Οδηγούμε το Honda SH 150i Smart Top Box

Απρόσιτο… για τον ανταγωνισμό!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

29/7/2020

Είναι κλισέ με, αλλά πέρα ως πέρα αληθινό δε: το καλό για να γίνει καλύτερο είναι δύσκολο και ταυτόχρονα ελλοχεύει κινδύνους. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι μηχανολόγοι των εργοστασίων, στην προσπάθειά τους να βελτιώσουν ένα καλό "πακέτο", κατέστρεψαν τα κεκτημένα! Ευτυχώς στην περίπτωση του ανανεωμένου και αναβαθμισμένου Honda SH 150i, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι.

Έχοντας ξεκάθαρο το ποιο θα είναι το επόμενο βήμα για το SH 150i, οι άνθρωποι της Honda χάραξαν μια στρατηγική αναβάθμισης πάνω σε τέσσερις άξονες. Στην αύξηση της δύναμης και της ροπής, στην βελτίωση της κατανάλωσης, στην περισσότερη άνεση και στον εμπλουτισμένο εξοπλισμό. Εμφανισιακά, το νέο SH διατηρεί την οικογενειακή ταυτότητα, αλλά με μια πιο σύγχρονη και δυναμική εμφάνιση. Τα LED φώτα δημιουργούν το γράμμα "H", δίνοντας μια χαρακτηριστική όψη, ενώ έχει διατηρηθεί –φυσικά- το επίπεδο πάτωμα (το μεγαλύτερο ατού σε ότι αφορά την πρακτικότητα του μικρομεσαίου σκούτερ της Honda), σε συνδυασμό με την αύξηση κατά 10 λίτρα του αποθηκευτικού χώρου κάτω από τη σέλα, χάρη στην τοποθέτηση του ρεζερβουάρ χαμηλά στην ποδιά. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά, μαζί με το top case της συγκεκριμένης έκδοσης της δοκιμής μας, προσθέτουν σημαντικούς πόντους στην πρακτικότητα του μικρού SH.

Η οθόνη, αν και παρέμεινε LCD, είναι πλέον διαφορετικά σχεδιασμένη και σαφώς πιο καλαίσθητη, προσφέροντας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και ενδείξεις. Τώρα, η πλοήγηση στο μενού γίνεται από δύο διακόπτες που βρίσκονται στα αριστερά χειριστήρια.

Η θέση οδήγησης διατηρεί τα υψηλά στάνταρ της προηγούμενης γενιάς, με ιδιαίτερη πρόβλεψη και για την άνεση του συνεπιβάτη, για τον οποίο το εργονομικό τρίγωνο διαστάσεων αγγίζει το ιδανικό. Στο νέο SH 150i παρέμεινε φυσικά και η keyless τεχνολογία, με τον περιστροφικό, φωτιζόμενο, διακόπτη να απλουστεύει σημαντικά την διαδικασία εκκίνησης.

Ο μονοκύλινδρος κινητήρας eSP+ είναι σχεδιασμένος από την αρχή, ανοίγοντας για το SH την τετραβάλβιδη εποχή, πληρώντας παράλληλα και τις Euro5 προδιαγραφές. Πέρα από την τετραβάλβιδη κεφαλή, οι σημαντικές διαφορές συγκριτικά με το προηγούμενης γενιάς SH, είναι η βελτίωση της επιτάχυνσης και η υψηλότερη τελική σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις, ενώ ταυτόχρονα έχει βελτιωθεί αισθητά το επίπεδο της κατανάλωσης. Όπως θα μπορέσετε να διαβάσετε στο τεύχος Σεπτεμβρίου του ΜΟΤΟ στην αναλυτική δοκιμή του SH 150i Smart Top Box, δεν είναι μόνο τα απόλυτα νούμερα της ροπής και της ιπποδύναμης που κάνουν την διαφορά, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αποδίδεται η δύναμη και το "άπλωμά" της σε όλο το φάσμα των στροφών.

