Husqvarna 500 GP

Η σουηδική έκπληξη
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

17/8/2017

Σε μια εποχή που οι βρετανικές τετράχρονες αγωνιστικές GP έπνεαν τα λοίσθια, όταν το πρώτο κύμα ιαπωνικών δίχρονων ετοιμαζόταν να κατακλύσει τις πίστες των GP, μια μοτοσυκλέτα την οποία έφτιαξε, οδήγησε και συντήρησε ένας άνθρωπος μόνος του, κατάφερε, με την υποστήριξη μιας εταιρείας άσχετης με τους αγώνες ταχύτητας, να αφήσει το στίγμα της στην Ιστορία. Ήταν ένα δικύλινδρο δίχρονο Husqvarna 500, και ο “πατέρας” της επιτυχίας του λεγόταν Granath, Bo Granath

Αν γινόταν ένας διαγωνισμός με την ερώτηση “Ποιος κατασκευαστής ήταν ο πρώτος που αγωνίστηκε με δίχρονη μοτοσυκλέτα για μια ολόκληρη περίοδο στα GP 500;”, ελάχιστοι θα αναγνώριζαν τη Husqvarna. Η μικρή της περιπέτεια στους αγώνες ταχύτητας τη δεκαετία του ’70 δείχνει σήμερα τόσο απίθανη όσο και τότε, διότι στο δεύτερο μισό ενός αιώνα κατασκευής μοτοσυκλετών –που εορτάστηκε το 2003 με τον τίτλο του Eddy Seel στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Supermoto, αν και με λιγότερες τυμπανοκρουσίες από τη συνομήλικη Harley-Davidson– οι Σουηδοί είχαν αφοσιωθεί σχεδόν αποκλειστικά στο χώμα, κερδίζοντας 16 παγκόσμια πρωταθλήματα ΜΧ και άλλα 26 στο Enduro.

Όμως, εκτός των μυθικών 350/500 δικύλινδρων V 50 μοιρών αγωνιστικών GP με τα οποία έτρεξαν τη δεκαετία του ’30 οι Βρετανοί Stanley Woods και Ernie Nott, η Husqvarna δεν είχε καμία άλλη ασφάλτινη παράδοση. Αυτά, μέχρι την ανέλπιστη επιτυχία του Bo Granath, ο οποίος τερμάτισε στην εκπληκτική πέμπτη θέση της γενικής κατάταξης των GP 500 το 1972, με ένα δίχρονο δικύλινδρο που εξελίχθηκε με τη βοήθεια της Husqvarna, επιτρέποντάς της να διεκδικήσει την τέταρτη θέση στην κατάταξη των Κατασκευαστών – ψηλότερα από τη Suzuki!

Ένα motocross στα Grand Prix

Συνεχίζοντας να αγωνίζεται στα 63 του χρόνια με ένα Husaberg Supermono κι ένα GSX-R 600, ο γεννημένος στη Στοκχόλμη Bo απολαμβάνει μια συνεχή αγωνιστική δραστηριότητα τεσσάρων δεκαετιών που ξεκίνησε το 1961. Την ίδια εποχή που έτρεχε στο σουηδικό πρωτάθλημα, αλλά και σε σποραδικούς αγώνες GP με τα αγαπημένα του βρετανικά μονοκύλινδρα, ο Βο ξεκινούσε μια επιχείρηση που σήμερα ανθεί, εισάγοντας στις σκανδιναβικές χώρες αγωνιστικά εξαρτήματα και τα λάδια Motul. Το 1963 έτρεξε  για πρώτη για πρώτη φορά στο Isle of Man TT, ενώ μέχρι το 1967 ήταν ένας πλήρους απασχόλησης αναβάτης αγώνων, αναγνωρισμένος ως ένας από τους καλύτερους ιδιώτες στα GP – αλλά πλέον έψαχνε για τη μοτοσυκλέτα που θα του επέτρεπε να ξεπεράσει τις ορδές των μονοκύλινδρων στις κατηγορίες των 350 και 500cc.

Η Husqvarna είχε χτίσει ένα αξεπέραστο ρεκόρ στους χωμάτινους αγώνες τη δεκαετία του ’60, με τους Rolf Tibblin, Bill Nilsson και Torsten Hallman να κυριαρχούν στο παγκόσμιο ΜΧ από το 1959. Ωστόσο, ο αρχιμηχανικός της ομάδας, Ruben Helmin, ήταν οπαδός της ταχύτητας κι αυτό εξηγεί πώς ένα μονοκύλινδρο δίχρονο 250cc εξελίχθηκε ολοκληρωτικά από εξαρτήματα ΜΧ του εργοστασίου, ακόμη και το πλαίσιο, και αγωνίστηκε επιτυχώς το 1966 με τον Kent Anderson, μετέπειτα παγκόσμιο πρωταθλητή GP125. Ήταν ο Bo Granath που το πρωτοέτρεξε στα 350, τη χρονιά που πήρε τίτλο σε τρεις κατηγορίες στο σουηδικό πρωτάθλημα: στα 500 με το δικό του Matchless G50, στα 125 με ένα πρώην εργοστασιακό ΜΖ και στα 350 με το μονοκύλινδρο Husqvarna!

“Σκεφτόμουν ότι ένα δικύλινδρο 500, με δύο κυλίνδρους 250cc των ΜΧ της Husqvarna, θα ήταν ό,τι πρέπει για να κερδίσεις τα αγγλικά μονοκύλινδρα”, λέει ο Βο. “Ζήτησα από το εργοστάσιο να μου φτιάξει έναν τέτοιο κινητήρα, είχαν ήδη ένα πρωτότυπο που φτιάχτηκε χρησιμοποιώντας το πλαίσιο ενός Norton Manx, αλλά μου απάντησαν ότι επρόκειτο για ένα πειραματικό μοτέρ και δεν ήταν καλή ιδέα. Πάντως, έφτιαξαν μερικά σχέδια, και μέχρι το 1968 το μοτέρ είχε φτιαχτεί με μικρό κόστος. Οι δύο κύλινδροι προέρχονταν από αγωνιστικά ΜΧ 250 και τα μόνα εξαρτήματα που έπρεπε να σχεδιαστούν από λευκό χαρτί ήταν τα κάρτερ, το μεσαίο κομμάτι του στροφάλου και ο πρωτεύων άξονας του κιβωτίου”.

Ο ίδιος ο Granath ανέλαβε να τροποποιήσει ένα πλαίσιο από ΜΧ 250 και, όταν το έκανε, συμπλήρωσε τη μοτοσυκλέτα με πιρούνι Ceriani, τροχούς και φρένα Fontana. Έτρεξε με αυτό στους δύο τελευταίους αγώνες του σουηδικού πρωταθλήματος, χάνοντας τη νίκη στο Linkoping για ένα μέτρο και τον τίτλο του για ένα βαθμό – έχοντας τρέξει ολόκληρο τον αγώνα χωρίς συμπλέκτη και με βίαιους κραδασμούς από το δικύλινδρο μοτέρ…

Τελικά οι Σουηδοί, μετά από 7 χρόνια, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την αξία της υγρόψυξης και στους αγώνες ΜΧ

Καπνός στην Ισπανία

Αυτή η μοτοσυκλέτα άφηνε πολλές υποσχέσεις, καθώς ζύγιζε μόλις 120 κιλά, πολύ λιγότερο από τον τετράχρονο ανταγωνισμό. Έτσι ο Βο έφτιαξε μια δεύτερη 350cc και, με τον εαυτό του ως μηχανικό και αναβάτη ταυτόχρονα, ξεκίνησε την αγωνιστική περίοδο του 1969.

