Δοκιμή Kawasaki H2 (2015-2018) Οδηγούμε στο Nürburgring- Αρχείο περιοδικού ΜΟΤΟ

Πόσο γυρίζει αυτό το γκριπ;
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

1/8/2019

Για το ΜΟΤΟ, το κεφάλαιο των υπερτροφοδοτούμενων μοτοσυκλετών της Kawasaki με τα H2 και H2R, ξεκίνησε με παγκόσμιες αποκλειστικότητες και έντονη δράση. Αρχικά είμασταν ανάμεσα στους ελάχιστους που είχαν την τύχη όχι απλά να οδηγήσουν την έκδοση H2R αλλά να την δοκιμάσουν όπως της αρμόζει. Η έκδοση R ήταν αυτή που ήρθε πρώτη στα χέρια μας και το ΜΟΤΟ ήταν ανάμεσα στους τρεις πρώτους παγκοσμίως που τη δυναμομέτρησε, και μάλιστα την στιγμή της δυναμομέτρησης είμασταν σε ανοιχτή γραμμή με το εργοστάσιο, προσπαθώντας να δικαιλογήσουμε τα νούμερα που βλέπαμε. Η εμπειρία της οδήγησης της H2R αλλά και λίγο αργότερα του μοναδικού συγκριτικού στην πίστα των Σερρών, απέναντι στα καλύτερα superbike, ήταν καθοριστική για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για την "πολιτική" έκδοση, την H2. Και οι λόγοι που συμβαίνει αυτό αναλύονται στο παρακάτω κείμενο. Η δοκιμή του H2 ήταν εξίσου εντυπωσιακή καθώς πραγματοποιήθηκε επί γερμανικού εδάφους. Συγκεκριμένα στον ευρωπαϊκό επίγειο παράδεισο της ταχύτητας, το Nürburgring και εξελίχθηκε σε μια πραγματική περιπέτεια, που λίγο έλειψε να έχει και άσχημη κατάληξη. Οι αναγνώστες του MOTO διάβαζαν από τους πρώτους στον κόσμο, όλα τα νέα για τις H2 και H2R. Μοτοσυκλέτες που πρέπει κανείς να γνωρίζει τα πάντα, μιας και άλλαξαν πολλά δεδομένα και είναι ακόμη και τώρα πολύ μπροστά για την εποχή μας. Η H2 της Kawasaki είναι από τις περιπτώσεις που πρέπει να έχεις διαβάσει για εκείνη, όχι ως οδηγό αγόρας, όχι γιατί σκοπεύεις να την αγοράσεις, αλλά γιατί ενδιαφέρεσαι για τις μοτοσυκλέτες. Κι όπως συμβαίνει με όλες τις δοκιμές του ΜΟΤΟ, που δεν λειτουργεί ως οδηγός αγοράς και μόνο, από κάθε κείμενο έχεις πολλά να πάρεις για την οδήγηση γενικά και την εμπειρία την ίδια συγκεκριμένα.

Το άρθρο προέρχεται από το αρχείο του περιοδικού ΜΟΤΟ και αναδημοσιεύεται από την αρχική του μορφή δίχως αλλαγές. Αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του περιοδικού, μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε αντιγραφή, οικειοποίηση μέρους ή του συνόλου του κειμένου και των φωτογραφιών, παραλλαγή ή χρήση πέραν της ανάγνωσης

Πόσο γυρίζει αυτό το γκριπ;

Γκάζι που δεν ξέρεις πού ακριβώς είναι το στοπ -και αμφιβάλλεις αν τελικά υπάρχει- με επιτάχυνση τόσο έξω από τα όρια που μπορεί να διαχειριστεί ο εγκέφαλός σου, που φοβάσαι ότι κάθε χούφτωμα του γκαζιού, ισοδυναμεί μ’ ένα βήμα πιο κοντά στην παράνοια! Κι όλα αυτά σου τα σερβίρουν τώρα νόμιμα, με χαρτιά και πινακίδα…

Είναι πρωί Δευτέρας και οι γερμανικές autobahn έχουν ακόμα κίνηση, παρόλο που έχει πάει 9:30 και κανονικά θα έπρεπε να είναι όλοι πίσω από ένα γραφείο… Έλα όμως που δεν έχουν όλοι τα ίδια ωράρια, άλλωστε κι εμείς πάμε μαζί με τον χαμό, καθώς κατευθυνόμαστε προς την Φρανκφούρτη, μέχρι να πάρουμε το δρόμο προς Κολονία και κάπου μετά να στρίψουμε προς τα αριστερά. Είναι πολύ μακριά από την μοτοσυκλετιστική νιρβάνα όλο αυτό το σκηνικό, γιατί έχει μόλις 1°C Κελσίου και υπερβολική, μαρτυρική κίνηση. Το Η2 δεν μπορεί να δείξει πόσο γκάζι έχει σ’ αυτό το σημείο, οπότε το μόνο ευχάριστο στη παγωμένη αυτή διαδρομή, είναι ο προορισμός μας: Σε περίπου μία ώρα, θα είμαστε στον επίγειο παράδεισο της ταχύτητας, ή για να μην το φουσκώνουμε πολύ, στο ευρωπαϊκό κομμάτι του παραδείσου, το θρυλικό Nürburgring!

Στο Nordschleife μπαίνουν όλοι μαζί, με ότι έχει πινακίδα, και στο συγκεκριμένο σημείο με τα πόδια - όταν κλείνει η πίστα - για να γράψουν στην άσφαλτο. Αποτελεί λειτουργία για τους ντόπιους...

 

Πίσω στην Ελλάδα κυκλοφορούσες ακόμα με κοντομάνικο, τι δουλειά λοιπόν έχουμε να τρέχουμε για να προλάβουμε τις δύο τελευταίες μέρες που θα είναι ανοικτή η πίστα, πριν πέσει το πρώτο χιόνι για φέτος και κλείσει για τα καλά; Το πώς φτάσαμε μέχρι εκεί και το γιατί, είναι από μόνο του μία μικρή περιπέτεια, που ξεκινά πίσω, στην έκθεση της Κολονίας, όταν ανάμεσα στους πρώτους παγκοσμίως αντικρύζαμε το H2R. Είχαμε τότε την βεβαιότητα, παρόλο που δεν είχαν έρθει ακόμα τα capital control και άλλοι τέτοιοι όροι στη ζωή μας, ότι δύσκολα θα βάζαμε χέρι στην μοτοσυκλέτα των 55.000 ευρώ. Μπορεί αργότερα οι προσπάθειές μας να απέδωσαν καρπούς και με το παραπάνω, αλλά αυτήν την ιστορία την ξέρετε ήδη. Πώς όμως μπορούσαμε να είμαστε σίγουροι, ότι θα τα καταφέρναμε να είμαστε στους τρεις πρώτους στον κόσμο που θα δυναμομετρούσαν το H2R, πως θα το τρέχαμε στο Τατόι και την πίστα των Σερρών! Με σκοπό λοιπόν να μάθουμε πρώτοι, όσα περισσότερα μπορούσαμε για την δυνατότερη μοτοσυκλέτα παραγωγής, τότε στην Κολονία, γνωρίσαμε τον άνθρωπο πίσω από την ομάδα superbike της Γερμανίας και ένα από τα υψηλότερα στελέχη της αντιπροσωπίας, ο οποίος μόλις είδε το MOTO, όπως πάντα συμβαίνει στο εξωτερικό, εντυπωσιάστηκε και δέχτηκε να μας βοηθήσει. Άνοιξε εκείνη την στιγμή λοιπόν άλλη μία πόρτα, απλά και μόνο από την δουλειά που αναγνώρισαν στις σελίδες του περιοδικού μας κι όταν τελικά διαπιστώσαμε ότι είναι πιο εύκολο να βρούμε ένα H2R στην Ελλάδα, παρά στην street legal έκδοση Η2, αποφασίσαμε να την χτυπήσουμε! Για να σφραγίσουμε έτσι τον φάκελο που αναγράφει: "Υπερτροφοδούμενες μοτοσυκλέτες Kawasaki"!

Έξω από το νέο συνεδριακό κέντρο, που επιβάρυνε οικονομικά την πίστα με καταστροφικό τρόπο...

 

"Θα σου το δώσω γιατί το υποσχέθηκα, και γιατί εκτιμώ πολύ την δουλειά που κάνετε, καλή τύχη στην Ελλάδα" έλεγε το e-mail πριν κλείσουμε τα εισιτήρια και φύγουμε για την Γερμανία, για τα κεντρικά της Kawasaki, περίπου σαράντα χιλιόμετρα έξω από την Φρανκφούρτη. Ο χώρος της Kawasaki Γερμανίας είναι μοναδικός, αν φτιάξω ποτέ δικό μου συνεργείο θα προσπαθήσω να τον αντιγράψω, ενώ μαζί με το Η2 που ετοιμάζονται να μου δώσουν, έχουν κι ένα GPZ750 Turbo, σε κατάσταση καινούριου. Δεν είναι ακριβώς το παλιό και το νέο, αλλά είναι υπέροχο να τα βλέπεις μαζί, συζητώντας με τους μηχανικούς τις δυσκολίες συντήρησης του ενός και του άλλου, μέχρι να έρθει η ώρα να φύγω: "Δεν έχουμε δώσει ποτέ μοτοσυκλέτα σε δημοσιογράφο εκτός Γερμανίας, και ό,τι χαρτιά έχω είναι στα Γερμανικά. Βάλε μία υπογραφή και έχε εμπιστοσύνη: Το μόνο που λέει, είναι ότι αν σπάσεις το Η2, εμείς αναλαμβάνουμε την μοτοσυκλέτα και εσύ τα κόκαλα που έχεις σπάσει!" Με αυτές τις ευχάριστες διαπιστώσεις, το Η2 με τα ολοκαίνουρια ελαστικά παίρνει το δρόμο για την πίστα και το ΜΟΤΟ ετοιμάζεται να δώσει τον καλύτερο επίλογο στο κεφάλαιο που λέγεται Η2 και H2R!

Το GPZ750 Turbo ετοιμαζόταν για το μουσείο. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα, το παίρνουν για αλλαγή υγρών και για βόλτα, για να συντηρείται

 

Ανοίξτε του δρόμο!

Έχοντας συγκεντρώσει πλέον μία πολύ καλή εμπειρία με το H2R σε αεροδρόμιο, πίστα και… δρόμο, και μάλιστα πρόσφατα, οι διαφορές με το Η2 που κοστίζει λιγότερο από τα μισά λεφτά, είναι κατευθείαν παραπάνω από εμφανείς. Πρώτη και κυριότερη, το βάρος. Το carbon κουστούμι και η απουσία φώτων ελαφραίνουν πολύ την έκδοση R και τώρα αυτή η διαφορά ξενίζει, και ας είμαστε καμιά διακοσαριά χιλιόμετρα μακριά από την πίστα, σε άψογους ανοικτούς δρόμους. Όπως επίσης και η απόκριση του γκαζιού και η "αντίδραση" της υπερτροφοδότησης. Στο R το είχαμε δει αυτό να συμβαίνει μετά από μερικούς γύρους στην πίστα, όταν η πίεση στο αλουμινένιο φιλτροκούτι αυξανόταν και η μοτοσυκλέτα γινόταν νευρική χωρίς να μπορείς να ανοίξεις το γκάζι προοδευτικά. Στο Η2 είναι μόνιμο το φαινόμενο αυτό, από την πρώτη στιγμή. Όσοι ξένοι δημοσιογράφοι ήταν στην παρουσίαση των μοτοσυκλετών στο Losail είναι λογικό να μην πρόσεξαν την μεγάλη διαφορά, καθώς είχαν το R για πολύ λίγο στην διάθεσή τους. Όμως για εμάς τα πράγματα ήρθαν ανάποδα κι έτσι μέχρι να βρεθώ στη σέλα του Η2, είχα ήδη μία σειρά από πολύ καλές εμπειρίες με το R, οπότε η διαφορά ήταν άμεσα εμφανής. Για το διάστημα που κρατούσα σταθερή ταχύτητα πίσω από το αυτοκίνητο που είχαμε νοικιάσει με τον φωτογράφο μας, μοναδικός τρόπος να μεταφέρεις τον ίδιο και τον εξοπλισμό του, το φαινόμενο που αλλιώς μεταφράζεται ως "απόκριση Aprilia Shiver 1ης γενιάς" με συντρόφευε μέχρι και τις μεσαίες στροφές.

