Τα μεγάλα λάθη όταν αγοράζεις μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα

Τα έχουμε κάνει όλοι
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/2/2019

Προφανώς ό,τι γράφουμε παρακάτω είναι βασισμένο σε εμπειρίες που έχουμε ζήσει εμείς οι ίδιοι, είτε σε προσωπικό επίπεδο, είτε στο άμεσο φιλικό μας περιβάλλον. Οπότε πρόθεσή μας δεν είναι να σας το παίξουμε έξυπνοι (αφού ήδη την έχουμε κάνει την πατάτα και εμείς…), αλλά να σας βοηθήσουμε να αποφύγετε να κάνετε τα ίδια λάθη. Όοοοσο περνάει από το χέρι μας βέβαια, διότι το συγκεκριμένο λάθος που θα μας απασχολήσει σε αυτό το κείμενο, επαναλαμβάνεται διαρκώς, ακόμα και από ανθρώπους που ήδη την έχουν πατήσει πολλές φορές! Μιλάμε φυσικά για την αγορά της λάθος μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας. Λάθος μοτοσυκλέτα, όχι με βάσει τον τύπο , το μοντέλο ή την μάρκα, αλλά με βάσει την τσέπη μας.

Κράτα καβάτζα

Όλα ξεκινούν στραβά από το γεγονός ότι έχεις 1000€ στην τσέπη και κοιτάς στις αγγελίες μοτοσυκλέτες που πωλούνται 2000€. Αν έχεις 2000€ στην τσέπη κοιτάς όσες κάνουν 3000€-4000€ και πάει λέγοντας. Στην περίπτωση της αγοράς μιας καινούριας μοτοσυκλέτας αυτό θεωρείται φυσιολογικό και η αλήθεια είναι πως οι λόγοι για να μην το κάνεις είναι λίγοι. Οι καινούριες μοτοσυκλέτες καλύπτονται από 2 χρόνια εγγύηση, έχουν φυσικά καινούρια λάστιχα, καινούριες αλυσίδες και το μόνο που θα χρειαστούν οι περισσότερες από αυτές μετά από 10.000 χιλιόμετρα χρήσης είναι μια αλλαγή λαδιών και φίλτρων. Αν έχεις λεφτά να πληρώνεις το δάνειο, την ασφάλεια, τα τέλη κυκλοφορίας και τις βενζίνες σου είσαι ΟΚ.

Όμως στην περίπτωση μιας μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας, τίποτα απολύτως δεν είναι δεδομένο. Ακόμα και μοτοσυκλέτες φίλων, που ξέρεις πως τις πρόσεχαν σα να ήταν μωρά στην κούνια, μπορεί να χρειαστούν πανάκριβες επισκευές. Διότι ΟΛΑ τα μηχανήματα φθείρονται και χαλάνε και όλα τα υλικά έχουν ένα χρονικό όριο ζωής. Ειδικά τα πλαστικά, τα καλώδια και τα ηλεκτρονικά, μπορεί να δείχνουν σαν καινούρια απ’ έξω αλλά από μέσα τα πράγματα να θυμίζουν στοιχειωμένο δάσος. Ξεχάστε τις μπούρδες του τύπου “αυτά δεν χαλάνε”. Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα έχει φάει τον ελληνικό ήλιο στο κεφάλι για δέκα χρόνια ή έχει ψηθεί μέσα στο κέντρο της πόλης, είναι βέβαιο πως κάποια περιφερειακά εξαρτήματα θα χρειαστούν αντικατάσταση. Πιθανόν να χρειαστεί μια ντίζα γκαζιού (από 10€ έως και 300€ σε κάποιες περιπτώσεις), ίσως μια πλαστική ή λαστιχένια βάση για τα όργανα, το φαίρινγκ κ.τλ..

Κάτι τέτοιες “χαζές” ζημιές που παραμελήθηκαν, έχουν οδηγήσει στην ολική καταστροφή πολλές μοτοσυκλέτες. Οπότε, ακόμα κι αν η μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα που σκοπεύετε να πάρετε είναι “καλύτερη κι από καινούρια” εσείς κρατήστε στον κουμπαρά σας ένα ποσό για κάποια “μικροέξοδα”.     

Αν ήταν ακριβή καινούρια θα έχει ακριβή συντήρηση

Ουάου! Με 3000€ παίρνω Hayabusa! Όταν 3000€ έχει πλέον ένα καινούριο ταϊλανδέζο παπί ή scooter με μόλις 125 κυβικά, είναι σίγουρα δελεαστικό να μπορείς να αγοράσεις με τα ίδια χρήματα μια μοτοσυκλέτα που έχει 180 ίππους και ξεπερνάει τα 300km/h. Όμως αυτό δεν σημαίνει πως τα ανταλλακτικά του Hayabusa κοστίζουν το 1/10 της τιμής που είχαν όταν η μοτοσυκλέτα ήταν καινούρια. Μάντεψε! Τα καινούρια ανταλλακτικά έχουν τιμές… καινούριων ανταλλακτικών! Οπότε μια μοτοσυκλέτα που έκανε 15.000€ και το ρεζερβουάρ της ως ανταλλακτικό έκανε 2000€, συνεχίζει ακόμα και σήμερα να κάνει 2.000€.

Κι αν το παράδειγμα της Hayabusa είναι εξόφθαλμο λόγω επιδόσεων, τα πράγματα δεν είναι τόσο ευδιάκριτα με τα χρηστικά μοντέλα μοτοσυκλετών, όπως ας πούμε τα On-Off.

Ένα BMW R 1200 GS του 2007 ήταν από τις ακριβότερες μοτοσυκλέτες της αγοράς. Το γεγονός πως τώρα το αγοράζεις ως μεταχειρισμένο μεταξύ 4.000-6.000€ δεν σημαίνει πως η BMW θα σου πουλάει τα ανταλλακτικά με έκπτωση -90%.

