Husqvarna 500 GP

Η σουηδική έκπληξη
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

17/8/2017

Σε μια εποχή που οι βρετανικές τετράχρονες αγωνιστικές GP έπνεαν τα λοίσθια, όταν το πρώτο κύμα ιαπωνικών δίχρονων ετοιμαζόταν να κατακλύσει τις πίστες των GP, μια μοτοσυκλέτα την οποία έφτιαξε, οδήγησε και συντήρησε ένας άνθρωπος μόνος του, κατάφερε, με την υποστήριξη μιας εταιρείας άσχετης με τους αγώνες ταχύτητας, να αφήσει το στίγμα της στην Ιστορία. Ήταν ένα δικύλινδρο δίχρονο Husqvarna 500, και ο “πατέρας” της επιτυχίας του λεγόταν Granath, Bo Granath

Αν γινόταν ένας διαγωνισμός με την ερώτηση “Ποιος κατασκευαστής ήταν ο πρώτος που αγωνίστηκε με δίχρονη μοτοσυκλέτα για μια ολόκληρη περίοδο στα GP 500;”, ελάχιστοι θα αναγνώριζαν τη Husqvarna. Η μικρή της περιπέτεια στους αγώνες ταχύτητας τη δεκαετία του ’70 δείχνει σήμερα τόσο απίθανη όσο και τότε, διότι στο δεύτερο μισό ενός αιώνα κατασκευής μοτοσυκλετών –που εορτάστηκε το 2003 με τον τίτλο του Eddy Seel στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Supermoto, αν και με λιγότερες τυμπανοκρουσίες από τη συνομήλικη Harley-Davidson– οι Σουηδοί είχαν αφοσιωθεί σχεδόν αποκλειστικά στο χώμα, κερδίζοντας 16 παγκόσμια πρωταθλήματα ΜΧ και άλλα 26 στο Enduro.

Όμως, εκτός των μυθικών 350/500 δικύλινδρων V 50 μοιρών αγωνιστικών GP με τα οποία έτρεξαν τη δεκαετία του ’30 οι Βρετανοί Stanley Woods και Ernie Nott, η Husqvarna δεν είχε καμία άλλη ασφάλτινη παράδοση. Αυτά, μέχρι την ανέλπιστη επιτυχία του Bo Granath, ο οποίος τερμάτισε στην εκπληκτική πέμπτη θέση της γενικής κατάταξης των GP 500 το 1972, με ένα δίχρονο δικύλινδρο που εξελίχθηκε με τη βοήθεια της Husqvarna, επιτρέποντάς της να διεκδικήσει την τέταρτη θέση στην κατάταξη των Κατασκευαστών – ψηλότερα από τη Suzuki!

Ένα motocross στα Grand Prix

Συνεχίζοντας να αγωνίζεται στα 63 του χρόνια με ένα Husaberg Supermono κι ένα GSX-R 600, ο γεννημένος στη Στοκχόλμη Bo απολαμβάνει μια συνεχή αγωνιστική δραστηριότητα τεσσάρων δεκαετιών που ξεκίνησε το 1961. Την ίδια εποχή που έτρεχε στο σουηδικό πρωτάθλημα, αλλά και σε σποραδικούς αγώνες GP με τα αγαπημένα του βρετανικά μονοκύλινδρα, ο Βο ξεκινούσε μια επιχείρηση που σήμερα ανθεί, εισάγοντας στις σκανδιναβικές χώρες αγωνιστικά εξαρτήματα και τα λάδια Motul. Το 1963 έτρεξε  για πρώτη για πρώτη φορά στο Isle of Man TT, ενώ μέχρι το 1967 ήταν ένας πλήρους απασχόλησης αναβάτης αγώνων, αναγνωρισμένος ως ένας από τους καλύτερους ιδιώτες στα GP – αλλά πλέον έψαχνε για τη μοτοσυκλέτα που θα του επέτρεπε να ξεπεράσει τις ορδές των μονοκύλινδρων στις κατηγορίες των 350 και 500cc.

Η Husqvarna είχε χτίσει ένα αξεπέραστο ρεκόρ στους χωμάτινους αγώνες τη δεκαετία του ’60, με τους Rolf Tibblin, Bill Nilsson και Torsten Hallman να κυριαρχούν στο παγκόσμιο ΜΧ από το 1959. Ωστόσο, ο αρχιμηχανικός της ομάδας, Ruben Helmin, ήταν οπαδός της ταχύτητας κι αυτό εξηγεί πώς ένα μονοκύλινδρο δίχρονο 250cc εξελίχθηκε ολοκληρωτικά από εξαρτήματα ΜΧ του εργοστασίου, ακόμη και το πλαίσιο, και αγωνίστηκε επιτυχώς το 1966 με τον Kent Anderson, μετέπειτα παγκόσμιο πρωταθλητή GP125. Ήταν ο Bo Granath που το πρωτοέτρεξε στα 350, τη χρονιά που πήρε τίτλο σε τρεις κατηγορίες στο σουηδικό πρωτάθλημα: στα 500 με το δικό του Matchless G50, στα 125 με ένα πρώην εργοστασιακό ΜΖ και στα 350 με το μονοκύλινδρο Husqvarna!

“Σκεφτόμουν ότι ένα δικύλινδρο 500, με δύο κυλίνδρους 250cc των ΜΧ της Husqvarna, θα ήταν ό,τι πρέπει για να κερδίσεις τα αγγλικά μονοκύλινδρα”, λέει ο Βο. “Ζήτησα από το εργοστάσιο να μου φτιάξει έναν τέτοιο κινητήρα, είχαν ήδη ένα πρωτότυπο που φτιάχτηκε χρησιμοποιώντας το πλαίσιο ενός Norton Manx, αλλά μου απάντησαν ότι επρόκειτο για ένα πειραματικό μοτέρ και δεν ήταν καλή ιδέα. Πάντως, έφτιαξαν μερικά σχέδια, και μέχρι το 1968 το μοτέρ είχε φτιαχτεί με μικρό κόστος. Οι δύο κύλινδροι προέρχονταν από αγωνιστικά ΜΧ 250 και τα μόνα εξαρτήματα που έπρεπε να σχεδιαστούν από λευκό χαρτί ήταν τα κάρτερ, το μεσαίο κομμάτι του στροφάλου και ο πρωτεύων άξονας του κιβωτίου”.

