Ducati Apollo V4

Ο Δεινόσαυρος της Ducati
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/8/2017

Μυστήριο και παλαιολιθικό, το αποτυχημένο Ducati Apollo V4 ανέκαθεν συνοδευόταν από ένα μεγάλο αναπάντητο ερώτημα: πώς είναι πραγματικά να το οδηγείς; Οδηγούμε το μοναδικό σωζόμενο κομμάτι στον κόσμο, σε μια προσπάθεια να απαντήσουμε στην προαιώνια απορία

Λόγω διαφόρων προβλημάτων ασφαλείας με τα λάστιχα πριν από 40 χρόνια, δεν επετράπη ποτέ και σε κανέναν δημοσιογράφο να καβαλήσει το Apollo. Αυτά μέχρι τη γενναιόδωρη απόφαση του Hiroaki Iwashita να αγοράσει το μοναδικό κομμάτι και να το επαναφέρει σε κοινή θέα, δανείζοντάς το για μεγάλο χρονικό διάστημα στο μουσείο του εργοστασίου της Ducati. Τώρα, χάρη στη σκληρή δουλειά του Giuliano Pedretti, πρώην μηχανικού της Ducati Corse, και των συναδέλφων του, που αποκατέστησαν προσεκτικά τη μία και μοναδική μοτοσυκλέτα που υπάρχει σε αυθεντική κατάσταση σε όλο τον κόσμο, μπορούμε να μάθουμε επιτέλους και πώς είναι η οδήγησή της.

Ένα λάστιχο τυλιγμένο στον λαιμό μου

Δύο Apollo κατασκευάστηκαν από τη Ducati. Η τύχη του πρώτου πρωτοτύπου, βαμμένου σε μεταλλικό χρυσό χρώμα, αγνοείται – αν υπάρχει ακόμη… Ο Iwashita-san εντόπισε το δεύτερο στην κατοχή της εταιρείας DomiRacer Inc., με έδρα στο Cincinnati των Η.Π.Α. Ο ιδιοκτήτης του, Bob Schanz, το είχε αγοράσει μαζί με όλα τα περιεχόμενα μιας αποθήκης στο New Jersey. Ανάμεσα σε διάφορα Ducati, μηχανάκια και εξαρτήματα, βρισκόταν και το δεύτερο πρωτότυπο V4.

“Ήταν εμφανώς παραμελημένο και φθαρμένο από τον χρόνο που πέρασε ως έκθεμα, αλλά το μόνο που του έλειπε ήταν το αυθεντικό ρεζερβουάρ”, μου έγραφε το 1984 ο Schanz. “Θα προσπαθήσω κάποια στιγμή να το κάνω να δουλέψει, αλλά μήπως θέλεις να το πάρεις όπως είναι;”.

Τί χαμένη ευκαιρία, άφησα να φύγει από τα χέρια μου μια μοναδική μοτοσυκλέτα της ιστορίας της Ducati, αυτό που σήμερα είναι αναμφίβολα μια μοτοσυκλέτα του ενός εκατομμυρίου!

Κάπως έτσι, το Apollo αγοράστηκε από τον Iwashita δύο χρόνια μετά –έναντι 17.000 δολαρίων, που ήταν ένα αρκετά σημαντικό ποσό το 1986–, ο οποίος το “έκρυψε” στην προσωπική του συλλογή μέχρι το 1995 που το εμφάνισε σε μια έκθεση κλασικών μοτοσυκλετών στο Τόκυο. Τα νέα για την ύπαρξη της μοτοσυκλέτας έφτασαν γρήγορα στη Ducati, και όταν εγκαινιάστηκε το νέο μουσείο στα πλαίσια της εξαγοράς από την TPG το ’96, έγιναν άμεσα οι απαραίτητες κινήσεις ώστε το Apollo να γίνει το κεντρικό έκθεμα. Προηγουμένως η ομάδα του Pedretti φρόντισε να αποκαταστήσει πλήρως το τετρακύλινδρο V, που τώρα είναι έτοιμο να οδηγηθεί και να μας αποκαλύψει τα μυστικά του – αρκεί να έχουν βρει σύγχρονα λάστιχα, γιατί δεν θα ήθελα να μιμηθώ τον Fuzzi Librenti 40 χρόνια πριν και να βρεθώ με τη γόμμα του πίσω λάστιχου τυλιγμένη γύρω από τον λαιμό μου…

Σερφ σε γιγάντια κύματα

Στην πραγματικότητα, τα ασπρόμαυρα 16 ιντσών Goodyear που φοράει σήμερα το Apollo είναι του ίδιου τύπου με τα λάστιχα που είχε όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στη Daytona, 40 χρόνια πριν. Τουλάχιστον, είναι φρεσκοφορεμένα, από καινούργιο στοκ, αρκετά για μια ευγενική βόλτα κατά την οποία το κοντέρ της Jaeger δεν ξεπέρασε ποτέ την ένδειξη των 70 μιλίων ανά ώρα – σωστά διαβάσατε, μίλια, αμείλικτη απόδειξη για την εθνικότητα της αγοράς που στόχευε το Apollo.