Μία από τις σημαντικές προσθήκες του νέου SH για το 2020 είναι το HSTC (το traction control της Honda), το οποίο όσο οξύμωρο κι αν φαίνεται αρχικά σε ένα σκούτερ 150 κυβικών, άλλο τόσο νόημα και ουσία έχει η ύπαρξή του, ειδικά αν συνυπολογίσουμε την ποιότητα της ελληνικής ασφάλτου και το συνολικό προφίλ του SH 150i. Αποτελώντας σημείο αναφοράς σε όλους σχεδόν τους τομείς, από την πρακτικότητα και τις επιδόσεις, μέχρι την ποιότητα κατασκευής, δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά στον τομέα της ασφάλειας. Αν παρ' όλα αυτά υπάρχουν κάποιοι που αναρωτιούνται για το λόγο ύπαρξης του traction control, προφανώς δεν έχουν γλιστρήσει ξεκινώντας πάνω από τις βρεγμένες άσπρες γραμμές των διαβάσεων ακόμη και με πενηντάρι σκούτερ…

Σε ό,τι αφορά το πλαίσιο, ο επανασχεδιασμός του έγινε με γνώμονα την αύξηση του αποθηκευτικού χώρου, αλλά και η βελτίωση της συμπεριφοράς, μιας και αυξήθηκε το μεταξόνιο κατά 10mm, ενώ άλλαξε και το μοχλικό σύνδεσης του κινητήρα, μαζί με την γωνία έδρασης των αμορτισέρ.

Φυσικά όλα τα παραπάνω έχουν και το αντίστοιχο "αντίκρισμα" στην πράξη, εκεί που από τα πρώτα κιόλας μέτρα που θα διανύσεις πάνω στην σέλα του SH 150i δεν θα σου είναι καθόλου δύσκολο να αντιληφθείς, ότι η ποιότητα ήταν το κύριο μέλημα σε όλες τις παραμέτρους. Δεν αναφέρομαι μόνο στο κατασκευαστικό κομμάτι, αλλά στην αίσθηση που αποκομίζεις οδηγικά σε όλες τις συνθήκες. Είναι πραγματικά δύσκολο για ένα σκούτερ να σε αφήσει τόσο εντυπωσιασμένο, γι' αυτό και αποκτά ιδιαίτερο βάρος αυτή η δυνατότητα του SH 150i, όπως θα αντιληφθείτε διαβάζοντας το πλήρες τεστ του συγκεκριμένου σκούτερ. Με το SH 150i η Honda κάνει μια ακόμη επίδειξη σχεδιαστικής και κατασκευαστικής δεινότητας και ποιοτικής υπεροχής, κι αυτό μεταφράζεται μόνο σε όφλεος για τους υποψήφιους ιδιοκτήτες του.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Honda SH 150i Smart Top Box
Αντιπρόσωπος:
Αδελφοί Σαρακάκη Α.Ε.Β.Μ.Ε.
Τιμή:
€4.250
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.090
Ύψος (mm):
1.130
Μεταξόνιο (mm):
1.350
Απόσταση από το έδαφος (mm):
145
Ύψος σέλας (mm):
799
Ίχνος (mm):
85,2
Γωνία κάστερ (˚):
26
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
600
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
600
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
770
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
650
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
143
(χωρίς καύσιμο: 137,75)
Πίσω
61,9%
Εμπρός
38,1%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
6,6%
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό
Πλάτος (mm):
730
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
134,1
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος με 1ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
60 x 55,5
Χωρητικότητα (cc):
156,9
Σχέση συμπίεσης:
12,0:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
16,6 / 8.500
Ροπή (kg.m/rpm):
1,5 / 6.500
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
105,8
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Αυτόματος φυγοκεντρικός
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
8,07
Πραγματικά
 
 
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
83
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίων
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
16M/C x MT2.75
Ελαστικό:
120/80-16
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο με δικάναλο ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
 
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
89 / 33
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
16M/C x MT2.50
Ελαστικό:
100/80-16
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο με δικάναλο ABS
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
3.1
Αυτονομία (km):
226
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
7 / -
     

 

 

 

 

 

Ετικέτες

Οδηγούμε τα νέα ελαστικά Bridgestone T32/GT

Άμεση "σύνδεση" με το δρόμο!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/5/2021

Τα Bridgestone Τ31 είναι από τα πιο επιτυχημένα και πιο ολοκληρωμένα sport touring ελαστικά της αγοράς, γι' αυτό και το επόμενο βήμα της εξέλιξής τους ήταν ένα πολύ δύσκολο και απαιτητικό καθήκον. Έχουμε ξαναπεί ότι το να ανεβάσεις επίπεδο σε κάτι που ήδη έχει τον πήχυ ψηλά, είναι πολύ πιο δύσκολο από το να εξελίξεις μια μετριότητα σε κάτι εξαιρετικό. Με τα Τ31 είχαμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα και γνωρίζαμε από πρώτο χέρι ότι αποτελούν ένα σημείο αναφοράς για την συγκεκριμένη κατηγορία. Αυτομάτως, λοιπόν, οι προσδοκίες για την διάδοχη κατάσταση, τα ολοκαίνουργια Τ32 και T32 GT, έβαλαν με το "καλημέρα" δύσκολα στους ανθρώπους της Bridgestone.

