Οδηγούμε τα νέα Yamaha Tracer 9 / GT 2021!

Ολικός επαναπροσδιορισμός
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/3/2021

Η Yamaha επέλεξε το 2021 ως τη χρονιά που θα επαναπροσδιόριζε τον τρικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της, τον περίφημο CP3, τον κινητήρα που έδωσε νέα πνοή στην κατηγορία των Naked με την οικογένεια των ΜΤ και που έθεσε εκ νέου τα στάνταρ σ' αυτό που ονομάζουμε σήμερα sport touring.

Το Tracer, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε, είχε ως γνώμονα ακριβώς αυτό: να δώσει έναν νέα προσδιορισμό στο τι εστί ένα σύγχρονο, μεσαίου κυβισμού, sport touring. Το είχε επιχειρήσει στο παρελθόν –με απόλυτη επιτυχία- το TDM, κι αυτό ίσως έκανε ακόμη πιο δύσκολο το έργο του μεγάλου τρικύλινδρου. Παρόλα αυτά, όπως έδειξε η Ιστορία και η εμπορική πορεία των Tracer από το 2015 που μπήκαν στον παγκόσμιο χάρτη των πωλήσεων, υπηρέτησαν επιτυχώς τον στόχο τους.

Ο δρόμος, βέβαια, δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα και η Yamaha δέχτηκε κριτική σε πολύ συγκεκριμένους τομείς, όπως ήταν η απότομη απόκριση και η σταθερότητα, δύο βασικά χαρακτηριστικά για την συγκεκριμένη κατηγορία. Η Yamaha όμως έδειξε επίσης ότι αφενός ξέρει να ακούει και αφετέρου έχει γρήγορα αντανακλαστικά, δίνοντας αυτό που έλειπε στην δεύτερη γενιά των Tracer 900, το 2018.

Η εποχή όμως που ζούμε κινείται περισσότερο σε ρυθμούς… sport και λιγότερο touring, πράγμα που σημαίνει ότι οι εξελίξεις τρέχουν κι ο ανταγωνισμός αναβαθμίζεται με αστραπιαία ταχύτητα. Τα Tracer δεν έπαιζαν πλέον σε μία κατηγορία μόνα τους, αλλά είχαν να αντιμετωπίσουν πλήρως τεχνολογικά εξοπλισμένους που έδειχναν μα έχουν καβαλήσει με φόρα το τρένο της εξέλιξης. Ευτυχώς –για άλλη μια φορά- για την Yamaha, οι άνθρωποι που επιλέγουν να χαράξουν την νέα κατεύθυνση, αφουγκράστηκαν σωστά αυτό που περίμενε ο κόσμος από αυτούς, και προχώρησαν σε αλλαγές ουσίας κι όχι απλώς εντυπωσιασμού για την τρίτη γενιά των Tracer, τα νέα Tracer 9 και Tracer 9 GT.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι έγινε ένα σχεδόν ολοκληρωτικό rebuild στην μοτοσυκλέτα. Ο κινητήρας έχει παραπάνω κυβικά φτάνοντας τα 889cc (42 κυβικά περισσότερα που προέκυψαν από την αύξηση της διαδρομής του στροφάλου κατά 3mm), και αποδίδει 6% παραπάνω ροπή στις μεσαίες αλλά και 3% παραπάνω ισχύ (μέγιστη τιμή οι 119 ίπποι στις 10.000 στροφές). Η αδράνεια του στροφάλου αυξήθηκε κι αυτή κατά 15%, προκειμένου να ενισχυθελί η ροπή στις χαμηλομεσαίες στροφές, ενώ αλλαγές έγιναν τόσο στην τοποθέτηση των μπεκ για πιο αποδοτική καύση, όσο και στο κιβώτιο, με στόχο την πιο "γλυκιά" λειτουργία. Για να συμβαδίζει μάλιστα το κιβώτιο με τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας, αλλά και με τα νέα χαρακτηριστικά της απόδοσης, η πρώτη και η δεύτερη σχέση έγιναν πιο μακριές σε γρανάζωμα. Επιπλέον, η εξαγωγή, αλλά και το σύστημα εξαγωγής του Tracer 9 επανασχεδιάστηκε, πάντα με στόχο την αυξημένη ροπή στις μεσαίες, γλιτώνοντας ταυτόχρονα και βάρος.