“Ειδικά το 500 ήταν πολύ γρήγορο, στους περισσότερους αγώνες βρισκόμουν μπροστά πριν εγκαταλείψω για οποιονδήποτε λόγο”, θυμάται. Ήταν ουσιαστικά η πρώτη δίχρονη αγωνιστική μοτοσυκλέτα των GP 500, πριν την έλευση της δίχρονης επανάστασης που θα ακολουθούσε, αλλά η Ιστορία δεν άφησε το όνομα του Βο να γραφτεί στα βιβλία της. Στον εναρκτήριο αγώνα της χρονιάς, ο Βο κρατούσε την τρίτη θέση όταν από τους κραδασμούς διαλύθηκε η ανάφλεξη. Τελικά τρίτος τερμάτισε ο Ginger Molloy που τον ακολουθούσε με ένα μονοκύλινδρο Bultaco, σημειώνοντας την πρώτη άνοδο σε βάθρο GP με δίχρονη μοτοσυκλέτα.

“Είχαν ραγίσει τα κάρτερ στα δοκιμαστικά, οπότε τηλεφώνησα στη Σουηδία να μου στείλουν ένα νέο κινητήρα και καπνό. Η γραμμή όμως ήταν χάλια και έτσι άκουσαν μόνο τον καπνό, και αυτό ήταν το μόνο που έλαβα. Όταν γύρισα στη Σουηδία, όλοι έλεγαν για το τηλεφώνημα του Βο που ζητούσε να του στείλουμε καπνό στην Ισπανία!”

Εκείνη τη χρονιά η μοτοσυκλέτα της Husqvarna εγκατέλειψε σε 17 από τους 23 αγώνες, αλλά ο Βο κατάφερε να πάρει τη νίκη στον τελευταίο αγώνα. “Όλη η χρονιά ήταν μια κόλαση, σε κάθε αγώνα έπρεπε να ανοίξω τον κινητήρα μόνος μου και να φτιάξω το κιβώτιο, κάθε φορά άλλαζα δίσκους συμπλέκτη. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα, αλλά είχα και πολλά άλλα. Τελικά αποφάσισα να παρατήσω το 350 και να επικεντρωθώ στο 500”.

Στο μεταξύ, η Kawasaki παρουσίαζε το H1R, ξεκινώντας το κύμα των δίχρονων GP που ο Βο είχε προβλέψει…

Τρέμε Agostini!

Την επόμενη χρονιά η Husqvarna παρουσίασε μια νέα γκάμα αγωνιστικών ΜΧ, με νέους κινητήρες. Ο Ruben Helmin δεν έχασε την ευκαιρία και έφτιαξε έναν νέο δικύλινδρο, σχεδιασμένο εξαρχής για τον Βο. Μάλιστα, οι Σουηδοί έστειλαν έναν κινητήρα στην Αγγλία και τη Seeley για να τους φτιάξουν εκεί ένα πλαίσιο, το οποίο ήταν έτοιμο λίγο πριν τον αγώνα στο Assen το 1971. “Ήταν απίστευτο! Έστριβε απίθανα, έξυνα συνεχώς τις εξατμίσεις, αλλά η μοτοσυκλέτα μου ήταν βιδωμένη στην άσφαλτο. Μόνο ο κινητήρας ήθελε λίγη δουλειά, δεν έβγαζε όση δύναμη θα ήθελα, αλλά ήξερα ότι αυτή ήταν η μοτοσυκλέτα που ονειρευόμουν για τρία χρόνια!”

Ο αερόψυκτος δικύλινδρος σε σειρά κινητήρας δεν είχε προβλήματα αξιοπιστίας, ειδικά μετά από κάμποση δουλειά που έκανε μόνος του ο Granath. Οι αποδείξεις άρχισαν να έρχονται: όγδοη θέση στο σουηδικό GP του ’71, έκτη στο Ulster, δέκατη στη Monza.

Η επόμενη χρονιά ήταν γεμάτη υποσχέσεις. Η περίοδος του 1972 έφερε το πρώτο βάθρο για τον Granath, αυτό που ονειρευόταν για πολλά χρόνια. Μετά από έναν σκληρό αγώνα 45 γύρων στο αυστριακό GP του Saltzburgring τερμάτισε τρίτος, μπροστά από τις ορδές τρικύλινδρων δίχρονων Kawasaki και ο Βο βρισκόταν δεύτερος στη βαθμολογία πίσω από τον Agostini και την MV Agusta του. Στο σουηδικό GP του 1972 ανέβηκε στην τρίτη θέση του βάθρου, επιτυχία που ακούστηκε πολύ στη χώρα του και έκανε τους ανθρώπους της Husqvarna ιδιαίτερα περήφανους, ειδικά διότι τότε υπήρχε μια άλλη σουηδική εταιρεία, η Crescent, την οποία κέρδισε κατά κράτος! Ο Βο κυνηγούσε μέχρι τέλους την τρίτη θέση του πρωταθλήματος, αλλά μια σπασμένη κλείδα στον αγώνα των 350 στο Montjuich τού στέρησε την ευκαιρία να τη διεκδικήσει. Τελικά κατετάγη πέμπτος εκείνη τη χρονιά, αλλά το κατόρθωμά του ήταν τεράστιο, καθώς όλη τη χρονιά αγωνιζόταν ταυτόχρονα και με ένα Yamaha στα 350 (“αυτό ήθελε μόνο τη συνηθισμένη συντήρηση και αναλώσιμα, δεν χαλούσε όπως το Husqvarna που ήθελε ολόκληρο λύσιμο σε κάθε αγώνα…”), ήταν ο ίδιος μηχανικός του εαυτού του και στις δύο κατηγορίες και έκανε και τη στρατιωτική του θητεία! Απίστευτο;

Τα επόμενα χρόνια, η Husqvarna πειραματίστηκε με βαλβίδες reed, αλλά τα πολλά μηχανικά προβλήματα δεν επέτρεψαν στον Βο να έχει επιτυχίες. Ο ίδιος μάλιστα τροποποίησε το μοτέρ του κάνοντάς το υγρόψυκτο και προσπάθησε να πείσει τη Husqvarna πώς αυτός ήταν ο δρόμος του μέλλοντος, αλλά δεν τον άκουσαν. Τελικά οι Σουηδοί, μετά από 7 χρόνια, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την αξία της υγρόψυξης και στους αγώνες ΜΧ… Στο μεταξύ, ο Granath συνέχισε να αγωνίζεται στα σκανδιναβικά πρωταθλήματα, κατατροπώνοντας μοτοσυκλέτες όπως οι Kawasaki KR500, Suzuki RG500 και Yamaha TZ750 με δικές του εκδόσεις του δικύλινδρου δίχρονου κινητήρα σε διάφορους κυβισμούς και παίρνοντας όλους τους τίτλους στις κατηγορίες 250, 350 και 750cc το 1976, πριν σταματήσει να ασχολείται με τους αγώνες επαγγελματικά.

