Yamaha TMax Tech Max 560: Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα: 1.100χλμ ΑΥΘΗΜΕΡΟΝ!

Όταν η καθημερινή σου εργασία, απαιτήσει να «πεταχτείς» λίγο πιο μακριά!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

31/5/2022

Τα σκούτερ έχουν φτιαχτεί για να εξυπηρετούν καθημερινές ανάγκες μετακίνησης, ενώ το TMAX αποτελεί μία ξεχωριστή περίπτωση καθώς όταν πρωτοεμφανίστηκε το 2001 ήταν το πρώτο που προσέφερε οδηγική συμπεριφορά μοτοσυκλέτας, όπως και το πρώτο σκούτερ με αμιγώς σπορ συμπεριφορά. Τις δεκαετίες της μεγάλης ανακάλυψης των κατηγοριών, μέχρι και τις αρχές του ’80 δηλαδή, όλα είχαν λίγο-πολύ δοκιμασθεί και πρακτικά τίποτα δεν γίνεται να είναι τελείως καινούριο. Ανάμεσα στα σκούτερ της εποχής όμως, το TMAX ήταν εκείνο που είχε τον κινητήρα στο κέντρο, ένα κανονικό ψαλίδι και σπορ συμπεριφορά που προσέδιδε ενεργητική ασφάλεια και άνοιγε την όρεξη ακόμη και για trackdays και ενιαία πρωταθλήματα όπως και έγινε εκείνη την εποχή. Πάνω από είκοσι χρόνια πριν, το ΜΟΤΟ έγραφε πως το TMAX αξίζει να ξεχωρίσει και να διαγράψει μία μακρά καριέρα γιατί αλλάζει τα δεδομένα ολόκληρης της κατηγορίας, και παρά τις αντιδράσεις που δεχτήκαμε εκείνη την εποχή από τον ανταγωνισμό του κυρίως, η πορεία του όλα τα επόμενα χρόνια μας δικαιώνει.

Τώρα διανύουμε επίσης μία τελείως διαφορετική εποχή που η οδηγική συμπεριφορά γενικώς έχει αποκτήσει, επιτέλους, ένα κάτω όριο αρκετά όμως υψηλό και πλέον το κόστος απόκτησης, το κόστος συντήρησης και η κατανάλωση, υπερτερούν ως ζητούμενα έναντι των επιδόσεων.

Στην πλήρη και αναλυτική δοκιμή του TMAX θα τα εξετάσουμε όλα αυτά, πάμε να δούμε όμως μία πολύ συγκεκριμένη πτυχή του νέου TMAX μέσα από την ευκαιρία ενός ταξιδιού – αστραπής. Ο Κωνσταντίνος Δάλλας εργάζεται στην Aurora Rally Equipment, έχει εργαστεί παλαιότερα στο ΜΟΤΟ και σε άλλα μέσα ως συντάκτης, έχει εργαστεί ως εκπαιδευτής οδήγησης μοτοσυκλέτας στο California Superbike School, έχει υπάρξει προπονητής του Γιάννη Μπούστα, ενώ συμμετέχει ενεργά στην θρυλικότερη Adventure δοκιμασία του Ειδικού Τύπου στην Ευρώπη, δηλαδή το Mega Test του MOTO. Δεν είχαμε προγραμματίσει να εσωκλείσουμε στην αναλυτική δοκιμή του TMAX κι ένα ταξίδι 1.100χλμ αυθημερόν, αλλά εκμεταλλευτήκαμε την ευκαιρία όπως αυτή περιγράφεται στο κείμενο του Κωνσταντίνου Δάλλα που ακολουθεί, με την ευθύτητα στον λόγο για την οποία διακρίνεται όλα αυτά τα χρόνια. Πραγματοποιούμε το Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Σέρρες πολύ συχνά και στην πορεία του ΜΟΤΟ είναι ταξίδι που έχει γίνει ακόμη και με δίκυκλο 50cc, όπως επίσης και με παλαιότερες εκδόσεις του TMAX. Δεν είναι άθλος, είναι απλά μία τεκμηριωμένη εμπειρία με τα περισσότερα μονορούφι χιλιόμετρα σε μία ημέρα με το 2022 TMAX TechMax 560:  

 

Yamaha TMax Tech Max 560 - 1.100km αυθημερόν!

