Ariel Ace 1200 V4

Σοβαρή διασκέδαση
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/8/2017

Triumph, Norton, Metisse, Hesketh, Brough Superior και τώρα η Ariel. Η αναβίωση των βρετανικών μοτοσυκλετιστικών εταιρειών του χθες συνεχίζεται, με ένα ακόμη μοντέλο να φέρει το λογότυπο μιας ιστορικής –made in England- φίρμας, με τη μορφή του άρτι αποκαλυφθέντος Ariel Ace 1200 V4

 

Στην πραγματικότητα όμως, η Ariel είχε κάνει την επιστροφή της πριν από 15 χρόνια με το ντεμπούτο του Ariel Atom το 1999, ένα διθέσιο αγωνιστικό αυτοκίνητο που θεωρήθηκε σημείο αναφοράς για την επιτάχυνση και την συμπεριφορά του ανάμεσα σε οτιδήποτε διαθέτει τέσσερις τροχούς. Μέχρι στιγμής, 1800 φανατικοί και ικανοποιημένοι πελάτες έγιναν ιδιοκτήτες του, με τον καθένα τους να διαθέτει ένα μοναδικό, κατά παραγγελία φτιαγμένο, αυτοκίνητο που όμοιό του δεν υπάρχει στον κόσμο. Ο ειδικός επί των μοτοσυκλετών και αυτοκινήτων, Jay Leno, λέει ότι είναι το αγαπημένο του όχημα μέσα από το τεράστιο γκαράζ του κι αυτά είναι τα καλύτερα εύσημα που μπορούν να αποκομίσουν οι 19 εργαζόμενοι της Ariel Motor Co. στο Crewkwerne, με ιδιοκτήτη τον Simon Saunders. Με την παγκόσμια επιτυχία του Atom, η Ariel έχει ένα εξασφαλισμένο μέλλον, αν και η συνολική παραγωγή είναι μόλις 100 αυτοκίνητα το χρόνο, ένα γεγονός που συντηρεί την ιδιαιτερότητα και την αξία σε πολύ υψηλό επίπεδο.

Ο εξηντάχρονος Saunder, είναι ένας πρώην σχεδιαστής των GM, Porsche και Aston Martin με ακαδημαϊκή καριέρα και πάθος για τις μοτοσυκλέτες, όπως μαρτυρά και το πλάνο του για την απόκτηση του ονόματος της Ariel πριν από 15 χρόνια με σκοπό να το βάλει πάνω στο αυτοκίνητο που κατασκεύασε ένας φοιτητής του στο πανεπιστήμιο του Coventry και να το λανσάρει στην αγορά. "Το σχέδιό μου ήταν πάντοτε το να εξελίξω μια μοτοσυκλέτα Ariel", λέει ο Saunders. "Το Atom ήταν ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, για να δημιουργηθούν τα κέρδη και οι βιομηχανικές σχέσεις ώστε να επιτευχθεί ο στόχος." Ο πιο σημαντικός δεσμός που αναπτύχθηκε ήταν αυτός με την Honda, η οποία προμήθευσε την εταιρεία με τον κινητήρα του Civic Type R για το Atom. Γι' αυτό η καινούργια μοτοσυκλέτα Ace της Ariel χρησιμοποιεί τον V4-76° κινητήρα με διαστάσεις 81x60mm από το Honda VFR1200F, με απόδοση 173 ίππων στις 10.000 στροφές. Αυτή η κίνηση είναι αντίθετη με την συνήθη πολιτική του ιαπωνικού γίγαντα να μην προμηθεύει με κινητήρες άλλους κατασκευαστές, γεγονός που μαρτυρά τον σεβασμό απέναντι στην Ariel. "Νομίζω ότι το γεγονός πως το Atom είναι ένα ακραίο προϊόν που ποτέ δεν θα έφτιαχνε η Honda, που αποδείχθηκε όμως πολύ επιτυχημένο με τον κινητήρα της, είναι αυτό που τους έπεισε να μας προμηθεύσουν κινητήρες για το Ace", λέει ο Saunders.