Πιάνοντας όμως μία autobahn με κατεύθυνση βορειο-ανατολικά, έρχεται η ώρα να αφήσω την συνοδεία του αυτοκινήτου για να διαπιστώσω πόσα από τα άλογα του R απουσιάζουν στο Η2, μια που όταν κινείσαι η μοτοσυκλέτα αυτή αναπνέει πολύ καλύτερα, σε σύγκριση με το δυναμόμετρο. Μέχρι να γίνει πραγματικότητα το ρομπότ της Yamaha, μετρώντας όλες τις παραμέτρους εν κινήσει, ο μόνος τρόπος να συγκρίνεις δύο μοτοσυκλέτες είναι η μνήμη σου και η αίσθηση που έχεις οδηγώντας και τις δύο. Ευτυχώς η επιτάχυνση του R δεν είναι κάτι που ξεχνάς εύκολα, αν το ξεχάσεις ποτέ… Ανοίγοντας από τα 120 με έκτη, έρχεται ένα πολύ γνωστό συναίσθημα στο μυαλό, ότι κάπου γίνεται λάθος και έχεις μπερδέψει τις σχέσεις. Το Η2 επιταχύνει σαν ένα χιλιάρι με τετάρτη, δηλαδή με μία μικρή έκρηξη από τον πίσω τροχό, που σε εκτοξεύει με δύναμη μπροστά. Είναι εκεί στα 240-250 που συμβαίνει το άλλο μικρό θαύμα, το Η2 ουρλιάζει επιταχύνοντας μ’ ένα νέο κύμα δύναμης. Δεν έχει αυτή την σταθερά γρήγορη επιτάχυνση που ίσως να περιμένεις έχοντας στο μυαλό σου τα superbike, πρόκειται για κάτι πολύ περισσότερο. Όπως και το R, με μικρή διαφορά είναι η αλήθεια, το Η2 επιταχύνει σαν τρελό και στα 240 περίπου συμπεριφέρεται σαν να θέλει να του αλλάξεις ταχύτητα, συνεχίζοντας ν’ ανεβάζει ακόμα πιο άνετα σε εκείνο το σημείο, ενώ βρίσκεται σε απόσταση από την κόκκινη περιοχή. Απλά ο ήχος και η καταιγιστική επιτάχυνση, σε κάνουν να πιστεύεις ότι έρχεται το τέλος του στροφόμετρου. Είναι κι αυτό ένα από τα δεδομένα που πρέπει να αναθεωρήσεις στη σέλα του…

Κάπου εκεί, όσο το Η2 περιορίζεται ηλεκτρονικά από το να περάσει τα 300 χιλιόμετρα, πηγαίνοντας με 260 και 280 στις ανοικτές καμπές του δρόμου, ανάβει το λαμπάκι του ABS. Φρενάρω σιγά-σιγά και βγαίνω δεξιά σ’ ένα βενζινάδικο σβήνοντας τον κινητήρα. Τις περισσότερες φορές, τέτοιες ενδείξεις είναι στιγμιαίες βλάβες των ηλεκτρονικών και από τη στιγμή που έσβησε όταν ξεκίνησα και πάλι κάνοντας μερικά μέτρα, αφού τα 6-8 χιλιόμετρα είναι το σημείο που ενεργοποιούνται όλα τα ABS, είπα να μην δώσω σημασία πέρα από το να το τσεκάρω πιο συχνά. Δέκα χιλιόμετρα παρακάτω, το ABS ήταν και πάλι εκτός λειτουργίας και αυτή τη φορά άναβε πολύ πιο γρήγορα μετά από κάθε στάση. Αυτό σημαίνει ότι ένας από τους δύο αισθητήρες ταχύτητας περιστροφής των τροχών ήταν εκτός λειτουργίας. Οπότε, λίγο μετά από κάθε εκκίνηση, το σύστημα λάμβανε παρατεταμένα μεγάλη διαφορά ταχύτητας και απενεργοποιούσε το ABS. Το περίεργο όμως ήταν πως το traction control και όλα με τη σειρά τα διάφορα υποσυστήματα που είναι φορτωμένο το Η2, δούλευαν κανονικά. Με την οπτική παρατήρηση μόνο, ή οπλισμένος με ένα κατσαβίδι και δύο τρία ακόμα πρωτόγονα εργαλεία, τέτοια προβλήματα δεν λύνονται στην άκρη μίας autobahn. Χρειάζεται διαγνωστικό εργαλείο, υπολογιστής, καλώδια και όλα τα σχετικά, που τελικά σου υποδεικνύουν ν’ αφήσεις το λαμπάκι στην ησυχία του και να συνεχίσεις χωρίς το ABS, δεν χάθηκε και ο κόσμος.

Πανέμορφο πίσω φωτιστικό σώμα και μια σιλουέτα στενή και μυώδης, που φαρδαίνει απότομα στο σημείο του κινητήρα
 

Δείτε επίσης: TRACK DAY DREAMS: Στις Σέρρες με BMW S1000RR - Yamaha R1M - Kawasaki H2R: Το VIDEO!

 

"Σφιγγοφωλιά αλόγων"

Το μικρό χωριό, το Nürburg, είναι στο κέντρο ουσιαστικά της τεράστιας πίστας των 21 χιλιομέτρων, με τον δρόμο που φτάνει εκεί να περνά κάτω και δίπλα από την μεγάλη διαδρομή, χωρίς ποτέ να την βλέπεις πίσω από τα δέντρα και την υψομετρική διαφορά των αλλεπάλληλων λόφων. Οπότε, την πρώτη φορά που θα φτάσεις εκεί θα ακούς συνέχεια τους ήχους των υπερ-αυτοκινήτων, χωρίς να ξέρεις από πού σου έρχονται κι αν σου βρίσκονται στο δημόσιο δρόμο που κινείσαι. Πόσο μάλλον αν έχεις την ατυχία να βρεθείς μία μέρα όπως εκείνη η Δευτέρα, που έχουν συγκεντρωθεί περισσότερα από 500 υπερ-αυτοκίνητα, φτάνοντας σε ένα σημείο της ημέρας να βρίσκονται πάνω από 200 ταυτόχρονα μέσα στην πίστα! Πρόκειται για την χαρά των "spotter", των ανθρώπων δηλαδή που πηγαίνουν για να θαυμάσουν ακριβά αυτοκίνητα και της λύπης κάθε μοτοσυκλετιστή που έχει σκοπό να μπει μαζί τους εκεί μέσα. Παλιότερα, οι μοτοσυκλέτες κάθε κατηγορίας και όχι μόνο οι superbike, είχαν το πλεονέκτημα στο Nordschleife, δηλαδή την βόρεια μεγάλη διαδρομή (βλέπε σχετικό Βox). Κι αυτό γιατί ήταν πολύ εύκολο να εκμεταλλευτείς την επιτάχυνση και τα δυνατά φρένα μιας σπορ μοτοσυκλέτας, για να πέσεις πολύ εύκολα στα εννιά λεπτά, από τους πρώτους γύρους ακόμα, χωρίς να ξέρεις καθόλου την πίστα. Τώρα όμως συναντάς σε καθημερινή βάση νέους ανθρώπους που βράζει το αίμα τους, με αυτοκίνητα άνω των 100.000 ευρώ και για τα εκατοντάδες άλογα που διαθέτουν τα οκτώ λεπτά δεν είναι άθλος. Στην πράξη είναι το νέο στάνταρ. Και όλοι τους, χωρίς εξαιρέσεις, δεν τρέφουν κανένα σεβασμό για τους μοτοσυκλετιστές. Αυτό σημαίνει ότι περιμένουν από εσένα να μην εκμεταλλευτείς όλο το πλάτος της πίστας για να στρίψεις, όσο έρχονται αφρενάριστοι με Lamborghini ή ακόμα χειρότερα (ναι, χειρότερα) με μία από τις καινούριες Μ3 που εξελίσσει ένας τοπικός “specialist” με κόστος περίπου τα 120.000-150.000 ευρώ, πέρα της αγοράς του αυτοκινήτου… Τα τελευταία χρόνια το Nordschleife είναι το άντρο των supercars κι αν τα πετύχεις μαζεμένα, όπως έγινε εκείνη την Δευτέρα, είναι προτιμότερο να μείνεις έξω ή να υποστείς τις τραγικές συνέπειες. Όταν φτάσαμε λοιπόν, λίγο πριν τις δώδεκα, έχοντας γεμίσει ήδη με την ακριβή βενζίνη στο μοναδικό κοντινό βενζινάδικο, το σκηνικό που αντικρύσαμε ήταν αποκαρδιωτικό για την δουλειά που θέλαμε να κάνουμε. Μια θάλασσα από supercars, από Ferrari μέχρι Radical, φτιαγμένες για πίστα BMW και Porsche και τρεις μοτοσυκλέτες στον ξεχωριστό χώρο του πάρκινγκ. Το Η2 ήταν η τρίτη… Αργότερα θα μάθαινα ότι η συνύπαρξη με τα supercars, πληρώνεται πολύ ακριβά, ενώ υπήρχε και εξήγηση για την τόσο μεγάλη συγκέντρωση. Είναι η τελευταία μέρα ενός τριημέρου αφιερωμένο σε όλους αυτούς τους πλούσιους μπάσταρδους (το λέω με ζήλια) και επίσης η τελευταία που η πίστα θα είναι ανοικτή από το πρωί, ενώ την επομένη το βράδυ περιμένουν το πρώτο χιόνι… Από την Αγγλία, την Γαλλία, την Ελβετία και την Γερμανία, όσα ακριβά αυτοκίνητα οδηγούνται από τους ιδιοκτήτες τους και δεν κοσμούν τέσσερις τοίχους σε φωταγωγημένα γκαράζ, ήταν εκείνη την ημέρα στην πίστα. Μαζί τους μπήκε και το Η2.

Η είσοδος γίνεται από μία μπαριέρα, όπως στα διόδια, που ανοίγει ακουμπώντας την κάρτα της πίστας στην οποία έχεις ήδη φορτώσει γύρους (βλέπε αντίστοιχο Βox) και αμέσως μπροστά σου ανοίγεται μία ευθεία με υψομετρική διαφορά κι ένα σπάσιμο στο τέλος της, πριν μία κλειστή δεξιά, το οποίο οι μοτοσυκλέτες το ισιώνουν, μαζί και ορισμένα από τα supercar των οποίων οι οδηγοί το λέει η καρδιά τους. Αυτό είναι το πιο εύκολο σημείο, από το πρώτο ένα τρίτο της πίστας, που μπορεί να δείξει το Η2 την ανωτερότητα του απέναντι σε κάθε τι άλλο που βρίσκεται μαζί του εκεί μέσα! Η απίστευτη επιτάχυνση το εκτοξεύει μπροστά από εκατοντάδες χιλιάδες στοιβαγμένα ευρώ, με την χειροπιαστή αμφιβολία πως ενδεχομένως και να το είχαν νικήσει αν είχαν στηθεί για dragster σε τετρακοσάρι. Όμως στην πίστα δεν είναι το ίδιο και το Η2 φτάνει με περισσότερη ευκολία τα σχεδόν 250 και βασίζεται στα δυνατά φρένα για να τα κρατήσει μέχρι και λίγο πριν την δεξιά στροφή. Το ABS συνεχίζει να λάμπει με την απουσία του, δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ ξανά, με τις μόνες ευκαιρίες που είχα να το δοκιμάσω να είναι στο δημόσιο δρόμο αμέσως μετά την παραλαβή της μοτοσυκλέτας. Δεν πρόκειται να νιώσεις ανάδραση ή να αμολήσει, όσο δυνατά και να φρενάρεις, αν και εκτός από την εξαιρετική μονάδα ελέγχου, τα εύσημα πρέπει να συγκεντρωθούν στις δαγκάνες και την προοδευτική τους λειτουργία. Δεν μου χρειάστηκε ποτέ μέσα στο Nordschleife το ABS, τουλάχιστον την πρώτη μέρα, γιατί μπορείς να εμπιστευτείς απόλυτα την εμπρός ανάρτηση του Η2 και το προοδευτικό φρένο, κρατώντας την μανέτα μέσα στην στροφή για μεγάλη διάρκεια. Άλλωστε, στο πρώτο τρίτο της πίστας το πρόβλημα δεν ήταν τα φρένα, αλλά η ίδια η πίστα. Υπάρχουν δύο διαδοχικές στροφές με υψομετρική διαφορά και εκεί το Η2 γλίστρησε απότομα μπροστά, γλιτώνοντας την πτώση μονάχα από ένα συνδυασμό τύχης και ανοίγματος του γκαζιού και της γραμμής. Ήταν πολύ νωρίς για να τελειώσει μ’ αυτό τον τρόπο το ταξίδι κι αποφάσισα να συνεχίσω πιο προσεκτικά αφού κάτι μου έλεγε μετά από αυτές τις πρώτες στροφές, ότι δεν γίνεται να εμπιστευτείς την πρόσφυση.

Συνοδεία… υψηλών προσώπων

Μόλις έπεσε ο ρυθμός, αμέσως προσπέρασε και το τετράτροχο πακέτο των εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ που ερχόταν σε μικρή απόσταση από πίσω και φτάνοντας συνοδεία στο δεύτερο από τα τρία μέρη, στην πρώτη τσιμεντένια στροφή με καμπή, την Καρουσέλ, προσπερνάω ανοίγοντας στην σύντομη ανηφορική ευθεία που ακολουθεί. Σε εκείνο το σημείο, για να ετοιμαστείς για τις επόμενες στροφές, πρέπει να ανοιχτείς τέρμα αριστερά. Με σύμμαχο την επιτάχυνση του Η2 μαζεύω πολλά χιλιόμετρα αφήνοντας το supercar πίσω να "κλείνει την πόρτα" και διαλέγω έτσι άφοβα την σωστή γραμμή για να μπω σωστά στην επόμενη στροφή. Εκείνη τη στιγμή όμως, ακούω ένα δυνατό γδούπο από αριστερά, με το γόνατό μου να ακουμπά κάπου, σε κάτι λευκό που φευγαλέα πιάνει το μάτι μου. Από το πουθενά έχει εμφανιστεί μία λευκή Porsche με roll bar και ένα σκασμό αυτοκόλλητα και έχει καβαλήσει το κερμπ βγαίνοντας εκτός πίστας, ακριβώς στο πλάι του Η2! Ο "φύλακας" από πίσω αναβοσβήνει τα φώτα και βγάζουμε την υπόλοιπη διαδρομή και οι τρεις μας μουδιασμένοι, στη σειρά, ο ένας πίσω από τον άλλο. Στο πάρκινγκ γίνονται οι απαραίτητες διατυπώσεις, για το σουβλάκι που πήγε να μας κάνει ο τύπος με την Porsche, ο οποίος δήλωσε με αφοπλιστική ειλικρίνεια: "πίστευα ότι προλαβαίνω και χωράω" και "μάλλον θα με έπαιρνε η επόμενη στα 250+". Έχουμε ξεκινήσει πολύ άσχημα με το Η2! Πολλαπλές τραγωδίες έχουν αποφευχθεί από τον πρώτο γύρο και είμαστε ακόμα στην μέση της πρώτης μέρας, με την κίνηση να συνεχίζεται αμείωτη το μεσημέρι. Μαζί και τα προβλήματα.