Δίχρονη καταιγίδα

Το αγωνιστικό Husky 500 του Βο έμεινε στο γκαράζ του όπως ακριβώς ήταν όταν τερμάτισε τον τελευταίο αγώνα το 1976. Ο ίδιος το ξανάβγαλε έξω το 1997 για μια επετειακή εκδήλωση στο Sachsenring και, πρόσφατα, για το TT Centennial Classic στο Assen – όπου είχα την ευκαιρία, μετά από πρόσκληση του Βο, να οδηγήσω αυτήν την μοναδική μοτοσυκλέτα.

Συγκριτικά με τα δίχρονα Suzuki και Kawasaki, το Husky δείχνει χαμηλότερο, ελαφρύτερο και πιο ευέλικτο, χάρη στο πλαίσιο της Seeley θυμίζει αρκετά τη θέση οδήγησης των Matchless G50. Ο κινητήρας, με διαστάσεις 69,5 x 64,5 που μας κάνουν 489cc, φορούσε στρόφαλο 180 μοιρών για να απόσβεση των κραδασμών. Όπως είχε τρέξει το 1976, οι αερόψυκτες κεφαλές πατούσαν πάνω στους δικούς του υγρόψυκτους κυλίνδρους, ενώ η τροφοδοσία είχε ανατεθεί σε ένα ζευγάρι Mikuni 34mm από Yamaha TZ350. Σε αυτή τη μορφή ο Βο λέει ότι αποδίδει 65 ίππους στις 8.500 στροφές, εξαιρετική απόδοση για μια μοτοσυκλέτα 117 κιλών (με υγρά, χωρίς βενζίνη), συγκρίσιμη με τους 82 ίππους των τρικύλινδρων Kawasaki που ζύγιζαν 135 κιλά.

Αυτό αποδείχθηκε στην πίστα, όπου το Husky τραβούσε καθαρά και δυνατά από τις 4.000 στις σφιχτές στροφές Karlsloga και δεν υπήρχε κανένας λόγος να χρησιμοποιήσω την πολύ κοντή πρώτη. Αλλά από τις 6.500 και πάνω στο στροφόμετρο της Krober η δύναμη έρχεται καταιγιστικά, μέχρι τις 9.500 που αρχίζει η πτώση – αν και μπορείς να το παρακάνεις λιγάκι μέχρι λίγο πάνω από τις 10.000, γλυτώνοντας μια-δυο αλλαγές. Το αγωνιστικό κιβώτιο επιτρέπει ακριβέστατες “καρφωτές” αλλαγές και οι πέντε τελευταίες σχέσεις είναι σωστά κλιμακωμένες ώστε να σου επιτρέπουν να είσαι συνεχώς μέσα στην καλή περιοχή του κινητήρα, ανεβάζοντας σχέση από τις 9.000 και πάνω. Σπάνια θα χρειαστεί να πατινάρεις με τον συμπλέκτη στην έξοδο της στροφής, δείγμα της ελαστικότητας του μοτέρ με καταβολές από ΜΧ, αποδίδει τη δύναμή του γλυκά και προοδευτικά σαν τα μεταγενέστερα Yamaha με βαλβίδες reed, και καθόλου απότομα, όπως περίμενα.

Η επιτάχυνση είναι πολύ δυνατή για τα δεδομένα της δεκαετίας του ’70, με τη σημαντική συνδρομή του μικρού βάρους του Husqvarna. Η ελαφριά αίσθηση φαίνεται πολύ και στον τρόπο που αλλάζει κατεύθυνση, στον τρόπο που ο μπροστινός τροχός σηκώνεται στο αέρα κάθε φορά που βγαίνω από το σικέιν με τρίτη – αυτό με έκανε να εκτιμήσω και το Ohlins σταμπιλιζατέρ εποχής που έχει τοποθετήσει ο Βο. Κι όμως, το δίχρονο Husky δεν είναι νευρικό ούτε ασταθές σε καμία περίπτωση, ούτε όταν συναντά ανωμαλία στην άσφαλτο, ούτε με τέρμα γκάζι στη γρήγορη δεξιά που οδηγεί στην τεράστια ευθεία της πίστας. Αν και έχει κάμποσους κραδασμούς στις χαμηλές στροφές, όπως όλα τα δικύλινδρα με στρόφαλο 180 μοιρών, όσο οι στροφές ανεβαίνουν τόσο ηρεμεί η κινητήρας, ενώ χάρη στις ελαστικές βάσεις του μοτέρ δεν συνάντησα ενοχλητικούς κραδασμούς ούτε καν δουλεύοντάς το στα κόκκινα.

Το CBR, o λόξυγγας και μια σπασμένη μπιέλα

Ωστόσο, στο πρώτο κομμάτι της δοκιμής αντιμετώπισα δύο προβλήματα, με τα φρένα και το πιρούνι. Ο δίσκος 280mm μπροστά είχε πολύ ξύλινη αίσθηση, ζητούσε πολλή δύναμη στη μανέτα και πάλι δεν έδινε το δάγκωμα που θα περίμενα, οπότε έπρεπε να ζορίσω αρκετά τον πίσω δίσκο της Brembo για να επιβραδύνω το Husqvarna από ταχύτητες της τάξης των 180-190 χιλιομέτρων. Δεν πιστεύω ότι έφταιγαν οι δαγκάνες, έχω οδηγήσει κι άλλες μοτοσυκλέτες με δαγκάνες AP Lockheed, πιθανότατα το φταίξιμο πρέπει να αποδοθεί στα γερασμένα τακάκια και τους παλιούς ατσάλινους δίσκους που ο Βο νομίζει ότι προέρχονται από κάποιο Yamaha.

Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν το πιρούνι, που, πολύ απλά, είχε ανεπαρκέστατες αποσβέσεις. Σε πολλές περιπτώσεις, το να κρατώ ανοιχτό το γκάζι μέσα στη στροφή σήμαινε πολλά κουνήματα, με το Husky να δείχνει μια σαφή πρόθεση να με στείλει στην αμμοπαγίδα. Το μόνο που με έσωσε, αρκετές φορές, ήταν η σπουδαία πρόσφυση των σύγχρονων ελαστικών της Avon.

Σταματώντας για λίγη θεραπεία από τον κύριο Granath –για τη μοτοσυκλέτα φυσικά– αποκαλύφθηκε ότι το ένα καλάμι του πιρουνιού δεν είχε σταγόνα λάδι μέσα του. Γεμίζοντάς το, η κατάσταση βελτιώθηκε και μπορούσα πλέον να κρατώ μεγαλύτερες ταχύτητες μέσα στη στροφή, εκμεταλλευόμενος την άριστη συμπεριφορά του πλαισίου της Seeley. Πίσω η μοτοσυκλέτα φοράει δύο πιο σύγχρονα αμορτισέρ Ohlins, αλλά ο Βο αγωνιζόταν τότε με Girling. Στους γύρους που έκανα, σπάνια με απασχόλησε κάποιο μικρό κούνημα πίσω, μάλιστα δεν με απέτρεψε από το τα κυνηγηθώ με ένα CBR600 που γυρνούσε την ίδια ώρα στην πίστα. Μπορεί να μ’ έπαιρνε κάθε φορά στα φρένα, αλλά θα έβρισκα την ευκαιρία να του ρίξω στην ευθεία, περνώντας τον σα να είχε μείνει κολλημένος με τέταρτη σχέση!