Ο ίδιος ο Granath ανέλαβε να τροποποιήσει ένα πλαίσιο από ΜΧ 250 και, όταν το έκανε, συμπλήρωσε τη μοτοσυκλέτα με πιρούνι Ceriani, τροχούς και φρένα Fontana. Έτρεξε με αυτό στους δύο τελευταίους αγώνες του σουηδικού πρωταθλήματος, χάνοντας τη νίκη στο Linkoping για ένα μέτρο και τον τίτλο του για ένα βαθμό – έχοντας τρέξει ολόκληρο τον αγώνα χωρίς συμπλέκτη και με βίαιους κραδασμούς από το δικύλινδρο μοτέρ…

Τελικά οι Σουηδοί, μετά από 7 χρόνια, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την αξία της υγρόψυξης και στους αγώνες ΜΧ

Καπνός στην Ισπανία

Αυτή η μοτοσυκλέτα άφηνε πολλές υποσχέσεις, καθώς ζύγιζε μόλις 120 κιλά, πολύ λιγότερο από τον τετράχρονο ανταγωνισμό. Έτσι ο Βο έφτιαξε μια δεύτερη 350cc και, με τον εαυτό του ως μηχανικό και αναβάτη ταυτόχρονα, ξεκίνησε την αγωνιστική περίοδο του 1969.

“Ειδικά το 500 ήταν πολύ γρήγορο, στους περισσότερους αγώνες βρισκόμουν μπροστά πριν εγκαταλείψω για οποιονδήποτε λόγο”, θυμάται. Ήταν ουσιαστικά η πρώτη δίχρονη αγωνιστική μοτοσυκλέτα των GP 500, πριν την έλευση της δίχρονης επανάστασης που θα ακολουθούσε, αλλά η Ιστορία δεν άφησε το όνομα του Βο να γραφτεί στα βιβλία της. Στον εναρκτήριο αγώνα της χρονιάς, ο Βο κρατούσε την τρίτη θέση όταν από τους κραδασμούς διαλύθηκε η ανάφλεξη. Τελικά τρίτος τερμάτισε ο Ginger Molloy που τον ακολουθούσε με ένα μονοκύλινδρο Bultaco, σημειώνοντας την πρώτη άνοδο σε βάθρο GP με δίχρονη μοτοσυκλέτα.

“Είχαν ραγίσει τα κάρτερ στα δοκιμαστικά, οπότε τηλεφώνησα στη Σουηδία να μου στείλουν ένα νέο κινητήρα και καπνό. Η γραμμή όμως ήταν χάλια και έτσι άκουσαν μόνο τον καπνό, και αυτό ήταν το μόνο που έλαβα. Όταν γύρισα στη Σουηδία, όλοι έλεγαν για το τηλεφώνημα του Βο που ζητούσε να του στείλουμε καπνό στην Ισπανία!”

Εκείνη τη χρονιά η μοτοσυκλέτα της Husqvarna εγκατέλειψε σε 17 από τους 23 αγώνες, αλλά ο Βο κατάφερε να πάρει τη νίκη στον τελευταίο αγώνα. “Όλη η χρονιά ήταν μια κόλαση, σε κάθε αγώνα έπρεπε να ανοίξω τον κινητήρα μόνος μου και να φτιάξω το κιβώτιο, κάθε φορά άλλαζα δίσκους συμπλέκτη. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα, αλλά είχα και πολλά άλλα. Τελικά αποφάσισα να παρατήσω το 350 και να επικεντρωθώ στο 500”.

Στο μεταξύ, η Kawasaki παρουσίαζε το H1R, ξεκινώντας το κύμα των δίχρονων GP που ο Βο είχε προβλέψει…

Τρέμε Agostini!

Την επόμενη χρονιά η Husqvarna παρουσίασε μια νέα γκάμα αγωνιστικών ΜΧ, με νέους κινητήρες. Ο Ruben Helmin δεν έχασε την ευκαιρία και έφτιαξε έναν νέο δικύλινδρο, σχεδιασμένο εξαρχής για τον Βο. Μάλιστα, οι Σουηδοί έστειλαν έναν κινητήρα στην Αγγλία και τη Seeley για να τους φτιάξουν εκεί ένα πλαίσιο, το οποίο ήταν έτοιμο λίγο πριν τον αγώνα στο Assen το 1971. “Ήταν απίστευτο! Έστριβε απίθανα, έξυνα συνεχώς τις εξατμίσεις, αλλά η μοτοσυκλέτα μου ήταν βιδωμένη στην άσφαλτο. Μόνο ο κινητήρας ήθελε λίγη δουλειά, δεν έβγαζε όση δύναμη θα ήθελα, αλλά ήξερα ότι αυτή ήταν η μοτοσυκλέτα που ονειρευόμουν για τρία χρόνια!”

Ο αερόψυκτος δικύλινδρος σε σειρά κινητήρας δεν είχε προβλήματα αξιοπιστίας, ειδικά μετά από κάμποση δουλειά που έκανε μόνος του ο Granath. Οι αποδείξεις άρχισαν να έρχονται: όγδοη θέση στο σουηδικό GP του ’71, έκτη στο Ulster, δέκατη στη Monza.