Μέχρι τις πέντε το απόγευμα η πίστα κλείνει τρεις φορές με την τρίτη να κρατά περίπου μία ώρα, μέχρι να απομακρυνθούν τα αυτοκίνητα που έχουν δημιουργήσει φράγμα, στα αλλεπάλληλα ατυχήματα που συμβαίνουν. Ευτυχώς αναίμακτα όλα τους. Η αναμονή είναι περισσότερη από την οδήγηση, ενώ σουρουπώνει γρήγορα και στις εφτά η πίστα κλείνει. Δυστυχώς, θα κλείσει νωρίτερα, αναγκαστικά. Μία τέταρτη μοτοσυκλέτα που ήρθε εκείνη την ημέρα βγαίνει σε δύο κομμάτια, αλλά ευτυχώς ο αναβάτης της ανέπαφος. Όμως, μετά από λίγο ακολουθεί η γνωστή πλέον Prosche, γρατσουνισμένη από την μία πλευρά κάνοντας παράπονα για λάδια στην πίστα, οπότε η αυλαία πέφτει άμεσα… Αφού το πρόγραμμα είχε αναγκαστικά αλλάξει εξαιτίας των συνεχών ατυχημάτων, που λίγο έλειψε να γίνουμε μέρος τον αριθμών, βγαίνω στους γύρω δρόμους για να οδηγήσω όσο ακόμα υπάρχει φως. Ο προβολέας του Η2 κάνει καλή δουλειά, όχι όμως όσο χρειάζεται για να οδηγείς σβέλτα την νύκτα.

Η επίσκεψη στο Nordschleife. Ένας γύρος κοστίζει 27 ευρώ κι ανεβαίνει κάθε χρόνο, αλλά μας διαβεβαίωσαν ότι η τιμή της θα παραμείνει αμετάβλητη μέχρι το '17. Δεν υπάρχει διαφορά τιμής για τις μοτοσυκλέτες και η ίδια κάρτα χρησιμοποιείται με ό,τι οχήμα και αν μπεις μέσα. Με πακέτο των 4 ή των 9 γύρων, το κόστος πέφτει μέχρι και τα €23 παραμένοντας βέβαια υψηλό, αλλά είναι μια κάποια ανακούφιση... Δύο φίλοι πάντως μπορούν να πάρουν μια κάρτα και να την χρηισμοποιήσουν εναλλάξ, ή ακόμα και να μπουν ταυτόχρονα μέσα χρεώνοντας 2 γύρους στην ίδια κάρτα

 

Όμως, ακόμα και στους γύρω δημόσιους δρόμους συνεχίζεται ένα παρόμοιο σκηνικό με πριν. Παντού supercar που πηγαίνουν τέρμα γκάζι ανάμεσα στα χωριά και καμουφλαρισμένα αυτοκίνητα, από τα δεκάδες που δοκιμάζονταν εκείνη την ημέρα. Αν το καλοσκεφτείς πρόκειται για ονειρεμένη κατάσταση, μία παιδική χαρά για μεγάλα παιδιά αν και υπάρχει σχεδόν το ίδιο ρίσκο με πριν. Είναι η πρώτη φορά που βλέπω τόσες μαζεμένες τροχαίες παραβάσεις στην Γερμανία και μάλλον είναι χαρακτηριστικό μονάχα του συγκεκριμένου τόπου. Στους άγνωστους επαρχιακούς γύρω από το Nürburgring, με τις συνεχής στροφές, το γκάζι ανοιγοκλείνει συνέχεια και σταδιακά είναι ολοένα και πιο δύσκολο να το κρατήσεις σταθερό, η διαφορά τώρα με το H2R είναι τεράστια. Το μεγάλο πλεονέκτημα όμως, είναι ότι αν θέλεις μπορείς να έχεις τετάρτη σ’ έναν δρόμο που οποιοδήποτε άλλο χιλιάρι θ’ άλλαζε συνέχεια ανάμεσα σε δευτέρα και τρίτη. Έτσι είναι πιο ήπιες οι συνέπειες της απόκρισης του γκαζιού, χωρίς ποτέ να σου λείπει η απαραίτητη δύναμη για να επιταχύνεις άμεσα, χωρίς καμία υστέρηση στην απόδοση. Αυτό αν θέλεις να χαζέψεις το τοπίο χωρίς να σου πονάει ο αυχένας. Δεν ξέρω για πόση ώρα μπορείς να χαζεύεις χωράφια και αγελάδες, αφού δεν υπάρχει τίποτα διαφορετικό τριγύρω, όμως σίγουρα δεν γίνεται για πολύ, ακόμα κι αν έχεις την ματιά του Bob Ross, του μακαρίτη τηλεοπτικού ζωγράφου. Οπότε, δευτέρα στο κιβώτιο και άνοιγμα του γκαζιού, με τα ηλεκτρονικά να μην συγκρατούν τον εμπρός τροχό και να σε εκτοξεύουν μπροστά σαν να είσαι η σάκος του box σε μηχάνημα του λούνα παρκ… Ίσως σε αντικατάσταση των ακριβών κατασκευών που σε ανεβάζουν είκοσι μέτρα ψηλά για να σε αφήσουν να πέσεις με την βαρύτητα, να ήταν προτιμότερο ένα Η2 σε μια μικρή ευθεία, με τους επισκέπτες να κόβουν εισιτήριο για να δώσουν μια γκαζιά. Μεγαλύτερη αίσθηση αδρεναλίνης θα ένιωθαν!

Οι δρόμοι γύρω από την πίστα έχουν κατά περίπτωση καλύτερη πρόσφυση!

Ένα R κάνει την διαφορά

Σου κάνει εντύπωση πώς μερικά κιλά παραπάνω μπορούν να δημιουργήσουν τεράστια διαφορά στην οδήγηση, αλλά αυτό ακριβώς συμβαίνει στην περίπτωση του Η2. Είχα εντυπωσιαστεί με το H2R στις Σέρρες και την ευκολία που άλλαζε κατεύθυνση στο εσάκι, όμως βγάλε 100 άλογα και βάλε καμιά εικοσαριά κιλά και τα πράγματα αλλάζουν τελείως. Το Η2 δεν στρίβει σαν superbike, όπως κάνει το carbon αδερφάκι του με την διπλάσια τιμή, αλλά σαν Hayabusa. Με την τεράστια διαφορά ότι στις στροφές φτάνεις με πολύ περισσότερο γκάζι. Μόλις συνηθίσεις να πιέζεις πολύ το εμπρός ελαστικό, μπορείς να κρατήσεις τα φρένα μέχρι την κορυφή της στροφής, όμως σε συνεχόμενες στροφές θα σε κουράσει γρήγορα, γιατί βάζεις πολύ περισσότερη δύναμη στο τιμόνι, από αυτή που θα έβαζες σε μία naked ή superbike στους ίδιους δρόμους και μάλιστα φρενάροντας από μεγαλύτερη ταχύτητα. Κινείσαι γρηγορότερα, αλλά με πολλαπλάσια προσπάθεια και παραδέχομαι ότι αυτό δεν θα μου είχε κάνει τόση εντύπωση, αν δεν είχα πρώτα σαφή εκτίμηση για τις δυνατότητες του H2R.

Η καλύτερη λύση για τις νύχτες που βρίσκεσαι στην πίστα, είναι να τις περάσεις σε κάποιο ξενώνα στα χωριά που βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή, καθώς τα κοντινά ξενοδοχεία ξεφεύγουν σε τιμή. Οι περισσότερες οικογένειες έχουν κατασκευάσει ευρύχωρα δωμάτια και το σημαντικότερο, ορισμένοι προσφέρουν και κλειστό πάρκινγκ. Το Η2 πέρασε προφυλαγμένο το παγωμένο βράδυ και η επόμενη μέρα ξεκίνησε με τα πάντα τριγύρω σε λευκό χρώμα. Δεν είχε χιονίσει, ακόμα, αλλά το στρώμα της πάχνης ήταν τόσο παχύ που προμηνούσε το σκηνικό της επόμενης μέρας. Η πίστα θα άνοιγε το απόγευμα, οπότε για το πρωί είχα προγραμματίσει μία μεγάλη βόλτα με στόχο τους επαρχιακούς δρόμους, περνώντας για αρχή από έναν τσιμεντόδρομο, μέσα από το δάσος. Το Η2 γλιστρούσε επικίνδυνα στο άνοιγμα του γκαζιού, χωρίς το traction control να προλαβαίνει να περιορίσει την ροπή. Ενώ στις εξόδους των στροφών μπορείς να το εμπιστευτείς και να ανοίξεις θαρραλέα το γκάζι, σε μειωμένη πρόσφυση δεν πρέπει να ποτέ να το παρακάνεις. Επίσης θαρραλέο άνοιγμα δεν νοείται το απότομο χούφτωμα όλου του γκαζιού, γιατί όσο καλή πρόσφυση κι αν σου δίνει ο δρόμος, ο πίσω τροχός θα γυρίσει να σου τραβήξει το αυτί και η συνέχεια θα εξαρτηθεί από το πόσο τύχη σου έχει απομείνει.

Οι καθρέφτες αναλαμβάνουν εδώ την λειτουργία των πτερυγίων που έχει η έκδοση R, για αυτό και είναι απίστευτα σταθεροί! Μπορείς να τους μαζέψεις κάθετα επάνω, αλλά αν είναι να ανοίξεις στην ευθεία, είναι προτιμότερο να τους έχεις και μάλιστα ανοικτούς. Βελτιώνουν τη σταθερότητα της μοτοσυκλέτας!

 

Στον τσιμεντόδρομο φαίνεται και η γρήγορη επαναφορά του αμορτισέρ που θυσιάζει την άνεση, αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια. Δεν σε νοιάζει η άνεση σε μια υπετροφοδοτούμενη μοτοσυκλέτα με 200 άλογα! Μόλις λοιπόν σηκώθηκε ο ήλιος και το αίμα κυκλοφόρησε ξανά στα δάχτυλα, αρχίζει και πάλι το παιχνίδι στις στροφές. Όσο δουλεύεις ψηλά το Η2 και γεμίζεις με πρόσθετη πίεση το φιλτρούτι, όσο ο υπερσυμπιεστής περιστρέφεται στις ψηλότερες στροφές, τόσο πιο γρήγορα βλέπεις τον δείκτη βενζίνης να εξαφανίζει τετραγωνάκια. Στην αρχή είναι ατάραχος, αλλά μετά από λίγο σου δείχνει όλη την κατανάλωση μαζεμένη, οπότε πρέπει να είσαι προετοιμασμένος. Μέσα στην πίστα είναι εύκολο να κάψεις έντεκα λίτρα στα εκατό, και από εννιά ως δέκα σε απλά γρήγορο ρυθμό, αλλά μπορεί να πέσει πολύ χαμηλότερα αν απλά βολτάρεις. Πράγμα για το οποίο χρειάζεσαι τρομερή εγκράτεια στη σέλα του.

Χωρίς δίχτυ ασφάλειας

Το μεσημέρι μας βρίσκει στο συνεργείο-γραφεία της RSR. Φανταστείτε μία εταιρεία που έχει supercar αντί εταιρικών αυτοκινήτων και πλήρες συνεργείο που οι υπάλληλοι φτιάχνουν τα δικά τους αυτοκίνητα, όταν δεν υπάρχει κάτι άλλο, πριν τα τρέξουν στην πίστα που η είσοδός της απέχει περίπου 300 μέτρα. Πρόκειται για παράδεισο, που μεταξύ άλλων απολαμβάνει και ο "μάγος των video" Κώστας Σιδηράς για να επιβεβαιώσει το ρητό ότι παντού βρίσκεις έναν Έλληνα, που θα μας βοηθήσει κάνοντας τις συστάσεις με τον Andy Carlile (βλέπε σχετικό Box). Ο Andy μου δείχνει τα σημεία της πίστας που χρειάζονται περισσότερη προσοχή για τις μοτοσυκλέτες και αμέσως μετά πηγαίνουμε προς την πίστα. Υπάρχει όμως ένα μικρό πρόβλημα. Από το πρωί το traction control βγαίνει εκτός λειτουργίας σε τακτά χρονικά διαστήματα και ενεργοποιείται όταν σβήσεις και ξεκινήσεις εκ νέου. Μόνο που το μεσημέρι βγαίνουν εκτός όλα τα ηλεκτρονικά της μοτοσυκλέτας και πλέον είμαστε με τα "200 άλογα στο χέρι". “Better for me” λέει ο Andy που μπαίνει στην πίστα για ένα γρήγορο γύρο και για να εκτιμήσει τις δυνατότητες του Η2: "Eίναι σαν Hayabusa στις στροφές, αλλά μου αρέσει". Φαντάσου να οδηγήσει το H2R λοιπόν, πόσο θα πέσει από τα σύννεφα με την διαφορά τους! Δεν είναι ώρα για κουβέντες όμως, γιατί λεπτό με το λεπτό η κατάσταση χειροτερεύει. Πυκνή ομίχλη έχει καθίσει στην πίστα που σιγά-σιγά ερημώνει και όταν ξανά μπαίνω η ορατότητα είναι μέχρι την στροφή εμπρός σου. Χωρίς καθόλου βοήθεια από τα ηλεκτρονικά, οι επόμενοι γύροι μέχρι να κλείσει η πίστα, θα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον.