του Κωνσταντίνου Δάλλα

 

Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα σε μια μέρα

 

Όταν είσαι 16 το κάνεις και με 6βολτο παπί ρετάλι, που αγόρασες από γύφτο στο Σχιστό, με το καρμπιρατέρ να κρέμεται στο πλάι.

Όταν είσαι 26 δεν δέχεσαι τίποτα λιγότερο από το τελευταίο superbike που κυκλοφόρησε το πολύ έξι μήνες πριν.

Όταν είσαι 36 μάλλον θα το κάνεις με αυτοκίνητο – παλιά αυτό βέβαια, σήμερα με 2,3 το λίτρο και 62 ευρώ διόδια, άστο καλύτερα.

Όταν είσαι 46 καλή μου η ώρα, το μόνο που κοιτάς είναι τη σέλα – ή τέλος πάντων από τη σέλα ξεκινάς, για να έχουμε καλή συνέχεια…

 

Οι επαγγελματικές μου υποχρεώσεις στην Aurora Rally Equipment απαιτούσαν την πραγματοποίηση ενός μονοήμερου ταξιδιού αστραπή μέχρι τη Θεσσαλονίκη και πίσω, το οποίο μας «έσκασε» last minute και δεν έβγαινε χρονικά να γίνει αεροπορικώς. Το αυτοκίνητο μπορείτε να το ξεχάσετε - δεν πάω μόνος μου 10 ώρες στην Εθνική, εύκολα θα με πάρει ο ύπνος και θα με μαζεύουν από τις μπαριέρες. Το δε τρένο ξεχάστε το και αυτό, καθώς το μόνο τρένο στο οποίο θα μπω είναι αυτό της γενικής επιστράτευσης σε περίπτωση 3ου παγκόσμιου – αν και, τώρα που το σκέφτομαι, δεν θα με πάρουν λόγω ηλικίας, οπότε το μόνο τρένο στο οποίο θα μπω είναι το κανένα τρένο.

Για να μην το παραζαλίζουμε, η λύση είναι καθαρά και μόνο η μοτοσυκλέτα, αλλά άντε να βρεις ένα αξιόλογο δίκυκλο τελευταία στιγμή. Τηλέφωνο στον Φελούκα λοιπόν, τον άνθρωπο για τις δύσκολες αποστολές. Ντριιιννν…

  • «Έλα ψηλέ. Σου είπα προχτές, δεν έχω νέα για το Mega Test ακόμα».
  • «Θάνο δεν σε πήρα για το Mega Test. Χρειάζομαι ένα μηχανάκι να πεταχτώ ΑΥΡΙΟ μέχρι τη Θεσσαλονίκη και να γυρίσω το ίδιο βράδυ».
  • «Και δεν το λες τόση ώρα; Σου έχω το κατάλληλο εργαλείο: Yamaha TMax 560, το Tech Max, όχι αστεία».
  • “Α ρε. 130 πάει;»
  • «170 εύκολα».
  • «Άσε ρε».
  • «Αν επιμείνεις πάει και 180».
  • «250 χιλιόμετρα βγάζει με ένα ντεπόζιτο;».
  • «Δεν έχω ιδέα ακόμη γιατί θα ταξιδέψεις πρώτος. Έχει όμως cruise control που «κλειδώνει» μέχρι τα 150».
  • «Γιατί; Μετά κουνάει σαν τράτα;»,
  • «Αυτό φίλε μου θα το ανακαλύψεις μόνος σου».