Εντάξει, ο τύπος με το Honda γέλασε τελευταίος – κι εγώ ήμουν τυχερός που δεν απογειώθηκα όταν το Husqvarna κόλλησε με σπασμένη πέμπτη στην ευθεία. Κατάφερα να μην πέσω και να επιστρέψω στα pits, όπου ανακαλύψαμε ότι το πρόβλημα ήταν μια σπασμένη μπιέλα. Ο Βο πιστεύει ότι ήταν το αποτέλεσμα ενός “λόξυγγα” που είχε παρατηρήσει παλιότερα και εκδηλώθηκε πλήρως τώρα. Παρ’ όλα αυτά, αν και το παιχνίδι μου με το Husky τέλειωσε λίγο νωρίτερα απ’ ό,τι θα ήθελα, μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω και να αξιολογήσω μια μοτοσυκλέτα που θεωρώ ως έναν από τους μεγαλύτερους αφανείς ήρωες στην ιστορία των αγώνων GP.

Tο δίχρονο Husky δεν είναι νευρικό ούτε ασταθές σε καμία περίπτωση, ούτε όταν συναντά ανωμαλία στην άσφαλτο

Δεν τα παρατώ ποτέ

Με τα δεδομένα των μετέπειτα ιαπωνικών μοτοσυκλετών, αυτό το Husqvarna είναι τρόπον τινά ένα φτιαγμένο στο σπίτι σπεσιαλάκι, με αυτούς τους κυλίνδρους που ο Βο έκανε μόνος του υγρόψυκτους και την περίεργη εμφάνιση του “υβριδικού” κινητήρα που τονίζεται από τις αερόψυκτες κεφαλές. Το Husky του Bo Granath ήταν ένας άξιος διεκδικητής του βάθρου των GP 500, κι αυτή είναι η μέγιστη διάκριση για μια μοτοσυκλέτα που αγωνίζεται σε αυτήν την κορυφαία κατηγορία. Το μόνο που έλειψε ποτέ από αυτό το αποδοτικό αγωνιστικό πακέτο ήταν η πλήρης χρηματοδότηση. Αν ο Βο δεν επεδίωκε να ασχολείται αποκλειστικά ο ίδιος με το μηχανάκι του, αν η Husqvarna προσπαθούσε να στήσει σε συνεργασία με τη Seeley μια κανονική αγωνιστική μοτοσυκλέτα ως διάδοχο των τετράχρονων μονοκύλινδρων, τότε η Ευρώπη θα είχε βρει μια άξια αντίπαλο στα ΤΖ350 και Η1R στην κατηγορία των 500cc – τουλάχιστον μέχρι το 1966 που ήρθε το RG500 και άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού. Το Husky ήταν ευκολότερο σε σχέση με το ΤΖ350, αν και θα έπρεπε να οδηγείς μονίμως στο όριο για να ανταγωνιστείς τα τρικύλινδρα Kawasaki. Αλλά ζώντας μαζί του μέρα με τη μέρα, όπως έκανε ο Granath, μάθαινες πώς να πηγαίνεις πολύ γρήγορα και μπορούσες να καταφέρεις πολλά – το απέδειξε ο Βο στη θρυλική σεζόν του 1972.

Ο ίδιος ο Agostini έχει αναγνωρίσει τον Granath και το Husqvarna του ως την ταχύτερη ιδιωτική συμμετοχή της δεκαετίας του ’70. Και, στο κάτω-κάτω της γραφής, αυτό το Husky δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια σπέσιαλ μοτοσυκλέτα φτιαγμένη στο σπίτι, σχεδιασμένη και συντηρημένη από τον ίδιο ένα άνθρωπο που την οδηγούσε με απίθανο τρόπο – και με ελάχιστη βοήθεια από ένα εργοστάσιο που ειδικευόταν σε χωματερές μοτοσυκλέτες. Αυτά που κατάφερε, παρά τα αμέτρητα προβλήματα που αντιμετώπισε, με απολύτως ελάχιστους πόρους και μετά από πολλές απογοητεύσεις, λένε πολλά για το ποιόν του ανθρώπου Bo Granath. Το ρητό της ομάδας του θα πρέπει να ήταν “Δεν τα παρατώ ποτέ”, απλούστατα γιατί ποτέ δεν τα παράτησε – και κοιτάξτε τί κατάφερε με την επιμονή του. Από μόνος του…

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Κατασκευαστής / Μοντέλο:
Husqvarna / 500 GP
Κινητήρας:
Δίχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά
Διάμετρος x Διαδρομή (mm):
69,5 x 64,5
Χωρητικότητα (cc):
489
Τροφοδοσία:
Δύο καρμπιρατέρ Mikuni 34mm
Ανάφλεξη:
Motoplat
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 2
Τύπος συμπλέκτη:
Υγρός πολύδισκος (8 δίσκοι)
Πρωτεύουσα μετάδοση:
Γρανάζια
Τελική μετάδοση:
Aλυσίδα, κιβώτιο 6 σχέσεων
Πλαίσιο:
Ατσάλινο σωληνωτό
Βάρος (kg):
117 με λάδια, χωρίς βενζίνη
Ανάρτηση εμπρός:
Τηλεσκοπικό πιρούνι Ceriani
Ανάρτηση πίσω:
Δύο αμορτισέρ Girling (ή αργότερα Ohlins)
Φρένο εμπρός:
Δίσκος 280mm με δαγκάνα AP Lockheed δύο εμβόλων
Φρένο πίσω:
Δίσκος 220mm με δαγκάνα AP Lockheed δύο εμβόλων
Ελαστικό εμπρός / Διάσταση:
Avon AM20 Roadrunner / 90/90-18
Ελαστικό πίσω / Διάσταση:
Avon AM23 Roadrunner / 130/65-18
Ισχύς (hp/rpm):
65 / 8.500

 

 

Μπλε και κίτρινο, στα χρώματα της σημαίας της Σουηδίας φυσικά, για να ξεχωρίζει

 

Όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, το φέρινγκ είναι στενό πάνω και φαρδαίνει κάτω μόνο όσο χρειάζεται για τα πλαϊνά καπάκια του κινητήρα

 

Η ομορφότερη γωνία της μοτοσυκλέτας, από πίσω, με μια βαρβάτη δόση αγριάδας. Το πίσω λάστιχο είναι διάστασης 130/65, λίγο φαρδύτερο από τα 120/70 που φορούν σήμερα κατά κόρον οι σπορ μοτοσυκλέτες

 

Το πλαίσιο είναι ειδικά σχεδιασμένο για αυτόν τον κινητήρα από τη Seeley στην Αγγλία – πολύ καλύτερα από το αρχικό, πρώην ΜΧ πλαίσιο της Husqvarna. Αργότερα ο κινητήρας τοποθετήθηκε σε ελαστικές βάσεις, λύνοντας το θέμα των αμέτρητων κραδασμών που προκαλούσαν το ένα πρόβλημα πίσω από το άλλο

 