Σε ύψος μόλις 760mm, η φαρδιά και άνετη σέλα –η αυθεντικότητα της οποίας τονίζεται από τη στάμπα μιας κούπας καφέ της δεκαετίας του ’60 στο κρεμ χρώματος, βινύλ κάλυμμά της!– είναι εύκολα προσβάσιμη, και μόλις καθίσεις επάνω της εντυπωσιάζεσαι από το πόσο χαμηλό και λεπτό δείχνει το μηχανάκι, ελάχιστα πιο ογκώδες από οποιοδήποτε desmo V2. Το ψηλό τιμόνι είναι σήμα κατατεθέν της δεκαετίας του ’60 και ακόμη περισσότερο αμερικάνικου στυλ, αν και όχι τόσο υπερβολικό όπως σε πολλά Harley, συνδυασμένο με μαρσπιέ που δεν είναι καθόλου μπροστά τοποθετημένα, όπως στην πλειοψηφία των σύγχρονων cruisers. Το καλό με αυτή τη θέση οδήγησης είναι ότι, όντας πραγματικά πολύ άνετη στις χαλαρές βόλτες, δεν σου προκαλεί κανένα πρόβλημα και σε υψηλότερες ταχύτητες – και παρά το ψηλό τιμόνι, δεν νιώθεις την ανάγκη να κρατηθείς γερά από αυτό, με αποτέλεσμα σταθερότητα στη γρήγορη οδήγηση.

Βάζω το κλειδί στον διακόπτη πάνω στο φανάρι και αγνοώ επιδεικτικά τη μανιβέλα, η μίζα της Fiat τα καταφέρνει μια χαρά να θέσει σε λειτουργία τον κινητήρα. Τα τέσσερα αγωνιστικά Dell’Orto που φοράει η μοτοσυκλέτα αποδεικνύουν ότι ήταν ρυθμισμένη για επιδόσεις. Ο ήχος της εξάτμισης του Apollo είναι οπωσδήποτε μοναδικός: δεν μοιάζει καθόλου με αυτόν των V4 της Honda, έχει μάλλον μια χαρακτηριστική χροιά ενός σύγχρονου desmo V2, μόνο που ακούγεται πιο γεμάτος και πιο υψίσυχνος, ακόμη και στις χαμηλές στροφές. Πραγματικά πολύ ιδιαίτερος.

Ψάχνω τον λεβιέ ταχυτήτων, βρίσκεται δεξιά και οι ταχύτητες είναι ανάποδα, η πρώτη πάνω και οι άλλες τέσσερις κάτω. Η διαδικασία των αλλαγών με τον πολύ μακρύ λεβιέ είναι αργή, ανάλογη της εποχής του Apollo – αν βιαστείς, θα βρεις σίγουρα νεκρά. Το μοναδικό αυτό Ducati έχει ψυχή στις επιταχύνσεις και οι σχέσεις του δείχνουν πολύ μακριές, ειδικά από τη δεύτερη έως και την τέταρτη ταχύτητα, αλλά η αίσθηση που σου δίνει μοιάζει περισσότερο με μοτοσυκλέτας του ’80 παρά του ’60. Φτιαγμένο για τις Η.Π.Α., το Apollo ειδικεύεται στο cruising, και γρήγορα ανακαλύπτεις ότι ο καλύτερος τρόπος για να το οδηγήσεις είναι να φτάνεις γρήγορα στην πέμπτη ταχύτητα. Δεν πειράζει αν οι στροφές πέσουν χαμηλά, ο τετρακύλινδρος κινητήρας των 1.256cc έχει άφθονη ροπή που βγαίνει στον δρόμο σαν να σερφάρεις πάνω σε τεράστια κύματα. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη από τις αρχικές ανακοινώσεις της Ducati για την τιμή της ροπής αυτής της μοτοσυκλέτας, και είναι πραγματικά κρίμα, γιατί είμαι βέβαιος ότι αν το ανεβάσουν σήμερα στο δυναμόμετρο, το νούμερο που θα προκύψει θα κάνει πολλές σύγχρονες κατασκευές να κοκκινίσουν από ντροπή.