Θα πρέπει να καταλάβεις πως με 4000€ αγόρασες μοτοσυκλέτα των 20.000€ και το κόστος συντήρησής της, εξακολουθεί να είναι αντίστοιχο με μια μοτοσυκλέτας των 20.000€, όχι των 4.000€. Ακόμα χειρότερα, επειδή είναι μεταχειρισμένη οι ανάγκες της για συντήρηση είναι ακόμα μεγαλύτερες.

Βρες έναν δότη!

Ας περάσουμε για λίγο από το πιο γενικό, στο πιο ειδικό, διότι ως Έλληνες θα πούμε «λύσεις πάντα υπάρχουν» και υπάρχουν! Απλά δεν κάνουν για όλους! Δηλαδή: Έστω πως έχουμε αγοράσει ένα μεταχειρισμένο Enduro με 1.500 Ευρώ, όπως και έχουμε κάνει οι ίδιοι, μιας και όπως είπαμε στην αρχή δεν σας μιλάμε τυχαία. Κι έστω πως μετά από λίγο "καρφώνει σασμάν". Δεν θα πούμε την μάρκα επίτηδες, για να μην εστιάσει κανείς στην μάρκα μιας και το κοινό των εντουράδων έχει την τάση να θεωρεί πως κάποια πράγματα συμβαίνουν μονάχα σε λίγους... Η πρώτη λύση σε αυτή την περίπτωση, είναι να παραγγείλεις ανταλλακτικά που φτάνουν μερικές φορές να είναι ακριβότερα από την ίδια την αγορά της μοτοσυκλέτας, στην προκειμένη περίπτωση πάνω από χίλια Ευρώ ακριβότερα από το αρχικό κόστος απόκτησης! Ουσιαστικά δεν είναι λύση λοιπόν και το μόνο που μένει είναι να βρεις μία μεταχειρισμένη ή ακόμη καλύτερα ένα ολόκληρο κιβώτιο και είτε μόνος σου, είτε με κάποιο φίλο μηχανικό να ασχοληθείς με την αντικατάσταση. Αυτό όμως, το να βρεις ένα μεταχειρισμένο ή τρακαρισμένο, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, παρόλο που θα σου την προτείνουν όλοι ως την πρώτη λύση! Στην πράξη είναι χρονοβόρα διαδικασία η οποία δεν ταιριάζει σε όλους και μόνο αν είσαι πολύ τυχερός καταλήγεις να ξεμπερδεύεις γρήγορα, έχοντας ξοδέψει και σε αυτή την περίπτωση αρκετό χρόνο.

Δεν ξέρεις αν έχει τρακάρει!

Κι έστω πως έχεις κάνει την δουλειά που πρέπει, έχεις αποφασίσει σε ένα μοντέλο με βάση το κριτήριο για το τι μπορεί να σου ζητήσει στα επόμενα χιλιόμετρα κι αν ταιριάζει στην χρήση για την οποία την θέλεις. Ποιος όμως μπορεί να σου πει, η ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ που θέλεις να αγοράσεις, αν δεν έχει τρακάρει, αν στην πρώτη λακκούβα, ή μεγάλο ταξίδι δεν θα δεις το πλαίσιο να σε χαιρετά; Μέχρι τώρα αυτό στην χώρα μας μπορούσε να γίνει μονάχα με κάποιον «ειδικό», συνήθως τον μάστορα που ξέρεις προσωπικά, και που έπρεπε να βασιστείς στην εμπειρία του μετά από μία δεκάλεπτη βόλτα. Εξαιρετικά δύσκολο να τα βρει όλα σε μία τέτοια βόλτα, όσο κι αν ριψοκινδυνεύει μέσα στην κίνηση για να δει αν κουνάει στα πολλά χιλιόμετρα… Η λεπτομέρεια εδώ, είναι πως από φέτος στην Ελλάδα ο ίδιος ο μάστορας –δεν πας αλλού δηλαδή- έχει στα χέρια του ένα νέο εργαλείο στο μικρότερο κόστος της Ευρώπης. Καλεί την MotoCert και παίρνει πιστοποιητικό και διάγνωση από 3D lazer, χωρίς να λύσει βίδα: Ότι κι αν έχει η συγκεκριμένη που θέλεις να αγοράσεις, θα βρεθεί με ακρίβεια σε υποδιαίρεση του χιλιοστού. Υπάρχει και σε αυτό το πρόβλημα λύση λοιπόν!

Ψέματα κι αλήθειες

Υπάρχει λόγος που μια μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα είναι φτηνότερη από μια καινούρια. Κι ο λόγος αυτός είναι πως ΚΑΝΕΙΣ δεν μπορεί να σου εγγυηθεί ότι δεν θα χαλάσει.

Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν ΑΠΟΛΥΤΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΑ μηχανάκια, που κατουράς μέσα στο ρεζερβουάρ και δουλεύουν χωρίς πρόβλημα για τα επόμενα σαράντα χρόνια. Σαφώς υπάρχουν μοντέλα που αντέχουν περισσότερο ή εμφανίζουν λιγότερες φθορές με το πέρασμα του χρόνου, όμως ό,τι δουλεύει χαλάει κιόλας.  

Μην σας παρασύρουν όλα αυτά τα παραμύθια που παλιά κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα και τώρα έχουν  γίνει σχόλια στο διαδίκτυο. Στο facebook και στα site γράφουν σχόλια μόνο όσοι είναι συναισθηματικά φορτισμένοι. Σκέψου το λίγο… Θετικό σχόλιο θα γράψεις αν γουστάρεις με τρέλα τη μοτοσυκλέτα σου και αρνητικό σχόλιο αν σου έχει βγάλει την ψυχή. Έτσι δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα σχόλια που διαβάζεις είναι γεμάτα με υπερβολικά θετικούς ή αρνητικούς χαρακτηρισμούς. Η Honda, η Suzuki, η Yamaha, η Kawasaki πουλάνε ΚΑΘΕ χρόνο εκατομμύρια δίκυκλα, αλλά δεν υπάρχουν εκατομμύρια σχόλια. Ακόμα και μικρότερες σε μέγεθος εταιρείες, όπως η Harley, η Ducati, η BMW πουλάνε χιλιάδες μοτοσυκλέτες κάθε χρόνο. Ούτε όλες χαλάνε, ούτε όλες είναι αλεξίσφαιρες. Οπότε πριν δώσεις τα λεφτά για την αγορά της επόμενης μεταχειρισμένης μοτοσυκλέτας σου, λάβε υπόψη τις παρακάτω συμβουλές μας:

 

1- Κράτα ένα ποσό στην άκρη για πιθανές βλάβες.