Η αποδοχή αυτής της πρόκλησης όμως, έγινε με τον πιο πειστικό τρόπο. Ο μοναδικός τρόπος για να επιβεβαιωθεί στην πράξη το αν πέτυχαν τον υψηλό στόχο που οι ίδιοι είχαν θέσει, ήταν η απόδειξη στην πράξη, στο πεδίο των πραγματικών συνθηκών. Γι' αυτό και η παρουσίαση των νέων Τ32 ήταν ένα εντελώς ιδιαίτερο και ξεχωριστό event που μετά από… 3.000 χιλιόμετρα, δύο εβδομάδες και την διάσχιση μιας ολόκληρης χώρας, δεν άφησε κανένα ερώτημα ή απορία αναπάντητη.

Πιο συγκεκριμένα, η Bridgestone οργάνωσε ένα κανονικό road trip με την μορφή… σκυταλοδρομίας, με το κάθε γκρουπ των δημοσιογράφων να οδηγεί διαδοχικά τις μοτοσυκλέτες από εκεί που σταμάτησε το προηγούμενο. Το όλο ταξίδι ξεκίνησε από την Κατάνια της Σικελίας και τερμάτισε λίγο έξω από την Φλωρεντία, με το δικό μας γκρουπ να είναι αυτό που θα οδηγούσε τις μοτοσυκλέτες στον τερματισμό, έχοντας οδηγήσει πάνω από 800 χιλιόμετρα από την Ρώμη που παραλάβαμε τις μοτοσυκλέτες, μέχρι την Τοσκάνη, όπως θα διαβάσετε αναλυτικά στην παρουσίαση που θα φιλοξενηθεί στο τεύχος Ιουλίου του ΜΟΤΟ.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με το τι καινούργιο ή διαφορετικό φέρνει το Τ32 σε σχέση με τον προκάτοχό του. Η πρώτη διαφορά είναι κάτι που φαίνεται με το μάτι και αφορά φυσικά τη νέα χάραξη στο πέλμα που οι άνθρωποι της Bridgestone ονομάζουν "Pulse Groove" η οποία έχει ως στόχο τον κύριο άξονα της εξέλιξης: την βελτίωση της συμπεριφορά στο βρεγμένο. Επιπλέον, έχει αλλάξει το σχήμα του πίσω ελαστικού, ενώ έχει αυξηθεί η επιφάνεια επαφής με την άσφαλτο και έχει γίνει ξεχωριστή μελέτη για την τοποθέτηση των αυλακώσεων έτσι ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις δυνάμεις που ασκούνται στο ελαστικό. Το "Pulse Groove" αποτυπώνει λεκτικά το κυματοειδές σχήμα των αυλακώσεων, το οποίο εκμεταλλεύεται τους φυσικούς νόμους για την ροή των υγρών, έτσι ώστε να επιταχύνει την απομάκρυνση του νερού.

Επιπλέον μέσα στις αυλακώσεις υπάρχει μικρά εξογκώματα που λειτουργούν επίσης υπέρ της αύξησης της ταχύτητας της ροής, ενώ χάρη σ' αυτή την χάραξη έχει αυξηθεί κατά 3% μπροστά και κατά 6% πίσω η επιφάνεια των αυλακώσεων. Βάσει των εργαστηριακών μετρήσεων και των δοκιμών του εργοστασίου επιτυγχάνεται τοπ εντυπωσιακό νούμερο της μείωσης κατά 7% της απόστασης φρεναρίσματος στο βρεγμένο οδόστρωμα, σε σχέση με το Τ31, ενώ ταυτόχρονα το πίσω ελαστικό αρχίζει να γλιστράει πιο αργά και σε μικρότερη αναλογία. Το ιδιαίτερο όμως όλης αυτής της κατασκευής που έρχεται και σε αντίθεση με αυτό που προδιαθέτουν τα δεδομένα, είναι ότι αυξήθηκε η επιφάνεια επαφής κατά 13% στο πίσω ελαστικό παρά την μεγαλύτερη αναλογία των αυλακώσεων.

