ευαίσθητο μηχανολογικά αυτί –μπαίνεις στον πειρασμό να κατεβάσεις μια ή δύο σχέσεις μόνο και μόνο για να ακούσεις τον ήχο. Είναι συναρπαστικός.

Όλα τα χιλιόμετρα που έκανα με το πρωτότυπο Ace ήταν πάνω στη σέλα μιας έκδοσης Cruiser με το girder πιρούνι, το οποίο είναι φτιαγμένο από αλουμινένια κομμάτια. Χάρη, εν μέρει, στο γεγονός ότι την συμπίεση την αναλαμβάνει ένα ειδικά εξελιγμένο αμορτισέρ TTX της Ohlins, η συγκεκριμένη ανάρτηση δείχνει ότι έχει καλύτερη λειτουργία ακόμη και από κάποιο ακριβό, τηλεσκοπικό πιρούνι της σουηδικής εταιρείας, κυρίως λόγω των μειωμένων στατικών τριβών στους πάνω και κάτω βραχίονες. Δεν είναι σύμπτωση ότι ο John Britten είχε επιλέξει ένα παρόμοιο σχεδιασμό για το αγωνιστικό V-1000, ενώ και στην πράξη η οδήγηση του Ariel Ace θυμίζει πολύ το Britten. Υπάρχει η ίδια αίσθηση ότι κρατάς τον μπροστινό άξονα στα χέρια σου, έτσι ώστε λαμβάνεις μια ξεκάθαρη και απόλυτη πληροφόρηση από το μπροστινό Dunlop D218. Μάλιστα, έχεις και την μοναδική οπτική να βλέπεις το πάνω μέρος του girder να ανεβοκατεβαίνει καθώς περνάς πάνω από σαμαράκια με το Ariel, όχι μόνο για να σου θυμίσει σου ότι οδηγείς μια μοναδική μοτοσυκλέτα, αλλά και ως μια επιπλέον επιβεβαίωση για το πόσο καλά απορροφά η ανάρτηση τις ανωμαλίες χωρίς καν να το αντιλαμβάνεσαι.

Πάντως, η πίσω ανάρτηση της Ace ήταν λιγότερο αποτελεσματική στο πρωτότυπο που οδήγησα, το οποίο όπως όλες οι εκδόσεις χρησιμοποιούσε το στιβαρό μονόμπρατσο ψαλίδι με μοχλισμό τύπου Pro Link, σε συνδυασμό με το αμορτισέρ της Showa που "φορά" το VFR1200F. Το ειδικά εξελιγμένο για την Ariel Ohlins TTX36 δεν είχε φτάσει ακόμη στο εργοστάσιο όταν το οδήγησα αλλά κρίνεται απολύτως απαραίτητο λόγω των 38 λιγότερων κιλών που ζυγίζει το Ace (229kg πλήρες υγρών, χωρίς καύσιμο) σε σχέση με το Honda. Αυτό σημαίνει ότι το Showa ήταν πολύ σκληρό για το Ace, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ταλαντώσεις και αναπηδήσεις του πίσω τροχού σε οριακές καταστάσεις πάνω από μερικά πολύ άσχημα σαμαράκια στους δρόμους γύρω από το εργοστάσιο της Ariel, κάτι που Ohlins θα το έλυνε οριστικά. Η εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop έφερε επίσης στην επιφάνεια τα θέματα με την απόσταση από το έδαφος, με τα πολύ χαμηλά τοποθετημένα και μακριά μαρσπιέ, τα οποία πρέπει να μικρύνουν σε μήκος και να τοποθετηθούν ψηλότερα, ακόμη και στην έκδοση Cruiser. Το ότι το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό μπορεί να αλλάξει με εκατομμύρια διαφορετικές θέσεις, αποτελεί κι αυτό μια λύση. Επίσης, η αφράτη σέλα ήταν απίστευτα φιλόξενη και η όρθια θέση οδήγησης, χάρη στο ίσιο και πλατύ τιμόνι που εδράζεται σε καβαλέτα στην κορυφή του επάνω μέρους της ανάρτησης, ήταν απόλυτα χαλαρωτική.

H Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική

Ξεχειλίζει από ποιότητα

Πράγματι, η συνολική συμπεριφορά του Ariel Ace χαρακτηρίζεται από μια ευελιξία και μια σβελτάδα μεγαλύτερη απ' ό,τι περίμενα από μια μοτοσυκλέτα με μεταξόνιο 1.563 εκατοστών. Εν μέρει, αυτό οφείλεται στην γεωμετρία, αλλά το υπόλοιπο το χρωστάει στην αρχιτεκτονική της που συγκεντρώνει τις μάζες χωρίς να μεγαλώνει το πλάτος, χάρη στον V4 κινητήρα. Πραγματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το νέο Ariel είναι η "μυώδης" μοτοσυκλέτα στην οποία παρακαλούσε αυτός ο δυνατός κινητήρας να φορεθεί για πολλά χρόνια. Ένα πακέτο που επιτρέπει στις αδιαμφισβήτητες επιδόσεις και στην ελαστικότητα της απόδοσης να γίνουν πλήρως εκμεταλλεύσιμες σε μια γρήγορη, άνετη και ιδιαίτερη μοτοσυκλέτα, με εκρηκτική επιτάχυνση και σαγηνευτική οδήγηση. Ω, με συγχωρείτε κυρίες μου –είναι επίσης ιδανικό για εκπροσώπους του αντίθετου φύλου, επίσης, χάρη στην δυνατότητα αλλαγής της τοποθέτησης της σέλας για οποιοδήποτε σωματότυπο.

Το καλύτερο απ' όλα όμως είναι ο τρόπος που μπορείς να χρησιμοποιήσεις τις υπέροχες εξαέμβολες, ακτινικές δαγκάνες της Nissin –η επιλογή του Troy Corser- φρενάροντας αργά και βαθιά μέσα στη στροφή και ταυτόχρονα να νιώθεις το μπροστινό να καταπίνει τις ανωμαλίες του δρόμου ακόμη και υπό κλίση, χωρίς ίχνος ταλαντώσεων έστω κι αν στρίβεις με ταχύτητες που θα ταίριαζαν σε αγωνιστικό ρυθμό. Η ελαφριά πίεση με ένα δάχτυλο στη μανέτα, για να κόψεις λίγο ταχύτητα πριν την είσοδο μιας στροφής, δεν σηκώνει το Ace ούτε το κάνει να υποστρέφει, αλλά αντιθέτως το βοηθά να διατηρήσει τη γραμμή του όντας απόλυτα προβλέψιμο. Αυτή η εκπληκτική ικανότητα επιβράδυνσης σε μια τόσο γρήγορη μοτοσυκλέτα που παρέχει το πακέτο Nissin με το απενεργοποιούμενο ABS που έχει επιλέξει η Ariel, είναι άλλο ένα από τα κορυφαία χαρακτηριστικά της. Οι δύο ακτινικές δαγκάνες που συνδυάζονται με δίσκους 320mm σταματούσαν το πρωτότυπο Ariel από την τελική του με μπόλικη αίσθηση και ελεγχόμενο δάγκωμα, εμπνέοντας τόνους εμπιστοσύνης, δίχως σημαντικό βύθισμα από το μπροστινό. Υπάρχει ακόμη περίσσευμα διαδρομής από το girder πιρούνι για να σε κάνει να νιώσεις ότι πράγματι φρενάρεις, αλλά δεν μεταφέρει αυτή την φλατ και αποκομμένη αίσθηση που έχουν μοτοσυκλέτες με εναλλακτικά μπροστινά συστήματα όπως η Bimota Tesi, ενώ το πιο σημαντικό είναι ότι δεν υπάρχουν οι αναπηδήσεις και οι "πρωτοβουλίες" που έπαιρνε το μπροστινό του Tesi, ειδικά όταν φρενάρεις βαθιά μέσα στην στροφή. Ο στόχος επετεύχθη σε ό,τι αφορά την άψογη συμπεριφορά του Ace.

Αντίθετα με τους αναγεννημένους, Βρετανούς, ανταγωνιστές όπως η Norton ή ακόμη και η Triumph, η Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική, με υψηλές επιδόσεις και κορυφαίο σχεδιασμό. Ακολουθεί τα χνάρια του Atom, του οποίου η εμπορική επιτυχία έδωσε αυτή τη δυνατότητα –αυτό ήταν κάτι γενναίο και πολύ… Ariel!

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Ariel Ace V4 1200

Κατασκευαστής:

Ariel Motor Co.