Και έτσι έγινε. Πρωί καθημερινής προσγειώνομαι στα γραφεία του ΜΟΤΟ, καβαλάω TMax και φεύγω άρον-άρον, καθότι ήδη πίσω στο πρόγραμμα. «Που πας ρε φιλαράκι με δαύτο;», γκαρίζει ο Μέντης από το βάθος. «Θα βρίσκουν τα πόδια σου στο τιμόνι». Ευτυχώς δεν έβρισκαν. Οριακά μεν, αλλά δεν έβρισκαν. Ίσως άμα πατάς ψηλά στα μαρσπιέ να βρίσκουν, όμως δεν έχουν καμιά δουλειά τα πόδια σου εκεί πάνω όταν κάνεις επιτόπιους ελιγμούς, εκτός κι αν ψάχνεις τρόπους να πέσεις και να γελάνε μαζί σου και τα πεζοδρόμια…

Ηλεκτρονικά κόλπα

Λίγο πριν βάλω κράνος, αρχίζω να παίζω με τα ηλεκτρονικά. Πάντα, μα πάντα, το πρώτο πράγμα που κάνω όταν οδηγώ ένα ξένο σε εμένα όχημα είναι να παίζω με τα ηλεκτρονικά. Να δω το μενού, τι επιλογές υπάρχουν, τα πάντα όλα. Πάω να δω συνδεσιμότητα, βρίσκω Bluetooth. Ανοίγω ντουλαπάκι, έχει USB και μια αφαιρούμενη θήκη για το τηλέφωνο, με λάστιχο μάλιστα για να το συγκρατεί και να το προστατεύει από κραδασμούς. Κάνω pair το κινητό, τηλεφωνικός κατάλογος, κλήσεις, όλα οκ. Εφαρμογές; Μπα. Νέκρα. Ούτε ένα τιποτένιο Google Maps. Ένα CarPlay, ένα Android Auto; Τίποτα. Μπαίνεις στο site της Yamaha και διαβάζεις υποσχέσεις για πλοήγηση on screen με Garmin Navigator. Αυτό όμως δεν υπάρχει στο ελληνικό App Store, οπότε τζίφος. Παρατάω την αναζήτηση και σετάρω google maps με ειδοποιήσεις στο ρολόι μου.

Πάμε στα themes του οργάνου. Το μόνο του γούστου μου είναι αυτό με το στροφόμετρο να γεμίζει την ημικυκλική μπάρα. Το άλλο με τη βελόνα με τα στρασάκια είναι λες και το έφτιαξαν για την Έλσα από το Frozen. Το δε τρίτο, μια από τα ίδια: αυτό μάλλον το σχεδίασε η Άννα, η αδερφή της Έλσας.

Κατά τα λοιπά, η πληροφορία στα πέριξ της φωτεινής οθόνης φτάνει και περισσεύει. Δύο trip, στιγμιαία και μέση κατανάλωση, μέση ωριαία, θερμοκρασία περιβάλλοντος και ψυκτικού υγρού, ρολόι, χρονική διάρκεια ταξιδιού. Επίσης έχουμε ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, θερμαινόμενα γκριπ και θερμαινόμενη σέλα – αν και με 36 βαθμούς μέγιστη θερμοκρασία σήμερα, τα δύο τελευταία σίγουρα δεν θα τα χρειαστούμε.

Στο δρόμο για Θεσσαλονίκη – και πίσω

Μέχρι να βγω Εθνική τοποθετώ τη ζελατίνα σε χαμηλό ύψος, έτσι ώστε να φτάνει αρκετός αέρας στο πρόσωπο. Η πρώτη εντύπωση πολύ θετική. Το TMax έχει ένα ολοζώντανο, δυνατό μοτέρ με μπάσο, απόμακρο ήχο και ελάχιστους κραδασμούς. Ανταποκρίνεται άμεσα στο άνοιγμα του γκαζιού και επιταχύνει δυνατά μέχρι τα 160 km/h. Από εκεί και μέχρι τα 182 που μπορείς να δεις στο ταχύμετρο, ο ρυθμός επιτάχυνσης είναι μεν πιο αργός, όμως το TMax παραμένει υποδειγματικά σταθερό, θυμίζοντας μεγάλη τουριστική μοτοσυκλέτα.