Η επόμενη χρονιά ήταν γεμάτη υποσχέσεις. Η περίοδος του 1972 έφερε το πρώτο βάθρο για τον Granath, αυτό που ονειρευόταν για πολλά χρόνια. Μετά από έναν σκληρό αγώνα 45 γύρων στο αυστριακό GP του Saltzburgring τερμάτισε τρίτος, μπροστά από τις ορδές τρικύλινδρων δίχρονων Kawasaki και ο Βο βρισκόταν δεύτερος στη βαθμολογία πίσω από τον Agostini και την MV Agusta του. Στο σουηδικό GP του 1972 ανέβηκε στην τρίτη θέση του βάθρου, επιτυχία που ακούστηκε πολύ στη χώρα του και έκανε τους ανθρώπους της Husqvarna ιδιαίτερα περήφανους, ειδικά διότι τότε υπήρχε μια άλλη σουηδική εταιρεία, η Crescent, την οποία κέρδισε κατά κράτος! Ο Βο κυνηγούσε μέχρι τέλους την τρίτη θέση του πρωταθλήματος, αλλά μια σπασμένη κλείδα στον αγώνα των 350 στο Montjuich τού στέρησε την ευκαιρία να τη διεκδικήσει. Τελικά κατετάγη πέμπτος εκείνη τη χρονιά, αλλά το κατόρθωμά του ήταν τεράστιο, καθώς όλη τη χρονιά αγωνιζόταν ταυτόχρονα και με ένα Yamaha στα 350 (“αυτό ήθελε μόνο τη συνηθισμένη συντήρηση και αναλώσιμα, δεν χαλούσε όπως το Husqvarna που ήθελε ολόκληρο λύσιμο σε κάθε αγώνα…”), ήταν ο ίδιος μηχανικός του εαυτού του και στις δύο κατηγορίες και έκανε και τη στρατιωτική του θητεία! Απίστευτο;

Τα επόμενα χρόνια, η Husqvarna πειραματίστηκε με βαλβίδες reed, αλλά τα πολλά μηχανικά προβλήματα δεν επέτρεψαν στον Βο να έχει επιτυχίες. Ο ίδιος μάλιστα τροποποίησε το μοτέρ του κάνοντάς το υγρόψυκτο και προσπάθησε να πείσει τη Husqvarna πώς αυτός ήταν ο δρόμος του μέλλοντος, αλλά δεν τον άκουσαν. Τελικά οι Σουηδοί, μετά από 7 χρόνια, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την αξία της υγρόψυξης και στους αγώνες ΜΧ… Στο μεταξύ, ο Granath συνέχισε να αγωνίζεται στα σκανδιναβικά πρωταθλήματα, κατατροπώνοντας μοτοσυκλέτες όπως οι Kawasaki KR500, Suzuki RG500 και Yamaha TZ750 με δικές του εκδόσεις του δικύλινδρου δίχρονου κινητήρα σε διάφορους κυβισμούς και παίρνοντας όλους τους τίτλους στις κατηγορίες 250, 350 και 750cc το 1976, πριν σταματήσει να ασχολείται με τους αγώνες επαγγελματικά.

Δίχρονη καταιγίδα

Το αγωνιστικό Husky 500 του Βο έμεινε στο γκαράζ του όπως ακριβώς ήταν όταν τερμάτισε τον τελευταίο αγώνα το 1976. Ο ίδιος το ξανάβγαλε έξω το 1997 για μια επετειακή εκδήλωση στο Sachsenring και, πρόσφατα, για το TT Centennial Classic στο Assen – όπου είχα την ευκαιρία, μετά από πρόσκληση του Βο, να οδηγήσω αυτήν την μοναδική μοτοσυκλέτα.

Συγκριτικά με τα δίχρονα Suzuki και Kawasaki, το Husky δείχνει χαμηλότερο, ελαφρύτερο και πιο ευέλικτο, χάρη στο πλαίσιο της Seeley θυμίζει αρκετά τη θέση οδήγησης των Matchless G50. Ο κινητήρας, με διαστάσεις 69,5 x 64,5 που μας κάνουν 489cc, φορούσε στρόφαλο 180 μοιρών για να απόσβεση των κραδασμών. Όπως είχε τρέξει το 1976, οι αερόψυκτες κεφαλές πατούσαν πάνω στους δικούς του υγρόψυκτους κυλίνδρους, ενώ η τροφοδοσία είχε ανατεθεί σε ένα ζευγάρι Mikuni 34mm από Yamaha TZ350. Σε αυτή τη μορφή ο Βο λέει ότι αποδίδει 65 ίππους στις 8.500 στροφές, εξαιρετική απόδοση για μια μοτοσυκλέτα 117 κιλών (με υγρά, χωρίς βενζίνη), συγκρίσιμη με τους 82 ίππους των τρικύλινδρων Kawasaki που ζύγιζαν 135 κιλά.

Αυτό αποδείχθηκε στην πίστα, όπου το Husky τραβούσε καθαρά και δυνατά από τις 4.000 στις σφιχτές στροφές Karlsloga και δεν υπήρχε κανένας λόγος να χρησιμοποιήσω την πολύ κοντή πρώτη. Αλλά από τις 6.500 και πάνω στο στροφόμετρο της Krober η δύναμη έρχεται καταιγιστικά, μέχρι τις 9.500 που αρχίζει η πτώση – αν και μπορείς να το παρακάνεις λιγάκι μέχρι λίγο πάνω από τις 10.000, γλυτώνοντας μια-δυο αλλαγές. Το αγωνιστικό κιβώτιο επιτρέπει ακριβέστατες “καρφωτές” αλλαγές και οι πέντε τελευταίες σχέσεις είναι σωστά κλιμακωμένες ώστε να σου επιτρέπουν να είσαι συνεχώς μέσα στην καλή περιοχή του κινητήρα, ανεβάζοντας σχέση από τις 9.000 και πάνω. Σπάνια θα χρειαστεί να πατινάρεις με τον συμπλέκτη στην έξοδο της στροφής, δείγμα της ελαστικότητας του μοτέρ με καταβολές από ΜΧ, αποδίδει τη δύναμή του γλυκά και προοδευτικά σαν τα μεταγενέστερα Yamaha με βαλβίδες reed, και καθόλου απότομα, όπως περίμενα.

