Drysdale V8 Bruiser

Ένα V8 mega-monster!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/8/2017

Και οι οκτώ ήταν υπέροχοι

 

Το V8 Bruiser είναι ένα mega-Monster, ένα γυμνό roadster που έχει σκοπό να θέσει νέο όρια για την πιο ξεχωριστή, πιο μυώδη και κατά πάσα πιθανότητα την ταχύτερη custom cruiser μοτοσυκλέτα που θα μπορεί να αγοράσει κανείς

Χρειάστηκε σχεδόν τρία χρόνια για να το κατασκευάσει ο υπέρμαχος των πολυκύλινδρων κινητήρων, 44χρονος Ian Drysdale. Επιτέλους κυκλοφορεί στους δρόμους της Μελβούρνης, φορώντας τον κλασικό V8 κινητήρα με τις 32 βαλβίδες και τους 2 ΕΕΚ, εφοδιασμένο με ψεκασμό, έτοιμο για κόντρες στα φανάρια και για καβγά στους αυτοκινητοδρόμους. Τώρα όμως, σε αντίθεση με την προηγούμενη κατασκευή του 750 V8 superbike, η καινούργια υπερ-μοτοσυκλέτα είναι το δίτροχο αντίστοιχο των φουσκωτών τύπων που κάνουν πόρτα στα ξενυχτάδικα. Στ’ αλήθεια, για το μηχανάκι αυτό θα έπρεπε να καθιερωθεί ο όρος Π.Α.Μ.

Διότι το καινούργιο V8 του Drysdale είναι αναμφίβολα η απόλυτη μοτοσυκλέτα που μπορεί να κυκλοφορήσει νόμιμα για τους Πλούσιους Αστούς Μοτοσυκλετιστές. Μόνο κάποιος που μπορεί να κόψει μια επιταγή άνω των 30.000 ευρώ μπορεί να προστεθεί στην ήδη πολυπληθή λίστα αναμονής για να αγοράσει μια χειροποίητη απάντηση στο ερώτημα πώς ξεπερνά κανείς το Yamaha V-Μax. Αρκεί μια ματιά στα μοντέλα της Drysdale. Και παρόλο που τη μέρα που οδήγησα το πρωτότυπό της, αυτό ήταν εφοδιασμένο με τον 750cc V8, δίνοντάς μου μόνο μερικές ενδείξεις για το πώς θα καθαρίζει τον ανταγωνισμό στα GP των φαναριών, φαίνεται πως η εξίσωση της ισχύος θα έχει λυθεί μόλις ετοιμαστεί ο κινητήρας των 1.000cc που θα κινεί όλα τα Bruisers. Την περασμένη άνοιξη (λίγους μήνες μετά τη συγγραφή του παρόντος άρθρου) παραδόθηκε το πρώτο από τα τρία που πουλήθηκαν στις ΗΠΑ, σε έναν δικηγόρο της Νέας Αγγλίας.

Δεν υπάρχει περίπτωση να το παραδεχτεί ο Ian, αλλά ο λόγος που το πρωτότυπο που μου έδωσαν για να το δοκιμάσω στην εξοχή και να πεταχτώ μέχρι το κέντρο για να τσιμπήσω κάτι φορούσε πίσω ένα μισοφαγωμένο αγωνιστικό Michelin βροχής, ήταν ότι η κατανάλωσή του σε πίσω λάστιχα ξεπερνούσε τη δυνατότητά τους να αντικαταστήσουν το στοκ των Dunlop D208 που υπήρχε στο εργοστάσιο του Drysdale.

Μπορώ να κατασκευάσω ό,τι θέλω

Ο Ian Drysdale, ο οποίος είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα Αυστραλού που ασπάζεται το δόγμα “μπορώ να κατασκευάσω ότι θέλω”, είχε έναν απόλυτα ξεκάθαρο στόχο στο μυαλό του όταν ξεκίνησε να κατασκευάζει το V8, τον Ιανουάριο του ’94: “Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”, λέει ο μηχανικός που ζει στη Μελβούρνη.

Το βιογραφικό του, πριν αρχίσει να κατασκευάζει το Bruiser, περιλαμβάνει μια πληθώρα μυστήριων μελετών σε πολλούς διαφορετικούς τομείς, όπως να μετατρέψει τον μηχανικό κύκνο που χρησιμοποιούν τα Αυστραλιανά Μπαλέτα στη “Λίμνη των Κύκνων” έτσι ώστε να λειτουργεί με τηλεχειρισμό, ή να επιβλέψει την κατασκευή και την τοποθέτηση δυναμόμετρων με κυλιόμενο δάπεδο για τα εργοστάσια αυτοκινήτων των GM/Holden και Ford, ή την αεροδυναμική σήραγγα για το πανεπιστήμιο Monash της Μελβούρνης, ή να κατασκευάσει για την ανθούσα βιομηχανία κινηματογράφου της Αυστραλίας έναν ελαφρύ γερανό απ’ αυτούς που χειρίζονται τις κάμερες όταν βρίσκονται μακριά από τα στούντιο, ή για να μετατρέψει ATV quads έτσι ώστε να μπορούν να τα χρησιμοποιούν ανάπηροι αγρότες, και πολλά άλλα παρόμοια.

Εντούτοις ο Drysdale ήταν άρρωστος με τις μοτοσυκλέτες από πολύ παλιά, και εκτός του ότι είχε συμμετάσχει σε κάθε είδους αγώνα δίτροχων –όπως αγώνες στην έρημο, motocross, flat track, αγώνες ταχύτητας– έχει επίσης φτιάξει μια σειρά από ποικίλες πρωτοποριακές κατασκευές, μερικές συμβατικές, άλλες πρωτοποριακές, μερικές αληθινά τρελές. Εκτός από το παιδικό ποδηλατάκι που έφτιαξε στο σχολείο ως συμμετοχή σε έναν διαγωνισμό, που έστριβε ο πίσω τροχός του αλλά γενικά ήταν πλήρης αποτυχία, στις πρωτοποριακές του κατασκευές συμπεριλαμβάνεται οπωσδήποτε το Dryvtech 2Χ2Χ2, μια δίχρονη μοτοσυκλέτα enduro που είχε κίνηση και στους δύο τροχούς και που επιπλέον έστριβαν και οι δύο τροχοί της, η οποία φτιάχτηκε το 1999 και τώρα αναπαύεται στην Αγγλία. Οι επισκέπτες της πίστας Donington Park μπορούν να δουν το Dryvtech στο μουσείο της πίστας μαζί με άλλες εξωτικές F1 παλαιότερων εποχών, όπως και έναν από τους κινητήρες 750 V8 που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο Bruiser.

Όμως, όσο πρωτότυπο και να ήταν το Dryvtech, δεν ήταν παρά ένα ορεκτικό μπροστά στην επικείμενη επίδειξη τεχνολογικής δύναμης από τον Ian Drysdale, τη σχεδίαση και κατασκευή του δικού του 750 V8. Ήμουν ο πρώτος, εκτός από τους ανθρώπους της εταιρείας, που οδήγησε το σχεδόν έτοιμο οκτακύλινδρο στην πίστα δοκιμών Calder Park τον Ιούνιο του ’97. Οδηγώντας αυτή την πολύπλοκη μοτοσυκλέτα είχα την ευκαιρία να αντιληφθώ από πρώτο χέρι πώς κατάφερε η ομάδα του Drysdale να ολοκληρώσει ένα τόσο σύνθετο έργο. Όπως επίσης και τη δυνατότητα που θα έχουν για περιορισμένη παραγωγή μοντέλων με διάφορες παραλλαγές. Πέντε χρόνια μετά το ξεκίνημά τους, αφενός συμμετείχαν με ένα αγωνιστικό 750 V8 στο Australia Formula Xtreme (οι σωστοί αγώνες για μια τέτοια μοτοσυκλέτα) ώστε να το εξελίξουν στην πράξη, και αφετέρου, επειδή ο Ian χρειαζόταν χρήματα για το επόμενο στάδιο εξέλιξης, έκανε διάφορες άλλες περίεργες μηχανολογικές εργασίες – όπως π.χ. τεχνικός σύμβουλος σε μερικά κινέζικα εργοστάσια μοτοσυκλετών. Παράλληλα έψαχνε για χορηγούς για να φτιάξει το δικό του 990cc V8 MotoGP, το οποίο θα είναι το αποκορύφωμα της εξέλιξης του Drysdale V8 Bruiser.

“Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”

Ό,τι θέλει ο Λαός

Τα cruisers και τα γυμνά roadsters κυριαρχούν στις πωλήσεις παγκοσμίως, οπότε, όπως μας εξήγησε ο Ian Drysdale, ήταν αναπόφευκτο να τοποθετηθεί σε τέτοια μοτοσυκλέτα ο V8 κινητήρας του. “Υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον απ’ όλα τα μέρη του κόσμου για μια σπορ μοτοσυκλέτα V8 750cc”, είπε. “Όμως, πραγματικά δεκάδες υποψήφιοι αγοραστές, οι περισσότεροι πενηντάρηδες επαγγελματικά επιτυχημένοι στην Αμερική, την Αγγλία και την Αυστραλία, μου είπαν ότι ήθελαν να παραγγείλουν ένα Bruiser, αλλά σε πιο ήρεμη έκδοση, με λιγότερο απαιτητική θέση οδήγησης. Ένας από αυτούς οδήγησε το superbike και είπε ότι όλα είναι πολύ καλά και ότι του άρεσε το μοτέρ αλλά, στα πενήντα του, δεν θα ήθελε να επισκέπτεται τον φυσιοθεραπευτή του επί μια εβδομάδα μετά από κάθε κυριακάτικη βόλτα! Επίσης πολλοί μου είπαν ότι, αν επρόκειτο να ξοδέψουν 30.000 ευρώ για μια μοτοσυκλέτα, θα έπρεπε να έχει θέση και για δεύτερο άτομο, ώστε να μπορούν να πάρουν μαζί και τη γυναίκα τους – αλλιώς δεν θα τους έδινε την άδεια να την αγοράσουν! Οπότε, αυτό με οδήγησε να κατασκευάσω βασικά την ίδια μοτοσυκλέτα όπως το 750 V8, αλλά με χιλιάρη κινητήρα, πλαίσιο με δύο αμορτισέρ πίσω, με κάπως πιο άνετη θέση οδήγησης και, φυσικά, σέλα για δύο”.

“Θα κατασκευάζουμε δύο διαφορετικά μοντέλα, και υπεύθυνος για το styling αμφοτέρων είναι ο Duncan Harrington, ο ίδιος που μας σχεδίασε και το superbike”, συνέχισε ο Ian. “Το ένα είναι το Bruiser, το οποίο θα έχει εξάτμιση 8 σε 2, εξάρι κιβώτιο, αλουμινένιους τροχούς, ίσιο τιμόνι, ελαφρά πίσω τα μαρσπιέ και πιο επιθετικό στυλ, έτσι ώστε με τον V8 να γίνει περισσότερο Τέρας από το Ducati Monster. Το άλλο μοντέλο είναι το Cruiser, που θα έχει ζάντες με ακτίνες, 8 εξατμίσεις με 8 τελικά, πεντάρι κιβώτιο, μαρσπιέ τοποθετημένα μπροστά και τιμόνι κυρτό προς τα πίσω. Και τα δύο μοντέλα θα είναι ίδια μηχανικά, όμως επειδή θα έχουν ψεκασμό θα μπορούμε να αλλάζουμε τη χαρτογράφηση της ανάφλεξης ώστε να έχει πιο ήπια απόδοση, χωρίς ωστόσο η μοτοσυκλέτα να χάνει την ικανότητά της να ορμάει όταν της τα χώνεις. Δεν εντυπωσιαστήκαμε καθόλου που υπήρχε ενδιαφέρον γι’ αυτά τα μοντέλα από την Αμερική, την Ιαπωνία αλλά και την Αυστραλία – πήραμε τρεις παραγγελίες πριν ακόμα κατασκευάσω το πρωτότυπο, ενώ τώρα έχω σχεδόν φτάσει στο σημείο όπου θα μπορώ να αρχίσω να κατασκευάζω τις μοτοσυκλέτες σε ομάδες των έξι, πράγμα που θα μειώσει το κόστος παραγωγής ώστε να μπορέσω να τις πουλάω φτηνότερα, αν και πάντα θα είναι χειροποίητες”.

Το πρωτότυπο Bruiser, που ήμουν ο πρώτος –εκτός από τον ίδιο τον Ian Drysdale– που το οδήγησε, είναι χαμηλότερο από το 750 V8 superbike, έχει δύο αμορτισέρ, το εντελώς καινούργιο πλαίσιο είναι ατσάλινο σωληνωτό περιμετρικό χωροδικτύωμα, το ύψος της σέλας είναι 700mm, ενώ η γεωμετρία του είναι κάπως πιο “τραβηγμένη”. Το μεταξόνιο έχει μεγαλώσει στα 1.430mm και η γωνία κάστερ είναι 26 μοίρες, αν και μπορεί να αλλάξει η ρύθμιση χρησιμοποιώντας διαφορετικά aftermarket έκκεντρα ώστε να ταιριάζει σε όλα τα γούστα. Το σωληνωτό χωροδικτύωμα του πλαισίου είναι κατασκευασμένο από μαλακό ατσάλι ERW (λιγότερο επιρρεπές σε ρωγμές απ’ ό,τι το σκληρό χρωμιομολυβδαινιούχο, κατά τον Ian) και στα πλάγια σχηματίζει αντίστοιχα τρίγωνα με της Ducati, ο δε αναρτημένος από το πλαίσιο κινητήρας παίρνει μέρος μόνον του φορτίου, ενώ πίσω έχει τοποθετηθεί το αλουμινένιο ψαλίδι του Kawasaki ZZ-R1100.

Το πιρούνι, οι τροχοί και τα φρένα που χρησιμοποιήθηκαν στο πρωτότυπο είναι από Yamaha R1, αλλά καθώς το Drysdale V8 Bruiser παράγεται κατόπιν παραγγελίας, ο κάθε πελάτης μπορεί να το πάρει με τις προδιαγραφές που θέλει. Όμως, επειδή είναι πολύ ακριβό μηχανάκι και διαθέτει τόσο high-tech εξοπλισμό, ο Drysdale παροτρύνει τους αγοραστές να επιλέξουν το ανάποδο πιρούνι της Ohlins με WP ελατήρια και φρένα Brembo για να ταιριάζουν με τα δύο πολυρυθμιζόμενα Penske αμορτισέρ που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο. Παρόλο δε που το Bruiser έχει δύο ψυγεία νερού τοποθετημένα μπροστά (αντί για το ένα κάτω από τη σέλα του superbike 750) και τον ογκώδη V8 κινητήρα, ο Drysdale λέει ότι έχει πετύχει να ζυγίζει μόλις 206 κιλά στεγνό και να είναι ελαφρώς οπισθόβαρο – εντυπωσιακό για οκτακύλινδρη μοτοσυκλέτα. “Θα μπορούσαμε να μειώσουμε την επιφάνεια των ψυγείων”, λέει, “αλλά επειδή το ένα βρίσκεται χαμηλότερα πίσω από την εξάτμιση, προτίμησα μια ασφαλή λύση για όταν κάνει ζέστη”.

Ολίγη από τεχνική ανάλυση

Για όσους θέλουν μια επανάληψη του μαθήματος για να το εμπεδώσουν καλύτερα, το Drysdale είναι η μοναδική ειδικά σχεδιασμένη γι’ αυτόν τον V8 μοτοσυκλέτα παραγωγής που μπορεί κανείς να αγοράσει. Χρησιμοποιεί όμως όσο το δυνατόν περισσότερα εξαρτήματα από Yamaha, ώστε οι ιδιοκτήτες να μπορούν εύκολα να βρίσκουν ανταλλακτικά. Κάτι που αντικατοπτρίζει την ενθουσιώδη υποστήριξη που παρείχε εξαρχής στην ιδέα η Yamaha Αυστραλίας.

Έτσι, ο 750 V8 που είχε τοποθετηθεί στο πρωτότυπο χρησιμοποιούσε δύο 16βάλβιδες κεφαλές από FZR 400R. Το κάρτερ, ειδικά σχεδιασμένο από τον Ian (πεπειραμένος σχεδιαστής ο ίδιος), είχε κοπεί και ανοίξει κατά μήκος έτσι ώστε να ενσωματωθούν τα δύο μπλοκ των κυλίνδρων στο επάνω τμήμα του στροφαλοθάλαμου, για περισσότερη ακαμψία. Τα μπλοκ των κυλίνδρων τοποθετήθηκαν υπό γωνία 90 μοιρών, για την καλύτερη αντιμετώπιση των πρωτογενών κραδασμών. Ενώ κράτησε την κίνηση των εκκεντροφόρων με καδένα από το κεκλιμένο μοτέρ του FZR 400R, ο Drysdale  κατάφερε να αντιστρέψει τη φορά περιστροφής των εκκεντροφόρων στο πίσω μπλοκ κυλίνδρων. Αντίθετα, διατήρησε τη φορά των εκκεντροφόρων του μπροστινού μπλοκ, όπως και του στροφάλου, προς τα εμπρός. Τα εξαρτήματα του κινητήρα των 56 x 38mm που προέρχονται από τη Yamaha είναι οι μπιέλες και τα πιστόνια (οχτώ από το καθένα), οι 32 βαλβίδες (21mm οι εισαγωγής / 19mm οι εξαγωγής), όπως και οι τέσσερις εκκεντροφόροι οι οποίοι παίρνουν κίνηση κατ’ ευθείαν από τον στρόφαλο, ενώ το 6τάχυτο κιβώτιο και ο υγρός συμπλέκτης προέρχονται από YZF 750.