Με γνώμονα την μοναδικότητα

Έτσι, η Ariel Motor Company ανακοίνωσε την παρουσίαση της νέας Ace στο φεστιβάλ του Goodwood και μου ζήτησε να την οδηγήσω για λογαριασμό τους στην διαδρομή του Lord March για το ετήσιο πάρτι. Πριν όμως από αυτή τη διαδρομή του 1,6 χιλιομέτρου μπροστά σε 180.000 θεατές, είχα ήδη επισκεφθεί το εργοστάσιο όντας ο πρώτος εκτός εταιρείας που οδήγησε το πρωτότυπο Ace σε πραγματικές συνθήκες, συμβάλλοντας με τις παρατηρήσεις μου στο πρόγραμμα του R&D, με το περίεργο πλαίσιο και το girder πιρούνι καμουφλαρισμένα από τα περίεργα βλέμματα.

To Ace είναι η πρώτη νέα μοτοσυκλέτα της Ariel τα τελευταία 50 χρόνια, συνεχίζοντας μια ιστορία γεμάτη με καινοτομίες που ξεκίνησε το 1870 και περιλαμβάνει ριζοσπαστικά ποδήλατα, ένα V8 GP αυτοκίνητο και το πατεντάρισμα των ακτινωτών τροχών (ναι, είναι αλήθεια, η Ariel "εφέυρε" τον τροχό!). Τον τελευταίο αιώνα, η Ariel ήταν γνωστή για τις πρωτοποριακές μοτοσυκλέτες της όπως το τετρακύλινδρο Ariel Square-5 με 500, 600 και τελικά 1.000 κυβικά, τον πανάλαφρο, μονοκύλινδρο κινητήρα HP5 με τον οποίο ο Sammy Miller Κυριάρχησε στα Trial για πάνω από μια δεκαετία, και τα δίχρονα Arrow και Leader με τα πρεσαριστά, ατσάλινα πλαίσια. Το νέο Ace ενισχύει την παράδοση της Ariel στο σχεδιασμό μοτοσυκλετών εκτός της πεπατημένης και ο Saunders σκοπεύει να φτιάξει 100 μονάδες το χρόνο με τιμή που θα ξεκινά από τις 20.000 λίρες (27.215 ευρώ).

Όπως όμως συμβαίνει και με το Atom, χάρη στο μοναδικό σύστημα παραγγελιών που δεν το συναντάμε πουθενά αλλού σε μοτοσυκλέτες παραγωγής και που επιτρέπει σε κάθε μοτοσυκλέτα να κατασκευάζεται ακριβώς όπως τη θέλει ο ιδιοκτήτης της, καμία Ace δεν θα είναι ίδια με μια άλλη. Αυτό θα επιτρέψει στην Ariel να προσφέρει την Ace σε διάφορες εκδόσεις, από χαμηλό cruiser, μέχρι streetfighter, roadster και sport –όλες με το ίδιο πλαίσιο και κινητήρα, αλλά με ξεχωριστά χαρακτηριστικά μέσω μιας μακράς λίστας επιλογών. Μέσα εκεί περιλαμβάνονται το μοντέρνο girder πιρούνι της Ariel ή το συμβατικό πιρούνι της Ohlins, η διαφορετική τοποθέτηση των ρυθμιζόμενων μαρσπιέ και μανετών, συν οι διαφορετικές σέλες –με ή χωρίς σέλα συνεπιβάτη- που προσφέρουν και διαφορετικό ύψος. Θα υπάρχει μια μεγάλη γκάμα επιλογών για το τιμόνι, το σχήμα και το μέγεθος του ρεζερβουάρ, τους τροχούς, την εξάτμιση και το κοστούμι, καθώς και για τα χρώματα, τα τελειώματα και τα υλικά, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται πως κάθε μοτοσυκλέτα Ace θα είναι μοναδική, κομμένη και ραμμένη στα γούστα του εκάστοτε πελάτη. "Οι μοτοσυκλετιστές διακατέχονται από αληθινό πάθος για τις μοτοσυκλέτες τους", λέει ο Simon Saunders. "Θέλουν να είναι ξεχωριστές και να είναι η δική τους μοτοσυκλέτα κι όχι απλώς μια ακόμη που μοιάζει με εκατοντάδες ή χιλιάδες άλλες. Η συνήθης διαδικασία είναι να αγοράσεις μια στάνταρ μοτοσυκλέτα και μετά να προσθέσεις διάφορα εξαρτήματα για να την μεταμορφώσεις σε αυτό που θέλεις να είναι. Με την Ace, όμως, η μοναδικότητα συμπεριλαμβάνεται στην παραγωγή της και η κάθε μία θα είναι ξεχωριστή όπως ο ιδιοκτήτης της."