Ακόμα και με τη ζελατίνα στην ψηλότερη θέση, το TMax είναι ακλόνητο στις ευθείες. Στις ανοιχτές στροφές της Εθνικής θα χρειαστεί να κάνεις μερικές για να εξοικειωθείς με την αργή γεωμετρία και το χαμηλό κέντρο βάρους. Το TMax θέλει να του δίνεις την εντολή να στρίψει λίγο νωρίτερα απ’ ότι συνηθίζεις, ενώ θα χρειαστεί λίγο μεγαλύτερη κλίση στο κέντρο της στροφής. Μετά από λίγη ώρα, χτίζεις μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί του και αρχίζεις να το διασκεδάζεις. Σου μεταφέρει μπόλικη πληροφορία από το δρόμο, φιλτραρισμένη μεν για χάρη της άνεσης, αρκετή δε για να το οδηγήσεις σβέλτα χωρίς ενδοιασμούς.

Περί traction control και sport mode δεν έχω πολλά να σας πω. Το πρώτο το αισθάνθηκα να παρεμβαίνει στους γλιστερούς δρόμους της Θεσσαλονίκης και νομίζω ότι τα κοψίματα που κάνει είναι λίγο μεγάλα σε διάρκεια. Το δεύτερο δεν το χρησιμοποίησα πουθενά, καθώς δεν αισθάνθηκα το μοτέρ να με κρεμάει ή να δουλεύει χαμηλά σε σημεία που δεν θα έπρεπε.

Το Yamaha TMAX Tech Max 560 στο αεροδρ... αντιμετώπο με την Εθνική Όδο:
(φωτό σε σημείο κλειστό στην κυκλοφορία)

149, 150… Αποφάσισε

Σε μια τέτοια διαδρομή, το cruise control είναι ένα μαγικό εργαλείο που σου επιτρέπει να πάρεις διάφορες περίεργες στάσεις με τα χέρια και το σώμα σου, στην προσπάθειά σου να ξεπιαστείς και να κυκλοφορήσει το αίμα λίγο καλύτερα. Καθ’ όλη τη διάρκεια των 10 ωρών ταξιδιού, αμέτρητες ήταν οι φορές που σκαρφάλωσα τα οπίσθιά μου πάνω στο μαξιλαράκι πλάτης για να πάρει ο πισινός μου αέρα. Άλλες τόσες και περισσότερες κράτησα το τιμόνι από τα δοχεία υγρών φρένων και συμπλέκτη, ενώ δεν ήταν λίγες αυτές που ήμουν με το αριστερό χέρι στο τιμόνι και το δεξί να αναπαύεται στα πόδια μου.

Όπως αναφέραμε νωρίτερα, το cruise control μπορεί να ενεργοποιηθεί μέχρι τα 150 km/h. Για την ακρίβεια, μέχρι τα 149, 150, 149, 150, 149, 150… Αυτό γίνεται συνέχεια όταν το «κλειδώνεις» στην ανώτερη ταχύτητα λειτουργίας. Δοκίμασα να το «κλειδώσω» λίγο παρακάτω και άρχισε τα 147, 148, 147, 148, 147, 148. Αγαπητοί τεχνικοί της Yamaha, είναι λίγο εκνευριστικό αυτό, σου τραβά την προσοχή στα όργανα χωρίς να το θέλεις. Πιστεύω ότι είναι εύκολο να λυθεί με μια αναβάθμιση λογισμικού.