Η επιτάχυνση είναι πολύ δυνατή για τα δεδομένα της δεκαετίας του ’70, με τη σημαντική συνδρομή του μικρού βάρους του Husqvarna. Η ελαφριά αίσθηση φαίνεται πολύ και στον τρόπο που αλλάζει κατεύθυνση, στον τρόπο που ο μπροστινός τροχός σηκώνεται στο αέρα κάθε φορά που βγαίνω από το σικέιν με τρίτη – αυτό με έκανε να εκτιμήσω και το Ohlins σταμπιλιζατέρ εποχής που έχει τοποθετήσει ο Βο. Κι όμως, το δίχρονο Husky δεν είναι νευρικό ούτε ασταθές σε καμία περίπτωση, ούτε όταν συναντά ανωμαλία στην άσφαλτο, ούτε με τέρμα γκάζι στη γρήγορη δεξιά που οδηγεί στην τεράστια ευθεία της πίστας. Αν και έχει κάμποσους κραδασμούς στις χαμηλές στροφές, όπως όλα τα δικύλινδρα με στρόφαλο 180 μοιρών, όσο οι στροφές ανεβαίνουν τόσο ηρεμεί η κινητήρας, ενώ χάρη στις ελαστικές βάσεις του μοτέρ δεν συνάντησα ενοχλητικούς κραδασμούς ούτε καν δουλεύοντάς το στα κόκκινα.

Το CBR, o λόξυγγας και μια σπασμένη μπιέλα

Ωστόσο, στο πρώτο κομμάτι της δοκιμής αντιμετώπισα δύο προβλήματα, με τα φρένα και το πιρούνι. Ο δίσκος 280mm μπροστά είχε πολύ ξύλινη αίσθηση, ζητούσε πολλή δύναμη στη μανέτα και πάλι δεν έδινε το δάγκωμα που θα περίμενα, οπότε έπρεπε να ζορίσω αρκετά τον πίσω δίσκο της Brembo για να επιβραδύνω το Husqvarna από ταχύτητες της τάξης των 180-190 χιλιομέτρων. Δεν πιστεύω ότι έφταιγαν οι δαγκάνες, έχω οδηγήσει κι άλλες μοτοσυκλέτες με δαγκάνες AP Lockheed, πιθανότατα το φταίξιμο πρέπει να αποδοθεί στα γερασμένα τακάκια και τους παλιούς ατσάλινους δίσκους που ο Βο νομίζει ότι προέρχονται από κάποιο Yamaha.

Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν το πιρούνι, που, πολύ απλά, είχε ανεπαρκέστατες αποσβέσεις. Σε πολλές περιπτώσεις, το να κρατώ ανοιχτό το γκάζι μέσα στη στροφή σήμαινε πολλά κουνήματα, με το Husky να δείχνει μια σαφή πρόθεση να με στείλει στην αμμοπαγίδα. Το μόνο που με έσωσε, αρκετές φορές, ήταν η σπουδαία πρόσφυση των σύγχρονων ελαστικών της Avon.

Σταματώντας για λίγη θεραπεία από τον κύριο Granath –για τη μοτοσυκλέτα φυσικά– αποκαλύφθηκε ότι το ένα καλάμι του πιρουνιού δεν είχε σταγόνα λάδι μέσα του. Γεμίζοντάς το, η κατάσταση βελτιώθηκε και μπορούσα πλέον να κρατώ μεγαλύτερες ταχύτητες μέσα στη στροφή, εκμεταλλευόμενος την άριστη συμπεριφορά του πλαισίου της Seeley. Πίσω η μοτοσυκλέτα φοράει δύο πιο σύγχρονα αμορτισέρ Ohlins, αλλά ο Βο αγωνιζόταν τότε με Girling. Στους γύρους που έκανα, σπάνια με απασχόλησε κάποιο μικρό κούνημα πίσω, μάλιστα δεν με απέτρεψε από το τα κυνηγηθώ με ένα CBR600 που γυρνούσε την ίδια ώρα στην πίστα. Μπορεί να μ’ έπαιρνε κάθε φορά στα φρένα, αλλά θα έβρισκα την ευκαιρία να του ρίξω στην ευθεία, περνώντας τον σα να είχε μείνει κολλημένος με τέταρτη σχέση!

Εντάξει, ο τύπος με το Honda γέλασε τελευταίος – κι εγώ ήμουν τυχερός που δεν απογειώθηκα όταν το Husqvarna κόλλησε με σπασμένη πέμπτη στην ευθεία. Κατάφερα να μην πέσω και να επιστρέψω στα pits, όπου ανακαλύψαμε ότι το πρόβλημα ήταν μια σπασμένη μπιέλα. Ο Βο πιστεύει ότι ήταν το αποτέλεσμα ενός “λόξυγγα” που είχε παρατηρήσει παλιότερα και εκδηλώθηκε πλήρως τώρα. Παρ’ όλα αυτά, αν και το παιχνίδι μου με το Husky τέλειωσε λίγο νωρίτερα απ’ ό,τι θα ήθελα, μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω και να αξιολογήσω μια μοτοσυκλέτα που θεωρώ ως έναν από τους μεγαλύτερους αφανείς ήρωες στην ιστορία των αγώνων GP.

Tο δίχρονο Husky δεν είναι νευρικό ούτε ασταθές σε καμία περίπτωση, ούτε όταν συναντά ανωμαλία στην άσφαλτο

Δεν τα παρατώ ποτέ

Με τα δεδομένα των μετέπειτα ιαπωνικών μοτοσυκλετών, αυτό το Husqvarna είναι τρόπον τινά ένα φτιαγμένο στο σπίτι σπεσιαλάκι, με αυτούς τους κυλίνδρους που ο Βο έκανε μόνος του υγρόψυκτους και την περίεργη εμφάνιση του “υβριδικού” κινητήρα που τονίζεται από τις αερόψυκτες κεφαλές. Το Husky του Bo Granath ήταν ένας άξιος διεκδικητής του βάθρου των GP 500, κι αυτή είναι η μέγιστη διάκριση για μια μοτοσυκλέτα που αγωνίζεται σε αυτήν την κορυφαία κατηγορία. Το μόνο που έλειψε ποτέ από αυτό το αποδοτικό αγωνιστικό πακέτο ήταν η πλήρης χρηματοδότηση. Αν ο Βο δεν επεδίωκε να ασχολείται αποκλειστικά ο ίδιος με το μηχανάκι του, αν η Husqvarna προσπαθούσε να στήσει σε συνεργασία με τη Seeley μια κανονική αγωνιστική μοτοσυκλέτα ως διάδοχο των τετράχρονων μονοκύλινδρων, τότε η Ευρώπη θα είχε βρει μια άξια αντίπαλο στα ΤΖ350 και Η1R στην κατηγορία των 500cc – τουλάχιστον μέχρι το 1966 που ήρθε το RG500 και άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού. Το Husky ήταν ευκολότερο σε σχέση με το ΤΖ350, αν και θα έπρεπε να οδηγείς μονίμως στο όριο για να ανταγωνιστείς τα τρικύλινδρα Kawasaki. Αλλά ζώντας μαζί του μέρα με τη μέρα, όπως έκανε ο Granath, μάθαινες πώς να πηγαίνεις πολύ γρήγορα και μπορούσες να καταφέρεις πολλά – το απέδειξε ο Βο στη θρυλική σεζόν του 1972.