Ραπτομηχανή εναντίον μίξερ

Παρ’ όλα αυτά, ο αναμφίβολα εντυπωσιακός κινητήρας του Apollo δεν είναι καθόλου αντιπροσωπευτικός των πρώιμων ’60s. Δίπλα σε ένα βρετανικό δικύλινδρο της ίδιας εποχής ή ένα Harley οποιασδήποτε εποχής, μοιάζει σαν να συγκρίνεις μια ραπτομηχανή με ένα μίξερ όσον αφορά τους κραδασμούς και την άνεση στην οδήγηση – μόνο ένα BMW boxer μπορούσε να αποδίδει τόσο μεταξένια τη δύναμή του εκείνη την εποχή. Σεβόμενος τη σπανιότητα του Apollo (και την απόλυτη έλλειψη ανταλλακτικών!), δεν δοκίμασα να φτάσω τις στροφές στα κόκκινα, αλλά ακόμη κι αν πλησιάσεις σχετικά ψηλά απολαμβάνεις την ίδια τεμπέλικη και χαλαρή λειτουργία από τον κινητήρα. Σε μια εποχή που δεν υπήρχαν καθόλου τετρακύλινδρες μοτοσυκλέτες, ούτε καν το 600cc MV Agusta που μπήκε στην παραγωγή το 1966, το Apollo θα είχε θέσει τα στάνταρ από πλευράς απόδοσης και άνεσης και θα είχε προσφέρει έναν στόχο για τους Ιάπωνες. Ήταν πραγματικά μια μοτοσυκλέτα μπροστά από την εποχή της, γεμάτη πρωτοποριακή τεχνολογία.

Το μοναδικό αυτό Ducati έχει ψυχή στις επιταχύνσεις

Αυτά όσον αφορά τον κινητήρα, διότι από πλευράς κρατήματος το Apollo ήταν ικανοποιητικό αλλά όχι κάτι το ξεχωριστό. Υπεύθυνη ήταν η αμερικανική αστυνομία με τον κανονισμό της για ζάντες 16 ιντσών σε μια μοτοσυκλέτα που φώναζε ότι έχει ανάγκη τα 18άρια σπορ λάστιχα που τότε είχαν κυκλοφορήσει. Ακόμη και χωρίς τα προβλήματα ασφαλείας που οδήγησαν στην εξαφάνιση του Apollo, τα αυτοκινητάδικα Goodyear με τους σαφείς δυναμικούς περιορισμούς χαντακώνουν οριστικά τις δυνατότητές του. Δείχνουν και αισθάνονται τελείως ακατάλληλα για οτιδήποτε μεγαλύτερο από 15 μοίρες κλίσης, και παρότι είναι εύκολο να ξύσεις κάτω τα μαρσπιέ χωρίς αίσθημα ανασφάλειας, αντιλαμβάνεσαι γρήγορα τις παραμορφώσεις του ελαστικού μόλις αρχίσεις να ζητάς το κάτι παραπάνω στις στροφές. Το μακρύ μεταξόνιο σε κάνει να αισθάνεσαι σα να οδηγείς φορτηγό στις σφιχτές στροφές, με αντιστάθμισμα όμως το καλό κράτημα στις γρήγορες ανοιχτές καμπές, όπου οι ανέλπιστα αποδοτικές αναρτήσεις της Ceriani δείχνουν το καλό πρόσωπο που θα περίμενε κανείς πριν 40 χρόνια – παρόλο που είναι αρκετά ενδοτικές ώστε να μην ταλαιπωρείσαι στις λακκούβες με μια μοτοσυκλέτα 271 κιλών στεγνού βάρους.

Ειλικρινά, το μόνο πράγμα που θα προκαλέσει ανησυχία, εκτός της βαριάς αίσθησης και των γελοίων ελαστικών, είναι τα φρένα. Τα δύο ταμπούρα 220mm είναι αρκετά μόνο για μικρές ταχύτητες, ενώ μετά από μερικά γερά φρεναρίσματα η απόδοσή τους άρχιζε να φθίνει σημαντικά, κάνοντας τη μανέτα του μπροστινού να φτάνει μέχρι το γκριπ χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Σύμφωνοι, με τα στάνταρ της εποχής αυτά τα φρένα βρίσκονταν κάπου στον μέσο όρο – αλλά η απόδοση αυτού του εκπληκτικού κινητήρα ήταν πολύ μπροστά και, ως αποτέλεσμα, τα ελαστικά δεν ήταν το μόνο θέμα που χρειαζόταν άμεσης προσοχής, άσχετα αν αποδείχθηκαν ο λόγος που το Apollo εξαφανίστηκε τελείως.

Χαμένες ευκαιρίες

Ήταν μια τραγωδία σε δυο ρόδες, χάρη στην ανικανότητα των εταιρειών ελαστικών να φτιάξουν το κατάλληλο προϊόν για τις επιδόσεις μια τόσο βαριάς και δυνατής μοτοσυκλέτας. Οι μοτοσυκλετιστές της δεκαετίας του ’60 στερήθηκαν την ευκαιρία να καβαλήσουν την πρώτη μιας σειράς τετρακύλινδρων μοτοσυκλετών που θα ακολουθούσαν. Ο Jοe Berliner είχε τη σωστή ιδέα, ζητώντας από τη Ducati το 1961 να φτιάξει το Apollo, αλλά για λάθος λόγους. Αν δεν είχαν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στην αμερικάνικη αγορά και την επιμονή της στους τροχούς 16 ιντσών, αν είχαν συλλάβει το Apollo ως την πρώτη τετρακύλινδρη σπορ μοτοσυκλέτα του κόσμου με τα ανάλογα λάστιχα, φρένα και κρατήματα –ακόμη και σε τιμή υψηλότερη από αυτήν του Triumph Bonneville, που ήταν η απόλυτη σπορ μοτοσυκλέτα της εποχής του ’60–, τότε η αμερικάνικη αγορά δεν θα υποχρεωνόταν να περιμένει άλλα δέκα χρόνια για να παρουσιάσει η Kawasaki το Z1 και η Honda το CB 750. Αφότου το οδήγησα, είμαι πεπεισμένος ότι το Ducati Apollo ήταν μια από τις μεγαλύτερες χαμένες ευκαιρίες του παγκόσμιου μοτοσυκλετισμού.