  
 
 

Μεταξόνιο (mm):

1.541

Ύψος σέλας (mm):

825

Ίχνος (mm):

 

  

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο κατεργασμένο σε CNC

Βάρος (Kg):

229 χωρίς βενζίνη

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15 (προαιρετικά 21,3)

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, τετρακύλινδρος V76o υγρόψυκτος, με 2EEK και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

81 x 60

Χωρητικότητα (cc):

1.237

Σχέση συμπίεσης:

12:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

173/10.000

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire, σώματα 44mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων:

έξι

Τελική ματάδοση:

Άξονας

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό ProLink, μονόμπρατσο ψαλίδι

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6,00 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

190/55ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 276mm με δαγκάνα Nissin με δυο έμβολα, ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αλουμινένιο αρθρωτό – girder – με ένα αμορτισέρ Ohlins

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,50 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

120/70ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δύο δισκόφρενα 320mm με ακτινικές δαγκάνες έξι εμβόλων Nissin και ABS

   

 

 

 

 

 

MRCG: Δύο μέρες γεμάτες μοτοσυκλέτα!

Ζωντανεύουν τα παραμύθια;
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

22/8/2017

Οι μοτοσυκλετιστικές ιστορίες που ακούς σε καφετέριες και πλέον σε ιντερνετικές συζητήσεις, έχουν πάντα μία δόση υπερβολής, ή φαντάζουν πως έχουν καθώς ορισμένες φορές αδυνατείς να πιστέψεις πως όλα όσα ακούς έχουν συμβεί στην πράξη. Μπορεί να γίνει χειρότερο. Μπορεί μέσα σε δύο μέρες να μαζέψεις κι εσύ ο ίδιος μία σειρά από υπερβολικές ιστορίες και να σκέφτεσαι πώς θα τα εξιστορήσεις, χωρίς να αρχίσεις να κινείς υποψίες ότι ξεκίνησες την πρακτική να… φουσκώνεις μπαλόνια! Μοναδική συνθήκη για να βρεθείς σε μία τέτοια θέση, είναι να γίνεις μέρος μίας ιδιότυπης παρέας.

Αυτός είναι ο κόσμος του MRCG – Motorcycle Restoring and Customizing Greece ένα μικρό Γαλατικό χωριό που αντί για Ρωμαίους παλεύουν με μοτοσυκλέτες, μερικές φορές με σκούτερ (εκτός από εκείνα που τους περνάνε στους χωματόδρομους) και για μαγικό ζωμό έχουν το… Harpic! Υπάρχει λοιπόν μία εύκολη λύση αν το ακροατήριο είναι ευαισθητοποιημένο με τα μοτοσυκλετιστικά θέματα, βάζεις την λέξη MRCG μπροστά κι αμέσως ο άλλος είναι έτοιμος να πάρει ως δεδομένο κάθε τι που θα ακούσει και διαφορετικά θα φάνταζε υπερβολικό!

Για όσους δεν ξέρουν –ακόμα- τι είναι το MRCG, ας πούμε πως πρόκειται για μία από τις ελάχιστες ομάδες που όλα τα ήδη μοτοσυκλέτας συνυπάρχουν, και αποβάλλει σιγά-σιγά όποιους έχουν μονομερείς απόψεις. Από καινούρια KTM, καμία σχέση με restoring και customizing, μέχρι μοτοσυκλέτες που έχουν όνομα και επώνυμο αντί για μάρκα, καθώς είναι δημιούργημα του αναβάτη τους, στο MRCG συναντάς τα πάντα και δεν έχει σημασία τι καβαλάς, αλλά ο τρόπος που σκέφτεσαι! Ως ένα από τα πρώτα μέλη του MRCG - όταν ξεκίνησε βάφοντας ρεζερβουάρ πριν αποκτήσει την δύναμη να συγκεντρώνει πάνω από χίλιες μοτοσυκλέτες σε ένα απόγευμα ή να ανακαινίζει Ιδρύματα με το φιλανθρωπικό του έργο - δεν χάνω καμία του εκδήλωση και φέτος έπρεπε να είμαι και στα «Γαϊδουράγκαθα: Ζαβοί Τρακάρ».