Ο ίδιος ο Agostini έχει αναγνωρίσει τον Granath και το Husqvarna του ως την ταχύτερη ιδιωτική συμμετοχή της δεκαετίας του ’70. Και, στο κάτω-κάτω της γραφής, αυτό το Husky δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια σπέσιαλ μοτοσυκλέτα φτιαγμένη στο σπίτι, σχεδιασμένη και συντηρημένη από τον ίδιο ένα άνθρωπο που την οδηγούσε με απίθανο τρόπο – και με ελάχιστη βοήθεια από ένα εργοστάσιο που ειδικευόταν σε χωματερές μοτοσυκλέτες. Αυτά που κατάφερε, παρά τα αμέτρητα προβλήματα που αντιμετώπισε, με απολύτως ελάχιστους πόρους και μετά από πολλές απογοητεύσεις, λένε πολλά για το ποιόν του ανθρώπου Bo Granath. Το ρητό της ομάδας του θα πρέπει να ήταν “Δεν τα παρατώ ποτέ”, απλούστατα γιατί ποτέ δεν τα παράτησε – και κοιτάξτε τί κατάφερε με την επιμονή του. Από μόνος του…

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Κατασκευαστής / Μοντέλο:
Husqvarna / 500 GP
Κινητήρας:
Δίχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά
Διάμετρος x Διαδρομή (mm):
69,5 x 64,5
Χωρητικότητα (cc):
489
Τροφοδοσία:
Δύο καρμπιρατέρ Mikuni 34mm
Ανάφλεξη:
Motoplat
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 2
Τύπος συμπλέκτη:
Υγρός πολύδισκος (8 δίσκοι)
Πρωτεύουσα μετάδοση:
Γρανάζια
Τελική μετάδοση:
Aλυσίδα, κιβώτιο 6 σχέσεων
Πλαίσιο:
Ατσάλινο σωληνωτό
Βάρος (kg):
117 με λάδια, χωρίς βενζίνη
Ανάρτηση εμπρός:
Τηλεσκοπικό πιρούνι Ceriani
Ανάρτηση πίσω:
Δύο αμορτισέρ Girling (ή αργότερα Ohlins)
Φρένο εμπρός:
Δίσκος 280mm με δαγκάνα AP Lockheed δύο εμβόλων
Φρένο πίσω:
Δίσκος 220mm με δαγκάνα AP Lockheed δύο εμβόλων
Ελαστικό εμπρός / Διάσταση:
Avon AM20 Roadrunner / 90/90-18
Ελαστικό πίσω / Διάσταση:
Avon AM23 Roadrunner / 130/65-18
Ισχύς (hp/rpm):
65 / 8.500

 

 

Μπλε και κίτρινο, στα χρώματα της σημαίας της Σουηδίας φυσικά, για να ξεχωρίζει

 

Όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, το φέρινγκ είναι στενό πάνω και φαρδαίνει κάτω μόνο όσο χρειάζεται για τα πλαϊνά καπάκια του κινητήρα

 

Η ομορφότερη γωνία της μοτοσυκλέτας, από πίσω, με μια βαρβάτη δόση αγριάδας. Το πίσω λάστιχο είναι διάστασης 130/65, λίγο φαρδύτερο από τα 120/70 που φορούν σήμερα κατά κόρον οι σπορ μοτοσυκλέτες

 

Το πλαίσιο είναι ειδικά σχεδιασμένο για αυτόν τον κινητήρα από τη Seeley στην Αγγλία – πολύ καλύτερα από το αρχικό, πρώην ΜΧ πλαίσιο της Husqvarna. Αργότερα ο κινητήρας τοποθετήθηκε σε ελαστικές βάσεις, λύνοντας το θέμα των αμέτρητων κραδασμών που προκαλούσαν το ένα πρόβλημα πίσω από το άλλο

 

Ο κινητήρας προέκυψε συνδέοντας δύο κυλίνδρους από ΜΧ 250. Τα πλαϊνά κάρτερ είναι τα αυθεντικά της Husqvarna, αλλά το μεσαίο τμήμα τους φτιάχτηκε εκ των υστέρων για να συνδέσει τους δύο κυλίνδρους. Αυτός ο κινητήρας είναι πολύ δουλεμένος και φαίνεται, ακριβώς όπως τερμάτισε τον τελευταίο του αγώνα το 1976

 

Οι κεφαλές έχουν ακόμη τις ψύκτρες τους, αλλά οι κύλινδροι τις ξεφορτώθηκαν όταν ο Granath έφτιαξε το δικό του σύστημα υδρόψυξης. Διακρίνεται καθαρά το κύκλωμα ψύξης που χρησιμοποίησε ο Σουηδός. Η Husqvarna δεν πείστηκε από τον Granath και πέρασαν 7 χρόνια ώσπου να εισαγάγει την υδρόψυξη στις μοτοσυκλέτες της

 

Όταν δουλεύεις ανεξάρτητα από εταιρικές πολιτικές, τότε είσαι πιο ελεύθερος. Ο Granath επέλεξε ελεύθερα τα περιφερειακά της μοτοσυκλέτας του και προτίμησε αυτό το πιρούνι της ιταλικής Ceriani, ένα από τα καλύτερα της εποχής του

 

Σήμερα το δίχρονο 500 φοράει δυο αμορτισέρ της Ohlins, ωστόσο ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του με δυο Girling

 

“Spola Kröken” σημαίνει “Σταμάτα να Πίνεις”. Για κάποιο διάστημα η σουηδική κυβέρνηση ήταν χορηγός του Granath, και, μέσω της μοτοσυκλέτας που κέρδιζε τα πάντα στους εγχώριους αγώνες, επέλεξε να διαφημίσει την καμπάνια της εναντίον του αλκοολισμού

 

Σήμερα είναι 63 ετών, αλλά ο Σουηδός συνεχίζει να αγωνίζεται ερασιτεχνικά με ένα Supermono Husaberg κι ένα GSX-R 600. Φυσικά, δεν ξεχνά από πού ξεκίνησε, από τη μοτοσυκλέτα που τον έφερε πίσω από τον μεγάλο Giacomo Agostini και το βάθρο των Grand Prix

 

Σταματά το κυνήγι των ATV!