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ

Τα τελευταία 40 χρόνια η Ducati φλέρταρε με τους V4 κινητήρες, χωρίς ποτέ (μέχρι τώρα και τα MotoGP) να τους υιοθετήσει κανονικά. Ο θρυλικός Fabio Taglioni παρήγαγε περισσότερα από 1000 σχέδια στα 30 χρόνια της κυριαρχίας του, και μοιραία το πλούσιο βιογραφικό του θα περιελάμβανε και τετρακύλινδρα. Για την ακρίβεια, έφτιαξε τρία διαφορετικά. Το πιο πρόσφατο ήταν το σχέδιο Bipantah, με την ένωση δύο V2 κινητήρων Pantah, σχέδιο που τερματίστηκε λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του το 1984, ενώ πρώτο ήταν το τετρακύλινδρο εν σειρά 125 GP του 1964, που δεν έτρεξε ποτέ. Την ίδια εποχή ο Taglioni συνέλαβε το Apollo 1260, το διασημότερο εκ των τριών

 

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η Ducati ήταν μια από τις πολλές μικρές εταιρείες της Ιταλίας που πάσχιζαν να επιβιώσουν, μετά την ανηλεή επίθεση της Fiat με το 500 (το “πεντακοσαράκι”) που, πωλούμενο σε εκατοντάδες χιλιάδες, έβαλε τέλος στη μοτοσυκλετιστική ανάπτυξη της περασμένης δεκαετίας. Με την παραγωγή της να έχει πέσει στις 6.000 μοτοσυκλέτες ετησίως, η Ducati επιβίωνε χάρη στις κρατικές χορηγίες και βασιζόταν επίσης πολύ στην αμερικάνικη αντιπροσωπεία, Berliner Motor Corporation, όπου πουλιόταν σχεδόν το 85% της ετήσιας παραγωγής της. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τότε οι αδελφοί Joe και Mike Berliner ουσιαστικά κινούσαν τα νήματα της Ducati.

Με το βλέμμα στη Harley

Ο μεγάλος αδελφός, Joe, ήταν πεπεισμένος για τη δυναμική της αγοράς των Η.Π.Α. –ειδικά μετά την τάση απόρριψης των μονοπωλίων, που έκανε τις αστυνομικές διευθύνσεις να ψάχνουν και εκτός Harley-Davidson–, και, με την Indian να σβήνει, αυτό σήμαινε ότι οι εισαγόμενες μοτοσυκλέτες είχαν ελπίδες. Αρχικά κοίταξαν προς τη μεριά της Zundapp, αλλά το ΚS601 σταμάτησε ξαφνικά να παράγεται το 1958, αν και είχε αρέσει πολύ στις Η.Π.Α. Έτσι, οι αδελφοί Berliner ζήτησαν από τη Ducati να σχεδιάσει μια μοτοσυκλέτα κατάλληλη για τη χρήση αυτή. Οι προδιαγραφές της αμερικανικής αστυνομίας είχαν μερικούς απαράβατους περιορισμούς: ο κυβισμός έπρεπε να είναι τουλάχιστον 1.200cc, το μεταξόνιο το λιγότερο 1.515mm και οι τροχοί 5.00 x 16’’ – τίποτε άλλο δεν θα γινόταν δεκτό.

Ο Taglioni έπιασε δουλειά και κατέληξε σε έναν αερόψυκτο V4 κινητήρα 90 μοιρών για τη βέλτιστη απόσβεση κραδασμών χωρίς αντικραδασμικό άξονα, στρόφαλο 180 μοιρών (δηλαδή τα πιστόνια ανεβοκατέβαιναν σε ζεύγη, σαν δύο συζευγμένοι V2) και κυβισμό 1.256cc, ελάχιστα παραπάνω από το σημείο αναφοράς, το μεγαλύτερο τότε Harley, το Duo Glide στα 1.215cc. Οι Berliner πρότειναν ακόμη υγρόψυξη, που ο Taglioni απέρριψε ως πολύπλοκη και άχρηστη, και άξονα, κάτι που ο Ιταλός σχεδιαστής δεν εμπιστευόταν. Άφησε ωστόσο χώρο στο σχέδιό του για αυτόματη μετάδοση που σκόπευε αργότερα να χρησιμοποιήσει.