Οι βασικές αλλαγές που θα γίνουν στον 1.000cc κινητήρα που θα κινεί όλα τα Bruiser είναι να αυξηθεί η διάμετρος και η διαδρομή ώστε να γίνουν 62 x 41,4mm αντίστοιχα, χρησιμοποιώντας ένα εντελώς καινούργιο μπλοκ, ψηλότερο κατά 3mm, που θα έχει όμως ακριβώς την ίδια εμφάνιση. Θα έχει έναν νέο στρόφαλο εφοδιασμένο με μπιέλες σχεδιασμένες από τον Drysdale, ενώ θα χρησιμοποιεί πιστόνια και κεφαλές από YZF 600 Thundercat, οι οποίες θα έχουν τις βάσεις του κινητήρα ενσωματωμένες. Σύμφωνα με τον Drysdale, ο χιλιάρης θα έχει το κόκκινο στις 14.000 στροφές, τη στιγμή που του 750 ήταν στις 16.000, ενώ υπολογίζεται ότι θα αποδίδει 140 άλογα στον τροχό στις 13.500 σ.α.λ. Ο κινητήρας των 750cc που φοράει τώρα το πρωτότυπο, χωρίς να είναι ιδιαίτερα δυνατός, αποδίδει, σύμφωνα με τους κατασκευαστές, 120 άλογα στις 14.200 με την κατασκευασμένη από τον Ian εξάτμιση 8 σε 4 σε 2, η οποία χρησιμοποιεί τελικά Megacycle για να είναι πιο αθόρυβη και να κυκλοφορεί νόμιμα.

Όμως δεν είναι εντελώς αθόρυβη – ευτυχώς, σκέφτεσαι καθώς πατάς το μπουτόν και περιμένεις η μίζα από Kawasaki ZZ-R 250 να γυρίσει τους διπλάσιους κυλίνδρους απ’ ό,τι έχει συνηθίσει. Τελικά παίρνει μπρος βγάζοντας τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνουν οι V8 όταν δουλεύουν στο ρελαντί. Όμως μόλις τσιμπήσεις το γκάζι για να την κάνεις να… κελαηδήσει, αντιλαμβάνεσαι ότι η γκαζιέρα είναι πολύ πιο ελαφριά και με καλύτερη αίσθηση συγκριτικά με τα οχτώ αγωνιστικά 32άρια Keihin με επίπεδα σλάιντ που είχε τοποθετήσει ο Ian στo racing 750 V8, το οποίο που είχα οδηγήσει στην πίστα πριν από δύο χρόνια. Εκείνα αργούσαν να αντιδράσουν, εξαιτίας των σκληρών ελατηρίων που χρειάζονταν για να ξεπεράσουν την εντυπωσιακή υποπίεση που δημιουργούσαν οι οχτώ κύλινδροι –δεν υπήρχε άλλος τρόπος παρά να ανοίξουν συγχρόνως και τα οχτώ σλάιντ–, πράγμα που απαιτούσε πολλή δύναμη, έτσι ώστε να είναι απαραίτητη η τοποθέτηση ψεκασμού στις μοτοσυκλέτες παραγωγής. Τώρα τα Bruiser είναι εφοδιασμένα με MoTeC fuel injection, το οποίο έχουν σχεδιάσει από κοινού ο Drysdale μαζί με την πολύ καλή αυστραλέζικη εταιρεία της οποίας τα γραφεία βρίσκονται στη Μελβούρνη, λίγα μέτρα από το δικό του εργοστάσιο. Το αποτέλεσμα είναι επίσης μείωση των καυσαερίων και βελτιωμένη κατανάλωση, δύο βασικά στοιχεία για μια μοτοσυκλέτα με τόσους πολλούς κυλίνδρους. Η κεντρική ηλεκτρονική μονάδα που ελέγχει τον ψεκασμό διαθέτει πλήρη χαρτογράφηση για τα σώματα που προέρχονται από BMW Κ100 (εντάξει, από δύο Μπέμπες φυσικά!). Πρόκειται για οχτώ σώματα 34mm BMW/Bing στα οποία υπάρχει ένα μπεκ Bosch σε κάθε ένα ακριβώς κάτω από την πεταλούδα, εξασφαλίζοντας ελεγχόμενη ροή καυσίμου όταν ανοίγει το γκάζι.

Όμως η χαρτογράφηση του ψεκασμού δεν είχε ρυθμιστεί σωστά στο 750 V8 Bruiser που οδήγησα, καθώς αυτό ήταν ένα πρωτότυπο για να εξελίξουν το πλαίσιο, ενώ το τμήμα R&D δούλευε πάνω στον χιλιάρη κινητήρα. Έτσι η μηχανή δεν γέμιζε στρωτά από χαμηλά και ήθελε το αριστερό χέρι να “πει” γλυκόλογα και κολακείες στον συμπλέκτη, όπως ακριβώς χρειαζόταν και το racing V8 superbike στις εξόδους από αργές στροφές, γιατί ο στρόφαλος δεν είχε αδράνεια αφού τον είχαν ελαφρύνει και είχε φτάσει να ζυγίζει μόνο 5,5 κιλά, από 44 που ήταν το κομμάτι μετάλλου από το οποίο προήλθε.

 

Το τέρας βγήκε παγανιά

Οπωσδήποτε, όταν ξεπεράσεις το όριο των 4.000 στροφών όπου κάνει την εμφάνισή της η ιπποδύναμη, ο μυώδης και τραχύς V8 αρχίζει να ανεβάζει στροφές χωρίς κανένα πρόβλημα μέχρι ψηλά, όπου στρώνει και βγάζει ένα στοιχειωμένο, οξύ ουρλιαχτό. Χτυπώντας μαλακά τον λεβιέ στις 13.500 για να ανεβάσω ταχύτητα στο εξάρι κιβώτιο –αφαιρούμενη “κασέτα”–, ο κινητήρας συνέχισε να βρίσκεται στο σημείο όπου αποδίδει μαζικά τα άλογά του, δουλεύοντας μαλακά σαν μετάξι, αλλά σε πλήρη απόδοση μέχρι το κόκκινο. Παρόλο που οδήγησα το Drysdale λίγο, ίσα για να πάρω μια ιδέα πριν το πλήρες τεστ, πιστεύω ότι λίγες μοτοσυκλέτες απ’ όσες κυκλοφορούν στο εμπόριο θα μπορούν να προσφέρουν τέτοιον δυναμικό συνδυασμό ισχυρού χαρακτήρα και ευαισθησίας όπως αυτός που θα έχει το Bruiser στην τελική του μορφή, όταν θα βγάζει περισσότερα άλογα από τον πολυκύλινδρο κινητήρα 1.000cc.

Το V8 Bruiser θα έχει εντελώς διαφορετικό στήσιμο από το πιο αθλητικό superbike, ώστε να ικανοποιηθούν κάποια αιτήματα που είχαν διατυπώσει υποψήφιοι αγοραστές. Η μοτοσυκλέτα θα είναι σημαντικά χαμηλωμένη πίσω, το πιρούνι της θα βγαίνει πολύ μπροστά και, με τη βοήθεια και  της νέας εξάτμισης 8 σε 4 σε 2 που είναι χαμηλά πλάι στο μοτέρ, θα έχει σημαντικό πρόβλημα στα ανώμαλα εδάφη, ενώ η αγωνιστική μπορούσε να κινείται σε πολύ ψηλές ταχύτητες με ελαστικά slick χωρίς να βρίσκει στην άσφαλτο. Το Bruiser είναι ακριβώς το αντίθετο, πλάγιασέ το περισσότερο από 30 μοίρες και ετοιμάσου να ακούσεις τον ήχο που κάνουν τα μέταλλα όταν ξύνουν την άσφαλτο. Αυτή είναι μια μοτοσυκλέτα του τύπου “σημαδεύω και ορμάω”, δηλαδή στην ευθεία τα δίνω όλα και στις στροφές πάω σαν κότα, για να ικανοποιηθούν οι μελλοντικοί αγοραστές, όπως υποθέτω. Οπωσδήποτε, για να καλυφθούν οι απαιτήσεις τους, η θέση οδήγησης είναι λογική – και εξαιρετική, χάρη στη σοφή απόφαση του Drysdale να αντιγράψουν τις πετυχημένες αναλογίες του Ducati Monster, χρησιμοποιώντας ακόμη και το τιμόνι του. Έτσι, η μοτοσυκλέτα έχει μια σχεδόν όρθια, αλλά και δυναμική θέση οδήγησης. Και παρόλο που δεν υπάρχει περίπτωση να ξεχάσεις ότι ανάμεσα από τα πόδια σου έχεις έναν πολύ φαρδύ κινητήρα, και ότι το 16λιτρο ρεζερβουάρ είναι κάτω από τη σέλα αντί για λίγο εδώ και λίγο εκεί όπως στη superbike, το Bruiser σού δίνει την αίσθηση ότι είναι συμπαγές και σε κάνει να αισθάνεσαι ότι κάθεσαι μέσα στη μηχανή και όχι επάνω στα καπάκια των εκκεντροφόρων κάποιου μικρού V8. Ευχάριστη αίσθηση.