Είναι άλλη αίσθηση να οδηγείς εκεί μέσα χωρίς πυκνή κίνηση δηλαδή. Ακόμα κι αν το τίμημα ήταν η πυκνή ομίχλη, δεν με πείραζε καθόλου, φτάνει που μπορούσα να συγκεντρωθώ στο Η2 και σε τίποτα περισσότερο! Κάνω συνεχόμενους γύρους, συναντώντας μονάχα ένα αυτοκίνητο όλη αυτή την ώρα, έναν Ιταλό οδηγό της RSR, δικό μας άνθρωπο δηλαδή! Μπορείς να βγάλεις όλη την πίστα με τρίτη και να ανεβάσεις τετάρτη μονάχα σε μερικά σημεία, εκμεταλλευόμενος την θηριώδη ροπή του τέρατος, αλλά και έναν σπάνιο συνδυασμό ευστροφίας και διάρκειας. Με λίγα λόγια έχεις γκάζι παντού και το έχεις μπόλικο. Αντίστροφα τώρα, αν σε μερικές κλειστές στροφές κατεβάσεις δευτέρα, το μόνο που κάνεις είναι να διαταράσσεις την ισορροπία της μοτοσυκλέτας, κάνοντας το software που ελέγχει ηλεκτρονικά το φρένο του κινητήρα να μπαίνει σε περιοχές των αλγορίθμων που σπάνια βλέπει. Για να καταλάβεις πόσο ροπή έχει το πράγμα, είναι δυνατόν να έχεις σε όλη την πίστα, ακόμα και στα εσάκια, τετάρτη στο κιβώτιο αν σε νοιάζει να πας σβέλτα αλλά να μην κυνηγήσεις χρόνο… Αυτή είναι η μαγεία του Η2, η πληθωρική του στάση απέναντι στο γκάζι που μπορεί να σου προσφέρει χωρίς να σε πνίξει! Άμεσα διαθέσιμο, σε όλες τις στροφές και πάντα μπόλικο. Aν κατάφερναν να του δώσουν και καλύτερη απόκριση, τότε θα ήταν τέλειο.

Δύο γύρους ακόμα και η ομίχλη τώρα είναι παχιά σαν βαμβάκι κρύβοντας τελείως τις στροφές, αφού η ορατότητα έπεσε στο μηδέν και έχουν ανάψει τα προειδοποιητικά φώτα της πίστας που βγάζουν τους πάντες έξω, δηλαδή το Η2 που είναι μόνο του. Όμως για ένα περίεργο λόγο, τα φώτα στην είσοδο παραμένουν αναμμένα, οπότε πηγαίνω ξανά στα διόδια. Με κοιτάνε με μια αποδοκιμασία, βλέποντας τα χέρια να τρέμουν από το κρύο: "μπορώ να μπω;" ρωτάω τον αλυτάρχη, που κουνάει το κεφάλι λέγοντας όχι, αλλά συνεχίζει: "από τη στιγμή που ο έλεγχος δεν έκλεισε τα φώτα, μπες, αλλά δεν ξέρω γιατί να το κάνεις αυτό"…

Ξεκινάω λοιπόν, γιατί ο σκοπός είναι να οδηγήσω όσο περισσότερο μπορώ και βγαίνοντας από τις κορύνες, το Η2 σπινάρει σαν τρελό και σουζάρει μαζί. Το traction control έχει βγει ξανά εκτός, όμως τώρα ανάβουν μαζί όλα τα λαμπάκια σε σημείο που αν ήταν αεροσκάφος θα φώναζε "mayday" με γυναικεία φωνή. Δεν θα δουλέψουν ποτέ ξανά στη συνέχεια. Αν ήταν άλλη μοτοσυκλέτα θα ήταν τρομακτικό, αλλά το Η2 είπαμε ότι το οδηγείς σαν να έχει πενήντα άλογα λιγότερα και αυτό σε πηγαίνει παντού γρηγορότερα, καθώς είναι το πιο "εύκολο" γκάζι κι ας έχει τα μικρά θέματα με την απόκριση. Βασίζομαι στο εκπληκτικό εμπρός φρένο, όπως και όλες αυτές τις μέρες χωρίς το ABS, και στο άψογο πιρούνι ορμώντας στον τελευταίο γύρο με την πεποίθηση ότι ξέρω πού πάει η πίστα. Λες και ξέχασα τα λόγια του Andy, που επιμένει ότι είτε τρέξεις σε video game, είτε έχεις έρθει πολλές φορές, αν δε ξοδέψεις μία ολόκληρη σεζόν μέσα εκεί, δεν πρόκειται να την μάθεις ποτέ! Έχασα το μέτρημα από τις φορές που είδα ξαφνικά το κερμπ μπροστά μου, επιβεβαιώνοντας τουλάχιστον την άποψή μου για τα φρένα. Αν βάζαμε την πορεία στο χάρτη με το GPS, το αποτέλεσμα θα ήταν τεθλασμένες γραμμές.

Μονάχα στο δεύτερο μισό που ανηφορίζει η πίστα ήταν λίγο καλύτερα τα πράγματα. Το πιο τρομακτικό όμως ήταν τα γλιστρήματα του πίσω τροχού στο άνοιγμα του γκαζιού. Είπαμε ότι είναι εύκολα διαχειρίσιμο το γκάζι, αλλά σε συνθήκες πίστας το θέλεις το traction control απεγνωσμένα, διαφορετικά κόβεις και κάνεις βόλτα, όπως και έγινε στο τέλος. Στην έξοδο ο αλυτάρχης έρχεται, μου βγάζει το γάντι και πιάνει το χέρι μου να δει αν έχω παγώσει, αλλά επειδή η καρδιά μου χτυπούσε στην κόκκινη γραμμή του στροφόμετρου, το χέρι μου είναι πιο ζεστό από το δικό του. Με κοιτά παραξενεμένος και μου δείχνει τις φωτεινές ταμπέλες, η πίστα θα κλείσει νωρίτερα και θα είναι τελικά για μέρες. Σε λίγη ώρα αρχίζουν και οι πρώτες νιφάδες, με τα ηλεκτρονικά του Η2 να είναι πλέον εκτός, οριστικά, και τη μοτοσυκλέτα να έχει μπει σε safe mode. Που σημαίνει πως ό,τι κι αν κάνω δεν βγάζει πλέον πάνω από 100 ίππους. Με τη σιγουριά ότι ένας από τους αισθητήρες των τροχών δημιουργεί το πρόβλημα, αρχίζουμε να πειράζουμε ασφάλειες, με βάση τις τηλεφωνικές οδηγίες της Kawasaki που τους καλέσαμε καθώς ο χρόνος μας πίεζε αφόρητα, για να ψάχνουμε μόνοι μας την λύση...Η συνεννόηση μαζί τους γίνεται πιο εύκολη όταν μπαίνει στην μέση η RSR, ο φίλος Κώστας και ο Andy. Δέχονται να κρατήσουν την μοτοσυκλέτα με ασφάλεια, μέχρι να βελτιωθεί η κατάσταση στους δρόμους και να την παραλάβει κάποιος από την αντιπροσωπεία. Το Η2 μας έφτασε μέχρι τον τελευταίο, κυριολεκτικά, γύρο όπως και ο καιρός που κρατήθηκε κι άρχισε να χιονίζει την στιγμή που το παρκάραμε.

Αυστηρά μονόσελο, που «φυλακίζει» τον αναβάτη ώστε να μην παλεύει με την επιτάχυνση, προσφέρεται και ένας μικρός αποθηκευτικός χώρος που ισοδυναμεί με μικρό τσαντάκι μέσης

 

Το συμπέρασμα είναι απλό, χρειάζεται να βρω μία δουλειά στην Γερμανία και μάλιστα καλή, για να μπορώ ν’ αγοράσω ένα Η2. Έχω σκεφτεί και την συνέχεια: Φίλτρο της DNA, πρόγραμμα ECU από το H2R κι ένα πάσο διαρκείας για το Nürburgring!

Το προφίλ του Nürburgring

Με μειωμένη αξία στα 77.000.000 ευρώ, τόσα χρειάστηκαν για να αλλάξει χέρια τον Μάρτιο του ’14, το χρεωμένο από τις προσθήκες του 2009 Nürburgring, προσπαθεί να γνωρίσει νέα περίοδο δόξας στοιβάζοντας εκδηλώσεις την μία μετά την άλλη. Αν και έχει τεράστια επισκεψιμότητα, ορισμένα οικονομικά σκάνδαλα έχουν φέρει την παρακμή, άλλωστε είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της. Από τότε που το ιλιγγιώδες ποσό των σαράντα εκατομμυρίων μάρκων για την κατασκευής της θεωρήθηκε υπέρογκο από τους Ναζί κι όταν ανέβηκαν στην εξουσία πέρασαν τους εργολάβους από δίκη. Στις μέρες μας πάντως, ένα από τα θετικά που έφερε η νέα διοίκηση, είναι ότι κάθε εργασία συντήρησης πραγματοποιείται στο πλάτος της πίστας και δεν διορθώνεται τοπικά, έτσι ώστε η πρόσφυση να έχει διακυμάνσεις μονάχα στο μήκος. Να μην δημιουργούνται δηλαδή διάδρομοι. Από το τέλος της δεκαετίας του ’20 που δημιουργήθηκε η πρώτη μορφή της πίστας, είναι ένας μικρός θρύλος ότι η πρόσφυση δεν ήταν ποτέ ενιαία σε όλο το μήκος της. Άλλωστε, ένας από τους σκοπούς της μεγάλης διαδρομής είναι να προσομοιάζει την εμπειρία ενός κανονικού δρόμου, αλλά με την ασφάλεια της κλειστής διαδρομής.

Στις μέρες μας, η μορφή της πίστας έχει δεχτεί διαδοχικές αλλαγές, από τότε που πρωτοδημιουργήθηκε, αναπόφευκτο άλλωστε όλα αυτά τα χρόνια με τις αλλαγές σε χρήση που της επιβλήθηκαν. Τελευταία φορά που χρησιμοποιήθηκε σε αγώνα της F1 ήταν το ’76, όταν το ατύχημα του Niki Lauda την έθεσε αυτόματα εκτός διοργάνωσης, με τις μοτοσυκλέτες ν’ ακολουθούν το ’80. Με μία δόση ειρωνείας, ο Niki είχε ξεκινήσει μόνος του μία εκστρατεία να σταματήσουν οι αγώνες F1 στην πίστα, καθώς πίστευε ότι είναι αδύνατο να φτάσουν έγκαιρα τα σωστικά συνεργεία σε περίπτωση ατυχήματος. Οι οδηγοί δεν τον υποστήριξαν με την ψήφο τους, το ατύχημα τελικά το έπαθε ο ίδιος και όπως είχε προβλέψει σώθηκε, αν και άσχημα τραυματισμένος, από τις ενέργειες των άλλων οδηγών. Μετά από αυτό ξεκίνησαν οι εργασίες για την κατασκευή ενός νέου circuit που πήρε ένα τμήμα από την παλιά διαδρομή.

Τώρα λοιπόν υπάρχει η κανονική πίστα και η μεγάλη, βόρεια ιστορική διαδρομή, με την μορφή που απέκτησε από το ’83 και μετά. Σ’ αυτή την διαδρομή είναι που μπαίνεις με το σύστημα των διοδίων με το όχημά σου, για να ολοκληρώσεις τα 20,81 χιλιόμετρα από τα οποία βέβαια τα τελευταία μέτρα είναι ανεκμετάλλευτα, καθώς πρέπει να βγεις να πληρώσεις εκ νέου και να ξανά μπεις. Έτσι, οι χρόνοι μετρούνται ανάμεσα στις δύο γέφυρες, αμέσως μετά από την εκκίνηση και λίγο πριν το τέλος της ευθείας, ώστε να έχεις χρόνο να επιταχύνεις στην αρχή και να φρενάρεις στο τέλος, με το συνολικό μήκος που διανύεις να είναι 19,1 χιλιόμετρα. Επίσημη χρονομέτρηση τις ημέρες του κοινού δεν υπάρχει και επειδή ο καθένας δηλώνει ότι χρόνο θέλει αυτός, έχει επικρατήσει να αποδεικνύεις τα λεγόμενά σου με video.

Andy Carlile: Η ιστορία του ανθρώπου που κατέχει το ρεκόρ μοτοσυκλέτας

Είχαμε κανονίσει να μιλήσουμε με τον Andy την δεύτερη μέρα που θα ήμασταν κοντά στο Nordschleife, όταν θα επέστρεφε και ο ίδιος από τις υποχρεώσεις της RSR στην οποία εργάζεται ως οδηγός και δάσκαλος. Η επαφή έγινε μέσω μίας κοινής μας γνωριμίας, καθώς είναι δύσκολο να τον εντοπίσεις αφού αποφεύγει να μιλά για τον εαυτό του, και περίμενα να μας συστήσουν καθώς αγνοούσα τα χαρακτηριστικά του. Φωτογραφίζαμε το H2 στο δρόμο, όταν σταμάτησε απότομα ένα Skyline και ο οδηγός του μου απηύθυνε τον λόγο, σαν να γνωριζόμαστε χρόνια. Ήταν ο Andy που αποφάσισε να συστηθεί μόνος του. Δύσκολα τον βρίσκεις, εύκολα όμως γίνεσαι φίλος του!