Δώσε μικρότερη προκαταβολή και αναλόγως του είδους της μοτοσυκλέτας, κράτησε στην άκρη ένα ποσό για τα “πρώτα έξοδα”.

 

2- Οι ακριβές μοτοσυκλέτες έχουν ακριβά ανταλλακτικά

Όσο πιο περίπλοκη τεχνολογικά είναι μια μοτοσυκλέτα, τόσο πιο ακριβά κοστίζουν οι βλάβες της

 

3- Τα χρόνια είναι το ίδιο σημαντικά με τα χιλιόμετρα

Είναι λάθος να νομίζεις πως μια μοτοσυκλέτα 10-20 ετών που έχει κάνει μόνο 10.000km δεν θα έχει προβλήματα. Ο χρόνος προκαλεί φθορές στα πλαστικά, τις τσιμούχες και τα καλώδια, τόσο εξωτερικά του κινητήρα, όσο και μέσα στον κινητήρα, ανεξάρτητα από την χρήση.

 

4- Πάρε μαζί σου έναν εξειδικευμένο μηχανικό

Τα πρώτα λεφτά που πρέπει να δώσεις όταν αγοράζεις μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα είναι σε έναν εξειδικευμένο μηχανικό για να την ελέγξει πριν δώσεις προκαταβολή. Όχι απλά σε ένα φίλο που “ξέρει”, ούτε απλά σε έναν οποιοδήποτε μηχανικό. Βρες έναν που έχει εξειδικευμένες γνώσεις πάνω στη μοτοσυκλέτα που θέλεις να αγοράσεις και ο οποίος να γνωρίζει πόσο θα σου κοστίσει η κάθε βλάβη ή φθορά που έχει η μοτοσυκλέτα που ενδιαφέρεσαι να αγοράσεις. Υπάρχουν μοτοσυκλέτες που είναι καλύτερο να λείπει ο κινητήρας τους, παρά το φαίρινγκ τους! Κι από εκεί και πέρα, ζήτα από αυτόν τον μηχανικό που ήδη ξέρεις και εμπιστεύεσαι και που μπορεί να σου απαντήσει πόσο θα σου κοστίσει μία βλάβη, να πιστοποιήσει την συγκεκριμένη που σκοπεύεις να αγοράσεις μέσω της MotoCert, καθώς δεν υπάρχει αυτή την στιγμή πιο γρήγορος και άμεσος τρόπος στην Ελλάδα, να δεις με απόλυτη ακρίβεια πόσο κοντά σε κατάσταση καινούριας, είναι η γεωμετρία της μοτοσυκλέτας, που σε ενδιαφέρει. Να ξέρεις με κάθε βεβαιότητα αν έχει πέσει ή όχι.

Μην πεις ποτέ: “Έλα μωρέ, ένα φανάρι θέλει…” αν δεν ξέρεις πόσο κοστίζει, διότι το φανάρι μπορεί να κάνει πιο ακριβά από την μοτοσυκλέτα που θέλεις να αγοράσεις.

Τι σου λέμε, με λίγα λόγια, να μην πάρεις μεταχειρισμένη; Σε ΚΑΜΙΑ περίπτωση, το ακριβώς αντίθετο: Πάρε μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα! Απλά να πάρεις εκείνη που θα είναι κατάλληλη για εσένα προσωπικά, να την ελέγξεις καλά πριν την κάνεις δική σου, ώστε στο τέλος αυτό που θα σου μείνει να είναι μονάχα η ευχαρίστηση να την κάνεις βόλτα! Τόσο απλά, και καλά χιλιόμετρα από εμάς!

Drysdale V8 Bruiser

Ένα V8 mega-monster!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/8/2017

Και οι οκτώ ήταν υπέροχοι

 

Το V8 Bruiser είναι ένα mega-Monster, ένα γυμνό roadster που έχει σκοπό να θέσει νέο όρια για την πιο ξεχωριστή, πιο μυώδη και κατά πάσα πιθανότητα την ταχύτερη custom cruiser μοτοσυκλέτα που θα μπορεί να αγοράσει κανείς

Χρειάστηκε σχεδόν τρία χρόνια για να το κατασκευάσει ο υπέρμαχος των πολυκύλινδρων κινητήρων, 44χρονος Ian Drysdale. Επιτέλους κυκλοφορεί στους δρόμους της Μελβούρνης, φορώντας τον κλασικό V8 κινητήρα με τις 32 βαλβίδες και τους 2 ΕΕΚ, εφοδιασμένο με ψεκασμό, έτοιμο για κόντρες στα φανάρια και για καβγά στους αυτοκινητοδρόμους. Τώρα όμως, σε αντίθεση με την προηγούμενη κατασκευή του 750 V8 superbike, η καινούργια υπερ-μοτοσυκλέτα είναι το δίτροχο αντίστοιχο των φουσκωτών τύπων που κάνουν πόρτα στα ξενυχτάδικα. Στ’ αλήθεια, για το μηχανάκι αυτό θα έπρεπε να καθιερωθεί ο όρος Π.Α.Μ.