Όταν κινείσαι με περισσότερα από 150 km/h, το TMax δεν σε αφήνει να επαναφέρεις το cruise control στην προηγούμενη ταχύτητα που το είχες ορίσει. Θα πρέπει να κόψεις κάτω από τα 150 και μετά να πατήσεις το resume. Αντίθετα, με το cruise control ενεργοποιημένο, μπορείς να επιταχύνεις πάνω από τα 150 για όση ώρα θες, να αφήσεις το γκάζι και να ανακτήσει έλεγχο το cruise, επαναφέροντας το TMax στην προκαθορισμένη ταχύτητα κίνησης. Το όριο των 150 στο cruise control έχει να κάνει με την ασφάλεια του αναβάτη, δεν είναι λίγοι οι κατασκευαστές που το εφαρμόζουν. Ωστόσο το TMax είναι ακλόνητο μέχρι και την τελική του ταχύτητα, στα 182 km/h στο ταχύμετρο, οπότε πολύ εύκολα θα μπορούσε να πηγαίνει με το cruise μέχρι και αυτή την ταχύτητα.

Στην αυτονομία τώρα, με ταχύτητες κίνησης τα 130 με 140 km/h, το TMax θα κάψει γύρω στα 6.5 λίτρα ανά 100km. Με χωρητικότητα ρεζερβουάρ τα 15 λίτρα, αυτό σημαίνει ότι μπορείς να κάνεις λίγο περισσότερα από 210 χιλιόμετρα μεταξύ των στάσεων. Θα χρειαστεί ωστόσο να μην είσαι αγχωτικός τύπος, καθώς το fuel trip ξεκινά κάπως νωρίς, ακυρώνοντας τη χιλιομετρική ένδειξη υπολειπόμενης αυτονομίας (όλο αυτό για να μεταφράσω τη λέξη “range”). Μπήκα για βενζίνη με το fuel trip στα 27 χιλιόμετρα και έβαλα 13 λίτρα. Είχα δηλαδή άλλα 2 λίτρα μέσα, που σημαίνει ότι θα μπορούσα να κάνω άλλα 15-20 χιλιόμετρα, αν φυσικά μπορούσα να διαχειριστώ το άγχος του να βλέπω το fuel trip να σκαρφαλώνει στα 50 και…

Εν κατακλείδι

Τι μου άρεσε περισσότερο στο TMax σε αυτό το μονοήμερο ταξίδι; Η ζελατινάρα, που την είχα τέρμα πάνω όλη την ώρα, εκτός από το βράδυ που την ρύθμιζα κάτω από το ύψος των ματιών για να έχω καλύτερη ορατότητα. Πλήρης ησυχία πίσω της, σε συνδυασμό με τις ωτοασπίδες που πάντα φοράω σε ταξίδι, έκαναν αυτές τις 10 ώρες λιγότερο κουραστικές.

Μετά, το μοτέρ. Δυνατό και ήσυχο, με όμορφη μπάσα νότα όταν ανοίξεις δυνατά το γκάζι. Το αισθάνεσαι μόνο κάπου στις 4 με 5 χιλιάδες στροφές, όπου σου μεταφέρει ένα μικρό γαργαλητό στις πατούσες. Στα 130 με 140 δεν το αισθάνεσαι ούτε το ακούς, λες και το TMax είναι ηλεκτρικό.

Η σέλα φυσικά. Άνεση επιπέδου πολυθρόνας, με μαξιλαράκι στήριξης για τη μέση. Θα την ήθελα λίγο πιο φαρδιά στο μπροστινό κομμάτι, αν και καταλαβαίνω ότι είναι επίτηδες στενή για να πατάνε κάτω οι πιο κοντοί από εμένα.

Και για το τέλος άφησα τα φώτα. Εντυπωσιακά δυνατά για scooter, θα πω μόνο αυτό: ξέρω αρκετές μοτοσυκλέτες που τα χρειάζονται άμεσα για να βελτιώσουν τον ταξιδιωτικό τους χαρακτήρα.

Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα με TMax λοιπόν. Όχι μόνο γίνεται, αλλά γίνεται και ευχάριστα. Ένας εξαιρετικός συνδυασμός άνεσης / επιδόσεων με λογική κατανάλωση, ευχάριστη οδική συμπεριφορά, χώρους για τα προσωπικά σου αντικείμενα και ένα δεύτερο μπουφάν για όταν δροσίσει το βράδυ. Παραδόξως, είχε δίκιο ο Φελούκας που το αποκάλεσε το κατάλληλο εργαλείο γι’ αυτή τη δουλειά.