Ο Andy πήγε στο "ring" πρώτη φορά πριν από έξι χρόνια, και ερωτεύτηκε το μέρος κατευθείαν. Επέστρεψε για να εργαστεί σε έναν ξενώνα, αγοράζοντας ένα πάσο απεριόριστων διαδρομών, για να μπορεί να τρέχει σε κάθε κενό που έβρισκε. Μαθαίνοντας όμως την πίστα, ήρθε και η αναγνώριση από τους χρόνους που έχτιζε και γρήγορα βρήκε μία θέση στην RSR, μία εταιρία που διοργανώνει track days και κάθε δραστηριότητα με αντικείμενο την πίστα, που πιστέψτε με, είναι δομημένη με τον πιο φιλελεύθερο τρόπο που υπάρχει. Κι αυτό είναι ένα από τα στοιχεία της επιτυχίας της. Ο Andy έχει εργαστεί και σε αγγλικό περιοδικό μοτοσυκλέτας, με το οποίο η συνεργασία έληξε μόλις άρχισε να περνά σαν σταματημένους όλους τους δημοσιογράφους που υπέγραφαν τις δοκιμές. Πράγμα που δεν είναι κακό, αλλά διαφορετικά το αντιμετώπισαν και οι ίδιοι. Πλέον όμως βρίσκεται κάθε σεζόν στο Nürburgring, στο οποίο πηγαίνει οδικώς με μία BMW M3 που έχει roll bar και ένα bucket κάθισμα. Στο δρόμο δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα, ενώ πλέον τον γνωρίζουν και στο τοπικό τμήμα του Nürburg, το οποίο δεν φημίζεται για την ελαστικότητα του, όμως διαθέτουν μία ειδική κατηγορία για οδηγούς σαν τον Andy και κάποιες φορές του την χαρίζουν..

Ζήτησα από τον Andy Carlile, να μας δώσει μερικές επιγραμματικές συμβουλές για όποιον έρχεται για πρώτη φορά στο Nordschleife, καθώς η γνώμη του έχει ιδιαίτερη βαρύτητα:

"- Τα περισσότερα ατυχήματα γίνονται σε στροφές με μικρή ταχύτητα. Σου λένε όλοι να προσέχεις συγκεκριμένα τμήματα και μετά μπαίνεις σε μια στροφή με 70, ενώ είναι το πολύ για 60 και πέφτεις. Για πρώτη φορά οδήγησε, παντού, πιο κάτω από αυτό που νομίζεις

- Δεν γίνεται να μάθεις την πίστα σε μία επίσκεψη, ακόμα κι αν μείνεις μέρες. Χρειάζεται ολόκληρη σεζόν. Βγάλε από το μυαλό σου το χρόνο και απόλαυσέ την!

- Η πρόσφυση αλλάζει συνέχεια. Μην την θεωρείς ποτέ δεδομένη

- Πρόσεχε τα αυτοκίνητα, δεν έχουν μάθει να δημιουργούν χώρο για τις μοτοσυκλέτες. Αν είναι πολλά την ημέρα που θα έρθεις, ίσως να είναι καλύτερα να μην μπεις και μέσα!

- Η βροχή σε αυτή την πίστα, είναι ο κρυπτονίτης της μοτοσυκλέτας. Σε συνδυασμό με την πρόσφυση που αλλάζει συνέχεια, είναι η καλύτερη συνταγή για πτώση. Να το θυμάσαι καλά αν σκοπεύεις να μπεις ενώ βρέχει"

Έτσι τέλειωσε η δοκιμή που ξεκίνησε με ήλιο, με το χιόνι να κλείνει για τα καλά την πίστα… Προλάβαμε κυριολεκτικά «στο τσακ» να την ευχαριστηθούμε!

 

Ο γερμανικός, "δημοκρατικός" τρόπος δουλειάς

Γύρω από την πίστα έχουν στηθεί επιχειρήσεις που θυμίζουν, αν κι αμυδρά, μαφιόζικους κανόνες επιχειρηματικότητας. Υπάρχει ένα βενζινάδικο και ορισμένες πολύ καλές ιστορίες για εκείνους που πήγαν να ανοίξουν δεύτερο… Μία εταιρεία με γερανούς βγάζει τα τρακαρισμένα αυτοκίνητα από την πίστα, που είναι πολλά, με κόστος 150 ευρώ την διαδρομή. Υπάρχουν επίσης μερικές καλές ιστορίες για άλλους που αγόρασαν γερανούς για να κάνουν αυτή τη δουλειά. Η πίστα έχει έναν μικρόκοσμο γύρω της, με φωτεινές και σκοτεινές πλευρές, αλλά μαγικό που αξίζει να τον γνωρίσεις… το λιγότερο!

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                          Kawasaki H2
Αντιπρόσωπος:
TEOMOTO Α.Ε
Τιμή:
€27990
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.070
Ύψος (mm):
1.160
Μεταξόνιο (mm):
1.450
Απόσταση από το έδαφος (mm):
130
Ύψος σέλας (mm):
830
Ίχνος (mm):
108
Γωνία κάστερ (˚):
25,1
 
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
χωροδικτύωμα
Πλάτος (mm):
770
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
- / 228kg
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, τετρακύλινδρος υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ, υπερτροφοδότηση
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
76 X 55
Χωρητικότητα (cc):
998
Σχέση συμπίεσης:
8,3:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
200/14.000
Ροπή (kg.m/rpm):
 
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός ride by wire
Σύστημα εξαγωγής:
4-1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια/1,551
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με αλυσίδα/2,333
 
Σχέσεις
1η
3,188
2α
2,526
3η
2,045
4η
1,727
5η
1,524
6η
1,348
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ Uni-Track με piggyback
Διαδρομή (mm):
 
Ρυθμίσεις:
Πλήρεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
6,0 Χ 17
Ελαστικό:
190/65-17
Πίεση:
38
ΦΡΕΝΟ
Μονός δίσκος 250mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και KIBS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Οθόνη LCD με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές, ολικός και δύο μερικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία κινητήρα και περιβάλλοντος, ΚΙBS, KTRC, KQS, KEBC, KLCM, ESD
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
-/43
Ρυθμίσεις:
Πλήρεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 Χ 17
Ελαστικό:
120/60-17
Πίεση:
32
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 330mm με τετραπίστονες ακτινικές δαγκάνες και KIBS
 
 
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
0,7
Πραγματικά
0,74
0,79
 

 

Δοκιμή και συγκριτικό Yamaha Tracer 700

Το Tracer της διπλής χρήσης! (ΜΟΤΟ τ.606 2020)
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

8/12/2021

 

Το Yamaha Tracer 900 έχει πάνω του όλα τα φώτα της δημοσιότητας, όμως το μικρότερο και φτηνότερο Tracer 700 έχει εξίσου δυνατά χαρτιά στα χέρια του, όπως θα διαπιστώσετε διαβάζοντας τη δοκιμή και το συγκριτικό που αναδημοσιεύουμε από το τ. 606 του περιοδικού ΜΟΤΟ και φυσικά είναι το πληρέστερο που υπάρχει σε όλο το διαδίκτυο:

 

 

Πόση μοτοσυκλέτα παίρνεις στα μεσαία κυβικά; Αν υπήρχε τρόπος να το μετρήσεις απλοϊκά, το Tracer θα ξέφευγε πολύ από τον μέσο όρο, γιατί πρόκειται στην πράξη για δύο μοτοσυκλέτες. Μία 125 για μέσα στην πόλη και μία μεσαία για ταξίδια και γρήγορες βόλτες! Το Tracer 700 είναι δύο σε ένα και τα κάνει όλα εξίσου καλά!

 

Πριν ακόμη βγει στην παραγωγή το Tenere, όταν μάλιστα η προετοιμασία του δεν ήταν κάτι παραπάνω από φήμη για όλους τους υπόλοιπους εκτός της Yamaha που το προετοίμαζε, άρχισε να διαφαίνεται ο φόβος τους για δημιουργία εσωτερικού ανταγωνισμού. Το φόβο αυτό τον αποκαλύπταμε στο ΜΟΤΟ το 2016, στο τεύχος 564 κατά την δοκιμή της πρώτης γενιάς Tracer 700. Πολύ πριν δούμε το Tenere δηλαδή και καταστεί υπαρκτός πλέον ο φόβος αυτός. Είναι ξεκάθαρο πως η Yamaha φοβάται την περίπτωση να δημιουργηθεί εσωτερικός ανταγωνισμός, και έχει υιοθετήσει ανάλογη στρατηγική επικοινωνίας. Γιγαντώθηκε η προσπάθεια να τονιστούν οι ταξιδιωτικές δυνατότητες του Tracer 700, μία προσπάθεια που είχε ξεκινήσει από το πρώτο του λανσάρισμα, προβλέποντας ακριβώς αυτή την στιγμή. Το Tracer 700 όμως, είναι στην πράξη μία απίθανη καθημερινή μοτοσυκλέτα και για τα δεδομένα της Ελλάδας έχει και ικανότητες για σπορ τουριστική χρήση, ιδιαίτερα αν εξαιρέσουμε τους ελάχιστους αυτοκινητόδρομους που έχουμε εμείς εδώ. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι μπορούν να το δουν διαφορετικά, εμείς εδώ όμως χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες με τρόπο που δεν συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη και οφείλουμε να κρίνουμε τις μοτοσυκλέτες αντίστοιχα.

Στην πράξη η Yamaha δεν θα πρέπει να φοβάται για εσωτερικό ανταγωνισμό, γιατί Tracer 700 και Tenere 700 είναι μακρινά ξαδέρφια κι όχι αδέρφια, για να έχουν λόγο να εμπλακούν σε διαμάχες για "κληρονομικά". Το Tracer 700 έχει βελτιωθεί σε πολλά σημεία, από όσα είχαμε αναφέρει το 2016, ένα όμως αξίζει ιδιαίτερης μνείας, η εμφάνιση. Δεν έχει σημασία αν σου αρέσει ή όχι η μούρη με τα λεπτά, σχιστά μάτια που σχηματίζουν οι προβολείς, λες και βλέπεις Ιάπωνα που δοκιμάζει την πρώτη κουταλιά σούπας στην οποία έχει πέσει υπερβολικά πολύ λεμόνι… Εμένα μου αρέσουν ακόμη και οι προβολείς από κάτω και βρίσκω την εμφάνιση του εντυπωσιακή και μοντέρνα. Το καλό επίσης είναι πως για πρώτη φορά το Tracer 700 ξεχωρίζει από τον μεγαλύτερο αδερφό του, για πρώτη φορά έχει την δική του προσωπικότητα. Λέμε συχνά εδώ στο ΜΟΤΟ πως η Yamaha είναι η πιο ευρωπαϊκή από τους Ιάπωνες και ο βασικός λόγους που την κάνει να ξεχωρίζει, είναι η σχεδίαση.

Μονάχα η Honda εμπλέκει επίσης τόσους πολλούς Ευρωπαίους στον σχεδιασμό των μοντέλων και παρόλο που έχει δείξει τεράστια όρεξη να πάρει ρίσκο προς κάτι ριζοσπαστικό εμφανισιακά, τις περισσότερες φορές το πράττει προς την λάθος κατεύθυνση, όπως με το Vulcan για παράδειγμα. Η Yamaha από την άλλη ξέρει να σχεδιάζει όμορφες και μοντέρνες μοτοσυκλέτες και το Tracer 700 είναι το νεότερο παράδειγμα. Θεωρούσα επιβεβλημένο να μην μοιάζει με το 900, γιατί μπορεί η δημιουργία κοινού οικογενειακού προφίλ να είναι η πεπατημένη που ακολουθούν όλοι οι κατασκευαστές, όμως η πιστή αντιγραφή πρέπει να αποφεύγεται.

Το 700 καταφέρνει να είναι και Tracer αλλά και μοναδικό, ενώ κρίνοντας από τις αντιδράσεις του κόσμου -έστω κι αυτές τις λίγες εξαιτίας των ημερών που έγινε η δοκιμή- η νέα σχεδίαση είναι και πετυχημένη. Μάλιστα τα πλαστικά στο πλάι που κρύβουν την τροφοδοσία του κινητήρα είναι πιο ποιοτικά από του Tenere, και όπως η προηγούμενη έκδοση, το Tracer 700 είναι συνολικά ένα σκαλί πιο πάνω από το MT-07. Ένα σκαλί μόνο, δεν ξεφεύγει με τεράστια διαφορά και το σαγρέ πλαστικό καπάκι που καλύπτει το ρεζερβουάρ, είναι αμφίβολο για το πόσο θα κρατήσει την σπιρτάδα του μαύρου χρώματος.

Όλες τις ώρες Tracer!

Για τους περισσότερους αυτή είναι μία λεπτομέρεια που δεν έχει μεγάλη σημασία, μπροστά σε έναν κινητήρα που έχει αποδείξει την αξιοπιστία του και είναι από μόνος του μία δυνατή δικαιολογία να αποκτήσει κανείς το Tracer 700. Ο δικύλινδρος crossplane που αποδίδει από πολύ χαμηλά και έχει και διάρκεια στροφών, είναι το πρώτο πράγμα που κάνει το Tracer 700 να ξεχωρίζει από τον άμεσο ανταγωνισμό, όπως θα δείτε στο περιεκτικό συγκριτικό που ακολουθεί. Για να περάσουν τις προδιαγραφές Euro 5 που δίνουν μεγαλύτερη έμφαση σε ένα συγκεκριμένο φάσμα στροφών, εκτός από την χαρτογράφηση άλλαξε και η τελική μετάδοση κονταίνοντας αρκετά. Όμως τα αποθέματα ροπής στις χαμηλές στροφές και η ευστροφία δεν υπερ-ενισχύονται από τα δύο λιγότερα δόντια στο πίσω γρανάζι και δεν έφτασε το Tracer να γίνει πιο απότομο από αυτό που θα έπρεπε. Ίσα ίσα, που η αλλαγή στην χαρτογράφηση και η οριακά μικρότερη ιπποδύναμη, έχουν εξομαλύνει την συμπεριφορά του συγκριτικά με το προηγούμενο μοντέλο.