Αλλαγές –και μάλιστα σημαντικές- είχαμε και στο πλαίσιο, καθώς η εξέλιξη στη μέθοδο χύτευσης της Yamaha επέτρεψε την δημιουργία ενός ελαφρύτερου αλλά με αυξημένη πλευρική ακαμψία, πλαισίου, ενώ το ψαλίδι είναι ακόμη μακρύτερο συγκριτικά με την προηγούμενη έκδοση και τώρα εδράζεται στο πλαίσιο, διατηρώντας όμως το μεταξόνιο ίδιο. Αυτό επετεύχθη χάρη στην τοποθέτηση του κινητήρα πιο κάθετα, έτσι ώστε να μην μεγαλώσει το συνολικό μήκος, αλλά να αυξηθούν τα οφέλη της σταθερότητας. Το υποπλαίσιο είναι και αυτό επανασχεδιασμένο, προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις μεγαλύτερες –πλέον- δυνατότητες φορτίου του Tracer 9, κάτι που ήταν πάγιο αίτημα των υφιστάμενων ιδιοκτητών των προηγούμενων Tracer. Οι δύο βαλίτσες που διατίθενται στον έξτρα εξοπλισμό του Tracer 9 και στον στάνταρ του GT, έχουν χωρητικότητα 30 λίτρα και η κάθε μία μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος.

Βάρος έχει εξοικονομηθεί και από τις ελαφρύτερες ζάντες, με το Tracer 9 να ζυγίζει ένα κιλό λιγότερο από τον προκάτοχό του, ενώ οι αλλαγές στα φρένα αφορούν τη νέα ακτινική δαγκάνα της Nissin και τους μεγαλύτερους δίσκους μπροστά, οι οποίοι έφτασαν τα 298 χιλιοστά.

Από τις σημαντικότερες όμως επεμβάσεις είναι οι αλλαγές στις αναρτήσεις της KYB, με το πιρούνι να είναι πιο κοντό κατά 39mm, με διαδρομή στα 130mm και διαφορετικά settings στο εσωτερικό του, πράγμα λογικό αν αναλογιστούμε τα νέα γεωμετρικά χαρακτηριστικά αλλά και την έμφαση που θέλουν να δώσουν στην σταθερότητα του Tracer οι άνθρωποι της Yamaha. Πίσω, η μοναδική αλλαγή είναι το νέο μοχλικό με πιο προοδευτική λειτουργία.

Στον τομέα των ηλεκτρονικών, η μεγάλη είδηση είναι η ύπαρξη της IMU έξι αξόνων και η νέα ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού, η οποία προέρχεται από το R1, αλλά με ακόμη μικρότερο όγκο και ταχύτερη επεξεργασία δεδομένων. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν, φυσικά, τα riding modes (τέσσερα τον αριθμό) και τα cornering βοηθήματα, τα οποία συμπεριλαμβάνουν cornering ABS, cornering traction control, σύστημα ελέγχου ολίσθησης του πίσω τροχού, σύστημα ελέγχου σούζας και σύστημα cruise control, που είναι πλέον διαθέσιμο στον στάνταρ εξοπλισμό και των δύο εκδόσεων. Όλα αυτά τα συστήματα έχουν τρία επίπεδα επέμβασης και δίνουν μια σημαντική δυνατότητα ρύθμισης στον αναβάτη για να φέρει τα χαρακτηριστικά της απόδοσης του Tracer ακριβώς στα μέτρα του.

Πολύ σημαντική είναι και η δυνατότητα ρύθμισης του τριγώνου της εργονομίας, χάρη στα ρυθμιζόμενα μαρσπιέ και τα καβαλέτα του τιμονιού που μπορούν να τοποθετηθούν σε δύο θέσεις, ενώ μεγαλύτερη είναι και η ζελατίνα που ρυθμίζεται μηχανικά με το ένα χέρι, σε ένα εύρος 50mm.