Επίσης, φρενάρει και στρίβει αρκετά καλά, μέσα στα όρια που θέτει η χαμηλή απόσταση από το έδαφος. Ο τρόπος που η μοτοσυκλέτα κρατά την πορεία της με το γκάζι γεμάτο ή και όταν την “κρεμάς”, σου δίνει την αίσθηση ότι ο Ian έδωσε τις σωστές αναλογίες στη γεωμετρία της. Τα αμορτισέρ Penske διαθέτουν όλες τις ρυθμίσεις, παρέχουν καλή ποιότητα κύλισης για ψαλίδι με δύο αμορτισέρ και μεταφέρουν την ιπποδύναμη στο δρόμο με προβλέψιμο τρόπο.

Η μελωδία της ευτυχίας

Βέβαια, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι το κράτημα της συγκεκριμένης μοτοσυκλέτας δεν θα ενδιαφέρει τους ιδιοκτήτες της τόσο πολύ όσο ο μελωδικός ήχος του V8 κινητήρα της, ο ήρεμος και ευκολοδήγητος χαρακτήρας της χάρη στον ψεκασμό της MoTeC και πάνω απ’ όλα βέβαια η εμφάνισή της. Κοιτώντας το Drysdale V8 Bruiser από πίσω αριστερά, καθώς ακουμπούσε στο σταντ και γυάλιζε στις ακτίνες του ήλιου που έδυε, μου έδωσε μια νέα ερμηνεία περί του τί σημαίνει μυώδης μοτοσυκλέτα. Εάν η Ducati κατασκεύαζε –κάτι που φαντάζει πιθανό στο μέλλον– ένα τετρακύλινδρο Monster εφοδιασμένο με τον V4 των ΜotoGP, το αποτέλεσμα θα ήταν μια μοτοσυκλέτα που θα έμοιαζε να έχει τον μισό κινητήρα και τη μισή δύναμη από το Drysdale V8 Bruiser. Όμως το Τέρας από το νότιο ημισφαίριο είναι ήδη εδώ περιμένοντας τους αγοραστές του, αν και αφορά μόνο αυτούς που διαθέτουν πλατινένιες πιστωτικές κάρτες και πολλά μηδενικά στο τέλος του υπόλοιπου του τραπεζικού τους λογαριασμού. Ας ελπίσουμε ότι θα τους βρει…

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 

Κατασκευαστής / Μοντέλο:    Drysdale / V8 Bruiser

Τιμή ():  30.000 (και βάλε…)

Κινητήρας:              Τετράχρονος, οκτακύλινδρος V 90o, υγρόψυκτος, 2EΕΚ, 4Β/Κ

Ισχύς (hp/rpm):       140/13.500

Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 62 x 41,4

Χωρητικότητα (cc): 999.4

Ανάφλεξη:               Ψηφιακή

Τροφοδοσία:           Ψεκασμός MoTec, με σώματα 34mm BMW/Bing και μπεκ Bosch

Σύστημα εξαγωγής: 8 σε 4 σε 2

Σύστημα λίπανσης:  Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:                Μίζα

Τύπος συμπλέκτη:   Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός

Τελική μετάδοση:    Κιβώτιο 6 σχέσεων (ή κατ’ επιλογήν 5 σχέσεων), αλυσίδα

ΠλαίσιοΑτσάλινο χωροδικτύωμα, αλουμινένιο ψαλίδι

Μεταξόνιο (mm):    1.430

Γωνία κάστερ (ο):    26

Ύψος σέλας (mm): 700

Απόσταση από έδαφος:           Απειροελάχιστη…

Βάρος κενή (kg):     206

Ρεζερβουάρ (l):       16

Ανάρτηση Εμπρός:  Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Ανάρτηση Πίσω:     Δύο αμορτισέρ Penske

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Φρένο Εμπρός:       Δύο δίσκοι 298mm, δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων

Φρένο Πίσω:           Δίσκος 220mm

Ετικέτες

Isle of Man TT: 112 χρόνια 274 νεκροί - Πλήρης Λίστα – Γιατί δεν ακυρώνεται

Ο πιο επικίνδυνος αγώνας του κόσμου
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/6/2019

Με την ολοκλήρωση του φετινού Isle of Man TT κατά το οποίο ένας αναβάτης -άλλος ένας αναβάτης- ο 27χρονος Daley Mathison έχασε την ζωή του, η λίστα των νεκρών στην εκατονταετή και βάλε πορεία του αγώνα, έδειξε πως δεν πρόκειται να σταματήσει να μακραίνει… Από την ημέρα που η διαδρομή του νησιού άνοιξε για τις μοτοσυκλέτες, όταν μέχρι πρότινος χρησιμοποιούταν για τα αυτοκίνητα, σε μία εποχή που ο περισσότερος πληθυσμός της Γης μετακινούταν με άμαξες και άλογα κι όλα τα υπόλοιπα ήταν πολύ πρώιμα, το Isle of Man άρχισε να μετρά δυστυχήματα. Από την πρώτη στιγμή, από τις πρώτες δοκιμές πριν τον πρώτο αγώνα μοτοσυκλετών και υπήρχε ήδη δυστύχημα όταν ο Victor Surridge έχασε την ζωή του στην Glen Helen, που θα γινόταν μακάβρια θρυλική στα χρόνια που θα ακολουθούσαν…

Αν γίνει ένας απολογισμός που συμπεριλαμβάνει όλα τα δυστυχήματα στο νησί, μαζί με το Manx Grand Prix και το Classic TT, προσθέτοντας τους θεατές και τους κριτές που έχουν σκοτωθεί μαζί με τους αναβάτες στο πέρασμα του χρόνου, τότε ο τραγικός αριθμός ανεβαίνει πολύ ψηλά αγγίζοντας αυτή την στιγμή τους 274 νεκρούς συνολικά. Πρώτη χώρα σε απώλειες είναι η Μεγάλη Βρετανία με συντριπτική διαφορά, κι από εκεί και πέρα μονάχα το ίδιο το νησί, που είναι αυτόνομο διοικητικά, μετρά διψήφιο αριθμό θυμάτων. Τόσο χαοτική είναι η απόσταση που χωρίζει τις χώρες σε δυστυχήματα. Αυτό αρχίζει να σκιαγραφεί κάπως και τον λόγο που ένας αγώνας που χαρακτηρίζεται ως ο πλέον επικίνδυνος στον κόσμο, δεν σταματά εδώ και εκατό χρόνια, και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πώς γίνεται και δεν διώκονται οι διοργανωτές, πως και δεν πληρώνουν υπέρογκα ποσά σε αποζημιώσεις, ιδιαίτερα την στιγμή που χάνονται ζωές κριτών και κι εργαζομένων. Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των κριτών και οι υπόλοιποι είναι εθελοντές, δεν πληρώνονται για τις ημέρες αυτές που δίνουν τον χρόνο τους. Η εκπαίδευσή τους έχει γίνει επί της πράξεως, μέσα από χρόνια που κάνουν το ίδιο, μετρώντας και μερικές απώλειες…

Η χώρα λοιπόν που τον διοργανώνει, είναι και η χώρα η οποία και έχει τις περισσότερες απώλειες. Κι αν εκείνη δεν κάνει κάτι να τον σταματήσει τότε δεν θα κάνει και κανείς άλλος… Και οι Άγγλοι δεν πρόκειται να κάνουν κάτι τέτοιο, όχι για το κέρδος που φέρνει αυτός ο αγώνας, ούτε γιατί είναι εγωιστές και γουστάρουν την προβολή τους. Τύποι σαν τον Guy Martin που παρατάνε τους αγώνες για να κάνουν μαραθώνιο στην Αμερικάνικη ήπειρο χάνοντας κάθε επαφή με οπαδούς, δεν συμπίπτουν σε μία τέτοια επιχειρηματολογία. Ας μείνουμε στο παράδειγμα του Guy Martin μιας και είναι από τους πλέον γνωστούς, διότι ούτε και πολλά λεφτά έχει βγάλει στην ζωή του. Μέχρι να κυκλοφορήσει το ντοκυμαντέρ και να τον κάνει γνωστό, με το ζόρι κάλυπτε τα έξοδα του αγώνα και κοιμόταν στο βανάκι του, μαζί με όλα τα υπόλοιπα που έκανε μέσα εκεί, για όποιον έχει δει το ντοκυμαντέρ… Είναι επαγγελματίες αγωνιζόμενοι, όμως κανείς τους πλην ελάχιστων δεν είναι έγινε πλούσιος, κι αν τα κατάφερε μέσα στο Isle of Man τότε μιλάμε για ένα όνομα γραμμένο σε δάχτυλο. Καμιά δεκαριά όλα μαζί δηλαδή… Οι υπόλοιποι αναβάτες; Εκείνοι που ξέρουν πως δεν έχουν καμία ελπίδα να δουν το όνομά τους να φιγουράρει κάπου; Σίγουρα δεν υποκινούνται με την ευτέλεια της ματαιοδοξίας ή του κέρδους…