Μάλιστα - αυτός είναι ο γενικός τίτλος μίας μοτοσυκλετιστικής εκδήλωσης που οι χαρακτήρες, δηλαδή οι συμμετέχοντες, είναι εκείνοι που παρουσιάζουν θέμα κι όχι η ίδια η διαδρομή, ή το που έγινε στάση για φαγητό και το καλά οργανωμένο (όχι;), σφιχτό πρόγραμμα. Οι τύποι του MRCG μέσα σε δέκα λεπτά οδήγησης έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ισάριθμες ιστορίες καθώς τις παράγουν με ρυθμό πυροβόλου, και το να ταξιδεύεις μαζί τους είναι μία απόλαυση. Τι κι αν σημειώθηκαν 38 πτώσεις, από σύνολο 105 μοτοσυκλετών, αν δηλαδή το ένα τρίτο των συμμετεχόντων είχε κάποιας μορφής έμπρακτης επικοινωνίας με το έδαφος; Μερικοί μάλιστα είχαν τόσο συχνή επαφή που πλέον θεωρούνται μεγαλογαιοκτήμονες του Νομού Ηρακλείου, ωστόσο καμία φορά δεν μπορούσες να πεις ότι συνέτρεχαν λόγοι ανησυχίας! Ελάχιστες φορές έχω παρευρεθεί σε πορεία ενός ετερόκλητου γκρουπ μοτοσυκλετιστών χωρίς να έχουμε παρεξηγήσεις, εντάσεις, προσπάθεια να αποδείξεις πως είσαι καλύτερους από τους υπόλοιπους. Όλα αυτά δεν υπάρχουν σε μία καλή παρέα μοτοσυκλετιστών, και μπορεί να είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, αλλά τελικά αποδεικνύεται πως είναι δυνατόν να συνυπάρξουν 105 μοτοσυκλέτες που να λειτουργούν μεταξύ τους με κανόνες παρέας!

Η πλήρως ανοργάνωτα οργανωμένη εκδήλωση, ξεκίνησε με ραντεβού στο Ηράκλειο από όπου η εκκίνηση σημαδεύτηκε με τα παραξενευμένα βλέμματα των περαστικών. Κι αν ο κόσμος της πόλης αναρωτιόταν τι συμβαίνει, η πραγματικότητα των κατοίκων στα χωριά ήταν που θα αποκτούσε ένα νέο νόημα, καθώς το ετερόκλητο κομβόι θα διέσχιζε τον κεντρικό τους δρόμο.

Πριν γίνει αυτό όμως, είμασταν έτοιμοι για μία ακόμη αναπαράσταση διάσημων εμαρσιτζίδικων ιστοριών. Για να είμαι μέσα στο πνεύμα της ομάδας, θέλησα να έχω ένα αντιπροσωπευτικό μηχανάκι, παρόλο που ήταν βέβαιο πως θα υπήρχε ανεκτικότητα ακόμα και στην περίπτωση που έφτανα με σκούτερ (τυχαίο παράδειγμα). Τι πιο αντιπροσωπευτικό λοιπόν, από το XT550 του Λάζαρου Αλεξάκη, του συνεργάτη του MOTO και ιδρυτή της ομάδας! Είναι αυτό ακριβώς το XT για το οποίο έχετε διαβάσει στο περιοδικό πως προσπάθησαν τόσοι πολλοί να το οικειοποιηθούν, που πλέον αμφισβητείτε η κυριότητα του… Ρίχνω την μία μανιβελιά πίσω από την άλλη, όταν έτερος φίλος έρχεται με νόημα και κατεβάζει το kill switch, με τον κινητήρα να παίρνει αμέσως μπροστά, εν μέσω πειραγμάτων! Εξαιρετικά παιδιά όλοι τους: Θα μπορούσαν να με αφήσουν να ρίχνω μανιβελιές μέχρι να έρθει η νύκτα, αλλά προτίμησαν να μην με κάνουν να παιδεύομαι, όπως στην διάσημη ιστορία που ανακυκλώνεται στο MRCG με τον ιδρώτα να στάζει πάνω στην μανιβέλα, μετά από άπειρες επαναλήψεις. Ωστόσο η υπόθεση με την μανιβέλα του XT, μόλις ξεκινούσε… Σ’ ένα χωριό πιο κάτω θα έριχνα καμιά 30αριά μανιβελιές πριν παραδώσω την σκυτάλη σε άλλον, κι ευτυχώς δεν τα κατάφερε με την πρώτη γιατί η καζούρα θα ήταν μεγαλύτερη…