Διότι το καινούργιο V8 του Drysdale είναι αναμφίβολα η απόλυτη μοτοσυκλέτα που μπορεί να κυκλοφορήσει νόμιμα για τους Πλούσιους Αστούς Μοτοσυκλετιστές. Μόνο κάποιος που μπορεί να κόψει μια επιταγή άνω των 30.000 ευρώ μπορεί να προστεθεί στην ήδη πολυπληθή λίστα αναμονής για να αγοράσει μια χειροποίητη απάντηση στο ερώτημα πώς ξεπερνά κανείς το Yamaha V-Μax. Αρκεί μια ματιά στα μοντέλα της Drysdale. Και παρόλο που τη μέρα που οδήγησα το πρωτότυπό της, αυτό ήταν εφοδιασμένο με τον 750cc V8, δίνοντάς μου μόνο μερικές ενδείξεις για το πώς θα καθαρίζει τον ανταγωνισμό στα GP των φαναριών, φαίνεται πως η εξίσωση της ισχύος θα έχει λυθεί μόλις ετοιμαστεί ο κινητήρας των 1.000cc που θα κινεί όλα τα Bruisers. Την περασμένη άνοιξη (λίγους μήνες μετά τη συγγραφή του παρόντος άρθρου) παραδόθηκε το πρώτο από τα τρία που πουλήθηκαν στις ΗΠΑ, σε έναν δικηγόρο της Νέας Αγγλίας.

Δεν υπάρχει περίπτωση να το παραδεχτεί ο Ian, αλλά ο λόγος που το πρωτότυπο που μου έδωσαν για να το δοκιμάσω στην εξοχή και να πεταχτώ μέχρι το κέντρο για να τσιμπήσω κάτι φορούσε πίσω ένα μισοφαγωμένο αγωνιστικό Michelin βροχής, ήταν ότι η κατανάλωσή του σε πίσω λάστιχα ξεπερνούσε τη δυνατότητά τους να αντικαταστήσουν το στοκ των Dunlop D208 που υπήρχε στο εργοστάσιο του Drysdale.

Μπορώ να κατασκευάσω ό,τι θέλω

Ο Ian Drysdale, ο οποίος είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα Αυστραλού που ασπάζεται το δόγμα “μπορώ να κατασκευάσω ότι θέλω”, είχε έναν απόλυτα ξεκάθαρο στόχο στο μυαλό του όταν ξεκίνησε να κατασκευάζει το V8, τον Ιανουάριο του ’94: “Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”, λέει ο μηχανικός που ζει στη Μελβούρνη.

Το βιογραφικό του, πριν αρχίσει να κατασκευάζει το Bruiser, περιλαμβάνει μια πληθώρα μυστήριων μελετών σε πολλούς διαφορετικούς τομείς, όπως να μετατρέψει τον μηχανικό κύκνο που χρησιμοποιούν τα Αυστραλιανά Μπαλέτα στη “Λίμνη των Κύκνων” έτσι ώστε να λειτουργεί με τηλεχειρισμό, ή να επιβλέψει την κατασκευή και την τοποθέτηση δυναμόμετρων με κυλιόμενο δάπεδο για τα εργοστάσια αυτοκινήτων των GM/Holden και Ford, ή την αεροδυναμική σήραγγα για το πανεπιστήμιο Monash της Μελβούρνης, ή να κατασκευάσει για την ανθούσα βιομηχανία κινηματογράφου της Αυστραλίας έναν ελαφρύ γερανό απ’ αυτούς που χειρίζονται τις κάμερες όταν βρίσκονται μακριά από τα στούντιο, ή για να μετατρέψει ATV quads έτσι ώστε να μπορούν να τα χρησιμοποιούν ανάπηροι αγρότες, και πολλά άλλα παρόμοια.

Εντούτοις ο Drysdale ήταν άρρωστος με τις μοτοσυκλέτες από πολύ παλιά, και εκτός του ότι είχε συμμετάσχει σε κάθε είδους αγώνα δίτροχων –όπως αγώνες στην έρημο, motocross, flat track, αγώνες ταχύτητας– έχει επίσης φτιάξει μια σειρά από ποικίλες πρωτοποριακές κατασκευές, μερικές συμβατικές, άλλες πρωτοποριακές, μερικές αληθινά τρελές. Εκτός από το παιδικό ποδηλατάκι που έφτιαξε στο σχολείο ως συμμετοχή σε έναν διαγωνισμό, που έστριβε ο πίσω τροχός του αλλά γενικά ήταν πλήρης αποτυχία, στις πρωτοποριακές του κατασκευές συμπεριλαμβάνεται οπωσδήποτε το Dryvtech 2Χ2Χ2, μια δίχρονη μοτοσυκλέτα enduro που είχε κίνηση και στους δύο τροχούς και που επιπλέον έστριβαν και οι δύο τροχοί της, η οποία φτιάχτηκε το 1999 και τώρα αναπαύεται στην Αγγλία. Οι επισκέπτες της πίστας Donington Park μπορούν να δουν το Dryvtech στο μουσείο της πίστας μαζί με άλλες εξωτικές F1 παλαιότερων εποχών, όπως και έναν από τους κινητήρες 750 V8 που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο Bruiser.