Τέτοια επιχειρήματα, πως οι αγώνες αυτοί δεν ακυρώνονται γιατί κάποιοι βγάζουν λεφτά ή γιατί οι αναβάτες είναι ανώριμοι εγωπαθείς που γουστάρουν την προβολή, γίνονται με την ευκολία του σχολιασμού στο ίντερνετ, κι όχι γενικά στον κόσμο αλλά εδώ σε εμάς περισσότερο από ότι στην Αγγλία που είναι σημαντικά λιγότεροι όσοι ζητούν την ακύρωση του Isle of Man. Κι ας έχουν χάσει πάνω 200 συμπολίτες τους, σε σύνολο 274 νεκρών… Στα 112 χρόνια του, το Isle of Man έχει περάσει από όλα τα στάδια και στην σύγχρονη εποχή ακόμη και δυσκολίες. Πάντα στα δύσκολα ήταν οι ίδιοι οι αναβάτες που το στήριζαν, ούτε οι εταιρίες, ούτε κανείς άλλος. Κι αν οι ντόπιοι έχουν λόγο να γίνονται εθελοντές, μερικές φορές με τον κίνδυνο να καταλήξουν στο φέρετρο, μόνο και μόνο για τον τουρισμό, τότε οι τελευταίοι των τελευταίων αναβατών, εκείνοι που για να δουν την πρώτη δεκάδα θα πρέπει να εξαφανιστούν όλοι οι υπόλοιποι αντί να τους περάσουν, ποιον λόγο έχουν να προσφέρουν την στήριξή τους και να παίρνουν το τεράστιο ρίσκο; Σίγουρα η απάντηση δεν κρύβεται μέσα σε γρήγορη αντίδραση, γρήγορη πληκτρολόγηση στα κοινωνικά δίκτυα για να πάμε στο επόμενο θέμα, αυτό δηλαδή που μας χαρακτηρίζει γενικά σαν κοινωνία, ωστόσο υπάρχει ένα μεγάλο «αλλά». Αν υπάρχει ένας λαός στην Ευρώπη που πρέπει να είναι υπερβολικά ευαισθητοποιημένος απέναντι σε κάτι τέτοιο, τότε σίγουρα αυτοί είμαστε εμείς! Αν υπάρχει ένας που να δικαιολογείται να αντιδρά απέναντι σε κάτι που γίνεται νόμιμα και οργανωμένα -διαφορετικά δεν θα το συζητούσε κανείς- γιατί δεν θέλει να ακούει για αναβάτες που σκοτώνονται σε δημόσιους δρόμους, τότε σίγουρα είναι οι Έλληνες αυτοί που έχουν τον πρώτο λόγο στην όποια αντίδραση. Δεν επηρεάζουν όμως οι Έλληνες την διοργάνωση του Isle of Man, ούτε απασχολεί τους Άγγλους αν στην Ελλάδα υπάρχουν ή όχι οπαδοί, είμαστε λίγοι σε αριθμό. Οπότε η οποιαδήποτε αρνητική αντίδραση πέφτει σε τοίχο.

Έχοντας επισκεφτεί «το νησί» σε διαφορετικές χρονικές στιγμές της ιστορίας του Isle of Man, έχοντας συνομιλήσει με ανθρώπους όπως οι McGuinness και Dunlop, γίνεται κατανοητό πως το Isle of Man γίνεται για πολλούς διαφορετικούς λόγους από εκείνους που πιστεύει κανείς έχοντας ασχοληθεί επιφανειακά. Και είτε το θέλουμε εμείς, είτε όχι, το Isle of Man δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσει να διοργανώνεται.

Ας πάρουμε το παράδειγμα του Dunlop που ακριβώς έναν χρόνο πριν έχανε τον αδερφό του και τα ανίψια του έμεναν ορφανά, από δυστύχημα στον αγώνα Skerries 100 ενώ το 2008 είχε χάσει και τον πατέρα του.

Ο πατέρας του νεκρού William, ο Robert Dunlop, σκοτώθηκε στον North West 200 το 2008, τον αγώνα που πολλές φορές είναι πιο επικίνδυνος κι από το Isle of Man ενώ ο θείος του, Joey, σκοτώθηκε στην Εσθονία το 2000. Ο Michael έχει δει την οικογένεια του να ξεκληρίζεται με σταθερά βήματα ανά δεκαετία! Δεν μένεις σε αυτούς τους αγώνες από ματαιοδοξία όταν βάζεις έναν – έναν, την οικογένειά σου σε φέρετρο. Εκτός κι αν είσαι παρανοϊκός και ο Michael δεν είναι. Αντίστοιχα είχα ρωτήσει τον McGuinness, όταν μου έλεγε πως χαίρεται που έχει κόρες, γιατί αν είχε αγόρια μπορεί να ήθελαν να κάνουν ό,τι κι αυτός. Και τότε θα έχανε την ζωή του αν έπρεπε να πάει σε κάποιου την κηδεία… για τον ίδιο δεν τον νοιάζει. Προφάνώς ούτε για τον δικό του πατέρα και την δική του μητέρα! Δεν μπορεί να φανταστεί να κάνει κάτι άλλο στην ζωή του, και δεν μπορεί να τρέξει και σε πίστα. Έχουμε οδηγήσει μαζί, στην Mireval, μία πίστα δοκιμών της Dunlop και δεν ήταν καθόλου γρήγορος, χανόταν το μάτι του εκεί μέσα. Αν είσαι βλάκας, μπορείς να πεις πως πέρασες τον McGuinness, η πραγματικότητα όμως είναι πολύ πιο σύνθετη: Κάθε ένας από αυτούς τους τύπους εκεί μέσα το κάνει για τον δικό του λόγο και έχει διαφορετικό υπόβαθρο. Ο Cummins είναι πωλητής καφέ και επισκευάζει και αυτόματους πωλητές. Γέννημα θρέμμα του νησιού, ασχολείται με το Isle of Man γιατί από την απαρχή της ζωής του έβλεπε τις μοτοσυκλέτες αν περνούν από το παράθυρο του παιδικού του δωματίου. Θα μπορούσες να πεις πως στην περίπτωσή του φταίει η κοινωνία ολόκληρη, αλλά εκείνος δεν το βλέπει καθόλου έτσι. Αν οδηγείς μοτοσυκλέτα στο νησί, θα τρέξεις και στο Isle of Man…

Ο McGuinness μπήκε στους αγώνες για να κατευνάσει την ανάγκη του για αδρεναλίνη. Δεν τον νοιάζει αν υπάρχουν θεατές, ή αν καθαρίζει το μπαρ για να έχει λεφτά για λάστιχα, το μόνο που ήθελε ήταν η αδρεναλίνη, και στο Isle of Man βρήκε την μεγαλύτερη δόση που θα μπορούσε.

Κάθε ένας από αυτούς έχει τους δικούς του λόγους, κι όλοι μαζί θα συνεχίζουν να παίρνουν μέρος στον πιο επικίνδυνο αγώνα τον οποίο και έχουν πασχίσει να διατηρήσουν νόμιμο και σωστά οργανωμένο. Δεν τρέχουν ποτέ στους δρόμους αλλιώς, δεν κάνουν κόντρες, δεν έκαναν ποτέ άλλωστε. Αν κάποιος έχει σχηματίσει αυτό το προφίλ στο μυαλό του, είναι λάθος. Μάλιστα μόλις βγάλουν λίγα χρήματα κι αναγκαστούν να τα δηλώσουν στην Αγγλία, τότε έχουν σοβαρό πρόβλημα καθημερινής μετακίνησης με μοτοσυκλέτα, ακόμη και αν είναι πρωτοκλασάτοι όπως ο McGuinness, που μου έλεγε πως δεν μπορεί να πληρώσει την ασφάλειά του κι έτσι κυκλοφορεί με 125 Honda Grom! Πληρώνοντας κάθε χρόνο πάνω από τα διπλά της πραγματικής αξίας του σε ασφάλεια, γιατί δηλώνει επαγγελματίας αναβάτης… Ένας από τους πρώτους σε τίτλους στο νησί, αλλά δεν μπορεί να καλύψει την ασφάλειά του, που αν και υπέρογκη έτσι όπως τα κάνουν εκεί οι Άγγλοι, δεν παύει να είναι  ενδεικτική πως πλούσιος δεν έγινε.