Διασχίσαμε αμέσως μετά την πεδιάδα της Μεσσαράς προς Καπετανιανά στις παρυφές των Αστερούσιων, και ήδη μετρήσαμε τις πρώτες πτώσεις στις φουρκέτες που σκαρφαλώνουν απότομα την Οροσειρά που χωρίζει την πεδιάδα από το Λιβυκό πέλαγος. Όμως πριν από αυτό θα βάζαμε βενζίνη τρομοκρατώντας τον ιδιοκτήτη του βενζινάδικου που έπινε αμέριμνος τον καφέ του και αμέσως επιστράτευσε και τον άτυχο φίλο του να τον βοηθήσει! Εισπράττω τα πειράγματα μόλις στην τρίτη μανιβελιά που σημαίνει ότι ο κλοιός σφίγγει, ιδιαίτερα από τους ιδιοκτήτες XT 550, που δηλώνουν ευθαρσώς ότι «εγώ το βάζω με το χέρι – ένα χάδι θέλει μην το κλωτσάς – σφύρα του μην του μιλάς» και άλλα τέτοια όμορφα και ωραία…

Λίγο πριν τα Καπετανιανά, θα στρίψουμε δεξιά στον χωματόδρομο που κατεβαίνει στο φαράγγι της Τρυπητής, με την αρχή του δρόμου να κατηφορίζει ανάμεσα σε βράχια και γκρεμούς προσφέροντας μία μαγευτική θέα. Εδώ είναι που ο νεότερος της παρέας θα εισπράξει το μάθημα, πως δεν οδηγούμε χωρίς προστατευτικό εξοπλισμό, όταν διανθίζει μία ήπια πτώση με ματωμένα χέρια και πόδια… με τα πολλά θα φτάσουμε στην ταβέρνα στην μέση του πουθενά, περιγραφή κυριολεκτική για εκεί που βρίσκεται, στα μισά του χωματόδρομου μέσα στο φαράγγι. Κουτρουβαλώντας ταχύτερα από αυτό που θα περίμενε κανείς, το πρόβλημα είναι πως φτάσαμε δύο ώρες πριν από την αυτό που του είχαμε πει. Και φυσικά τα πενήντα (!) κιλά κρέατος δεν ήταν ακόμα έτοιμα. Χορταίνοντας με ορεκτικά και παραδοσιακά πιάτα, έχει αρχίσει να εξαπλώνεται μία διάχυτη ανησυχία για να φύγουμε λες και η παραλία θα εξαφανιστεί ή θα κατεβάσει μπαριέρες. Γινόμαστε τρεις ομάδες, εκείνοι που έφυγαν πριν έρθουν τα ταψιά, εκείνοι που ετοιμάστηκαν να φύγουν και όσοι θα έμεναν να γευτούν το εξαιρετικό κρέας! Κάποιος θεός της Yamaha κάνει σωστά την δουλειά του κι εξαιτίας μίας καμένης ασφάλειας σε ένα XT, η αναχώρηση της δεύτερης ομάδας αναβάλλεται τόσο όσο χρειάζεται για να ολοκληρωθεί το τσιμπούσι. Μαλακό κρέας που δεν βαραίνει στο στομάχι, μας αφήνει να οδηγήσουμε κατηφορίζοντας προς την θάλασσα και να παίξουμε στον χωματόδρομο. Κάπου εκεί με δυο-τρεις μικρές αναπηδήσεις που θέλουν να μου τις χρεώσουν για άλματα, χάνω ένα-δυο ανταλλακτικά από το XT και ευτυχώς και την μανιβέλα. Τεράστια ανακούφιση, πλέον δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την εκκίνηση του σε κατηφόρα, κανείς δεν θα μετρά πόσες μανιβελιές έπεσαν! Επίσης οτιδήποτε ήταν να φύγει από το XT, με το ιδιότυπο καθεστώς ιδιοκτησίας, έχει ήδη φύγει και μπορώ να οδηγήσω ανενόχλητα. Δεν έχει σημασία που το XT550 ανήκει στο «Στόμα του Λύκου», τον Αλεξάκη, εκείνος που θα πληγωθεί αν πάθει κάτι είναι άλλος!