Για τον πραγματικό κόσμο

Στον σχεδιασμό της Ace ο Saunders αποφάσισε, σε ό,τι αφορά την απόδοση, να απευθύνεται στον μέσο αναβάτη, αντί στους κατέχοντες μεγάλη εμπειρία όπως συμβαίνει με το κοινό του Atom. "Εξετάσαμε το ενδεχόμενο να φτιάχναμε ένα ξεχωριστό, πανάλαφρο superbike, αλλά αυτά που ήδη υπάρχουν απέχουν παρασάγγες από τις ικανότητες των περισσότερων αναβατών, οπότε πήραμε την απόφαση να κατασκευάσουμε μια πραγματικά γρήγορη μοτοσυκλέτα δρόμου αντί για ένα εργαλείο για τα track days, που θα είναι εύκολη στην οδήγηση και εντός των δυνατοτήτων της πλειοψηφίας των αναβατών", μας είπε. "Το ρητό μας είναι Σοβαρή Διασκέδαση και αυτές οι δύο λέξεις περιλαμβάνουν ακριβώς αυτό που είναι η Ace." Αυτό συνεπάγεται ότι το Ariel V4 προσφέρει άνεση και απόδοση ικανή για τις πραγματικές συνθήκες, γι' αυτό και ανακοινώνονται επιδόσεις της τάξης 265 χιλιομέτρων την ώρα για την τελική ταχύτητα και 3,4 δευτερόλεπτα για τα 0-100km/h. Ενώ διατηρήθηκε το πακέτο του ψεκασμού PGM-FI της Honda, η χαρτογράφηση έγινε με τις προδιαγραφές της Ariel, αν και η συνολική απόδοση είναι παρόμοια με του Honda VFR1200F στους 173 ίππους στις 10.000 και με 13,3 χιλιογραμμόμετρα στις 8.750 στροφές. Το traction control και το συνδυασμένο ABS της Nissin που έχει το Honda, συμπληρώνουν το πακέτο των ηλεκτρονικών βοηθημάτων.

Ένας σημαντικός παράγοντας στον αντίκτυπο που δημιουργεί η Ace είναι ο υπέροχος, ξεχωριστός ήχος του V4 που απελευθερώνουν τα διάφορα συστήματα των εξατμίσεων που προσφέρει η Ariel ως επιλογή στους πελάτες της, κάνοντας το Ace εξίσου μοναδικό στο άκουσμα όσο και στην εμφάνιση. Πατώντας τον διακόπτη της μίζας απελευθερώνεται ένα υπέροχο, άρρυθμο μπουμπουνητό από τον V4 κινητήρα, που ποτέ δεν ακούστηκε τόσο επιθετικό ή θυμωμένο σε κάποιο Honda. Προφανώς περνάει τις προδιαγραφές ήχου στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως λέει ο Saunders, κάτι που είναι θετικό για όσους έχουν ευαίσθητο μηχανολογικά αυτί –μπαίνεις στον πειρασμό να κατεβάσεις μια ή δύο σχέσεις μόνο και μόνο για να ακούσεις τον ήχο. Είναι συναρπαστικός.

Όλα τα χιλιόμετρα που έκανα με το πρωτότυπο Ace ήταν πάνω στη σέλα μιας έκδοσης Cruiser με το girder πιρούνι, το οποίο είναι φτιαγμένο από αλουμινένια κομμάτια. Χάρη, εν μέρει, στο γεγονός ότι την συμπίεση την αναλαμβάνει ένα ειδικά εξελιγμένο αμορτισέρ TTX της Ohlins, η συγκεκριμένη ανάρτηση δείχνει ότι έχει καλύτερη λειτουργία ακόμη και από κάποιο ακριβό, τηλεσκοπικό πιρούνι της σουηδικής εταιρείας, κυρίως λόγω των μειωμένων στατικών τριβών στους πάνω και κάτω βραχίονες. Δεν είναι σύμπτωση ότι ο John Britten είχε επιλέξει ένα παρόμοιο σχεδιασμό για το αγωνιστικό V-1000, ενώ και στην πράξη η οδήγηση του Ariel Ace θυμίζει πολύ το Britten. Υπάρχει η ίδια αίσθηση ότι κρατάς τον μπροστινό άξονα στα χέρια σου, έτσι ώστε λαμβάνεις μια ξεκάθαρη και απόλυτη πληροφόρηση από το μπροστινό Dunlop D218. Μάλιστα, έχεις και την μοναδική οπτική να βλέπεις το πάνω μέρος του girder να ανεβοκατεβαίνει καθώς περνάς πάνω από σαμαράκια με το Ariel, όχι μόνο για να σου θυμίσει σου ότι οδηγείς μια μοναδική μοτοσυκλέτα, αλλά και ως μια επιπλέον επιβεβαίωση για το πόσο καλά απορροφά η ανάρτηση τις ανωμαλίες χωρίς καν να το αντιλαμβάνεσαι.