Το Isle of Man είναι ένας από τους αγώνες με την μεγαλύτερη σε χρόνο υπόσταση, έπαψε να αποτελεί μέρος του πρωταθλήματος FIM το 1976 και πολύ κράτησε είναι η αλήθεια. Δεν θα θέλαμε ποτέ και σε καμία περίπτωση να βλέπαμε WSBK και MotoGP σε δημόσιους δρόμους, ΕΚΤΟΣ κι αν αυτοί γίνονται κάπως έτσι, όπως θα δούμε από το 2021. Μία κανονική πίστα δηλαδή, με όλες τις προδιαγραφές ασφαλείας, που τον υπόλοιπο χρόνο περνά κόσμος, έτσι ναι, μπορεί κανείς να το δεχτεί. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως μπορεί ταυτόχρονα να απαγορεύσει και στους Άγγλους να συνεχίσουν το πρωτάθλημα TT… Το 1970 ήταν η χρονιά με τους περισσότερους θανάτους, συνολικά έξι αναβάτες σκοτώθηκαν τότε με πρωτοσέλιδα εφημερίδων να ανακοινώνουν μία – μία τις κηδείες, και η παγκόσμια κατακραυγή ήταν μεγάλη, όπως και αντίστοιχα η αντίδραση των αναβατών. Μέχρι που έπαψε να αποτελεί μέρος του παγκοσμίου πρωταθλήματος. Από τότε η αντιμετώπιση είναι η εξής απλή, «μεγάλα παιδιά είναι ας κάνουν ό,τι θέλουν από την στιγμή που μιλάμε για κλειστούς δρόμους».

Η επιστήμη έχει αποφανθεί πάντως πως η συνεχής επιβολή της γνώμης, ακόμη κι όταν αυτή είναι σωστή, οδηγεί σε αντίδραση, ακόμη κι αν αυτός που αντιδρά ξέρει πως κάνει λάθος! Ένα δικό μας παράδειγμα πάνω σε αυτό, για να το καταλάβουμε καλύτερα: Όσο κι αν φωνάζει κανείς για κράνος το αποτέλεσμα είναι ένα, συνεχίζουμε και θα συνεχίσουμε να βλέπουμε λαό πολύ, να κυκλοφορεί ξεκράνωτος, ή φορώντας το στο χέρι.

Και είναι οι ίδιοι άνθρωποι που στο εξωτερικό θα ακολουθήσοθν το γράμμα του νόμου. Τι σημαίνει αυτό; Πως εδώ «επιτρέπεται» με την έννοια πως δεν διώκεται επαρκώς, για αυτό και το βλέπουμε να συμβαίνει. Δεν μιλάμε απαραίτητα για αστυνόμευση, ξεκινάμε πρώτα από το γεγονός πως κάποιος οδηγεί χωρίς κράνος και οι υπόλοιποι το αντιμετωπίζουν δίπλα του ως φυσιολογικό. Αντιδρώντας ψηφιακά δεν υπάρχει όφελος. Φωνάζοντας διαρκώς για κράνος κάτω από κάθε φωτογραφία, σε κάθε προφίλ, έχει αποδειχτεί πως δεν μπορεί να αποτελεί λύση. Κι αυτό γιατί πολύ απλά επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα, ξυπνά την αντίδραση. «Το κράξιμο» πρέπει να γίνεται, μέχρι στο σημείο όμως που δεν έχει το αντίθετο αποτέλεσμα, από εκεί και πέρα είναι οι πράξεις που κάνουν την διαφορά. Και σε αυτές ακριβώς είναι που πάσχουμε ως κοινωνία… Στην Αγγλία δεν υπάρχει περίπτωση να μην σε σταματήσουν αν οδηγείς γρήγορα στο δρόμο ή δεν φοράς κράνος. Μία, δύο, τρεις το πολύ και μετά αντιμετωπίζεις από την παρατήρηση του συμπολίτη σου, έως και την φυλακή από τους μπάτσους. Αυτό ας το σκεφτούμε λίγο καλύτερα. Από την άλλη, στους ίδιους αυτούς Άγγλους, δεν ανοίγεις συζήτηση περί θανάτων στο Isle of Man. Κι όταν το κάνεις δεν μπορούν να καταλάβουν την δική σου ευαισθησία επί του θέματος, για έναν νόμιμο αγώνα μεταξύ ελεύθερων ανθρώπων, και δεν μπορούν να το καταλάβουν μιας και δεν ξέρουν πώς είναι να χάνονται σε ένα καλοκαίρι στους δρόμους, περισσότεροι από όσοι εκατό χρόνια στο Isle of Man!

 
 