Η νέα εποχή και η τρίτη γενιά των Tracer σηματοδοτείται από την κοινή και για τις δύο εκδόσεις, διπλή TFT οθόνη, μέσω της οποίας γίνονται όλες οι ρυθμίσεις και είναι μοιρασμένες οι ενδείξεις, με την αριστερή να προβάλει τις βασικές πληροφορίες, ενώ στην δεξιά προβάλλονται οι "περιφερειακές" πληροφορίες, όπως η κατανάλωση, η εξωτερική θερμοκρασία κτλ

Όλα τα παραπάνω περικλείονται σε ένα επίσης νέο πακέτο σχεδιασμού, με την Yamaha να ακολουθεί την οδό των “πολλαπλών στρώσεων” στα φαίρινγκ του Tracer και των διαφορετικών επιπέδων, θέλοντας να ασπαστεί τόσο αεροδυναμικά όσο και οπτικά την εικόνα μιας μοτοσυκλέτας που εκμεταλλεύεται την ροή του αέρα. Το ρεζερβουάρ, παρότι είναι εμφανής η προσπάθεια να διατηρήσει την λεπτή σιλουέτα του, ειδικά στο σημείο που κουμπώνουν τα γόνατα, έχει χωρητικότητα 18 λίτρων. Τα φώτα φυσικά είναι όλα τεχνολογίας LED, ενώ το κεντρικό σταντ συμπεριλαμβάνεται στον στάνταρ εξοπλισμό, τόσο του Tracer 9 όσο και του Tracer 9 GT. Η σέλα του συνεπιβάτη έχει μεγαλώσει σε πάχος και πλάτος, αυξάνοντας παράλληλα και την απόστασή της από τα μαρσπιέ για ακόμη μεγαλύτερη άνεση, συγκριτικά με την προηγούμενη γενιά των Tracer 900.

Η έκδοση GT του Tracer 9, αυτή που και εμπορικά κατέχει την μερίδα του λέοντος ανάμεσα στις δύο εκδόσεις, είναι η σαφώς και πιο πλούσια εξοπλισμένη, με την σημαντικότερη διαφορά να την κάνουν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις της KYB. Το βάρος που προσθέτουν είναι γύρω στα έξι κιλά, ενώ στον στάνταρ εξοπλισμό του Tracer 9 GT συμπεριλαμβάνεται το εξαιρετικό quickshifter δύο κατευθύνσεων και φυσικά οι δύο πλαϊνές βαλίτσες.

Όπως θα διαβάσετε στην πλήρη, αναλυτική δοκιμή των νέων Tracer 9 στο ΜΟΤΟ που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες, το "ραντεβού" μας με τις δύο μοτοσυκλέτες της Yamaha , είχε κλειστεί στους παγωμένους, με ωραία χάραξη αλλά ανάμικτη κατάσταση της ασφάλτου, δρόμους της Τοσκάνης γύρω από την Σιένα. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες όμως του κακού ασφαλτοτάπητα στο πρώτο μισό της διαδρομής, ο κινητήρας κατάφερε να μας επιβεβαιώσει την γεμάτη σε αίσθηση ροπής και επιτάχυνσης μεσαία μπάντα των στροφών. Πάνω στη σέλα του στάνταρ Tracer 9 αρχικά, πήραμε την πρώτη θετικά εικόνα για την εξαιρετική εργονομία και την άνεση που μπορεί να προσφέρει η μοτοσυκλέτα, αλλά και την πραγματικά άριστη λειτουργία των ηλεκτρονικών που ανεβάζουν τον δείκτη αυτοπεποίθησης ψηλά, με το καλημέρα. Τα κομμάτια της Autostrada ήταν μια πραγματική αποκάλυψη για την σταθερότητα του Tracer 9, με πολύ καλή προστασία παράλληλα που συνεπάγεται άνεση και ξεκούραστα χιλιόμετρα στο ταξίδι, αλλά ακόμη μεγαλύτερη αποκάλυψη ήταν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις, όταν ήρθε η σειρά του Tracer 9 GT να με φιλοξενήσει στο υπόλοιπο μισό της διαδρομής.