Φτάνουμε στον Λέντα αλλά μέχρι εκεί η παρέα που κυκλοφορεί σε δόσεις σκονίζοντας τα βουνά, έχει μαζέψει μερικές πολύ καλές ιστορίες. Υπάρχουν άνθρωποι που χάθηκαν, ασφάλειες που κάηκαν, εξαρτήματα που ξεβιδώθηκαν και μερικές ακόμη μικρο-πτώσεις. Στους Καλούς Λιμένες θα γίνει ο απολογισμός. Δύο θα επιστρατεύσουν την οδική βοήθεια και θα επιστρέψουν, κι ένας θα καταλήξει στο Κέντρο Υγείας για ράμματα στο πόδι. Η παρέα είχε φροντίσει να αναλάβει κάποιος τον ρόλο της «σκούπας» με αυτοκίνητο, όπως ακριβώς είχε και πλοηγούς, όλοι τους εθελοντές, όλοι τους αποφασισμένοι πως θα περνούσαν λιγότερο ευχάριστα για να ευχαριστηθούν οι υπόλοιποι. Για αυτό τους αξίζουν συγχαρητήρια. Πραγματοποίησαν έξοδα και θυσίασαν μέρες για να βοηθήσουν την παρέα, κι έτσι αποκτά νόημα το εσωτερικό αστείο που είναι ο «ΝΟΜΙΚΑ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ»! Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο σε μία παρέα που πηγαίνει βόλτα, και όταν κάποιος τον ζητήσει, όπως έγινε την δεύτερη μέρα, είναι όλοι έτοιμοι να δείξουν τον εαυτό τους…

Όπως ακριβώς είχε γίνει στην πρώτη ταβέρνα, που ο ευγενής ιδιοκτήτης είχε επιστρατεύσει όλο το σόι από 12 ετών και πάνω, έτσι και το βράδυ την εξυπηρέτηση θα αναλάβει ένα άλλο ολοκληρωμένο σόι… Υπήρξαν χέρια που πήγαν να αρπάξουν ξένα σουβλάκια και τιμωρήθηκαν με δαγκωματιές, ένας κύριος έτρωγε μόνος του σ’ ένα τραπέζι γρυλίζοντας μόλις κάποιος πλησίαζε, κι ανάμεσα σε βουτιές στην παραλία και ανθρώπινα γαυγίσματα ήρθε η νύχτα να δώσει το σύνθημα. Ο ουρανός γεμίζει αστέρια, αφού ο πολιτισμός βρίσκεται μακριά για να τον μολύνει με φως, και ούτε οι προβολείς από το απέναντι νησάκι που αποτελεί βενζινάδικο ανάγκης για την ποντοπόρο ναυτιλία, μπορούν να τα βάλουν με την ξαστεριά. Η μεγάλη παρέα απλώνεται στην παραλία και δημιουργεί πηγαδάκια και το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι το λεγόμενο «πηγαδάκι-hopping» πηγαίνοντας από τον έναν στον άλλο. Όλοι τους ευπρόσδεκτοι, όλοι τους με πειράγματα για την εκπληκτική οδήγηση -των άλλων- εκείνη την πρώτη μέρα! Τα μάτια δεν γίνεται παρά να κλείσουν συνοδευόμενα με χαμόγελα!

Η μέρα ξεκινά νωρίς με αναχώρηση για μία ήπια χωμάτινη διαδρομή που σκαρφαλώνει με την θάλασσα πίσω μας. Το ήπια δεν σημαίνει ότι οι “JOE BAR” τύποι, δεν θα έχουν ευκαιρία να δημιουργήσουν ιστορίες, πέφτοντας ή κοντεύοντας να πέσουν πράγμα εξίσου αστείο, για τους ίδιους πρώτα. Όπως αστείο είναι που σε κάθε φωτογραφία με κάποιον να πηγαίνει γρήγορα, υπάρχει πάντα μία πάπια πίσω του που πηγαίνει στον ίδιο ρυθμό! Ενίοτε και κάποια Vespa. Μέχρι και τις Vespa δεν υπάρχει θέμα για το MRCG, αν τους περνούσε και κάποιο σκούτερ θα είχαμε αυτοπυρπόληση, την στιγμή που υπάρχουν μαρτυρίες για το Runner που φορτωμένο πήγαινε παντού και έκανε προσπεράσεις…