Όμως, όσο πρωτότυπο και να ήταν το Dryvtech, δεν ήταν παρά ένα ορεκτικό μπροστά στην επικείμενη επίδειξη τεχνολογικής δύναμης από τον Ian Drysdale, τη σχεδίαση και κατασκευή του δικού του 750 V8. Ήμουν ο πρώτος, εκτός από τους ανθρώπους της εταιρείας, που οδήγησε το σχεδόν έτοιμο οκτακύλινδρο στην πίστα δοκιμών Calder Park τον Ιούνιο του ’97. Οδηγώντας αυτή την πολύπλοκη μοτοσυκλέτα είχα την ευκαιρία να αντιληφθώ από πρώτο χέρι πώς κατάφερε η ομάδα του Drysdale να ολοκληρώσει ένα τόσο σύνθετο έργο. Όπως επίσης και τη δυνατότητα που θα έχουν για περιορισμένη παραγωγή μοντέλων με διάφορες παραλλαγές. Πέντε χρόνια μετά το ξεκίνημά τους, αφενός συμμετείχαν με ένα αγωνιστικό 750 V8 στο Australia Formula Xtreme (οι σωστοί αγώνες για μια τέτοια μοτοσυκλέτα) ώστε να το εξελίξουν στην πράξη, και αφετέρου, επειδή ο Ian χρειαζόταν χρήματα για το επόμενο στάδιο εξέλιξης, έκανε διάφορες άλλες περίεργες μηχανολογικές εργασίες – όπως π.χ. τεχνικός σύμβουλος σε μερικά κινέζικα εργοστάσια μοτοσυκλετών. Παράλληλα έψαχνε για χορηγούς για να φτιάξει το δικό του 990cc V8 MotoGP, το οποίο θα είναι το αποκορύφωμα της εξέλιξης του Drysdale V8 Bruiser.

“Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”

Ό,τι θέλει ο Λαός

Τα cruisers και τα γυμνά roadsters κυριαρχούν στις πωλήσεις παγκοσμίως, οπότε, όπως μας εξήγησε ο Ian Drysdale, ήταν αναπόφευκτο να τοποθετηθεί σε τέτοια μοτοσυκλέτα ο V8 κινητήρας του. “Υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον απ’ όλα τα μέρη του κόσμου για μια σπορ μοτοσυκλέτα V8 750cc”, είπε. “Όμως, πραγματικά δεκάδες υποψήφιοι αγοραστές, οι περισσότεροι πενηντάρηδες επαγγελματικά επιτυχημένοι στην Αμερική, την Αγγλία και την Αυστραλία, μου είπαν ότι ήθελαν να παραγγείλουν ένα Bruiser, αλλά σε πιο ήρεμη έκδοση, με λιγότερο απαιτητική θέση οδήγησης. Ένας από αυτούς οδήγησε το superbike και είπε ότι όλα είναι πολύ καλά και ότι του άρεσε το μοτέρ αλλά, στα πενήντα του, δεν θα ήθελε να επισκέπτεται τον φυσιοθεραπευτή του επί μια εβδομάδα μετά από κάθε κυριακάτικη βόλτα! Επίσης πολλοί μου είπαν ότι, αν επρόκειτο να ξοδέψουν 30.000 ευρώ για μια μοτοσυκλέτα, θα έπρεπε να έχει θέση και για δεύτερο άτομο, ώστε να μπορούν να πάρουν μαζί και τη γυναίκα τους – αλλιώς δεν θα τους έδινε την άδεια να την αγοράσουν! Οπότε, αυτό με οδήγησε να κατασκευάσω βασικά την ίδια μοτοσυκλέτα όπως το 750 V8, αλλά με χιλιάρη κινητήρα, πλαίσιο με δύο αμορτισέρ πίσω, με κάπως πιο άνετη θέση οδήγησης και, φυσικά, σέλα για δύο”.

“Θα κατασκευάζουμε δύο διαφορετικά μοντέλα, και υπεύθυνος για το styling αμφοτέρων είναι ο Duncan Harrington, ο ίδιος που μας σχεδίασε και το superbike”, συνέχισε ο Ian. “Το ένα είναι το Bruiser, το οποίο θα έχει εξάτμιση 8 σε 2, εξάρι κιβώτιο, αλουμινένιους τροχούς, ίσιο τιμόνι, ελαφρά πίσω τα μαρσπιέ και πιο επιθετικό στυλ, έτσι ώστε με τον V8 να γίνει περισσότερο Τέρας από το Ducati Monster. Το άλλο μοντέλο είναι το Cruiser, που θα έχει ζάντες με ακτίνες, 8 εξατμίσεις με 8 τελικά, πεντάρι κιβώτιο, μαρσπιέ τοποθετημένα μπροστά και τιμόνι κυρτό προς τα πίσω. Και τα δύο μοντέλα θα είναι ίδια μηχανικά, όμως επειδή θα έχουν ψεκασμό θα μπορούμε να αλλάζουμε τη χαρτογράφηση της ανάφλεξης ώστε να έχει πιο ήπια απόδοση, χωρίς ωστόσο η μοτοσυκλέτα να χάνει την ικανότητά της να ορμάει όταν της τα χώνεις. Δεν εντυπωσιαστήκαμε καθόλου που υπήρχε ενδιαφέρον γι’ αυτά τα μοντέλα από την Αμερική, την Ιαπωνία αλλά και την Αυστραλία – πήραμε τρεις παραγγελίες πριν ακόμα κατασκευάσω το πρωτότυπο, ενώ τώρα έχω σχεδόν φτάσει στο σημείο όπου θα μπορώ να αρχίσω να κατασκευάζω τις μοτοσυκλέτες σε ομάδες των έξι, πράγμα που θα μειώσει το κόστος παραγωγής ώστε να μπορέσω να τις πουλάω φτηνότερα, αν και πάντα θα είναι χειροποίητες”.

Το πρωτότυπο Bruiser, που ήμουν ο πρώτος –εκτός από τον ίδιο τον Ian Drysdale– που το οδήγησε, είναι χαμηλότερο από το 750 V8 superbike, έχει δύο αμορτισέρ, το εντελώς καινούργιο πλαίσιο είναι ατσάλινο σωληνωτό περιμετρικό χωροδικτύωμα, το ύψος της σέλας είναι 700mm, ενώ η γεωμετρία του είναι κάπως πιο “τραβηγμένη”. Το μεταξόνιο έχει μεγαλώσει στα 1.430mm και η γωνία κάστερ είναι 26 μοίρες, αν και μπορεί να αλλάξει η ρύθμιση χρησιμοποιώντας διαφορετικά aftermarket έκκεντρα ώστε να ταιριάζει σε όλα τα γούστα. Το σωληνωτό χωροδικτύωμα του πλαισίου είναι κατασκευασμένο από μαλακό ατσάλι ERW (λιγότερο επιρρεπές σε ρωγμές απ’ ό,τι το σκληρό χρωμιομολυβδαινιούχο, κατά τον Ian) και στα πλάγια σχηματίζει αντίστοιχα τρίγωνα με της Ducati, ο δε αναρτημένος από το πλαίσιο κινητήρας παίρνει μέρος μόνον του φορτίου, ενώ πίσω έχει τοποθετηθεί το αλουμινένιο ψαλίδι του Kawasaki ZZ-R1100.