Οι σούζες ισχύος, εκείνες που δεν τραβάς τιμόνι για να έρθουν κι απλά τις προκαλείς με τον ρυθμό περιστροφής της γκαζιέρας, εξακολουθούν να είναι κυρίαρχες όπως και σε όλη την σειρά MT. Τράβηγμα στο τιμόνι χρειάζεται πλέον όταν το σηκώνεις ενώ έχεις τρίτη στο κιβώτιο, και ένα από τα πιο διασκεδαστικά πράγματα με το Tracer 700, παραμένει το "ταξίδι" για μεγάλες αποστάσεις στον πίσω τροχό! Το καλό ζύγισμα είναι το άλλο στοιχείο που σε βοηθά τόσο στις σούζες, όσο και στην καθημερινότητα, αλλά πριν από αυτό είναι η καλή λειτουργία του ψεκασμού που σου δίνει πάντα εκείνο το γκάζι που θα του ζητήσεις. Η απόκριση θα γίνει απότομη μόνο σε γενναία περιστροφή τις γκαζιέρας από λίγες στροφές, αλλά δεν είναι κάτι που θα του δώσεις σημασία από την στιγμή που είναι μία πολύ συγκεκριμένη συνθήκη. Για πιο λόγο άλλωστε να ανοίξεις τέρμα το γκάζι από χαμηλά, αν όχι γιατί αποζητάς την άμεση ανταπόκριση από το Tracer; Σε όλο το υπόλοιπο φάσμα στροφών, έχεις πάντα ακριβώς το γκάζι που θέλεις και μάλιστα με μία αμεσότητα που ξεφεύγει από τα δεδομένα των εν σειρά δικύλινδρων και υπακούει στους V. Πρόκειται για ένα από τα πράγματα που η Yamaha έχει πετύχει διάνα με τον συγκεκριμένο κινητήρα, να συνυπάρχει η ευστροφία με μία αρκετά γραμμική απόκριση και στο τέλος να οδηγείς ένα V στις χαμηλές στροφές και ένα εν σειρά στις ψηλότερες.

Η Yamaha λέει και την απόλυτη αλήθεια για το βάρος, όπως αποδείχτηκε στις ζυγαριές του ΜΟΤΟ, καθώς πεντακόσια γραμμάρια παραπάνω που μετρήσαμε εμείς είναι αμελητέα διαφορά. Αν και τα τελευταία χρόνια, στις τόσες δεκαετίες που ζυγίζουμε μοτοσυκλέτες, οι εταιρείες παρουσιάζουν ολοένα και μικρότερες αποκλίσεις, εξακολουθεί να είναι σπάνια η ταύτιση, όπως συμβαίνει με το Tracer 700. Μικρό βάρος και μαζεμένες διαστάσεις, θα αποτελέσουν τα αγαπημένα χαρακτηριστικά κάθε ιδιοκτήτη. Προσθέτεις το καλό ζύγισμα και το μεγάλο κόψιμο τιμονιού με ένα εξίσου φαρδύ τιμόνι που δημιουργεί εκπληκτικό μοχλό, κι αμέσως έχεις την απόλυτη καθημερινή μοτοσυκλέτα! Η δοκιμή του Tracer ξεκίνησε με την διαδικασία του στρωσίματος, κυριολεκτικά από μηδέν χιλιόμετρα στον ολικό χιλιομετρητή. Αυτό σήμαινε πως τα πρώτα του χιλιόμετρα θα ήταν διαφορετικά από αυτό που κανονικά θα κάναμε ξεκινώντας την διαδικασία της δοκιμής, παρατείνοντας την επαφή μας μαζί του. Ξεκινώντας από ένα ταξίδι όπου ενσωματώσαμε την διαδικασία στρωσίματος, όπως την έχουμε περιγράψει πολλές φορές στο ΜΟΤΟ, επιστρέψαμε σε μία άδεια μεγαλούπολη, που οι δρόμοι της ήταν λες και αντιμετωπίζεις έναν δεκαπενταύγουστο διαρκείας.

Το πρόβλημα με το Tracer ήταν πως όλα αυτά φάνηκαν πολύ εύκολα, σου δημιουργούσε την εντύπωση πως δεν το υποβάλλεις σε αρκετά σκληρή δοκιμασία για να το εκτιμήσεις αντίστοιχα! Μία αλλαγή νομού ισούται με καμία και η κίνηση στους δρόμους της πόλης θέλει μποτιλιάρισμα επιπέδου που αποτελεί είδηση στα κανάλια, για να πεις πως δυσκολεύει η καθημερινότητά σου ή ζορίζει το ταξίδι στην σέλα του Tracer 700! Ήταν από πριν μία πολύ εύκολη μοτοσυκλέτα, όπως ακριβώς και η street ΜΤ-07 που τόσο έχουμε αγαπήσει – και ταλαιπωρήσει- όσο την είχαμε για long term δοκιμή. Τώρα έγινε ακόμη πιο απόλυτη σε αυτό που μπορεί να σου προσφέρει κάθε μέρα. Θέση οδήγησης, καλύτερη σέλα και ένα ξεκάθαρο οπτικό πεδίο που τίποτα απολύτως δεν σε περιορίζει, ιδιαίτερα με την ζελατίνα στην τέρμα κάτω θέση της, μεταμορφώνουν  το Tracer σε ένα κανονικό Supermoto! Μέσα στην πόλη κινείται με την ευκολία παπιού και στο χέρι σου είναι να διατηρήσεις και την αντίστοιχη ταχύτητα ελιγμών! Είχα καιρό να πέσω σε μοτοσυκλέτα που είναι σταθερή, με το κοντέρ να γράφει διακόσια και ταυτόχρονα να οδηγείται στην πόλη ακριβώς όπως κι ένα μοτοσυκλετάκι 125 κυβικών, δίχως καμία υπερβολή σε αυτό. Κι ενώ η διαφορά χαρακτηριστικών με το προηγούμενο Tracer 700 είναι πολύ μικρή, η διαφορά σε αίσθηση είναι μεγάλη και η γεωμετρία της θέσης οδήγησης, η αλλαγμένη σχεδίαση του μούτρου και το φαρδύτερο τιμόνι, είναι αρκετά για να την δεις σαν κάτι καινούριο. Στις μανούβρες, στο παρκάρισμα, σε κάθε χωροταξική διευθέτηση που υπάρχει περίπτωση να υποβάλεις το Tracer, το κάνεις ακριβώς με την ίδια ευκολία μίας μοτοσυκλέτας με πολύ λιγότερα κυβικά. Κι ευτυχώς τα κυβικά αυτά φαίνονται εκεί που τα θέλεις, στον δρόμο!

Γρήγορα παντού!

Το καλύτερο στοιχείο του Tracer 700 είναι οι γρήγορες βόλτες σε επαρχιακό δρόμο. Ναι και το ταξίδι και ο αυτοκινητόδρομος δεν το κουράζουν, όπως δεν σε κουράζει κι εσένα το Tracer, αλλά η Yamaha υπερβάλλει λίγο προσπαθώντας να το αναδείξει ως τουριστική μοτοσυκλέτα. Μία καθημερινή μοτοσυκλέτα που ταξιδεύει κιόλας ναι, μία καθημερινή μοτοσυκλέτα για γρήγορες -σε ρυθμό- βόλτες, ακόμη καλύτερα. Φανταστείτε πως ακριβώς όπως και στο προηγούμενο Tracer 700, οι αποστάτες των μαρσπιέ είναι αρκετά μεγάλοι με αποτέλεσμα να ξύνει ακριβώς στις 45ο μοίρες, που είναι το άτυπο σύνορο που έχουν βάλει οι εταιρείες των ελαστικών. Από εκεί και πάνω κάθε αύξηση στην γωνία κλίσης έχει να κάνει με την πρόσφυση που προσφέρει ο δρόμος. Αυτό ισχύει βέβαια από την πρώτη κιόλας μοίρα κλίσης, αλλά ας μην ανακατεύουμε τα αυτονόητα, ας θεωρήσουμε ένα βασικό επίπεδο πρόσφυσης, που όλοι μας ξέρουμε ποιο είναι αυτό στην Ελλάδα, και όλα τα ελαστικά εκεί έξω μπορούν σε αυτή την συνθήκη να σου επιτρέψουν τις 45ο μοίρες κλίσης. Τα Michelin της πρώτης τοποθέτησης χρειάζεται να ζεσταθούν αρκετά, αλλά αμέσως μετά εύκολα μπορούν να ανέβουν πολύ πιο πάνω από αυτό κι έτσι για μία ακόμη φορά, το πρώτο πράγμα που θα φαγωθεί στο Tracer 700 πριν από τα γρανάζια τελικής μετάδοσης και την φθηνή αλυσίδα, πριν ακόμη και από τα ελαστικά, είναι οι αποστάτες των μαρσπιέ! Δεν χρειάζεται καμία μεγάλη προσπάθεια για να τους βυθίσεις στην άσφαλτο και να τους δεις να εξαφανίζονται χιλιοστό – χιλιοστό.

Λίγη εμπιστοσύνη στο Tracer 700 και είσαι έτοιμος από την πρώτη κιόλας στιγμή. Στο θέμα της εμπιστοσύνης, είναι που το πιρούνι δέχεται το πρώτο σχόλιο κι όχι πριν αρχίσεις να οδηγείς γρήγορα. Ο κόσμος θέλει να το καταδικάσει από την αρχή ακόμη, απλά και μόνο επειδή είναι συμβατικό και όχι ανεστραμμένο. Πράγματι αυτό θέτει περιορισμούς, αλλά μόνο στην εξής συνθήκη: Μπροστά μας υπάρχει στροφή που με ένα σβέλτο ρυθμό οδήγησης την προσεγγίζεις με εξήντα – εβδομήντα χιλιόμετρα. Οδηγώντας φυσιολογικά θα έμπαινες με ακόμη λιγότερα. Και τώρα είσαι με σχεδόν ενενήντα. Με ένα πολύ δυνατό φρενάρισμα που θέλεις να το κρατήσεις μέχρι την κορυφή, αμολώντας την πίεση στην μανέτα εμπρός σταδιακά, διατάζεις το Tracer να βουτήξει καρφώνοντας τον αποστάτη του μαρσπιέ στην άσφαλτο κι αμέσως μετά να κάνει τον ίδιο με τον άλλο, αλλάζοντας κατεύθυνση για την επόμενη διαδοχική στροφή. Με βάση αυτή την συμπεριφορά στις στροφές, θα θέλεις ένα καλύτερο πιρούνι και κυρίως μία λιγότερο απότομη επαναφορά, που στο ανεστραμμένο θα ήταν σίγουρα έτσι. Πρέπει κανείς να αναρωτηθεί λοιπόν και να είναι και ειλικρινείς με την απάντηση που θα δώσει στην εαυτό του, αν είναι αυτή η αντιμετώπιση που θα έχει στις στροφές, να τις προσεγγίζει με πολλά περισσότερα χιλιόμετρα δηλαδή.

Αν ναι, τότε το πιρούνι του Tracer δεν είναι καλό και θα πρέπει να το αλλάξει, αν όμως θέλει απλά να αναθεωρήσει σιγά – σιγά τα όριά του, να οδηγεί με την ενεργητική ασφάλεια που του παρέχει μία ανάρτηση με αρκετά γραμμική συμπεριφορά και ικανοποιητικές αποσβέσεις για έως και σβέλτο ρυθμό, τότε δεν χρειάζεται τίποτα παραπάνω από το συγκεκριμένο πιρούνι. Αργότερα όταν εξερευνήσει τα όρια με ασφάλεια και αρχίσει να ζητά περισσότερα, ας προχωρήσει και σε αναβάθμιση. Το αμορτισέρ από την άλλη είναι όπως και στο προηγούμενο μοντέλο, δείχνει την πρόθεση της Yamaha να κρατήσει χαμηλά το κόστος, ή να αυξήσει το κέρδος της, δείτε το όπως θέλετε. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, προσδίδει κινητικότητα χωρίς να είναι απαραίτητο. Έχει γρήγορη επαναφορά και η απόσβεση συμπίεσης δεν είναι γραμμική, που σημαίνει πως μικρές ανωμαλίες δεν είναι ζήτημα, αλλά αν περάσεις με ταχύτητα πάνω από κάποιο σαμαράκι, και δεν εννοώ εκείνα που βρίσκονται επίτηδες στον δρόμο για να σε αποτρέψουν να τρέχεις, τότε η συμπίεση πίσω προβληματίζει. Σε καμία περίπτωση δεν γίνονται επικίνδυνα τα πράγματα, διαφορετικά δεν θα το συζητούσαμε σε αυτό τον τόνο, αλλά είναι από τα πρώτα σημεία που θα αναβάθμιζα μετά από μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα και την φυσιολογική φθορά που έρχεται με την χρήση. Είναι καλό που η Yamaha πρόσθεσε την ρύθμιση επαναφοράς στο αμορτισέρ, στοιχείο που δείχνει πως ακούει έστω κι εμάς τους λίγους που τα λέγαμε από το πρώτο Tracer 700. Κι ενώ πράγματι βελτιώνεται η κατάσταση ρυθμίζοντας την επαναφορά, από ένα σημείο και μετά αρχίζει να φαίνεται περισσότερο η κοφτή απόσβεση συμπίεσης και καταλήγουμε στο ίδιο συμπέρασμα. Δεν χρήζει άμεσης βελτίωσης, δεν είναι κάτι στο οποίο πρέπει να δώσει κανείς μεγαλύτερη βάση, πέρα από μία αναβάθμιση με το πέρας του χρόνου.