Πάντως, η πίσω ανάρτηση της Ace ήταν λιγότερο αποτελεσματική στο πρωτότυπο που οδήγησα, το οποίο όπως όλες οι εκδόσεις χρησιμοποιούσε το στιβαρό μονόμπρατσο ψαλίδι με μοχλισμό τύπου Pro Link, σε συνδυασμό με το αμορτισέρ της Showa που "φορά" το VFR1200F. Το ειδικά εξελιγμένο για την Ariel Ohlins TTX36 δεν είχε φτάσει ακόμη στο εργοστάσιο όταν το οδήγησα αλλά κρίνεται απολύτως απαραίτητο λόγω των 38 λιγότερων κιλών που ζυγίζει το Ace (229kg πλήρες υγρών, χωρίς καύσιμο) σε σχέση με το Honda. Αυτό σημαίνει ότι το Showa ήταν πολύ σκληρό για το Ace, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ταλαντώσεις και αναπηδήσεις του πίσω τροχού σε οριακές καταστάσεις πάνω από μερικά πολύ άσχημα σαμαράκια στους δρόμους γύρω από το εργοστάσιο της Ariel, κάτι που Ohlins θα το έλυνε οριστικά. Η εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop έφερε επίσης στην επιφάνεια τα θέματα με την απόσταση από το έδαφος, με τα πολύ χαμηλά τοποθετημένα και μακριά μαρσπιέ, τα οποία πρέπει να μικρύνουν σε μήκος και να τοποθετηθούν ψηλότερα, ακόμη και στην έκδοση Cruiser. Το ότι το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό μπορεί να αλλάξει με εκατομμύρια διαφορετικές θέσεις, αποτελεί κι αυτό μια λύση. Επίσης, η αφράτη σέλα ήταν απίστευτα φιλόξενη και η όρθια θέση οδήγησης, χάρη στο ίσιο και πλατύ τιμόνι που εδράζεται σε καβαλέτα στην κορυφή του επάνω μέρους της ανάρτησης, ήταν απόλυτα χαλαρωτική.

H Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική

Ξεχειλίζει από ποιότητα

Πράγματι, η συνολική συμπεριφορά του Ariel Ace χαρακτηρίζεται από μια ευελιξία και μια σβελτάδα μεγαλύτερη απ' ό,τι περίμενα από μια μοτοσυκλέτα με μεταξόνιο 1.563 εκατοστών. Εν μέρει, αυτό οφείλεται στην γεωμετρία, αλλά το υπόλοιπο το χρωστάει στην αρχιτεκτονική της που συγκεντρώνει τις μάζες χωρίς να μεγαλώνει το πλάτος, χάρη στον V4 κινητήρα. Πραγματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το νέο Ariel είναι η "μυώδης" μοτοσυκλέτα στην οποία παρακαλούσε αυτός ο δυνατός κινητήρας να φορεθεί για πολλά χρόνια. Ένα πακέτο που επιτρέπει στις αδιαμφισβήτητες επιδόσεις και στην ελαστικότητα της απόδοσης να γίνουν πλήρως εκμεταλλεύσιμες σε μια γρήγορη, άνετη και ιδιαίτερη μοτοσυκλέτα, με εκρηκτική επιτάχυνση και σαγηνευτική οδήγηση. Ω, με συγχωρείτε κυρίες μου –είναι επίσης ιδανικό για εκπροσώπους του αντίθετου φύλου, επίσης, χάρη στην δυνατότητα αλλαγής της τοποθέτησης της σέλας για οποιοδήποτε σωματότυπο.