Συνέντευξη με τον Υφ. κ.Νίκο Μαυραγάνη
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/2/2018

“All-Terrain Vehicles” σημαίνει οχήματα παντός δρόμου, δηλαδή και η άσφαλτος. Δεν μπορούμε να απαγορεύσουμε νόμιμα οχήματα και ικανά για κίνηση στο δρόμο, να χρησιμοποιούν το οδικό δίκτυο. Μπορούμε να τους κρατήσουμε μακριά από τις εθνικές οδούς και έχουμε επιχειρήματα για αυτό, αλλά μέχρι εκεί." Δήλωσε στο MOTO ο κ.Μαυραγάνης, αναπτερώνοντας εκείνη την στιγμή το θετικό αίσθημα πως το ζήτημα των ATV θα εξελιχθεί καλύτερα...

Η θύελλα με τα ATV είχε ξεκινήσει στο τέλος του ’17 μέσα από ανακοίνωση για προσχέδιο νόμου, όπου αναφερόταν σε νέο ΚΟΚ, που ανάμεσα σε άλλες αλλαγές, απαγόρευε τα ATV να κυκλοφορούν στο δρόμο! Έτσι απλά, σε μία νύχτα! Το επόμενο πρωί χιλιάδες ιδιοκτήτες, επιχειρηματίες με ενοικιαζόμενα, επιχειρήσεις με service και παροχές υπηρεσιών, ξυπνούσαν με τίτλους σε εφημερίδες και περιοδικά, που έλεγαν πως σε λίγο καιρό θα ήταν όλοι τους παράνομοι!

Αποκλειστική συνέντευξη Μαυραγάνη: Η λύση του υπουργείου για τις ιστορικές μοτοσυκλέτες

 

Ανάμεσα στα γεωγραφικά σύνορα της Ευρώπης, τέτοιες κινήσεις μπορούν να συμβούν μονάχα στην Ελλάδα. Μονάχα εδώ μπορεί να περάσει σε κάποιο μυαλό να απαγορεύσει ολόκληρη κατηγορία οχημάτων γιατί σε κάποιο χωριό της Κρήτης, η ελλιπής αστυνόμευση έχει εκνευρίσει τους κατοίκους που έφτασαν σε σημείο να ζητήσουν την καθολική απαγόρευση των ATV. Και μονάχα εδώ στην Ελλάδα κάποιος θα άκουγε κάτι τέτοιο και θα το σκεφτόταν ως λύση, πριν απλά αποφασίσει να ενισχύσει το τοπικό τμήμα της Τροχαίας, και ταυτόχρονα όλα τα τμήματα της Τροχαίας στις κοσμοπολίτικες περιοχές της χώρας. Κι αν δεν νοικιάζει λοιπόν ATV αλλά αυτοκίνητο, ο τουρίστας που πίνει και οδηγεί απρόσεκτα, του χρόνου να απαγορεύσουμε όλα τα αυτοκίνητα; Ας μην ακούγεται περίεργο, γιατί ναι, αυτή ήταν η αρχή μίας τραγελαφικής ανακοίνωσης για ένα προσχέδιο που είχε τόσα λάθη, που ακόμα κι αν δεν γινόταν κανένας ξεσηκωμός εναντίον του, θα αυτοακυρωνόταν μόλις περνούσε από την πρώτη νομική αρχή…

Μαυραγάνης: Η Απαγόρευση των ATV είναι κίνηση "διάσχισης του Ρουβίκωνα"

Ευτυχώς δεν θα περάσουμε από αυτή την διαδικασία. Το υπουργείο έχει αλλάξει την στάση του, ή καλύτερα πατάει τώρα το κουμπί, στέλνοντας τον πύραυλο που είχε εκτοξεύσει στην θάλασσα και τελικά απλά μας βρέχει και σκοτώνει τα ψάρια…

Όλες οι απαγορεύσεις που είχαν ανακοινωθεί για τα ATV, σπάνε πάνω σε ένα νομικό τοίχο και ο μόνος περιορισμός που πρακτικά συζητείται να ισχύσει είναι ο αποκλεισμός τους από τις Εθνικές Οδούς. Αυτό μπορεί να ακούγεται ως καλό νέο, αλλά στην Κρήτη η εθνική οδός είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκλειστεί. Πρόκειται στην πράξη για έναν επαρχιακό δρόμο με μεγάλο μήκος που δυστυχώς δεν αναλαμβάνει κανείς να φτιάξει, αλλά αυτό είναι βέβαια μία άλλη μεγάλη κουβέντα.