Το πιρούνι, οι τροχοί και τα φρένα που χρησιμοποιήθηκαν στο πρωτότυπο είναι από Yamaha R1, αλλά καθώς το Drysdale V8 Bruiser παράγεται κατόπιν παραγγελίας, ο κάθε πελάτης μπορεί να το πάρει με τις προδιαγραφές που θέλει. Όμως, επειδή είναι πολύ ακριβό μηχανάκι και διαθέτει τόσο high-tech εξοπλισμό, ο Drysdale παροτρύνει τους αγοραστές να επιλέξουν το ανάποδο πιρούνι της Ohlins με WP ελατήρια και φρένα Brembo για να ταιριάζουν με τα δύο πολυρυθμιζόμενα Penske αμορτισέρ που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο. Παρόλο δε που το Bruiser έχει δύο ψυγεία νερού τοποθετημένα μπροστά (αντί για το ένα κάτω από τη σέλα του superbike 750) και τον ογκώδη V8 κινητήρα, ο Drysdale λέει ότι έχει πετύχει να ζυγίζει μόλις 206 κιλά στεγνό και να είναι ελαφρώς οπισθόβαρο – εντυπωσιακό για οκτακύλινδρη μοτοσυκλέτα. “Θα μπορούσαμε να μειώσουμε την επιφάνεια των ψυγείων”, λέει, “αλλά επειδή το ένα βρίσκεται χαμηλότερα πίσω από την εξάτμιση, προτίμησα μια ασφαλή λύση για όταν κάνει ζέστη”.

Ολίγη από τεχνική ανάλυση

Για όσους θέλουν μια επανάληψη του μαθήματος για να το εμπεδώσουν καλύτερα, το Drysdale είναι η μοναδική ειδικά σχεδιασμένη γι’ αυτόν τον V8 μοτοσυκλέτα παραγωγής που μπορεί κανείς να αγοράσει. Χρησιμοποιεί όμως όσο το δυνατόν περισσότερα εξαρτήματα από Yamaha, ώστε οι ιδιοκτήτες να μπορούν εύκολα να βρίσκουν ανταλλακτικά. Κάτι που αντικατοπτρίζει την ενθουσιώδη υποστήριξη που παρείχε εξαρχής στην ιδέα η Yamaha Αυστραλίας.

Έτσι, ο 750 V8 που είχε τοποθετηθεί στο πρωτότυπο χρησιμοποιούσε δύο 16βάλβιδες κεφαλές από FZR 400R. Το κάρτερ, ειδικά σχεδιασμένο από τον Ian (πεπειραμένος σχεδιαστής ο ίδιος), είχε κοπεί και ανοίξει κατά μήκος έτσι ώστε να ενσωματωθούν τα δύο μπλοκ των κυλίνδρων στο επάνω τμήμα του στροφαλοθάλαμου, για περισσότερη ακαμψία. Τα μπλοκ των κυλίνδρων τοποθετήθηκαν υπό γωνία 90 μοιρών, για την καλύτερη αντιμετώπιση των πρωτογενών κραδασμών. Ενώ κράτησε την κίνηση των εκκεντροφόρων με καδένα από το κεκλιμένο μοτέρ του FZR 400R, ο Drysdale  κατάφερε να αντιστρέψει τη φορά περιστροφής των εκκεντροφόρων στο πίσω μπλοκ κυλίνδρων. Αντίθετα, διατήρησε τη φορά των εκκεντροφόρων του μπροστινού μπλοκ, όπως και του στροφάλου, προς τα εμπρός. Τα εξαρτήματα του κινητήρα των 56 x 38mm που προέρχονται από τη Yamaha είναι οι μπιέλες και τα πιστόνια (οχτώ από το καθένα), οι 32 βαλβίδες (21mm οι εισαγωγής / 19mm οι εξαγωγής), όπως και οι τέσσερις εκκεντροφόροι οι οποίοι παίρνουν κίνηση κατ’ ευθείαν από τον στρόφαλο, ενώ το 6τάχυτο κιβώτιο και ο υγρός συμπλέκτης προέρχονται από YZF 750.

Οι βασικές αλλαγές που θα γίνουν στον 1.000cc κινητήρα που θα κινεί όλα τα Bruiser είναι να αυξηθεί η διάμετρος και η διαδρομή ώστε να γίνουν 62 x 41,4mm αντίστοιχα, χρησιμοποιώντας ένα εντελώς καινούργιο μπλοκ, ψηλότερο κατά 3mm, που θα έχει όμως ακριβώς την ίδια εμφάνιση. Θα έχει έναν νέο στρόφαλο εφοδιασμένο με μπιέλες σχεδιασμένες από τον Drysdale, ενώ θα χρησιμοποιεί πιστόνια και κεφαλές από YZF 600 Thundercat, οι οποίες θα έχουν τις βάσεις του κινητήρα ενσωματωμένες. Σύμφωνα με τον Drysdale, ο χιλιάρης θα έχει το κόκκινο στις 14.000 στροφές, τη στιγμή που του 750 ήταν στις 16.000, ενώ υπολογίζεται ότι θα αποδίδει 140 άλογα στον τροχό στις 13.500 σ.α.λ. Ο κινητήρας των 750cc που φοράει τώρα το πρωτότυπο, χωρίς να είναι ιδιαίτερα δυνατός, αποδίδει, σύμφωνα με τους κατασκευαστές, 120 άλογα στις 14.200 με την κατασκευασμένη από τον Ian εξάτμιση 8 σε 4 σε 2, η οποία χρησιμοποιεί τελικά Megacycle για να είναι πιο αθόρυβη και να κυκλοφορεί νόμιμα.