Με διαστάσεις 84,5 x 56, αυτός ο κινητήρας ήταν ό,τι πιο υπερτετράγωνο είχε σχεδιάσει ποτέ ο Taglioni. Εγκατεστημένος ως ενεργό μέρος σε ένα στιβαρό ανοιχτό, διπλό πλαίσιο, οπωσδήποτε θα χάριζε στο Apollo καλύτερα κρατήματα από οποιοδήποτε μηχανάκι της Harley – η οποία, με τη σειρά της, μόλις είχε ανακαλύψει την πίσω ανάρτηση…

Το Apollo είχε ανάγκη τις επιδόσεις του, αλλά, μέχρι η τεχνολογία των ελαστικών να το προφτάσει, ήταν θανατηφόρο

Έτοιμο για ροντέο

Σχετικά συμπαγές σε διαστάσεις, με τον αλουμινένιο κινητήρα του να βοηθά στο να κρατιέται το βάρος στα 271 κιλά (έναντι 291 των Harley), το πρωτότυπο οδηγήθηκε πρώτα από τον Franco Farne, που διαμαρτυρήθηκε μετά την πρώτη του βόλτα ότι “στρίβει σαν νταλίκα!” Παρ’ όλα αυτά, πιστό στον “Αμερικάνικο Τρόπο”, το Ducati Berliner 1260 Apollo –όπως έγινε επισήμως γνωστό– προσέφερε τις απαραίτητες επιδόσεις στην ευθεία, με 100 ίππους στις 7.000 στροφές, πολύ πάνω από τους 55 ίππους του Harley, και τελική ταχύτητα άνω των 200 χιλιομέτρων. Ιδιαίτερα εντυπωσιακά νούμερα, που αφορούσαν τη δυνατότερη μοτοσυκλέτα που είχε κατασκευαστεί μεταπολεμικά στην Ευρώπη. Επίσης, καταδικαστικά νούμερα, όπως ανακάλυψε ο δοκιμαστής της Ducati, Giancarlo “Fuzzi” Librenti. Πηγαίνοντας στην Autostrada για αρκετή ώρα με πάνω από 160, το πίσω λάστιχο άρχισε να διαλύεται. “Κατά κάποιον τρόπο που δεν μπορώ να περιγράψω, κατάφερα να το σταματήσω με τον πίσω τροχό μπλοκαρισμένο, είναι ένα θαύμα που ζω!”, δήλωσε ο Fuzzi. “Τώρα είμαι έτοιμος για ροντέο”, αστειευόταν αργότερα.

Σύντομα οι Ιταλοί ανακάλυψαν ότι το συμβάν με τον Librenti δεν ήταν μεμονωμένο. Ο κινητήρας ήταν πολύ δυνατός για τα 16άρια λάστιχα, ενώ δεν γλύτωσε ούτε η πιο ήπια έκδοση με τα μικρότερα Dell’Orto, που σταματούσε στους 80 ίππους. Η Ducati προχώρησε και σε μια ακόμη πιο κλειστή έκδοση με 65 ίππους, πάλι πάνω από τους 55 των Harley, η οποία δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα με τα λάστιχα – όμως πλέον δεν μπορούσαν να πουλήσουν το Apollo ως ένα λουσάτο sport-touring, αφού πλέον οι επιδόσεις του υπολείπονταν συγκρινόμενες με των BMW και των βρετανικών δικύλινδρων. Το Apollo είχε ανάγκη τις επιδόσεις του, αλλά, μέχρι η τεχνολογία των ελαστικών να το προφτάσει, ήταν θανατηφόρο.

Η κληρονομιά

Αυτή ήταν η ιδανική ευκαιρία για τη νέα Χριστιανοδημοκρατική κυβέρνηση της Ιταλίας να ακυρώσει το πρόγραμμα που ξεκίνησε στην πόλη-προπύργιο των κομουνιστών, τη Bologna. Η δικαιολογία τους ήταν ότι με μόνες πωλήσεις αυτές της αστυνομίας, το πρόγραμμα ήταν πολύ ακριβό για να δικαιολογήσει τις επενδύσεις στο εργοστάσιο της Ducati για μια νέα γραμμή παραγωγής. Την ώρα που ο Berliner έπειθε τον ένα μετά τον άλλο τους διοικητές αστυνομικών διευθύνσεων των Η.Π.Α. να αγοράσουν το Apollo, στην Ιταλία αποφασίστηκε διστακτικά η διακοπή του προγράμματος. Τα δύο πρωτότυπα που είχαν σταλεί στις Η.Π.Α. κλείστηκαν στις αποθήκες των αδελφών Berliner στο New Jersey και έμειναν ξεχασμένα σε μια γωνία για δύο δεκαετίες. Ήταν η υπενθύμιση μιας μοτοσυκλέτας που σκοτώθηκε από τις αψιμαχίες δύο πολιτικών κομμάτων στην Ιταλία και από τη δική της προχωρημένη τεχνολογία.