Το καλύτερο απ' όλα όμως είναι ο τρόπος που μπορείς να χρησιμοποιήσεις τις υπέροχες εξαέμβολες, ακτινικές δαγκάνες της Nissin –η επιλογή του Troy Corser- φρενάροντας αργά και βαθιά μέσα στη στροφή και ταυτόχρονα να νιώθεις το μπροστινό να καταπίνει τις ανωμαλίες του δρόμου ακόμη και υπό κλίση, χωρίς ίχνος ταλαντώσεων έστω κι αν στρίβεις με ταχύτητες που θα ταίριαζαν σε αγωνιστικό ρυθμό. Η ελαφριά πίεση με ένα δάχτυλο στη μανέτα, για να κόψεις λίγο ταχύτητα πριν την είσοδο μιας στροφής, δεν σηκώνει το Ace ούτε το κάνει να υποστρέφει, αλλά αντιθέτως το βοηθά να διατηρήσει τη γραμμή του όντας απόλυτα προβλέψιμο. Αυτή η εκπληκτική ικανότητα επιβράδυνσης σε μια τόσο γρήγορη μοτοσυκλέτα που παρέχει το πακέτο Nissin με το απενεργοποιούμενο ABS που έχει επιλέξει η Ariel, είναι άλλο ένα από τα κορυφαία χαρακτηριστικά της. Οι δύο ακτινικές δαγκάνες που συνδυάζονται με δίσκους 320mm σταματούσαν το πρωτότυπο Ariel από την τελική του με μπόλικη αίσθηση και ελεγχόμενο δάγκωμα, εμπνέοντας τόνους εμπιστοσύνης, δίχως σημαντικό βύθισμα από το μπροστινό. Υπάρχει ακόμη περίσσευμα διαδρομής από το girder πιρούνι για να σε κάνει να νιώσεις ότι πράγματι φρενάρεις, αλλά δεν μεταφέρει αυτή την φλατ και αποκομμένη αίσθηση που έχουν μοτοσυκλέτες με εναλλακτικά μπροστινά συστήματα όπως η Bimota Tesi, ενώ το πιο σημαντικό είναι ότι δεν υπάρχουν οι αναπηδήσεις και οι "πρωτοβουλίες" που έπαιρνε το μπροστινό του Tesi, ειδικά όταν φρενάρεις βαθιά μέσα στην στροφή. Ο στόχος επετεύχθη σε ό,τι αφορά την άψογη συμπεριφορά του Ace.

Αντίθετα με τους αναγεννημένους, Βρετανούς, ανταγωνιστές όπως η Norton ή ακόμη και η Triumph, η Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική, με υψηλές επιδόσεις και κορυφαίο σχεδιασμό. Ακολουθεί τα χνάρια του Atom, του οποίου η εμπορική επιτυχία έδωσε αυτή τη δυνατότητα –αυτό ήταν κάτι γενναίο και πολύ… Ariel!

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Ariel Ace V4 1200

Κατασκευαστής:

Ariel Motor Co.

  
 
 

Μεταξόνιο (mm):

1.541

Ύψος σέλας (mm):

825

Ίχνος (mm):

 

  

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο κατεργασμένο σε CNC

Βάρος (Kg):

229 χωρίς βενζίνη

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15 (προαιρετικά 21,3)

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, τετρακύλινδρος V76o υγρόψυκτος, με 2EEK και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

81 x 60

Χωρητικότητα (cc):

1.237

Σχέση συμπίεσης:

12:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

173/10.000

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire, σώματα 44mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων:

έξι

Τελική ματάδοση:

Άξονας

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό ProLink, μονόμπρατσο ψαλίδι

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6,00 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

190/55ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 276mm με δαγκάνα Nissin με δυο έμβολα, ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αλουμινένιο αρθρωτό – girder – με ένα αμορτισέρ Ohlins

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,50 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

120/70ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δύο δισκόφρενα 320mm με ακτινικές δαγκάνες έξι εμβόλων Nissin και ABS

   

 

 

 

 

 

Ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα με το εξακύλινδρο Honda CBX1000!