Φυσικά, τα Τ32 διαθέτουν την τεχνολογία 3LC για την γόμα του πίσω ελαστικού, με διαφορετική σύνθεση για τα πλαϊνά τμήματα που επεκτείνεται και στο κάτω τμήμα των πλαϊνών τμημάτων και διαφορετική για το πάνω μέρος στο κέντρο του πέλματος, ενώ στο μπροστινό η σύνθεση της γόμας είναι ενιαία. Ο σκελετός τόσο μπροστά όσο και πίσω είναι κατασκευασμένος με τεχνολογία MS-Belt, είναι δηλαδή μονοσπιράλ με το ατσάλινο "κορδόνι" να διαθέτει ανεξάρτητη ελαστική γέμιση, έτσι ώστε να μεταφέρεται ομοιόμορφα η θερμοκρασία που αναπτύσσεται σε όλη την επιφάνεια του ελαστικού, ενώ αποτρέπεται και το φαινόμενο της οξείδωσης. Ταυτόχρονα όμως επιτρέπει την ελεγχόμενη παραμόρφωση του ελαστικού, έτσι ώστε να μεταφέρεται με ακρίβεια η πληροφορία στον αναβάτη για το επίπεδο πρόσφυσης. Η σύνθεση της γόμας είναι πλούσια σε πυρίτιο χάρη στην τεχνολογία "Silica Rich Ex" και "Silica Rich", επιτυγχάνοντας έτσι καλύτερη απόδοση στο βρεγμένο. Αντίστοιχα είναι και τα χαρακτηριστικά για την έκδοση GT των Τ32 η οποία προορίζεται για μοτοσυκλέτες με μεγαλύτερο βάρος, με μικρότερη όμως αναλογία στις αυλακώσεις της χάραξης και κατά συνέπεια μικρότερη απόκλιση σε όλα τα επίπεδα απόδοσης από το αντίστοιχο Τ31 GT.

Κι αν όλα αυτά στα χαρτιά και την θεωρία δείχνουν πολλά υποσχόμενα, τα 800 χιλιόμετρα που διανύσαμε με πολλές και διαφορετικές μοτοσυκλέτες, σε όλα τα είδη των δρόμων, από autostrada και γρήγορους επαρχιακούς, μέχρι φιδωτά στενά ορεινά δρομάκια, αλλά και σε όλες τις συνθήκες (καθώς η δεύτερη μέρα οδήγησης ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου υπό βροχή) επιβεβαίωσαν πως η απόσταση από την θεωρία στην πράξη είναι… μισή γκαζιά δρόμος!

Για να μην σας κουράσουμε με αναλύσεις και πιο εξειδικευμένη κριτική πάνω σε κάθε συνθήκη ξεχωριστά, όπως θα μπορέσετε να διαβάσετε στο άρθρο της παρουσίασης στο τεύχος Ιουλίου, θα σας πούμε αυτό που έχει ίσως την μεγαλύτερη βαρύτητα επί του πρακτέου. Με τα Bridgestone Τ32 μαθαίνεις να οδηγείς με εμπιστοσύνη, που ως γνωστόν αυτό είναι κάτι που αποκτάται πάρα πολύ δύσκολα και εξανεμίζεται πάρα πολύ εύκολα. Ειδικά στην βρεγμένη άσφαλτο, η συμπεριφορά του ελαστικού ήταν πραγματικά μια ανεκτίμητη εμπειρία, ενώ αυτό που επίσης μας εντυπωσίασε από τα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα στο στεγνό, ήταν –πέρα από το πόσο γρήγορα έρχεται σε θερμοκρασία λειτουργίας για τα δεδομένα της Bridgestone- και το πόσο μεγάλο ποσοστό πληροφόρησης παρέχεται στον αναβάτη από το μπροστινό. Είναι ένα λάστιχο που "μιλάς" μαζί του και –το κυριότερο- μπορείς να βασιστείς σε αυτά που σου "λέει". Με τα συγκεκριμένα ελαστικά, το σίγουρο είναι ότι μένεις πάντα… "διασυνδεδεμένος" με το δρόμο!

Ετικέτες