Παρ’ όλα αυτά, η μνήμη του Apollo συνέχισε να υπάρχει. Όπως τόνιζε ένα προφητικό άρθρο του περιοδικού Motociclismo το 1963, ο μισός V4 θα ήταν ιδανική βάση για μια οικογένεια V2 90 μοιρών. Πέντε χρόνια αργότερα, ο Taglioni σχεδίασε τον πρώτο V2 750cc που είχε τις ρίζες του στον V4 του Apollo. Τριάντα χρόνια και δέκα παγκόσμιους τίτλους SBK αργότερα, η Ducati έχει την τιμή να αντιγράφεται από τη Honda και τη Suzuki, και τώρα είναι η σειρά του Desmosedici να αποδείξει την αξία του V4 – γεννώντας μια νέα οικογένεια μοντέλων δρόμου που πλέον ξέρουμε ότι θα πραγματοποιηθεί. Άραγε, θα λέγεται κανένα από αυτά Apollo;

TEXNIKA ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Κατασκευαστής / Μοντέλο                                                    Ducati Apollo 1260

Κινητήρας:                                                                              Τετράχρονος, αερόψυκτος, τετρακύλινδρος V 90o, 2 B/K και ένας εκκεντροφόρος με ωστήρια

Διάμετρος x Διαδρομή (mm):                                                84,5 x 56

Χωρητικότητα (cc):                                                                1.256

Σχέση συμπίεσης:                                                                   10:1

Τροφοδοσία:                                                                            4 καρμπιρατέρ 29mm Dell’Orto

Τύπος συμπλέκτη:                                                                  Υγρός πολύδισκος

Τελική μετάδοση:                                                                   Κιβώτιο πέντε σχέσεων, αλυσίδα

Πλαίσιο:                                                                                   Ατσάλινο διπλό ανοιχτό

Μεταξόνιο (mm):                                                                     1.555

Ύψος σέλας (mm):                                                                  760

Βάρος (kg):                                                                              271 στεγνό

Ανάρτηση εμπρός:                                                                  Τηλεσκοπικό πιρούνι Ceriani 38mm

Ανάρτηση πίσω:                                                                     Δύο αμορτισέρ Ceriani

Φρένο εμπρός / πίσω:                                                             Ταμπούρο 220mm με ένα έκκεντρο

Ελαστικό εμπρός / πίσω:                                                       5,00 x 16

Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm):                                                 100 / 7.000

Τελική ταχύτητα (km/h):                                                        200

Ετικέτες

Νέα εποχή για την Tecno-Moto: Από το «Racing» στο «Performance»!

Εξελίξεις σε μία εταιρία θρύλο της ελληνικής αγοράς
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/3/2019

Κάθε συνεργείο στην χώρα μας είναι κι ένα μικρό βιβλίο, ίσως όχι χωρίς βρώμικα κεφάλαια κάποιες φορές, αλλά σίγουρα με πλούσια ιστορία, ιδιαίτερα σε μία εποχή όπως η δεκαετία του ’80, τότε που η γνώση ήταν δύσκολο να βρεθεί και οι απαντήσεις στις ερωτήσεις ερχόντουσαν μέσα από την αναζήτηση. με το “reverse engineering” να αποτελεί το πανεπιστήμιο που οι καλοί μάστορες επέβαλλαν στον εαυτό τους για να μπορέσουν να εξελιχθούν. Τώρα πάσχουμε από υπερπληροφόρηση που με την σειρά της οδηγεί σε ευτελισμό της πληροφορίας και επιφανειακές τοποθετήσεις, κοινώς «ξερολίαση» και είναι σαν όλοι να τα ξέρουν όλα. Τελικώς ξεχωρίζουν πιο δύσκολα οι καλοί μάστορες, πάντα θα ξεχωρίζουν, και το καλό είναι πως τουλάχιστον τώρα τους μαθαίνει ευκολότερα όλος ο κόσμος και όχι λίγοι και ψαγμένοι. Κάθε εποχή έχει τα δικά της καλά και κακά… Εκείνη την δεκαετία πολλά πράγματα δημιουργήθηκαν από το μηδέν, το ΜΟΤΟ για παράδειγμα είναι παιδί της εποχής εκείνης, παράλληλα με μαγαζιά θρύλους, όπως η Tecno-Moto Racing.!