Σαράντα ετών Γιαπωνέζικη στους Γερμανικούς δρόμους
1.000.000χμ με Honda CBX1000
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

27/12/2022

Ο Γερμανός Jürgen Hereth συμπλήρωσε ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα στο CBX1000 του 1983 το οποίο έχει στην κατοχή του από το 1986 και αποτελεί το κατεξοχήν όχημά του συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο με κάθε τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των συγκυριών: Έχουν τώρα μαζί γενέθλια, εκείνος κλείνει σε λίγες μέρες τα 60 και η μοτοσυκλέτα συμπληρώνει τα 40, οπότε μαζί στρογγυλοποιούν το νούμερο στα 100, που με πολλά ακόμη μηδενικά μας κάνουν τα χιλιόμετρα που έχουν διανύσει σε όλη την Ευρώπη καθώς όσα ταξίδια έχει κάνει ο Jürgen, είναι με την εξακύλινδρη CBX.

Πρόκειται για μία ιστορία που αποτελεί το cover-story του Γερμανικού περιοδικού MOTORRAD CLassic, μία έκδοση με πάρα πολλούς αναγνώστες για τους μοτοσυκλετιστές και φίλους της ανάγνωσης, όπως άλλωστε είναι στο σύνολό τους οι Γερμανόφωνοι. Στο πλούσιο κείμενο που έχουν οι Γερμανοί συνάδελφοι ξεδιπλώνεται η ιστορία του Jürgen και του CBX με όλα τα καλά αλλά και τα στραβά της που για ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα δεν είναι πολλά, δεν είναι όμως και αμελητέα.

Γεννημένος το 1963 στο Stein στα περίχωρα της Νυρεμβέργης, ο Jürgen μπήκε στον κόσμο των δύο τροχών με τα μοτοποδήλατα, όπως είναι η σειρά για πλήθος Γερμανών ακόμη και σήμερα εξαιτίας του ξεκάθαρου νομικού πλαισίου για τους δεκαεξάχρονους αλλά και της οδικής εκπαίδευσης που λαμβάνουν. Από εκεί μεταπήδησε σε Hercules K50 RL κι έπειτα με την σειρά σε Honda CB 400 NC, CB 750 K2 και MTX 200 R. Είχε ξεκινήσει ήδη να κάνει όνειρα για ένα Honda CBX 1000 Pro-Link, την εξακύλινδρη μοτοσυκλέτα της εποχής εκείνης που ακόμη και τώρα και περισσότερο τότε, ενέπνεε τα όνειρα του κόσμου. Τελικά τα Χριστούγεννα του 1986 κατάφερε να κάνει μία δική του, ακριβώς όπως την ήθελε με το φαίρινγκ για τα ταξίδια που ονειρευόταν.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Μαζί με τον ήχο, το πιο χαρακτηριστικό σημείο αυτής της μοτοσυκλέτας!

Ήταν ελαφρώς μεταχειρισμένη με 6.000 χιλιόμετρα και από εκείνη την ημέρα δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά το συνεργείο. Ο Jürgen είναι ξεκάθαρος, δεν είχε κανένα σκοπό να την κρατήσει για το υπόλοιπο της ζωής του, δεν σκεφτόταν με αυτό τον τρόπο όπως συχνά βλέπουμε ορισμένους να εκφράζονται για την μοτοσυκλέτα των ονείρων τους: «αυτή να καταφέρω να πάρω και δεν θα φύγει από πάνω μου». Ο Jürgen δεν σκεφτόταν επίσης την εμπορική αξία της μοτοσυκλέτας αυτής και τις στερήσεις που έκανε για να την αποκτήσει. Διότι δυστυχώς το έχουμε δει και αυτό, να αποκτά κάποιος την μοτοσυκλέτα που ονειρευόταν αλλά να την τοποθετεί σε ένα σταντ και απλά να την κοιτά όσο περνούν τα χρόνια. Γνωστός σε μοτοσυκλετιστικές λέσχες της Γερμανίας με διάφορα ψευδώνυμα, ένα από αυτά ήταν ο «Άη Βασίλης» γιατί τέτοιες μέρες ντύνεται πάντα στα κόκκινα και ηγείται των υπολοίπων μελών μοιράζοντας δώρα. Το "χιλιομετροφάγος" είναι ένα άλλο παρατσούκλι με το οποίο είναι γνωστός, όπως και το "άφθαρτος" το οποίο το κέρδισε με άσχημο τρόπο.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Φωτογραφημένος από το MOTORRAD CLassic δείχνει σαν να έχει 1.000 και όχι 1.000.000 στην πλάτη