Unstoppable?

Το ABS από την άλλη δεν είναι κάτι που μπορείς να βελτιώσεις με ευκολία και στο νέο Tracer 700 δυστυχώς δεν έχει διαφοροποιηθεί αισθητά από τον προκάτοχο. Απλά διεκπεραιώνει την αποστολή του σε στεγνή άσφαλτο και θέλει προσοχή στο βρεγμένο. Την ίδια προσοχή που θα πρέπει να δείχνει κανείς όταν οδηγεί με βροχή, μην πει δηλαδή πως επειδή υπάρχει ABS θα κάνει τα χέρια του σαν του Playmobil και θα συμπεριφερθεί στην μανέτα του μπροστινού φρένου σαν το ελατήριο γυμναστικής, χουφτώνοντάς την με όλα τα δάχτυλα ασκώντας όλη την δύναμή του. Εδώ στην κλειστή παρέα αναγνωστών του ΜΟΤΟ ξέρουμε πλέον πως αυτή η συμπεριφορά στο μπροστινό φρένο συγχωρείται στην εποχή μας. Τα τελευταία τέσσερα και κυρίως τα τελευταία δύο χρόνια, έχουμε ABS που κάνουν θαύματα. Δυστυχώς ο κόσμος στην προσπάθειά του να ομαδοποιήσει την πληροφορία που στην εποχή μας τον βομβαρδίζει κάθε στιγμή της ημέρας, τείνει να προσδώσει καθολικότητα και στο επίπεδο τεχνολογίας κάθε μοτοσυκλέτας. Δεν είναι όλα τα ABS ίδια, και του Tracer δεν είναι από εκείνα που καθιστούν επικίνδυνη την χρήση του φρένου, απεναντίας βοηθά στην αποφυγή μπλοκαρίσματος.

Όμως παρουσιάζει έντονη ανάδραση στην μανέτα και αμολά απότομα την πίεση, που σημαίνει πως στο φρενάρισμα πανικού σε στεγνό οδόστρωμα δεν πρόκειται να πέσεις από μπλοκάρισμα του εμπρός φρένου. Όμως ανάλογα με την πρόσφυση μεγαλώνει η απόσταση φρεναρίσματος, ευτυχώς όχι όπως κάποτε με τα πρώτα Transalp ABS για παράδειγμα, ώστε να χαρακτηριστεί επικίνδυνο. Ψάχνοντας τα όρια στο φρενάρισμα και περίπου με 140 στο κοντέρ, το δυνατό εμπρός φρένο θα οδηγήσει σε ανύψωση του πίσω τροχού, ευτυχώς όχι από στιγμιαίο μπλοκάρισμα του εμπρός, αλλά απλά από την μεταφορά βάρους με την αλλαγή γεωμετρίας και την βύθιση της εμπρός ανάρτησης. Η ανύψωση του πίσω τροχού σημαίνει πως το ABS δεν έχει αντίστοιχη αποτροπή, μιας και δεν υπάρχει αντίστοιχα και μονάδα IMU που να μετρά την κλίση της μοτοσυκλέτας. Απλά πράγματα λοιπόν, ένα ABS που διεκπεραιώνει την εντολή για φρενάρισμα από τον αναβάτη και αναρτήσεις που πηγαίνουν ένα βήμα παρακάτω, τα οποία προσπαθούν να ανταπεξέλθουν και στην γρήγορη οδήγηση και τα καταφέρνουν ως ένα ικανοποιητικό βαθμό που ξεπερνά τις ικανότητες του μέσου όρου.

Το πρώτο Tracer 700 είχε πολύ καλή ευστάθεια ακόμη και στις υψηλές ταχύτητες και συνεχίζει ακριβώς το ίδιο και τώρα. Αυτό σημαίνει πως δεν προκύπτουν ταλαντώσεις από μόνες τους, ενώ στην οδήγηση με πολύ δυνατό πλευρικό αέρα καταφέρνει να αποσβέσει και τις περισσότερες από όσες δημιουργούνται από τις ακανόνιστες ριπές. Αυτό είναι επίτευγμα για την γρήγορη γεωμετρία και το μικρό βάρος του Tracer, ενώ για να δεις κάποια απότομη συμπεριφορά θα πρέπει να επιχειρήσεις ελιγμούς κατά την επιτάχυνση κρατώντας το γκάζι ανοικτό κι όλα αυτά μονάχα από τα 160 χιλιόμετρα και πάνω. Ακόμη και αλλάζοντας λωρίδες με το κοντέρ να γράφει διακόσια και την γκαζιέρα στο τέρμα, το Tracer ανταποκρίνεται όπως θα περίμενε κανείς, νευρικά δηλαδή αλλά σταθερά και πάλι, ενώ αν κλείσεις το γκάζι χάνεται και κάθε νευρικότητα! Μετά από 2.000 χιλιόμετρα στην σέλα του και με τον καιρό να περνά από όλες τις εποχές σε αυτό το διάστημα, η ολοκληρωμένη εικόνα για το Tracer 700 είναι εξόχως θετική. Στην σέλα του κάθεσαι για ώρες χωρίς κανένα πρόβλημα, κι ακόμη κι αν αρχικά πεις πως θα ήθελες τα μαρσπιέ να κατέβουν λίγο πιο κάτω, στην πράξη μετά από λίγο το ξεχνάς. Με διαφορά πολύ φαρδύ τιμόνι για ιαπωνική μοτοσυκλέτα, που έχουν την τάση οι Ιάπωνες να φέρνουν τους αγκώνες κολλητά στα πλευρά σου, κάθεσαι άνετα όλες τις ώρες ενώ απολαμβάνεις και τους προβολείς με πολύ καλή απόδοση το βράδυ.

Η δέσμη πιάνει όλο το πλάτος του δρόμου και το εσωτερικό της στροφής καλύπτεται ομοιόμορφα χωρίς σκιάσεις. Αυτό σημαίνει πως όταν η μέρα τελειώσει, συνεχίζεις στους θεοσκότεινους επαρχιακούς δρόμους της Ελλάδας να οδηγείς κρατώντας τον ρυθμό σου. Η κάλυψη από την ζελατίνα είναι επίσης ικανοποιητική, δεν κλέβει τα σκήπτρα της κατηγορίας, αλλά κάνει την δουλειά της. Στην τέρμα κάτω θέση εξαφανίζεται από μπροστά σου και σε αφήνει να οδηγείς όρθιος στα μαρσπιέ, αν σκεφτείς να πατήσεις χώμα στα στενά όρια που θέτει η street καταβολή του και φυσικά τα ελαστικά. Και για κάθε μέρα όμως, η τέρμα κάτω θέση εξαφανίζει την ζελατίνα από μπροστά σου, ενώ συνεχίζει να ανακατευθύνει επαρκώς τον αέρα, χωρίς να δημιουργούνται στροβιλισμοί στο κράνος. Τέρμα επάνω η κάλυψη επίσης βοηθά ικανοποιητικά στο ταξίδι και η μόνη παρατήρηση για την ζελατίνα, πέρα από την δύναμη που χρειάζεται για να την ρυθμίσεις με το ένα χέρι, είναι πως αν πέσεις σε λακκούβα και την έχεις τέρμα κάτω, χαλαρώνει η ασφάλιση και αρχίζεις να ψάχνεις τι είναι αυτό που τρίζει. Η συναρμογή των πλαστικών δεν πρόκειται να προκαλέσει τριγμούς πάντως. Βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο και πέρα από το επάνω άβαφο μαύρο, δεν υπάρχει παρατήρηση για τα υπόλοιπα. Ο συνεπιβάτης κάθεται πίσω με άνεση και σε φυσιολογική απόσταση από τον αναβάτη, ενώ οι λίγοι κραδασμοί που έχει το Tracer μετά τις μεσαίες στροφές και τους αισθάνεται ο αναβάτης χωρίς να τον ενοχλούν, δεν φτάνουν στον πίσω. Οπότε όλα τα ταξίδια σε ελληνικό έδαφος που γίνονται κυρίως σε επαρχιακούς και με λίγες αποσκευές, όχι απλά είναι μέσα στις δυνατότητες του ανανεωμένου Tracer 700, αλλά γίνονται και ευχάριστα. Το κρυφό του ταλέντο όμως είναι η καθημερινή συμβίωση, κι εκεί υπερτερεί ακόμη περισσότερο έναντι του παρόντος ανταγωνισμού.

 

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟ YAMAHA TRACER 700-KAWASAKI VERSYS 650-CFMOTO 650MT

Παραδοσιακοί εχθροί και κλώνοι

 

Τέσσερα χρόνια πριν, το Tracer 700 δεν κατάφερε να σβήσει από τον χάρτη το Versys 650 που είχε πρόσφατα ανανεωθεί. Τώρα που το ένα δείχνει ολόφρεσκο και το άλλο δείχνει απλά την ηλικία του, θα πρέπει λογικά η ζυγαριά να γύρει πιο εύκολα σε μία πλευρά. Μόνο που το Versys 650 έχει κουβαλήσει κι έναν κλώνο του τώρα στην κόντρα, το κινέζικης κατασκευής 650MT, από την πιο επώνυμη των Κινέζων, την CFMOTO!

Στα μεσαία δικύλινδρα street με όρθια θέση οδήγησης, το Versys 650 ήταν για πολύ καιρό ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος, κυρίως γιατί είχε δύο πράγματα, έναν κινητήρα με αποδεδειγμένη αξιοπιστία, ποιοτικές αναρτήσεις και όγκο. Προφανώς αυτό μας κάνει τρία και όχι δύο. Είναι γιατί, ακόμη και τώρα, το μέγεθος στην μοτοσυκλέτα μετράει περισσότερο από εκείνο που θα έπρεπε. Ο λόγος που κάποτε το V-Strom 650 ήταν η μοτοσυκλέτα όλης της Ελλάδας και ο συνεχιστής του δεν πήρε παρά ένα μικρό ποσοστό από τις πωλήσεις. Δεν πειράζει που είχαν τον ίδιο κινητήρα, ο όγκος που χάθηκε ήταν εκείνο που έκανε την διαφορά. Το Versys δεν είναι πρακτικά πολύ μεγαλύτερο από το Tracer, φτάνει όμως που δείχνει μεγαλύτερο και που στην σέλα του κάθονται δύο αναβάτες πιο αναπαυτικά. Πέρα από τον όγκο λοιπόν που ευχαριστούσε το μάτι, και έκανε τον ιδιοκτήτη να πιστεύει πως πήρε πολλά περισσότερα από όσα έδωσε, το Versys ήταν κυρίαρχο και για άλλο λόγο, διότι πράγματι έδινε πολλά περισσότερα από αυτό που περίμενε κανείς. Πολύ ποιοτικές αναρτήσεις, με έμφαση στην άνεση και τα ταξίδια και ένας κινητήρας που έφτασε να χρησιμοποιείται σε ενιαίο πρωτάθλημα ταχύτητας στην Αγγλία, όχι για τις επιδόσεις του, αλλά για την αξιοπιστία του και τις δυνατότητες που έδινε στους μηχανικούς, με το κιβώτιο-κασέτα και τις μεγάλες ανοχές.

Η Kawasaki δίνει την παραγωγή μικρών μοτοσυκλετών για την αγορά της Ασίας σε άλλα εργοστάσια. Πάντοτε έψαχνε να βρει μία λύση να αυξήσει την γκάμα της με μοτοσυκλέτες που λύνουν πρακτικά ζητήματα και όχι θέματα πάθους. Τις μοτοσυκλέτες για πάθος τις φτιάχνουν απαράβατα οι ίδιοι, τις άλλες που είναι για τις τεράστιες αγορές της Ασίας κι έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να καλύψουν την παραγωγή, τις μοιράζουν σε διάφορα άλλα εργοστάσια. Ένα από αυτά ήταν για πολλά χρόνια της CFMOTO, που πλέον έχει συμφωνία να παράγει μοτοσυκλέτες της ΚΤΜ. Κομμάτι της αμοιβής των κινέζων ήταν τα σχέδια δικύλινδρων κινητήρων, ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν κάποια στιγμή πιο γρήγορα στην δική τους παραγωγή. Κι επειδή στην κεφαλή της CFMOTO βρίσκονται κινέζοι μοτοσυκλετιστές μεγαλωμένοι στο Λονδίνο, ήξεραν ακριβώς ποιον κινητήρα της Kawasaki θα ζητούσαν πρώτο. Κι έτσι γεννήθηκε το CFMOTO 650MT που επίσης δεν είναι καινούρια μοτοσυκλέτα και έχει αποδείξει την αξιοπιστία του κινέζικου κινητήρα της, αντιγραφή του ιαπωνικού Kawasaki.