 

Καταναλώσεις:

Έως Λαμία από Αθήνα: 6,3λ/100χλμ

Έως Λάρισα: 6,3λ/100χλμ

Λάρισα Θεσσαλονίκη: 7,4/100χλμ

Θεσσαλονίκη – Λάρισα: 6,9/100χλμ

Λάρισα – Αθήνα: 6,4/100χλμ

 

Ετικέτες

Ducati Scrambler 800: Ελληνική μετατροπή σε Café Racer!

Το αριστούργημα του Πέτρου Χατζηροδέλη της Jigsaw Customs
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/12/2018

Ολοκληρώθηκε πλέον το Ducati Café Racer που προέρχεται από ένα Scrambler 800, και αποκλειστικά παρακολουθήσατε κομμάτι-κομμάτι την κατασκευή του. Μία custom φτιαγμένη από τον άνθρωπο που έχει φέρει την μία διάκριση μετά την άλλη σε διεθνείς διαγωνισμούς, κύλισε σήμερα για πρώτη φορά τους τροχούς της –δεκαεπτάρηδες και οι δύο πια- καθώς κάναμε μαζί της, την πρώτη δοκιμαστική της βόλτα!

Ο Πέτρος είναι άνθρωπος που τρέφει ένα μεγάλο πάθος για τις μοτοσυκλέτες γενικά, και τις λεπτομέρειες της κατασκευής τους ειδικά. Είναι λοιπόν αδύνατο να μην συνδυάζει αυτά τα δύο σε κάθε customizing ή ανακατασκευή που αναλαμβάνει! Η ελληνική αντιπροσωπεία της Ducati, Kosmocar AE, ήθελε να διαθέτει στην συλλογή της ένα custom Scrambler με ελληνική υπογραφή και απευθυνόμενη στον Πέτρο Χατζηροδέλη και την Jigsaw Customs, ήξερε από την αρχή πως θα μπορούσε να έχει ένα πολυφωτογραφημένο αποτέλεσμα! Ας μην κάνουμε για ακόμη μία φορά τις συστάσεις, καθώς έως τώρα θα έχετε ακολουθήσει τουλάχιστον κάποια από τις περιπέτειες που έχει ζήσει το MOTO με τον Πέτρο, από την πανευρωπαϊκή νίκη του Yamaha Yardbuilt το 2016, έως την επανάληψη το 2017 και το ταξίδι στο Wheels & Waves! Από ένα μικρό κατάστημα στην Νέα Μάκρη, ο Πέτρος έχει ήδη χτίσει μία καριέρα στην Ευρώπη, καθώς οι μοτοσυκλέτες που customάρει και ανακατασκευάζει, πωλούνται σε ιδιωτικές συλλογές σε άλλες χώρες!

Είμασταν παρόντες στην παραλαβή του ολοκαίνουριου Ducati Scrambler 800, όπου ο Πέτρος κρατούσε ήδη στα χέρια του τα σχέδια για ένα γνήσιο Café Racer, πιστό σε μία άλλη εποχή, δηλώνοντας βέβαιος πως το τελικό αποτέλεσμα δεν θα αποκλίνει ούτε στο ελάχιστο. Η πορεία έμελλε να μην είναι φυσικά δίχως την παραμικρή δυσκολία, όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα σε κάθε customizing οπουδήποτε στον κόσμο, και είναι εκείνο το στοιχείο που καθιστά κάθε μοτοσυκλέτα ξεχωριστή από όλες τις υπόλοιπες! Μπορεί ο περισσότερος κόσμος να θεωρεί την διαφορετικότητα στην εμφάνιση ως την πηγή της ανάγκης για customizing, όμως είναι τελικά η πορεία προς την ολοκλήρωση εκείνη που πραγματικά εξατομικεύει κάθε μοτοσυκλέτα και την καθιστά μία και μοναδική…