Κάθε χρόνο κάνει κατά μέσο όρο 40.000 χιλιόμετρα και καταναλώνει 4 ζευγάρια ελαστικά, στην Γερμανία τα αλλάζουν και στο όριο που πρέπει, ενώ η μέγιστη κατανάλωση φτάνει τα 7 λίτρα που δεν είναι πολύ για μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Ο Jürgen φτιάχνει τα πάντα μόνος του στην μοτοσυκλέτα χωρίς να είναι μηχανικός μοτοσυκλετών, δουλεύει όμως στην MAN από τότε που ήταν 16 ετών έχοντας αποκτήσει μεγάλη εμπειρία με τα μέταλλα και εκπαιδεύτηκε και στις CNC εργαλειομηχανές. Η δουλειά του, του έχει εξασφαλίσει τις γνώσεις αλλά και τα «μέσα» για να κάνει την ζωή που θέλει ταξιδεύοντας σε διάφορες χώρες όπως Σουηδία, Γαλλία, Ισπανία, Ολλανδία, Νορβηγία, και Πορτογαλία από όπου γύρισε αεροπορικώς:

Ήταν το 2016 στο χειρότερο ατύχημα των 1.000.000 χιλιομέτρων όπου σώθηκε εξαιτίας της άμεσης παρέμβασης των περαστικών και της ταχείας επέμβασης του ασθενοφόρου. Άλλη μία φορά έχει κινδυνέψει, στην Γερμανική Autobahn όπου στο CBX1000 καταστράφηκαν τα πάντα εκτός από τον κινητήρα. Το ξανά έφτιαξε από το μηδέν και αργότερα το 2016 όταν κέρδισε το παρατσούκλι «άφθαρτος» είχε να κάνει μόνο με τον ίδιο, το CBX1000 είχε μείνει σχεδόν ανέπαφο. Έχει πάει και στο Isle of Man τρεις φορές, το 1996, 1997 και το 2000, ενώ δεν έχει έρθει στα Βαλκάνια και την Ελλάδα…

Στα χρόνια αυτά δεν έχει κρατήσει το CBX τελείως εργοστασιακό γιατί ευτυχώς για τον ίδιο δεν πάσχει από κάποια ψευτολαγνεία και μπορεί να καταλάβει πως αναρτήσεις και πλαίσιο ήταν επιεικώς απαράδεκτα, ακόμη και για μία μοτοσυκλέτα φτιαγμένη για τα όνειρα όπως το CBX1000. Για αυτό και το πλαίσιο είναι ενός Γερμανού κατασκευαστή ο οποίος ειδικεύεται σε παλαιές μοτοσυκλέτες που γίνονται ανακατασκευή για να κυκλοφορούν και δεν είναι για το σαλόνι. Στην γκάμα του έχει μία σειρά από πλαίσια για παλαιότερα μοντέλα, αλλαγμένα και ενισχυμένα στα σημεία που πρέπει.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Μια πιο αυθεντική φωτογραφία του Jürgen με την "ασφαλτίλα" του ταξιδιού​​​​​

Από εκεί και πέρα το CBX1000 έχει νέες αναρτήσεις και ρυθμιζόμενο πίσω αμορτισέρ. Ένα ZX-9R έχει γίνει ο δότης για διάφορα ηλεκτρονικά στο CBX, η ανάφλεξη είναι σύγχρονη τελείως και για αυτό έχει βάλει και μπουζί Ιριδίου, νέες και φυσικά σύγχρονες αλλαγές στην κεφαλή, φώτα LED και ορισμένα ακόμη χωρίς ωστόσο να πειράξει ο Jürgen το παραμικρό τόσο στον χρονισμό, όσο και στον κινητήρα από εκεί και κάτω. Οι 105 ονομαστικοί ίπποι δεν του φτάνουν, όπως λέει ο ίδιος, ιδιαίτερα στις χαμηλές στροφές αλλά δεν θέλει να πειράξει τίποτα περισσότερο καθώς είναι βέβαιο πως από εκεί και πέρα ξεκινούν τα μηχανικά προβλήματα τα οποία και φυσικά θέλει να αποφύγει.