Τα δύο διαφορετικά προεπιλεγμένα modes λειτουργίας (Α1 και Α2) λειτουργούν υποδειγματικά, αφήνοντας ελάχιστο ποσοστό να γίνει αντιληπτό από το φαινόμενο του γυροσκοπικού, που συνήθως "ταλανίζει" τα αντίστοιχα συστήματα ημιενεργητικών αναρτήσεων. Ο χρόνος μετάβασης στις διαφορετικές ρυθμίσεις των αποσβέσεων είναι ταχύτατος και έχοντας εμπειρία από το προηγούμενο Tracer 900 –τόσο από την παρουσίασή του στην Ισπανία, όσο και από την δοκιμή του στην Ελλάδα- μου ήταν άμεσα αντιληπτό το πόσο καλύτερα πάταγε η μοτοσυκλέτα στο δρόμο.

Επειδή όμως το πώς γίνεται αυτό είναι εξίσου –ή και περισσότερο…- ενδιαφέρον από το ίδιο το αποτέλεσμα, στο ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί την Πέμπτη 1η Απριλίου θα μπορέσετε να διαβάσετε την σε βάθος τεχνική ανάλυση, αλλά και πολύ περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς η Yamaha έκανε ένα σημαντικό άλμα στην εξέλιξη των σύγχρονων sport touring μοτοσυκλετών.

Διαβάστε στο ΜΟΤΟ της 1ης Απριλίου την αναλυτική παρουσίαση των νέων Tracer 9 / GT

 

Ετικέτες

Οδηγούμε το Piaggio Beverly 400

Το μεγαλύτερο σε κυβισμό Beverly στην γκάμα της Piaggio
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2021

Ο μεγάλος αδερφός

 

Στη δημοσιογραφική παρουσίαση της νέας Euro5 γενιάς των Beverly στο Livorno της Ιταλίας, είχαμε τη δυνατότητα να οδηγήσουμε την έκδοση των 300 κυβικών ταυτόχρονα με την έκδοση των 400 κυβικών, στους ίδιους ακριβώς δρόμους και υπό τις ίδιες συνθήκες, οπότε είναι πολύ εύκολο να καταλάβουμε τις διαφορές μεταξύ τους, έστω κι αν εμφανισιακά δεν ξεχωρίζουν τόσο εύκολα. Λίγους μήνες αργότερα, τα δύο νέα Beverly ήρθαν στα χέρια μας για πολυήμερη δοκιμή, μόνο που τώρα δεν τα είχαμε ταυτόχρονα, αλλά με διαφορά μερικών εβδομάδων. Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Διότι αν δεν τα οδηγήσεις ταυτόχρονα και στις ίδιες συνθήκες, θα είναι πολύ δύσκολο να πεις με σιγουριά ποιες είναι οι διαφορές τους. Όπως με την εξωτερική εμφάνιση, αρχικά το Beverly 300 και το Beverly 400 μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό και στον τομέα της οδήγησης και της χρήσης. Όμως όσο περισσότερο εμβαθύνεις στις λεπτομέρειες, τόσο πιο πολύ αναδεικνύονται οι διαφορές, τις οποίες είχαμε επισημάνει και στην δημοσιογραφική παρουσίαση της Ιταλίας.

Οι αριθμοί που κάνουν τη διαφορά

Το Beverly 400 έχει 10 άλογα παραπάνω, 121 κυβικά παραπάνω και πιο φαρδιά ελαστικά, που του δίνουν σαφές πλεονέκτημα στις επιδόσεις και το κράτημα σε σχέση με το 300, μόνο που οι ηλεκτρονικές ζυγαριές μας έδειξαν πως έχει και 13,5 κιλά μεγαλύτερο πραγματικό βάρος (198,5kg έναντι 185kg του 300) και φυσικά με την προσφορά τιμής που έχει η Piaggio Hellas για το 300 στα 4.990€, το Beverly 400 είναι και 1300€ ακριβότερο. Δικαιολογούν οι καλύτερες επιδόσεις από μόνες τους αυτή τη διαφορά τιμής, αφού το επίπεδο εξοπλισμού είναι ουσιαστικά ίδιο; Στα χαρτιά ναι, όμως στην πράξη τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα όπως θα δούμε παρακάτω.