Όμως δεν είναι εντελώς αθόρυβη – ευτυχώς, σκέφτεσαι καθώς πατάς το μπουτόν και περιμένεις η μίζα από Kawasaki ZZ-R 250 να γυρίσει τους διπλάσιους κυλίνδρους απ’ ό,τι έχει συνηθίσει. Τελικά παίρνει μπρος βγάζοντας τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνουν οι V8 όταν δουλεύουν στο ρελαντί. Όμως μόλις τσιμπήσεις το γκάζι για να την κάνεις να… κελαηδήσει, αντιλαμβάνεσαι ότι η γκαζιέρα είναι πολύ πιο ελαφριά και με καλύτερη αίσθηση συγκριτικά με τα οχτώ αγωνιστικά 32άρια Keihin με επίπεδα σλάιντ που είχε τοποθετήσει ο Ian στo racing 750 V8, το οποίο που είχα οδηγήσει στην πίστα πριν από δύο χρόνια. Εκείνα αργούσαν να αντιδράσουν, εξαιτίας των σκληρών ελατηρίων που χρειάζονταν για να ξεπεράσουν την εντυπωσιακή υποπίεση που δημιουργούσαν οι οχτώ κύλινδροι –δεν υπήρχε άλλος τρόπος παρά να ανοίξουν συγχρόνως και τα οχτώ σλάιντ–, πράγμα που απαιτούσε πολλή δύναμη, έτσι ώστε να είναι απαραίτητη η τοποθέτηση ψεκασμού στις μοτοσυκλέτες παραγωγής. Τώρα τα Bruiser είναι εφοδιασμένα με MoTeC fuel injection, το οποίο έχουν σχεδιάσει από κοινού ο Drysdale μαζί με την πολύ καλή αυστραλέζικη εταιρεία της οποίας τα γραφεία βρίσκονται στη Μελβούρνη, λίγα μέτρα από το δικό του εργοστάσιο. Το αποτέλεσμα είναι επίσης μείωση των καυσαερίων και βελτιωμένη κατανάλωση, δύο βασικά στοιχεία για μια μοτοσυκλέτα με τόσους πολλούς κυλίνδρους. Η κεντρική ηλεκτρονική μονάδα που ελέγχει τον ψεκασμό διαθέτει πλήρη χαρτογράφηση για τα σώματα που προέρχονται από BMW Κ100 (εντάξει, από δύο Μπέμπες φυσικά!). Πρόκειται για οχτώ σώματα 34mm BMW/Bing στα οποία υπάρχει ένα μπεκ Bosch σε κάθε ένα ακριβώς κάτω από την πεταλούδα, εξασφαλίζοντας ελεγχόμενη ροή καυσίμου όταν ανοίγει το γκάζι.

Όμως η χαρτογράφηση του ψεκασμού δεν είχε ρυθμιστεί σωστά στο 750 V8 Bruiser που οδήγησα, καθώς αυτό ήταν ένα πρωτότυπο για να εξελίξουν το πλαίσιο, ενώ το τμήμα R&D δούλευε πάνω στον χιλιάρη κινητήρα. Έτσι η μηχανή δεν γέμιζε στρωτά από χαμηλά και ήθελε το αριστερό χέρι να “πει” γλυκόλογα και κολακείες στον συμπλέκτη, όπως ακριβώς χρειαζόταν και το racing V8 superbike στις εξόδους από αργές στροφές, γιατί ο στρόφαλος δεν είχε αδράνεια αφού τον είχαν ελαφρύνει και είχε φτάσει να ζυγίζει μόνο 5,5 κιλά, από 44 που ήταν το κομμάτι μετάλλου από το οποίο προήλθε.

 

Το τέρας βγήκε παγανιά

Οπωσδήποτε, όταν ξεπεράσεις το όριο των 4.000 στροφών όπου κάνει την εμφάνισή της η ιπποδύναμη, ο μυώδης και τραχύς V8 αρχίζει να ανεβάζει στροφές χωρίς κανένα πρόβλημα μέχρι ψηλά, όπου στρώνει και βγάζει ένα στοιχειωμένο, οξύ ουρλιαχτό. Χτυπώντας μαλακά τον λεβιέ στις 13.500 για να ανεβάσω ταχύτητα στο εξάρι κιβώτιο –αφαιρούμενη “κασέτα”–, ο κινητήρας συνέχισε να βρίσκεται στο σημείο όπου αποδίδει μαζικά τα άλογά του, δουλεύοντας μαλακά σαν μετάξι, αλλά σε πλήρη απόδοση μέχρι το κόκκινο. Παρόλο που οδήγησα το Drysdale λίγο, ίσα για να πάρω μια ιδέα πριν το πλήρες τεστ, πιστεύω ότι λίγες μοτοσυκλέτες απ’ όσες κυκλοφορούν στο εμπόριο θα μπορούν να προσφέρουν τέτοιον δυναμικό συνδυασμό ισχυρού χαρακτήρα και ευαισθησίας όπως αυτός που θα έχει το Bruiser στην τελική του μορφή, όταν θα βγάζει περισσότερα άλογα από τον πολυκύλινδρο κινητήρα 1.000cc.