Οδεύουν προς ακύρωση, ακάλυπτοι νομικά, όλοι οι αποκλεισμοί που είχαν εξαγγελθεί, τα ATV θα κυκλοφορούν κανονικά στους δρόμους, οι επιχειρήσεις θα τα ενοικιάζουν, οι κάτοχοί τους δεν κινδυνεύουν να αποκτήσουν ξαφνικά ένα όχημα που τους εξυπηρετούσε και τώρα τους είναι άχρηστο. Το καινούριο είναι πως θα αποκλειστούν ως οχήματα στο σύνολό τους από τις Εθνικές Οδούς, με πιο τρανταχτό παράδειγμα προβλήματος που θα προκύψει, αυτό που αναφέραμε ήδη, ενώ πρέπει να συνυπολογίσουμε πως είναι τελείως καινούριο να αποκλείεται ξαφνικά μία ολόκληρη κατηγορία οχήματος. Μέχρι τώρα η απαγόρευση κίνησης στην Εθνική Οδό, πήγαινε με βάση τις επιδόσεις του οχήματος, τώρα πως θα αποκλείσεις ένα ATV που κοστίζει άνωθεν των 20.000 Ευρώ (για παράδειγμα) και από πλευράς τεχνικών χαρακτηριστικών είναι ανώτερο από ένα μικρό οικογενειακό αυτοκίνητο; Θα το συμπαρασύρει κι αυτό η γενική απαγόρευση;

Θέσαμε αυτούς τους προβληματισμούς στον κ. Νίκο Μαυραγάνη, σε συνέχεια της κουβέντας μας με θέμα τα ιστορικά αυτοκίνητα, κι αυτή την φορά είχαμε περισσότερα κοινά στοιχεία, και ήταν πλήρως ενήμερος για τις ιδιαιτερότητες αλλά και τις ικανότητες των ATV: Αυτό βγήκε από την συνάντησή μας στο υπουργείο, και ακολουθεί απόσπασμα της συζήτησής μας με τον Υφυπουργό

«Έχω συναντηθεί με όλες τις πλευρές, να ξέρετε πως έχω κάνει αλλεπάλληλες συναντήσεις για το θέμα των ATV. Κοιτάξτε τα ATV είναι οχήματα για όλους τους δρόμους και μαζί εννοείται και οι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι. Μπορούμε με ΝΟΜΙΜΕΣ (τόνισε την λέξη του εδώ ο κ.Μαυραγάνης) διαδικασίες να τα αποκλείσουμε από τις Εθνικές Οδούς γιατί δεν αναπτύσσουν ταχύτητες μεγαλύτερες από 80Km/h και είναι και γνώμη μου αν θέλετε πως είναι σωστό να μην κυκλοφορούν στις Εθνικές Οδούς (του θέσαμε στο σημείο αυτό την διαφωνία μας). Όλες οι υπόλοιπες απαγορεύσεις, αντιμετωπίζουν νομικά προβλήματα. Δηλαδή περιορισμοί από τις επαρχιακές οδούς, από τις Εθνικές Οδούς Β’ Τάξης, ή από τις αστικές οδούς κτλ, θα ήταν σε πλήρη αντίθεση με τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς, με την ευρωπαϊκή κατάταξη του οχήματος, εκεί που αναφέρεται ρητά πως είναι ένα όχημα παντός εδάφους.

Υπάρχουν στην Ελλάδα οχήματα της κατηγορίας μετά το 2013 που έχουν κατασκευαστεί με νέες προδιαγραφές, με την ύπαρξη του λεγόμενου διαφορικού ολίσθησης, που διασφαλίζει περισσότερο την πρόσφυση και άρα είναι εφάμιλλά αν όχι και καλύτερα των τετρακίνητων αυτοκινήτων. Πριν από το 2013 δεν υπήρχε αυτός ο κανονισμός και είναι γεγονός πως το 90% των οχημάτων αυτών είναι προ αυτού του τεχνικού επιπέδου. Ωστόσο αυτά τα οχήματα είχαν και έχουν ταξινόμηση παντός δρόμου. Είναι μία διοικητική αποδοχή που έχει κάνει το ελληνικό κράτος και νομίζω ότι με αυτό το γνώμονα πρέπει να κινηθούμε.»

«Είναι γεγονός πως το υπουργείο δεν έχει ομογενοποιημένη άποψη στο θέμα αυτό. Εγώ όμως οφείλω να λέω την δική μου άποψη.»

 

Είναι σαφές πως δεν υπάρχει ομογενοποιημένη άποψη κ. υπουργέ, την στιγμή όμως που εκτός από τους ιδιοκτήτες εδώ παίζουμε με χιλιάδες επιχειρήσεις ανά την Ελληνική επικράτεια, με ανθρώπους που έχουν πάρει δάνεια, έχουν πάρει εγκρίσεις ΕΣΠΑ με συγκεκριμένο επιχειρηματικό πλάνο, συνεργεία, υπάλληλοι σε εισαγωγικές εταιρίες που ξαφνικά είναι χωρίς αντικείμενο. Είναι επίσης γενικώς παραδεχτό πώς δεν τηρούνται –από μέρος του συνόλου- οι κανόνες ενοικίασης και γίνονται παρασπονδίες, όμως γιατί να συγχέεται αυτό το πρόβλημα και γιατί να γενικεύεται η όποια απαγόρευση

«Ναι.. μιλάμε για απλό κόσμο, για κόσμο με μεροκάματο και πρέπει να το σεβαστούμε αυτό. Από την άλλη υπάρχουν περιπτώσεις από μικρο-επιχειρηματίες και ιδιώτες που καταπατούν τον νόμο, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να απαγορεύσουμε την κυκλοφορία τους. Μπορούμε να βάλουμε κανόνες που θα αυστηροποιούν την χρήση τους, νομίζω όμως πως όταν θα έχουμε «ξεπεράσει τον Ρουβίκωνα» θα έχουμε κάνει ένα μεγάλο σφάλμα. Θεωρώ πως είναι χιλιάδες οι επιχειρήσεις που προσφέρουν ψυχαγωγία σε τουρίστες, οι οποίοι έχουν συνδέσει την επίσκεψή τους και με την χρήση ενός ATV, διότι αυτό το όχημα είναι όχημα ελευθερίας και ταιριάζει σε μικρές και μεσαίες ηλικίες, εννοώ μετά τα 18 πάντα, και αυτές η ηλικίες είναι που κάνουν τον λεγόμενο εξορμητικό τουρισμό και δεν πρέπει να τους το στερήσουμε».

Είπατε για αυστηροποίηση της χρήσης τους… περιλαμβάνει εδώ κάποιον περιορισμό ο όρος;

«Το κράνος σε πρώτη εικόνα, σε κάποια από αυτά προστατευτικές μπάρες, ανάλογα με την φύση του οχήματος… κοιτάξτε αυτά είναι υπό συζήτηση, πάντως αυτό είναι άλλο από την γενική απαγόρευση».