Μερικές καμένες ασφάλειες ακόμα και μπόλικο γέλιο μετά, θα φτάσουμε στην λίμνη, ψηλά στον Ζαρό κι αυτή την φορά εντός ωραρίου. Από εκεί μας περιμένει το Αστεροσκοπείο για χώνεψη, μετά από λίγα χιλιόμετρα χωματόδρομου κι εδώ αρχίζουν οι παρανοήσεις. Η μεγάλη παρέα του MRCG έχει από όλα, supermotard που σουζάρουν σε κάθε ευκαιρία, σύγχρονα enduro, enduro βγαλμένα από μουσείο που το λέει όμως η καρδιά τους, άλλα που δεν θα έπρεπε να βγουν από το μουσείο, street / naked, παλιά και νέα, ότι χωρά το μυαλό σου! Η άποψη λοιπόν για την βατότητα του χωματόδρομου δεν γίνεται να είναι μία, και όσο λιγότερο άβατο τον βλέπεις, τόσο μεγαλώνει και σε απόσταση!

Μετά από μερικές εντυπωσιακές τούμπες, όλες τους ακίνδυνες, άλλες που έγιναν για λόγους συμπαράστασης – να πέφτει ο διπλανός σου και να σε βλέπει όρθιο είναι σκληρό – φτάνουμε στο Αστεροσκοπείο και ανταμειβόμαστε με την θέα και τον δροσερό αέρα. Θα κατηφορίσουμε για Ανώγεια που έχει γίνει παραγγελία για ταψιά με γαλακτομπούρεκο και σαν κανονική παρέα ο πρώτος απαιτεί να γίνει συνδυασμός από ότι έχει το μαγαζί με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι… Μέχρι να φτάσουμε όμως σε αυτό το βραβείο, είχαμε μία επεισοδιακή κατάβαση που είχε σταγόνες βροχής αφήνοντας λασπερά στίγματα όπου σε πετύχαιναν, από τα πολλαπλά στρώματα σκόνης που είχε επάνω του ο καθένας μας, και μερικά αιμοβόρικα ζωντανά, από εκείνα που κανονικά θα έπρεπε να καταναλώνεις σε παϊδάκια ή να τρέφεσαι με το γάλα τους. Μόλις άκουγαν μηχανάκι, έβαζαν το κεφάλι κάτω και έκαναν επίθεση, αλλά στο MRCG είχαν όλοι τους πλέον συνηθίσει τα ζιγκ-ζαγκ και δεν βρήκαν ούτε ένα στόχο, όσο κι αν προσπαθούσαν!

Κύλισαν έτσι δύο μέρες με μπόλικη οδήγηση και άφθονο γέλιο, χωρίς κανένα σοβαρό ευτράπελο, αφού οι πτώσεις τέτοιου είδους είναι μέσα στο πρόγραμμα. Αυτό που δεν είναι στο πρόγραμμα καμίας εκδήλωσης του MRCG, είναι η προκλητική οδήγηση για λόγους εντυπωσιασμού, συμπεριφορές που βλέπεις σε Πανελλήνια Συγκέντρωση, ή αντίστοιχες μοτοβόλτες, που υπάρχουν δυστυχήματα ακόμα και με την παρουσία της αστυνομίας. Κάθε σούζα και κάθε προσπέραση, σε όλα αυτά τα χιλιόμετρα των δύο ημερών έγινε με ασφάλεια. Η μόνη πρόκληση, ήταν πως μπορεί να συνοδευόταν από την φράση «φάε την σκόνη μου»!

Δύσκολο να βρεις μία ομάδα που να συνυπάρχουν κάθε είδους δίτροχο, και κάθε είδους αναβάτης. Στο MRCG δεν είναι το μοντέλο μοτοσυκλέτας που ενώνει τον κόσμο, αλλά μία κοινή ιδεολογία, και για αυτό τον λόγο μπορεί να λειτουργήσει αυτόνομα με «πυρήνες διοίκησης», και να πραγματοποιήσει οργανωμένα, ανοργάνωτες βόλτες με τέτοια επιτυχία! Για τους ίδιους, αν τους ρωτήσεις, η επιτυχία του «Ζαβοί Τρακάρ» ήταν καθολική από την στιγμή που η ονομασία επαληθεύτηκε στο έπακρο!

φωτό: MRCG

Ετικέτες