Ο κινητήρας προέκυψε συνδέοντας δύο κυλίνδρους από ΜΧ 250. Τα πλαϊνά κάρτερ είναι τα αυθεντικά της Husqvarna, αλλά το μεσαίο τμήμα τους φτιάχτηκε εκ των υστέρων για να συνδέσει τους δύο κυλίνδρους. Αυτός ο κινητήρας είναι πολύ δουλεμένος και φαίνεται, ακριβώς όπως τερμάτισε τον τελευταίο του αγώνα το 1976

 

Οι κεφαλές έχουν ακόμη τις ψύκτρες τους, αλλά οι κύλινδροι τις ξεφορτώθηκαν όταν ο Granath έφτιαξε το δικό του σύστημα υδρόψυξης. Διακρίνεται καθαρά το κύκλωμα ψύξης που χρησιμοποίησε ο Σουηδός. Η Husqvarna δεν πείστηκε από τον Granath και πέρασαν 7 χρόνια ώσπου να εισαγάγει την υδρόψυξη στις μοτοσυκλέτες της

 

Όταν δουλεύεις ανεξάρτητα από εταιρικές πολιτικές, τότε είσαι πιο ελεύθερος. Ο Granath επέλεξε ελεύθερα τα περιφερειακά της μοτοσυκλέτας του και προτίμησε αυτό το πιρούνι της ιταλικής Ceriani, ένα από τα καλύτερα της εποχής του

 

Σήμερα το δίχρονο 500 φοράει δυο αμορτισέρ της Ohlins, ωστόσο ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του με δυο Girling

 

“Spola Kröken” σημαίνει “Σταμάτα να Πίνεις”. Για κάποιο διάστημα η σουηδική κυβέρνηση ήταν χορηγός του Granath, και, μέσω της μοτοσυκλέτας που κέρδιζε τα πάντα στους εγχώριους αγώνες, επέλεξε να διαφημίσει την καμπάνια της εναντίον του αλκοολισμού

 

Σήμερα είναι 63 ετών, αλλά ο Σουηδός συνεχίζει να αγωνίζεται ερασιτεχνικά με ένα Supermono Husaberg κι ένα GSX-R 600. Φυσικά, δεν ξεχνά από πού ξεκίνησε, από τη μοτοσυκλέτα που τον έφερε πίσω από τον μεγάλο Giacomo Agostini και το βάθρο των Grand Prix

 

Isle of Man TT 2022 - Εδραιώνεται η εποχή του Peter Hickman

Στα χνάρια των John McGuinness και Michael Dunlop
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

15/6/2022
Μετά από δυο χρόνια απουσίας λόγω των μέτρων για τον Κορωνοϊό, το θρυλικό Isle of Man Tourist Trophy, το κορυφαίο αγωνιστικό event όσον αφορά στους αγώνες Road Racing, επέστρεψε το 2022. Μεγάλος πρωταγωνιστής για φέτος ήταν ο Peter Hickman, που συνεχίζει να γράφει τον δικό του μύθο στο ΤΤ, με τέσσερις νίκες και δύο ακόμα βάθρα, με τον Michael Dunlop να ακολουθεί με δύο νίκες και ένα ακόμη βάθρο, και τον Dean Harrison να παίρνει 4 βάθρα.
 
Για το Isle of Man TT έχουν γραφτεί πολλά, και εμείς ως ΜΟΤΟ έχουμε αναφερθεί εκτενώς στο θέμα.
 
Ένας αγώνας που διεξάγεται στην ορεινή διαδρομή (Mountain Course) της νήσου Man (Ellan Vannin στην τοπική γλώσσα Μανξ, όπου αργότερα το Vannin μετατράπηκε σε Mann / Man), που βρίσκεται ανάμεσα στη Βρετανία και στην Ιρλανδία. 
 
Στο σύνταγμα του νησιού αναφέρεται πως το Isle of Man θεωρείται αυτοδιοίκητο έδαφος του Βρετανικού Στέμματος, ενώ οι κάτοικοι θεωρούνται Βρετανοί πολίτες.
 
Παρόλη την ανεξαρτησία που απολαμβάνει το νησί, με δική του κυβέρνηση, δικό του κοινοβούλιο και δικούς του νόμους, άρχοντας (Lord of Mann) του νησιού θεωρείται τυπικά η βασίλισσα Ελισάβετ, ενώ υπεύθυνος για την άμυνα του νησιού είναι ο βρετανικός στρατός.
 
Η πρώτη, πιο αγνή και πιο hardcore μορφή αγώνων μοτοσυκλέτας
Οι αγώνες σε κλειστούς για την κυκλοφορία δημόσιους δρόμους (street circuits ή Road Racing) ήταν η πρώτη μορφή «ασφάλτινων» αγώνων στην ιστορία, κι ενώ οι πιο γνωστές παγκόσμιες διοργανώσεις σήμερα προτιμούν την ασφάλεια που προσφέρει μια πίστα με σύγχρονες προδιαγραφές, ένα μικρό γαλατικό χωριό αντιστέκεται ακόμα στο ρεύμα των καιρών.
 
Οι Βρετανοί έχουν παράδοση στους αγώνες Road Racing, με το IOMTT, το Manx GP που διοργανώνεται στην ίδια διαδρομή με το πρώτο, το Classic TT, το Southern 100, το North West 200, το Cookstown 100, το Tandragee 100, το Ulster Grand Prix, το Cork Road Races και αρκετά ακόμα event. Σημειώστε πως όλοι οι προαναφερθέντες αγώνες συνεχίζουν να διοργανώνονται και σήμερα, με πληθώρα συμμετοχών και μεγάλη δημοτικότητα.
 
Και η Ευρώπη έχει -η είχε- το μερίδιο της στους ανωτέρω αγώνες με εκδηλώσεις όπως το Bremerhaven Road Races, το Chimay Road Races, το Hengelo Road Races, κ.α.. Όμως το 2022 στην Ευρώπη, οι αγώνες Road Racing για λόγους ασφαλείας γίνονται κυρίως σε πίστες, και δεν έχουν τον ίδιο βαθμό επικινδυνότητας με τη βρετανική σκηνή. Μην ξεχνάμε πως ο GOAT του Road Racing, Joey Dunlop, σκοτώθηκε σε δυστύχημα στο Ταλίν της Εσθονίας το 2000, στον αγώνα της Pirita-Kose-Kloostrimetsa, με τη διαδρομή να μην φιλοξενεί πλέον αγώνες.
 
Τέλος, για τους μελετητές της Road Racing σκηνής δεν θα πρέπει να παραλείψουμε τον αγώνα του Μακάο, τον μοναδικό ανάλογο αγώνα στον οποίο συμμετέχουν τόσο μοτοσυκλέτες όσο και αυτοκίνητα, αλλά και τον αγώνα Cemetery Circuit Races στη Νέα Ζηλανδία, γνωστού και ως «ΙΟΜΤΤ του Νοτίου Ημισφαιρίου».
 