Το τελικό αποτέλεσμα του νέου Café Racer είναι ωστόσο απόλυτα συνυφασμένο με τα σχέδια που είχαμε αντικρύσει τότε, έχοντας πετύχει πλήρως την ταύτιση με το αρχικό όραμα. Ο Πέτρος θέλησε να κρατήσει τον κινητήρα ανέπαφο πέρα από την τοποθέτηση των τελικών της hpcorse με τους custom λαιμούς που φτιάχτηκαν εδώ. Θυμηθείτε τι λέγαμε για την hpcorse εδώ. Η κλειδαριά μεταφέρθηκε στο πλάι, η τιμονόπλακα κατασκευάστηκε από τον άλλο φοβερό και τρομερό Έλληνα customizer, τον «Vass Works» που έχει την τάση να φτιάχνει τα πάντα μόνος του, είτε είναι αξεσουάρ για την μοτοσυκλέτα του που θα δείτε ξανά να παρουσιάζεται στο MOTO, ακόμη πιο αναλυτικά, είτε πρόκειται για… ψησταριές και όσα μπαίνουν πάνω σε αυτές!

Τα πάντα για τον “Vass Works” πρέπει να γίνονται από τον ίδιο όταν θέλει να τα απολαύσει… Δικοί του είναι και οι μαρσπιέδες, στους οποίους το πόδι κάθεται εξαιρετικά άνετα, την στιγμή που σε αρκετές custom αναρωτιέσαι γιατί δεν μπορείς να βολευτείς μέχρι να ανακαλύψεις πως είναι απλά μερικά χιλιοστά διαφορετικοί, ο ένας μαρσπιές από τον άλλο. Στην περίπτωση τους, αν σου έλεγαν πως αγοράστηκαν ακριβά από ένα εργοστάσιο στην Γερμανία, δεν θα προέβαλες καμία αντίδραση, μοιάζουν πως βγήκαν πράγματι από εργοστάσιο με πανάκριβα μηχανήματα, όταν στην πράξη είναι ελληνικής – και υπερήφανης- κατασκευής.

Το Café Racer έχει ένα ρεζερβουάρ που κρύβεται κάτω από το ενιαίο πολυεστερικό του κουστούμι, που επίσης φιλοξενεί την νέα διαδρομή των ηλεκτρικών που όλα έχουν επιμελώς κρυφτεί, όπως περιγράφουμε εδώ. Πίσω τα φώτα είναι ταυτόχρονα και φλας, μέσα σε σωλήνα πλέξιγκλας που ο Πέτρος της έδωσε κι ένα σχήμα που ακολουθεί την σιλουέτα της μοτοσυκλέτας. Περισσότερες όμως τεχνικές λεπτομέρειες σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, όπως επίσης και διάφορες λύσεις που ο Πέτρος ακολούθησε απέναντι σε όσα συνάντησε κατά το συγκεκριμένο customizing. Εκτός από το πρόσθετο βάρος, απλά και μόνο η αλλαγή του εμπρός τροχού σε 17’ ήταν αρκετή για να μεταμορφώσει πλήρως την μοτοσυκλέτα, ενώ μαζί με τα slick ελαστικά και την νέα εργονομία που σε αναγκάζει να ξαπλώσεις μπροστά, το πρώην Scrambler συμπεριφέρεται τώρα σαν superbike εποχής. Ψάχνεις δηλαδή πού θα στηρίξεις γόνατα καθώς μπορείς απότομα να το κατευθύνεις μέσα στην στροφή, κι απαλλαγμένος από τον όγκο των σημερινών μοτοσυκλετών, βρίσκεσαι στην αναζήτηση του μινιμαλιστικού φαίρινγκ. Αγνοώντας την γνώριμη οδό, το συγκεκριμένο Café Racer σε μεταφέρει αρκετά πίσω αναπαράγοντας με πιστότητα μία άλλη εποχή, απλά και μόνο με την αλλαγή στην γεωμετρία και την εργονομία, και την περαιτέρω μείωση του ήδη μικρού της όγκου. Μόλις χαμηλώσει λίγο ακόμη το τιμόνι εμπρός, όπως θα κάνει ο Πέτρος ως την επόμενη δοκιμή, και σκυμμένος αρχίσεις να γεμίζεις τις σχέσεις την μία μετά την άλλη, η πεμπτουσία των Café Racer θα λάμψει πλήρως, με τον Πέτρο να καταφέρνει για άλλη μία φορά κάτι μοναδικό: Την απλή εμφάνιση που φαντάζει εύκολη υπόθεση να επιτύχεις, αλλά προδίδουν την πολυπλοκότητά της η προσοχή στις λεπτομέρειες και το τελικό αποτέλεσμα μόλις την οδηγήσεις.