Στους νέους διακόπτες προστέθηκε ξεχωριστό κουτί για τον χειρισμό του smartphone

 

Ο βασικός λόγος που η έκδοση των 400 κυβικών στοχεύει σε συγκεκριμένο κοινό, είναι φυσικά το γεγονός πως η έκδοση των 300 κυβικών καλύπτει με απόλυτη επιτυχία όλες τις απαιτήσεις που έχει κάποιος από ένα scooter, ακόμα και στον τομέα των επιδόσεων. Ως αποτέλεσμα, τα 121 κυβικά, τα 10 παραπάνω άλογα και τα πιο φαρδιά ελαστικά του Beverly 400 αποτελούν σοβαρά πλεονεκτήματα για όσους ήδη έχουν το προηγούμενο Beverly 300 ή το 350 και θέλουν να το αντικαταστήσουν με το καινούριο μοντέλο ή για όσους αναζητούν μια εναλλακτική πρόταση για το Honda SH 350. Ασχέτως αν το νέο Beverly 300 θα ικανοποιήσει απόλυτα τις ανάγκες τους, αυτό το κοινό είναι δύσκολο να αποφασίσει να πάρει ίδιου ή μικρότερου κυβισμού scooter από εκείνο που ήδη έχει ή από εκείνο που μπορεί να αγοράσει από τον ανταγωνισμό.

Τα κορυφαία υλικά και η άψογη σχεδίαση έχουν ως αποτέλεσμα την πιο άνετη σέλα που θα βρεις σε scooter αυτή τη στιγμή

 

Εδώ έρχεται το Beverly 400 με τα επιπλέον κυβικά του να δώσει το prestige που αναζητούν. Στην πράξη, το βασικό πλεονέκτημα των επιπλέον κυβικών έναντι του 300, φαίνεται στους ανοιχτούς δρόμους, όπου το 400 συνεχίζει να επιταχύνει σβέλτα μετά τα 120km/h και διατηρεί χωρίς πρόβλημα τα 130-135km/h σε οποιεσδήποτε συνθήκες με την τελική στο κοντέρ να ξεπερνά τα 145 km/h. To 300 είναι το ίδιο γρήγορο στις επιταχύνσεις έως τα 110km/h, αλλά μετά τα 130km/h αρχίζει να δυσκολεύεται να διατηρήσει για ώρα υψηλές ταχύτητες. Αντιθέτως το 400 έχει εύκολα τα 130-135km/h ως σταθερή ταχύτητα “ταξιδιού” και γι' αυτό τον λόγο είναι καλύτερη επιλογή για όποιον κάνει καθημερινά μεγάλες αποστάσεις σε ανοιχτούς δρόμους, καθώς ο κινητήρας και η τελική μετάδοση του 400 δουλεύουν πιο ξεκούραστα σε αυτές τις συνθήκες. Επίσης αν ρίξεις την ταχύτητα “ταξιδιού” στα 120km/h, το 400 καίει και λιγότερη βενζίνη, αφού ο κινητήρας του έχει λιγότερες στροφές.