Ένας γύρος εξήντα χιλιόμετρα
H διαδρομή του ΙΟΜΤΤ έχει μήκος 37.730 μιλίων ή 60.718 χιλιομέτρων, με 219 (!) στροφές (συγκρίνετε τις με τις 73 στροφές του επίσης θρυλικού Nordschleife και με τις 11-20 μιας πίστας MotoGP), περνάει μέσα από χωριά, μέσα από δάση, και δίπλα από γκρεμούς, με τον Peter Hickman να κατέχει το ρεκόρ γύρου από το 2018, με BMW S 1000 RR, με 16 λεπτά, 42 δευτερόλεπτα και 778 χιλιοστά του δευτερολέπτου, και μέση ωριαία ταχύτητα 135.452 μίλια την ώρα, ήτοι 217.989 χλμ/ώρα!
Γυρίζοντας πίσω στον χρόνο, μαθαίνουμε πως το πρώτο ΙΟΜΤΤ έλαβε χώρα στις 28 Μαΐου του 1907, με την ονομασία Auto-Cycle Tourist Trophy, και διεξήχθη σε μια πιο μικρή διαδρομή 15 μιλίων, για «Touring» μοτοσυκλέτες που έβγαζαν αριθμό κυκλοφορίας.
 
Από το 1911, το IOMTT μεταφέρθηκε στη μεγάλη διαδρομή του βουνού Snaefell, με μήκος 60.19 χιλιομέτρων. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας του ΙΟΜΤΤ, η διαδρομή άλλαξε ελαφρώς, προστέθηκαν πολλές κατηγορίες αγώνων, ενώ το 1935 γεννήθηκε το μέτρο των «Travelling marshals», με οκτώ πρώην αγωνιζόμενους εκπαιδευμένους στην παροχή πρώτων βοηθειών να βρίσκονται σε στρατηγικά σημεία της διαδρομής. Οι Travelling Marshals μπορούν να φτάσουν έτσι ταχύτητα στον τόπο του ατυχήματος, προσφέροντας πολύτιμη βοήθεια μέχρι να φτάσει το ιατρικό προσωπικό και το ελικόπτερο.
 
To νησί που χορεύει στους ρυθμούς του ΤΤ για 2 εβδομάδες κάθε χρόνο
Τα οικονομικά οφέλη από το ΙΟΜΤΤ που φιλοξενείται στο νησί του Man είναι σημαντικά. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC, το 2019 περισσότεροι από 46.000 επισκέπτες έφτασαν στο νησί για το ΙΟΜΤΤ, αποφέροντας στις τοπικές επιχειρήσεις 37.5 εκατομμύρια βρετανικές λίρες (43,2 εκατομμύρια ευρώ) στις 15 ημέρες που διαρκεί το event, όπου όλο το νησί χορεύει στους ρυθμούς του ΤΤ.
 
Στο event του 2022, περισσότεροι από 30.000 επισκέπτες έδωσαν το παρών, όπως αποκαλύπτουν τα εισιτήρια των φέριμποτ που συνδέουν το νησί με Ιρλανδία και Βρετανία. 
 
Τα σεβαστά οικονομικά οφέλη του ΙΟΜΤΤ, οδήγησαν στη δημιουργία κι άλλων αγώνων μοτοσυκλέτας στο νησί, οι οποίοι κάποια στιγμή ενώθηκαν στο «φεστιβάλ μοτοσυκλέτας» που λαμβάνει χώρα σε ετήσια βάση τον Αύγουστο, και περιλαμβάνει το VMCC Rally, Festival of Jurby, το Classic TT, το Manx Grand Prix και το Manx Classic Trial.
 
Το ΙΟΜΤΤ είναι γνωστό και ως ο πιο επικίνδυνος αγώνας του κόσμου, με 265 αγωνιζόμενους να έχουν χάσει τη ζωή τους μεταξύ 1911 και 2022. Όμως στο θέμα της επικινδυνότητας του αγώνα μεγάλη σημασία έχει ο τόπος διεξαγωγής του, δηλαδή η Βρετανία. Μια χώρα με αυστηρή εφαρμογή του Κ.Ο.Κ. από τους οδηγούς στους δρόμους της και με εξίσου αυστηρή αστυνόμευση, με άριστα εξοπλισμένους και εκπαιδευμένους αναβάτες, μυημένους στην σημασία του ATGATT (All The Gear All The Time), με ελάχιστους -σε σχέση με χώρες της νότιας Ευρώπης- νεκρούς αναβάτες από τροχαία δυστυχήματα, και με μεγάλη κουλτούρα στα μηχανοκίνητα σπορ.
 
Έτσι, παρόλο που η διαμάχη για το αν θα πρέπει να καταργηθούν οι αγώνες Road Racing συνεχίζεται -και θα συνεχίζεται-, η κοινή γνώμη της Βρετανίας αποδέχεται την απόφαση των ενηλίκων Road Racers που καταλαβαίνουν τους κινδύνους, και όμως δεν αλλάζουν αυτή τη μορφή αγώνων με καμία άλλη.
 
Και αυτό, παρά τις εξαιρετικά χαμηλές απολαβές των αγωνιζομένων του ΙΟΜΤΤ σε σχέση με εκείνες των εργοστασιακών αναβατών WSBK &  MotoGP, και παρά το γεγονός πως οι κορυφαίοι εξ αυτών συμμετέχουν σε όλες τις κατηγορίες, τρέχοντας τέσσερις αγώνες σε τέσσερις διαδοχικές ημέρες με διαφορετικές μοτοσυκλέτες (Supersport, Supertwin, Superstock, Superbike), και… δύο ακόμα αγώνες μέσα στην ίδια ημέρα!
 
Οι αναβάτες του ΤΤ είναι πραγματικά μια διαφορετική ράτσα.
 
Επανέναρξη μετά από δύο χρόνια Κορωνοϊού
Το 2020 και το 2021 πέρασαν, και ήρθε το σωτήριο έτος 2022, όπου εξήλθαμε από την εποχή του Κορωνοϊού. Μεταξύ της Κυριακής 29 Μαΐου και της Παρασκευής 10 Ιουνίου, στο νησί του Man έλαβε χώρα το 101ο IOMTT, με τα δοκιμαστικά, τους 6 αγώνες μοτοσυκλέτας, και τους 2 sidecar.
 
Σημειώστε πως το ΙΟΜΤΤ του 2022 είχε μια σημαντική διαφορά από τα προηγούμενα event, που ακούει στο όνομα ΤΤ+. Έτσι για πρώτη φορά στην ιστορία του, τα δοκιμαστικά και οι αγώνες του ΙΟΜΤΤ μεταδίδονταν τηλεοπτικά σε πραγματικό χρόνο, με το κοινό να μπορεί να τους δει με ένα συμβολικό αντίτιμο (20 ευρώ) μέσω διαδικτύου με smartphone / tablet / pc. 
 
Η μετάδοση έγινε πραγματικότητα με τη χρήση 22 καμερών στο έδαφος και 2 ακόμα σε ελικόπτερα.
 
Μια ακόμη διαφορά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια ήταν και η κατάργηση της κατηγορίας Zero TT με ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες.
 
Ας δούμε τι έγινε στα δοκιμαστικά, και σε κάθε έναν από τους 6 αγώνες μοτοσυκλέτας ξεχωριστά.
 
Δοκιμαστικά - 29/5-3/6
Τα δοκιμαστικά στο ΙΟΜΤΤ κρατούν 6 ημέρες, και φέτος έγιναν μεταξύ 29 Μαΐου και 3 Ιουνίου. 
 