 
Αναβάτες που έχουν σκοτωθεί στο Isle of Man TT
N#
Χώρα / Αναβάτης
Χρονολογία
Μοτοσυκλέτα
1
England Victor Surridge
27 June 1911[4]
Rudge-Whitworth[4]
2
England Frank R Bateman
6 June 1913[6]
499cc Rudge
3
United Kingdom Fred Walker
19 May 1914[7]
Royal Enfield
4
England J H H Veasey
15 June 1923[9]
500cc Douglas
5
Isle of Man Ned Brew
15 September 1923[10]
Frera
6
England J T A Temple
31 August 1925[11]
Norton
7
England Archie Birkin
7 June 1927[12]
500cc McEvoy
8
England John Cooke
15 June 1927[14]
249cc DOT
9
England Cecil Ashby[15]
10 June 1929[16]
New Imperial
10
England Doug Lamb
14 June 1929[17][18]
500cc Norton
11
England Freddie Hicks
19 June 1931[19]
AJS
12
England Frank Longman
14 June 1933[21]
Excelsior
13
England Arthur Pilling
31 August 1933[22]
Norton
14
England Syd Crabtree[23]
13 June 1934[24]
Excelsior
15
England John Gilbert
3 September 1934[25]
Velocette
16
England J.P.Williamson
6 September 1934[25][26]
498cc Rudge
17
England J.A.MacDonald
17 June 1935[27]
Norton
18
England Doug Pirie
19 June 1935[27]
New Imperial
19
England Jack Moore
13 June 1938[29]
Norton
20
England Percy Pritlove
12 September 1938[30]
Vincent HRD
21
Nazi Germany Karl Gall
2 June 1939[31][32]
494cc BMW[34]
22
England A.W.F.Johns
26 August 1946[35]
500cc Norton
23
England Peter M Aitchinson
5 September 1946[36]
500cc Norton
24
Republic of Ireland Benjy Russell
9 September 1947[37]
Moto-Guzzi
25
South Africa Johan Erik van Tilburg
28 May 1948[40]
348 cc AJS[41]
26
England Thomas Bryant
3 June 1948[42]
Velocette
27
England Neil ('Noel') Christmas[23]
11 June 1948[44]
500cc Norton
28
England Ben Drinkwater
13 June 1949[45]
350cc Norton
29
England John Makaula-White
29 May 1950[48]
500cc Triumph
30
England Thomas A. Westfield
30 May 1950[48]
500cc Triumph
31
England Alfred Bent
8 September 1950[49]
Velocette[51]
32
England Leonard C Bolshaw
29 May 1951[52]
Triumph
33
England John P. O’Driscoll
31 May 1951[52]
Rudge
34
England John T Wenman
4 June 1951[53]
Norton
35
England Doug L Parris
4 June 1951[55]
Douglas
36
England Chris Horn
8 June 1951[56]
Norton
37
England J.M. Crowe
14 September 1951[57]
Norton
38
England Frank Fry
4 June 1952[56]
Norton
39
England Brian A. Jackson
2 September 1952[59]
496cc Norton
40
England Ivor K. Arber
2 September 1952[59]
Norton
41
England Kenneth R.V. James
5 September 1952[60]
500cc Manx Norton
42
England Michael Richardson
11 September 1952[62]
348cc AJS
43
England Harry L Stephen
8 June 1953[63]
Norton
44
England Thomas W Swarbrick
8 June 1953[63]
350cc AJS
45
England Les Graham
12 June 1953[66]
500cc MV Agusta
46
Australia Geoffrey G. Walker
12 June 1953[66]
Norton
47
England Raymond G Ashford
7 June 1954[69]
350cc BSA
48
England Simon Sandys-Winsch
18 June 1954[70]
350cc Velocette
49
England Ronald Butler
7 September 1954[72]
350cc AJS
50
England Eric W. Milton
3 September 1955[73]
499cc BSA
51
Scotland James Watson Davie
6 September 1955[74]
AJS
52
England David Merridan
11 June 1956[75]
499cc BSA Gold Star
53
Wales Peter G Kirkham
14 June 1956[76]
350cc BSA
54
England Maurice W. Saluz
31 August 1956[77]
500cc Norton
55
England Charles F Salt
7 June 1957[79]
BSA
56
New Zealand John F. Antram
26 May 1958[81]
AJS
57
Southern Rhodesia Desmond D. Woolf[82]
6 June 1958[82]
498cc Norton
58
England Maurice Wassell
5 September 1958[83]
350cc AJS[84]
59
England John Hutchinson
8 September 1958[85]
350cc BSA[87]
60
England James E. Coates
5 September 1959[88]
AJS
61
England John D. Hamilton[89]
10 September 1959[90]
500cc Norton
62
England John T. Sapsford
8 September 1960[91]
500cc BSA
63
England Michael T Brookes
10 June 1961[92]
499cc Norton
64
Switzerland Marie Lambert
12 June 1961[93]
BMW
65
England Ralph Rensen
16 June 1961[96]
Norton
66
England Geoffrey J Griffin
31 August 1961[97]
500cc G50 Matchless
67
England Fred Neville
5 September 1961[98]
350cc AJS
68
Australia Tom Phillis
6 June 1962[100][101]
285cc Honda
69
New Zealand Colin Meehan
6 June 1962[100][101]
349cc AJS
70
England Tom Pratt
4 September 1962[103]
348cc Norton[103]
71
England Charles E Robinson
4 September 1962[104]
305cc Honda
72
England Geofrey C. Prentice
4 September 1962[104]
AJS
73
England Keith T. Gawler
6 September 1962[105]
499cc Norton
74
England Raymond Rowe
5 September 1963[106]
499cc Norton[107]
75
England Brian W Cockrell
2 June 1964[108]
Norton
76
England Laurence P Essery
9 June 1964[109]
Matchless
77
England George B Armstrong
1 September 1965[110]
Triton
78
Japan Toshio Fujii
26 August 1966[112]
125cc Kawasaki[114][115]
79
United Kingdom Brian Duffy
28 August 1966[116]
250cc Yamaha
80
England Alfred E Shaw
10 June 1967[117]
500cc Norton
81
England Geoffery Proctor
29 August 1967[119]
248cc Cotton[121]
82
England Kenneth E. Herbert
1 September 1967[122]
499cc Norton
83
New Zealand Ian D.Veitch
10 June 1968[123]
Kawasaki
84
England Peter Ray
3 September 1968[124]
Aermacchi
85
Wales Roger Perrier
3 September 1968[124]
Norton
86
England Arthur Lavington
6 June 1969[125][126]
350cc Velocette
87
England Gordon V.Taylor
25 August 1969[127]
325cc Kawasaki
88
England Michael L. Bennett
26 August 1969[127]
500cc Norton
89
Scotland Iain Sidey
28 August 1969[128]
Norton
90
England Les Iles
1 June 1970[129]
125cc Bultaco
91
England Michael Collins
3 June 1970[131]
496cc Seeley
92
England Denis Blower
3 June 1970[132]
499cc BSA Sidecar
93
Francoist Spain Santiago Herrero
8 June 1970[133]
250cc Ossa
94
Malta John Wetherall
12 June 1970[135]
499cc Norton
95
Northern Ireland Brian Steenson
12 June 1970[136]
498cc Seeley
96
England George Collis
1 September 1970[137]
Yamaha
97
England Brian Finch
9 June 1971[138][139]
Suzuki T500
98
Wales Maurice A.Jeffery
12 June 1971[139][140]
499cc Manx Norton
99
Italy Gilberto Parlotti
9 June 1972[141]
125cc Morbidelli
100
Republic of Ireland Chris M. Clarke
28 August 1972
250cc Yamaha
101
England John L. Clarke
2 June 1973[142]
Suzuki T20 Super Six
102
England Eric R. Piner
5 September 1973[143]
250cc Yamaha
103
England Peter L. Hardy
27 May 1974[144]
750cc HTS – Imp
104
England David J. Nixon
1 June 1974[145]
741cc Triumph Trident
105
England Nigel J. Christian
26 August 1974[146]
250cc Yamaha
106
England David Forrester
3 September 1974[147]
350cc Kirby – Metisse
107
England Peter McKinley
28 May 1975[148]
700cc Yamaha
108
England Phil Gurner
4 June 1975[149]
351cc Yamaha
109
Northern Ireland Brian McComb
2 September 1975
250cc Yamaha
110
West Germany Walter Wörner
7 June 1976[150]
496cc Yamaha
111
Australia Les Kenny
12 June 1976[152]
250cc Yamaha
112
England David Featherstone
7 September 1976[153]
350cc Yamaha
113
England Peter Tulley
30 August 1977[154]
347cc Yamaha
114
Northern Ireland Ivan Houston
31 August 1977[155]
250cc Yamaha
115
England Norman Tricoglus
3 September 1977[156]
347cc Yamaha
116
England Neil Edwards
7 September 1977[158]
347cc Yamaha
117
Wales Stephen Davies
1 June 1978[159]
347cc Yamaha
118
England Mac Hobson
5 June 1978[160]
750cc Yamaha
119
England Kenny Birch
5 June 1978[162]
750cc Yamaha
120
Switzerland Ernst Trachsel
5 June 1978[164]
499cc Suzuki
121
New Zealand Michael Adler
9 June 1978[165]
350cc Yamaha
122
England Michael L. Sharpe
29 August 1978[166]
347cc Yamaha
123
England Steve Verne
4 June 1979[167]
738cc Suzuki
124
United Kingdom Fred Launchbury
8 June 1979
248cc Maico
125
England Stephen R. Holmes
27 August 1979[169]
350cc Yamaha
126
England Alain Taylor
6 September 1979[170]
246cc Yamaha
127
England Martin B. Ames
31 May 1980[171]
750cc Yamaha
128
England Andrew M. Holme
2 June 1980[173]
Yamaha
129
England Roger W. Corbett
6 June 1980[174]
948cc Kawasaki[175]
130
Australia Kenneth M. Blake
9 June 1981[176]
350cc Yamaha
131
England Alan K. Atkins
8 September 1983[177]
347cc Yamaha
132
United Kingdom Roger J. Cox
29 May 1984[178]
750cc Yamaha
133
Northern Ireland David James Millar
30 August 1984[179]
350cc Aermacchi
134
Sweden Sven Tomas Eriksson
28 May 1985[180]
750cc Yamaha
135
Sweden Mats Urban Eriksson
28 May 1985[181]
750cc Yamaha
136
England Rob Vine
7 June 1985[182]
500cc RG Suzuki
137
Isle of Man Ian Ogden
28 May 1986[183]
500cc Suzuki
138
England Alan G. Jarvis
30 May 1986[184]
750cc Yamaha
139
Northern Ireland Eugene P. McDonnell
4 June 1986
250cc EMC
140
England Andy Cooper
6 June 1986[185]
750cc Suzuki
141
United Kingdom Nigel Hale
27 August 1986
250cc EMC
142
Republic of Ireland Kenneth P. Norton
25 August 1987
350cc Yamaha
143
United Kingdom Martin Jennings
1 September 1987
350cc Yamaha
144
United Kingdom Ricky Dumble
2 June 1988
750cc Yamaha
145
United Kingdom Kenneth N. Harmer
3 June 1988
750cc Honda RC 30
146
United Kingdom Brian Warburton
3 June 1988
600cc Honda
147
Italy Marco Fattorelli
30 May 1989
750cc Yamaha
148
United Kingdom John Mulcahy
30 May 1989
1300cc Suzuki
149
Isle of Man Phil Hogg
2 June 1989
250cc TZ Yamaha
150
United Kingdom Phil Mellor
7 June 1989
1100cc GSXR Suzuki
151
United Kingdom Steve Henshaw
7 June 1989
1000cc FZR Yamaha[186]
152
Scotland Colin Keith
29 August 1989
500cc BSA
153
United Kingdom Ian Standeven
6 September 1989
347cc Yamaha
154
Isle of Man John Smyth
8 September 1989
1100cc Suzuki
155
United Kingdom Bernard Trout
3 September 1990
250cc Ducati[187]
156
United Kingdom Kevin Howe
7 September 1990
750cc Honda RC30[187]
157
United Kingdom Ian Young
28 May 1991
Suzuki RGV 250cc[188]
158
Czechoslovakia Petr Hlavatka
29 May 1991
750cc Suzuki[189]
159
Republic of Ireland Frank Duffy
30 May 1991
125cc Honda
160
Scotland Roy Anderson
1 June 1991
750cc Yamaha[190]
161
Isle of Man Paul Rome
29 August 1991
250cc Yamaha
162
United Kingdom Mark Jackson
September 1991
600cc CBR F Honda
163
Austria Manfred Stengl
6 June 1992[191]
750cc Suzuki[192]
164
United Kingdom Craig Mason
3 September 1992
249cc Yamaha
165
United Kingdom John Judge
3 September 1992
600cc FZR Yamaha
166
United Kingdom Steve Harding
9 June 1993
600cc FZR Yamaha
167
United Kingdom Kenneth J. Virgo
3 September 1993
250cc Yamaha
168
Scotland Rob Mitchell
2 June 1994[193]
Yamaha FZR 600cc[194]
169
United Kingdom Mark Farmer
2 June 1994[195]
Britten V-Twin 1000cc[196]
170
United Kingdom Cliff Gobell
29 August 1994
492cc Weslake[197]
171
Isle of Man Paul Fargher
3 June 1995
600cc Yamaha
172
United Kingdom Duncan Muir
30 August 1995
600cc Honda
173
United Kingdom Nicholas E.A. Teale
1 September 1995
250cc Yamaha
174
England Aaron Kennedy
27 May 1996[198]
600cc Kawasaki[199]
175
New Zealand Rob Holden
31 May 1996[198]
916 Ducati[200]
176
England Mick Lofthouse
31 May 1996[198]
250cc Spondon Yamaha[200]
177
England Stephen J. Tannock
1 June 1996[201]
Honda RC 30[200]
178
United Kingdom Nigel Haddon
19 August 1996
750cc Honda
179
Scotland Jack Gow
19 August 1996
350cc Norton
180
England Russell Waring
26 May 1997[202]
125cc TZ Yamaha[203]
181
England Colin Gable
26 May 1997[204]
750cc Honda[205]
182
Isle of Man Danny Shimmin
16 August 1997
349cc Aermacchi
183
Isle of Man Pamela Cannell
18 August 1997
250cc Yamaha
184
United Kingdom Roger Bowler
18 August 1997
500cc Matchless
185
Republic of Ireland Emmet Nolan
29 August 1997
750cc Yamaha
186
Isle of Man Mike Casey
8 June 1998[206]
Honda RS 250cc[208]
187
Wales Charles I Hardisty[209]
12 June 1998[209]
Kawasaki ZXR7RR[210]
188
United Kingdom John Henderson
12 June 1998
Honda 750cc[211]
189
United Kingdom Adam Woodhall
27 August 1998
996cc Suzuki[212]
190
United Kingdom Rob Wingrave
27 August 1998
500cc Norton[213]
191
United Kingdom Chris East
31 August 1998
Matchless
192
Netherlands Bernadette Bosman-Saalbrink
31 May 1999[214]
600cc Ireson Yamaha[216]
193
England Simon Beck
1 June 1999[217]
Honda RC45[218]
194
England Terry Fenton
7 June 1999[219]
Honda CBR 600cc[221]
195
New Zealand Stuart Murdoch
9 June 1999[222]
Honda 600cc[224]
196
United Kingdom Martin J. Smith
3 September 1999
600cc Honda[225]
197
United Kingdom Stephen Wood
29 May 2000[226]
Baker Yamaha 600cc[227]
198
United Kingdom Chris Ascott
30 May 2000[226]
Kawasaki ZXR400[228]
199
Northern Ireland Raymond Hanna
31 May 2000[226]
TZ 250cc Yamaha[229]
200
United Kingdom Leslie Williams
9 June 2000
1000cc Honda VTR-SP1[230]
201
United Kingdom Kenneth Munro
19 August 2000
600cc Honda[231]
202
United Kingdom Colin Daniels
27 May 2002[232]
600cc Suzuki[233]
203
United Kingdom Shane Ellis
19 August 2002
1000cc Aprilia[234]
204
United Kingdom Leslie Turner
19 August 2002
600cc Yamaha[235]
205
United Kingdom Phil Hayhurst
31 August 2002
124cc Yamaha[236]
206
England David Jefferies
29 May 2003[237]
Suzuki GSX-R1000[240]
207
United Kingdom Martin Farley
25 August 2003[241]
599cc Yamaha[242]
208
France Serge le Moal
29 May 2004[243]
125cc Honda RS[244]
209
Isle of Man Paul Cowley
2 June 2004[245]
600cc Yamaha Thundercat[247]
210
England Colin Breeze
5 June 2004[248]
Suzuki GSX-R1000[250]
211
Isle of Man Gavin Feighery
28 August 2004[251]
600cc Suzuki[252]
212
Isle of Man Tommy Clucas
1 September 2004[253]
600cc Honda[254]
213
Sweden Joakim Karlsson
30 May 2005[255]
1000cc Suzuki GSXR[256]
214
England Les Harah
4 June 2005
600cc Yamaha[257]
215
England Gus Scott
10 June 2005[258]
1000cc Honda CBR[259]
216
England Geoff Sawyer
24 August 2005[260]
496cc Matchless[261]
217
England John Loder
26 August 2005[260]
496cc Seeley[262]
218
England Eddie Byers
31 August 2005[263]
350cc 7R AJS[264]
219
England Tim Johnson
31 August 2005[263]
349cc Aermacchi[265]
220
Republic of Ireland John Bourke
1 September 2005
600cc Suzuki[266]
221
United Kingdom Don Leeson
2 September 2005
400cc Honda[267]
222
Japan Jun Maeda
29 May 2006[268]
1000cc Honda Fireblade[269]
223
Isle of Man Terry Craine
21 August 2006[270]
250cc Honda
224
England Marc Ramsbotham
8 June 2007[271]
1000cc GSXR Suzuki[274]
225
Wales John Goodall
25 August 2008[275]
AJS 7R 349cc[276]
226
Isle of Man John Crellin
12 June 2009[277]
1000cc Suzuki[278]
227
England Richard Bartlett
1 September 2009[279]
Honda CBR 600cc[280]
228
New Zealand Paul Dobbs
10 June 2010[281]
600cc Suzuki[283]
229
Austria Martin Loicht
10 June 2010[281]
600cc Honda[285]
230
Scotland Jamie Adam
1 September 2010[286]
600cc Suzuki GSX-R[288]
231
England Chris Bradshaw
1 September 2010[286]
600cc Yamaha R6[288]
232
England Bill Currie
31 May 2011[289]
600cc LCR Yamaha[291]
233
England Kevin Morgan
31 May 2011[289]
600cc LCR Yamaha[291]
234
Republic of Ireland Derek Brien
6 June 2011[292]
600cc Yamaha[294]
235
England Neil Kent
24 August 2011[295]
250cc Yamaha[297]
236
Northern Ireland Wayne Hamilton
29 August 2011[298]
600cc Yamaha R6[300]
237
Scotland Adam Easton
31 August 2011[301]
499cc Norton Manx[302]
238
Isle of Man Steve Osborne
24 August 2012[303]
650cc Hyosung[305]
239
Northern Ireland Trevor Ferguson
29 August 2012[306]
650cc Kawasaki[307]
240
Japan Yoshinari Matsushita
27 May 2013[308]
600cc Suzuki[310]
241
England Bob Price
2 June 2014[311]
600cc Yamaha[313]
242
England Karl Harris
3 June 2014[314]
1000cc Kawasaki[317]
243
Northern Ireland Stephen McIlvenna
19 August 2014[318]
600cc Yamaha[321]
244
England Tim Moorhead
22 August 2014[319]
700cc Suzuki[323]
245
England Gary Firth
29 August 2014[324]
600cc Honda[323]
246
France Franck Petricola
3 June 2015[326]
BMW S1000RR[328]
247
Netherlands Dennis Hoffer
26 August 2015[329]
Honda CBR600[331]
248
England David Taylor
4 September 2015[329]
Suzuki[332]
249
Australia Dwight Beare
4 June 2016[333]
600cc Suzuki LCR[336]
250
England Paul Shoesmith
4 June 2016[337][338]
BMW S1000RR[335]
251
England Ian Bell
10 June 2016[340]
600cc Yamaha LCR[343]
252
England Andrew Soar
10 June 2016[344]
1000cc GSX-R Suzuki[345]
253
England Davey Lambert
6 June 2017[346]
1000cc Kawasaki[347]
254
Netherlands Jochem van den Hoek
7 June 2017[348]
1000cc Honda[351]
255
Republic of Ireland Alan Bonner
7 June 2017[352]
BMW S1000RR
256
Isle of Man Dan Kneen
30 May 2018[353]
BMW S1000RR
257
Scotland Adam Lyon
4 June 2018
600cc Yamaha
258
England Alan 'Bud' Jackson
24 August 2018[354]
500cc Norton
259
England Daley Mathison
3 June 2019
1000cc BMW
Θάνατοι αγωνιζομένων εκτός δοκιμών και αγώνα - στα πλαίσια όμως του Isle of Man
 