Αν και μονόχρωμα, τα ψηφιακά όργανα είναι μεγάλα και ευανάγνωστα σε όλες τις συνθήκες φωτισμού

 

Η Piaggio, βασιζόμενη στην επιπλέον ροπή του μεγαλύτερου κινητήρα, έχει ρυθμίσει στο 400 το CVT να “απλώνει” αρκετά πιο ομαλά και προοδευτικά τη σχέση της τελικής μετάδοσης. Έτσι οι επιταχύνσεις από στάση, ακόμα και με δύο άτομα στη σέλα δεν έχουν χαοτική διαφορά από το 300. Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε και το επιπλέον βάρος των 13,5 κιλών, όπου μαζί με τα πιο φαρδιά ελαστικά, δίνουν στο Beverly 400 μια αίσθηση μεγάλου scooter, όχι όμως σε σημείο που να είναι ενοχλητικό ή κουραστικό μέσα στην πόλη. Το Beverly 400 έχει από τις πιο ισορροπημένες κατανομές βάρους στην κατηγορία του (42,6% εμπρός και 57,4% πίσω χωρίς τον αναβάτη στη σέλα) οπότε οι χειρισμοί εν κινήσει δεν απαιτούν ιδιαίτερη σωματική προσπάθεια, ακόμα κι αν μιλάμε για ελιγμούς ανάμεσα στα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα και με δεύτερο άτομο στη σέλα.

Γνήσιο Piaggio

Η Piaggio είναι μετρ στο σχεδιασμό των scooter και αυτή η εμπειρία δεκαετιών φαίνεται σε κάθε σημείο του Beverly 400, αλλά και κάθε στιγμή που το οδηγείς. Στους τομείς της πρακτικότητας και της άνεσης οι Ιταλοί έχουν πλέον διδακτορικό και ο τρόπος που τους συνδυάζει η νέα γενιά των Beverly είναι μοναδικός. Θα βρεις στον ανταγωνισμό scooter που είναι πιο άνετα ή scooter που είναι πιο γρήγορα, αλλά να είναι άνετα, γρήγορα και πρακτικά ταυτόχρονα όπως το νέο Beverly 400, θα δυσκολευτείς πάρα πολύ.

Νέος σχεδιασμός για τα πίσω LED φώτα των Beverly και η βάση της πινακίδας μετακόμισε χαμηλά στον πίσω τροχό

 

Η σέλα έχει εξαιρετική σχεδίαση και κορυφαίας ποιότητας υλικά. Ως αποτέλεσμα δεν ενοχλεί του κοντούς αναβάτες να κατεβάσουν με ευκολία τα δύο πόδια τους στο έδαφος και την ίδια στιγμή προσφέρει κορυφαία άνεση και μεγάλη απόσταση από το δάπεδο, ώστε οι ψηλοί αναβάτες να νοιώθουν ευρύχωρα πάνω του.

 

Ο χώρος κάτω από τη σέλα βολεύει άνετα ένα μεγάλο full-face κράνος και μαζί ένα μικρό jet, ενώ λόγω σχήματος είναι από τους πρακτικότερους στην κατηγορία αν θες να κουβαλήσεις τα ψώνια του Σαββατοκύριακου από supermarket. Το ντουλαπάκι στην ποδιά είναι εξίσου ευρύχωρο, έχει τσέπες για να μην πέφτουν στο έδαφος τα αντικείμενα όταν το ανοίγεις και κλειδώνει ταυτόχρονα με την κεντρική κλειδαριά.

Άψογο σε λειτουργία το ABS και πολύ καλή άνεση από το πιρούνι χωρίς να είναι υπερβολικά μαλακό

 

Φυσικά η μόδα την θέλει να είναι keyless και όλες οι κλειδαριές για το άνοιγμα της σέλας και την τάπα του ρεζερβουάρ είναι ηλεκτρομαγνητικές. “With the touch of the button” που λένε και στο χωριό μου. Ο νέος ψηφιακός πίνακας οργάνων έχει μεγάλο μέγεθος και όλες τις χρήσιμες πληροφορίες που χρειάζεσαι στην καθημερινότητά σου και στους νέους διακόπτες υπάρχει επιπλέον κουμπί για απευθείας χειρισμό του smartphone μέσω του App MIA.