Κ.Υπουργέ βλέπουμε πολύ θετικά πως το υπουργείο είναι πλέον ενήμερο για τους Euro3 και Euro4 κανονισμούς (με την έννοια πως ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να απαγορεύσει αυθαίρετα τα οχήματα που πληρούν τις προδιαγραφές αυτές). Μελετά το υπουργείο κάποια απαγόρευση των παλαιότερων ATV, που μπορεί να έρθει και αυτή ξαφνικά; (αναφέρουμε εδώ το παράδειγμα στην υπόλοιπη Ευρώπη που δόθηκε τετραετής προειδοποίηση).

«Κοιτάξτε, έχουν εδώ επενδυθεί κάποια χρήματα, έχουν ταξινομηθεί οχήματα, όχι μόνο σε ιδιώτες αλλά και σε επιχειρηματίες. Υπάρχουν επιχειρήσεις που έχουν αγοράσει ATV, τους επέτρεψε το ελληνικό κράτος να τα ταξινομήσουν και μάλιστα τους επέτρεψε το κράτος να το κάνουν όχι ως ιδιωτικά οχήματα, αλλά ως οχήματα ενταγμένα σε μία επιχείρηση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κλείσει τουλάχιστον ο κύκλος της αποεπένδυσης, της απόσβεσης του πάγιου στοιχείου, κι αυτό αν δεν κάνω λάθος είναι εξαετία! Άρα αυτό που αγοράστηκε φέτος θα πρέπει να κλείσει τον κύκλο της εξαετίας, πέρσι τον κύκλο της πενταετίας κ.ο.κ. Θεού θέλημα θα ήταν να μπορούσαμε να έχουμε αύριο το πρωί ATVs μετά το ’13 που είναι πλήρως εξοπλισμένα και καλύτερα από αυτοκίνητα..»

«Ξέρετε όταν ανέτρεξα στα στοιχεία της τροχαίας για τα τροχαία ατυχήματα και δυστυχήματα, είδα με έκπληξή μου, ευχάριστη έκπληξη, ότι τα ATV συμμετέχουν σε αυτά τα άσχημα στατιστικά με λιγότερο από 1% είναι περίπου στο 0,5% αν δεν κάνω λάθος. Καταλαβαίνεται λοιπόν, ότι δεν έχει καμία σχέση αυτό με την μοτοσυκλέτα που το ποσοστό είναι πολύ μεγάλο. Μία καθολική απαγόρευση θα ήταν λοιπόν «διοικητική αυστηρότητα» θα έλεγα εγώ..

Ποιο ήταν το κίνητρο τότε υπουργέ, για μία τόσο βεβιασμένη ανακοίνωση;

«Η ασφάλεια θεωρώ.. Κοιτάξτε η δημόσια διοίκηση δεν είναι κάτι το απρόσωπο, η δημόσια διοίκηση απαρτίζεται από ανθρώπους και οι άνθρωποι έχουν απόψεις. Η συνισταμένη των απόψεων κάνει τελικά την μία απόφαση. Κάποιοι λοιπόν άνθρωποι που συναπαρτίζουν την δημόσια διοίκηση του υπουργείου, είχαν την άποψη ότι αυτά είναι εξαιρετικά επικίνδυνα. Εγώ δεν έχει πεισθεί για κάτι τέτοιο».

Πώς θα προχωρήσει λοιπόν το υπουργείο με το θέμα των ATV; Που θα οδηγήσουν αυτές οι διαφορετικές απόψεις;

«Θα δούμε, γίνεται μία ζύμωση αυτή την στιγμή. Εγώ σας είπα την άποψη μου.»

Ακούμε από κύκλους του υπουργείου ότι επεξεργάζεστε και κάποιου είδους λύση με βάση το δίπλωμα. Ισχύει; Γιατί να ξέρετε κ.υπουργέ αυτό θα είναι εξίσου λάθος. Στην Αγγλία και την Βουλγαρία που υπάρχει δίπλωμα για ATV είναι γιατί αποτελεί υποδιαίρεση του διπλώματος αυτοκινήτου! Είναι δηλαδή σαν να καλούμε κάποιον με απολυτήριο Γυμνασίου να μας προσκομίσει του Δημοτικού!

«Ναι έχει ακουστεί αυτό. Δεν είναι έξω από μία… λογική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έχει βάση. Κι έχει βάση διότι δεν έχει εξεταστεί κανείς σε αυτά τα οχήματα και την οδική συμπεριφορά τους, και την οδηγική συμπεριφορά που πρέπει να έχει κανείς για να είναι ασφαλή. Άρα θα μπορούσε να πει κανείς πως θα μπορούσε να γίνει μία προσαρμογή, τούτο όμως δεν σημαίνει πως αυτό θα πρέπει να λειτουργήσει τιμωρητικά για τους συνανθρώπους μας είτε ως ιδιώτες, είτε ως επιχειρηματίες, που έχουν επενδύσει σε αυτά τα οχήματα, και η ίδια η πολιτεία τους είπε ότι έχουν το δικαίωμα να το αγοράσουν και να το χρησιμοποιούν.

Επανέρχομαι πως στην υπόλοιπη Ευρώπη, όποιος οδηγεί αυτοκίνητο, οδηγεί και ATV, ακόμα και στα άνωθεν παραδείγματα με την υποκατηγορία διπλωμάτων
 

«Ναι το περιέχει, το μείζον καλύπτει το έλασσον»..

Ουσιαστικά υπουργέ χρειάζεται κι εδώ μία πολύ μεγάλη προσοχή σε όποιον προτείνει κάτι τέτοιο..

«Ναι θέλει μία προσοχή.. εγώ δεν είμαι κατά, του να υπάρχει μία ιδιαίτερη εξάσκηση σε ένα αντίστοιχο όχημα που θα εξετάζεσαι.. να το δούμε.. να το δούμε αυτό, αλλά σας είπα είναι άλλο πράγμα αυτό από την γενική απαγόρευση».  

Ετικέτες