Ο Μάριος Νικολαΐδης στην σέλα του Kawasaki H2R που είχε έρθει στην Ελλάδα για να την οδηγήσει το MOTO στο... Τατόι! Μόλις η δεύτερη ανεξάρτητη δυναμομέτρηση στον κόσμο και με έντονο παρασκήνιο... Πάντοτε όταν βρίσκουμε τα δύσκολα σε ένα τεχνικό κομμάτι, υπάρχει ένας "Νικολαΐδης" να βοηθήσει...
Το μαγαζί που έγινε μεγάλη εταιρία και στην πορεία, το σπίτι της Akrapovic στην Ελλάδα ανάμεσα σε διάφορους άλλους οίκους που εκπροσωπεί, παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα να έχει ξεκινήσει κάνοντας έρευνα και εξέλιξη. Ακριβώς όπως ξεκίνησε η ίδια η Akrapovic, που στην πρόσφατη επίσκεψή μας στις ανανεωμένες εγκαταστάσεις πήραμε απάντηση σε ένα βασικό ερώτημα που είχαμε για την περίπτωσή τους: Γιατί ξεχωρίζουν τόσο πολύ και γιατί οι υπόλοιποι δεν τους πιάνουν…
Δεν είναι τυχαίο που ο ιδρυτής της Akrapovic, ο κ.Igor, τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση για τον άνθρωπο που ξεκίνησε την Tecno-Moto, τον Ντίνο Νικολαΐδη, και αναγνωρίζει αυτά τα ίδια στοιχεία στον υιό Μάριο, που πλέον αναλαμβάνει την συνέχεια της εταιρίας. Η Akrapovic ξεκίνησε ως ένα μαγαζί βελτιώσεων και εξελίχθηκε στους καλύτερους κατασκευαστές του κόσμου που πλέον αναλαμβάνουν ένα σοβαρό ποσοστό εξέλιξης από τους συνεργαζόμενους κατασκευαστές μοτοσυκλετών. Αυτό σηκώνει μεγάλη ανάλυση και η απάντηση για όποιον την θέλει θα υπάρχει στο πρώτο μέρος από την επίσκεψή μας στην Σλοβενία, στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ. Αναγνωρίσαμε όμως αυτές τις ομοιότητες στο ξεκίνημα τόσο της Tecno-Moto, όσο και της ίδιας της Akrapovic βλέποντας πως δεν είναι τυχαίο που η πρώτη αντιπροσωπεύει αποκλειστικά την δεύτερη στην Ελλάδα.

Akrapovic: Γιατί ήταν αποκαλυπτική η επίσκεψη στο εργοστάσιό της Μοτοσυκλετιστική εκδοχή «Charlie and the Chocolate Factory»

Το MOTO έχει και ιδιαίτερη σχέση με την Tecno-Moto, από την στιγμή που το ξεκίνημα ήταν σχεδόν ταυτόχρονο και στα χέρια του Ντίνου τότε, εμπιστευόμασταν όλες τις νέες μοτοσυκλέτες για δυναμομέτρηση, στο πρώτο δυναμόμετρο της Ελλάδας, σπάζοντας πολλές φορές το ρεκόρ ταχύτητας πληροφόρησης για τους Έλληνες αναγνώστες σε μία εποχή που δεν υπήρχε το internet για να φανεί πως μερικές φορές το ρεκόρ αυτό δεν ήταν πανελλήνιο αλλά πανευρωπαϊκό κι ακόμη και παγκόσμιο! Από πολύ νωρίς αποκτήσαμε μία μεγάλη «παλαβομάρα» να στηρίζουμε ό,τι λέμε σε στοιχεία μετρήσεων και μάλιστα στα πιο ακριβή στοιχεία μετρήσεων που μπορεί κανείς να βρει! Κι μία από τις αιτίες αυτής της παλαβομάρας ήταν αυτές οι συνεργασίες… Η οικογένεια Νικολαΐδη έχει την σπάνια μίξη να διακατέχονται όλα της τα μέλη από την ίδια τρέλα κι έτσι επίσης δεν είναι τυχαίο που το επόμενο βήμα οδήγησε στην δημιουργία των καλύτερων φίλτρων του κόσμου, στην DNA High Perfomance Filters!

Τώρα η Tecno-Moto Racing αλλάζει και γίνεται Tecno-Moto Perfomance με τον Μάριο Νικολαΐδη να αναλαμβάνει την εταιρία. Η ιστορία πίσω από το όνομα και τα επόμενα βήματα, αναπτύσσονται στο Δελτίο Τύπου που ακολουθεί, κι εμείς δεν μπορούμε παρά να ευχηθούμε μία πορεία ακόμη πιο πετυχημένη από εδώ και πέρα:

Η ιστορία πίσω από το όνομα: Από το «Racing» στο «Performance»

Tecno-Moto Racing ήταν το όνομα ενός μικρού καταστήματος βελτιώσεων που ιδρύθηκε το 1985 από τον Ντίνο Νικολαΐδη και την μετέπειτα σύζυγό του Μαρία Ράλλη. Η επιχείρηση ήταν εγκατεστημένη στη Νίκαια, όπου ο μηχανικός Ντίνος και η σύζυγός του Μαρία, πραγματοποιούσαν βελτιώσεις και προσέφεραν υπηρεσίες επισκευών και συντηρήσεων σε όλα τα είδη μοτοσυκλετών.