Ο Jürgen έχει μία αυθεντικότητα όπως ακριβώς συμβαίνει με όλους αυτούς τους ανθρώπους που ξεκινά από την φιλοσοφία ζωής και δεν αντανακλάται μονάχα στην μοτοσυκλέτα του. Θα φορά τα ίδια δερμάτινα χειμώνα – καλοκαίρι (κυκλοφορεί με το CBX1000 όλους τους μήνες που αν υπάρχουν εδώ λίγοι που αφήνουν τις μοτοσυκλέτες τον χειμώνα, στην Γερμανία είναι πολλοί περισσότεροι) και είναι της άποψης «αν βραχώ θα στεγνώσω». Δερμάτινο καπέλο που το χειμώνα διπλώνει και γίνεται ένα windstopper για το κρύο στο στήθος μέσα από το μπουφάν και μόνιμα ένα αντίσκηνο, δεν ταξιδεύει ποτέ σε ξενοδοχεία. Το διαμέρισμά του είναι γεμάτο από ανταλλακτικά του CBX, καθώς σε τέτοιες μοτοσυκλέτες δεν τα ψάχνεις όταν τα χρειαστείς αλλά τα αγοράζεις όταν τα βρίσκεις. Για αυτό τον λόγο κάτω από το κρεβάτι του έχει μία ολόσωμη εξάτμιση και σε διάφορα ντουλάπια μέσα στο σπίτι θα βρεις τα πάντα για το CBX.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Το εργοστασιακό οδόμετρο αλλάχτηκε στις 100.000χμ από έναν Γερμανό τεχνίτη που του έδωσε την σημερινή του μορφή...

Την τελευταία φορά που χρειάστηκε κάτι, ήταν σχετικά πρόσφατα όταν χτύπησε ένα ελάφι στην έξοδο μίας στροφής και δυστυχώς το πρώτο πράγμα που πάσχει σε αυτή την μοτοσυκλέτα, είναι και το πρώτο πράγμα που καταλαβαίνει κάποιος αν δεν είναι αυθεντικό και αποτελεί και το πιο όμορφο σημείο της: Οι λαιμοί της εξάτμισης! Δεν χρειάζεται να πέσεις με πολλά, ακόμη και από το σταντ να πέσει αυτή η μοτοσυκλέτα, αμέσως η ζημιά είναι μεγάλη. Ακόμη μία δικαιολογία για όλους εκείνους που δεν θα την φόρτωναν ποτέ με χιλιόμετρα, πόσο μάλλον με ένα εκατομμύριο.

Για ανθρώπους όπως ο Jürgen όμως ανοίγεται η ευκαιρία μίας μεγάλης οικογένειας που εκτείνεται σε Γαλλία και Ολλανδία όπου κατασκευάζουν πλέον μόνοι τους τα ανταλλακτικά, πολλά από αυτά σε CNC με ποιότητα ανώτερη της αρχικής και έτσι είναι δύσκολο να ξεμείνει ποτέ. Παρόλο που το CBX δεν σταματά να κυκλοφορεί, υπάρχουν περίοδοι που το χιόνι είναι περισσότερο από μία λευκή φλούδα στον δρόμο και τότε παίρνει ένα XR250RF που το αποκαλεί «χειμερινή μοτοσυκλέτα» καθώς όχι μόνο δεν διαθέτει αυτοκίνητο αλλά δεν έχει και δίπλωμα αυτοκινήτου. Την ερχόμενη Άνοιξη θα ξανά πάει στην Νορβηγία, δεν δέχεται να έρθει από την εδώ πλευρά του Νότου -κάτι ξέρει- ενώ σε κάθε συνέντευξη δηλώνει εργένης αλλά όχι από άποψη, καθώς καμία γυναίκα δεν έχει βρεθεί τα 60 αυτά χρόνια που να μπορεί να ακολουθήσει τον τρόπο ζωής του και κατά επέκταση καταλαβαίνει και ο ίδιος πως αυτό ήταν μάλλον δύσκολο. Αυτός και το CBX θα επιστρέψουν λοιπόν στο Βόρειο Ακρωτήρι αμέσως μόλις ο καιρός το επιτρέψει, γιατί την πρώτη φορά η ομίχλη δεν τους άφησε να τραβήξουν την φωτογραφία που ήθελαν. Επίσης και εδώ κατανοεί πως οι πιθανότητες να μην τα καταφέρει ούτε την δεύτερη, είναι εξίσου μεγάλες εκεί πάνω…

1.000.000χμ σε Honda CBX1000

Άλλη μία αυθεντική φωτογραφία αναβάτη και μοτοσυκλέτας, όπως συνήθως περνάνε τις ημέρες τους την καλοκαιρινή περίοδο:

1.000.000χμ σε Honda CBX1000

sk_motorium