Εξαιρετικά πρόθυμη να βουτήξει στην στροφή, χωρίς όμως απότομες αντιδράσεις, δίχως αναταράξεις από τον πίσω τροχό που δεν έχει ανάρτηση εξ αρχής προσανατολισμένη στην γρήγορη οδήγηση, κι ένα σύνολο εξαιρετικά σταθερό στο άνοιγμα του γκαζιού. Θέλοντας να διατηρήσει την πιστότητα στις Café Racer αλλά και να είναι πάντα μία μοτοσυκλέτα που οδηγείς καθημερινά, ο Πέτρος έκρυψε το πλαϊνό σταντ πίσω από τον αριστερό λαιμό της εξάτμισης και του αφαίρεσε κάθε «αυτί» για να μην το βλέπεις ποτέ, παρά μονάχα όταν με το χέρι το κατεβάσεις για να παρκάρεις την μοτοσυκλέτα. Οι Café Racer, όπως και οι Flat Track, αυτές που οδηγούνταν κάθε ημέρα και αγωνιζόντουσαν τις Κυριακές ταξιδεύοντας οδικώς στις πίστες και όχι σε van, δεν είχαν πλαϊνά σταντ, αλλά έβρισκαν πάντα έναν φιλικό τοίχο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση που μπορεί να είναι μία custom που κρύβει πολλές ώρες δουλειάς, αλλά παραμένει και μία καθημερινή μοτοσυκλέτα, το πλαϊνό σταντ δεν μπορούσε να λείπει. Αν βέβαια πιέσεις την μοτοσυκλέτα στις αριστερές στροφές, τότε αρκετά γρήγορα θα αρχίσει να σε εγκαταλείπει γραμμάριο-γραμμάριο, όσο ξύνει δυνατά στην άσφαλτο.

Τα δύο πανέμορφα τελικά παράγουν έναν δυνατό μπάσο ήχο και τον συνοδεύουν με χορταστικά σκασίματα αν κλείσεις το γκάζι ενώ έχεις στροφές, λειτουργώντας ως καμουτσίκι για να το ανοίξεις ξανά και μάλιστα πιο απότομα αυτή την φορά…

Η πρώτη μας οδηγική γνωριμία, κρύβει όλα τα στοιχεία ενός εφηβικού έρωτα που περίμενε μήνες να πετύχει το «ψηστήρι» μέχρι να έρθει πολυπόθητη στιγμή. Το γνωρίσαμε σαν Scrambler που ακόμη δεν είχε βάλει μπροστά ούτε στατικά και ζήσαμε την πρώτη στιγμή που οι νέοι, -διαφορετικοί- λαιμοί εξατμίσεων άλλαζαν χρώμα. Συγχαρητήρια στον Πέτρο Χατζηροδέλη και την Jigsaw Customs, για το…. Χριστουγεννιάτικο αυτό δώρο στην Ducati. Σ’ έναν ιδανικά ουτοπικό κόσμο, ο Άι Βασίλης θα ερχόταν καβάλα με ένα τέτοιο Café Racer, με το συγκεκριμένο vintage λογότυπο της Ducati, και θα μοίραζε σε όλους μας κλειδιά, και στα καλά, και στα κακά παιδιά…