  •               Περισσότερο με πνεύμα ανησυχίας και εξερεύνησης των μηχανολογικών ορίων της εποχής και λιγότερο εμπορικό ενδιαφέρον, εμπλέκονται στους αγώνες και την υποστήριξη ομάδων και αγωνιζομένων. Γνωρίζουν την ταχεία άνοδο καθώς αυξάνεται συνεχώς η ζήτηση για ολοένα και περισσότερα βελτιωτικά εξαρτήματα μοτοσυκλετών, γεγονός που οδηγεί σε ένα νέο κατάστημα το 1992, αποκλειστικά για τη διανομή εξαρτημάτων υψηλής απόδοσης σε λιανικό και χονδρικό εμπόριο. Επιπρόσθετα το 1992 πρωτοπορούσαν εγκαθιστώντας το πρώτο δυναμόμετρο τροχού στην Ελλάδα, μία διπλή πρωτοπορία καθώς σχεδίασαν και δημιούργησαν το δικό τους δωμάτιο δυναμόμετρου, χρησιμοποιώντας ένα Dynojet dyno. Παρείχαν στους πελάτες τους δυναμομετρήσεις και συνεδρίες dyno-tuning τόσο για τις μοτοσυκλέτες του συνεργείου πιστοποιώντας την ποιότητα των εργασιών όσο και των αγωνιστικών που οι ίδιοι συνέβαλαν και στην βελτίωσή τους.
  •               Το 1998 ήταν ορόσημο για την Tecno-Moto Racing αυξάνοντας σε τρία τον αριθμό των καταστημάτων, λειτουργώντας ένα κέντρο βελτιώσεων και δυναμομετρήσεων στη Νίκαια, με δύο ξεχωριστά δυναμόμετρα Dynojet (ένα μοτοσυκλέτας κι ένα αυτοκινήτου) - και δύο καταστήματα λιανικής πώλησης, ένα στη Νίκαια, και ένα στο κέντρο της Αθήνας στην οδό που σύντομα θα αναδεικνυόταν ως η καρδιά της αγοράς μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, την δημοφιλή στους μοτοσυκλετιστές, οδό Καλλιρόης.
  •               Το 2002 ο Ντίνος και η Μαρία καθοδηγούμενοι από το ίδιο πάντα πνεύμα ανησυχίας, αποφασίζουν να ιδρύσουν μια δεύτερη εταιρία υπό την σκέπη της Tecno-Moto Racing με το όνομα, DNA Filters.
  •               Τον επόμενο χρόνο η αγορά προχωρά ραγδαία κι εξανεμίζονται τα ελάχιστα λεπτά ελεύθερου χρόνου εντός της ημέρας που είχαν απομείνει, με τον Ντίνο και την Μαρία να αποφασίζουν έτσι την ανακαίνιση και επέκταση του κεντρικού καταστήματος στην Αθήνα, κλείνοντας τα δύο καταστήματα στη Νίκαια.
  •               Το 2013 ο Μάριος Νικολαΐδης, ο μεγαλύτερος υιός της οικογένειας Νικολαΐδη επιστρέφει από την Αγγλία, οπού ολοκλήρωσε τις σπουδές του ως μηχανολόγος μηχανικός αγώνων. Από την πρώτη στιγμή ασχολήθηκε με την βελτίωση μοτοσυκλετών και των σχεδιασμό νέων φίλτρων αέρος για την DNA Filters. Ακόρεστος μοτοσυκλετιστής και ο ίδιος, αποφάσισε τα πρώτα χρόνια της καριέρας του να επενδύσει στην ψυχογράφηση της Ελληνικής αγοράς, εμβαθύνοντας και αποκωδικοποιώντας τις ανάγκες του Έλληνα μοτοσυκλετιστή, δίχως ακόμη να κατέχει ενεργό ρόλο στις εταιρίες. Ακολουθούν δύο πολύ επιτυχημένα χρόνια, το 2017 και το 2018, όπου διακρίθηκε με βραβείο σχεδιασμού Red Dot Design Award, ενώ παράλληλα σχεδίασε και κατασκεύασε μαζί με τον “γκουρού” πια της μηχανολογίας και σχεδιασμού μοτοσυκλετών, τον πατέρα του Ντίνο, δυο ελληνικές μοτοσυκλέτες την DCR-017 “The Brain Eraser” και την DCR-018 “The Billet Sting”! Με το καλύτερο πλέον υπόβαθρο, ο Μάριος αποφάσισε πως ήρθε η ώρα να βγει στο προσκήνιο κάνοντας το επόμενο μεγάλο βήμα με την Tecno-Moto Racing.

Σήμερα, εν έτη 2019, μετά από 25+ χρόνια ως αποκλειστικός διανομέας στα μεγαλύτερα και καλύτερα εμπορικά σήματα στο χώρο της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, η Tecno-Moto Racing αποφάσισε να θέσει τον Μάριο Νικολαΐδη ως το νέο πρόσωπο της εταιρίας.

Η ιδέα της Tecno Moto Performance γεννήθηκε.

Νέα λογότυπα, νέες συνεργασίες, νέος σχεδιασμός καταστήματος.

Καλώς ήρθατε στην εποχή της Tecno Moto Performance.

The No1 Performance Specialist