Το V8 Bruiser θα έχει εντελώς διαφορετικό στήσιμο από το πιο αθλητικό superbike, ώστε να ικανοποιηθούν κάποια αιτήματα που είχαν διατυπώσει υποψήφιοι αγοραστές. Η μοτοσυκλέτα θα είναι σημαντικά χαμηλωμένη πίσω, το πιρούνι της θα βγαίνει πολύ μπροστά και, με τη βοήθεια και  της νέας εξάτμισης 8 σε 4 σε 2 που είναι χαμηλά πλάι στο μοτέρ, θα έχει σημαντικό πρόβλημα στα ανώμαλα εδάφη, ενώ η αγωνιστική μπορούσε να κινείται σε πολύ ψηλές ταχύτητες με ελαστικά slick χωρίς να βρίσκει στην άσφαλτο. Το Bruiser είναι ακριβώς το αντίθετο, πλάγιασέ το περισσότερο από 30 μοίρες και ετοιμάσου να ακούσεις τον ήχο που κάνουν τα μέταλλα όταν ξύνουν την άσφαλτο. Αυτή είναι μια μοτοσυκλέτα του τύπου “σημαδεύω και ορμάω”, δηλαδή στην ευθεία τα δίνω όλα και στις στροφές πάω σαν κότα, για να ικανοποιηθούν οι μελλοντικοί αγοραστές, όπως υποθέτω. Οπωσδήποτε, για να καλυφθούν οι απαιτήσεις τους, η θέση οδήγησης είναι λογική – και εξαιρετική, χάρη στη σοφή απόφαση του Drysdale να αντιγράψουν τις πετυχημένες αναλογίες του Ducati Monster, χρησιμοποιώντας ακόμη και το τιμόνι του. Έτσι, η μοτοσυκλέτα έχει μια σχεδόν όρθια, αλλά και δυναμική θέση οδήγησης. Και παρόλο που δεν υπάρχει περίπτωση να ξεχάσεις ότι ανάμεσα από τα πόδια σου έχεις έναν πολύ φαρδύ κινητήρα, και ότι το 16λιτρο ρεζερβουάρ είναι κάτω από τη σέλα αντί για λίγο εδώ και λίγο εκεί όπως στη superbike, το Bruiser σού δίνει την αίσθηση ότι είναι συμπαγές και σε κάνει να αισθάνεσαι ότι κάθεσαι μέσα στη μηχανή και όχι επάνω στα καπάκια των εκκεντροφόρων κάποιου μικρού V8. Ευχάριστη αίσθηση.

Επίσης, φρενάρει και στρίβει αρκετά καλά, μέσα στα όρια που θέτει η χαμηλή απόσταση από το έδαφος. Ο τρόπος που η μοτοσυκλέτα κρατά την πορεία της με το γκάζι γεμάτο ή και όταν την “κρεμάς”, σου δίνει την αίσθηση ότι ο Ian έδωσε τις σωστές αναλογίες στη γεωμετρία της. Τα αμορτισέρ Penske διαθέτουν όλες τις ρυθμίσεις, παρέχουν καλή ποιότητα κύλισης για ψαλίδι με δύο αμορτισέρ και μεταφέρουν την ιπποδύναμη στο δρόμο με προβλέψιμο τρόπο.

Η μελωδία της ευτυχίας

Βέβαια, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι το κράτημα της συγκεκριμένης μοτοσυκλέτας δεν θα ενδιαφέρει τους ιδιοκτήτες της τόσο πολύ όσο ο μελωδικός ήχος του V8 κινητήρα της, ο ήρεμος και ευκολοδήγητος χαρακτήρας της χάρη στον ψεκασμό της MoTeC και πάνω απ’ όλα βέβαια η εμφάνισή της. Κοιτώντας το Drysdale V8 Bruiser από πίσω αριστερά, καθώς ακουμπούσε στο σταντ και γυάλιζε στις ακτίνες του ήλιου που έδυε, μου έδωσε μια νέα ερμηνεία περί του τί σημαίνει μυώδης μοτοσυκλέτα. Εάν η Ducati κατασκεύαζε –κάτι που φαντάζει πιθανό στο μέλλον– ένα τετρακύλινδρο Monster εφοδιασμένο με τον V4 των ΜotoGP, το αποτέλεσμα θα ήταν μια μοτοσυκλέτα που θα έμοιαζε να έχει τον μισό κινητήρα και τη μισή δύναμη από το Drysdale V8 Bruiser. Όμως το Τέρας από το νότιο ημισφαίριο είναι ήδη εδώ περιμένοντας τους αγοραστές του, αν και αφορά μόνο αυτούς που διαθέτουν πλατινένιες πιστωτικές κάρτες και πολλά μηδενικά στο τέλος του υπόλοιπου του τραπεζικού τους λογαριασμού. Ας ελπίσουμε ότι θα τους βρει…

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 

Κατασκευαστής / Μοντέλο:    Drysdale / V8 Bruiser

Τιμή ():  30.000 (και βάλε…)

Κινητήρας:              Τετράχρονος, οκτακύλινδρος V 90o, υγρόψυκτος, 2EΕΚ, 4Β/Κ

Ισχύς (hp/rpm):       140/13.500

Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 62 x 41,4

Χωρητικότητα (cc): 999.4

Ανάφλεξη:               Ψηφιακή

Τροφοδοσία:           Ψεκασμός MoTec, με σώματα 34mm BMW/Bing και μπεκ Bosch

Σύστημα εξαγωγής: 8 σε 4 σε 2

Σύστημα λίπανσης:  Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:                Μίζα

Τύπος συμπλέκτη:   Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός

Τελική μετάδοση:    Κιβώτιο 6 σχέσεων (ή κατ’ επιλογήν 5 σχέσεων), αλυσίδα

ΠλαίσιοΑτσάλινο χωροδικτύωμα, αλουμινένιο ψαλίδι

Μεταξόνιο (mm):    1.430

Γωνία κάστερ (ο):    26

Ύψος σέλας (mm): 700

Απόσταση από έδαφος:           Απειροελάχιστη…

Βάρος κενή (kg):     206

Ρεζερβουάρ (l):       16

Ανάρτηση Εμπρός:  Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Ανάρτηση Πίσω:     Δύο αμορτισέρ Penske

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Φρένο Εμπρός:       Δύο δίσκοι 298mm, δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων

Φρένο Πίσω:           Δίσκος 220mm

Ετικέτες