Το ντουλαπάκι κλειδώνει ταυτόχρονα με την κεντρική κλειδαριά και έχει τσέπες που συγκρατούν στη θέση του ό,τι βάλεις μέσα

 

Η διάφανη ζελατίνα που είχε το Beverly 400 της δοκιμής μας, κάνει πολύ καλή δουλειά στην προστασία του πάνω μέρους του σώματος του αναβάτη από το κρύο και την πίεση του αέρα, χωρίς να δημιουργεί παράξενους στροβιλισμούς ή να ενοχλεί μέσα στην πόλη με το μέγεθός του.

Η μεγαλύτερη εξάτμιση με τις δύο απολήξεις είναι το μόνο σημείο που ξεχωρίζει εμφανισιακά το 400 από το 300

 

Αν κάτι σου λείπει από το Beverly 400, είναι κάποιου είδους χειρόφρενο όταν παρκάρεις σε ανηφόρες ή κατηφόρες (όπως το βλέπει κανείς…) καθώς η χρήση του διπλού σταντ σε ένα τόσο μεγάλο και βαρύ scooter δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Στον τομέα της οδικής συμπεριφοράς δεν υπάρχουν δυσάρεστες εκπλήξεις και η καλοζυγισμένη συμπεριφορά που έχει στις χαμηλές ταχύτητες παραμένει και στις γρήγορες στροφές.

Ο LED προβολέας έχει πολύ καλή απόδοση και κάνει ευχάριστη και ασφαλή την νυχτερινή οδήγηση. Αποτελεσματική σε προστασία η ζελατίνα και δεν ενοχλεί μέσα στην πόλη

 

Η ασφάλεια και οι προβλέψιμες αντιδράσεις ήταν ξεκάθαρα ο βασικός στόχος των σχεδιαστών του πλαισίου, με τη σπορ συμπεριφορά να έπεται. Το traction control και το ABS λειτουργούν θαυμάσια στους γλιστερούς ελληνικούς δρόμους, επεμβαίνοντας μόνο όταν είναι πραγματικά απαραίτητο.

Κλασσική επιλογή

Όλα αυτά μαζί, συνθέτουν μια ώριμη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα ενός πολυτάλαντου scooter, που δείχνει σε κάθε σημείο του την πολυετή εμπειρία της Piaggio. Το νέο Beverly 400 εξακολουθεί να είναι μια από τις κλασσικές επιλογές που έχει το κοινό αυτής της κατηγορίας, στοχεύοντας με έμφαση σε όσους έχουν ήδη ένα από τα προηγούμενα Beverly 300 ή 350, αλλά και αποτελεί την απάντηση της ιταλικής εταιρείας στη διαρκή πίεση από τον ανταγωνισμό για όλο και περισσότερα κυβικά στα scooter της μεσαίας κατηγορίας.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            PIAGGIO BEVERLY 400 S

Αντιπρόσωπος:

Piaggio Hellas

Τιμή:

6.290€

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.155

Ύψος (mm):

-

Μεταξόνιο (mm):

1.550

Ύψος σέλας (mm):

821

Ίχνος (mm):

-

Γωνία κάστερ (˚):

-

Απόσταση σέλας-μαρσπιέ (mm):

600

Απόσταση τιμόνι-μαρσπιέ (mm):

650

Απόσταση τιμόνι-σέλα (mm):

520

Απόσταση σέλας-μαρσπιέ συνεπιβάτη (mm):

600

 

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

800

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/185 (-/195) (με 90% καύσιμο)

Μέτρηση βάρους (kg)

198,5kg (χωρίς καύσιμο: 191,5kg)

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, 1ΕΕΚ, 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

84 x 72

Χωρητικότητα (cc):

399

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

35,4/7.500

Ροπή (kg.m/rpm):

3,8/5.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

88,7

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Αυτόματος φυγοκεντρικός

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας/μεταβλητή

Τελική μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας/μεταβλητή

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

95

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου σε 5 θέσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

4 x 14

Ελαστικό:

100/70-14

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 240mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και δικάναλο ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Οθόνη έγχρωμη LCD συμβατή με ΜΙΑ ABS, φώτα LED cornering Lights, traction control, trip master

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

100/35

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3 x 16

Ελαστικό:

120/70-16

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 300mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και δικάναλο ABS

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

9/-