Στα δοκιμαστικά των Superbikes, ταχύτερος απεδείχθη ο κάτοχος του ρεκόρ γύρου και θριαμβευτής τα προηγούμενα χρόνια Peter Hickman, με μέση ωριαία 132.874 μιλίων την ώρα, σε μια διαδρομή μάλιστα με αρκετά βρεγμένα σημεία!
 
Όμως εκείνος που ξεχώρισε και άφησε υποσχέσεις για να πρωταγωνιστήσει γενικότερα στο ΤΤ του 2022 -κάτι που δεν θα συνέβαινε τελικά- ήταν ο Michael Dunlop, που σημείωσε ταχύτερο χρόνο σε Superstock (129.299mph), Supersport (125.04mph) και Supertwin (120.303mph).
 
Στα δοκιμαστικά είχαμε και την πρώτη από συνολικά πέντε απώλειες αγωνιζομένων στο ΙΟΜΤΤ του 2022, με τον 29χρονο Mark Purslow να χάνει τη ζωή του στην περιοχή του Ballagarey.
 
Superbike TT - 4/6
Στον πρώτο αγώνα του 2022, ο Peter Hickman οδήγησε την κούρσα από την αρχή μέχρι το τέλος του 6ου γύρου, καβάλα στην BMW M 1000 RR του, σημειώνοντας συνολική μέση ωριαία 130.634 μιλίων την ώρα, παίρνοντας έτσι την 6η νίκη του στο ΤΤ. Δικός του ήταν και ο ταχύτερος γύρος αγώνα, με 133.461 μίλια την ώρα.
 
Να πούμε εδώ πως ο Βρετανός αναβάτης, που τερμάτισε 5ος στα Superbike του BSB το 2021, έχει ξεκινήσει να τρέχει στο ΤΤ από το 2014, ενώ πήρε την πρώτη του νίκη το 2018. To 2019 ανέβηκε σε άλλο επίπεδο, κατακτώντας 3 νίκες και 2 ακόμη βάθρα, για να γίνει ο αναβάτης που όλοι θεωρούν ως το μεγάλο φαβορί της εποχής του στους αγώνες Road Racing, διαδεχόμενος αναβάτες όπως ο Michael Dunlop, ο John McGuinness και ο Ian Hutchinson. 
 
Δεύτερος ήταν ο Dean Harrison, 39,9 δευτερόλεπτα πιο πίσω με Kawasaki ZX-10RR, και τρίτος ο Michael Dunlop με Suzuki GSX-R 1000.
 
Και μιας και μιλήσαμε στον πρόλογο για τον αειθαλή McGuinness, την πρώτη μέρα του ΙΟΜΤΤ 2022, ο "McPint" συμπλήρωσε 100 αγώνες στο νησί, γράφοντας το όνομα του με χρυσά γράμματα στα βιβλία της ιστορίας!
 
ΘΕΣΗ#ΑΝΑΒΑΤΗΣΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΧΡΟΝΟΣΜΕΣΗ ΩΡΙΑΙΑ
110Peter HickmanBMW M1000RR01:43:58.544130.634
22Dean HarrisonKawasaki ZX-10RR01:44:37.744129.819
36Michael DunlopSuzuki GSXR100001:44:56.171129.439
44Ian HutchinsonBMW M1000RR01:46:56.628127.009
51John McGuinnessHonda CBR1000RR-R SP01:47:07.411126.796
 
Supersport TT 1ος αγώνας - 6/6
Καβάλα στο Yamaha YZF-R6 του, ο Michael Dunlop πήρε την 20η του νίκη στο IOMTT, με ταχύτερο γύρο 129.475 μιλίων την ώρα, που αποτελεί νέο ρεκόρ κατηγορίας, ενώ έτσι έγινε μόλις ο τρίτος αναβάτης στην ιστορία του ΙΟΜΤΤ που ξεπερνά τις 20 νίκες, μετά τον Θείο Joey (Dunlop) και τον John McGuinness.
 
Μια σπουδαία νίκη, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πόσο κοντά του βρέθηκε ο δεύτερος του αγώνα.
 
Μιλάμε για μια διαφορά μόλις 6 δευτερολέπτων (με τα περισσότερα εξ αυτών να προστίθενται στον τελευταίο γύρο) σε συνολικό χρόνο αγώνα 53 λεπτών και τριάντα δευτερολέπτων! Γλυκόπικρη δεύτερη θέση λοιπόν για τον Dean Harrison, με Kawasaki ZΧ-6R.
 
Τρίτος τερμάτισε ο Peter Hickman με την τρικύλινδρη Triumph Daytona 765 του, μόλις 3,5 δευτερόλεπτα μπροστά από τον 4ο Johnston. 
 
ΘΕΣΗ#ΑΝΑΒΑΤΗΣΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΧΡΟΝΟΣΜΕΣΗ ΩΡΙΑΙΑ
16Michael DunlopYamaha YZF-R653:31.953126.865
22Dean HarrisonKawasaki ZX-6R53:37.571126.643
310Peter HickmanTriumph Daytona 76554:07.008125.495
43Lee JohnstonYamaha YZF-R654:10.555125.358
55James HIllierYamaha YZF-R654:17.625125.086
 
Superstock TT - 6/6
Την ίδια μέρα που πήρε μια 3η θέση στα Supersport, ο Peter Hickman πήρε τη νίκη στον αγώνα Superstock, τη δεύτερη νίκη του για το 2022, οδηγώντας και πάλι την κούρσα από την αρχή μέχρι το τέλος, με τη δεύτερη M 1000 RR του ελάχιστα βελτιωμένη, σύμφωνα με τους κανονισμούς της κατηγορίας. Αξίζει να σημειωθεί η συνολική μέση ωριαία αγώνα των 130.552 μιλίων την ώρα, που ήταν ελάχιστα πιο αργή από τα 130.634 μίλια την ώρα που σημείωσε με το ακραία βελτιωμένο Superbike του! Αυτή ήταν η 7η νίκη του στο ΙΟΜΤΤ.
 
Δεύτερος κατετάγη ο Conor Cummins με Honda CBR1000RR-R, και τρίτος ήταν ο ομόσταυλος του Dave Todd, επίσης με CBR.
 
Ο Michael Dunlop τερμάτισε 5ος, ο Ian Hutchinson 7ος και ο John McGuinness 9ος, ενώ ο ταχύτερος γύρος πήγε στον Conor Cummins με 133.116 μίλια την ώρα.
 
ΘΕΣΗ#ΑΝΑΒΑΤΗΣΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΧΡΟΝΟΣΜΕΣΗ ΩΡΙΑΙΑ
110Peter HickmanBMW M1000RR52:01.236130.552
211Conor CumminsHonda CBR1000RR-R52:13.938130.023
38Davey ToddHonda CBR1000RR-R52:21.603129.706
42Dean HarrisonKawasaki ZX-10RR52:28.452129.424
56Michael DunlopHonda CBR1000RR-R SP52:40.930128.913
 
Supertwin TT - 8/6
Στα ελαφριά δικύλινδρα, ο Peter Hickman πήρε την τρίτη του νίκη για το ΙΟΜΤΤ του 2022, καβάλα σε ένα χειροποίητο Paton S1-R, που χρησιμοποιεί κινητήρα από Kawasaki ER-6 βελτιωμένο στα άκρα, με απόδοση 112 hp! Η ιταλική Paton, που ξεκίνησε από τον Giuseppe Pattoni, ανήκει πλέον στην επίσης ιταλική SC Project και δημιουργεί μοναδικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες, φτιαγμένες κατά παραγγελία.
 