Το θέμα του CFMOTO ήταν άλλο βέβαια, κι ένας από τους λόγους που αποτελεί την long term μοτοσυκλέτα μας για φέτος, είναι αυτός. Να μπορέσουμε να δούμε αν η σκληρή καθημερινή χρήση θα αναδείξει προβλήματα που κανονικά δεν φαίνονται. Ένα πράγμα όμως πρέπει να παραδεχτεί κανείς για το CFMOTO, είναι πολύ πιο μοντέρνο από το Versys 650 και τραβά τα βλέμματα. Ξεπερνώντας το υποκειμενικό στοιχείο, το CFMOTO είναι μοντέρνα μοτοσυκλέτα που δεν περνά απαρατήρητη και για να το γράψουμε αυτό, πέρα από την δοκιμή της πριν από καιρό, βασιζόμαστε στα 5.000 χιλιόμετρα που έχουμε κάνει μαζί της από τον Ιανουάριο. Η ερώτηση «τι μάρκα είναι αυτή», ακολουθείται αυτόματα από ερώτηση για την καταγωγή και συνοδεύει πάντα με το ίδιο επιφώνημα έκπληξης και θαυμασμού την απάντηση. Υπάρχει πολύς κόσμος εκεί έξω που ενδιαφέρεται για μοτοσυκλέτες, χωρίς να διαβάζει για μοτοσυκλέτες, κι απλά ενημερώνεται για ότι περνά από μπροστά του, οπότε η άγνοια δεν είναι εδώ το θέμα μας, αλλά η ομοιότητα στις αντιδράσεις. Το CFMOTO είναι λοιπόν ένα πιο όμορφο, πιο φθηνό Versys 650 που έτσι κι αλλιώς ήταν φθηνότερο από το Tracer. Αυτομάτως αυτό τοποθετεί τα πράγματα με μία πολύ συγκεκριμένη σειρά βάση τιμής, η χρήση θα καθορίσει τα υπόλοιπα.

Πες τί θέλεις

Ευτυχώς Tracer και Versys, κατά επέκταση και 650MT, διαφέρουν αρκετά στην χρήση για την οποία προορίζονται. Καταρχήν το Versys έρχεται με μπαγκαζιέρα και το 650ΜΤ συνοδεύει τα αντιαισθητικά κάγκελα με δύο πολύ πιο όμορφες πλαστικές, πλαϊνές βαλίτσες, στην ίδια τιμή. Για λόγους ομοιομορφίας στο συγκριτικό, έχουμε αφήσει τις βαλίτσες στην ησυχία τους, είναι όμως ενδεικτικό της χρήσης τους. Ταξίδια λοιπόν, αυτό υπόσχονται τα δύο 650 και πράγματι εκπληρώνουν την υπόσχεσή τους. Στην κορυφή είναι το Versys, πρώτα από όλα για τις αναρτήσεις του. Ξεκάθαρα προσανατολισμένο στην άνεση, οι ρυθμιζόμενες αναρτήσεις που έχει το Kawasaki φιλτράρουν εξαιρετικά τις ανωμαλίες του δρόμου ενώ η προοδευτικότητά τους μας βρίσκει σύμφωνους και στην γρήγορη οδήγηση. Συγκριτικά με του Tracer η διαφορά είναι τεράστια, τόσο στο πιρούνι, όσο και στο αμορτισέρ. Για το 650ΜΤ δεν ισχύει το ίδιο βέβαια, η ταύτιση με το Kawasaki υπάρχει στην σχεδίαση του κινητήρα και στα γενικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά, αλλά από εκεί και πέρα η αίσθηση στην οδήγηση είναι αρκετά διαφορετική. Ωστόσο τα δύο 650 είναι εξίσου σταθερά και τελείως ακλόνητα σε πλευρικό αέρα. Πολύ περισσότερο από το Tracer που όπως είπαμε η μόνη νευρικότητα που μπορεί να δείξει σε υψηλή ταχύτητα, είναι από εξωγενείς παράγοντες.

Σε δυνατό αέρα και σε ανωμαλίες του δρόμου με πολλά χιλιόμετρα το Versys έρχεται πρώτο με διαφορά, ακλόνητο σε κάθε περίπτωση ενώ το 650MT ακολουθεί σε πολύ κοντινή απόσταση και το Tracer μένει τρίτο. Χαμογελώντας όμως πονηρά. Διότι αυτή η διαφορά στην ευθεία θα καλυφθεί στις στροφές ή στην γρήγορη οδήγηση που σαφέστατα το Tracer υπερτερεί. Το Versys και το 650ΜΤ αποδίδουν ψηλά και για μικρό εύρος στροφών, και ιδιαίτερα στο 650ΜΤ θα πρέπει να ακούς τον κινητήρα να φωνάζει για να πάρεις την απόδοση των άλλων δύο.

Το Tracer ακούει από πολύ χαμηλότερα το μήνυμα σου, σε σημείο που σηκώνει σούζα πριν ακόμη τα άλλα δύο ανεβάσουν ντεσιμπέλ στο ψευτο-τελικό της εξάτμισης. Τόσο μεγάλη είναι η διαφορά τους και ναι, δεν υπάρχει τελικό εξάτμισης αλλά απόληξη του συλλέκτη καμουφλαρισμένη σε τελικό και για τις τρεις του συγκριτικού. Ο crossplane δικύλινδρος δείχνει στην άμεση σύγκριση κατευθείαν, την τεράστια διαφορά του με τους άλλους δύο, δηλαδή τον έναν και τον κλώνο του. Στις χαμηλές στροφές τους χωρίζει ένα χάος, στις μεσαίες το Versys ψαλιδίζει την διαφορά με το Tracer χωρίς να πλησιάσει, και μόνο ψηλότερα αρχίζουν να συγκλίνουν και τα τρία.

Πρακτικά αυτό δημιουργεί θέματα και στην καθημερινή οδήγηση, πέρα από την ενθουσιώδη σε κλειστούς επαρχιακούς που το Tracer σουζάρει, εκεί που οι υπόλοιποι παίζουν με τις σχέσεις του κιβωτίου. Ανάμεσα στα αυτοκίνητα και σε κάθε είδους μανούβρα το Tracer κερδίζει με άνεση. Το 650ΜΤ έχει βέβαια κι αυτά τα σίδερα που το κάνουν να φαίνεται έτοιμο να παλέψει σε αρένα με μονομάχους, και εκτός από την ξεκούραση των ποδιών στο ταξίδι, σαν να οδηγείς τσόπερ, δεν έχουν καμία άλλη πρακτική αξία. Η ευστροφία του Yamaha βοηθά και στην μικρότερη χρήση της μανέτας του συμπλέκτη και όλα αυτά συνηγορούν να βγει κερδισμένο με τεράστια διαφορά στην καθημερινή χρήση. Κάπου εκεί βέβαια το 650ΜΤ αρχίζει να φωνάζει για την μεγάλη απόσταση που τους χωρίζει σε κόστος απόκτησης και στα κατάλληλα αυτιά ο λόγος του αποτελεί βουλοκέρι απέναντι σε κάθε άλλο επιχείρημα από την Ιαπωνική πλευρά.

Το δικό σου παζλ

Τώρα στην ανανέωσή του, το Tracer είναι πλέον και η μόνη ασιατική μοτοσυκλέτα του συγκριτικού με φυσιολογικό τιμόνι. Παρόλο που η Yamaha έχει να δείξει το τιμόνι του TDM που είναι από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα οδήγησης με στομαχικό πρόβλημα, που δεν σε αφήνει να ανοίξεις τα χέρια, έχει τώρα περάσει σε άλλο επίπεδο και διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους Ιάπωνες και τους Κινέζους αντίστοιχα. Ο μεγαλύτερος μοχλός βοηθά και στο ταξίδι, όχι μόνο στην καθημερινή χρήση, διότι ξεκουράζει τα χέρια και τοποθετεί το σώμα σε μία πιο φυσική στάση. Τα μαζεμένα στους αγκώνες χέρια δεν κάνουν την διαφορά στην προστασία από τον αέρα, αλλά οι μεγάλες ζελατίνες των 650 είναι ο δευτερεύων λόγος που ταξιδεύεις καλύτερα μαζί τους. Ιδιαίτερα το 650ΜΤ προστατεύει εξαιρετικά τον αναβάτη του και μάλιστα χωρίς στροβιλισμούς στο κράνος από την μεγάλη ζελατίνα η οποία ρυθμίζεται και σε ύψος. Ο κινητήρας τους και η σταθερότητα είναι ο κυρίαρχος λόγος που ταξιδεύεις με μεγαλύτερη άνεση συγκριτικά με το Tracer. Επιπρόσθετα το Versys 650 μοιάζει με μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα από αυτό που πραγματικά είναι, έχει πιο βαριά αίσθηση και πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις, στοιχεία που πολλαπλασιάζουν την διαφορά του στο ταξίδι.

Το επίσης μεγαλύτερο ρεζερβουάρ του, που προσθέτει τουλάχιστον εκατό χιλιόμετρα αυτονομίας έναντι του Tracer είναι επίσης άλλος ένας λόγος. Διότι ναι, το Tracer είναι ελαφρύτερη μοτοσυκλέτα αλλά το κάνει με το μικρότερο ρεζερβουάρ του συγκριτικού, αν και μόνο με το Versys έχει σημαντική διαφορά. Οι Κινέζοι δεν έχουν μπει στην διαδικασία μείωσης βάρους, αντιθέτως τους ενδιαφέρουν άλλα ζητήματα προς το παρόν και το αποτέλεσμα είναι το 650ΜΤ να μην κρύβει τα κιλά του. Όπως επίσης και ο κινητήρας, μπορεί να προέρχεται από τα ίδια σχέδια, αλλά στα χρόνια που ακολουθήσαν η εξέλιξή του έχει πάρει τον δικό της δρόμο.

Για τους περισσότερους το Tracer 700, παρότι ακριβότερο και από τις τρεις, είναι συνολικά καλύτερη μοτοσυκλέτα διότι τα ταξίδια δεν θα είναι η καθημερινότητά της, ώστε να γύρει η πλάστιγγα στην μεριά του Versys. Ο παρονομαστής της τιμής βγάζει αμέσως πρώτο το 650MT διότι πολύ απλά κάνει ό,τι και τα άλλα δύο κοστίζοντας αρκετά λιγότερο. Ωστόσο το πορτοφόλι του καθενός είναι διαφορετικό και ο παρονομαστής αυτός δεν γίνεται να είναι κοινός. Όταν στην καθημερινότητα επιβάλλονται οι μεγάλες αποστάσεις, το Versys έρχεται να προταθεί εμπρός, κι αν προσμετρήσει και η άνεση τότε οι πολύ πιο ποιοτικές του αναρτήσεις δημιουργούν την μεγάλη διαφορά. Όποιος λοιπόν επιλέξει να αποκαθηλώσει το Tracer από την πρώτη θέση, θα πρέπει να θέσει σε κάποια από τις παραπάνω παραμέτρους μία μεγαλύτερη βαρύτητα, τα κομμάτια του παζλ δεν ενώνονται μονάχα με έναν τρόπο…

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ  Yamaha MT 07 Tracer 700

Αντιπρόσωπος:

ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε.Ε.

 

 

 

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

196,5 kg

(χωρίς καύσιμο:173,5 kg)

Πίσω

48,7%

Εμπρός

51,3%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

0%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο τύπου "διαμάντι"

 

Πλάτος (mm):

840

 

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

196

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

80 x 68,6

 

Χωρητικότητα (cc):

689

 

Σχέση συμπίεσης:

11,5 :1

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

75/8.750

 

Ροπή (kg.m/rpm):

6,83/6.500

 

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

108,8

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

 

Σύστημα εξαγωγής:

 2 σε 1

 

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

 

 

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος, με ντίζα

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια 1,925 :1

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα, γρανάζια 2,812:1

 

Συνολικές σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

 

1η

2,846

 

2α

2,125

 

3η

1,632

 

4η

1,300

 

5η

1,091

 

6η

0,964

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ (S Mode)

Km/h

Sec

Μέτρα

 

0-50

1,58

10,68

 

0-100

3.66

55,29

 

0-150

7,72

199,45

 

0-200

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

Km/h

 

0-400

12.12

175.04

 

0-1.000

23,65

193.25

 

 

 

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

2,66/43,96

2,83/46,69

 

80-120

2,72/75,8

2,72/75,79

3,6/175

120 - 160

Δεν φτάνει 160

4,1/150

10,5/280

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

3,1

104

 

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

 

100-40

2,61

58

 

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

 

2,61

 

Πραγματικά

 

3,01

 

 

 

 

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΠΙΣΩ

 

ΤΥΠΟΣ

 Ένα αμορτισέρ, μοχλικό

 

Διαδρομή (mm):

142

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

5,5'' x 17

 

Ελαστικό:

180/55 R17

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δίσκος "μαργαρίτα" 245mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Οθόνη LCD με ενδείξεις για στροφές / ταχύτητα / ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές/ επιλεγμένη σχέση κιβωτίου, στάθμη βενζίνης / επιλογή για στιγμιαία ή μέση κατανάλωση, θερμοκρασία περιβάλλοντος και διανυθέντα χιλιόμετρα με ρεζέρβα. Ενδεικτικές λυχνίες για φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων, έλεγχος κινητήρα, ABS, πίεση λαδιού

 

 

 

 

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΤΥΠΟΣ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

130/41

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση επαναφοράς

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

3,5'' x 17

 

Ελαστικό:

120/70 R17

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δυο δισκόφρενα "μαργαρίτα" 282mmδαγκάνες με τέσσερα έμβολα

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

65,17/9.000

Ροπή (kg.m/rpm):

6.0/6.700

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης: 9.200

 

Μέγιστη ισχύς: 8.200

 

Στον κόφτη

 

1η 80

 

2α 126

 

3η 164

 

4η 203

 

5η 230

 

6η 247

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση : 5,8

 

Ελάχιστη : 5,4

 

Μέγιστη : 8,8

 

Αυτονομία (km): 250