United Kingdom Jack Trustham
9 June 1998
Imp Classic 998cc[357]
 
Switzerland Peter Järmann
2 June 2003[358]
Bultaco TSS 250cc[359]
 
Wales Samuel G.R. Birt
21 August 1926[360]
Zenith[362]
 
England John Simister
28 May 1951[363]
 
 
Australia Laurie Boulter
31 May 1954[364]
Norton
Υπόλοιποι θάνατοι -όχι αγωνιζομένων
 
Ονοματεπώνυμο
Χρονολογία
Ρόλος
 
United Kingdom Denis A. Harmer[355]
7 September 1976[356]
Αστυνομικός
 
United Kingdom April Bolster
10 June 2005[258]
Κριτής
 
Isle of Man Bernard Rodgers
10 June 1953[366]
Κριτής
 
United Kingdom John Goldsmith
28 May 1962[367]
Κριτής
 
Isle of Man Martyn Heyes
1 September 2006[368]
Κριτής
 
United Kingdom P.H. Guest
28 May 1980[369]
Κριτής
 
United Kingdom Tim O'Connell
29 August 2005
Θεατής
 
United Kingdom Dean Jacob
8 June 2007[271]
Θεατής
 
Australia Gregory Kenzig
8 June 2007[271]
Θεατής
 
Scotland James Neilson
18 June 1953[371]
Κριτής