Αυτή ήταν η πρώτη νίκη του Hicky σε αυτή την κατηγορία, κι η 8η του συνολικά στο ΙΟΜΤΤ. Ήταν μάλιστα ο μόνος αναβάτης που σημείωσε συνολική μέση ωριαία πάνω από 120 μίλια την ώρα, ενώ έκανε και τον ταχύτερο γύρο με 121.293 μίλια την ώρα.
 
Δεύτερος, ένα λεπτό και 40 δευτερόλεπτα πιο πίσω βρέθηκε ο Lee Johnston με το νέο Aprilia RS 660, ενώ τρίτος ήταν ο Paul Jordan με Kawasaki Z650.
 
Δυστυχώς, ο Michael Dunlop σταμάτησε στη διαδρομή για να κάνει κάποιες ρυθμίσεις στη μοτοσυκλέτα του, με αποτέλεσμα οι κριτές να του βγάλουν μαύρη σημαία και να αποκλειστεί από τον αγώνα.
 
ΘΕΣΗ#ΑΝΑΒΑΤΗΣΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΧΡΟΝΟΣΜΕΣΗ ΩΡΙΑΙΑ
110Peter HickmanPaton S1-R56:35.517120.006
23Lee JohnstonAprilia RS 66058:24.798116.265
38Paul JordanKawasaki Z65058:48.055115.498
49Pierre Yves BianPaton S1-R58:54.969115.272
54Michael RutterPaton S1-R59:00.969115.077
 
Supersport TT 2ος αγώνας - 10/6
O Michael Dunlop πήρε την 21η νίκη του στο IOMTT, για να γίνει ταυτόχρονα ο πιο επιτυχημένος αναβάτης της κατηγορίας των 600 κ.εκ., με 9 νίκες Supersport.
 
Για να πάρει όμως τη νίκη ο MD, χρειάστηκε να δώσει τιτάνια μάχη με τον Peter Hickman για ολόκληρη τη διάρκεια του αγώνα, για να καταφέρει να απομακρυνθεί από τον διώκτη του έστω και ελάχιστα στον δεύτερο και τελευταίο γύρο, τερματίζοντας 3.2 δευτερόλεπτα μπροστά από τον Hickman.
 
Τρίτος τερμάτισε ο Dean Harrison, με Kawasaki Z6-6R.
 
ΘΕΣΗ#ΑΝΑΒΑΤΗΣΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΧΡΟΝΟΣΜΕΣΗ ΩΡΙΑΙΑ
16Michael DunlopYamaha YZF-R635:29.154127.589
210Peter HickmanTriumph Daytona 76535:32.452127.391
32Dean HarrisonKawasaki ZX-6R35:53.800126.129
48Davey ToddHonda CBR600RR36:11.366125.108
59Jamie CowardYamaha YZF-R636:17.827124.737
 
Senior TT - 11/6
Στο Senior TT του 2022, αγώνα prestige όπου οι συμμετέχοντες αγωνίζονται με Superbike μοτοσυκλέτες, ο Peter Hickman έγινε μόλις ο τέταρτος αναβάτης στην ιστορία που κερδίζει τέσσερις αγώνες μέσα σε μια εβδομάδα στο ΙΟΜΤΤ. Αυτή ήταν η δεύτερη νίκη του στο Senior TT και η ένατη νίκη του συνολικά στο ΙΟΜΤΤ.
 
Ο Hicky ηγήθηκε του αγώνα από την αρχή, παραμένοντας πρώτος μέχρι τον τερματισμό. 
 
Σχεδόν 17 δευτερόλεπτα πιο πίσω, στη δεύτερη θέση τερμάτισε ο Dean Harrison, ενώ τρίτος ήταν ο Conor Cummins, μετά από σκληρή μάχη με τον Davey Todd.
 
Ο Glenn Irwin της Honda Racing UK, μπορεί να εγκατέλειψε τον αγώνα ενώ βρισκόταν στη δέκατη θέση, εντούτοις κατάφερε να πάρει το βραβείο του καλύτερου νεοεμφανιζόμενου αναβάτη στο ΙΟΜΤΤ του 2022.
 
ΘΕΣΗ#ΑΝΑΒΑΤΗΣΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΧΡΟΝΟΣΜΕΣΗ ΩΡΙΑΙΑ
110Peter HickmanBMW M1000RR01:44:56.494129.432
22Dean HarrisonKawasaki ZX-10RR01:45:13.412129.085
311Conor CumminsHonda CBR1000RR-R01:45:30.099128.745
48Davey ToddHonda CBR1000RR-R01:45:32.926128.687
56Michael DunlopSuzuki GSXR100001:47:15.918126.628
 
Το αποτέλεσμα του αγώνα Senior TT σημαίνει πως ο Peter Hickman κέρδισε το «Πρωτάθλημα Joey Dunlop» (που αφορά στο σύνολο των αγώνων του ΙΟΜΤΤ) με 111 βαθμούς, 22 βαθμούς μπροστά από τον Dean Harrison (89) με τον Michael Dunlop να κατατάσσεται τρίτος με 88 βαθμούς. Βλέπουμε έτσι πως παρά τις 2 νίκες του ο MD έχασε τη δεύτερη θέση για έναν μόλις βαθμό από τον Harrison που μπορεί να μην πήρε καμία νίκη, συγκέντρωσε όμως περισσότερους βαθμούς από τα βάθρα του.
Μεγάλος πρωταγωνιστής του ΤΤ 2022 ήταν λοιπόν ο Peter Hickman που πήρε την πρώτη του νίκη στο ΤΤ μόλις το 2018, για να κυριαρχήσει το 2019 και να κάνει υποχρεωτικό "διάλειμμα" 2 ετών. Φέτος επανήρθε το ίδιο ακμαίος -σα να μην πέρασε μια μέρα- εδραιώνοντας την κυριαρχία του στους αγώνες του νησιού. Ο Hicky είναι πλέον το απόλυτο φαβορί, και έχει τη δυνατότητα να γράψει τη δική του ιστορία ως ένας από τους πιο επιτυχημένους αγωνιζόμενους Road Racing.
 
Όσον αφορά στους ιδιώτες αγωνιζόμενους, το βραβείο πήγε στον Jamie Coward με 125 βαθμούς, η Kawasaki πήρε το βραβείο κατασκευαστή και η DAO Racing Kawasaki το βραβείο ομάδας. Κάπως έτσι, ένα ακόμη ΙΟΜΤΤ έφτασε στο τέλος του. Θα ακολουθήσει ξεχωριστό άρθρο για τις απώλειες αναβατών του αγώνα του 2022, ενώ σύντομα θα διαβάσετε μια αποκλειστική συνέντευξη του Peter Hickman στο ΜΟΤΟ, με πληροφορίες για την προετοιμασία που τον οδήγησε στον θρίαμβο του ΤΤ 2022.